Ελληνικά

PROJECT Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ///

ΘΕΜΑΤΑ 

1ο ΘΕΜΑ (από θεματικούς κύκλους)

Η Σάτιρα

Η διάκριση που έκανε ο Baudelaire1 (στο περίφημο δοκίμιο του για την «ουσία του γέλιου») παραμένει. Υπάρχει ένα κωμικό αθώο και ένα κωμικό πονηρό. Το πρώτο (μια εικόνα, μια κίνηση, μια φράση) προκαλεί το αυθόρμητο και ηχηρό γέλιο που το χαιρόμαστε στα παιδιά και στους απλοϊκούς ανθρώπους, και διασκεδάζει χωρίς αναχαιτίσεις όσους το συναντούν. Το δεύτερο (μια γελοιογραφία, ένας μορφασμός, ένα ευφυολόγημα2) γίνεται αντιληπτό μόνο από κείνους που γνωρίζουν τα υπονοούμενά του και ευχαριστούνται όταν συμμετέχουν στην πρόθεση του δημιουργού να «πειράξει» με τα τεχνάσματα και τους υπαινιγμούς του· αλλιώς στενοχωρούνται ή και θυμώνουν. Το αθώο κωμικό είναι –ας πούμε– δισδιάστατο, σκέτη επιφάνεια, δεν έχει «από πίσω» τίποτα, και για τούτο μας κάνει να γελούμε «με την καρδιά μας». Παράδειγμα: οι σκηνές των Αδελφών Μαρξ στον κινηματογράφο. Αντίθετα, στο πονηρό κωμικό υπάρχει τρίτη διάσταση, βάθος, «σημασία», και απαιτεί σκέψη. Κάτι εννοεί, και πρέπει να συλλάβεις αυτό το νόημά του για να διεγερθείς και να ευθυμήσεις ή να οργιστείς. Παράδειγμα: οι περιπέτειες και τα παθήματα του Δον Κιχώτη ή των ηρώων του Μολιέρου. Η μεγαλοφυΐα του Τσάρλι Τσάπλιν συνδυάζει στα καλύτερα έργα του και τους δύο τύπους με τρόπον ανεπανάληπτο.

Επικρατέστερο κοινωνικά και για την Τέχνη σπουδαιότερο είναι όχι το αθώο αλλά το πονηρό κωμικό. Προϊόν του καλλιεργημένου πνεύματος, άνθος προηγμένου πολιτισμού. Και αμαρτωλό, όπως πολλές άλλες ανθρώπινες επιτυχίες. Αυτή τη φυσιογνωμία του στοχάζεται ασφαλώς ο Baudelaire όταν γράφει για το γέλιο ότι έχει διαβολική καταγωγή: «είναι ένα από τα κουκούτσια του συμβολικού μήλου της αμαρτίας». [...]

Το πονηρό κωμικό μόνο ο πονηρός μπορεί να το γευθεί, και του είδους τούτου η πονηρία δεν βρίσκει έδαφος στις πρωτόγονα αγνές ψυχές για να βλαστήσει.

Στην κατηγορία του πονηρού κωμικού ανήκει το δηκτικό χιούμορ, η σάτιρα, που από πολύ αρχαίους χρόνους καλλιεργείται και ευδοκιμεί στις πολιτισμένες κοινωνίες. Ακόμη και στην ιστορία της Τέχνης έχει περίβλεπτη θέση· ας θυμηθούμε τον μεγάλο της μάστορα στο χώρο του θεάτρου, τον ανυπέρβλητο3 Αριστοφάνη. Σάτιρα δεν είναι απλώς το «χωρατό που πειράζει», γιατί το χωρατό (καθώς άλλωστε το λέει και το όνομά του) είναι συνήθως μια χοντροειδής και άτεχνη κοροϊδία. Αλλά ένα έξυπνο παιχνίδι με απομιμήσεις ή λόγια, μια αστειότητα που (καθώς πάλι το λέει η ίδια η λέξη, αφού αστεία είναι τα ήθη του «άστεος») γίνεται με πνεύμα και λεπτό χειρισμό, για να μπορεί να βρει το στόχο και να «καρφώσει».

Η σάτιρα είναι ένας τρόπος επιθετικής συμπεριφοράς που κρύβει μέσα του (και συχνά τη φανερώνει με πολλήν αυθάδεια) μια δόση κακίας· τουλάχιστο την έλλειψη επιείκειας. Τρόπος ίσως όχι γενναίος, γιατί το χτύπημα δίνεται στον αντίπαλο από πίσω και με μάσκα, στα «αστεία». Σκοπός είναι κ' εδώ η «σφαγή», αλλά επιδιώκεται χωρίς τον κίνδυνο της απευθείας αναμέτρησης. Σάτιρα αθώα δεν υπάρχει, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει, αφού πάντα πληγώνει, και πληγώνει (επικρίνει, στηλιτεύει, διαπομπεύει) με πρόθεση να πληγώσει. Γι' αυτό αναζητεί και προκρίνει την πιο ευαίσθητη πλευρά, το πιο νευραλγικό4 σημείο του εχθρού κ' εκεί χτυπάει αδυσώπητα.5 Και, όπως είπα, εκ του ασφαλούς. Θα ονομάσομε άραγε τη σάτιρα άνανδρο είδος πολέμου; Θα την ειπούμε δειλία, μικροψυχία και ευτέλεια; Πριν αποφανθούμε οριστικά, ας σκεφτούμε ότι όταν απεχθάνεσαι έναν ισχυρό γιατί κάνει απάνθρωπη κατάχρηση της δύναμής του, ή μια κατάσταση πραγμάτων που επιβάλλεται με τη ρομφαία6 της βίας, και δεν έχεις άλλο τρόπο να εκδηλώσεις την αντίθεσή σου, θα καταφύγεις αναγκαστικά στο μόνο μέσον που σου παρέχουν οι μικρές δυνάμεις σου, στη σάτιρα. «Ο έρως του καλού» γράφει ο Εμμανουήλ Ροΐδης (στις περίφημες επιστολές του «Αγρινιώτου Σουρλή») «καλείται ενθουσιασμός και γεννά τους Πινδάρους και τους Μίλτωνας· το μίσος του κακού καλείται σάτιρα και γεννά τους Λουκιανούς και τους Βολταίρους».

