Ήξερες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες ότι…………;

Πάτησε τον σύνδεσμο και κάνε το Quiz

https://create.kahoot.it/details/29088dee-8668-4cb8-93ae-2f940d67b77b

Οι αξίες του Ολυμπισμού και η προοπτική τους στην εκπαίδευση: Από τον 19ο στον 21ο αιώνα του Αλέξανδρου Μακρή

Οι αξίες του Ολυμπισμού και η προοπτική τους στην εκπαίδευση: από τον 19ο στον 21ο αιώνα

Περίληψη

Σκοπός της εργασίας είναι να διερευνήσει εάν οι φιλοσοφικές αρχές και τα ιδεώδη του Ολυμπισμού θεωρούνται ακόμη, από την αναβίωση των Αγώνων μέχρι και σήμερα, ένα μέσο μετάδοσης ηθικών αξιών και αρετών στον άνθρωπο. Καθώς επίσης εάν η μετάδοση των αρχών αυτών μπορούν να διαδραματίσουν κεντρικό παιδαγωγικό και κοινωνικό ρόλο στις σύγχρονες κοινωνικοπολιτικές και εκπαιδευτικές συνθήκες του 21ου αιώνα. Ο Ολυμπισμός, είναι η φιλοσοφία η οποία μέσω της εκπαίδευσης, αποσκοπεί στην καλλιέργεια υγιών ηθικών αξιών, συμβάλλοντας στη διαδικασία ηθικής διαπαιδαγώγησης του σύγχρονου ανθρώπου. Οι αρχές του Ολυμπισμού αποτελούν πολύτιμη πηγή αξιών και ιδανικών τα οποία, μέσω της εκπαίδευσης, αναδεικνύουν την ανθρωπιστική και πολιτιστική αξία του αθλητισμού. Είναι, όμως, αναγκαία η επανεξέταση του πλαισίου του Ολυμπισμού έτσι ώστε να δοθεί η δυνατότητα να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση του με τα νέα κοινωνικά δεδομένα.

Λέξεις κλειδιάΟλυμπισμός, αθλητισμός, εκπαίδευση, αξίες, ηθική διαπαιδαγώγηση

Εισαγωγή

Ο Ολυμπισμός περιλαμβάνει ένα ολόκληρο πλέγμα από φιλοσοφικές, ηθικές, εκπαιδευτικές και οργανωτικές αρχές που συγκροτούν την βάση του Ολυμπιακού Κινήματος. Ο Ολυμπιακός Χάρτης αποτελεί σήμερα το θεμελιώδες καταστατικό του Ολυμπιακού Κινήματος στο οποίο αναφέρεται ρητά η παιδαγωγική προσέγγιση του Ολυμπισμού. Οι παρακάτω παράγραφοι προσδιορίζουν το σκοπό και τους στόχους του Ολυμπισμού:

«Ο Ολυμπισμός είναι φιλοσοφία ζωής, που εξάρει και συνθέτει, σε ένα αρμονικό σύνολο τις ιδιότητες του σώματος, της θέλησης και του πνεύματος. Συνδυάζοντας τον αθλητισμό με τον πολιτισμό και την παιδεία, ο Ολυμπισμός επιδιώκει τη δημιουργία ενός τρόπου ζωής που βασίζεται στη χαρά της προσπάθειας, την εκπαιδευτική αξία του καλού παραδείγματος και τον σεβασμό για πανανθρώπινες θεμελιώδεις ηθικές αρχές» (§ 1).

«Σκοπός του Ολυμπισμού είναι να θέσει τον αθλητισμό στην υπηρεσία της αρμονικής ανάπτυξης του ανθρώπου για την προώθηση μιας ειρηνικής κοινωνίας, η οποία μεριμνά για τη διαφύλαξη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας» (§ 2).

«Η ενασχόληση με τον αθλητισμό αποτελεί δικαίωμα του ανθρώπου. Κάθε άτομο πρέπει να έχει τη δυνατότητα να κάνει αθλητισμό, χωρίς οποιαδήποτε διάκριση και σύμφωνα με το Ολυμπιακό Πνεύμα, που απαιτεί αμοιβαία κατανόηση, σε πνεύμα φιλίας, αλληλεγγύης και ευγενούς άμιλλας» (§ 4).

Γίνεται λοιπόν εμφανές ότι ο Ολυμπισμός είναι ένα εκπαιδευτικό μέσο μετάδοσης ενός συνόλου ηθικών αξιών και αρετών στον άνθρωπο. Ο αγώνας του προς την «καλοκαγαθία», είναι μία βιωματική εμπειρία, είναι η πράξη της θεωρίας και όχι η θεωρία της πράξης. Στο επίκεντρο αυτής της θεωρίας-πράξης βρίσκεται ο άνθρωπος ως ύπαρξη, ως άτομο, ως μέλος της κοινωνίας και ως μέλος της παγκόσμιας κοινότητας (Γεωργιάδης, 2005). Οι αρχές του Ολυμπισμού αντιλαμβάνονται τον άνθρωπο ως ένα αναπόσπαστο σύνολο, ως μια αδιαίρετη κατάσταση ψυχικής, πνευματικής και σωματικής ανάτασης και εκφράζουν την ενέργεια της ψυχής προς την ευδαιμονία. Είναι μια παιδαγωγική διαδικασία η οποία έχει καθοριστικό ρόλο στην διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου, πέρα από κάθε εθνική, φυλετική και θρησκευτική διάκριση. Ενώ, προσπαθεί να συμβάλει, χωρίς να έρχεται σε σύγκρουση με τις σύγχρονες ιδεολογίες, στην ενίσχυση της πνευματικής ζωής του ανθρώπου διδάσκοντάς του τις πανανθρώπινες αξίες (Νησιώτης, 1980).

Ως βασική μεθοδος, για τη μετάδοση των αρχών του Ολυμπισμού, προκρίνεται από τους παιδαγωγούς η παραγωγική-αναλυτική (deductive–analytique) αλλά και η επαγωγική-συνθετική (inductive–synthetique). Ειδικότερα, υποστηρίζουν ότι με την παραγωγική-αναλυτική μέθοδο, οι αρχές του Ολυμπισμού θα πρέπει να μεταδίδονται ως γνώση και να ερμηνεύονται με βάση την κάθε περίπτωση στη σημερινή πραγματικότητα. Ενώ για τη χρήση της επαγωγικής συνθετικής μεθόδου θεωρούν ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις της σημερινής κοινωνίας, να ερευνώνται οι ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής των αρχών του, έτσι ώστε να καταλήγει σε μια νέα καταξίωση και εκτίμηση των αρχών αυτών. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προωθείται ο σημερινός διεθνισμός των ιδεολογιών όπως, η κοινωνική συμβίωση, η συνεργασία μεταξύ των λαών, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η απόρριψη των φυλετικών διακρίσεων κ.λπ., έτσι ώστε οι ιδέες αυτές να ταυτίζονται με την σημερινή πραγματικότητα, αλλά και να μπορούν να εφαρμοστούν στην κοινωνική και σχολική ζωή με συγκεκριμένο τρόπο.

Ο Ολυμπισμός σήμερα: ορισμός, έννοια, αρχές

Το θέμα “Ολυμπισμός σήμερα” είναι πάντοτε επίκαιρο καθώς παραπέμπει στη σχέση μεταξύ των ιδεατών στόχων του Ολυμπισμού και της πραγματικότητας, αφού οι στόχοι που θέτει ο Ολυμπιακός χάρτης δεν είναι εύκολο να πραγματοποιηθούν μόνο με την διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων (Φιλάρετος, 1998). Ο Ολυμπισμός ως έννοια δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Ο πλησιέστερος εννοιολογικά προσδιορισμός του εν λόγω όρου είναι του ρήτορα Ισοκράτη ο οποίος στον Πανηγυρικό του αναφέρεται στις αρχές που πλαισιώνουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες και την Ολυμπιακή ιδέα (Γεωργιάδης, 2002). Είναι ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε πολύ συχνά με διαφορετικές εκφράσεις από τον Coubertin όπως, «Ανανεωμένος Ολυμπισμός, Νέο-Ολυμπισμός, Ολυμπισμός, Ολυμπιακή Ιδέα, Ολυμπιακό Ιδεώδες». Οι όροι αυτοί είχαν πάντα μια έντονη κοινωνική και εκπαιδευτική διάσταση και ο Coubertin ήθελε η ακτινοβολία τους να ξεπεράσει τον καθαρά αθλητικό χώρο και να επεκταθεί στο σύνολο των καθημερινών κοινωνικών δραστηριοτήτων και στην βελτίωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς (Landry, 1988). Μάλιστα, εξακολουθούσε να προσθέτει έννοιες στον Ολυμπισμό και να αλλάζει τη διατύπωσή του μέχρι αργά στη ζωή του. Από ιστορική άποψη, η πολυπλοκότητα της έννοιας μπορεί να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι ο Coubertin επηρεάζεται από διάφορες απόψεις, από όλη την υφήλιο, από τον κλασσικό Ελληνισμό, τον αγγλικό «μυϊκό Χριστιανισμό», το γαλλικό κοινωνικό ρεφορμισμό, ή τον κλασσικό φιλελευθερισμό του 19ου αιώνα (Torres, 2004). Στην 6η Ολυμπιακή Επιστολή του ο Coubertin,περιγράφει ότι η έννοια του Ολυμπισμού είναι πάνω από όλα μια διανοητική κατάσταση που πηγάζει από την λατρεία της προσπάθειας και της ευρυθμίας, οι οποίες αποτελούν τη βάση για μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα (Landry, 1988).

