Του ΙΩΑΝΝΗ ΚΟΡΝΑΡΑΚΗ
Η πιο βασική κατάκτηση της ψυχολογίας υπήρξε ασφαλώς η «ανακάλυψη» του ασυνείδητου.
Η επισήμανση της άγνωστης αυτής περιοχής της ανθρώπινης προσωπικότητας άνοιξε οπωσδήποτε την πόρτα μέσα από την οποία μπορεί κανείς να ρίξει το βλέμμα του στο σκοτεινό βάθος της ψυχής. Ή τουλάχιστον, ύστερα από την ανακάλυψη αυτή, είναι σε θέση κανείς να αντιληφθεί τη σημασία του ασυνείδητου αυτού βάθους για όλη την ψυχική και πνευματική πορεία του ατόμου.
:max_bytes(150000):strip_icc():format(webp)/2795946-the-conscious-and-unconscious-mind-5b180a1c303713003637fa48.png)
... Παρ’ όλα όμως αυτά οι επιτυχίες της ψυχολογίας του Βάθους αποδεικνύονται πολλές φορές εξαιρετικά ασήμαντες μπροστά στο μέγεθος αλλά και την πολύπλοκη σύνθεση της προβληματικής της ψυχολογικής συμπεριφοράς του ανθρώπου. Οι ίδιοι οι ψυχολόγοι, απ’ ό,τι γνωρίζουμε, όσο ικανοί και αν είναι σε βυθοσκοπήσεις στην ασυνείδητη περιοχή της ανθρώπινης προσωπικότητας, αντιλαμβάνονται πως η αισιοδοξία για μια εκτεταμένη κατανόηση και γνωριμία της προσωπικότητας αυτής είναι προς το παρόν ο πιο ανέλπιστος καρπός των προσπαθειών τους. Λ.χ. η ψυχανάλυση γνωρίζει σήμερα πολύ καλά πως ο εσωτερικός προβληματισμός του ασυνειδήτου είναι τελικά terra incognita. Μάλιστα από την πλευρά της ψυχανάλυσης που, ως γνωστό, μεθοδεύει το έργο της σύμφωνα με τις φροϋδικές ψυχολογικές αρχές, το καταστάλαγμα των προσπαθειών της είναι η επισήμανση του ασυνειδήτου με όλο το αρνητικό ορμεμφυτικό (ενστικτώδες) του περιεχόμενο. Η φροϋδική ψυχανάλυση μας έχει δώσει την εντύπωση πως έχει ανακαλύψει μια σπηλιά μέσα στο βάθος της ανθρώπινης προσωπικότητας, μέσα στην οποία ζουν συμπλεκόμενα και αγωνιζόμενα να εξορμήσουν απειλητικά μυθικά τέρατα. Τη σπηλιά αυτή, όσο κι αν μοχθεί η ψυχολογική έρευνα, ελάχιστα μόνο μπορεί να την φωτίσει στο εσωτερικό της. Έτσι η ψυχολογία του Βάθους γενικά μας συνειδητοποίησε πιο έντονα τις εσωτερικές απειλές από τα ενστικτικά τέρατα, κι ίσως γι’ αυτό έχει κι ένα χαρακτήρα αφυπνιστικό. Ο διάλογός μας, με διερμηνέα την ψυχολογία, με τους μυθικούς αφέντες της σπηλιάς του ασυνειδήτου, είναι μια πολύ χρήσιμη πνευματική λειτουργία από κάθε άποψη, εάν βέβαια είμαστε ικανοί να αξιολογήσουμε σωστά τη θέση του ασυνειδήτου μέσα στην όλη προσωπικότητα.

Αλλά το σπουδαιότερο, στην περίπτωση του διαλόγου με τη σπηλιά του ασυνείδητου, είναι πως η ψυχολογία ούτε η ίδια μπορεί, ούτε υποδεικνύει κάποιο άλλο μέσο ουσιαστικής έξωσης των απειλητικών τεράτων από τη σπηλιά αυτή. Έτσι ιδίως η ψυχανάλυση μας αποκαλύπτει τα δόντια των ενστικτωδών τεράτων του ασυνείδητου, χωρίς να αναλαμβάνει και το έργο της προστασίας μας ή της απαλλαγής από τον κίνδυνο να μας αλέσουν τα δόντια αυτά, σε κάποια κρίσιμη ώρα!
