ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΧΟΡΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ

Αμφορέας Getty Villa, Λος Άντζελες, Καλιφόρνια

Ο χορός, στο πλαίσιο της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας είναι μια ομοιογενής ομάδα ερμηνευτών, που σχολιάζει τη δραματική δράση με συλλογική φωνή. Ο χορός αποτελούνταν από 12 έως 15  ερμηνευτές, οι οποίοι χόρευαν, τραγουδούσαν ή απήγγειλαν με μια φωνή και συχνά φορούσαν μάσκες. Ο ιστορικός Χάμφρεϊ Κίτο υποστηρίζει ότι ο όρος χορός υποδεικνύει τη λειτουργία του στο δράμα της αρχαίας Ελλάδας: «Το ελληνικό ρήμα χορεύω, (είμαι μέλος του χορού), έχει την έννοια του «χορεύω». Η λέξη ωδή δεν σημαίνει κάτι που απαγγέλλεται ή δηλώνεται, αλλά «τραγούδι». Η ορχήστρα, στην οποία υπήρχε χορωδία, είναι κυριολεκτικά μια «πίστα». Έτσι λοιπόν ο χορός χόρευε και τραγουδούσε ποιητικά, ρυθμικά και ασκούσε και υποκριτική.

     Συχνά λοιπόν επικοινωνούσε με τη μορφή τραγουδιού, αλλά κάποιες φορές έλεγε τις ατάκες του με μια φωνή. Τα μέλη του χορού έπρεπε να συνεργάζονται για να βοηθούν στην ερμηνεία του έργου, καθώς υπήρχαν μόνο ένας έως τρεις ηθοποιοί στη σκηνή που έπαιζαν ήδη πολλά μέρη ο καθένας. Καθώς τα ελληνικά θέατρα ήταν πολύ μεγάλα, οι κινήσεις του χορού έπρεπε να είναι υπερβολικές και η φωνή του καθαρή, για να μπορούν να βλέπουν και να ακούν όλοι. Για να γίνει αυτό, χρησιμοποιούνταν τεχνικές όπως συγχρονισμός, ηχώ, κυματισμός, σωματικό θέατρο και τις μάσκες. Ο αρχαιοελληνικός χορός οδηγούνταν συχνά από έναν κορυφαίο. Χρησίμευε επίσης ως το αρχαίο αντίστοιχο της αυλαίας, καθώς η πάροδος του (η πομπή εισόδου) σήμαινε την αρχή ενός έργου και η έξοδος του (πομπή εξόδου) χρησίμευε ως το κλείσιμο της αυλαίας.

    Ο Αριστοτέλης αποδίδει τη γένεση της τραγωδίας σε μια "αυτοσχεδιαστική" έξοδο από τη μορφή του λατρευτικού διθυράμβου, με πρωτοβουλία "των εξαρχόντων του διθυράμβου". Συμφωνώντας η σύγχρονη έρευνα πως αποφασιστική στιγμή για τη δημιουργία της τραγωδίας είναι η πρωτοβουλία του εξάρχοντος να αυτοσχεδιάσει αντιπαρατιθέμενος στην χορική ωδή, θεωρεί σημαντικό το διαλογικό στοιχείο, που αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του δραματικού τρόπου. Μερικοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο ίδιος ο χορός θεωρούνταν ηθοποιός. Οι μελετητές θεωρούν τον Σοφοκλή ανώτερο από τον Ευριπίδη στη γραφή του για τον χορό. Από τους δύο, ο Σοφοκλής κέρδισε και πιο πολλούς δραματικούς αγώνες. Ο χορός του ήταν πιο συνδεδεμένος με την πλοκή και πιο ενσωματωμένος στις τραγωδίες, ενώ ο ευριπίδειος χορός φαινομενικά είχε μικρή σχέση με την πλοκή και συχνά ήταν θεατής της.

     Ο χορός αντιπροσωπεύει, επί σκηνής, τον γενικό πληθυσμό της συγκεκριμένης ιστορίας, σε έντονη αντίθεση με πολλά από τα θέματα των αρχαίων ελληνικών δραμάτων, που συνήθως αφορούσαν μεμονωμένους ήρωες, θεούς και θεές. Πολλοί τίτλοι έργων μαρτυρούν τη σημασία του Xορού (π.χ. Ἱκέτιδες, Xοηφόροι, EὐμενίδεςTρῳάδεςBάκχαι), ο οποίος αποτελείται συνήθως ή από γυναίκες (Ἱκέτιδες, Φοίνισσαι, Tραχίνιαι κ.ά.) ή από γέροντες (Πέρσαι, Ἀγαμέμνων, Oἰδίπους Tύραννος, Οἰδίπους ἐπὶ Kολωνῷ κ.ά.). Συχνά ήταν του ίδιου φύλου με τον πρωταγωνιστή. Έτσι στις Βάκχες του Ευριπίδη είναι μια ομάδα βακχών από την Ανατολή και στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή ο χορός αντιπροσωπεύει τις γυναίκες του Άργους. Στην Ανδρομάχη χορός είναι γυναίκες της Φθίας, στην Εκάβη Τρωαδίτισσες, Στην Ιφιγένια εν Αυλίδι, γυναίκες της Χαλκίδας, στη Μήδεια Κορίνθιες, στην Ελένη δούλες από την Αίγυπτο αλλά στην Αντιγόνη το χορό αποτελούν Γέροντες της Θήβας και στην Άλκηστη Γέροντες των Φερών. Στους Ευμενίδες του Αισχύλου εξάλλου ο χορός παίρνει το μέρος μιας ομάδας εκδικητικών Ερινυών.

    Ακόμη ήταν ντυμένος απλούστερα από τους υποκριτές και εκτελούσε, υπό τον ήχο του αυλού, την κίνηση και την όρχηση εκφράζοντας τα συναισθήματά του. Στη διάρκεια της παράστασης είχε τα νώτα στραμμένα προς τους θεατές και διαλεγόταν με τους υποκριτές μέσω του κορυφαίου· χωρίς να τάσσεται ανοιχτά με το μέρος κάποιου από τους ήρωες, αντιπροσώπευε την κοινή γνώμη. Η τραγωδία άρχιζε με την είσοδο του Χορού και τα χορικά κατείχαν μεγάλο μέρος της έκτασης του έργου. Συμπερασματικά ο χορός της τραγωδίας είναι μια απαραίτητη αλλά διακριτή κοινωνική ομάδα, που αναπτύσσει με κάποιον από τους πρωταγωνιστές σχέσεις συμπαθείας αλλά ταυτόχρονα τηρεί σχετική απόσταση από αυτόν/αυτήν και σχολιάζει τα γεγονότα σχεδόν σαν ανεξάρτητος παρατηρητής.

Αφήστε μια απάντηση