ΚΡΙΤΗΡΙΟ 2 για διακοπές

Α. ΜΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Οι λέξεις και τα τούβλα

Το κείμενο είναι διασκευασμένο απόσπασμα από το βιβλίο του Φοίβου Παναγιωτίδη «Μίλα μου για γλώσσα», μια σύντομη επιστημονική εισαγωγή στη Γλωσσολογία, που επιχειρεί να δείξει πώς η σύγχρονη γλωσσολογία μπορεί να προσφέρει απαντήσεις σε κοινές απορίες και προβληματισμούς σχετικούς με τη γλώσσα εν γένει και την ελληνική γλώσσα ειδικότερα.

Συνήθως όταν μιλάμε για γλώσσα, είτε γενικά για το φαινόμενο της γλώσσας είτε για συγκεκριμένες γλώσσες, αναφερόμαστε στις λέξεις και μόνο. Με άλλα λό­για, αντιλαμβανόμαστε τη γλώσσα σαν να ήτανε λέξεις και μόνο λέξεις. Οι λέξεις όμως ανταποκρίνονται σε νοητικές έννοιες. Κατά συνέπεια, είναι λάθος να τις θε­ωρούμε απλές ταμπέλες ή ετικέτες για τα ίδια τα πράγματα στον κόσμο γύρω μας.

Αν λοιπόν πράγματι η γλώσσα ήταν απλώς ένας σωρός από λέξεις, θα απο­κτούσε μεγάλη σπουδαιότητα η υποθετική ερώτηση «ποια γλώσσα έχει τις πε­ρισσότερες λέξεις», αφού η γλώσσα με τις περισσότερες λέξεις (και μάλιστα σε έναν συγκεκριμένο τομέα, για παράδειγμα στην πληροφορική, στο εμπόριο, στην ιατρική ή στην κτηνοτροφία) θα ήταν η καταλληλότερη για να μιλήσουμε και να σκεφτούμε (στον συγκεκριμένο τομέα). Τα πράγματα όμως –ευτυχώς για την πο­ρεία της ανθρωπότητας και της ανθρώπινης σκέψης– είναι κάπως πολυπλοκότε­ρα.

Πρώτα απ’ όλα, το σύνολο των λέξεων που διαθέτει μια γλώσσα δεν παραμέ­νει σταθερό και αναλλοίωτο. Αρχαίες λέξεις έχουν εκλείψει προ πολλού από την ελληνική γλώσσα, ταυτόχρονα όμως έχουν προστεθεί χιλιάδες άλλες κάποτε με δανεισμό, κάποτε με βάση γραμματικές διαδικασίες και κάποτε με αλλαγή της σημασίας παλιότερων λέξεων. Πολύ απλά, όταν οι ομιλητές της ελληνικής χρει­άστηκαν μια λέξη για το τηλέφωνο, τη δανείστηκαν από τα γαλλικά και την προ­σάρμοσαν στις ελληνικές της καταβολές. Όταν χρειάστηκαν μια λέξη για το κινητό (τηλέφωνο), χρησιμοποίησαν μια υπάρχουσα λέξη αλλάζοντας τη σημασία της. Τέλος, όταν ορισμένοι χρειάζονται έναν όρο για κάποιον κολλημένο στο κινητό του, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις γραμματικές δυνατότητες της ελληνικής και να παράγουν το «κινητ-άκιας» (κατά το «στοιχηματ-άκιας» κ.ο.κ.)

Και κάτι ακόμα, καμιά λέξη δεν είναι ιδιοκτησία μιας συγκεκριμένης γλώσσας. Ο δανεισμός μεταξύ γλωσσών δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση σημερινό ή ασυ­νήθιστο φαινόμενο. Το αντίθετο, μάλιστα. Υπάρχουν γλώσσες, όπως τα αγγλικά, τα τουρκικά, τα ιαπωνικά και τα ελληνικά, που ένα μεγάλο μέρος του λεξιλογίου τους είναι «εισαγόμενο», προϊόν δανεισμού. Έτσι υπολογίζεται ότι το 40% των αγ­γλικών λέξεων είναι δάνεια από τα γαλλικά. Ωστόσο, κανείς δεν θ’ αποτολμούσε να θεωρήσει την αγγλική διάλεκτο της γαλλικής. Κοινώς, τα αγγλικά δεν είναι γαλ­λικά, τα τουρκικά δεν είναι περσοαραβικά και ούτω καθεξής. Γιατί; Γιατί η γλώσσα δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις.