Σήμερα η χρήση του όρου Ολυμπισμός, είναι ευρύτατα διαδεδομένη, αλλά ο ορισμός του παραμένει δύσκολος. Ένας βασικός λόγος της δυσκολίας αυτής οφείλεται στο γεγονός ότι η έννοια του Ολυμπισμού οικοδομήθηκε  σε αντιλήψεις, όπως και συστήματα αξιών και αρχών που προέρχονταν από τον δυτικό πολιτισμό. Στο πέρασμα, όμως, του χρόνου η έννοια του Ολυμπισμού αφομοιώθηκε με άνισο τρόπο από τα ήθη, την ιστορία και τον πολιτισμό διαφορετικών λαών της παγκόσμια κοινότητα ( Muller, 1999).

Ο Jim Parry (1999, 2004), αναφέρει ότι η έννοια του Ολυμπισμού χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό γενικότητας και έχει διαφορετική έκφραση ανάλογα με το χώρο, τον χρόνο, την ιστορία και τη γεωγραφία. Είναι μια κοινωνική φιλοσοφία, η οποία τονίζει τον ρόλο του αθλητισμού για την παγκόσμια ανάπτυξη, τη διεθνή κατανόηση, την ειρηνική συνύπαρξη και την κοινωνική και ηθική διαπαιδαγώγηση. Σύμφωνα πάντα με τον Parry, αυτή η φιλοσοφία απευθύνεται σε όλους ως πλαίσιο λειτουργίας για ολόκληρη τη ζωή τους και δεν αφορά μόνο τους αθλητές, ούτε μόνο την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων. Παράλληλα τονίζει ότι το αξιακό πλαίσιο του Ολυμπισμού δεν περιορίζεται μόνο στην άμιλλα και στη νίκη, αλλά επεκτείνεται στις αξίες της συμμετοχής και της συνεργασίας. Τέλος, ο Parry αντιλαμβάνεται τον αθλητισμό ως μια δραστηριότητα η οποία ασκεί επιρροή στο άτομο, που το διαπαιδαγωγεί και το διαπλάθει και που συμβάλλει στην ανάπτυξη τόσο της προσωπικότητάς του όσο και της κοινωνικής του ζωής στο σύνολό της.

Ο Γεωργιάδης (2002), αναφερόμενος στις αρχές του Ολυμπισμού, διαπιστώνει ότι διακρίνονται σε τέσσερα επίπεδα, το ατομικό, το κοινωνικό, το πολιτιστικό και το οικουμενικό. Σε ατομικό επίπεδο ο Ολυμπισμός διδάσκει ένα σύνολο ηθικών αξιών και αρετών του ανθρώπου και με αυτόν τον τρόπο δημιουργεί την ηθική υπόσταση που λειτουργεί ως προϋπόθεση για την ατομική ειρήνη, το σεβασμό και την κατανόηση των άλλων (αρμονική ανάπτυξη σώματος και πνεύματος, σεβασμός στον εαυτό μας, συμμετοχή, εθελοντική προσπάθεια, αυτοπειθαρχία, αυτοεκτίμηση, επιμονή, προσπάθεια). Σε κοινωνικό επίπεδο συμβάλλει στη συνεργασία, στην ισότητα, στην φιλία, στο σεβασμό, όλων των κοινωνικών τάξεων και ομάδων, απορρίπτει τις κοινωνικές προκαταλήψεις με σκοπό την κατανόηση και την επίτευξη της κοινωνικής ειρήνης σε όλο τον κόσμο (φιλία, ισότητα, σεβασμός των άλλων, κατανόηση, αλληλεγγύη, αδελφοσύνη, fair-play, ισότητα ευκαιριών, συντροφικότητα, δεοντολογία). Σε πολιτιστικό και οικουμενικό επίπεδο μέσω των Αγώνων δίνει τη δυνατότητα σε όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, θρησκείας και εθνικότητας να ανταλλάξουν απόψεις, συμβάλλοντας στην πολιτισμική επικοινωνία των λαών (Πολιτιστικές αρχές: σεβασμός πολιτιστικών αξιών, διαπολιτισμικές σχέσεις και ανταλλαγές μεταξύ ατόμων χωρών -ηπείρων, ισότιμη συμμετοχή όλων, ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας, φύλου, πολιτισμού ή κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης. Οικουμενικές αρχές: συνύπαρξη λαών, σεβασμός στο περιβάλλον, πατριωτισμός, διεθνισμός, αλτρουισμός, ειρήνη, δημοκρατία στον αθλητισμό») (Γεωργιάδης, 2002).

Ο Parry (2004), υποστηρίζει σαφώς ότι οι αρχές του Ολυμπισμού στηρίζονται στις ιδέες του Pierre de  Coubertin, του ιδρυτή - πρόεδρου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής και πατέρα των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά και στις θεμελιώδεις αρχές του Ολυμπιακού Χάρτη. Συνεισφέροντας με τη δική του οπτική, τονίζει ότι βάσει των παιδαγωγικών αρχών του Ολυμπισμού προάγονται τα ιδανικά:

  • της ολοκληρωμένης και αρμονικής ανάπτυξης του ατόμου.
  • της αναζήτησης της υπεροχής και του επιτεύγματος,
  • της αγωνιστικής αθλητικής δραστηριότητας μέσα από την προσπάθεια,
  • τον αμοιβαίο σεβασμό, την δικαιοσύνη, τη ισότητα και την ευθυδικία,
  • την δημιουργία σταθερών προσωπικών ανθρώπινων σχέσεων φιλίας,
  • την δημιουργία διεθνών σχέσεων ειρήνης, ανεκτικότητας και κατανόησης (Parry, 2004).

Ο Pierre de Coubertin και οι παιδαγωγικές του ιδέες για τον Ολυμπισμό

Ο Coubertin ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα είχε αντιληφθεί ότι ο αθλητισμός επρόκειτο να αποτελέσει βασικό εφαλτήριο ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο, να γίνει σημαντικό στοιχείο της λαϊκής κουλτούρας, αλλά και ένα μέσο επικοινωνίας μεταξύ των διάφορων πολιτισμών (Parry, 1999). Ήθελε ουσιαστικά να δημιουργήσει, με κεντρικό άξονα τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μια μόνιμη οικουμενική δράση, η οποία θα είχε ως βασικό σκοπό την εκπαιδευτική αναγέννηση της ανθρωπότητας. Για τον λόγο αυτό, οι προσπάθειες του για την αναβίωση των Αγώνων δεν επικεντρώθηκαν μόνο στη θεσμική οργάνωση αλλά και στη διάδοση και αναμόρφωση του αθλητισμού μέσω της παιδείας. Ο Coubertin, στη διαδικασία συγκρότησης του φιλοσοφικού υπόβαθρου της δράσης του αυτής, επηρεάστηκε κυρίως από την παράδοση της αθλητικής παιδείας των αρχαίων ελλήνων, αλλά και από το εκπαιδευτικό σύστημα της Βρετανίας και ιδιαίτερα από το εκπαιδευτικό σύστημα των ιδιωτικών σχολείων public schools (Lazlo, 1988). Χάρη στην κλασσική παιδεία που έλαβε από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στο Παρίσι, αναδείχθηκε πολύ γρήγορα θερμός υπέρμαχος του παιδαγωγικού ουμανισμού. Εργάστηκε συνειδητά για να επιτύχει μια ενιαία οικουμενική κοινότητα αναζητώντας παράλληλα ένα παιδαγωγικό πλαίσιο που θα μπορούσε να δώσει νέα ώθηση στην εκπαίδευση των νέων. Έτσι, άρχισε ήδη από τη δεκαετία του 1880 να εξοικειώνεται με την ευρωπαϊκή Αναγέννηση του 15ου και 16ου αιώνα, και με τη σχέση της με τον αρχαιοελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό (Muller, 2009).

Οι μελέτες του γύρω από την ιστορία, τον πολιτισμό αλλά και τον χαρακτήρα της αρχαίας αγωνιστικής παράδοσης, οδήγησαν τον Coubertin στο να διαγνώσει ότι ο αθλητισμός  ήταν και θα μπορούσε να ξαναγίνει, μέρος της παιδείας του ανθρώπου. Ενώ θα μπορούσε να καλλιεργήσει, με αρμονικό και ισορροπημένο τρόπο, τις διανοητικές, ψυχικές και σωματικές αρετές. Το πλατωνικό και Αριστοτέλειο τρίπτυχο «Μουσική, Φιλοσοφία και Γυμναστική», ως βασικό γνώρισμα μιας ολοκληρωμένης αγωγής, που ενώνει με αρμονικό και ισορροπημένο τρόπο τις διανοητικές, ψυχικές και σωματικές αρετές του ατόμου, έγινε η βάση που πάνω της οικοδόμησε το όραμά του για την αναβίωση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων (Νησιώτης, 1980). Ταυτόχρονα, μελέτησε διάφορα εκπαιδευτικά συστήματα της εποχής του, επισκέφθηκε πολλές φορές την Αγγλία, όσο και τη Βόρεια Αμερική και εντυπωσιάστηκε από τη σημαντική θέση που κατείχε ο αθλητισμός και η σωματική άσκηση στο σχολικό πρόγραμμα. Σταδιακά απέκτησε βαθιά γνώση και εμπειρία στα διάφορα παιδαγωγικά συστήματα τα οποία ήταν προσανατολισμένα προς τον αθλητισμό, ενώ τον ενθουσίασαν ιδιαίτερα τα αθλητικά κινήματα που στηρίζονταν στις θεωρίες των Thomas Arnold και William Penny Brookes. Αυτά τον ώθησαν να ξεκινήσει μια πραγματική σταυροφορία για την καθιέρωση της σωματικής άσκηση στην εκπαίδευση, αλλά και να συγκρότηση τον παιδαγωγικό προσανατολισμό των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων (Γεωργιάδης, 1998).