Εν τούτοις τα πράγματα αυτά φαίνεται πως αντιμετωπίζονται καλύτερα και αποτελεσματικότερα στην περιοχή της ασκητικής τής ερήμου. Ο αγωνιζόμενος εναντίον των ζωντανών μυθικών τεράτων του ασυνείδητου ασκητής έχει μια καταπληκτική ευχέρεια όχι μόνο να τους σπάει τα δόντια αλλά και να τα διώχνει μέσα από το πιο σκοτεινό βάθος της σπηλιάς τους. Πραγματικά ορισμένες φάσεις του πνευματικού αγώνα μέσα στην ασκητική έρημο δείχνουν πως μπορούμε να μιλάμε για την ασκητική ερήμωση του ασυνείδητου. Ο ασκητής έχει την καταπληκτική ευχέρεια να ερημώνει το ασυνείδητό του από κάθε κακούργο λογισμό. Μόνο που αυτό το κατορθώνει με μέσα που είναι άγνωστα στην ψυχαναλυτική μεθοδολογία.
Ο Ησύχιος ο Πρεσβύτερος, γράφοντας «Προς Θεόδουλον», υπενθυμίζει σε πολλά σημεία της επιστολής του δυο βασικούς παράγοντες του επιτυχημένου αγώνα για την κάθαρση της ψυχής και επομένως την ερήμωση του ασυνείδητου από «τους των Αιγυπτίων υιούς πρωτοτόκους»¹.
«Όπως δεν είvαι δυνατό να μπει καvείς στοv πόλεμο με γυμνό, άοπλο σώμα, ή να κολυμπήσει σε μεγάλο πέλαγος με τα ρούχα του, ή να ζήσει χωρίς να αvαπvέει, έτσι είvαι αδύvατο χωρίς ταπείvωση και συvεχή δέηση προς τοv Χριστό, να μάθει καvείς το νοητό (στο νου) και κρυφό πόλεμο και να καταδιώκει και να χτυπά με τέχνη το νοητό εχθρό».
Κατά τον άγιο πατέρα η ταπείνωση, σαν αγωνιστική προσπάθεια ψυχικής καθαρότητος και η επίκληση του Ιησού Χριστού, η καρδιακή δηλαδή και «καθαρή» και «μονολόγιστη» προσευχή, κάνουν τον ασκητή ικανό να μάθει όλα τα μυστικά του νοητού και «κρυφού» πολέμου και να τον διεξάγει επομένως με σύστημα και επιτυχία.
Η επίκληση του ονόματος του Ιησού δεν είναι βέβαια εδώ μια εργασία χειλιών. Είναι κυρίως μια «υπαρξιακή» εργασία, ως καθολική εσωτερική βίωση της παρουσίας του Υιού του Θεού στο βάθος της προσωπικότητας του ασκητή. Είναι μια άμεση εμπειρία της χαρισματικής παρουσίας του Κυρίου ως «προσωπικής ζωής». Πρόκειται εδώ όχι μόνο για μια μέθοδο αυτογνωσίας αλλά και για μια υπαρξιακή θέση ζωής που είναι άγνωστη στην ψυχολογία του Βάθους και που εξ άλλου θα παραμείνη απρόσιτη στον «επιστημονικό» νου που ενδιαφέρεται για τη θεωρητική γνώση. Κι αυτό δείχνει για μια ακόμη φορά τις τραγικές αυταπάτες της ψυχολογίας για μια καθολική ψυχολογική ερμηνεία της ανθρωπίνης προσωπικότητας (Psychologismus). Από τη στιγμή που η Ψυχολογία θα σεβαστεί τον εαυτό της και θα περιοριστεί στο δικό της πεδίο, θα αποβεί χρήσιμο όργανο στη διερεύνηση του βάθους της προσωπικότητας.
Προς το παρόν, στην περιοχή της ερημικής εσωτερικότητας, έχει θεμελιακή αξία το αξίωμα αυτό.