Τι είναι λοιπόν γλώσσα; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα, ας χρησιμοποιή­σουμε μια μεταφορά. Αν οι λέξεις είναι δομικά υλικά, όπως τα τούβλα και οι πέ­τρες, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε πως όποιος έχει έναν σωρό από δομικά υλικά έχει αυτομάτως μια συνοικία με κτήρια, δρόμους και πλατείες. Αυτό που θα έλειπε στην προκειμένη περίπτωση είναι τα σχέδια, η τεχνική και η μέθοδος συνδυασμού των υλικών, δηλαδή οι δομικοί κανόνες με τους οποίους χτίζεται ένας τοίχος, ένας όροφος, ένα σπίτι. Επομένως (μια) γλώσσα δεν είναι μό­νον οι λέξεις, αλλά και οι γραμματικοί κανόνες που διέπουν τον συνδυασμό των λέξεων (σύνταξη), οι γραμματικοί κανόνες σχηματισμού των λέξεων (μορφολο­γία) και οι γραμματικοί κανόνες για το πώς προφέρεται μια γλώσσα (φωνολογία).

Φοίβος Παναγιωτίδης, Μίλα μου για γλώσσα. Ηράκλειο Κρήτης: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2017, σελ. 17-21 (διασκευή)

Παρατηρήσεις

ΘΕΜΑ 1

ΘΕΜΑ 1α

Να επαληθεύσετε ή να διαψεύσετε σύμφωνα με το κείμενο της παρακάτω διαπι­στώσεις γράφοντας δίπλα σε κάθε πρόταση τη λέξη Σωστό, αν η πρόταση είναι σωστή, ή τη λέξη Λάθος, αν η πρόταση είναι λανθασμένη. Να δικαιολογήσετε τις απαντήσεις σας με αποσπάσματα από το κείμενο.

  1. Οι λέξεις αντιστοιχούν σε νοητικές αναπαραστάσεις των πραγμάτων που περι­βάλλουν τον άνθρωπο.
  2. Το σύνολο των λέξεων μιας γλώσσας μεταβάλλεται με την πάροδο των χρόνων.
  3. Η προσθήκη νέων λέξεων σε μια γλώσσα γίνεται κυρίως με τον δανεισμό από άλλες γλώσσες.
  4. Ο δανεισμός μεταξύ γλωσσών αποτελεί ένα διαχρονικό φαινόμενο.
  5. Η γλώσσα κάθε λαού συναποτελείται από τη σύνταξη, τη γραμματική και τη φωνολογία.

Μονάδες 10

ΘΕΜΑ 1β

«Πρώτα απ’ όλα, το σύνολο… δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις». Να παρου­σιάσετε συνοπτικά (70-80 λέξεις) το περιεχόμενο του αποσπάσματος.

Μονάδες 20

Εναλλακτικά

ΘΕΜΑ 1β

«Τι είναι λοιπόν γλώσσα;… μια γλώσσα (φωνολογία)». Για ποιον λόγο υποστηρίζει ο συγγραφέας ότι τελικά η γλώσσα δεν αποτελείται μόνο από λέξεις; (60-70 λέξεις)

Μονάδες 20

ΘΕΜΑ 2

ΘΕΜΑ 2α

«Πρώτα απ’ όλα, το σύνολο… δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις». Ποιος είναι ο βασικός ισχυρισμός του συγγραφέα στην παραπάνω παράγραφο; Πώς ο τρό­πος που επιλέγει να αναπτύξει την παράγραφο συμβάλλει στη στήριξη αυτού του ισχυρισμού;

Μονάδες 20

Εναλλακτικά

ΘΕΜΑ 2α

Να καταγράψετε τρεις διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις που εξασφαλίζουν τη συ­νοχή της πρώτης παραγράφου του κειμένου. Να γράψετε τι δηλώνει καθεμία από αυτές και να τις αντικαταστήσετε με άλλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις χωρίς να αλλοιώσετε το νόημα του κειμένου.

Μονάδες 20

ΘΕΜΑ 2β

(Τράπεζα Θεμάτων 2020)

Ένα από τα σημεία στίξης που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας στο κείμενό του είναι τα εισαγωγικά. Να εντοπίσεις τα σχετικά χωρία και να εξηγήσεις τη λειτουργία των εισαγωγικών σε καθένα από αυτά.