Την πρώτη διάλεξη που έδωσε ο Coubertin και η οποία αποτέλεσε και την επίσημη αρχή της εκστρατείας του για την καθιέρωση της σωματικής άσκησης και του αθλητισμού στη Β/θμια εκπαίδευση των σχολείων της Γαλλίας, έγινε το 1887 και είχε ως θέμα: «Η αγγλική παιδεία». Δύο χρόνια αργότερα,  υποστήριξε ότι με την εισαγωγή της σωματικής άσκησης στα εκπαιδευτικά συστήματα, οι μαθητές μπορούσαν να αποκτήσουν σημαντικές σωματικές και πνευματικές αρετές (σεβασμός στους κανόνες, συνεργασία, ομαδικότητα, σεβασμός στους άλλους κ.λπ.). Τόνισε, μάλιστα, ότι «ο μόνος τρόπος για να αλλάξουμε τον άνδρα, είναι να αλλάξουμε το παιδί» και αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μοντέλο εκπαίδευσης για παγκόσμια ειρήνη. Το όραμα και οι ιδέες του Coubertin έλαβαν την τελική τους μορφή δύο χρόνια πριν την αναβίωση των Αγώνων στην πρώτη του ομιλία στην Αθήνα το 1894 στον φιλολογικό σύλλογο «Παρνασσός». Εκεί εξέφρασε το μέγεθος της γοητείας που του είχε ασκήσει το πνεύμα της Ελληνικής αρχαιότητας και υποστήριξε ότι, η αναβίωση των Αγώνων θα μπορούσε να διαμορφώσει τις συνθήκες για ένα ειρηνικό διεθνισμό. Δήλωσε, μάλιστα ότι οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί αγώνες θα μπορούσαν να αποτελέσουν εγγύηση για δημοκρατικές εξελίξεις, κοινωνικές κατακτήσεις και θεσμικές μεταρρυθμίσεις των κρατών. Οι διαδικασίες αυτές θα μπορούσαν να αποτελέσουν στέρεες βάσεις για την οικοδόμηση της παγκόσμιας ειρήνης και της ηθικής τελειοποίησης των πολιτών (Γεωργιάδης, 2002).

Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι ο αναγεννημένος Ολυμπισμός σύμφωνα με τις ιδέες του Coubertin, εμφανίστηκε άρρηκτα συνδεδεμένος με μια παιδαγωγική αποστολή σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και όπως υπογραμμίστηκε στη σύνοδο της Σορβόννης, ο «νέος Ολυμπισμός» ήταν ανοιχτός σε όλο τον κόσμο. Έτσι, η έννοια του πανανθρώπινου, μια έννοια του 19ου αιώνα, αποτέλεσε την πρώτη παιδαγωγική αρχή, καθώς δεν είχε ως αποδέκτη μόνο μια συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων, αλλά όλους ανεξαρτήτου φυλής, φύλλου και θρησκείας. Μια αρχή η οποία και σήμερα ακόμη αποτελεί την κινητήρια δύναμη για τις νεολαίες του κόσμου (Γλυκατζή-Αρβελέρ, 1998).

Για να διευρύνει τα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά θεμέλια των Αγώνων, έτσι ώστε να τους δώσει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, ο Coubertin οργάνωσε τα Ολυμπιακά συνέδρια. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ένα χρόνο μετά την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, το 1897 στη Χάβρη, οργάνωσε το πρώτο Ολυμπιακό Συνέδριο με θέμα «Αθλητική υγιεινή και Παιδαγωγική». Στη διάρκεια του συνεδρίου εξετάστηκαν διάφορα θέματα σχετικά με την φυσική αγωγή στην εκπαίδευση, ενώ οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν, κυρίως, γύρω από τις απόψεις του παιδαγωγού Thomas Arnold. Η προσπάθεια αυτή συνεχίστηκε και στο 3ο Ολυμπιακό συνέδριο το 1905 στις Βρυξέλλες, όπου εξετάστηκαν θέματα σχετικά με την επίδραση της οργανωμένης φυσικής αγωγής σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, την προώθηση του γυναικείου αθλητισμού, τον κοινωνικό ρόλο του αθλητισμού και την προώθηση του αθλητισμού σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Το 1906 στο Παρίσι, πραγματοποιήθηκε η παγκόσμια «Συμβουλευτική Συνδιάσκεψη των Γραμμάτων, Τεχνών και Αθλητισμού». Στο πλαίσιο της συνδιάσκεψης αυτής μελετήθηκαν τρόποι με τους οποίους η τέχνη και η λογοτεχνία θα μπορούσαν να συνεργαστούν και να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη των Ολυμπιακών Αγώνων. Η σημαντικότερη απόφαση της συνδιάσκεψης αφορούσε την εισαγωγή διαγωνισμού καλών τεχνών κατά τις μελλοντικές Ολυμπιακές διοργανώσεις. Ο διαγωνισμός θα ελάμβανε τη μορφή πεντάθλου καλών τεχνών και θα περιελάμβανε την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και τη μουσική. Θα τελούταν επί ίσοις όροις με τις υπόλοιπες αθλητικές διοργανώσεις και θα διαπνέονταν από το πνεύμα του αθλητισμού. Κατά την πρώτη εφαρμογή του διαγωνισμού στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης το 1912 αποδείχθηκε ότι το εγχείρημα ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Ο διαγωνισμός συνεχίστηκε μέχρι και τους Ολυμπιακούς αγώνες του 1948 (Garcia, 2012).

Το 1913 στη Λοζάνη ο Pierre de Coubertin διοργάνωσε ένα νέο Ολυμπιακό Συνέδριο το οποίο είχε ως κεντρικό θέμα την «ψυχολογία και φυσιολογία του αθλητισμού». Από τις εργασίες του συνεδρίου διαπιστώθηκε ότι κάθε αθλητική προσπάθεια, είτε σε επίπεδο πρωταθλητισμού, είτε σε επίπεδο μαζικής άσκησης, δεν πρέπει να επιδιώκει μόνο την ανάπτυξη των φυσικών ικανοτήτων του ατόμου, αλλά και να ανυψώνει ηθικά τον άνθρωπο. Στη προσπάθεια ολοκλήρωσης του οράματός του παραιτήθηκε από πρόεδρος της Δ.Ο.Ε., το 1925 και ασχολήθηκε με την ίδρυση της Παγκόσμιας Παιδαγωγικής Ένωσης η οποία εκπόνησε ένα «Χάρτη Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης». Το 1926, ο Coubertin, ίδρυσε ένα «Διεθνές Κέντρο Αθλητικής Εκπαίδευσης» (Muller, 1988, 2009) και το 1935, δυο χρόνια πριν από τον θάνατο του, αναφέρθηκε σε πέντε αρχές οι οποίες θα αποτελούσαν και την φιλοσοφική βάση του Ολυμπισμού.

Ισότητα

Η πρώτη αρχή που διατύπωσε είχε ως άξονα την «ισότητα» όλων των ανθρώπων. Η προσπάθειά του Coubertin για την παγκόσμια συναδέλφωση, στο δικαίωμα όλων για συμμετοχή, του «ευ αγωνίζεσθαι», στην αξία της ανθρώπινης προσωπικότητας, της δικαιοσύνης, του σεβασμού για τους άλλους, κατά των φυλετικών διακρίσεων,  της αυτονομίας και της αριστείας ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά της φιλοσοφίας του. Οι αξίες αυτές αποτελούσαν ουσιαστικά τις θεμελιώδεις αξίες του ουμανισμού. Θεωρούσε ότι ο αθλητισμός θα έπρεπε να αποτελεί δικαίωμα όλων των ανθρώπων και θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα για την ανάπτυξη  δημοκρατικής συνείδησης στους πολίτες (Νησιώτης, 1980).

Το 1919  υποστήριξε τη θεωρητική εξήγηση της κοινωνικής ένταξης στον τομέα του αθλητισμού, διατυπώνοντας την πρότασή του για τον «αθλητισμό για όλους» προωθώντας τη φιλοσοφία του ερασιτεχνισμού. Ανέφερε χαρακτηριστικά: «στο παρελθόν η άσκηση του αθλητισμού ήταν ενίοτε η σχόλη των πλουσίων και άεργων νέων. Επί μια τριακονταετία προσπαθώ να καταστήσω αυτή την πρακτική καθημερινή ευχαρίστηση της αστικής τάξης. Τώρα όμως αυτή η ευχαρίστηση πρέπει να γίνει μέρος της ζωής των νέων εργαζομένων. Όλα τα αθλήματα για όλους – αυτή, χωρίς αμφιβολία, είναι μια δήλωση που θα χαρακτηριστεί καθαρά ουτοπική». Με αυτόν τον τρόπο, πίστευε ότι ο χώρος της αθλητικής δραστηριότητας, όπου καλλιεργείται η ισότητα, η χαρά και η γαλήνη μπορούσε να αποτελέσει πρόσφορο έδαφος, εκτός από την ανάπτυξη του αθλητισμού, για την αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης (Da Costa, 2006).