Ρίζα λοιπόν της σάτιρας δεν είναι μόνο η κακεντρέχεια ή η μνησικακία του δειλού και αποστρεφόμενου τον κίνδυνο ανθρώπου, αλλά κυρίως το μίσος του κακού, η εξέγερση που προκαλεί στον ανίσχυρο η φυσική ή η ηθική καταδυνάστευσή του από πρόσωπα και καθεστώτα τυραννικά. Όπου το σώμα υστερεί, εκεί το πνεύμα έρχεται να το αναπληρώσει. Και χρησιμοποιεί ένα δικό του όπλο, τα φαρμακερά βέλη της σάτιρας. Θα επικαλεστώ και εδώ τη μαρτυρία του Ροΐδη. Για να εξηγήσει το άνθισμα του λογοτεχνικού τούτου είδους στην Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα, ο συγγραφέας της «Πάπισσας Ιωάννας» παρατηρεί: «Εις τους ανθηρούς εκείνους αιώνας της πίστεως και της τυραννίας, ότε ο ιερεύς και ο δήμιος αδελφικώς ενηγκαλισμένοι εκούρευον εν ανέσει την αγέλην των πιστών, η σάτιρα, το δικαίωμα δηλαδή της εκδικήσεως των ύβρεων δια του γέλωτος, ήτο το μόνον εναπολειφθέν εις τους δυναστευομένους». Κάτι γνωρίζομε κ' εμείς από το φαινόμενο τούτο· στα χρόνια της Απριλιανής τυραννίας τα ανέκδοτα που σατίριζαν τους πρωταγωνιστές της εθνικής μας τραγωδίας πολλαπλασιάζονταν και περνούσαν από στόμα σε στόμα με ταχύτητα αστραπής. Η συμβολή τους στην κατάρρευση των τυράννων (παρά τον αντίθετο ισχυρισμό: ότι έτσι ξεθύμαινε η διάθεση για αντίσταση) δεν υπήρξε μικρή –υπονόμευσαν τους ήρωες της βίας με τη γελοιοποίησή τους.

Η θέση της σάτιρας μέσα στην ιστορία του πολιτισμού έχει με πολλήν οξυδέρκεια επισημανθεί από τους ερευνητές. Ιδού λ.χ. μια βαθυστόχαστη παρατήρηση του Αγγλοαμερικανού φιλοσόφου Α. Ν. Whitehead. Η σάτιρα, γράφει, ανθίζει απάνω στα σαθρά θεμέλια των κοινωνικών συστημάτων. Χαρακτηριστικά, ο σατιρικός Λουκιανός γεννήθηκε στο τέλος της εποχής του Ρωμαϊκού πολιτισμού, αμέσως έπειτα από το θάνατο του Πλίνιου και του Τάκιτου. Το ίδιο και ο Βολταίρος και ο Ed. Gibbon στον 18ο αιώνα, τότε που η Αναγέννηση έχει εξαντλήσει πια το πρόγραμμά της και αποσύρεται από τη σκηνή της ευρωπαϊκής ιστορίας. «Η σάτιρα είναι η τελευταία αναλαμπή πρωτοτυπίας μέσα σε μια μεταβατική εποχή, καθώς αντικρίζεται η δίοδος που οδηγεί σε τόπους ξερούς και άγονους και στο χαμό. Καθώς το σφρίγος7 πάει, χάνεται, και δεν απομένει πια παρά μια γεύση πικρίας». [...]

Η ιδέα είναι δελεαστική και αξίζει να μελετηθεί συστηματικότερα, να υποβληθεί προπάντων στη βάσανο των γεγονότων. Υποθέτω ότι οι φιλόλογοι μας δεν θα δυσκολευτούν να την επαληθέψουν μέσα στην ιστορία της αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, με το εξής περίπου ερμηνευτικό σχήμα (που το σχεδιάζω εντελώς πρόχειρα). Στην ανατολή ενός μεγάλου πολιτισμού, του «Ελληνικού», η Λογοτεχνία εξορμά ως δισυπόστατο έπος, ηρωικό (Όμηρος) και διδακτικό (Ησίοδος). Με τους αδρούς8 τόνους του το έπος είναι μια ουβερτούρα,9 το προοίμιο ενός πολυσύνθετου συμφωνικού ποιήματος. Ακολουθούν τα κύρια μέρη του: πρώτα το λυρικό, έπειτα το τραγικό. Και στο τέλος, με το λυκόφωτο της δύσης αυτού του λαμπρού ιστορικού αστερισμού, έρχεται τσουχτερή και διασκεδαστική η σάτιρα του Αριστοφάνη. Η κωμωδία εγκαθίσταται κ' εδώ στο ετοιμόρροπο οικοδόμημα της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Ο ποιητής (και μαζί του ο θεατής), προτού κλείσει οριστικά η αυλαία, κοροϊδεύει και γελάει. Με όλους και με τον εαυτό του...

Δεν εγγυώμαι την ακρίβεια της ερμηνείας. Ομολογώ όμως ότι η υπόθεση του Whitehead φωτίζει μια διαδοχή φαινομένων και από την άποψη αυτή είναι χρήσιμη. Η σάτιρα ως φιλολογικό και πολιτικό γεγονός έχει μέσα της κάτι το εσχατολογικό –θα έλεγα. Σαν κάποιο παράξενο ερπετό, ένα κοινωνικό καθεστώς, μια εποχή, ένας πνευματικός συρμός, ένα ύφος ζωής, αφού περαιώσει τον ιστορικό του δρόμο, πεθαίνει δαγκώνοντας τη φαρμακερή του ουρά. Το θέαμα μπορεί να είναι κωμικό, αλλά το γέλιο που προκαλεί γίνεται γρήγορα πολύ πικρό. Αν κοιτάξομε με το πρίσμα τούτο τη φαιδρήν ιστορία του «Ιππότη με τη μελαγχολική μορφή», θα καταλάβομε, νομίζω, βαθύτερα το έργο του Θερβάντες.

