Δημοσιεύτηκε στις 23 Μαρτίου, 2021
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης περνά τον Προύθο ποταμό
Βιογραφία
Στρατιωτικός, λόγιος και αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου του 1792 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη. Ανατράφηκε σε περιβάλλον που διαπνεόταν από έντονο πατριωτισμό κι έλαβε εκλεκτή μόρφωση.
Στην Πετρούπολη, όπου ακολούθησε τον πατέρα του, φοίτησε στη Σχολή του Σώματος των Βασιλικών Ακολούθων και στη συνέχεια υπηρέτησε στα σώματα της αυτοκρατορικής φρουράς. Διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα, ενώ στη μάχη της Δρέσδης, στις 27 Αυγούστου 1813, έχασε το δεξί του χέρι.
Τον Μάρτιο του 1820 ο Εμμανουήλ Ξάνθος του πρόσφερε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Την αποδέχθηκε στις 12 Απριλίου, αφού πρώτα έγιναν δεκτοί οι όροι που έθεσε, και αμέσως άρχισε την οργάνωση του σχεδίου για την έναρξη της Επανάστασης από την Πελοπόννησο.
Όμως, με την ενθάρρυνση του Ιωάννη Καποδίστρια πείσθηκε ότι έπρεπε να επισπεύσει την προπαρασκευή της και τον Ιούνιο του 1820 εγκαταστάθηκε στη Οδησσό. Πέρασε τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και δύο μέρες αργότερα ύψωσε τελικά τη σημαία της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, όπου απαγορευόταν η παραμονή του τουρκικού στρατού.
Με επιστολή του στον αυτοκράτορα Αλέξανδρο υπέβαλε την παραίτησή του από το ρωσικό στρατό και αναγγέλλοντας την Ελληνική Επανάσταση ζήτησε την αρωγή του. Αμέσως μετά επιδόθηκε στη δημιουργία στρατού και συγκρότησε τον Ιερό Λόχο.
Στις 7 Ιουνίου 1821 ο στρατός του Υψηλάντη καταστράφηκε στη μάχη του Δραγατσανίου και υποχώρησε προς τα αυστριακά σύνορα. Παραδόθηκε στους Αυστριακούς, φυλακίστηκε και απελευθερώθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1827. Η κλονισμένη υγεία του δεν του επέτρεψε να βοηθήσει το επαναστατημένο έθνος. Πέθανε στη Βιέννη δύο μήνες μετά την αποφυλάκισή του, στις 19 Ιανουαρίου του 1828.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης περνά τον Προύθο ποταμό
Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Aλέξανδρος Υψηλάντης με μια μικρή συνοδεία πέντε ατόμων πέρασε τον ποταμό Προύθο, το σύνορο μεταξύ της Pωσίας και των παραδουνάβιων ηγεμονιών (Mολδαβία και Bλαχία) που ανήκαν στην Oθωμανική Aυτοκρατορία. Στο έδαφος της Μολδαβίας τον υποδέχτηκε η φρουρά του ηγεμόνα Mιχαήλ Σούτσου και τον συνόδευσε έως το Iάσιο. Eκεί εξέδωσε στις 24 Φεβρουαρίου την προκήρυξη Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος, η οποία θεωρείται η επίσημη κήρυξη της Eπανάστασης. Δύο ημέρες αργότερα πραγματοποιήθηκε ιεροτελεστία κατά την οποία ευλογήθηκε η επαναστατική σημαία. Η σημαία είχε στη μια της όψη το φοίνικα, κεντρικό σύμβολο της Φιλικής Eταιρείας, και τη φράση Eκ της στάκτης μου αναγεννώμαι, ενώ από την άλλη τους ισαποστόλους Kωνσταντίνο και Eλένη, το σταυρό και τη φράση Eν τούτω νίκα. Στη διάρκεια της ολιγοήμερης παραμονής του στο Iάσιο έγιναν και οι πρώτες προπαρασκευές για τη συγκέντρωση χρημάτων και τη συγκρότηση στρατού από βαλκάνιους εθελοντές που συνέρρεαν εκεί, ενώ εκδόθηκαν και άλλες επιστολές, ανάμεσά τους και εκείνη που απευθυνόταν στο ρώσο αυτοκράτορα.