Ελληνικά

Αφόρμηση-Βίντεο

Θάνατος και πένθος στην ορθόδοξη θεολογία

Α ΦΑΣΗ)

ΒΙΩΝΟΝΤΑΣ-1η Δραστηριότητα

Παρατηρείστε τις πιο κάτω εικόνες:

 

Εικόνα 1 Lamentation of Christ, Andrea Mantegna

 

 

Εικόνα 2 Untitled (from the Essence Series), Denis Tarasov

Εικόνα 3 Natura Morta, Maria Ionova-Gribina

Εικόνα 4 “No seconds” Henry Hargreaves

Επεξεργαστείτε (σε συνεργατικό έγγραφο πατώντας εδώ) τις εικόνες αναλογιζόμενοι/νες π.χ τι σκεφτόσαστε που τις βλέπετε, τι αισθανόσαστε, κατορθώνουν ως έργα το σκοπό τους και γιατί.

 

Β ΦΑΣΗ)

ΝΟΗΜΑΤΟΔΟΤΩΝΤΑΣ-2η Δραστηριότητα

Παρατηρήστε την εικόνα:

Επεξεργαστείτε (σε συνεργατικό έγγραφο πατώντας εδώ) στην ομάδα σας την εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Μονή Σταυρονικήτα). Η εικόνα χωρίζεται σε 4 μέρη: Παναγία, Χριστός, Απόστολοι, Άγγελοι. Με την ομάδα σας ασχοληθείτε με ένα μέρος της εικόνας και σταδιακά περιγράψτε (τι βλέπετε), επεξεργαστείτε (τι αισθανόσαστε οι ίδιοι/ίδιες, τι ο/η θεατής, τι ο πιστός/ή) και ερμηνεύστε το (γιατί, που, πότε). Τέλος, στην ολομέλεια επεξεργαστείτε τα ερμηνευτικά ερωτήματα για το σύνολο της εικόνας. Π.χ. Γιατί η εικόνα και η γιορτή ονομάζεται «κοίμηση»; Γιατί οι Χριστιανοί γιορτάζουν τον θάνατο της Παναγίας; Ποιοι οι συμβολισμοί στην εικόνα; Ποιο πιστεύετε είναι το φασκιωμένο μωρό στα χέρια του Χριστού;

 

Γ ΦΑΣΗ)

ΑΝΑΛΥΟΝΤΑΣ-3η Δραστηριότητα

Δίνεται στην ομάδα σας ένα κείμενο σχετικό με τον θάνατο ή την Ανάσταση:

1η Ομάδα

Άδης Θάνατος

“Άδης” δεν είναι κάποιος τόπος, αλλά στη βιβλική γλώσσα σημαίνει αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα του θανάτου, την κατάσταση του σκότους, της απελπισίας, της καταστροφής, ό,τι δηλαδή είναι ο θάνατος. Και αυτή η πραγματικότητα του θανάτου –την οποία φυσικά δεν δημιούργησε ο Θεός, ούτε τη θέλησε ποτέ για τα δημιουργήματα Του– τονίζει έντονα ότι ο “Άρχων του κόσμου τούτου” έχει τεράστια δύναμη στον κόσμο. Σατανάς, Αμαρτία, Θάνατος είναι οι “διαστάσεις” του Άδη, είναι το περιεχόμενό του. Διότι η αμαρτία έρχεται από το σατανά και ο θάνατος είναι το αποτέλεσμα της αμαρτίας: “δι΄ ἑνός ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία εἰς τόν κόσμον εἰσῆλθεν καί διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος” (Ρωμ 5,12).

Σμέμαν, Αλ. (2003). Η Μεγάλη Εβδομάδα. Αθήνα: Ακρίτας, σ. 46.

2η Ομάδα

Προσδοκώ την Ανάσταση […] Προσδοκώ, περιμένω την ανάσταση των νεκρών, γιατί η πίστη εντός μου –έστω και μόνο στις καλύτερες, αγνότερες και πιο ανεβασμένες στιγμές της ζωής μου– έχει διαπεραστεί από το φως της αναστάσεως, από αυτή και μυστηριώδη αλλά και υπέρτατα χαρούμενη γνώση πως ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, διανοίγοντας το δρόμο και για τη δική μας ανάσταση. Μας χάρισε την ίδια Του τη ζωή –αθάνατη, που λάμπει μέσα από το μνήμα, ελεύθερη από το θάνατο– και συνεπώς μεταμόρφωσε το θάνατό μας σε είσοδο, σε προσέγγιση, σε αρχή της νίκης. Περιμένω, προσδοκώ ανάστασιν νεκρών, γιατί αυτή μού έχει ήδη δοθεί, γιατί όλη η χριστιανική πίστη δεν είναι τίποτα άλλο παρά η λογικά αναπόδεικτη μα ωστόσο αυταπόδεικτη εσωτερική γνώση πως ο άνθρωπος κλήθηκε για την αιωνιότητα. Να γιατί το Σύμβολο της Πίστεως κλείνει με τη χαρά αυτού του “Προσδοκώ”, Αναμένω. Η ζωή συνεχίζεται. Η κάθε μέρα φέρνει μαζί της τις χαρές και τις λύπες της. Πέφτουμε, σηκωνόμαστε, ξαναπέφτουμε. […]