Η καλλιτεχνική φύση της σάτιρας, όταν εμφανίζεται ως στιχούργημα, ζωγραφική εικόνα ή θεατρική σκηνή, αμφισβητείται· δικαίως. Γιατί ούτε τις προθέσεις έχει ούτε το αισθητικό αποτέλεσμα των γνήσιων μορφών της Τέχνης –το ράσο δεν κάνει τον καλόγερο... Άλλος φαίνεται να είναι ο προορισμός της: ηθικός ή, με το πλατύτερο νόημα του όρου, πολιτικός. Ο σατιρικός συγγραφέας στηλιτεύει, διαπομπεύει, γελοιοποιεί ένα ελάττωμα ή ένα χαρακτήρα για να εξυγιάνει τα κοινωνικά ήθη. Η τακτική που ακολουθεί για να επιτύχει τον στρατηγικό του σκοπό, είναι να προκαλέσει την αποδοκιμασία με τη θυμηδία.10 Δάσκαλος είναι κι' αυτός της αρετής, με δική του όμως μέθοδο: οι τύποι που προβάλλει στις επιδείξεις του είναι παραδείγματα προς αποφυγήν. Υπηρετεί την αλήθεια ξεσκεπάζοντας το ψεύδος που ντύνεται το φόρεμά της για να εξαπατήσει. Είναι πραγματικά αξιοπρόσεχτο ότι ο σατιρικός ρεζιλεύει όχι το φονιά, τον ασελγή,11 το ληστή, αλλά τους κακοποιούς που παίζουν επιτυχώς το ρόλο των τίμιων, των ανεπίληπτων ανθρώπων: τον ραδιούργο, τον κόλακα, τον υποκριτή, τον μεγαλορρήμονα,12 τον δημοκόπο,13 τον ευτελή και τους ομοίους των που είναι πιο επικίνδυνοι στην κοινωνία από τους πρώτους. Την κιβδηλεία14 καταδιώκει, την ψευτιά και την παραποίηση –όχι το καθαρό έγκλημα· αυτό το αφήνει για την αστυνομία...

Έχει λοιπόν ο σατιρικός το πάθος (κάποτε και τον φανατισμό) του ηθικολόγου. Δεν υποφέρει τα «στραβά» και εννοεί να τα διαλαλήσει, με τον τρόπο του. «Η στηλίτεψη των ατομικών ελαττωμάτων» γράφει ο Ανδρέας Λασκαράτος «ως και των άλλων στραβών της κοινωνίας είναι αποτελεσματική και ωφέλιμη· καθώς αποτελεσματικός και ωφέλιμος είναι και ο φημισμός των ευγενών κ' εναρέτων πράξεων» («Ιδού ο άνθρωπος», προλεγόμενα). Και τούτο ακόμη: «Η κοινωνία μας νομίζει πως δεν πρέπει να ξεσκεπάζονται τα ελαττώματά της, και θεωρεί εγκληματίαν εκείνον οπού το κάμει. Νομίζει εξεναντίας ότι είναι χρέος κάθε καλού πατριώτη να κηρύττει αρετές εις τον τόπον των ελαττωμάτων της... Εγώ δεν ημπορώ, εν συνειδήσει, να ναναρίσω την κοινωνία μας με το ναρκωτικό νανάρισμα των λαοπλάνων... Εγώ εξεναντίας ξεσκεπάζω τα ελαττώματά της με θάρρος και με εξουσίαν· με όλην εκείνην την εξουσίαν οπού μου δίνει η Αλήθεια» («Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς», προϊδέαση).

Είναι άραγε όντως αποτελεσματική, έχει επιτυχία στο κοινωνικά αναμορφωτικό πρόγραμμά της η σάτιρα; Οι μεγάλοι συγγραφείς που την εδόξασαν, δεν αμφιβάλλουν. «Πολύ συχνά» βεβαιώνει ο Μολιέρος «τα ωραιότερα νοήματα μιας σοβαρής ηθικής διδασκαλίας είναι λιγότερο ισχυρά από της σάτιρας· και τίποτα δεν διορθώνει καλύτερα τους περισσότερους ανθρώπους από το ζωγράφισμα των ελαττωμάτων τους. Το μεγαλύτερο πλήγμα στην κακία είναι να την εκθέσεις στον περίγελο του κόσμου. Εύκολα υποφέρει κανένας τις επιπλήξεις· αλλά κανένας δεν αντέχει τη γελοιοποίηση. Κάποιος μπορεί να θέλει να 'ναι κακός, αλλά δεν υπάρχει άνθρωπος που να θέλει να 'ναι γελοίος» (από τον πρόλογο στον «Ταρτούφο»).

Ασφαλώς, μπορεί το πνεύμα στις σταυροφορίες του να χρησιμοποιήσει όπλα πολύ πιο αποτελεσματικά από κείνα που σκοτώνουν. Η σάτιρα είναι ένα απ' αυτά.

Ε. Π. Παπανούτσος
«Το δίκαιο της Πυγμής»

  1. Σε ποιες κατηγορίες διακρίνει το κωμικό ο συγγραφέας στην αρχή του δοκιμίου του; Τι είδους γέλιο προκαλεί η πρώτη, τι απαιτεί η δεύτερη και σε ποιες κοινωνίες ευδοκιμεί;
  2. Ποιες είναι οι ρίζες της σάτιρας και ποιους σκοπούς επιδιώκει; Υπάρχει μια ευτελής και μια ευγενική πλευρά της, και γιατί;
  3. Συνήθως σε ποιων ανθρώπων τα χέρια αποτελεί όπλο η σάτιρα; Κάτω από ποιες κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις ευδοκιμεί; Για ποιους λόγους;
  4. Ποια είναι η θέση της σάτιρας μέσα στην ιστορία του πολιτισμού; Πώς την επαληθεύει ο ίδιος ο συγγραφέας; Αρκείται στη δική του επαλήθευση ή καταφεύγει και στις απόψεις των άλλων; Γιατί το κάνει αυτό;
  5. Ποιος είναι ο προορισμός της σάτιρας ως καλλιτεχνικού δημιουργήματος και ο αντίστοιχος ρόλος του σατιρικού συγγραφέα; Πιστεύει στην αποτελεσματικότητα του ρόλου αυτού ο Ε. Π. Παπανούτσος;

 

ΘΈΜΑ 2ο (από βιβλίο οργανισμού)

Να αναζητήσετε στο βιβλίο του οργανισμού, στο ιντερνετ ή σε κάποιο βιβλίο και να βρείτε τι είναι το χρονογράφημα..τι σημαίνει; Ξέρετε κάποιους ανθρώπουςπου έγραψαν χρονογραφήματα;

ΘΕΜΑ 3ο  ( σε ανταπόκριση με το βιβλίο του οργανισμού)

α. Να διαλέξετε ένα έργο τέχνης ή έναν πίνακα ζωγραφικής και να τον περιγράψετε.

