10 ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗ Ν.Ε. ΓΛΩΣΣΑ. Μύθος 6ος: ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ

Ιδεολογήματα και δανεισμός

Άννα Αναστασιάδη-Συμεωνίδη

(Η Άννα Αναστασιάδη-Συμεωνίδη είναι καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης )

ΤΑ ΝΕΑ , 16-09-2000 

[[ Διάγραμμα του κειμένου, για τη διευκόλυνση της ανάγνωσης]]

  1. Είναι γεγονός ότι υπάρχει διάσταση απόψεων όσον αφορά το φαινόμενο του δανεισμού ανάμεσα στα κείμενα που προορίζονται για το ευρύ κοινό και στα κείμενα των ειδικών.
  2. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τα πρώτα θυμίζουν ανταποκρίσεις από το μέτωπο του πολέμου: γλωσσική  εισβολή, φθορά, παραφθορά και διαφθορά της γλώσσας μας, γλωσσική υποδούλωση, η γλώσσα μας κατακτιέται από τους εισβολείς, αφελληνισμός της γλώσσας μας αποτελούν τις πιο συνήθεις εκφράσεις των κειμένων αυτών.
  3. Τα αποτελέσματα της προβαλλόμενης αυτής εισβολής εμφανίζονται τραγικά: μιγαδοποίηση της γλώσσας μας, γλωσσική υποδούλωση που οδηγεί, κατά τους υποστηρικτές των απόψεων αυτών, σε γενική άλωση της πατρίδας και του εθνισμού μας, σε εθνική παρακμή. Επιπρόσθετα προβάλλεται το επιχείρημα ότι η αλλοτριωμένη γλώσσα προσβάλλει τη νόηση και κατ' επέκταση τη συνείδησή μας αλλοτριώνοντάς την, και συνεπώς η γλώσσα που δεν αντιστέκεται στις δάνειες λέξεις, ιδίως τις αγγλικές, μαρτυρεί αλλοτριωμένη συνείδηση, διαβρωμένη και εκφυλισμένη ψυχή. Είναι όμως έτσι; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
  4. Για να μιλούμε για εισβολή πρέπει να υπάρχει μέγα πλήθος ξένων λέξεων στη γλώσσα μας. Όμως, κάθε τέτοια κρίση ενέχει υποκειμενισμό, αφού δε γνωρίζουμε επακριβώς το ποσοστό, κατά μέσο όρο, των ξένων λέξεων στα νεοελληνικά κείμενα. Βέβαια, υπάρχει και η λεξικογραφική στατιστική: σε σύνολο 60.000 περίπου λημμάτων γενικού λεξιλογίου της νεοελληνικής ποσοστό 5% είναι οι δάνειες λέξεις από την αγγλική. Αν αναλογιστεί κανείς ότι, σύμφωνα με έρευνες ξένων μελετητών, το ποσοστό των λέξεων που η αγγλική δανείστηκε από τη γαλλική σε παλαιότερες εποχές ανέρχεται σε 65% με 75% του σημερινού λεξιλογίου της, αναρωτιέται αν είναι δυνατόν ο δανεισμός λέξεων και μόνο να αλλοιώσει μια γλώσσα, να οδηγήσει δηλαδή σε αλλαγή της γενετικής δομής της. Τυπολογικά η αγγλική, παρά το μαζικό δανεισμό, εξακολουθεί να μην ανήκει στις ρομανικές γλώσσες, στις οποίες συγκαταλέγεται η γαλλική.
