Τρύπα του όζοντος

Τρύπα του όζοντος ονομάζεται το φαινόμενο κατά το οποίο το στρώμα του όζοντος που βρίσκεται στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας της Γης (στρατόσφαιρα) μειώνεται σε πάχος πάνω από την Ανταρκτική. Παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το 1985. Επειδή το λεπτότερο σημείο του είναι πάνω από το Νότιο Πόλο, η μείωση του πάχους του στρώματος έχει ως αποτέλεσμα την ονομαζόμενη «τρύπα» στο στρώμα του όζοντος. Λόγω του ότι το όζον (αλλοτροπική μορφή του οξυγόνου, τριατομικό οξυγόνο, Ο3) προστατεύει από την ηλιακή ακτινοβολία, απορροφώντας σημαντικό τμήμα της υπεριώδους ακτινοβολίας, η δημιουργία της τρύπας του όζοντος έχει αρνητικά αποτελέσματα στην ανθρώπινη υγεία. Επίσης αυξάνει την θερμοκρασία στον πλανήτη και συμβάλει αρνητικά στο λιώσιμο των πάγων. Το φαινόμενο αυτό θεωρείται πως δημιουργήθηκε από υπερβολική χρήση χλωροφθορανθράκων (CFC) που χρησιμοποιούνταν ευρέως ως προωθητικά αέρια και σε ψυκτικές συσκευές όπως τα κλιματιστικά. Στην επέκτασή του επίσης συμβάλλουν τόσο τα καυσαέρια (από την κυκλοφορία των οχημάτων) όσο και τα αέρια απόβλητα των εργοστασίων.

Καταγραφή του φαινομένου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μέσα του 1982, η Βρετανική Ομάδα Διερεύνησης της Ανταρκτικής υπό την εποπτεία του Τζόι Φάρμαν εξέδωσε αναφορά στο επιστημονικό περιοδικό Nature, στην οποία τεκμηρίωνε πλήρως τα ευρήματά της για το Όζον με στοιχεία που τους δόθηκαν από τους ερευνητικούς σταθμούς Χάλεϊ και Φάραντεϊ που έδειχναν σοβαρή μείωση σε ποσοστό 40% περίπου μέχρι το 1984, έναντι των περασμένων ετών.[1] Το 1988, έπειτα από την οριστική κατανόηση της απώλειας του Όζοντος στην Ανταρκτική, οι ερευνητές έστρεψαν την προσοχή τους στην περιοχή της Αρκτικής.[2]

 

Αιτία του προβλήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βασικότερη αιτία του φαινομένου είναι αποδεδειγμένα η εκπομπή χλωροφθορανθράκων στην ατμόσφαιρα.[3] Οι χλωροφθοράνθρακες (CFC), όπως δείχνει και το όνομά τους, περιέχουν χλώριο, το οποίο είναι ιδιαίτερα καταστροφικό για το όζον. Ενδεικτικά, 1 μόριο χλωρίου καταστρέφει μέχρι και 1.000.000 μόρια όζοντος πριν την αδρανοποίησή του. Μια ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Φωτοχημείας και Χημικής Κινητικής του Πανεπιστημίου της Κρήτης το 2009 σε συνεργασία με άλλα 61 ευρωπαϊκά ιδρύματα, εξηγεί τη διαδικασία με την οποία οι χλωροφθοράνθρακες καταστρέφουν το όζον:

  • Οι CFC έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, έτσι μεταφέρονται αυτούσιοι από την τροπόσφαιρα στην στρατόσφαιρα (ατμόσφαιρα)
  • Εκεί, με την υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία διασπώνται ελευθερώνοντας άτομα χλωρίου.
  • Τα άτομα χλωρίου λειτουργούν ως καταλύτες, επιταχύνοντας την καταστροφή της στιβάδας του όζοντος.

Οι χλωροφθοράνθρακες συναντώνται σε ψυκτικές συσκευές (ψυγεία, κλιματιστικά) και ως προωθητικά στα σπρέι. Η εκπομπή τους, για προφανείς λόγους, είναι μεγαλύτερη σε πυκνοκατοικημένες και βιομηχανικές περιοχές. Από το 1987, χρονιά που ανακηρύχτηκαν ως η βασικότερη αιτία της τρύπας του όζοντος, γίνονται προσπάθειες για την αντικατάστασή τους από άλλες ουσίες, (οι οποίες όμως φαίνεται να επιδεινώνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, για παράδειγμα, οι υδροφθοράνθρακες HFC διαθέτουν δυναμικό πλανητικής υπερθέρμανσης ως και 14.800 φορές περισσότερο από το διοξείδιο του άνθρακα (CO2), μέσω του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ.

Οικονομική Κρίση

Ο όρος οικονομική κρίση υποδηλώνει τη μη ισορροπία μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, που χαρακτηρίζεται από εξασθένηση της αγοραστικής ζήτησης, χρεοκοπίες και ανεργία.[1] Ως αποτέλεσμα παρατηρείται επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.[2] Μια οικονομική κρίση μπορεί να γίνει από μια ευρεία ποικιλία καταστάσεων όπου ορισμένα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία χάνουν ξαφνικά ένα μεγάλο μέρος της ονομαστικής τους αξίας. Η κρίση τότε ονομάζεται χρηματοπιστωτική. Συνώνυμος όρος της οικονομικής κρίσης είναι ο όρος ύφεση.[1] Οι οικονομικές υφέσεις που ακολουθούν μια χρηματοπιστωτική κρίση είναι συνήθως πολύ πιο σοβαρές από τις υφέσεις που δεν έχει προηγηθεί συγκεκριμένη χρηματοπιστωτική κρίση.[3][4] Οι οικονομολόγοι ορίζουν συνήθως ως ύφεση μία ύφεση που συμβαίνει όταν η οικονομία υπομένει δύο ή περισσότερα συνεχόμενα τρίμηνα πτώσης, ως προς τον ρυθμό αύξησης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας. [5]

Οι οικονομικές κρίσεις είναι ένα παλιό πρόβλημα. Κυμαίνονται από κρίσεις χρέους και πληθωρισμού στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη μέχρι τραπεζικές, χρεωστικές και νομισματικές κρίσεις που έχουν επηρεάσει τις χώρες στη σύγχρονη εποχή.[6] Τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα, πολλές οικονομικές κρίσεις συνδέονταν με τραπεζικά κραχ, και πολλές υφέσεις συνέπεσαν με αυτά τα γεγονότα. Άλλες καταστάσεις που συχνά ονομάζονται χρηματοπιστωτικές κρίσεις περιλαμβάνουν την κατάρρευση των χρηματιστηρίων και η έκρηξη φουσκών, οι νομισματικές κρίσεις και οι αδυναμίες ολοκλήρωσης ομολόγων. Ενδέχεται οι κρίσεις να είναι δημιούργημα είτε από παραποίηση στοιχείων είτε για κάποιο συμφέρον.

Πολλοί οικονομολόγοι έχουν προσφέρει θεωρίες σχετικά με τον τρόπο δημιουργίας οικονομικών κρίσεων και τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να αποφευχθούν. Ωστόσο, δεν υπάρχει συναίνεση.