Σας φέρνω ένα παράδειγμα που έχει και το βιβλίο μας: Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από την περιγραφή της τοιχογραφίας του Ραφαήλ, Η Σχολή των Αθηνών.

Στο μέσο ακριβώς όλης της παράστασης, το κέντρο προς το οποίο φέρνουν όλες οι κινήσεις και οργανώνεται όλη η σύνθεση, το σημείο με το οποίο τονίζεται και με τη μεγάλη καμάρα της οροφής, βρίσκονται οι κορυφές της φιλοσοφίας, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, πλαισιωμένοι από κατανυκτικούς οπαδούς των. Αριστερά ο Πλάτων, μια θαυμάσια γεροντική φυσιογνωμία, με το δάκτυλο να δείχνει τον ουρανό, την κατοικία των ιδεών, φαίνεται να συζητεί έντονα με τον Αριστοτέλη, που είναι δεξιά του σε ώριμη ανδρική ηλικία και που με το χέρι του αναφέρεται στον κόσμο των φαινομένων, και ζητά να τον ξαναφέρει στη γη. Με τον Τίμαιο, το βιβλίο που κρατά στο αριστερό του χέρι και κάτω από το βραχίονα, ο Πλάτων φαίνεται να υποδεικνύει πάλι τον ουρανό, ενώ με τα Ηθικά, το βιβλίο που έχει ο Αριστοτέλης, επιμένει στην ανάγκη του συγκεκριμένου. Η εικόνα μάς δίνει θαυμάσια την ουσία της διαφοράς των δύο συστημάτων. Ο καλλιτέχνης με ένα πραγματικά ανυπέρβλητο τρόπο μορφοποιεί το περιεχόμενο της κοσμοθεωρητικής σύγκρουσης ... Τα πρόσωπα που παρακολουθούν τη συζήτηση από τις δυο πλευρές παρουσιάζονται κυριολεκτικά απορροφημένα απ' αυτή, δίνουν την εντύπωση ότι έχουν χάσει τον εαυτό τους, σ' αυτή τη γιγαντομαχία στην οποία παρευρίσκονται...

Απόσπασμα από την περιγραφή της τοιχογραφίας του Ραφαήλ, Η Σχολή των Αθηνών. (1511)
Χρύσανθος Χρήστου, Η ιταλική ζωγραφική κατά τον 16ο αιώνα,
τ. Α΄ Εκδόσεις Νέας Πορείας, Θεσσαλονίκη, 1971

Θέμα 3ο  β.Να διαλέξετε ένα πρόσωπο και να το περιγράψετε. Μπορείτε να ξεκινήσετε από την εξωτερική του εμφανιση και στη συνέχεια να μιλήσετε για τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του. Καλό είναι να σημειώσετε και την γενικότερη εντύπωση που σας προκαλεί,  αλλά και τα συναισθήματα που σας δημιουργεί η αλληλεπίδραση μαζί του.

Για βοήθειά σας:

Λεξιλόγιο σχετικό με την περιγραφή ατόμου 

σχήμα προσώπου: ωοειδές, τριγωνικό, στρογγυλό, οστεώδες

μάτια: αμυγδαλωτά, σχιστά, βαθουλωτά, γουρλωτά, γλαρά, τσακίρικα

βλέμμα: βλοσυρό, άγριο, απλανές, θολό, αμήχανο, ανήσυχο, εκφραστικό

μύτη: κυρτή, πλακουτσωτή, κλασική, σουβλερή, στραβή

χείλη: λεπτά, σαρκώδη, γραμμένα, σφικτά, ζαχαρένια, υγρά

δόντια: αστραφτερά, μαργαριταρένια, αραιά, γερά

χαμόγελο: αβίαστο, βεβιασμένο, ψεύτικο, ελαφρό, ειρωνικό, αδιόρατο, γοητευτικό, σαρκαστικό, σατανικό· χαμογελαστός, αγέλαστος, σκυθρωπός

πιγούνι: αγένειο, άτριχο, γενάτο, μεγάλο, μικρό, μυτερό, σουβλερό, στρογγυλό

αυτιά: πεταχτά, πλακωτά, τσιτωμένα, μυτερά

μαλλιά: ίσια, σγουρά, λυτά, χυτά, κυματιστά, στρωτά, μεταξένια, πυκνά, φουσκωτά, μπούκλες, κοτσίδα.

χέρια: δυνατά, επιδέξια, κοκαλιάρικα, περιποιημένα, ροζιάρικα, τεράστια, τριχωτά

πόδια: μακριά, κοντά, χοντρά, λεπτά, καλαμένια, στραβά, τεράστια

σώμα: αθλητικό, γερό, ευκίνητο, καλοδεμένο, σκληραγωγημένο, λιπόσαρκο, μυώδες, στητό, ατροφικό, ασουλούπωτο, ασθενικό, ντελικάτο, πλαδαρό· μεγαλόσωμος, μικρόσωμος, κοντοπίθαρος, λιλιπούτειος, βεργολυγερός, νευρώδης, ευκίνητος, στητός· (κορμί) λαμπάδα, κυπαρίσσι, άγαλμα· σιλουέτα, φιγούρα, σκαρί, μπόι, σωματική διάπλαση

βάδισμα: ταχύ, γοργό, ζωηρό, αργό, λικνιστό, αποφασιστικό, ελαφρό, περήφανο, σταθερό, χαριτωμένο

ντύσιμο – εμφάνιση: απλό, απέριττο, κομψό, πολυτελές, επίσημο, ανεπίσημο· ντυμένος στην τρίχα, του κουτιού, κακοντυμένος,ατημέλητος, ρακένδυτος· κομψός, άκομψος, χαριτωμένος· (εμφάνιση) θεία, αιθέρια, εκλεπτυσμένη,αποκρουστική· ΆδωνιςΚουασιμόδος, καρικατούρα, σκιάχτρο.