Διευρύνοντας την έννοια της «ισότητας» ο Coubertin θεωρούσε ότι η συμμετοχή των αθλητών σε κάθε είδους αθλητική δραστηριότητα, είχε ως σκοπό τη διαρκή αναζήτηση της τελειότητας, την «ελευθερία της υπέρβασης» και την καλλιέργεια πνεύματος υγιούς ανταγωνισμού, στοιχεία τα οποία εκφράζονται στο Ολυμπιακό αξίωμα: «citius, altius, fortius». Στη βάση αυτής της αντίληψης οι έννοιες μπορούν να ερμηνευτούν ως εξής: Citius, πιο γρήγορα όχι μόνο στον δρόμο, αλλά και σε ταχύτητα αντίληψης και νοητικής εγρήγορσης, Altius, όχι μόνο σε σχέση με έναν επιδιωκόμενο στόχο, αλλά και στην αναζήτηση και καθορισμό υψηλότερων προτύπων και στόχων για το άτομο, που αγωνίζεται για την αυτό-ολοκλήρωσή του. Τέλος, η έννοια Fortius δεν αναφέρεται μόνο στο «πιο δυνατά» ενός αθλητικού αγώνα, αλλά και στον αγώνα της ίδιας της ζωής. Από τις ερμηνείες αυτές γίνεται εμφανής η παιδαγωγική τους διάσταση. Θεωρούν ότι η τελειότητα δεν μετριέται με τα αγωνιστικά επιτεύγματα, αλλά από τον άθλο της προσπάθειας να ξεπεράσουν τα όριά τους και την επιθυμία να δοκιμάσουν τις ατομικές τους ικανότητες και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη συμμετοχή. Τονίζουν στον άνθρωπο ότι μέσω των Αγώνων «αναπτύσσω, καλλιεργώ, αυξάνω τις ικανότητές μου» και βέβαια αν αυτά διδαχθούν σωστά στους νέους, θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν να θέτουν υψηλά πρότυπα για κάθε τι που θα αναλάβουν στη ζωή τους (Mosher, 1994).

Ιπποτισμός

Ο «ιπποτισμός» είναι η επόμενη αρχή στην οποία αναφέρθηκεο Coubertin. Με τον όρο αυτό,  χαρακτήριζε τη συμπεριφορά των ανθρώπων που συναγωνίζονταν μεταξύ τους, με πνεύμα ευγενούς άμιλλας, συντροφικότητας, αλληλεγγύης και σεβασμού. Η ηθική συμπεριφορά, η δεοντολογική ακεραιότητα και ο δυνατός χαρακτήρας ήταν προϊόντα, σύμφωνα με την φιλοσοφία του, μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας που προσιδίαζε στο εκπαιδευτικό πρότυπο του Arnold, τη γνωστή ως pédagogie sportive στην οποία ο παιδαγωγικός ρόλο του αθλητισμού κατείχε κεντρική θέση. Το Βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα τον είχε εντυπωσιάσει ιδιαίτερα και σε πολλές ομιλίες του είχε αναφερθεί στον ρόλο που έχει διαδραματίσει στην προαγωγή του αθλητικού ιδεώδους και του «ευ αγωνίζεσθαι» (Kitroef, 2006). Υπό την επήρεια των ιδεών αυτών θέσπισε, επίσης, ένα κώδικα αθλητικής συμπεριφοράς, ανάλογο με εκείνο των publicschools της Αγγλίας του 19ου αιώνα. Ο κώδικας αυτός ήταν κεντρικό στοιχείο της φιλοσοφίας του καθώς ενίσχυε τη δυνατότητα του αθλητισμού να λειτουργεί ως μέσον και παράγοντας ηθικής διασφαλίζοντας ότι οι Αγώνες θα διεξάγονταν δίκαια και έντιμα. Στοιχείο που αποτελούσε βασική προϋπόθεση ώστε οι Αγώνες να έχουν παιδαγωγική αξία (Daly, 1994).

Οι έντονες ανταγωνιστικές τάσεις που άρχισαν να κάνουν σταδιακά την εμφάνισή τους στον αθλητισμό, στις αρχές ακόμη του 20ου αιώνα, ανάγκασαν τον Coubertin, λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 1908, να εκφράσει δημόσια τις ανησυχίες του: «ο ανταγωνισμός γίνεται όλο και εντονότερος, επισύροντας όλο και μεγαλύτερους κινδύνους διαφθοράς και δημιουργεί μεγάλους κινδύνους για το πνεύμα του ευ αγωνίζεσθαι». Οι τάσεις αυτές έρχονταν σε αντίθεση ως προς τον Ολυμπισμό που οραματίζονταν και προς τη μορφή του αθλητισμού που θα τον υποστήριζε. Γι’ αυτό σε πολλά σημεία των έργων του,  χρησιμοποιεί τον όρο «fair play» (ευγενής άμιλλα) για να εξηγήσει το νόημα του «ιπποτισμού» και κάνει παραλληλισμούς ανάμεσα στην «ιπποτική» συμπεριφορά που χαρακτήριζε τις μεσαιωνικές δυτικές κοινωνίες και στη στάση του «ευ αγωνίζεσθαι», το οποίο ήλπιζε ότι θα κυριαρχήσει στις σύγχρονες κοινωνίες.

Εκεχειρία

Με την «εκεχειρία» ο Coubertin ήθελε να υποστηρίξει την ανάγκη άμεσης σύνδεσης των Αγώνων με την ιδέα ενός «ρυθμού» που υπονοούσε το σταθερό χρονικό τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων κάθε τέσσερα χρόνια. Η διαδικασία αυτή συμβόλιζε την πληρότητα του χρόνου κατά ρυθμικό και περιοδικό τρόπο, το αρμονικό πέρασμα από το παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον, αλλά και το βιολογικό μηχανισμό μεταβίβασης από την μια γενιά στην επόμενη. Η εκεχειρία, ως έννοια, εμπεριείχε όλες τις πτυχές της εκεχειρίας των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων, καθώς επίσης και διδάγματα από τον χριστιανικό ανθρωπισμό της Ευρώπης. Η ένταξή της στον χάρτη των αρχών του Ολυμπισμού αποσκοπούσε στο να συμβάλλει, με άξονα τους Ολυμπιακούς Αγώνες, στις προσπάθειες για ειρήνευση, αλλά και στην εύλογη ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και ευημερία των πλατιών μαζών με σημείο αναφοράς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ο Coubertin πίστευε ότι η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων θα έδινε την δυνατότητα στους νέους όλου του κόσμου να αποδεχθούν τον πολιτισμό και της παραδόσεις των άλλων λαών, να εξαλείψουν την άγνοια και τις προκαταλήψεις και με αυτόν τον τρόπο να μπορέσουν να δημιουργήσουν γερές βάσεις για την προώθηση της ειρήνης σε παγκόσμιο επίπεδο (Νησιώτης, 1985; Γεωργιάδης, 2002). Χαρακτηριστικά είχε αναφέρει: «Το να απαιτήσεις οι λαοί να αγαπούν ο ένας τον άλλον είναι κάτι το παιδαριώδες. Το να απαιτήσεις από αυτούς να σέβεται ο ένας τον άλλον δεν είναι ουτοπία. Αλλά για να σέβεται ο ένας τον άλλον πρέπει να γνωρίσει ο ένας τον άλλον» (Uberhorst, 1981).

Την αντίληψή του αυτή, ο Coubertin, θέλησε να τη αποδώσει και σε συμβολικό επίπεδο. Έτσι κατά την παραμονή του στους Δελφούς σχεδίασε την Ολυμπιακή Σημαία και θεώρησε ότι οι Ολυμπιακοί κύκλοι, διαφορετικού χρώματος ο καθένας, αντιπροσώπευαν τις πέντε ηπείρους  που κατέκτησε ο Ολυμπισμός. Τα πέντε χρώματα, πάνω σε λευκό φόντο, τα συνδύασε επίσης με τέτοιον τρόπο ώστε να παραπέμπουν και στα χρώματα της σημαίας κάθε χώρας, χωρίς εξαίρεση. Η υιοθέτηση, από τον Coubertin, όρων και συμβόλων υπογραμμίζουν εμφατικά τον συνεχή αγώνα του για την επίτευξη ενός οράματος, άμεσα συνδεδεμένου με την επιθυμία του για εκεχειρία, αλλά  και προσέγγισης των λαών διαμέσου των Αγώνων (Silance, 1985). Στην προοπτική αυτή, οι αντιθέσεις και οι ανταγωνισμοί, μετατρέπονται σε ειρηνική άμιλλα. Ενώ, έδινε το πλαίσιο στην παγκόσμια κοινότητα να ζήσει ειρηνικά για μια συγκεκριμένη περίοδο. Η αναβίωση της αρχαίας εκεχειρίας, υπό το νέο της ρόλο, ξεπερνούσε τα όρια των ιδεολογικών σχέσεων και πολιτικών διαπραγματεύσεων και αποτελούσε μια αφετηρία από την οποία άρχισαν να διαδίδονται αρχές και δράσης με σκοπό τη συμβολή του Ολυμπισμού στην ειρήνη μεταξύ ανθρώπων, κοινωνιών και εθνών (Νησιώτης,1985).

Κάλλος

Ο Coubertin, πιστός στις επιρροές του από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, αναφέρθηκε και στο «κάλλος», τη συμμετοχή δηλαδή της τέχνης, της λογοτεχνίας και της ποίησης ως αναπόσπαστο στοιχείο του προγράμματος τέλεσης των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Η αρχή αυτή εξέφραζε, κατά τον Coubertin, το όραμα της ευρυθμίας σύμφωνα με την οποία οι τέχνες, η λογοτεχνία και ο αθλητισμός αποτελούν ένα σύνολο, μια βαθιά αλληλεξάρτηση καθώς «ο αθλητισμός πρέπει να νοείται ως δημιουργός τέχνης» όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος. Για να επιτύχει το ιδανικό αυτό εμπνεύστηκε από το κλασσικό Ελληνικό γυμνάσιο και πίστευε ότι κάθε μορφή αθλητισμού θα έπρεπε να συνδέεται άμεσα με την καλλιέργεια του πνεύματος (Chalip, 1991). Για να ολοκληρώσει το έργο του και να εξασφαλίσει την επίσημη επικύρωσή του το 1906 συγκάλεσε τη Συμβουλευτική Σύνοδο για την Τέχνη, τη Λογοτεχνία και τον Αθλητισμό. Κατά την εναρκτήριο ομιλία του παρουσίασε το νέο του όραμα λέγοντας: «έφθασε η στιγμή να μπούμε σε μια νέα φάση και να αναβιώσουμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες με την αρχική τους ομορφιά». Το νέο του όραμα ονομάστηκε «Πένταθλο των Μουσών» και αφορούσε τη διεξαγωγή πέντε διαγωνισμών τέχνης (αρχιτεκτονικής, μουσικής, γλυπτικής, ζωγραφικής και λογοτεχνίας) παράλληλα με τους Ολυμπιακούς Αγώνες με σκοπό την προώθηση, μέσω του αθλητισμού, της τέχνης και της παιδείας. Οι διαγωνισμοί αυτοί. οργανώθηκαν για πρώτη φορά κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης, το 1912, και διατηρήθηκαν μέχρι και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, το 1948, οπότε και έλαβαν τέλος (Leiper, 1980).