  5. Όσον αφορά τη «μιγαδοποίηση» μιας γλώσσας, αυτή δεν κρίνεται από τη μεταβολή στο λεξιλόγιό της αλλά από τη μεταβολή στο γραμματικό της σύστημα. Τέτοιου τύπου, όμως, μεταβολή δε διαπιστώνεται για τη νέα ελληνική, η οποία διατηρεί σταθερό εδώ και πάρα πολλά χρόνια το φωνολογικό, μορφολογικό, συντακτικό και σημασιολογικό της σύστημα. Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η γλωσσική υποδούλωση προκαλεί την εθνική υποδούλωση, η Ιστορία μάς διδάσκει ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: η εθνική υποδούλωση έχει ως συνέπεια τη γλωσσική υποδούλωση. Όμως, οφείλουμε να μη λησμονούμε ότι οι Έλληνες, ακόμη και υποδουλωμένοι για τετρακόσια χρόνια και χωρίς επίσημη εκπαίδευση, διατήρησαν παρ' όλα αυτά τη γλώσσα τους. Ακόμη, γλώσσα, νόηση, συνείδηση και ψυχή δεν είναι συγκοινωνούντα δοχεία ούτε και είναι δυνατόν φιλόλογοι να γνωμοδοτούν για θέματα που άπτονται άλλων ειδικοτήτων. Όπως κι αν έχει το πράγμα, όμως, αφού δε διαπιστώνεται επιστημονικά αλλοίωση της γλώσσας μας, δεν υφίσταται λόγος για περαιτέρω συζήτηση της σχέσης αυτής.
  6. Υπάρχει όμως και κάτι πιο σημαντικό. Γίνεται έντονη συζήτηση για την αποβολή των δανείων από τη γλώσσα, χωρίς να έχει οριστεί η έννοια του δανείου. Βέβαια, από τα παραδείγματα που αναφέρονται στα κείμενα που προορίζονται για το ευρύ κοινό, π.χ. σάντουιτς, ζάπιγκ, πλαζ, οτοστόπ, έμμεσα συνάγεται ότι πρόκειται για το φαινόμενο που από τους ειδικούς αποκαλείται άμεσος δανεισμός, δηλαδή για το τμήμα εκείνο του δανεισμού που περιλαμβάνει τα στοιχεία που η μορφή τους προδίδει την ξενική καταγωγή τους. Όμως, αν δάνειο είναι, όπως άλλωστε το λέει η λέξη, κάθε στοιχείο που μια γλώσσα δανείζεται από μια άλλη, τότε δάνεια είναι και λέξεις όπως τηλέφωνο, μικρόβιο, οικολογία και πλήθος άλλες, που η ελληνική τις βρήκε έτοιμες σε άλλες γλώσσες και τις υιοθέτησε. Το γεγονός ότι οι γλώσσες αυτές έπλασαν τις λέξεις του τύπου αυτού με αρχαιοελληνικά στοιχεία δεν ακυρώνει το ότι αναμφίβολα για τη νέα ελληνική πρόκειται για δάνειες λέξεις! Ίσως να σταματούσε η κινδυνολογία γύρω από το δανεισμό, αν κυκλοφορούσε ευρύτερα η άποψη των ειδικών ότι λέξεις όπως αντιβιοτικό,  αστροναύτης,  ελικόπτερο, ένζυμο, ηλεκτρισμός, θερμόμετρο, θρόμβωση, κυβερνητική, μαγνητόφωνο, μετεωρολογία, σπηλαιολόγος, τε-χνολογία, τηλέγραφος, φωτογραφία και χιλιάδες άλλες είναι δάνειες λέξεις.   [Διαβάστε σχολικό βιβλίο]
  7. Γιατί όμως η κινδυνολογία περιορίζεται στα άμεσα δάνεια; Και ήταν άραγε πάντα τα δάνεια από την αγγλική που ενοχλούσαν; Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ότι από τα διάφορα είδη δανείων μόνο τα άμεσα δάνεια ενοχλούν, αφού αυτά προδίδουν αμέσως την ξενική τους καταγωγή, ενώ τα άλλα, επειδή είναι καμουφλαρισμένα, περνούν για ελληνικές λέξεις. Έτσι, δεν είναι περίεργο που λίγα χρόνια πριν ενοχλούσαν τα δάνεια από την τουρκική ή άλλες γλώσσες.
  8. Όμως η κινδυνολογία αυτή, που στόχο έχει να προσβάλει την αυτονομία και την αυτάρκεια μιας φυσικής γλώσσας, όπως είναι η νέα ελληνική, δε στηρίζεται σε επιστημονική βάση, αφού παραγνωρίζεται το γεγονός ότι ο δανεισμός της νέας ελληνικής δεν οφείλεται σε δομικά κενά της παρά σε μεταβλητές κοινωνιοπολιτιστικής τάξης. Και για το λόγο αυτό υπάρχουν δάνεια που δεν προσαρμόζονται στο μορφολογικό και φωνολογικό σύστημα της νεοελληνικής.