Σας δίνω και δυο  περιγραφές που έχει το βιβλίο μας για το ίδιο πρόσωπο, τον Καβάφη:

Η ποιήτρια Μυρτιώτισσα, που γνώρισε τον Καβάφη το 1923 στην Αλεξάνδρεια, τον περιγράφει ως εξής στο σχετικό αφιέρωμα του περιοδικού «Νέα Τέχνη»:

Είναι αδύνατος, χλωμός, με μαλλιά γκρίζα και πυκνά, πολύ πυκνά. Μα εκείνο που σου κρατά την προσοχή σου όλη, είναι τα μάτια του τα δύο παμμέγιστα, παράξενα αινιγματικά του μάτια. Δύο τέτοια μάτια κανείς μας ποτέ δε θα τα ιδεί σ' άλλον άνθρωπο, απλούστατα γιατί δεν είναι μάτια σημερινού ανθρώπου. Είναι μάτια που έρχονται από πολύ μακριά, από τα βάθη των αιώνων και κρατούνε μέσα τους το μυστικό μιας άλλης ζωής, άγνωστης σ' εμάς. Η φωνή του, όσο την άκουγα, μου φαινόταν κι αυτή σαν να ερχόταν από μακριά και ο ίδιος, καθώς είχε τώρα αποτραβηχτεί σε μια σκοτεινή γωνιά και μιλούσε για τέχνη – σε μας ή στον εαυτό του; - έμοιαζε πλάσμα εξωτικό, που ζούσε σ' άλλη από μας ατμόσφαιρα, που έπρεπε να τ' ακούς και να το βλέπεις από μακριά και να μην παραξενευτείς καθόλου, αν άξαφνα το δεις να χαθεί ολότελα από μπροστά σου και να σωπάσει...».

Ο Γ. Δ. Κορομηλάς, ο οποίος, όταν επισκέφθηκε το 1925 την Αλεξάνδρεια, δεν παρέλειψε να γνωρίσει τον Καβάφη, τον περιγράφει με τα εξής:

«... Μέτριος το ανάστημα, απροσδιόριστος την ηλικία, αδύνατος, με τραβηγμένα τα χαρακτηριστικά, αλλά με ζωηρότατα και μεγαλότατα μάτια πίσω από τα ματογυάλια, τ' αεικίνητα οσάκις δε βοηθούν το βλέμμα να καρφωθεί ως περόνη ατσάλινη. Όταν ομιλεί, ο κορμός πηγαινοέρχεται εις μεγάλα σκαμπανεβάσματα, ενώ τα χέρια, ως αυτόματα, πότε σηκώνονται μαζί, πότε το ένα την ώρα που κατεβαίνει το άλλο και πάντοτε διά να τονίσουν το φθεγγόμενον δόγμα. Οπότε ο Καβάφης δεν ομιλεί, δογματίζει. Ακόμη και όταν υποχρεωτικότατος συνιστά εις τον ξένο του: Τσίμπα μιαν εληάν...»

Αποσπάσματα, από την εισαγωγή του Γιώργου Ιωάννου
στο βιβλίο της Ασπασίας Παπαδοπεράκη, Η μορφή του Κ. Π. Καβάφη,
Αθήνα 1987, εκδ. Μακέδος

 

 

ΘΕΜΑ 4ο (Να πάρετε ιδέες από τη σχετική ενότητα των θεματικών κύκλων/Ελεύθερος χρόνος-Ψυχαγωγία)

Πώς νομίζετε ότι χρησιμοποιούν οι νέοι της ηλικίας σας τον ελεύθερο χρόνο τους; Αν πιστεύετε ότι ορισμένοι από αυτούς δεν χρησιμοποιούν τον ελεύθερο χρόνο τους εποικοδομητικά, ποια είναι τα αίτια που οδηγούν σε λαθεμένη χρήση; Ποιους τρόπους αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου θεωρείτε σωστούς για την ηλικία σας; 

ΘΕΜΑ 5ο (Να πάρετε ιδέες από τη σχετική ενότητα των θεματικών κύκλων// Αθλητισμός)

Να υποθέσετε ότι συζητάτε με κάποιο γνωστό ή φίλο σας που συμμετείχε σε βίαια επεισόδια μετά το τέλος κάποιου ποδοσφαιρικού αγώνα. Προσπαθήστε να τον αποτρέψετε από τέτοιου είδους εκδηλώσεις στο μέλλον. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε λογικά επιχειρήματα, να απευθυνθείτε στο συναίσθημά του ή να αξιοποιήσετε όποιο άλλο είδος επιχειρήματος θεωρείτε αποτελεσματικό.

ΘΕΜΑ 6ο (Από το βιβλίο των ΚΕΙΜΕΝΩΝ)

Ρήγας Βελεστινλής

Το εθνικοαπελευθερωτικό πρόγραμμα του Ρήγα απέβλεπε στον ξεσηκωμό όχι μόνο των ελληνικών πληθυσμών, αλλά και όλων των υπόδουλων λαών της Βαλκανικής που καταπιέζονταν από το δεσποτισμό του σουλτάνου. Από την Επανάσταση κατά του σουλτάνου δεν εξαιρούσε τους Τούρκους. Μετά την αποτίναξη της οθωμανικής τυραννίας οραματιζόταν την ίδρυση της Ελληνικής Δημοκρατίας, ενός ομοσπονδιακού κράτους που θα απλωνόταν στα όρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας και θα ήταν οργανωμένο σύμφωνα με τους θεσμούς της Γαλλικής Δημοκρατίας. Γι' αυτόν ακριβώς το σκοπό συνέταξε την Προκήρυξη, τα Δίκαια του Ανθρώπου, το Σύνταγμα και το Θούριο, τα επαναστατικά του δηλαδή έργα, που τυπώθηκαν στο τυπογραφείο των αδελφών Πούλιου στη Βιέννη με προσωπική του επίβλεψη τον Οκτώβρη του 1797 σε 3.000 αντίτυπα.

Για τη διατύπωση του Συντάγματος και των Δικαίων του Ανθρώπου, που έχουν μορφή νόμων της Ελληνικής Δημοκρατίας, βασίστηκε στα σχέδια Συντακτικών Συνελεύσεων της Γαλλικής Επανάστασης και στο Γαλλικό Σύνταγμα του 1793. Από τα κείμενα αυτά δίνουμε την προκήρυξη προς τους λαούς της Βαλκανικής.  