Αθλητική Θρησκεία

Ο Coubertin πίστευε ότι ο Ολυμπισμός ήταν μια θρησκεία με παγκόσμιες διαστάσεις, μια «religio – athletae» (αθλητική θρησκεία). Μια θρησκεία που συγκέντρωνε τις θεμελιώδης αξίες όλων των θρησκειών. Χαρακτήρισε τους αθλητές που συμμετείχαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες ως τους «πρεσβευτές της σύγχρονης παιδείας»  οι οποίοι μοιράζονται μεταξύ τους το θρησκευτικό πνεύμα του αθλητισμού, ως μέσου για τη διάπλαση ηθικών χαρακτήρων και τη δημιουργία μιας ηθικότερης παγκόσμιας κοινωνίας (Naul, 2007).

Στους Ολυμπιακούς αγώνες του Βερολίνου, το 1936, έδωσε το στίγμα τις νέας του οπτικής αναφέροντας: «στην αρχαιότητα ο αθλητής «τιμούσε τους θεούς» ενώ ο σύγχρονος αθλητής προβάλλει τη χώρα του, τη σημαία του, τη φυλή του…. ξαναδημιούργησα ένα θρησκευτικό συναίσθημα με διαφορετική μορφή που στηρίζεται στον Διεθνισμό και τη Δημοκρατία που διακρίνουν τη σύγχρονη εποχή μας και είναι όμοιο με αυτό που οδηγούσε τους αρχαίους Έλληνες για το θρίαμβο στα πόδια του Δία» (Powell, 1981). Η αναφορά αυτή καθιστούσε ως βασικό συνεκτικό στοιχείο του αρχαίου και του σύγχρονου Ολυμπισμού το «θρησκευτικό συναίσθημα» που έπρεπε να διακατέχει τους αθλητές. Χρησιμοποίησε, λοιπόν, νέα τελετουργικά, αφού ο τόπος των Αγώνων θα ήταν ένας «ιερός τόπος» ένας «βωμός», η είσοδος των αθλητών μία «πομπή», το Ολυμπιακό Κίνημα «ένα ιερατείο», ο Ολυμπιακός όρκος μια «ιεροτελεστία καθάρσεως» και η Ολυμπιακή νίκη ένα δείγμα υποταγής προς το έθνος. Με αυτόν τον τρόπο ήθελε να καλλιεργήσει μια νέα θρησκευτική τελετουργία, μια διεθνή θρησκευτική ορμή, μια σύγχρονη δυναμική που θα αναβίωνε, μετά από 2.000 χρόνια, το αρχαίο θρησκευτική αίσθημα, υπό τη νέα μορφή που υπαγόρευε ο Διεθνισμός και που θα έλαμπε στο κατώφλι του 20ου αιώνα «σαν την αντανάκλαση μιας χαρούμενης ελπίδας» (Moltmann, 1980).

Επίλογος

Παραμένει, ακόμη και σήμερα, καίριο το ερώτημα εάν και κατά πόσο το Ολυμπιακό Κίνημα, με τις, ελληνιστικής επίδρασης αξίες και ιδανικά, μπορεί να μεταδώσει τις αξίες αυτές και να διαπαιδαγωγήσει αποτελεσματικά τη σύγχρονη κοινωνία, παρά τις σύγχρονες τάσεις και αλλαγές που προέκυψαν σε αυτό αλλά και στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Γίνεται όμως φανερό ότι ο Ολυμπισμός, παρά το πέρασμα του χρόνου, παραμένει ένα σημαντικό παιδαγωγικό μέσο στη διαδικασία διαπαιδαγώγησης του ατόμου. Οι ηθικές αρχές και οι αξίες, του συνεχίζουν να εκφράζουν τη βαθύτερη ουσία του αθλητισμού στην πιο αυθεντική του μορφή. Η ιδέα του «καλού καγαθού», που προσκαλεί τον άνθρωπο σε έναν διαρκή αγώνα ζωής, μπορεί να τον οδηγήσει να αναπτυχθεί πνευματικά, αισθητικά, ηθικά και σωματικά.

Είναι επίσης απαραίτητο να επανεξεταστεί η Ολυμπιακή Παιδαγωγική, ως εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και οι θεμελιώδεις αρχές του Ολυμπιακού Χάρτη σε δύο τουλάχιστον επίπεδα. Σε πρώτο επίπεδο, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι «εκδηλώσεις της Ολυμπιακής επικαιρότητας», έτσι ώστε οι ιστορικές ανθρωπιστικές και ηθικές αξίες του Ολυμπιακού Κινήματος να ανακτήσουν τη νομιμότητα τους, προσδίδοντάς τους ενδεχομένως και νέα έμφαση. Σε δεύτερο επίπεδο θα πρέπει να μελετηθεί η μετατροπή των καταστατικών και ιστορικών εκπαιδευτικών θεμελίων του Ολυμπιακού Χάρτη. Αυτό είναι απαραίτητο ώστε να ληφθούν υπόψη οι νέες κοινωνικές, εκπαιδευτικές, πολιτικές και πολιτιστικές συνθήκες που έχουν προκύψει.

Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του Ολυμπισμού, με βάση το φιλοσοφικό του υπόβαθρο θα μπορούσε να μας αποκαλύψει τις σύγχρονες τάσεις των επιστημών και των εκπαιδευτικών συστημάτων, χωρίς να ανταγωνίζεται ή αντιπαραβάλλεται στα υπάρχοντα συστήματα και ιδέες. Η προσεκτικά επανεξέταση του πλαισίου του Ολυμπισμού θα του έδινε τη δυνατότητα να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με τα νέα κοινωνικά δεδομένα. Η διαδικασία αυτή θα του έδινε νέα ώθηση και θα τον ενίσχυε, ώστε να μπορέσει να συμβάλει αποτελεσματικά στην προαγωγή της σύγχρονης κοινωνίας.

Ι

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ

https://www.fhw.gr/olympics/ancient/gr/201.html

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ

https://www.youtube.com/watch?v=xyZgFCdycgQ

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΣ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΝΕΟΙ των Σεμεντεριάδη Θεμιστοκλή, Παπαθανασίου Γεώργιου και Ευαγγέλου Μαργαρίτας

https://scientific-journal-articles.org/greek/free-online-journals/education/education-articles/papathanasiou-sementeriadis-euaggelou/papathanasiou-sementeriadis-euaggelou-cyberbulling-young-people.htm

Η συμβολή του εποικοδομητισμού στη μάθηση του Χρήστου Μανώλη

https://scientific-journal-articles.org/greek/free-online-journals/education/education-articles/manolis-xristos/manolis-xristos-2.htm

Tο άγχος και οι συνέπειές του στον εργασιακό χώρο των εκπαιδευτικών των Ανδριώτη Αθηνά και Παναγιωτάκη Αλέξανδρου

https://scientific-journal-articles.org/greek/free-online-journals/education/education-articles/andrioti-panagiotakis/andrioti-panagiotakis.htm

Η χρήση των Διαδραστικών Πινάκων στην Εκπαίδευση, των Kατερίνa Χατζίνα και Γεωργίου Παπαδανέλλη

https://scientific-journal-articles.org/greek/free-online-journals/education/education-articles/katerina-hatjina/katerina-hatjina.htm

“Ο ΝΕΟΣ ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΛΟΓΟΣ” του Νίκου Δήμου

Ο ΝΕΟΣ ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΛΟΓΟΣ

Η ψηφιοποίηση της γραφής και η δημιουργία του ηλεκτρονικού κείμενου έχουν συγκριθεί με την εφεύρεση της τυπογραφίας. Άλλοι, πιο τολμηροί, όπως ο Thomas Forster θεωρούν την επανάσταση στην πληροφορική τεχνολογία: "μία εξέλιξη στα ανθρώπινα πράγματα πιο σημαντική από την εφεύρεση της τυπογραφίας και πιθανότατα σημαντικότερη από την εφεύρεση της ίδιας της γραφής. Τόσο σημαντική όσο η επινόηση της γλώσσας; Ίσως".

Οι επιπτώσεις και επιδράσεις μίας τέτοιας αλλαγής είναι τόσο πολλές και πολύπλοκες, ώστε είναι σχεδόν αδύνατο να επισημανθούν σε ένα κείμενο. Άλλωστε, βρισκόμαστε μόνο στην αρχή. Τέτοιες επαναστάσεις χρειάζονται χρόνο για να επιδράσουν. Η επινόηση της τυπογραφίας μπορεί να έγινε στα 1450 αλλά χρειάστηκαν περίπου τρεις αιώνες για να φανούν οι πρώτες κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές της προεκτάσεις. (Διαφωτισμός - Γαλλική Επανάσταση). Σήμερα βέβαια οι εξελίξεις τρέχουν πιο γρήγορα - αλλά και πάλι, αν δεν παρέλθουν αρκετά χρόνια, δεν θα έχει κανείς την απόσταση και την προοπτική για να συλλάβει την έκταση ενός παρόμοιου φαινομένου.

