Posted on June 2, 2021
ΑΛΟΓΟ🐴
Περιγραφή
Το άλογο είναι ψηλό ζώο, (υπάρχουν 1000 φυλές αλόγων που το ύψος τους ξεκινάει από 50 εκατοστά μέχρι και 180 εκατοστά) γνωστό για την περήφανη όψη του. Γεννάει κάθε φορά συνήθως ένα μωρό, σπανιότερα δύο, και το θηλυκό τα θηλάζει μέχρι την ηλικία των 6-7 μηνών και στη φύση μέχρι την ηλικία του ενός έτους.
Έχει πυκνό τρίχωμα που αποτελείται από κοντές και απαλές τρίχες. Ζει πολλά χρόνια και ο μέσος όρος ζωής του φτάνει τα 25 έως 30 χρόνια. Αν και πιστευόταν ότι δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνο ζώο, όπως δείχνει και το όνομά του, έχει αποδειχτεί ότι κατέχει ευφυΐα που έχει να κάνει με την εκμάθηση καθηκόντων, τη μνήμη και τη λύση προβλημάτων.
Σήμερα η χρήση του ως μεταφορικό μέσο στην Ευρώπη έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Παραμένει όμως σε πολλές χώρες της Ασίας, και σε ενδοχώρες της Λατινικής Αμερικής. Άλογα απαντώνται, εκτός από άθλημα στην ιππασία και τον ιππόδρομο, σε προεδρικές και βασιλικές φρουρές αλλά και σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις, όπως σε έφιππες αστυνομικές δυνάμεις, καθώς και στις κοινωνίες των Άμις. Το άλογο χρησιμοποιείται επίσης στις παραδοσιακές γιορτές, καθώς και στο κυνήγι αλεπούδων στη Σκωτία και στην Αγγλία.
Το άλογο προήλθε από τον ηώιππο, ένα μικρό τετράποδο θηλαστικό της εποχής του Ηωκαίνου, πριν 55 εκατομμύρια χρόνια.[3] Ο ηώιιπος εξελίχθηκε στο μεσόιππο, το μειόιππο και το πλειόιππο αυξάνοντας το μέγεθός του.[3] Ο σημερινός ίππος μάλλον εμφανίστηκε στη Βόρεια Αμερική, κατά την εποχή του Πλειστοκαίνου, και από εκεί μετανάστευσε στον υπόλοιπο κόσμο.[3] Από το ίδιο εξελικτικό δέντρο προήλθαν το γαϊδούρι, η ζέβρα, η Κουάγκα, το άλογο Przewalski[3][4] και άλογο Παλλάς.[3]
Η εξημέρωση του αλόγου
Τα εξημερωμένα άλογα προέρχονται από το είδος Ταρπάν[4] το οποίο εξημερώθηκε στην Ασία[3], καθώς και από το είδος Πρζεβάλσκι (Przewalski) που εξημερώθηκε από τους Μογγόλους[3][4].
Ως τόπος εξημέρωσης του αλόγου θεωρείται η περιοχή της νότιας Ρωσίας και Ουκρανίας, όπου υπήρχαν μεγάλες στέπες με αγέλες από άγρια άλογα.[4] Αργότερα το άλογο εξαπλώθηκε σε άλλες περιοχές με τις μετακινήσεις μεγάλων πληθυσμών.[4] Κατά την εποχή του χαλκού είχε επεκταθεί από τη νότια Ρωσία μέχρι το Καζακστάν και την Αρμενία, ενώ εμφανίστηκε κοντά στη Μεσοποταμία το 3.000 π.Χ.[4] Οι Υξώς διέδωσαν το άλογο στην Αίγυπτο, όπου χρησιμοποιήθηκε επίσης για τη μεταφορά της άρχουσας τάξης[4] και αναπτύχθηκε και η ιπποφορβία. Στην Περσική αυτοκρατορία ήταν ξακουστοί ιππείς οι Σκύθες, που κατοικούσαν σε περιοχή βόρεια της Μαύρης θάλασσας.
Τα εξημερωμένα άλογα χρησιμοποίησαν αρκετοί πολιτισμοί από την προϊστορία μέχρι το Μεσαίωνα, όπως οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Πέρσες, οι Έλληνες, οι Εβραίοι, οι Αιγύπτιοι, οι Ρωμαίοι και οι Άραβες.[3]
Λαογραφία
Στην ελληνική παράδοση το άλογο γενικά κατέχει ιδιαίτερη θέση. Η αγάπη των Ελλήνων στ΄ άλογα διαφαίνεται από τους μυθικούς χρόνους. Πολλοί αρχαίοι ημίθεοι και Βασιλείς διέπρεψαν με ονομαστά άλογα όπως ο Ηρακλής, ή ο Περσέας με τον περίφημο φτερωτό Πήγασο, αλλά και ο Μέγας Αλέξανδρος με τον ονομαστό "Βουκεφάλα" που τον μετέφερε μέχρι την Ινδία. Οι αρχαίοι Έλληνες γλύπτες άρχισαν πρώτοι να παρουσίαζουν τη τέλεια τέχνη τους σμιλεύοντας σε μάρμαρο τέλεια άλογα στολίζοντας τους καλύτερους ναούς τους, όπως τον Παρθενώνα, και ιερούς χώρους όπως την Ελευσίνα. Σήμερα ακόμη οι ωραιότεροι ανδριάντες θεωρούνται εκείνοι των έφιππων που στολίζουν τις κυριότερες πλατείες των πόλεων.
Στη λαϊκή ελληνική συνείδηση ο ίππος έχει συνδεθεί με ιδιαίτερα χαρίσματα αλλά και με πλήθος από δοξασίες. Όπως για παράδειγμα αν χλιμιτρίζει στον ύπνο του το άλογο θα πεθάνει τ΄ αφεντικό του, ή ανάλογα με το χλιμίτρισμα προαναγγέλει τη μεταβολή του καιρού. Στα άλογα οι Έλληνες δίνουν διάφορες ονομασίες όπως "Καράς", "Ρούσος", "Ψαρρής", "Ντορής", "Μπάλιος", "Μελίσσης" που περισσότερο έχουν να κάνουν με το χρώμα του τριχώμα τους. Στα Μεσαιωνικά ποιήματα τα λεγόμενα Ακριτικά, κυριαρχούν τα ονόματα "Γρίβας", "Μαύρος" και "Πέπανος". Πολλά επίσης κλέφτικα τραγούδια κάνουν αναφορά σε άλογα με την έννοια του πιστότερου σύντροφου του πολεμιστή που δεν τον εγκαταλείπει ακόμα και τραυματισμένο προτρέποντάς τον μάλιστα να καβαλικέψει και πάλι για να συνεχίσουν.