Του γιοφυριού της Άρτας-αλλαγή τέλους, Δ. Λιούτας

Του γιοφυριού της Άρτας
Σαράντα πέντε μάστορες κι εξήντα μαθητάδες
γιοφύρι-ν-εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι.
Oλημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Μοιριολογούν οι μάστοροι και κλαιν οι μαθητάδες:
«Αλίμονο στους κόπους μας, κρίμα στις δούλεψές μας,
ολημερίς να χτίζουμε, το βράδυ να γκρεμιέται!»
Πουλάκι εδιάβη κι έκατσε αντίκρυ στο ποτάμι,
δεν εκελάηδε σαν πουλί, μηδέ σα χελιδόνι,
παρά εκελάηδε κι έλεγε, ανθρωπινή λαλίτσα:
«Α δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνει•
τη λυγερή αν βάλετε, ακλόνητο θα γιώνει».
Τ' άκουσ' ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει.
Πιάνει, μηνάει της λυγερής με το πουλί τ' αηδόνι:
Αργά ντυθεί, αργά αλλαχτεί, αργά να πάει το γιόμα,
αργά να πάει και να διαβεί της Άρτας το γιοφύρι.
Και το πουλί παράκουσε κι αλλιώς επήγε κι είπε:
«Γοργά ντύσου, γοργά άλλαξε, γοργά να πας το γιόμα,
γοργά να πας και να διαβείς της Άρτας το γιοφύρι».
Να τηνε κι εξανάφανεν από την άσπρη στράτα,
κρατώντας απ' το χέρι της την μικρή Αννούλα.
Τις είδ' ο πρωτομάστορας, ραγίζεται η καρδιά του.
Από μακριά τους χαιρετά κι από κοντά τους λέει:
«Γεια σας, χαρά σας, μάστοροι και σεις οι μαθητάδες,
μα τι έχει ο πρωτομάστορας κι είναι βαργωμισμένος;
– Το δαχτυλίδι τόπεσε στην πρώτη την καμάρα,
και ποιος να μπει και ποιος να βγει το δαχτυλίδι νά 'βρει;
– Μάστορα, μην πικραίνεσαι, η Αννούλα θα το έβρει.
Αυτή να μπει, κι αυτή να βγει, το δαχτυλίδι να βρει.
Τ' άκουσε ο πρωτομάστορας και αμέσως τα λόγια της αλλάζει.
– Όχι, δεν χρειάζεται το δαχτυλίδι να βρει.
Εκεί μέσα 'ναι επικίνδυνα και ίσως να μη ξανάβγει.
–Μη φοβάσαι πρωτομάστορα και τη δουλειά καλά θα κάνει.
Μπαίνει η Αννούλα μέσα, το δαχτυλίδι του πατέρα της να πάρει.
Μηδέ καλά κατέβηκε, μηδέ στη μέση πάει•
«Τράβα, πατέρα μ', τον άλυσο, τράβα την αλυσίδα,
τι όλον τον κόσμο ανάγειρα και τίποτες δεν ήβρα».
Όμως ο πρωτομάστορας, τίποτε δεν κάνει
και έτσι η λυγερή την αλυσίδα πιάνει.
Ανέβηκε η Αννούλα και τον πατέρα της ρωτάει:
«Γιατί καλέ πατέρα μου την αλυσίδα δεν θέλησες να πιάσεις;».
Τότε, ο πρωτομάστορας μες στην καμάρα πέφτει
και οι μάστορες τον χτίζουν με ασβέστη.

Leave a Reply