Σμέμαν, Αλ. (20033). Πιστεύω. Μτφρ. Στάθης Κομνηνός. Σειρά: Ορθόδοξη Μαρτυρία 52. Αθήνα: Ακρίτας, σ. 146

3η Ομάδα

Η χαρά της Ανάστασης

Είναι, άραγε, η χαρά της Ανάστασης χαρά παρόμοια μ’ αυτή που νιώθουμε όταν, σε κάποιο έργο που παρακολουθούμε, ο “καλός” στο τέλος νικά; Μια τέτοια χαρά καρυκεύει ίσως τον θεατή με ένα αίσθημα ικανοποίησης, δεν αλλάζει όμως την ύπαρξή του. Αν λοιπόν επιχειρήσουμε να ψηλαφήσουμε το ακατόρθωτο που κατορθώθηκε και ποια είναι η αιτία των πανηγυρισμών, θα πρέπει να κοντοσταθούμε σε ορισμένα σημεία:

Με τη σάρκωσή του ο Υιός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση για να την “επεξεργαστεί”, δηλαδή να τη μπολιάσει με τη θεότητά του, να την αναπλάσει, να ανακαινίσει τον άνθρωπο και να λυτρώσει το σύμπαν από όλες τις δυνάμεις που το φθείρουν και το κολοβώνουν, δηλαδή από κάθε είδους θάνατο – από την αποσύνθεση της βιολογικής μας υπόστασης μέχρι την εξάτμιση της αγάπης και τη θανάτωση της σχέσης μας με τους άλλους. […] Η Γέννηση του Χριστού λοιπόν υπήρξε το θαυμαστό ξεκίνημα αυτού του έργου, πλην όμως ξεκίνημα, κι όχι συνάμα τέρμα, όπως μερικές φορές την εμφανίζουμε αυτονομημένη. Το έργο του κορυφώθηκε με την Ανάστασή του. Αυτό που εγέρθηκε από τον τάφο δεν ήταν γυμνή η θεότητα του Θεανθρώπου, ούτε απλώς ένα ασώματο πνεύμα. Αν γινόταν αυτό, θα σήμαινε το θρίαμβο του θανάτου[…] Ο Χριστός όμως εγέρθηκε πλήρης. Ουδέποτε αποσαρκώθηκε. Όταν εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή του στους μαθητές, τους διαβεβαίωσε ακριβώς γι’ αυτό. “Βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφήστε με και δείτε. Ένα φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε πως έχω εγώ” (Λκ 24:39). […] Η Ανάσταση κοντολογίς σήμανε την πραγμάτωση του ολότελα καινούριου στην ιστορία, την ανάδυση του νέου τύπου ανθρώπου, του ανακαινισμένου, του μη υποκείμενου σε κάθε είδος φθοράς και θανάτου, κοντολογίς, του ανθρώπου έτσι όπως θα έπρεπε να είναι.

Παπαθανασίου Θ. Ν. (2007). Με την ψυχή στα πόδια, Αθήνα: Εν πλω, σ. 2527.

4η Ομάδα

«Ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος…»

Η εμπειρία του [θανάτου] είναι βασανιστική. Πληγώνει ο επώδυνος χωρισμός και το κενό, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, οι ζωντανές αναμνήσεις, η αίσθηση της άγνωστης συνέχειας, ο φόβος του οριστικού τέλους, η υποψία ότι μπορεί να ξεχάσουμε το πρόσωπο, οι τύψεις, τα αν, τα μήπως, οι ενοχές, οι αμφιβολίες. Μας λείπει το σώμα αυτό που βλέπουμε, που εκφράζει την εικόνα του προσώπου που μιλάει και σκέπτεται, αυτό που φιλούμε, που αγκαλιάζουμε. […] Μας τυραννάει και η ασυνείδητη ή υποσυνείδητη σκέψη του δικού μας θανάτου. Όλα αυτά δημιουργούν βαθύ φυσικό πόνο στην ψυχή. Και αυτό είναι καθολικό γεγονός, το ζούμε όλοι, δεν έχει εξαιρέσεις. Ακόμη και η Εκκλησία, κατά την εξόδιο ακολουθία, ψάλλει: “Θρηνῶ καί ὀδύρομαι ὅταν ἐννοήσω τόν θάνατον”. Οι ύμνοι της Μεγάλης Παρασκευής και τα εγκώμια δεν δυσκολεύονται να περιγράψουν με πολύ έντονους όρους το ανθρώπινο δράμα της Παναγίας.