«Όποιος δεν έχει προσευχή απαλλαγμένη από πονηρούς λογισμούς, αυτός είναι σαν να πηγαίνει στον πόλεμο χωρίς οπλο. Προσευχή εννοώ εκείνη που γίνεται ακατάπαυστα στα βάθη της ψυχής, ώστε με την επίκληση του Χριστού, ο σατανάς που πολεμά κρυφά, να μαστιγώνεται και να καίγεται.».
Η υπαρξιακή επίκληση του Ιησού Χριστού, μάλλον δε η εμπειρία της συμβίωσης με την παρουσία του Υιού του Θεού, εισχωρεί στα άδυτα της ψυχής και κατακαίει κάθε αρνητικό ψυχικό περιεχόμενο και τότε ο ασκητής «ορά (βλέπει) τηλαυγώς (φανερά με ) ευθύτητα καρδίας». Στην περίπτωση αυτή ούτε απωθήσεις, ούτε ενέργειες της λήθης μπορούν να κρυφτούν κάτω από την ακτινοβολία της επίκλησης της «μνήμης του Ιησού». Γιατί:
«Η λήθη (λησμονιά) έχει την ιδιότητα να σβήνει τη φύλαξη του νου όπως το νερό σβήνει τη φωτιά. Η αδιάκοπη ευχή του Ιησού και η αδιάσπαστη vήψη (πνευματική ετοιμότητα) εξαφαvίζει τελείως τη λήθη από την καρδιά. Γιατί η ευχή έχει ανάγκη της vήψης όπως το λυχνάρι για να φωτίσει έχει ανάγκη από φυτίλι».
Επομένως, «έτσι δεν είναι δυνατό να καθαρίσουμε την καρδιά μας από τις εμπαθείς (κακές) σκέψεις και να διώξουμε τους νοητούς εχθρούς απ' αυτή χωρίς συχνή επίκληση του Ιησού Χριστού».
Η συχνή αυτή επίκληση του Ιησού Χριστού ακολουθεί, ως γνωστό, τη διαδικασία της «κυκλικής κίνησης του νου (εδώ όχι του μυαλού-εγκεφάλου, αλλά του ανώτερου τμήματος της ψυχής του ανθρώπου)», όπως μας τη γνωρίζουν τα ασκητικά συγγράμματα του Διονυσίου Αρειοπαγίτη. Ο νους στρέφεται προς το εαυτό του και βλέπει τον εαυτό του. Η ασκητική αυτή πνευματική διαδικασία, συντροφευμένη από τους πόνους και τους αγώνες κατά των παθών και των πονηρών λογισμών, είναι πράγματι μια υπαρξιακή εκμηδένιση του ασυνείδητου και των μυθικών του ενστικτικών τεράτων που ακολουθεί τα εξής στάδια:
«Πρέπει ο αγωνιζόμενος στον εσωτερικό αγώνα του να έχει κάθε στιγμή του χρόνου αυτά τα τέσσερα: ταπείνωση, απόλυτη προσοχή, αντίρρηση κατά των πονηρών λογισμών και προσευχή. Να έχει ταπείνωση, γιατί ο αγώνας είναι εναντίον των υπερήφανων δαιμόνων, για να έχει τη βοήθεια του Χριστού πρόχειρη· επειδή ο Κύριος μισεί (Πρμ 3, 14) τους υπερήφανους. Προσοχή, για να μην έχει στην καρδιά του κανένα λογισμό, έστω και αν αυτός φαίνεται αγαθός. Αντίρρηση, ώστε μόλις με οξύτητα (με αποτελεσματικότητα) καταλάβει ότι ήρθε ο δαίμονας, αμέσως με οργή να φέρει αντιλογία στον πονηρό. «θ' απαντήσω, λέει, σέ όσους με κατηγορούν: δε θα υποταχθεί η ψυχή μου στο θεό; (Ψλ 61, 1)» Προσευχή, για να φωνάξει δυνατά προς τον Χριστό με στεναγμό ανέκφραστο (Ρωμ 8, 26), αμέσως μετα την αντίρρηση. Και τότε ο αγωνιζόμενος άνθρωπος θα δει τον εχθρό να παραλύει ή να εκδιώκεται από το προσκυνητό όνομα του Ιησού, σαν σκόνη στον άνεμο, ή να χάνεται σαν καπνός μαζί με τον πονηρό λογισμό του.»