Μονάδες 10

Εναλλακτικά

ΘΕΜΑ 2β

«Συνήθως όταν μιλάμε για γλώσσα, είτε γενικά για το φαινόμενο της γλώσσας είτε για συγκεκριμένες γλώσσες, αναφερόμαστε στις λέξεις και μόνο. Με άλλα λόγια, αντιλαμβανόμαστε τη γλώσσα σαν να ήτανε λέξεις και μόνο λέξεις. Οι λέξεις όμως ανταποκρίνονται σε νοητικές έννοιες. Κατά συνέπεια, είναι λάθος να τις θεωρού­με απλές ταμπέλες ή ετικέτες για τα ίδια τα πράγματα στον κόσμο γύρω μας». Να ξαναγράψετε το παραπάνω απόσπασμα αντικαθιστώντας το α’ πληθυντικό πρό­σωπο με το γ’ πληθυντικό. Με ποιο από τα δύο ρηματικά πρόσωπα το ύφος του κειμένου γίνεται αντικειμενικό και αποστασιοποιημένο;

Μονάδες 10

ΘΕΜΑ 3

(Τράπεζα Θεμάτων 2020)

«Η γλώσσα δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις». Το σχολείο σου ετοιμάζει ένα αφιέρωμα στη σχολική εφημερίδα με κεντρικό θέμα την ελληνική γλώσσα. Γράφεις ένα άρθρο στο οποίο σχολιάζεις τη θέση αυτή, αναπτύσσοντας την επι­χειρηματολογία σου για τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της γλώσσας ως μέσου επι­κοινωνίας αλλά και ως πολιτισμικού αγαθού. (250-300 λέξεις)

Μονάδες 40

ΚΡΙΤΗΡΙΟ 1 για διακοπές

Οι ξένες γλώσσες στο σχολείο

Είναι περίεργο. Με τη χειρότερη ίσως –σε μέσα, χρόνο, μέθοδο, αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων κ.λπ.– ξενόγλωσση σχολική εκπαίδευση, η Ελλάδα ανήκει στις χώρες με την υψηλότερη γλωσσομάθεια! Οι Έλληνες μαθαίνουν τελικά ξένες γλώσσες. Η γλωσσομάθεια των Ελλήνων ανάμεσα στους πολίτες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είναι στατιστικώς αποδεδειγμένη.

Μόνο που μαθαίνουν ξένες γλώσσες πληρώνοντας «έξτρα». Με άλλα λόγια, την απαραίτητη πια σήμερα για τον πολίτη της Ευρώπης γνώση μίας τουλάχιστον ξένης γλώσσας (απαραίτητη υπό τις σημερινές συνθήκες όσο τα μαθηματικά λ.χ. ή και αυτή ακόμα η μητρική γλώσσα, ας μη φανεί υπερβολή) την έχουμε παραχωρήσει στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στα φροντιστήρια και στα ιδιωτικά σχολεία, προς δόξαν και πάλι της «δωρεάν παιδείας» που παρέχουμε στην Ελλάδα. Γιατί, όσο κι αν έχει βελτιωθεί η κατάσταση έναντι του παρελθόντος, όσο κι αν διαθέτουμε σήμερα πια στη δημόσια εκπαίδευση ένα καλό δυναμικό, ικανό να διδάξει σωστά την ξένη γλώσσα, η κατάσταση στη δημόσια εκπαίδευση από πλευράς ξενόγλωσσης παιδείας παραμένει προβληματική έως απογοητευτική. Τα παιδιά δεν μαθαίνουν μέσα στο σχολείο μία έστω ξένη γλώσσα σε επίπεδο που να μπορούμε να πούμε ότι τη γνωρίζουν. Για απόκτηση πιστοποιητικού γνώσης της ξένης γλώσσας, με μόνη τη διδασκαλία στο δημόσιο σχολείο, δεν μπορεί φυσικά να γίνει λόγος, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα.