Παρά ταύτα, η Εκκλησία μάς δίνει και μία άλλη διάσταση του θανάτου. Μας μιλάει για μακαριότητα, για ανάπαυση, για Βασιλεία Θεού, για κατάσταση «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος”. Μιλάει για ζωή και ανάσταση που κρύβονται πίσω από τη θλίψη, το αδιέξοδο, την τραγικότητα του θανάτου, τον οποίο μάλιστα ονομάζει κοίμηση. Και όλα αυτά δεν προσφέρονται ως παρηγορητική διδασκαλία, ως ανακουφιστική ψευδαίσθηση, ως αναγκαία τεχνητή απομάκρυνση από την πραγματικότητα, ως ενδεχόμενο, αλλά ως η μόνη, μεγάλη και κεντρική αλήθεια, ως η διαχρονική εμπειρία της εκκλησίας και ως η βιωματική απόδειξη της χάριτος των αγίων.

Νικόλαος, Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής (2015). Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός. Αθήνα: Σταμούλης, σ. 257-258

5η Ομάδα

Από την Ακολουθία του Επιτάφιου Θρήνου

(Εγκώμια, Στάσις πρώτη)

 

ΑΠΟΔΟΣΗ
Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ κατετέθης Χριστέ,

καὶ θανάτῳ σου τὸν θάνατον ὤλεσας,

καὶ ἐπήγασας τῷ κόσμῳ τὴν ζωήν.

 

 

Ἡ ζωὴ πῶς θνήσκεις;

πῶς καὶ τάφῳ οἰκεῖς;

τοῦ θανάτου τὸ βασίλειον λύεις δέ,

καὶ τοῦ ᾍδου τοὺς νεκροὺς ἐξανιστᾷς.

 

 

 

Ὡς βροτὸς μὲν θνῄσκεις,

ἑκουσίως Σωτήρ,

ὡς Θεὸς δὲ τοὺς θνητοὺς ἐξανέστησας,

ἐκ μνημάτων καὶ βυθοῦ ἁμαρτιῶν.

 

Κἂν νεκρὸς ὡράθης,

ἀλλὰ ζῶν ὡς Θεός,

ἐπανάγεις ἀπὸ γῆς πρὸς οὐράνια,

τοὺς ἐκεῖθεν πεπτωκότας, Ἰησοῦ.

 

Χριστέ, Εσύ, που είσαι η (όντως) ζωή,

τοποθετήθηκες σε τάφο, και με τον θάνατό

Σου κατέστρεψες (και εξαφάνισες) τον

θάνατο, και έγινες πηγή ζωής για τον κόσμο.

 

(Εσύ, Κύριε, που είσαι) η ζωή, πώς

πεθαίνεις; Και πώς κατοικείς σε τάφο; Αλλ’

όμως (με τον θάνατό Σου) καταργείς το

βασίλειο του θανάτου και επαναφέρεις στη

ζωή τους νεκρούς που κατείχε (ως

αιχμαλώτους) ο άδης.

 

Ως άνθρωπος μεν πεθαίνεις με τη θέλησή

Σου, Σωτήρα, ως Θεός δε (παντοδύναμος)

ανέστησες τους θνητούς ανθρώπους από τα

μνήματα και από την άβυσσο των αμαρτιών.

 

Αν και εθεάθης νεκρός, όμως ως ζωντανός

(αληθινός) Θεός επαναφέρεις από τη γη προς

τον ουρανό (στη βασιλεία του Θεού) εκείνους,

Ιησού, που από εκεί είχαν (εκ)πέσει.

 

Μετάφραση Επιφανίου Θεοδωρόπουλου, αρχιμανδρίτη (1988).

Η Μεγάλη Εβδομάς μετά ερμηνείας. Αθήνα: Αποστολική Διακονία (σε απόδοση).

Επεξεργάζεστε τα κείμενο της ομάδας σας συνεργατικά απαντώντας σε μια σειρά ερωτήσεων ως εξής:

  1. Ποιο είναι το πρόβλημα/ζητούμενο;
  2. Που συμβαίνει/εμφανίζεται;
  3. Πότε εμφανίζεται/παρουσιάζεται; 
  4. Γιατί συμβαίνει;
  5. Ποιος εμπλέκεται με το πρόβλημα; Ποια είναι τα πρόσωπα του προβλήματος; 
  6. Πως μπορεί να βελτιωθεί/ξεπεραστεί;

Μετά παρουσιάζεται σύντομα τις απαντήσεις σας στην ολομέλεια της τάξης.