Η ασκητική πνευματική αυτή διαδικασία της «κυκλικής κίνησης του νου» είναι η πιο έγκυρη μέθοδος της υπαρξιακής εκμηδένισης του ασυνείδητου. Με την πνευματική φωτιά της διαδικασίας αυτής που βγαίνει μέσα από την ευχή. «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με», καίγονται ολοκληρωτικά τα τέρατα της σπηλιάς του ασυνείδητου και εξαφανίζονται σαν τη σκόνη στον άνεμο. Πρόκειται λοιπόν πράγματι για μια ασκητική ερήμωση του ασυνείδητου που υπογραμμίζει συγχρόνως την αδυναμία της Ψυχολογίας. Η επιστήμη αυτή μόνο σε πολύ λίγες περιπτώσεις μπορεί να παρηγορήσει και να βοηθήσει το σύγχρονο άνθρωπο. Κατά κανόνα τον φέρνει κοντά στη σπηλιά των τεράτων, τονίζοντάς του συγχρόνως την τραγική του μόνωση. Γιατί ο άνθρωπος αυτός πρέπει να αντιμετωπίσει τις απειλές και τις ορμεμφυτικές επιθέσεις των ενστικτωδών δυνάμεων του ασυνειδήτου μόνος, τελείως μόνος.

Οπωσδήποτε όμως η εμπειρία της ερήμωσης του ασυνείδητου, στην ασκητική της εκδοχή, είναι μια παρήγορη ανταύγεια της πατερικής ερήμου. Γιατί υπογραμμίζει υπαρξιακά τη λυτρωτική παρουσία του Ιησού Χριστού μέσα στην προσωπικότητα του αγωνιζόμενου ασκητή. Αυτή δε η υπαρξιακή υπογράμμιση υπενθυμίζει στον χριστιανό το ψυχολογικό και πνευματικό νόημα των λόγων του Κυρίου. «Ιδού η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστί» (Λκ. 17, 21). Η ερήμωση του ασυνείδητου με τη διαδικασία της κυκλικής κίνησης του νου είναι μια δυναμική υπερφαλάγγιση των θεραπευτικών μέσων της εποχής μας και μια έξαρση της λυτρωτικής σημασίας της «καρδιακής προσευχής».
Έχει άραγε τη δύναμη ο χριστιανός να δοκιμάσει τη λυτρωτική δύναμη αυτής της διαδικασίας; Είναι σε θέση να στρέψει το νου του λυτρωτικά προς το εσωτερικό βάθος του είναι του; Η σπηλιά του ασυνείδητου είναι και γι’ αυτόν πάντοτε μια συγκλονιστική πρόκληση, αλλά και μια θανάσιμη απειλή!
Υποσημειώσεις
- 10η πληγή του Φαραώ: Πέθαναν όλοι οι πρωτότοκοι γιοι των Αιγυπτίων περιλαμβανομένου και του γιου του Φαραώ. Κατά την 10η πληγή, όλοι οι πρωτότοκοι γιοι της Αιγύπτου πέθαναν σε μια Νύχτα! Γιατί; Λόγω της καταστροφής των καλλιεργειών οι Αιγύπτιοι τρέφονταν με "μουχλιασμένα σιτηρά", τα οποία είχαν μολυνθεί και από τα περιττώματα των ακρίδων που περιείχαν τοξίνες. Στην Αίγυπτο σε περιόδους Λιμού, για να εξασφαλίσουν την επιβίωση των πρωτότοκων και συνεχιστών της γενιάς, οι Αιγύπτιοι τους έδιναν μεγαλύτερη μερίδα φαγητού. Έτσι, λοιπόν, οι πρωτότοκοι έτρωγαν μεγάλες μερίδες "χαλασμένων τροφίμων" και αντί να γλυτώσουν τον θάνατο από την πείνα, τους οδήγησε σε φρικτό-θάνατο από δηλητηρίαση. Οι σκλάβοι που δεν έτρωγαν αρκετή τροφή μπόρεσαν από την πείνα τους… να επιβιώσουν.Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών. Τόμος Α’, σελ. 156.
Πηγή: Ορθόδοξη φωνή

