Ο Μυσταρίων στον δικό του Στοτοέτη

1) Πως κομμάτια "χαρτιού" μας μιλούν για τον Χριστό

 Ο Μυσταρίων στον δικό του Στοτοέτη: Πολλούς χαιρετισμούς!

Σου στέλνω τον άνθρωπο, που είναι το δεξί μου

χέρι, τον Βλαστό, γιατί χρειάζομαι δύο οδοντωτά ραβδιά

για τους ελαιώνες μου. Μη τον καθυστερήσεις πολύ:

Ξέρεις ότι τον χρειάζομαι το συντομότερο δυνατόν.

Σε χαιρετώ.

Ενδέκατος χρόνος του Τιβέριου Κλαύδιου Καίσαρα

Αυγούστου Γερμανικού, του Αυτοκράτορα, στις 15

του μήνα Σεβαστού.

Το γράμμα αυτό δεν γράφτηκε ούτε χθες ούτε την περασμένη εβδομάδα, αλλά, όπως μας λέει η χρονολογία στο τέλος του, γράφτηκε στις 12 Σεπτεμβρίου του 50 μΧ - δηλαδή στα χρόνια της Καινής Διαθήκης. Έναν χρόνο πριν, αυτός ο ίδιος ο Κλαύδιος είχε διώξει τους Εβραίους και τους (Εβραίους) Χριστιανούς από τη Ρώμη.

Στην Κόρινθο, ο Λουκάς γράφει στο κεφ. 18, 2 των Πράξεων: «Και βρίσκοντας (ο Παύλος) κάποιον Ιουδαίο, που λεγόταν Ακύλας, που ήταν γεννημένος στον Πόντο, και πρόσφατα είχε έρθει από την Ιταλία, και τη γυναίκα του, την Πρίσκιλλα, (επειδή ο Κλαύδιος είχε διατάξει να αναχωρήσουν όλοι οι Ιουδαίοι από τη Ρώμη), ήρθε σ' αυτούς».

Αυτό το γράμμα του Μυσταρίωνα προς τον αγαπητό του Στοτοέτη, έχει ακριβή χρονολογία, που μπορεί πολύ εύκολα να ερμηνευθεί με βάση το σύγχρονο ημερολόγιο. Επίσης, ξέρουμε πού βρίσκεται το πρωτότυπο του γράμματος - είναι στα πρώην Βασιλικά Μουσεία του Βερολίνου (σήμερα Κρατικά Μουσεία), όπου δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1898.

Ένα πρωτότυπο χειρόγραφο, που έχει χρονολογία, και μάλιστα συγκεκριμένη ημέρα, μήνα και χρόνο, να τι χρειάζεται κανείς πάντα! Γιατί; Μα γιατί, διαφορετικά, θα ήταν αδύνατον να προσδιοριστεί η χρονολογία ή έστω η περίοδος στην οποία ανήκουν τα χειρόγραφα, που δεν έχουν χρονολογία.

Συγκρίνοντας το στυλ του γραψίματος, κάποια συγκεκριμένα ψηφία, καθώς και κάποια γενικά χαρακτηριστικά, μπορεί κανείς να τοποθετήσει ένα κείμενο σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο· μερικοί θα μιλούσαν για ένα διάστημα είκοσι ή τριάντα χρόνων, άλλοι -πιο τολμηροί- με βάση τις νεότερες τεχνικές, θα περιόριζαν το διάστημα αυτό σε πέντε ή ακόμη λιγότερα χρόνια.

Στους αρχαίους καιρούς, τα καθοριστικά στοιχεία, που χαρακτήριζαν τους διάφορους τύπους καλλιτεχνικής γραφής, ήταν πολύ πιο σταθερά σε μία ευρεία περιοχή, όπως ήταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, απ' όσο θα ήταν σήμερα στις περιοχές, ας πούμε, που αποτελούν την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τι σημασία έχουν όμως όλα αυτά; Κανένας από τους παπύρους ή τις περγαμηνές των πρώτων χρόνων δεν έχει χρονολογία. Αυτό δεν πρέπει να μας φαίνεται περίεργο, γιατί μόνον τα νομικά και άλλα επίσημα έγγραφα, καθώς και οι πρωτότυπες προσωπικές επιστολές είχαν, συνήθως, χρονολογία εκείνο τον καιρό.