Κι όμως, η κατάσταση της παιδείας μας και στον τομέα αυτόν πρέπει και μπορεί να αλλάξει ριζικά. Δεν είναι ανέφικτο να μαθαίνουν οι μαθητές μας μέσα στο σχολείο τους μία τουλάχιστον ξένη γλώσσα. Χρειάζεται να αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας των ξένων γλωσσών στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, να χρησιμοποιούνται κατάλληλα ξενόγλωσσα βιβλία και αποτελεσματικές μέθοδοι διδασκαλίας, να γίνεται η διδασκαλία της ξένης γλώσσας σε ολιγομελή και ομοιογενή, από πλευράς γνώσης και επίδοσης, τμήματα μαθητών, να στηρίζεται οπτικοακουστικά με σύγχρονα τεχνολογικά εκπαιδευτικά μέσα (μαγνητόφωνο, βίντεο, ηλεκτρονικό υπολογιστή), και να έχουν οι διδάσκοντες της ξένης γλώσσας την απαιτούμενη επιστημονική και διδακτική επάρκεια. Αν γίνουν όλα αυτά, τότε ασφαλώς τα αποτελέσματα θα είναι πολύ καλύτερα.

Γ. Μπαμπινιώτης, Παιδεία, Εκπαίδευση και Γλώσσα (Αθήνα: Gutenberg, 1994).

Παρατηρήσεις

Α. Να αποδώσετε το κείμενο περιληπτικά σε 80-100 λέξεις.

Β1. Να επιλέξετε τη σωστή απάντηση.

Γλωσσομάθεια σημαίνει:

  • εκμάθηση της μητρικής γλώσσας.
  • διδασκαλία ξένων γλωσσών.
  • γνώση ξένων γλωσσών.
  • χρήση ξένων λέξεων σε μια άλλη γλώσσα.

Β2. «Η διδασκαλία της ξένης γλώσσας χρειάζεται να στηρίζεται οπτικοακουστικά με σύγχρονα τεχνολογικά εκπαιδευτικά μέσα». Να αναπτύξετε και να αιτιολογήσετε την περίοδο αυτή σε μια παράγραφο με 60-80 λέξεις.

Β3. Να γράψετε μια αντώνυμη για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου: ιδιωτική, έχει βελτιωθεί, γνωρίζουν, ανέφικτο, ολιγομελή.

Β4. γλωσσομάθεια, εκπαίδευση, ξενόγλωσση, διαθέτουμε, παραμένει, ομοιογενή, οπτικοακουστικά, μαγνητόφωνο:

  • Να διακρίνετε τις λέξεις στα συνθετικά τους μέρη.
  • Να φτιάξετε από μια νέα σύνθετη λέξη διατηρώντας το β΄ συνθετικό.

Παραγωγή Λόγου

Γ. Γιατί θεωρείται απαραίτητη στην εποχή μας η καλή γνώση ξένων γλωσσών; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με επιχειρήματα και παραδείγματα από τη σύγχρονη ζωή (400-600 λέξεις)

φωτογραφιεςγια εφηβεία και γηρατειά

TA 3 KEIMENA ΓIA THN ENOTHTA NEOI – ΓΕΡΟΙ

Δείχνοντας ενσυναίσθηση προς τους ηλικιωμένους

Κείμενο Δείχνοντας ενσυναίσθηση προς τους ηλικιωμένους Το κείμενο δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο www.grandmama.gr (προσπέλαση 26. 4. 2021). H Γιαννούλα Δικαίου επισημαίνει τη σημασία της ενσυναίσθησης προς τους ηλικιωμένους και την αναγκαιότητα κατανόησης των προβλημάτων τους.

  • Φύλλο εργασίας για το 1ο κείμενο (21 λεπτά)

    Με βάση το κείμενο:

  • α.Τι είναι η ενσυναίσθηση και για ποιους λόγους πρέπει να την δείχνουμε στους ηλικιωμένους. Να δώσετε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

  • β.Να δώσετε στο κείμενο α. Έναν άλλο μεταφορικό / συνυποδηλωτικό τίτλο και β. Έναν άλλο δικό σας κυριολεκτικό τίτλο.

