Θουκυδίδου Ιστορίαι, Αδίδακτο

[6.48.1] Ἀλκιβιάδης δὲ οὐκ ἔφη χρῆναι τοσαύτῃ δυνάμει
ἐκπλεύσαντας αἰσχρῶς καὶ ἀπράκτους ἀπελθεῖν, ἀλλ᾽ ἔς τε τὰς
πόλεις ἐπικηρυκεύεσθαι πλὴν Σελινοῦντος καὶ Συρακουσῶν
τὰς ἄλλας, καὶ πειρᾶσθαι καὶ τοὺς Σικελοὺς τοὺς μὲν
ἀφιστάναι ἀπὸ τῶν Συρακοσίων, τοὺς δὲ φίλους ποιεῖσθαι,
ἵνα σῖτον καὶ στρατιὰν ἔχωσι, πρῶτον δὲ πείθειν Μεσσηνίους
(ἐν πόρῳ γὰρ μάλιστα καὶ προσβολῇ εἶναι αὐτοὺς τῆς Σικελίας,
καὶ λιμένα καὶ ἐφόρμησιν τῇ στρατιᾷ ἱκανωτάτην ἔσεσθαι)·
προσαγαγομένους δὲ τὰς πόλεις, εἰδότας μεθ᾽ ὧν τις
πολεμήσει, οὕτως ἤδη Συρακούσαις καὶ Σελινοῦντι ἐπιχειρεῖν,
ἢν μὴ οἱ μὲν Ἐγεσταίοις ξυμβαίνωσιν, οἱ δὲ Λεοντίνους ἐῶσι
κατοικίζειν. Θουκυδίδου Ιστοριαι

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Ο Αλκιβιάδης, όμως, υποστήριξε ότι δεν έπρεπε αφού είχαν εκστρατεύσει με τόσες δυνάμεις να γυρίσουν πίσω ντροπιασμένοι και άπρακτοι, αλλά ότι έπρεπε να στείλουν κήρυκες σ᾽ όλες τις πολιτείες, εκτός από τον Σελινούντα και τις Συρακούσες, και να δοκιμάσουν ν᾽ αποσπάσουν μερικούς από τους Σικελούς από τις Συρακούσες και άλλους να τους προσεταιρισθούν, ώστε να εξασφαλίσουν και εφοδιασμό και στρατιωτική βοήθεια. Πρώτ᾽ απ᾽ όλα, όμως, έπρεπε να προσεταιρισθούν τους Μεσσηνίους (βρίσκονται απάνω στον πορθμό και κρατούν το κλειδί της Σικελίας, αλλά και θα εξασφάλιζαν στην εκστρατεία εξαιρετικά χρήσιμο λιμάνι και βάση εξόρμησης) και μετά, αφού προσεταιριστούν τις πολιτείες και αφού θα ξέρουν πια πόσες θα πολεμούσαν στο πλευρό τους, τότε μόνο να βαδίσουν εναντίον των Συρακουσών και του Σελινούντος, εκτός εάν οι Εγεσταίοι συνδιαλλαγούν μαζί τους και οι Συρακούσιοι αφήσουν τους Λεοντίνους να εγκατασταθούν πάλι στον τόπο τους.

Ο Αλκιβιάδης πρότεινε την αποστολή πρεσβευτών στις ελληνικές πόλεις της Σικελίας για να τις αποσπάσουν από τους Συρακούσιους και να συνάψουν συμφωνία τροφοδότησης του αθηναϊκού στρατεύματος. Ο Αλκιβιάδης έδωσε έμφαση στη Μεσσήνη που ήταν το κλειδί της Σικελίας και δήλωσε πως έπρεπε πρώτα να συνάψουν συμμαχία με τους κατοίκους της πόλης και μετά να προχωρήσουν σε επίθεση κατά των Συρακουσών και του Σελινούντος[62]. Τελευταίος μίλησε ο Λάμαχος, ο οποίος αν και συμφώνησε με τον Αλκιβιάδη όσον αφορά τη σημασία της Μεσσήνης, πρότεινε να επιτεθούν αμέσως κατά των Συρακουσών, ενώ στους Μεσσηνίους θα πήγαινε ο ίδιος για να συνάψει συμμαχία[63]. Το ότι η άποψη του Λάμαχου επικράτησε, ο Ντόναλντ Κάγκαν το αποδίδει (πέραν της εκτίμησης την οποία έχαιρε λόγω της πολεμικής του εμπειρίας) στο ότι οι Αθηναίοι προσπαθούσαν να βρουν μια ισορροπία μεταξύ ενός νεαρού και επιθετικού ηγέτη -του Αλκιβιάδη, που ήταν ο πρωτοστάτης της εκστρατείας- και μιας παλαιάς συντηρητικής προσωπικότητας - του Νικία που ήταν ο κορυφαίος αντίπαλος της εκστρατείας και αρχηγός του κόμματος της ειρήνης.[64]. Ο Λάμαχος ήταν ένας 50χρονος στρατιώτης, τον οποίο ο Αριστοφάνης παρουσιάζει ως μόνιμα φτωχό στρατιώτη στην κωμωδία «Αχαρνής».