  9. Ο δανεισμός λέξεων αποτελεί φυσιολογικό φαινόμενο όλων των γλωσσών και συνεπώς δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως οξεία ασθένεια που πρέπει να σπεύσουμε να τη θεραπεύσουμε. Μόνο μια νεκρή γλώσσα έχει πάψει να δανείζεται. Ασφαλώς όλοι ευχόμαστε να μη συμβεί αυτό ποτέ στην ελληνική. Επομένως, η άποψη των ειδικών ότι η νεοελληνική δεν κινδυνεύει από τα δάνεια δεν αποτελεί πράξη εφησυχασμού παρά νηφάλια αντιμετώπιση ενός γεγονότος. Η νεοελληνική δεν υφίσταται επίθεση από την αγγλική, αλλά καταφεύγει σ' αυτήν από εξωγλωσσικούς λόγους και όχι λόγω δικής της ανεπάρκειας. Αντίθετα, μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να δει την παρουσία των δανείων ως κάτι θετικό, αφού τα δάνεια χρησιμεύουν ως δείκτες ένταξης του ομιλητή σε κάποια ομάδα, κοινωνική ή άλλη, αλλά και εμπλουτίζουν τη νεοελληνική δημιουργώντας σημασιολογικές διαφορές, π.χ. έφηβος-τινέιτζερ διαφορές στο επίπεδο ύφους, π.χ. εξ ημισείας/μισά μισά-φίφτι φίφτι· στην ένταση, π.χ. γεμάτος-φουλ· διαφορές ανάμεσα σε γενικό λεξιλόγιο και σε όρο ειδικού λεξιλογίου, π.χ. πιγκπόγκ-αντισφαίριση κτλ.
  10. Ακόμη, το ότι η ελληνική σήμερα δανείζεται κατεξοχήν από την αγγλική δε συνιστά πρωτοτυπία, αφού όλες οι γλώσσες κάνουν το ίδιο, ούτε όμως και τυχαίο γεγονός, γιατί η αγγλική αποτελεί σήμερα γλώσσα περιωπής. Υπάρχει δίχως άλλο μια διαλεκτική σχέση ανάμεσα στην οικονομική και πολιτική υπεροχή από τη μια μεριά και στη γλωσσική από την άλλη. Η επικράτηση της αγγλικής σε παγκόσμια κλίμακα είναι απόρροια της αδιαμφισβήτητης σήμερα ηγεμονίας των ΗΠΑ. Οι γλωσσικοί λόγοι δεν προπορεύονται αλλά ακολουθούν τους εξωγλωσσικούς. Συνεπώς, αν θέλαμε να δανείζουμε και να μη δανειζόμαστε, θα έπρεπε να βρισκόμασταν ως έθνος στην κορυφή της οικονομικής και πολιτικής κλίμακας.
  11. Συμπερασματικά αποδεικνύεται ότι η παρουσία των άμεσων δανείων στη νεοελληνική ούτε μαζική είναι ούτε είναι πρόξενος δομικών αλλαγών. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι η καλλιέργεια της νεοελληνικής καθώς και μια πολιτική πρόληψης είναι δυνατό να περιορίσουν το δανεισμό. Αν και είναι ουτοπία να πιστεύει κανείς ότι είναι ποτέ δυνατό να εξαλειφθεί ο δανεισμός από μια ζωντανή γλώσσα, θεωρώ ότι το έμπρακτο ενδιαφέρον των Νεοελλήνων για τη γλώσσα τους καθώς και η προσφορά αρτιότερης γλωσσικής εκπαίδευσης εκ μέρους της πολιτείας αποτελούν ισχυρούς λόγους περιορισμού των δανείων. Η πρόληψη είναι προτιμότερη από τη θεραπεία.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Α)  Ποιο είναι το θέμα του άρθρου ;