Το αρχαιότερο χειρόγραφο όλων των Βιβλικών γραπτών που έχει χρονολογία, είναι ένας κώδικας από περγαμηνή, που φυλάσσεται στη Βρετανική Βιβλιοθήκη (και κάπου-κάπου εκτίθεται), η Συριακή έκδοση Πεσιττά (ή Πεσιττώ) της Γένεσης και της Εξόδου, που χρονολογείται από το 775 του Ελληνικού ημερολογίου, δηλαδή το 463-464 μΧ.

Συριακή Πεσχίτα ή Πεσίττα της Πεντατεύχου, 464 π.Χ., το δεύτερο παλαιότερο χρονολογημένο χειρόγραφο του κειμένου της Βίβλου.

Το αρχαιότερο χειρόγραφο, με χρονολογία, της Καινής Διαθήκης είναι μια Ελληνική περγαμηνή με «μικρογράμματα» (Ευαγγέλια Ουσπένσκι) του 835 μΧ. Περιέχει τα Ευαγγέλια και φυλάσσεται στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Αγίας Πετρούπολης. Αν, όμως, κανένα από τα πρώτα χειρόγραφα, κανένας από τους τόσο σπουδαίους παπύρους της Καινής Διαθήκης δεν έχει χρονολογία, πώς μπορεί κανείς να πει ότι, πραγματικά, είναι γραπτά των πρώτων χρόνων και ανήκουν σε μία συγκεκριμένη περίοδο;

Τμήμα του μικρογράμματου Ευαγγελίου της συλλογής Ουσπένσκι.

Μια τέτοια περίπτωση ήταν (και είναι) η περίπτωση του κώδικα Ρ46 (τα φύλλα του είναι από πάπυρο εξού και το Ρ: paryrus) με τις Επιστολές του Παύλου, που έχει χρονολογηθεί γύρω στο 200 μΧ. Χάρη όμως σε νεότερα στοιχεία, ο κώδικας αυτός θεωρείται σήμερα ότι ανήκει στα τέλη του πρώτου αιώνα.

A folio from 𝔓46 containing 2 Corinthians 11:33–12:9. As with other folios of the manuscript, text is lacunose at the bottom.
Πάπυρος 46. Περιέχει τα επονομαζόμενα nomina sacra ή ιερά ονόματα, όπως ΙΣ, ΧΣ, ΘΥ.

Οι κώδικες P64/P67 του Ευαγγελίου του Ματθαίου, που είχαν τοποθετηθεί αρχικά στο τέλος του τρίτου ή στις αρχές του τέταρτου αιώνα, τοποθετήθηκαν το 1953 γύρω στο 180 μΧ και το 1994 γύρω στο 66 μΧ…

Σπαράγματα (κομμάτια) του Ρ64 ή αλλιώς Παπύρου του Κολλεγίου της Μαγδαληνής ή Παπύρου του Ιησού.

Όταν ο Ιησούς λέει στους δώδεκα μαθητές ότι ένας απ' αυτούς θα τον προδώσει, οι σύγχρονες μεταφράσεις μας - ακολουθώντας πιστά το πρότυπο Ελληνικό κείμενο των Nestle-Aland και των Ενωμένων Βιβλικών Εταιριών- μας δίνουν την ακόλουθη ερμηνεία της αντίδρασης των μαθητών: «Και λυπήθηκαν υπερβολικά και άρχισαν να του λένε ο ένας μετά τον άλλον: Σίγουρα όχι εγώ Κύριε;». (Νέα Αναθεωρημένη Πρότυπη Μετάφραση) ή «Λυπήθηκαν υπερβολικά και άρχισαν να τον ρωτούν με τη σειρά: Όχι εγώ, βέβαια, Κύριε;». (Η Νέα Βίβλος της Ιερουσαλήμ). Άλλες μεταφράσεις αποδίδουν αυτή την έμφαση με μια αφήγηση που φαίνεται κάπως τεχνητή. Πραγματικά, κανένας ιστορικός, κανένας σοβαρός συγγραφέας Ευαγγελίου δεν θα μπορούσε να πάρει στα σοβαρά ένα σενάριο, όπου δώδεκα άνθρωποι μιλούν «ο ένας μετά τον άλλον» και λένε ακριβώς το ίδιο πράγμα. Θα πρέπει να ήταν βαρετό ύστερα από τον τρίτο ομιλητή και πραγματικά ανυπόφορη η επανάληψη, όταν ο δωδέκατος θα έπαιρνε τον λόγο.