Εδώ μπορούμε μόνο περιληπτικά να καταγράψουμε μερικά χαρακτηριστικά στοιχεία της πληροφορικής επανάστασης στον χώρο των κειμένων:

Ηλεκτρονικό κείμενο ονομάζουμε ένα κείμενο που έχει ψηφιοποιηθεί. Ας σημειωθεί ότι εκτός από κείμενα η νέα τεχνολογία επιτρέπει την ψηφιοποίηση του ήχου, της εικόνας και της οπτικο-ακουστικής κινούμενης εικόνας. Η παράλληλη αυτή ψηφιοποίηση επιτρέπει την σύνδεση και ανάμιξη κειμένου, εικόνας και ήχου σε πολυμέσα.

Τι χαρακτηριστικά έχει ένα ψηφιοποιημένο περιεχόμενο (content) και ειδικότερα ένα ηλεκτρονικό κείμενο:

  1. Αποκτά απεριόριστη διάρκεια, δεν υπόκειται στην φθορά - γίνεται σχεδόν αιώνιο.
  2. Αποθηκεύεται εύκολα σε πολύ περιορισμένο χώρο. Μία σαραντάτομη εγκυκλοπαίδεια χωράει σε ένα φορητό μέσο μεγέθους γραμματοσήμου. Σε ένα δίσκο DVD, μεγέθους και όγκου ενός CD (δίσκου ακτίνας) μπορούν να αποθηκευτούν περισσότεροι από τριάντα χιλιάδες βιβλία. Στην ηλεκτρονική του ατζέντα, μαζί με τα ραντεβού και τα τηλεφωνά του μπορεί κανείς να συμπεριλάβει και μια βιβλιοθήκη δεκάδων τόμων.
  3. Με την δυνατότητα αποθήκευσης και μεταφοράς των κειμένων αλλάζει η φύση των βιβλιοθηκών και των αρχείων. Βιβλία, περιοδικά, έγγραφα, κλπ. μπορεί να είναι αποθηκευμένα σε ηλεκτρονική μορφή μέσα σε κεντρικούς υπολογιστές και προσβάσιμα στον καθένα από το σπίτι, ή το γραφείο του. Το ίδιο ισχύει για τους μαθητές και τις σχολικές βιβλιοθήκες, για τους δικηγόρους και την νομολογία, τους γιατρούς με την ιατρική βιβλιογραφία, και γενικά κάθε είδους πληροφορία ή τεκμηρίωση.
  4. Τα ψηφιακά περιεχόμενα είναι εύκολα μεταδόσιμα μέσω των ηλεκτρονικών δικτύων. Ήδη το Διαδίκτυο (Internet) είναι η μεγαλύτερη βιβλιοθήκη του κόσμου. Μπορεί να βρει κανείς εκεί δωρεάν όλα τα κλασικά κείμενα καθώς και τα περισσότερα σύγχρονα - μερικά με καταβολή δικαιωμάτων. Επίσης είναι απλούστατη η μεταφορά ενός βιβλίου μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας.
  5. Με τα ηλεκτρονικά ευρετήρια είναι ευχερέστατη η έρευνα και αναζήτηση στα ηλεκτρονικά κείμενα. Π. χ. ο "Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας" (Thesaurus Linguae Graeca - TLG) περιέχει σε ένα CD-ROM όλα τα κείμενα της Ελληνικής γραμματείας μέχρι το 4ο αιώνα μ. Χ. Μπορεί κανείς να αναζητήσει μία λέξη ή μία φράση: σε δευτερόλεπτα το πρόγραμμα ανεύρεσης διατρέχει εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες και δίνει αλάνθαστα αποτελέσματα. (Ένας ερευνητής θα χρειαζόταν μία ζωή).
  6. Η ίδια ερευνητική δυνατότητα υπάρχει και στο Διαδίκτυο. Οι μηχανές αναζήτησης (search engines) μπορούν να διατρέξουν όλο το Internet για να βρουν μία λέξη ή ένα συνδυασμό λέξεων.
  7. Ίσως η σημαντικότερη ιδιότητα των ηλεκτρονικών κειμένων είναι η δυνατότητα τους ναδιασυνδέονται μεταξύ τους. Η δυνατότητα αυτή καθιερώνει ένα νέο είδος ανάγνωσης (και σκέψης) της νοηματικής (από περιεχόμενο σε περιεχόμενο) και όχι πια της σειριακής (από σελίδα σε σελίδα). Πρόκειται για το "Υπερκείμενο" (hypertext). Κάθε σημαντική λέξη ενός ηλεκτρονικού κειμένου μπορεί να είναι σύνδεσμος (link) με άλλα κείμενα, εικόνες ή ήχους. Μία αναφορά σε ένα βιβλίο με ένα κλικ μας οδηγεί στο ίδιο το βιβλίο, η διαβάζοντας για μία σονάτα μπορούμε με ένα κλικ να την ακούσουμε.
  8. Ο θρίαμβος του Υπερκειμένου είναι ο Παγκόσμιος Ιστός (World Wide Web - www). Στο Διαδίκτυο, όλα παραπέμπουν σε όλα. Κανένα κείμενο δεν είναι απομονωμένο - όλα αποτελούν μέρος ενός απέραντου (και άπειρου) συνόλου.

 

Σε χρόνο ανύποπτο ο Roland Barthes είχε περιγράψει μία τέτοια δικτυακή πραγματικότητα οραματιζόμενος ένα ιδανικό κείμενο: "Σε αυτό το ιδανικό κείμενο τα δίκτυα είναι πολλά και αλληλεπιδρούν, χωρίς κανένα από αυτά να μπορεί να ξεπεράσει τα άλλα. Αυτό το κείμενο είναι ένας γαλαξίας από σημαινόμενα, όχι μία δομή από σημαίνοντα. Δεν έχει αρχή - είναι αναστρέψιμο. Μπαίνουμε σε αυτό από διάφορες εισόδους, καμία από τις οποίες δεν μπορεί να θεωρηθεί ως η κυρία είσοδος. Οι κωδικοί τους οποίους κινητοποιεί απλώνονται όσο φτάνει το μάτι, είναι απροσδιόριστοι".

Την διακειμενικότητα κάθε κειμένου περιγράφει και ο Michel Foucault στην "Αρχαιολογία της Γνώσης" όταν υποστηρίζει ότι "τα σύνορα ενός βιβλίου δεν είναι ποτέ ξεκάθαρα… διότι είναι εγκλωβισμένο μέσα σε ένα σύστημα αναφορών προς άλλα βιβλία, άλλα κείμενα, άλλες προτάσεις: είναι ένας κόμβος σε ένα δίκτυο - ένα δίκτυο αναφορών". Αλλά πολλές και από τις θέσεις του Jacques Derrida (όπως για την αποκέντρωση του λόγου) πραγματοποιούνται με απροσδόκητο τρόπο στην νέα ηλεκτρονική τεχνολογία.

Από την περιγραφή των χαρακτηριστικών που έχουν τα ηλεκτρονικά κείμενα γίνεται σαφές ότι αλλάζει εντελώς τόσο η φύση και η τεχνική της γραφής, όσο και η διαδικασία της ανάγνωσης.

Για την γραφή είναι ήδη γνωστό πόσο την επηρεάζει η χρήση ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η δυνατότητα μορφοποίησης του κειμένου, η άνετη και εύκολη επεξεργασία, η κοπή, επικόλληση, ανασύνθεση, μετατόπιση τμημάτων του κειμένου, το κινηματογραφικού τύπου μοντάζ των παραγράφων, η συσσώρευση παλίμψηστων γραφών και εκδοχών, η ενσωμάτωση άλλων κειμένων ή διακειμενικών αναφορών - όλα αυτά γίνονται ευχερή χάρη στις δυνατότητες που έχουν τα προγράμματα επεξεργασίας κειμένου. Βιβλία όπως τα μεγάλα μυθιστορήματα του Umberto Eco όζουν υπολογιστή - δεν θα ήταν εύκολη (ίσως και δυνατή) η σύνθεσή τους σε χειρόγραφο.

Η συμβίωση με τον υπολογιστή σε άλλους συγγραφείς προκαλεί ευφορία και άλλους τους απωθεί. Ο Reynold Price βλέπει την σύνταξη του κειμένου σαν ένα διασκεδαστικό βίντεο-παιχνίδι, ενώ η Sherry Turkle περιγράφει ειδυλλιακά το διακειμενικό τοπίο γύρω από το γραπτό της, με τις πηγές, τις παραπομπές, τις εναλλακτικές γραφές και τις σημειώνεις να μοιράζονται μαζί του τη οθόνη. Αντίθετα άλλοι γράφουν για τον "εφιάλτη της οθόνης" (Γ. Κοροπούλης).

Άλλη μία δυνατότητα που δίνει η ηλεκτρονική τεχνολογία, είναι για βιβλία που είναι "ανοιχτά" - έχουν δηλαδή πολλαπλές εκδοχές στην ανέλιξη της υπόθεσής τους και εξαρτώνται από την συμμετοχή του αναγνώστη. Ένα τέτοιο διαδραστικό κείμενο είχε ήδη δημοσιεύσει προ ετών στο Internet ο Μίλοραν Πάβιτς.

Επίσης η αισθητική της γραφής έχει αλλάξει - με την δυνατότητα του υπολογιστή να διαφοροποιεί τις γραμματοσειρές και την σελιδοποίηση κάθε γραπτού, να εισάγει εικόνες και σχέδια, διαγράμματα και χάρτες σε κάθε κείμενο. Ο κάθε χρήστης υπολογιστή γίνεται σχεδιαστής, επιμελητής, εκδότης, τυπογράφος και λιθογράφος. Την μεταμοντέρνα αυτή διάσταση της ηλεκτρονικής γραφής έχει επισημάνει η Sherry Turkle.