Η επαναστατική προκήρυξη

Ο λαός, απόγονος των Ελλήνων, οπού κατοικεί την Ρούμελην, την Μικράν Ασίαν, τας Μεσογείους νήσους, την Βλαχομπογδανίαν, και όλοι όσοι στενάζουν υπό την δυσφορωτάτην τυραννίαν του Οθωμανικού βδελυρωτάτου δεσποτισμού, ή εβιάσθησαν να φύγουν εις ξένα βασίλεια, διά να γλιτώσουν από τον δυσβάστακτον και βαρύν αυτού ζυγόν, όλοι, λέγω, Χριστιανοί και Τούρκοι, χωρίς κανένα ξεχωρισμόν θρησκείας (επειδή όλοι πλάσματα Θεού είναι και τέκνα του πρωτοπλάστου), στοχαζόμενοι ότι ο Τύραννος, ονομαζόμενος Σουλτάνος, κατέπεσεν ολοτελώς εις τας βρωμεράς ορέξεις του, επερικυκλώθη από ευνούχους και αιμοβόρους αμαθεστάτους αυλικούς, ελησμόνησε και κατεφρόνησε την ανθρωπότητα, εσκληρύνθη η καρδία του κατά της αθωότητος, και το πλέον ωραιότερον βασίλειον του κόσμου, οπού εκθειάζεται πανταχόθεν από τους σοφούς, κατήντησεν εις μίαν βδελυράν αναρχίαν, τόσον, ώστε κανένας, οποιασδήποτε τάξεως και θρησκείας, δεν είναι σίγουρος μήτε διά την ζωήν του, μήτε διά την τιμήν του, μήτε διά τα υποστατικά του.

Ο πλέον ήσυχος, ο πλέον αθώος, ο πλέον τίμιος πολίτης κινδυνεύει κάθε στιγμήν να γίνη ελεεινή θυσία της τυραννικής φαντασίας, ή των αγρίων τοποτηρητών και αναξίων μεγιστάνων του Τυράννου, ή τέλος (όπερ συνεχέστερον συμβαίνει), των κακότροπων θηριωδεστάτων μιμητών του, χαιρόντων εις το ατιμώρητον κρίμα, εις την σκληροτάτην απανθρωπότητα, εις την φονοκτονίαν, χωρίς καμίαν εξέτασιν, χωρίς καμίαν κρίσιν.

-    Ουρανέ! εσύ είσαι απροσωπόληπτος μάρτυς των τοιούτων κακουργημάτων.

-    Ήλιε! εσύ βλέπεις καθημερινώς τα τοιαύτα θηριώδη τολμήματα.

-   Γη! εσύ ποτίζεσαι αδιακόπως από τα ρείθρα των αθώων αιμάτων.

Ποιος έχει στόμα να με ειπή το εναντίον; Ποιος είναι εκείνος ο τίγρις, ομόψηφος των τοσούτων ανομημάτων; Ας έβγη εις το παρόν, και διά πολέμιόν του μάρτυρα θέλει αποκτήσει όλην την Κτίσιν, ήτις αγλώσσως γογγά διά τους αδίκους ώδε εκχυνομένους ρύακας των ανθρωπίνων αιμάτων.

Ο μέχρι τούδε, λέγω, δυστυχής ούτος λαός, βλέποντας ότι όλαι του αι θλίψεις και οδύναι, τα καθημερινά δάκρυά του, ο αφανισμός του, προέρχονται από την κακήν και αχρειεστάτην διοίκησιν, από την στέρησιν καλών νόμων, απεφάσισεν, ενανδριζόμενος μίαν φοράν, να ατενίση προς τον ουρανόν, να εγείρη ανδρείως τον καταβεβαρημένον τράχηλόν του και, ενοπλίζοντας εμμανώς τους βραχίονάς του με τα άρματα της εκδικήσεως και της απελπισίας, να εκβοήση μεγαλοφώνως, ενώπιον πάσης της Οικουμένης, με βροντώδη κραυγήν, τα ιερά και άμωμα δίκαια, οπού θεόθεν τω εχαρίθησαν διά να ζήση ησύχως επάνω εις την γην.

Όθεν, διά να ημπορούν ομοθυμαδόν όλοι οι κάτοικοι να συγκρίνωσι πάντοτε με άγρυπνον όμμα τα κινήματα της διοικήσεως των διοικούντων, με τον σκοπόν της κοινωνικής αυτών νομοθεσίας, εκτινάζοντες ανδρικώς τον ουτιδανόν ζυγόν του Δεσποτισμού και εναγκαλιζόμενοι την πολύτιμον Ελευθερίαν των ενδόξων προπατόρων των, να μην αφεθώσιν ουδέποτε να καταπατούνται ως σκλάβοι εις το εξής από την απάνθρωπον τυραννίαν! να έχη έκαστος ωσάν λαμπρόν καθρέπτην εμπροστά εις τα ομμάτια του τα θεμέλια της ελευθερίας, της σιγουρότητος και της ευτυχίας του· να γνωρίζουν εμφανέστατα οι κριταί, ποίον είναι το δυσαπόφευκτον xρέος των προς τους κρινόμενους ελευθέρους κατοίκους· και οι νομοθέται και πρώτοι της διοικήσεως τον ευθύτατον κανόνα, καθ' ον πρέπει να ρυθμίζεται και ν' αποβλέπη το επάγγελμά των προς ευδαιμονίαν των πολιτών, κηρύττεται λαμπροφανώς η ακόλουθος ΔΗΜΟΣΙΑ ΦΑΝΕΡΩΣΙΣ των πολυτίμων ΔΙΚΑΙΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ1 και του ελευθέρου κατοίκου του βασιλείου.