Ο ιστορικός προσπαθεί να ερμηνεύσει αυτή την αφήγηση, υποθέτοντας ότι το αρχικό κείμενο είχε προσαρμοστεί σε μια μεταβολή στρατηγικής.

Στα τέλη του δεύτερου ή στις αρχές του τρίτου αιώνα, ο Χριστιανισμός άρχισε να εισχωρεί με γρήγορο ρυθμό στις μορφωμένες τάξεις της Ελληνο-Ρωμαϊκής κοινωνίας. Είχε σημασία, λοιπόν, να παρουσιάζουν τον Ιησού σ' αυτούς όχι μόνον ως τον Λυτρωτή, τον Μεσσία, αλλά και ως τον σοφό δάσκαλο. Και ο Ιησούς, ο δάσκαλος, χρειαζόταν μαθητές που ήξεραν πως να συμπεριφέρονται. Στο κεφ. 26, 22 του Ματθαίου αυτό πετυχαίνεται πολύ εύκολα - μια αλλαγή στη δομή της πρότασης τους έκανε να μιλούν ευγενικά, ο ένας μετά τον άλλον, μάλλον, παρά όλοι μαζί. Είναι φανερό όμως, ότι σε μια τέτοια σκηνή, ύστερα από μια τόσο δραματική προφητεία, θα έπρεπε στ' αλήθεια να μιλάνε όλοι μαζί, καταστενοχωρημένοι και γεμάτοι φρίκη, όπως ήταν.

2) Είναι πονηριά όμως ή μας βοηθά να καταλάβουμε κάτι άλλο;

… Με άλλα λόγια, ο ιστορικός περίμενε ένα προγενέστερο, μη τροποποιημένο κείμενο, και ο πάπυρος του Magdalen College της Οξφόρδης, ο P64, περιέχει αυτό ακριβώς το προγενέστερο ελληνικό κείμενο, με τους μαθητές να μιλούν όλοι μαζί.

Σπαράγματα (κομμάτια) του Ρ64.

Συνεχίζοντας την έρευνα, βλέπουμε ότι δύο ακόμη προγενέστεροι πάπυροι, ο Ρ37 και ο Ρ45, επιβεβαιώνουν αυτή την αρχική ένδειξη.

Για λόγους που δεν γνωρίζουμε, οι εκδότες των δύο πρότυπων κειμένων της Καινής Διαθήκης ακολούθησαν το μεταγενέστερο, τροποποιημένο κείμενο και όλοι οι σύγχρονοι ερμηνευτές ακολούθησαν αυτούς.

Αλλά,

οδηγούμαστε σ' ένα συμπέρασμα, που θα προκαλέσει πολλές συζητήσεις: Ο κώδικας Ρ6467 γράφτηκε πριν από το 70 μΧ, γύρω στο 66 μΧ, και πιθανότατα μερικά χρόνια νωρίτερα. Οι χρονολογίες μπορούν και να διαφέρουν· και, πράγματι, διαφέρουν. Ένα μέτρο σύγκρισης, λοιπόν, που μας παρέχει βεβαιότητα, ως ένα σημείο, είναι η αντιπαραβολή με χειρόγραφα, στα οποία αναγράφεται η χρονολογία.

Έτσι, χειρόγραφα που έχουν κοινά χαρακτηριστικά με το χειρόγραφο της επιστολής του Μυσταρίωνα προς τον Στοτοέτη, θα μπορούσαν να τοποθετηθούν χρονικά στην περίοδο γύρω στο 50 μΧ, με ανοχή μιας ή δύο δεκαετιών.

Πράγμα που δηλώνει πόσο κοντά στα γεγονότα, που περιγράφουν οι Ευαγγελιστές και άλλοι συγγραφείς των πρώτων 2 αιώνων, είναι οι χειρόγραφες αποδείξεις που προηγήθηκαν!

Leave a Reply