Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου είναι η διμερής συνθήκη που συνομολογήθηκε με τη λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1806-1812) μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφενός, και της Ρωσικής Αυτοκρατορίας αφετέρου, η οποία και υπεγράφη στις 24 Μαΐου του 1812 στο Βουκουρέστι εξ ου και η ονομασία της.
Στο εικονιζόμενο Πανδοχείο του Ρώσου πράκτορα Μανούκ Μπέη στο Βουκουρέστι, υπογράφηκε εσπευσμένα στις 16/28 Μαΐου η Συνθήκη του Βουκουρεστίου με την οποία τελείωσε ο ένατος Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1806-1812. Οι διαπραγματεύσεις είχαν αρχίσει τον Οκτώβρη του 1811, στη σημερινή Ρούσε της Βουλγαρίας και η Αγγλία κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να κλείσει το μέτωπο. Επικεφαλής της διαπραγμάτευσης, ήταν ο διπλωματικός σύμβουλος του Μιχαήλ Κουτούζωφ. Για τους Τούρκους τις διαπραγματεύσεις έκαναν ο μέγας Διερμηνέας Δημήτριος Μουρούζης και ο εξάδελφός του, μέγας Διερμηνέας του Στόλου Παναγιώτης Μουρούζης υπό τις οδηγίες του Ρείς Εφέντη Μεχμέτ Σαίντ Γκαλίπ που τον υποστήριζε ο Μέγας Βεζύρης Λαζ Αζίζ Αχμέτ Πασάς. Στην ουσία όμως, τη συνθήκη διαπραγματεύτηκε ο άγγλος επιτετραμμένος στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ Κάνινγκ.
Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης, ολόκληρη η περιοχή μεταξύ των ποταμών Προύθου και Δνείστερου μέχρι τις εκβολές του Δούναβη περιήλθε στη Ρωσία, και στη συνέχεια αποκλήθηκε από τους Ρώσους Μπεσσαραβία. Η Ρωσία θα απέσυρε τον στρατό της από την Μολδαβία και Βλαχία.
Η Συνθήκη προέβλεπε μια αυτόνομη ηγεμονία σε μέρος της Σερβίας υπό την τουρκική επικυριαρχία και ανάλογο καθεστώς για τη Σάμο και την Κρήτη. Οι μεγάλοι χαμένοι από την Συνθήκη ήσαν ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης ο Καρατζώρτζεβιτς και οι Σέρβοι.