Ελληνικά

Τριάντα εννιά καφενεία και ένα κουρείο

Φωτεινή Φραγκούλη (1958-2018)

Η Φωτεινή Φραγκούλη γεννήθηκε και µεγάλωσε στον Μόλυβο, την αρχαία Μήθυµνα της Λέσβου, έναν τόπο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους που την επηρέασε πολύ. Σπούδασε παιδαγωγικά και ψυχολογία και εργάστηκε ως δασκάλα στη δηµόσια εκπαίδευση. Σε όλη της τη ζωή βρήκε στις λέξεις ό,τι πιο πολύ τη γοήτευε για να εκφραστεί. Κείµενά της υπάρχουν στα αναγνωστικά και στα ανθολόγια του δηµοτικού σχολείου, καθώς και σε λογοτεχνικά περιοδικά και λευκώµατα.
Έργα της: "Το χωραφάκι της αγάπης", Γνώση, 1990, "Η Κυράνη του δάσους", Αλεξάνδρεια, 1993, "Η Πορφυρένια και το μαντολίνο της", Αλεξάνδρεια, 1995, "Το μισό πιθάρι", Ελληνικά Γράμματα, 2000, "Το ταίρι της αταίριαστης", Ελληνικά Γράμματα, 2003, "Οι άγγελοι των κοχυλιών", Ελληνικά Γράμματα, 2003, "Το τραγούδι της Περσεφόνης", Ελληνικά Γράμματα, 2005, "Εφτά ορφανά μολύβια... εφτά ιστορίες", Ελληνικά Γράμματα, 2008 (βραβείο εικονογραφημένου παιδικού βιβλίου περιοδικού "Διαβάζω", 2009)., "Κατ-γατ-καραγάτ", εκδ. Πατάκη, 2011, "Ελιά στο πέλαγος", Εκδ. Πατάκη, 2015, "Το πίσω μπαλκόνι", εκδ. Πατάκη, 2018.

Μάθημα βιβλίου

  • η πρέφα (ουσ.): τυχερό παιχνίδι που παίζεται με 32 τραπουλόχαρτα από τρεις παίκτες.
  • κεχριμπαρένιος, -α, -ο (επίθ.): που είναι φτιαγμένος από κεχριμπάρι (ήλεκτρο) ή έχει το χρώμα του (διαυγές κίτρινο).
  • Μόλυβος: ιστορική παραθαλάσσια πόλη στο νησί της Λέσβου, γνωστή και ως Μήθυμνα.
  • τουριστική πραμάτεια: τα αναμνηστικά, κυρίως, εμπορεύματα που πουλιούνται στους τουρίστες που επισκέπτονται έναν τόπο.
  • βγαίνω απ’ το παραθυράκι του μυαλού μου: (μεταφορά) προχωρώ με τη σκέψη μου πέρα από την τωρινή πραγματικότητα.
  • ένα χειμώνα όλο γούστο: (μεταφορά) ένα χειμώνα με πολύ όμορφες στιγμές.
  • καρυδένιος, -α, -ο (επίθ.): που είναι φτιαγμένος από ξύλο καρυδιάς.
  • τα μάτια του στολίζουν την αγορά: μεταφορική έκφραση που χρησιμοποιεί η συγγραφέας για να δείξει την ομορφιά και την ευγένεια του πατέρα της, που ήταν το καμάρι της αγοράς.
  • η τράτα (ουσ.): ψαροκάικο με συρόμενα δίχτυα.
  • κατακλύζω (ρημ. α' συζ.): πλημμυρίζω, π.χ. Χιλιάδες υπόγεια κατακλύστηκαν από νερά λόγω της καταρρακτώδους βροχής (κυριολεξία), αλλά: Χιλιάδες θαυμαστές του γνωστού συγκροτήματος κατέκλυσαν το γήπεδο, όπου θα γινόταν η συναυλία (μεταφορά).
  • η αθερίνα (ουσ.): μικρό ψάρι με λεπτό σώμα που κολυμπά σε κοπάδια.
  • η άχνη (ουσ.): κοπανισμένη ζάχαρη σε σκόνη.
  • κανονάκια του κονιάκ: ποτηράκια με τα οποία πίνουν το κονιάκ μονορούφι.
  • τα πιατέλια (ουσ.): τα μικρά πιάτα.
  • το τζουκμπόξ (άκλ. ουσ.): μηχάνημα με ενσωματωμένο πικάπ και μια συλλογή από δισκάκια. Πατώντας το ανάλογο πλήκτρο και ρίχνοντας ένα κέρμα, θα παίξει το δισκάκι που περιέχει το τραγούδι που επιθυμούμε.
  • η βανίλια (ουσ.): είδος γλυκίσματος, το γνωστό «υποβρύχιο»
  • «υποβρύχιες γλυκές κοινωνίες βανίλιας»: μεταφορική φράση που μας δίνει με νοσταλγικό τρόπο τόσο την εικόνα των γυναικών που έχουν στολιστεί για την οικογενειακή τους έξοδο όσο και τη γεύση, το άρωμα της βανίλιας, του «υποβρύχιου», γλυκίσματος που συνοδεύει αυτές τις οικογενειακές στιγμές.
  • το υπόλειμμα (ουσ.): οτιδήποτε απομένει ως υπόλοιπο, το περίσσευμα.

Κυριολεξία  -  Μεταφορά

Απλή - Επαυξημένη πρόταση

Περίληψη

Άσκηση Ονοματικές - Ρηματικές φράσεις

Άσκηση 1

Άσκηση 2

Κυριολεξία - Μεταφορά

Άσκηση 3

Απλή - Επαυξημένη πρόταση

Αφήστε μια απάντηση