Οι νεκροί περιμένουν (αποσπάσματα)

Οι νεκροί περιμένουν (αποσπάσματα)

Κι είπαν: Περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως-όπως, κι αύριο θα μεταγυρίσουμε στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα, σαν το ψωμί, το νερό και τ’ αλάτι. Τόσοι ήταν. Ενάμισι εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν, τώρα, στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανόμενοι Ιουδαίοι, διωγμένοι από τη γη της Χαναάν.

Διδώ Σωτηρίου, Οι νεκροί περιμένουν. Μυθιστόρημα, Κέδρος, Αθήνα 1983 (15η έκδ.), (σ.134).

Εμείς, είπε, θα πάμε στη Σάμο να δουλέψουμε. Εκεί θα ξαναγναντεύουμε και τα μέρη μας. Και σα θε να ’ρθεί η ώρα η μεγάλη, θα είμαστε κοντινότερα για να γυρίσουμε οπίσω στην πατρίδα.

Διδώ Σωτηρίου, Οι νεκροί περιμένουν. Μυθιστόρημα, Κέδρος, Αθήνα 1983 (15η έκδ.), (σ.145).

Leave a Reply