 


Ρούμελη: έτσι ονόμαζαν οι Τούρκοι το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας εκτός από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες· αργότερα ονομάστηκε Ρούμελη η Στερεά Ελλάδα.
Βλαχομπογδανία: οι παραδουνάβιες ηγεμονίες· Μολδοβλαχία.
βδελυρός: αδιάντροπος, σιχαμερός.
ανθρωπότης: ανθρωπιά, ανθρωπισμός.
υποστατικό: αγρόκτημα.
απανθρωπότης: απανθρωπιά, σκληρότητα.
φονοκτονία: ανθρωποκτονία.
απροσωπόληπτος: αμερόληπτος, αντικειμενικός.
ρείθρο: αυλάκι.
ομόψηφος: σύμφωνος.
αγλώσσως: χωρίς λόγια.
γογγά: γογγύζει.
ώδε: έτσι.
ενανδρίζομαι: γίνομαι άντρας, αντριεύω.
ενοπλίζω: εξοπλίζω.
εμμανώς: παράφορα.
άμωμος: άψογος, άμεμπτος.
ομοθυμαδόν: ομόψυχα.
ουτιδανός: ευτελής, τιποτένιος.
σιγουρότης: ασφάλεια.
κριτής: δικαστής.
δυσαπόφευκτος: που δύσκολα μπορούμε να αποφύγουμε.
φανέρωσις: διακήρυξη.
1. Μετά την προκήρυξη ακολουθούν τα δίκαια του ανθρώπου· ένα απόσπασμά τους είναι δημοσιευμένο στο βιβλίο της Γ' Γυμνασίου.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Ο λαός... Χριστιανοί και Τούρκοι...: Να βρείτε στο κείμενο την κύρια πρόταση, στην οποία αναφέρεται η προηγούμενη έκφραση.
  2. Να γράψετε περιληπτικά το νόημα του κειμένου.
  3. Ποια χωρία του κειμένου φανερώνουν το σχέδιο του Ρήγα; Προτού απαντήσετε, συμβουλευτείτε το εισαγωγικό σημείωμα.
  4. Ένα επαναστατικό κείμενο, εκτός από τις ιδέες, εκφράζει έντονο πάθος και μεταδίδει παλμό. Πώς εκφράζεται αυτό το πάθος στο κείμενο του Ρήγα;

 

ΘΕΜΑ 7ο (Aπό το βιβλίο των κειμένων)

Μακρυγιάννης 

Απομνημονεύματα

Ο στρατηγός Μακρυγιάννης (1797-1864) γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό του Λιδορικιού, τον Αβορίτη. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια γεωργών και ποιμένων. Εξαιτίας της οικογενειακής του φτώχειας αναγκάστηκε να εργαστεί από εφτά ετών, για να συντηρηθεί. Από το 1811 εργάστηκε ως επιστάτης στην οικογένεια Αθαν. Λιδορίκη στην Άρτα. Αργότερα ασχολήθηκε με μικροεμπορικές επιχειρήσεις και το 1821 είχε οικονομική ανεξαρτησία. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και αρχικά έλαβε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ήπειρο κοντά στον οπλαρχηγό Γώγο Μπακόλα. Διακρίθηκε ιδιαίτερα στην πολιορκία της Ακρόπολης και στους Μύλους της Λέρνης, όπου νίκησε τον Ιμπραήμ (16 Ιανουαρίου 1825). Μετά την απελευθέρωση και την ίδρυση του ελληνικού κράτους ο Μακρυγιάννης αγωνίζεται κατά της οθωνικής απολυταρχίας και είναι ένας από τους πρωταγωνιστές στο κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 για την παραχώρηση συντάγματος.

Ο Μακρυγιάννης ήταν αγράμματος. Σε μεγάλη ηλικία έμαθε γράμματα, για να καταγράψει τις αναμνήσεις του από τον Αγώνα. Γράφει στον επίλογο των Απομνημονευμάτων του: «Και όσα σημειώνω, τα σημειώνω γιατί δεν υποφέρνω να βλέπω το άδικο να πνίγει το δίκιον. Δια 'κείνο έμαθα γράμματα εις τα γεράματα και κάνω αυτό το γράψιμον το απελέκητο...».

Αυτό το απελέκητο γράψιμο του Μακρυγιάννη, ο οποίος είχε το πάθος της έκφρασης, ήταν μια αποκάλυψη. Ο Σεφέρης τον χαρακτήρισε ως τον πιο σημαντικό πεζογράφο της λογοτεχνίας μας και πολλοί νεότεροι πεζογράφοι μας τον θεωρούν δάσκαλό τους. Τα Απομνημονεύματά του είναι μνημείο του νεοελληνικού λόγου.

Στο παρακάτω απόσπασμα ο Μακρυγιάννης εκθέτει ορισμένες πολιτικές του σκέψεις. Πήρε αφορμή από τις αιματηρές συμπλοκές που έγιναν στο Άργος τον Ιανουάριο του 1833, λίγες μέρες πριν από τον ερχομό του Όθωνα, όταν τα γαλλικά στρατεύματα, για να στηρίξουν την πολιτική μερίδα που ασκούσε προσωρινά την εξουσία, επιτέθηκαν κατά των αντιπάλων της ατάκτων. Μετά τη συμπλοκή οι Γάλλοι αφαίρεσαν τα όπλα από τους τελευταίους. Ανάμεσά τους ήταν και ο Μακρυγιάννης.

 

[Τέτοι' αρετή έχουν, τέτοια φώτα μάς δίνουν]