Όχι μόνο δεν έχουν δίκιο οι νοσταλγοί της παλιάς τυπογραφίας που θρηνούν την απώλεια της ομορφιάς στο βιβλίο - αλλά αντίθετα οι δυνατότητες αισθητικής παρέμβασης και δημιουργίας είναι σήμερα πολύ περισσότερες. Υπάρχουν ήδη πολλές ιστοσελίδες στο Διαδίκτυο που είναι, κυριολεκτικά, έργα τέχνης.

Η δικτύωση της ηλεκτρονικής γραφής δίνει στον κάθε νέο συγγραφέα την δυνατότητα δημοσιοποίησης της δουλειάς του σε ένα ευρύτατο κοινό, χωρίς να υποστεί την δαπάνη της έκδοσης. (Το αυτό ισχύει για κάθε δημιουργό - ζωγράφο, μουσικό, σκηνοθέτη, κλπ.) Υπάρχουν βιβλία που κυκλοφορούν μόνον μέσω Διαδικτύου (ή εκδίδονται πρώτα στο Διαδίκτυο και μετά σε κλασική μορφή). Επίσης σημαντικό ρόλο παίζουν και τα Δικτυακά περιοδικά (fanzines) που ενσωματώνουν σήμερα τις πιο πρωτοποριακές συλλήψεις. Περιττό να ειπωθεί ότι στο Δίκτυο πρωτοδημοσιεύονται τα πιο συζητημένα πολιτικά κείμενα και μανιφέστα (π. χ. του Commandante Marcos) και ότι μέσω αυτού πραγματοποιούνται οι περισσότερες διεθνείς πολιτικές κινητοποιήσεις. (Κινήματα αντι-παγκοσμιοποίησης, Γένοβα 2000 κ.ά.)

Ακόμα πιο πολύ επηρεάζει η πληροφορική την τεκμηρίωση και τον εμπλουτισμό των μελετών και επιστημονικών διατριβών. Σήμερα, προκειμένου να αρχίσει την σύνταξη μίας πραγματείας, ο μελετητής ξεκινάει με μία αναζήτηση στο Διαδίκτυο. Είναι βέβαιο ότι θα πάρει περισσότερα (και νεότερα) στοιχεία από όσα θα του έδινε μία έρευνα σε βιβλιοθήκες. Επιπλέον, μία σχετική με το θέμα ερώτηση σε μεγάλη δικτυακή βιβλιοθήκη - ή και σε δικτυακό βιβλιοπωλείο - μπορεί να του δώσει όλη την απαιτούμενη βιβλιογραφία σε μερικά δευτερόλεπτα.

Η δυνατότητα των πολυμέσων ανοίγει νέους ορίζοντες στην συγγραφή - ο δημιουργός ενός βιβλίου μπορεί, στην ηλεκτρονική του μορφή, να ενσωματώνει εικόνες, ήχους, ακόμα και μικρά βίντεο. Πράγματα πολύτιμα για παιδικά, διδακτικά ή βιβλία αναφοράς (reference books).

Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι - όπως γράφουν μερικές Κασσάνδρες - το κλασικό βιβλίο θα εξαφανιστεί και ο κόσμος θα πάψει να διαβάζει. Όπως η φωτογραφία δεν εκτόπισε την ζωγραφική, ο κινηματογράφος το θέατρο και η τηλεόραση τον κινηματογράφο (όλα αυτά τα είχαν ήδη προφητέψει οι ίδιες, ή ανάλογες Κασσάνδρες) έτσι και το ηλεκτρονικό βιβλίο δεν θα εκτοπίσει το κλασικό προϊόν της τυπογραφίας. Θα συνυπάρχει δίπλα του, με διακριτό ρόλο. Και αν μάλιστα δούμε τι συνέβη στις άλλες τέχνες, μάλλον θα υπάρξει άνθιση του παραδοσιακού βιβλίου και όχι μαρασμός.

Είναι σίγουρο ότι σε μία κατηγορία βιβλίων θα κυριαρχήσει η ηλεκτρονική μορφή. Πρόκειται για τα βιβλία αναφοράς: εγκυκλοπαίδειες, λεξικά, αρχεία, ιστορίες, corpus στοιχείων, κλπ. Εκεί, ο μικρός όγκος και οι πολλαπλές δυνατότητες γρήγορης ανεύρεσης, μαζί με τον πλούτο της τεκμηρίωσης, θα παίξουν αποφασιστικό ρόλο. Ποιος θα ήθελε να φορτωθεί τους σαράντα τόμους της Encyclopedia Britannica, όταν μπορεί να έχει όλα της περιεχόμενα σε ένα δισκάκι - εμπλουτισμένα με ένα σωρό οπτικοακουστικά παραδείγματα που δεν υπάρχουν στην τυπογραφική της μορφή;

Φυσικά το ηλεκτρονικό κείμενο θα αλλάξει και τις συνήθειες ανάγνωσης. Ιδιαίτερα η δυνατότητα του Υπερκειμένου, που διασυνδέει όλα τα γνωστικά περιεχόμενα, θα οδηγήσει σε μία νέα σχέση του αναγνώστη με το κείμενο. Είναι περίεργο πως η πληροφορική επανάσταση υλοποιεί τις θεωρίες της Νέας Κριτικής για την σχέση συγγραφέα-βιβλίου-αναγνώστη. Την σύγκλιση αυτών των τόσο διαφορετικών θεματικών έχει αναπτύξει ο George P. Landow στο, κλασικό πια, βιβλίο του, Hypertext. Εκτός από το απόσπασμα του Barthes, που διαβάσαμε στην αρχή, υπάρχει και η διάκρισή του ανάμεσα σε "συγγραφικά" και "αναγνωστικά" κείμενα. Αν τα πρώτα είναι τα κλασικά, στατικά, τυπωμένα κείμενα, τα δεύτερα θα μπορούσαν και θα έπρεπε να είναι ηλεκτρονικά. "Είναι αυτά που κάνουν τον αναγνώστη όχι απλά ένα καταναλωτή αλλά ένα παραγωγό του κειμένου" . Ακριβώς - τα ηλεκτρονικά κείμενα, με την δυνατότητα του υπερκειμένου και των συνδέσμων μετατρέπουν τον αναγνώστη από παθητικό δέκτη, σε ενεργό διαμορφωτή του υλικού.

Ίσως θα έπρεπε εδώ να υπογραμμίσουμε την απελευθερωτική και δημιουργική αυτή πλευρά της νέας ψηφιακής τεχνολογίας - ιδιαίτερα απέναντι σε όσους, όπως ο Baudrillard, την καταδικάζουν και την αναθεματίζουν. Η νέα τεχνολογία θα επεκτείνει ακόμα περισσότερο τα οφέλη της Γουτεμβεργιανής επανάστασης, κάνοντας την γνώση ακόμα πιο προσιτή, πιο φθηνή, πιο άμεση και δίνοντας στον σκεπτόμενο άνθρωπο ακόμα μεγαλύτερες δυνατότητες για δημιουργική σκέψη.

Κι είναι χαρακτηριστικό να θυμίσουμε σε όλους αυτούς που απορρίπτουν την τεχνολογία, πως και το βιβλίο είναι τεχνολογικό προϊόν - και ότι ο Γουτεμβέργιος ήταν τεχνικός, μάστορας - κι όχι διανοούμενος. Το πνεύμα στηριζόταν πάντα στην τεχνολογία: χωρίς τα χρώματα του ζωγράφου και τα όργανα του μουσικού, θα ήταν ανύπαρκτο.

Τα πλεονεκτήματα της ηλεκτρονικής γραφής καταγράφηκαν στην αρχή του κειμένου αυτού: διάρκεια, αποθήκευση, μετάδοση, διερεύνηση, ταξινόμηση, δικτύωση. Το αποτέλεσμα αυτών των πλεονεκτημάτων, είναι ότι η πληροφορία και η γνώση γίνονται εύκολα προσιτές στον καθένα και από οπουδήποτε. Ένας άνθρωπος με φορητό υπολογιστή και συνδεδεμένο κινητό τηλέφωνο, έχει στην διάθεσή του άπειρο πλήθος πληροφοριών, ακόμα κι αν βρίσκεται στην έρημο ή στη μέση του ωκεανού.

Με την ηλεκτρονική γραφή προχωρεί αποφασιστικά ο εκδημοκρατισμός της γνώσης. Χάρη στην τυπογραφία, η γνώση, που ήταν προνόμιο των ελαχίστων (ιερατείων), έγινε κτήμα των πολλών. Με την ηλεκτρονική επανάσταση γίνεται κτήμα όλων. Κάθε δικτυωμένος χρήστης υπολογιστή είναι δυνητικά κάτοχος του συνόλου των ανθρωπίνων γνώσεων.

Σίγουρα υπάρχει ακόμα χάσμα ανάμεσα στην δικτυωμένη και πληροφορικά επαρκή ανθρωπότητα και τον Τρίτο κόσμο ο οποίος δεν διαθέτει ούτε υπολογιστές ούτε τις απαραίτητες δεξιότητες, ούτε πρόσβαση σε δίκτυο. Όμως το χάσμα αυτό κλείνει πολύ γρήγορα. Η εξάπλωση του Internet γίνεται με ταχύτητα μεγαλύτερη από οποιασδήποτε άλλης τεχνολογικής καινοτομίας (π. χ. τηλεόρασης, ή τηλεφώνου). Στο τέλος του έτους 2002 ο αριθμός των δικτυωμένων ξεπερνούσε ήδη τα 600.000.000. Οι υπολογιστές φθηναίνουν συνεχώς, ο χειρισμός τους γίνεται πιο εύκολος (και με την επικείμενη αναγνώριση φωνής θα γίνει απλούστατος), η πρόσβαση σε αυτούς διευκολύνεται και για τους μη κατόχους (κοινόχρηστα κέντρα, βιβλιοθήκες, Internet Cafe), άλλα μέσα σύνδεσης στο Δίκτυο είναι ήδη διαθέσιμα (π. χ. κινητά τηλέφωνα). Πολλές κοινωνίες κάνουν τεχνολογικά άλματα: πριν π. χ. αποκτήσουν σταθερή τηλεφωνία αναπτύσσουν την κινητή.