Β) Σε τι είδους έντυπα (ως προς το κοινό στο οποίο απευθύνονται)  δημοσιεύονται απόψεις που υποστηρίζουν ότι η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει ;

Γ)  Ποια είναι τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν όσοι υποστηρίζουν ότι η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει ;

Δ) Ποια είναι η άποψη της γλωσσολόγου για το θέμα του δανεισμού, όπως διατυπώνεται στην όγδοη παράγραφο.  Απαριθμήστε τα επιχειρήματα με τα οποία την τεκμηριώνει.

Ε) Πού οφείλεται κατά τη γνώμη της γλωσσολόγου το γεγονός ότι η ελληνική , αλλά και οι άλλες γλώσσες, δανείζονται πολλές λέξεις από τα αγγλικά ;

Στ) Ποια είναι η πρόταση της γλωσσολόγου στον επίλογο του άρθρου της σχετικά με τη στάση που πρέπει να έχουν τόσο οι μεμονωμένοι πολίτες όσο και η συντεταγμένη πολιτεία  απέναντι στη γλώσσα ;

  • Τι νομίζετε ότι επιδιώκει η γλωσσολόγος με τη δημοσίευση αυτού του άρθρου  ;  ( Λάβετε υπόψη σας και τη φράση « η άποψη των ειδικών ότι η νεοελληνική δεν κινδυνεύει από τα δάνεια δεν αποτελεί πράξη εφησυχασμού παρά νηφάλια αντιμετώπιση ενός γεγονότος.»)

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

  • Συγκεντρώστε το λεξιλόγιο ( ουσιαστικά, ρήματα, εκφράσεις ) που αποδίδει τις ‘απειλές’ της γλώσσας . Για παράδειγμα : αλλοίωση ,  λεξιπενία,  φθορά …..  //  αλλοιώνεται , φθείρεται …

Στοιχεία του 2021 της Εurostat για τη γλωσσομάθεια στην Ε.Ε.

The LiFO team

18.11.2021 | 23:22

Πόσοι Έλληνες ξέρουν δεύτερη γλώσσα; -Τι δείχνουν τα στοιχεία για την ΕΕ

Το 58% των Ελλήνων αναφέρουν ότι γνωρίζουν κάποια ξένη γλώσσα
φωτ. shutterstock
[...]
Όπως αναφέρει η Eurostat, η Ελλάδα βρίσκεται στην πέμπτη θέση από το τέλος, έχοντας κάτω από το μέσο όρο του 66% της Ε.Ε.. Το 58% των Ελλήνων αναφέρουν ότι γνωρίζουν κάποια ξένη γλώσσα. Εκ των 28, Βουλγαρία και Ουγγαρία έχουν χαμηλά ποσοστά της τάξης του 39% και του 37%, αντίστοιχα.
Να σημειωθεί ότι τα παιδιά νεότερης ηλικίας σχεδόν σε όλες τις χώρες μαθαίνουν στο δημοτικό ή γυμνάσιο υποχρεωτικά ξένες γλώσσες. Στοιχεία της Pew Research από το 2016, το 92% των Ευρωπαίων μαθητών μαθαίνει μία ξένη γλώσσα στο σχολείο.
Συνέχεια :  εδώ  (LIFO)

Η πρόκληση τής πολυγλωσσίας, Γ. Μπαμπινιώτης

ΤΟ ΒΗΜΑ29-04-2001

βλ. και : https://www.babiniotis.gr/dimosieumata/glossika-themata/76-64-29-4-2001

Μεταβείτε στον ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη σελίδα "Γλώσσες της Ε.Ε.",    από  εδώ

Δεν υπάρχει πιο άμεσος, πιο ουσιαστικός και πιο σύντομος δρόμος να γνωρίσεις έναν λαό
από το να μάθεις τη γλώσσα του