Χάριτες μεγάλες χρωστάγει η πατρίδα σ' όλους τους ευεργέτες και καταξοχή σ' αυτούς τους γενναίους κι αγαθούς άντρες. Ότι αυτείνοι, αφού οι συνεισφορές τους ήταν κι όντως μεγάλες και μας ανάστησαν εις τα δεινά μας, δε θυσίασαν ποτές δόλο κι απάτη, να κατατρέχουν πεθαμένους ανθρώπους οι ζωντανοί και οι αντρείγοι· δεν θέλουν την γης και την θάλασσα να την ρουφήσουν αυτείνοι, να μην ζήσουν άλλοι δυστυχείς και κατασκλαβωμένοι και καταφρονεμένοι τόσους αιώνες. Αφού ο Θεός τους λυπήθη και θέλει να τους αναστήσει οι άνθρωποι τους καταπολεμούν να τους φάνε, να τους χάσουνε, να τους σβήσουνε να μην ξαναειπωθούν Έλληνες. Και τι σας έκαμεν αυτό τ' όνομα των Ελλήνων εσάς των γενναίων αντρών της Ευρώπης, εσάς των προκομμένων, εσάς των πλούσιων; Όλοι οι προκομμένοι άντρες των παλαιών Ελλήνων, οι γοναίγοι όλης της ανθρωπότης, ο Λυκούργος, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής, ο Λεωνίδας, ο Θρασύβουλος, ο Δημοστένης και οι επίλοιποι πατέρες γενικώς της ανθρωπότης κοπίαζαν και βασανίζονταν νύχτα και ημέρα μ' αρετή, με 'λικρίνειαν, με καθαρόν ενθουσιασμόν να φωτίσουνε την ανθρωπότη και να την αναστήσουν να 'χει αρετή και φώτα, γενναιότητα και πατριωτισμόν. Όλοι αυτείνοι οι μεγάλοι άντρες του κόσμου κατοικούνε τόσους αιώνες εις τον Άδη σ' έναν τόπον σκοτεινόν και κλαίνε και βασανίζονται δια τα πολλά δεινά οπού τραβάγει η δυστυχισμένη μερική πατρίδα τους. Χάνοντας αυτείνοι, εχάθη και η πατρίδα τους η Ελλάς, έσβησε τ' όνομά της. Αυτείνοι δεν τήραγαν να θησαυρίσουνε μάταια και προσωρινά, τήραγαν να φωτίσουν τον κόσμο με φώτα παντοτινά. Έντυναν τους ανθρώπους αρετή, τους γύμνωναν από την κακή διαγωή· και τοιούτως θεωρούσαν γενικώς την ανθρωπότη και γένονταν δάσκαλοι της αλήθειας. Κάνουν και οι μαθηταί τους οι Ευρωπαίοι την ανταμοιβή εις τους απογόνους εμάς -γύμναση της κακίας και παραλυσίας. Τέτοι' αρετή έχουν, τέτοια φώτα μας δίνουν. Μια χούφτα απόγονοι εκείνων των παλαιών Ελλήνων χωρίς ντουφέκια και πολεμοφόδια και τ' άλλα τ' αναγκαία του πολέμου ξεσκεπάσαμεν την μάσκαρα του Γκραν Σινιόρε, του Σουλτάνου, οπού 'χε εις το πρόσωπόν του κι έσκιαζε εσέναν τον μεγάλον Ευρωπαίον. Και του πλέρωνες χαράτζι εσύ ο δυνατός, εσύ ο πλούσιος, εσύ ο φωτισμένος, και τον έλεγες Γκραν Σινιόρε, φοβόσουνε να τον ειπείς Σουλτάνο. Όταν ο φτωχός ο Έλληνας τον καταπολέμησε ξιπόλητος και γυμνός και του σκότωσε περίτου από τετρακόσες χιλιάδες ανθρώπους, τότε πολέμαγε και μ' εσένα τον χριστιανόν -με τις αντενέργειές σου και τον δόλο σου και την απάτη σου κι εφόδιασμα τις πρώτες χρονιές των κάστρων. Αν δεν τα 'φόδιαζες εσύ ο Ευρωπαίγος, ήξερες, πού θα πηγαίναμεν μ' εκείνη την ορμή. Ύστερα μας γιομόσετε και φατρίες —ο Ντώκινς μάς θέλει Άγγλους, ο Ρουγάν Γάλλους, ο Κατακάζης Ρούσους· και δεν αφήσετε κανέναν Έλληνα— πήρε ο καθείς σας το μερίδιόν του· και μας καταντήσετε μπαλαρίνες σας· και μας λέτε ανάξιους της λευτεριάς μας, ότι δεν την αιστανόμαστε. Το παιδί όταν γεννιέται, δεν γεννιέται με γνώση· οι προκομμένοι άνθρωποι το αναστήνουν και το προκόβουν. Τέτοια ηθική είχετε εσείς και προκοπή, τέτοιους καταντήσετε κι εμάς τους δυστυχείς.

 


ευεργέτες: εννοεί τους τίμιους αγωνιστές από τους οποίους οι Γάλλοι αφαίρεσαν τα όπλα.
θυσίασαν: (εδώ) χρησιμοποίησαν.
μερική πατρίδα: εννοεί την Ελλάδα ως ιδιαίτερη πατρίδα των αρχαίων Ελλήνων σοφών, τους οποίους παραπάνω χαρακτήρισε γονείς όλης της ανθρωπότητας.
χάνοντας αυτείνοι: όταν πέθαναν εκείνοι.
τήραγαν να: προσπαθούσαν να.
γύμνωναν: απομάκρυναν, απάλλασσαν.
γύμναση... παραλυσίας: άσκηση στην κακία και στη διαφθορά.
η μάσκαρα: η μάσκα, το προσωπείο.
Γκραν Σινιόρε: Μέγας Κύριος: προσωνυμία που χρησιμοποιούσαν οι Ευρωπαίοι για το Σουλτάνο.
σκιάζω: φοβίζω.
χαράτζι: χαράτσι, κεφαλικός φόρος.
περίτου: περισσότερους.
αντενέργειες: εχθρικές ενέργειες.
φατρίες: πολιτικές ομάδες, που η καθεμιά επιδιώκει τα δικά της συμφέροντα.
Ντόκινς, Ρουγάν: (Ρουάν και Κατακάζης ή Κατρακάζι)· αντιπρέσβεις των τριών «προστάτιδων» δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, οι οποίοι αναμείχτηκαν στις εσωτερικές ελληνικές υποθέσεις.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Ο Μακρυγιάννης επικρίνοντας τις επεμβάσεις των ξένων ξεκινά από μια αντίθεση, στην οποία θεμελιώνει την επιχειρηματολογία του. Να βρείτε την αντίθεση αυτή καθώς και τα επιχειρήματα που εκθέτει ο απομνημονευματογράφος.
  2. «και μας λέτε ανάξιους της λευτεριάς μας, ότι δεν την αιστανόμαστε. Το παιδί όταν γεννιέται, δε γεννιέται με γνώση· οι προκομμένοι άνθρωποι το αναστήνουν και το προκόβουν». Να σχολιάσετε την παραπάνω άποψη του Μακρυγιάννη.
  3. Μερικά χαρακτηριστικά της γλώσσας του Μακρυγιάννη είναι η λιτότητα, η παρατακτική σύνταξη, η συναισθηματική φόρτιση και οι ιδιότυπες λαϊκές εκφράσεις: Να βρείτε αντιπροσωπευτικά παραδείγματα.

 

Αφήστε μια απάντηση