Τα μειονεκτήματα της ηλεκτρονικής γραφής και της δικτύωσής της είναι α) ο πληθωρισμός των πληροφοριών (information overload) που προϋποθέτει κάποια κριτήρια διαχωρισμού της έγκυρης πληροφορίας από τα "σκουπίδια του Διαδικτύου". β) η δυνατότητα εύκολης παραβίασης των πνευματικών δικαιωμάτων - αντιγραφής και αναπαραγωγής κειμένων, μουσικής, ταινιών, εικόνων κλπ. Για το θέμα αυτό ήδη υπάρχουν και παγκόσμια νομολογία και Κοινοτικές Ρυθμίσεις.

Πέρα από όλα αυτά, η πληροφορική και η διαδικτύωση των κειμένων επιφέρει επανάσταση στην Παιδεία. Δεδομένου ότι είναι πια τόσο εύκολη η άντληση της πληροφορίας, δύο βασικοί προαιώνιοι στύλοι της εκπαίδευσης - η μάθηση και η απομνημόνευση - χάνουν την σπουδαιότητα τους. Ο καθηγητής δεν είναι πια ο αποκλειστικός κάτοχος της γνώσης - αλλά ο σύμβουλος που πρέπει να διδάξει την μέθοδο και να οξύνει την κρίση του μαθητή.

Το Διαδίκτυο έχει κατηγορηθεί ότι αποξενώνει τους ανθρώπους. Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Όπως και το τηλέφωνο (για το οποίο είχε διατυπωθεί η ίδια κατηγορία) τους φέρνει πιο κοντά. Και αυτό γίνεται κυρίως με την γραφή. Αναβιώνει η τέχνη της αλληλογραφίας. Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο έχει ήδη, σε πολλές χώρες του κόσμου, ξεπεράσει σε αριθμό αποστολών το κλασικό, που πλέον ασχολείται περισσότερο με μεταφορές και παραδόσεις αντικειμένων (τα οποία παραγγέλλονται ηλεκτρονικά).

Αν η Τηλεόραση είναι ο θρίαμβος της εικόνας, το Internet είναι ο θρίαμβος της γραφής. Το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου του είναι κείμενο. Βιβλία, αρχεία, άρθρα, αλληλογραφία, ειδήσεις, σχόλια - αλλά και δικτυακές συζητήσεις. Στις ομάδες συζητήσεων γίνονται διάλογοι για όλα τα θέματα, από τα πιο καθημερινά και ευτελή μέχρι τα πιο υψηλά και απαιτητικά. Οι ενδιαφερόμενοι για κάθε θέμα συγκροτούν ομίλους (newsgroups) και ανταλλάσσουν απόψεις και γνώμες. Αναβίωση λοιπόν και της επιστολογραφίας και του γραπτού διαλόγου. Με πολυγλωσσική ποικιλία: αν το Internet στα πρώτα του βήματα ήταν αποκλειστικά αγγλόφωνο, τώρα η Αγγλική έχει περιοριστεί στο 40% και το ποσοστό της μειώνεται σταθερά.

Το Διαδίκτυο είναι το αντίθετο από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Δεν είναι μαζικό αλλά εξατομικευμένο (ο καθένας κάνει τις δικές του επιλογές) και δεν είναι μονόδρομο αλλά αμφίδρομο. Ο κάθε χρήστης, από παθητικός δέκτης μπορεί εύκολα και φθηνά με μεταμορφωθεί σε ενεργητικό πομπό. Τώρα μάλιστα με τα blogs (weblogs) υπάρχουν ήδη σήμερα (Φεβρουάριος 2003) πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες "προσωπικές εφημερίδες" στο Internet.

Ωστόσο και τα έντυπα ΜΜΕ βρίσκονται στο Διαδίκτυο. Όχι μόνο με την καθημερινή τους έκδοση αλλά και με το αρχείο τους. Πράγμα που σου δίνει την δυνατότητα να διαβάζεις όποια εφημερίδα θέλεις από οποιοδήποτε σημείο του κόσμου, αλλά και να ερευνάς το αρχείο της με βάση το όνομα του γράψαντος, το θέμα, ή και μία απλή κειμενική αναφορά.

Η πληροφορική επανάσταση αλλάζει την ζωή μας τόσο ριζικά όσο καμία άλλη στην ιστορία του ανθρώπου. Όπως συμβαίνει συνήθως είναι δύσκολο γι αυτούς που ζούνε μέσα στην αλλαγή να αποτιμήσουν την έκταση και το βάθος της - όμως, το ότι όλα μεταβάλλονται είναι σαφέστατο. Πουθενά ίσως η αλλαγή δεν είναι τόσο έντονη όσο στο χώρο της επικοινωνίας - και ας μην ξεχνάμε πως το βιβλίο είναι και αυτό ένα μέσο επικοινωνίας και μάλιστα το πρώτο μαζικό.

Θα ήθελα να κλείσω αυτή την σύντομη επισκόπηση με ένα μικρό κείμενο που έγραψα το 1997 - ως πρόλογο για τις πρώτες ιστοσελίδες του Ελληνικού Κέντρου Βιβλίου:

 

Ο Νέος Δικτυακός Λόγος

Au fond, voyez-vous, le monde est fait pour aboutir a un beau livre.

(Stéphane Mallarmé)

Όταν ο Mallarmé είπε αυτή τη φράση, δεν μπορούσε να υποπτευθεί πως, σε λιγότερο από έναν αιώνα, η ποιητική του παρομοίωση θα είχε μεταβληθεί σε συγκεκριμένη πραγματικότητα. Ο κόσμος έχει ήδη καταλήξει σε ένα βιβλίο, ένα βιβλίο απέραντο με δεκάδες εκατομμύρια αναγνώστες. Ένα βιβλίο που περιέχει οτιδήποτε δημιούργησε και δημιουργεί η ανθρωπότητα: κείμενα, εικόνες, ήχους - αλλά κυρίως, λόγο, γραπτό λόγο. Το μέγιστο ποσοστό του Internet είναι λέξεις. "Ο κόσμος φτιάχτηκε για να καταλήξει σε ένα βιβλίο" - η μεταφορά που έγινε προφητεία.

Όταν ο Sir Karl Popper χώριζε τον κόσμο σε τρία (Κόσμος Ι: των αντικειμένων στο χώρο, Κόσμος ΙΙ: ο υποκειμενικός, των σκέψεων και των βιωμάτων, Κόσμος ΙΙΙ: των δημιουργημάτων) δεν υποψιαζόταν ότι σε δύο δεκαετίες ο Κόσμος ΙΙΙ θα σελάγιζε πάνω από την ανθρωπότητα σαν δεύτερο σύμπαν. Περιέχει όλα αυτά που είχε περιγράψει ο φιλόσοφος: Επιστημονικές θεωρίες και ποιήματα, πίνακες ζωγραφικής και κοντσέρτα, ακόμα και ταπεινά χρηστικά εγχειρίδια, οδηγίες χρήσεως και χάρτες.

Φυσικά, σαν δεύτερο σύμπαν, το Διαδίκτυο περιέχει - όπως και το πρώτο - άφθονα σκουπίδια. Δεν θα κριθεί από αυτά - όπως δεν κρίνεται η ποίηση από τους κακούς στιχουργούς. Ο επαρκής αναγνώστης μαθαίνει να δικτυοδρομεί και να αποφεύγει την φλυαρία, την ρυπαρογραφία, την προπαγάνδα.

Αλλά το πιο ένδοξο πράγμα στο Internet είναι πως όλοι μπορούν να γράψουν σε αυτό το βιβλίο. Αντίθετα με τα μονόδρομα Μαζικά Μέσα (ακόμα και το βιβλίο είναι ένα από αυτά…) που μας μεταμορφώνουν σε δέκτες, στον Παγκόσμιο Ιστό ο καθένας μπορεί να είναι και πομπός. Έχει επέλθει μία νέα άνθιση του Λόγου, φυτρώνουν εκατοντάδες ατομικά έντυπα, εφημερίδες, βιβλία και περιοδικά των κυμάτων. Παλιά κλασικά κείμενα διασταυρώνονται με καινούργια, ανατρεπτικά. Οι κυβερνοποιητές (cyberpoets) είναι οι τροβαδούροι της νέας εποχής. Με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ξανανθίζει η τέχνη της αλληλογραφίας

Οι δικτυωμένοι υπολογιστές είναι η μεγαλύτερη επανάσταση στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού - πολύ πιο σημαντική από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Θα αλλάξουν (ήδη αλλάζουν) τον τρόπο που εργαζόμαστε, που επικοινωνούμε, που ζούμε. Ξέρω ότι πολλοί βλέπουν με δυσπιστία, ακόμα και με εχθρότητα αυτές τις αλλαγές. Αλλά ακόμα και αυτοί, δεν θα μπορούσαν να αρνηθούν την παρουσία του Νέου Δικτυακού Λόγου.

Copyright©Νίκος Δήμου / Από την επίσημη ιστοσελίδα του www.ndimou.gr

 

Κοινωνικά Δίκτυα και Εκπαίδευση Κοινότητες Μάθησης

Κοινωνικά Δίκτυα και Εκπαίδευση Κοινότητες Μάθησης