Η Δηιάνειρα είναι μυθικό πρόσωπο, θυγατέρα του Οινέα και της Αλθαίας, αδελφή του Μελέαγρου και σύζυγος του Ηρακλή. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Ηρακλής είχε υποσχεθεί στον αδελφό της Μελέαγρο, που τον είχε συναντήσει στον Κάτω Κόσμο, ότι θα την πάρει ως σύζυγό του. Για την πραγματοποίηση της υπόσχεσης αυτής, ο Ηρακλής χρειάστηκε να παλέψει με τον αθάνατο Αχελώο, ο οποίος μεταμορφωνόταν σε φίδι, ταύρο ή άνθρωπο με κεφάλι ταύρου. Μετά τον γάμο της με τον Ηρακλή, η Δηιάνειρα ακολούθησε το σύζυγό της στους αγώνες του εναντίον των Δρυόπων, των Λαπίθων και του Κύκνου.
Ο Κένταυρος Νέσσος όμως, καθώς βοηθούσε τη Δηιάνειρα να περάσει ένα ποτάμι, θέλησε να την απαγάγει από τον Ηρακλή αλλά αυτός τον τόξευσε και λίγο πριν πεθάνει έδωσε στην Δηιάνειρα λίγο από το αίμα του, για να αλείψει στο μέλλον το χιτώνα του Ηρακλή, αν κάποτε την απατήσει. Όταν λοιπόν αυτή υποπτεύθηκε ότι ο Ηρακλής ερωτεύτηκε την Ιόλη έδωσε το δηλητηριασμένο χιτώνα στον άντρα της που θέλησε από τους φριχτούς πόνους να καεί σε φωτιά. Στο όρος Οίτη παρακάλεσε αρχικά το γιο του Ύλλο να ανάψει πυρά, αλλά αυτός αρνήθηκε και έπειτα παρακάλεσε τον Φιλοκτήτη να ανάψει πυρά, πάνω στην οποία ανέβηκε και κάηκε. Η Δηιάνειρα, μαθαίνοντάς το αυτοκτόνησε. Η ιστορία της Δηιάνειρας και ο θάνατος του Ηρακλή αναπτύσσονται στην τραγωδία του Σοφοκλή «Τραχίνιαι».
Το έργο διαδραματίζεται στην Τραχίνα, όπου η ερωτευμένη Δηιάνειρα περιμένει με αγωνία τον Ηρακλή μαζί με τον γιό τους, τον Ύλλο. Πληροφορείται όμως ότι ο άντρας της φέρνει μαζί του και την όμορφη βασιλοπούλα Ιόλη. Μέσα στην απελπισία της, η Δηιάνειρα σκέφτεται το αίμα που της είχε δώσει ο Κένταυρος Νέσσος πριν πεθάνει, για να το χρησιμοποιήσει ως ερωτικό φίλτρο. Περιλούζει λοιπόν με το αίμα του Κενταύρου ένα ρούχο και το στέλνει στον Ηρακλή να το φορέσει ως εορταστικό ένδυμα κατά την τέλεση της ευχαριστήριας θυσίας. Το βέλος όμως που λάβωσε τον Νέσσο είχε μολυνθεί με το δηλητήριο της Λερναίας Ύδρας. Η Διηάνειρα διαπιστώνει τότε με τρόμο πως το μάλλινο ύφασμα που χρησιμοποίησε, για να απλώσει το φίλτρο πάνω στο ρούχο καταστρέφεται, όταν έρθει σε επαφή με το φως. Η τραγική επιβεβαίωση δίνεται από τον Ύλλο, που επιστρέφει και αφηγείται πως ο πατέρας του φτάνει ετοιμοθάνατος στην Τραχίνα, υποφέροντας από φριχτούς πόνους εξαιτίας του ρούχου. Η ηρωίδα αποχωρεί αμίλητη, για να αυτοκτονήσει στο νυφικό της κρεβάτι. Ο Ηρακλής τέλος παραδίδεται στον θάνατο πράος, αφού μάθει για το δηλητήριο του Νέσσου και καταλάβει ότι επαληθεύονται παλιοί χρησμοί.