 

Δ ΦΑΣΗ)

ΕΦΑΡΜΟΖΩΝΤΑΣ-4η Δραστηριότητα

Όλες οι ομάδες και τα μέλη τους.

Διαβάζετε προσεκτικά το πιο κάτω κείμενο:

Η χαρά της Ανάστασης

Είναι, άραγε, η χαρά της Ανάστασης χαρά παρόμοια μ’ αυτή που νιώθουμε όταν, σε κάποιο έργο που παρακολουθούμε, ο “καλός” στο τέλος νικά; Μια τέτοια χαρά καρυκεύει ίσως τον θεατή με ένα αίσθημα ικανοποίησης, δεν αλλάζει όμως την ύπαρξή του. Αν λοιπόν επιχειρήσουμε να ψηλαφήσουμε το ακατόρθωτο που κατορθώθηκε και ποια είναι η αιτία των πανηγυρισμών, θα πρέπει να κοντοσταθούμε σε ορισμένα σημεία:

Με τη σάρκωσή του ο Υιός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση για να την “επεξεργαστεί”, δηλαδή να τη μπολιάσει με τη θεότητά του, να την αναπλάσει, να ανακαινίσει τον άνθρωπο και να λυτρώσει το σύμπαν από όλες τις δυνάμεις που το φθείρουν και το κολοβώνουν, δηλαδή από κάθε είδους θάνατο – από την αποσύνθεση της βιολογικής μας υπόστασης μέχρι την εξάτμιση της αγάπης και τη θανάτωση της σχέσης μας με τους άλλους. […] Η Γέννηση του Χριστού λοιπόν υπήρξε το θαυμαστό ξεκίνημα αυτού του έργου, πλην όμως ξεκίνημα, κι όχι συνάμα τέρμα, όπως μερικές φορές την εμφανίζουμε αυτονομημένη. Το έργο του κορυφώθηκε με την Ανάστασή του. Αυτό που εγέρθηκε από τον τάφο δεν ήταν γυμνή η θεότητα του Θεανθρώπου, ούτε απλώς ένα ασώματο πνεύμα. Αν γινόταν αυτό, θα σήμαινε το θρίαμβο του θανάτου[…] Ο Χριστός όμως εγέρθηκε πλήρης. Ουδέποτε αποσαρκώθηκε. Όταν εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή του στους μαθητές, τους διαβεβαίωσε ακριβώς γι’ αυτό. “Βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφήστε με και δείτε. Ένα φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε πως έχω εγώ” (Λκ 24:39). […] Η Ανάσταση κοντολογίς σήμανε την πραγμάτωση του ολότελα καινούριου στην ιστορία, την ανάδυση του νέου τύπου ανθρώπου, του ανακαινισμένου, του μη υποκείμενου σε κάθε είδος φθοράς και θανάτου, κοντολογίς, του ανθρώπου έτσι όπως θα έπρεπε να είναι.

Παπαθανασίου Θ. Ν. (2007). Με την ψυχή στα πόδια, Αθήνα: Εν πλω, σ. 2527.

Αφού διαβάσουμε το κείμενο, χωριζόμαστε σε δύο ομάδες. Οι μεν είναι στην «πάνω γειτονιά» και κρατούν ένα κεράκι. Οι δε είναι στην «κάτω γειτονιά» και κρατούν ένα μαντίλι. Ξεχωριστά ο/η κάθε μαθητής/μαθήτρια της κάτω γειτονιάς πηγαίνει στην πάνω, λέγοντας δυο λόγια στους συμμαθητές/στις συμμαθήτριές τους που μένουν κάτω, και στους συμμαθητές/στις συμμαθήτριες τους προς τους οποίους/στις οποίες πηγαίνουν. Στη συνέχεια αλλάζουν γειτονιά και ξαναρχίζουν την ίδια πορεία. Στο τέλος συζητάμε το θέμα του επίγειου χωρισμού και το πέρασμα από τη μία κατάσταση ζωής στην άλλη.

ΑΝΑΤΡΟΦΟΔΟΤΗΣΗ

Ακολουθεί συζήτηση με θέμα τον χωρισμό και το πέρασμα από τη μία κατάσταση στην άλλη. Από αυτή της άμεσης πραγματικότητας σε ένα άλλο στάδιο. Γίνεται προσπάθεια με τη βοήθεια του εκπαιδευτικού να δημιουργηθεί αναλογία με το πέρας από αυτή τη ζωή στην άλλη μέσω της αναπαράστασης που προηγήθηκε.  

 

Αφήστε μια απάντηση