1...Εορτάζουμε εφέτος το «ευρωπαϊκό έτος γλωσσών». Τιμούμε δηλ. ­ με διάφορες εκδηλώσεις (ομιλίες, συζητήσεις, μελέτες, αναφορές, εκτιμήσεις κ.λπ.) ­ τις γλώσσες που ομιλούνται στην Ευρώπη, τιμώντας στην πραγματικότητα τους λαούς που μιλούν αυτές τις γλώσσες και τον πολιτισμό αυτών των λαών, όπως δηλώνεται μέσα από τη γλώσσα τους ­ τα γραπτά κείμενά τους και την προφορική τους παράδοση. Γιατί η γλώσσα είναι το πιο εμφανές γνώρισμα τής εθνικής ταυτότητας και φυσιογνωμίας ενός λαού και, μέσα από τα γραπτά κείμενα, το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα τού πολιτισμού ενός λαού, αυτό που ξεπερνάει τον χρόνο και τον χώρο.

2.  Η Ενωμένη Ευρώπη, η οποία αποτελεί ένα κεφαλαιώδες πολιτικό γεγονός του σύγχρονου κόσμου μετά την κατάρρευση του ανατολικού συνασπισμού, είναι από τη φύση της θεσμός πολυεθνικός, άρα και πολυπολιτισμικός και, κατ' ανάγκην, πολυγλωσσικός. Αν η Ενωμένη Ευρώπη δεν είναι χοάνη αφομοίωσης και αποπροσωποποίησης των λαών που εντάσσονται σ' αυτήν· αν, όπως πιστεύεται, είναι ένωση και συνεργασία εθνών της Ευρώπης που διατηρούν τη διαφορετικότητά τους και τις εθνικές τους επιλογές (στον πολιτισμό, στην παιδεία, στον τρόπο ζωής, στη νοοτροπία, στη θρησκευτική τους πίστη κ.λπ.), τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, εξ ορισμού, και χώρος συνάντησης περισσοτέρων γλωσσών, των γλωσσών που μιλούν οι λαοί οι οποίοι απαρτίζουν την Ενωμένη Ευρώπη.

3.  Κύρια πρόκληση για τους πολίτες τής Ενωμένης Ευρώπης, η πιο χαρακτηριστική, η πιο πνευματική και ηθικά η πιο ανιδιοτελής, είναι η πρόκληση τής πολυγλωσσίας: η πρόκληση, τα κίνητρα και η δημιουργία δυνατοτήτων να μάθουν οι πολίτες τής Ευρώπης περισσότερες γλώσσες, ώστε να γνωρίσουν, να καταλάβουν και να εκτιμήσουν βαθύτερα και ουσιαστικά, μαθαίνοντας τη γλώσσα τους, τον πολιτισμό, τη νοοτροπία και την ανθρώπινη διάσταση των λαών με τους οποίους ζουν μαζί, συνεργάζονται και συναποφασίζουν για ποικίλα θέματα. Δεν υπάρχει πιο άμεσος, πιο ουσιαστικός και πιο σύντομος δρόμος να γνωρίσεις έναν λαό από το να μάθεις τη γλώσσα του. Γιατί η γλώσσα κάθε λαού είναι ο τρόπος που βλέπει, συλλαμβάνει, ταξινομεί και δηλώνει τον κόσμο. Κάθε εθνική γλώσσα είναι και μια άλλη ταξινομία τού κόσμου, μια άλλη προσέγγιση, ένα σύνολο επιλογών, που δίνει ξεχωριστή αξία σε κάθε γλώσσα, την αξία που έχει καθ' εαυτήν η συλλογική έκφραση ενός λαού, η εθνική του λαλιά. Κάθε εθνική γλώσσα είναι μια αυταξία, αντικείμενο μελέτης και σεβασμού από τους άλλους λαούς. Και, όπως λέμε οι γλωσσολόγοι, δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες· υπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι που εκφράζονται διαφορετικά μέσα από τις δυνατότητες που δίνει στον άνθρωπο το κυριότερο βιολογικό του γνώρισμα: η νόηση και η έκφραση τής νόησης, η γλώσσα. Η μόνη διάκριση, που από την πράξη μπορεί να γίνει και γίνεται, είναι η διάκριση σε πολιτισμικά (λογοτεχνικά, φιλολογικά και επιστημονικά) περισσότερο ή λιγότερο καλλιεργημένες γλώσσες. Σε γλώσσες οι οποίες σε μια περίοδο τής ιστορίας τής χρήσης τους έδωσαν ή πήραν γλωσσικά στοιχεία (λέξεις κυρίως που αποτελούν τα λεγόμενα «λεξιλογικά δάνεια»), πράγμα που συμβαίνει πάντοτε στη συνάντηση λαών και πολιτισμών. Ετσι λ.χ. παλιότερα η Ελληνική και η Λατινική, πρόσφατα η Αγγλική ­ για να αναφερθούμε σε λίγα μόνον παραδείγματα τέτοιων γλωσσών ­ έδωσαν ή δίνουν λέξεις που τις χρησιμοποιούν οι ομιλητές άλλων γλωσσών. Αυτό δεν είναι ούτε μειωτικό, ούτε ολέθριο, φτάνει μόνο να γίνεται σε περιορισμένη έκταση, ώστε να μην αλλοιώνεται η σύσταση τής γλώσσας που λειτουργεί ως λήπτης και να γίνεται κατά τρόπον που να εξυπηρετεί πραγματικές επικοινωνιακές ανάγκες και όχι επίπλαστες (λόγους επίδειξης, ξενομανίας ή γλωσσικού γοήτρου που εξυπηρετούν άλλες σκοπιμότητες).

