ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Ετυμολόγια: Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα εκπαιδεύω που σημαίνει ανατρέφω από παιδική ηλικία, μορφώνω, διαπαιδαγωγώ.
εκπαίδευση < εκπαιδεύω + -ση < αρχαία ελληνική ἐκπαιδεύω < παιδεύω < παῖς
Η εκπαίδευση με την ευρεία έννοια περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες που έχουν σκοπό την επίδραση στο χαρακτήρα και στη σωματική αγωγή του ατόμου. Με τη διαδικασία της εκπαίδευσης αποκτώνται συγκεκριμένες γνώσεις, αναπτύσσονται δεξιότητες και ικανότητες και διαμορφώνονται αξίες (ηθική, ειλικρίνεια, ακεραιότητα χαρακτήρα, αίσθηση του δικαίου, αφοσίωση, επαγγελματισμός, υπευθυνότητα, κτλ). Η εκπαίδευση γίνεται με βάση συγκεκριμένες μεθόδους (θεωρητική διδασκαλία, επίδειξη, ανάθεση εργασιών, πρακτική εξάσκηση, κτλ), με συγκεκριμένους μαθησιακούς στόχους και είναι οριοθετημένη χρονικά.
Ορισμός: Η εκπαίδευση ορίζεται ως η συστηματική και η οργανωμένη διαδικασία της αγωγής και της μάθησης, που αφενός προγραμματίζεται από την πολιτεία , αφετέρου υλοποιείται από τους φορείς αυτούς. Επειδή όμως η εκπαίδευση είναι ένα δημόσιο αγαθό, γι' αυτό την ευθύνη για την υλοποίησή της την έχει, και οφείλει να την έχει η Πολιτεία.
Γενικά , γεννήθηκε ή άποψη ότι ο Αθλητισμός είναι αναπόσπαστο στοιχείο της Εκπαίδευσης. Στον Αθλητισμό ο μαθητής δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με ένα πασάλειμμα γνώσεων, δεν υπάρχει λυσάρι, δεν γίνεται αντιγραφή. Στον Αθλητισμό ο καθένα είναι αυτό που κάνει. Για να μπορέσει να κάνει ο μαθητής αθλητισμό χρειάζεται βαθύτατη γνώση του αντικείμενου, γνώση του εαυτού του, μάθηση που να έχει βιωθεί σαν εμπειρία της αντίδρασης του οργανισμού του στο καινούριο ερέθισμα, καθώς και κατανόηση της ψυχολογίας, της τακτικής και της στρατηγικής του αγωνίσματος.