4.  Τέλος, η πρόκληση τής πολυγλωσσίας γίνεται όλο και περισσότερο αναγκαία σε ευρύτερη κλίμακα με την ευρύτερη συνάντηση των λαών που πραγματοποιείται στα χρόνια μας, με την περίφημη παγκοσμιοποίηση. Η παγκόσμια συνεργασία των λαών στα πλαίσια τής οικονομίας, τής επικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τής τεχνολογίας, τής γνωριμίας με τις διάφορες χώρες και τον πολιτισμό τους αποτελεί το ισχυρότερο κίνητρο για την εκμάθηση περισσοτέρων γλωσσών παράλληλα προς την επιμονή και την προσπάθεια για καλύτερη γνώση τής μητρικής γλώσσας που παραμένει έργο ζωής. Για να μην αλλοτριωθείς και αφομοιωθείς γλωσσικά ­ και κατ' επέκταση πολιτισμικά και εθνικά ­ μέσα στον εξισωτισμό και την άμορφη αγαλματοποίηση, πρέπει πρώτα και πάνω απ' όλα να έχεις τη δική σου γλωσσική ταυτότητα που είναι συνάμα και κύριο χαρακτηριστικό τής εθνικής σου ταυτότητας. Η πιο υγιής προσέγγιση στην πραγματικότητα τής παγκοσμιοποίησης είναι η συνάντηση ατόμων και λαών μέσα από τη γλωσσική πολυμορφία. Η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να πάρει τον χαρακτήρα τού γλωσσικού εξισωτισμού μέσα από την αναγωγή μιας οποιασδήποτε γλώσσας σε παγκόσμια γλώσσα. Μια τέτοια γλωσσική παγκοσμιοποίηση θα οδηγούσε στον ηγεμονισμό μιας γλώσσας εις βάρος όλων των άλλων, πράγμα που θα ήταν ολέθριο για την πολιτισμική πολυμορφία τού κόσμου μας και για την ίδια την έννοια τής παγκοσμιοποίησης, η οποία θα προσλάμβανε έτσι μορφή ανεπίτρεπτης γλωσσικής και πολιτισμικής τυραννίας.

Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας.

1.  .Να απαντήσετε στα παρακάτω ερωτήματα με βάση τις θέσεις του κειμένου:
 α. Υπό ποιες προϋποθέσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι χώρος γλωσσι­κής συνάντησης των ευρωπαϊκών λαών;
   β. Ποια διάκριση γλωσσών αποδέχεται ο επιφυλλιδογράφος;
   γ. Ποιες επίπλαστες ανάγκες εξυπηρετούν τα γλωσσικά δάνεια;
   δ. Για ποιους λόγους δεν πρέπει να υπάρξει ο γλωσσικός ηγεμονισμός μιας ισχυρής γλώσσας;        

2.  Με ποια επιχειρήματα υποστηρίζει ο αρθρογράφος την άποψή του ότι στις μέρες μας η πολυγλωσσία αποτελεί πρόκληση τόσο στο πλαίσιο της Ευρωπα΄ι΄κής Ένωσης όσο και  σε παγκόσμιο επίπεδο ; (50-80 λέξεις)

3.    α. Αναγκαία, συνεργασία, ισχυρότερο, επιμονή, προσέγγιση:
Να γράψετε ένα συνώνυμο και ένα αντώνυμο για καθεμιά από τις παραπά­νω λέξεις της τελευταίας                         παραγράφου του κειμένου.
β. Να αντιστοιχίσετε τις παρακάτω λέξεις με τη σημασία τους:

1. αφομοίωση

2. εξομοίωση

3. προσομοίωση

4. παρομοίωση

 

α.  Σχήμα λόγου, με το οποίο συγκρίνεται ή παραβάλ­λεται ένα πρόσωπο, ένα πράγμα ή μια ιδέα με κάτι άλλο πολύ γνωστό για συγκεκριμένη ιδιότητα του, την οποία εμφανίζει και το πρόσωπο, το πράγμα ή η ιδέα.

β. Η διαδικασία ενσωμάτωσης και ένταξης στοιχείων σε προϋπάρχοντα σχήματα ενός συνόλου, έτσι ώστε να χάνουν την αυτοτέλεια τους και να γίνονται ένα με τα υπόλοιπα.

γ. Η τοποθέτηση στο ίδιο επίπεδο, στην ίδια βαθμίδα.

δ. Η αναπαράσταση της συμπεριφοράς ή των χαρα­κτηριστικών μιας διεργασίας μέσω ενός μοντέλου που οι παράμετροι και οι μεταβλητές αποτελούν εί­δωλα των αντίστοιχων μεγεθών της διεργασίας που μελετάται.

 

Λειτουργία ερωτημάτων

Ενδεικτική απάντηση στο 2ο υποερώτημα (ΚΕΙΜΕΝΟ 3. "Αγώνας για τη διατήρηση της ποιότητας της γλώσσας)

2ο υποερώτημα:  Ποιον ρόλο έχει η πρώτη ερώτηση στην δεύτερη παράγραφο του Κειμένου 3 στην αλληλουχία και σύνδεση των νοημάτων  [[[ ΠΡΟΣΟΧΗ!  Το ερώτημα εστιάζει συγκεκριμένα στο ρόλο της ερώτησης στη σύνδεση κι όχι σε όλες τις λειτουργίες της ερώτησης]]  (μονάδες 5); Ποιο νόημα εισάγουν οι άλλες τρεις ερωτήσεις στη συνέχεια της ίδιας παραγράφου (μονάδες 5);

Απάντηση :

Η 2η παράγραφο του Κειμένου  ξεκινά με ένα ερώτημα άμεσο, που έχει ρόλο μεταβατικό. Ενισχύει τη συνοχή των νοημάτων και βοηθάει το συντάκτη του Κειμένου 1 να παρουσιάσει με ενάργεια τη θέση του. Ακολουθούν άλλα τρία άμεσα ερωτήματα που έχουν στόχο να διασαφηνίσουν τη θέση του και να εξηγήσουν τα προβλήματα σχετικά με την έλλειψη ποιότητας στη χρήση της Ελληνικής γλώσσας. Επομένως, και αυτά βοηθούν στην αλληλουχία των νοημάτων, εφόσον μετά τις τρεις ερωτήσεις ο συντάκτης προχωρά στην απάντησή τους, ώστε να επεξηγήσει και να διευκρινίσει το πρόβλημα της Ελληνικής γλώσσας.

Χρήση ρηματικών προσώπων

α΄ πληθυντικό πρόσωπο :

--   Το βίωμα αποκτά συλλογικότητα · ο πομπός εντάσσει τον εαυτό του μέσα σε ένα ευρύτερο σύνολο ατόμωνπ.χ. στους ακροατές του, γίνεται «ένα με αυτούς», μιλάει «μαζί με αυτούς και γι’ αυτούς» // δημιουργεί "γέφυρες επικοινωνίας" μαζί τους και έτσι πετυχαίνει να τους ευαισθητοποιήσει κατά τον καλύτερο και πιο αποτελεσματικό τρόπο..., να τους περάσει άμεσα το μήνυμα... και ενδεχομένως να τους πείσει...

 π.χ.  (από το κείμενό μας "Μητρικής γλώσσης εγκώμιον")  : Τέλος, ακόμη και προκειμένου για τη μητρική γλώσσα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε όλη τη ζωή μας, από την ώρα που γεννιόμαστε  μέχρι βαθέος γήρατος, διατελούμε μονίμως «μαθητές» τής μητρικής μας γλώσσας, η δε κατάκτησή της σ' ένα απαιτητικό επίπεδο είναι πάντα «έργο ζωής».

--   Ο πομπός μιλάει εκπροσωπώντας κάποια «ομάδα», στην οποία ανήκει ( π.χ. κάποιο πολιτικό κόμμα...) και έτσι ο λόγος του αποκτά ευρύτερη διάσταση, καθολικότητα, μεγαλύτερη αποδοχή... και ίσως και εγκυρότητα...

--- Η επικοινωνία γίνεται πιο ζωντανή και πιο άμεση.

Η ίδια λειτουργία με άλλη διατύπωση (Από Κριτήρια ΙΕΠ νέου συστήματος ) :
Η χρήση του α’ πληθυντικού προσώπου πολλαπλασιάζει τα πρόσωπα που συμμετέχουν στη συλλογική προσπάθεια αλλά και εμπλέκει συναισθηματικά τον αναγνώστη, που βρίσκει και αυτός τον εαυτό του σε αυτό το σύνολο.

 

Ενδεικτική απάντηση στο 3ο υποερώτημα (ΚΕΙΜΕΝΟ 3. "Αγώνας για τη διατήρηση της ποιότητας της γλώσσας)

3ο υποερώτημα:  Στις δύο τελευταίες παραγράφους του Κειμένου 3 ο συγγραφέας χρησιμοποιεί κυρίως πρώτο πληθυντικό ρηματικό πρόσωπο. Να δικαιολογήσεις αυτή την επιλογή (μονάδες 10) και να εντοπίσεις τη διαφορά ύφους σε σχέση με την πρώτη παράγραφο (μονάδες 5).

Απάντηση :

Στις δύο τελευταίες παραγράφους του Κειμένου χρησιμοποιείται α΄ πληθυντικό ρηματικό πρόσωπο από τον συντάκτη. Αυτό γίνεται γιατί εντάσσει και τον εαυτό του στην ίδια χορεία με τους αναγνώστες, δημιουργεί οικείο και άμεσο ύφος λόγου. Άλλωστε, ως πανεπιστημιακός δάσκαλος συναισθάνεται την κοινή ευθύνη για τη διδασκαλία των μηχανισμών της Ελληνικής γλώσσας.

Ωστόσο, στην πρώτη παράγραφο του Κειμένου , όπου ο συντάκτης θέλει να εκθέσει το πρόβλημα με αντικειμενικότητα και ουδέτερο ύφος λόγου, χρησιμοποιεί γ΄ ρηματικό πρόσωπο. Με αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνει να παρουσιάσει το γλωσσικό ζήτημα πιο αντικειμενικά, αποστασιοποιημένα. Είναι φανερή η διαφοροποίηση του ύφους λόγου ανάμεσα στην πρώτη και στις άλλες δύο παραγράφους του Κειμένου. Με αυτήν ο συγγραφέας επιθυμεί να διαφοροποιηθεί η θέση του (2η, 3η παράγραφος) από την άποψη που διατυπώνεται (1η παράγραφος) ότι υπάρχουν κίνδυνοι για τη γλώσσα μας.