«Εκεί που είσαι ήμουνα και εδώ που είμαι θα έρθεις.» Το έχουμε ακούσει όλοι, ίσως από τους γονείς ή τους παππούδες μας. Μπορεί μάλιστα να το έχουμε πει και εμείς οι ίδιοι στα παιδιά μας. Κατά πόσο, όμως, μπορούμε να έρθουμε στη θέση του άλλου και να δείξουμε κατανόηση και ενσυναίσθηση τελικά; Η ενσυναίσθηση αποτελεί έναν όρο απλό και, ταυτόχρονα, σύνθετο. Απλό, γιατί η έννοιά του αναγνωρίζεται, πλέον, από τους περισσότερους κι όχι μόνο από ειδικούς του χώρου της ψυχολογίας ή συναφών επιστημών. Παρατηρούμε να καταλαμβάνει προνομιούχο θέση ακόμη και σε συζητήσεις ανθρώπων που έτυχε, απλά, να ακούσουν τον όρο αυτό (π.χ. «Να δείχνεις ενσυναίσθηση στο παιδί σου, μην το καταπιέζεις, αφουγκράσου το!»). Και παρόλο που θεωρητικά και σημασιολογικά πρόκειται για κάτι απλό (ενσυναίσθηση <εν + συν +αισθάνομαι = μπαίνω στη θέση του άλλου, στα «παπούτσια» του, όπως λένε και οι Άγγλοι, τον καταλαβαίνω, τον συναισθάνομαι), πρακτικά υπάρχει, ίσως, μια συνθετότητα. Σήμερα, λοιπόν, σκέφτηκα πως η συνθετότητα αυτή έγκειται στη στάση που καλούμαστε να τηρήσουμε απέναντι στους ηλικιωμένους. Στο παράδειγμα με το μικρό μας παιδί, ναι μπορούμε να είμαστε πιο ενσυναισθητικοί. Γιατί, ίσως, περάσαμε κι εμείς από αυτή την ηλικία, τη βιώσαμε και τη νιώσαμε μέσα από τα μάτια της παιδικής μας ψυχής, γεγονός που μας προβλημάτισε και μας έκανε, πράγματι, πιο ενσυναισθητικούς και ευαίσθητους σήμερα απέναντι στα δικά μας παιδιά. Είμαστε, όμως, ενσυναισθητικοί απέναντι στους ηλικιωμένους; Γιατί έχουμε αντοχές για το παιδί μας και δεν θα μπορούσε καν να μας περάσει από το μυαλό το ενδεχόμενο να το εγκαταλείψουμε σε κάποιο ίδρυμα, όταν αυτό ξεπερνά τα όρια, ενώ για τους ηλικιωμένους είμαστε πιο δεκτικοί σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο (π.χ. κάποιο γηροκομείο) σε στιγμές ανάλογης εξάντλησης; Εντάξει … δεν έχουμε βιώσει την Τρίτη Ηλικία, δεν γνωρίζουμε τις απαιτήσεις και τις ανάγκες της. Και είναι λογικό … είμαστε ακόμα νέοι ή τέλος πάντων πριν το κατώφλι αυτής της ηλικιακής φάσης. Πολλοί μάλιστα λένε ότι οι νέοι δεν θέλουν να βρίσκονται κοντά σε ηλικιωμένους για πολύ, διότι η επαφή αυτή, υποσυνείδητα, τους υπενθυμίζει το θάνατο…! Ξέρετε, το γήρας ή αν θέλετε να το πω πιο «κομψά» η ωρίμανση δεν συμβαίνει από τη μια στιγμή στην άλλη. Περνάμε φάσεις. Η κρίση της ηλικίας των 30, των 40 και των 50 - με τις ενδιάμεσες κρίσεις για πολλούς - σίγουρα μας δίνουν τη δυνατότητα να έρθουμε λίγο πιο κοντά σε αυτό που βιώνει ο ηλικιωμένος. Γιατί, πραγματικά, ευτυχώς ή δυστυχώς, η παιδική και νεανική ηλικία είναι σύντομη. Ας μπούμε, λοιπόν, στη θέση τους, γιατί οι περισσότεροι από εμάς βρεθήκαμε, έστω για λίγο, σε παρόμοιες στιγμές ανασφάλειας. Μπορούμε να βοηθήσουμε με μια απλή κουβέντα, έναν όμορφο λόγο και την αμέριστη, φυσικά, συμπαράστασή μας, όχι απαραίτητα, για να «ανθίσουν», όπως πρώτα, αλλά για να αντέξουν, ζώντας με ποιότητα κι αξιοπρέπεια.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ 2

 

  • **Φύλλο εργασίας για το 2ο κείμενο( 21-λεπτά)

    Με βάση το κείμενο:

    • α. Ποιες σημαντικές αλλαγές επιφέρουν τα γηρατειά στη ζωή του ανθρώπου; Σε ποιους τομείς;

    • β. Με ποιες διαρθρωτικές λέξεις επιτυγχάνεται η συνοχή στην πρώτη παράγραφο (Η «τρίτη

Τρίτη ηλικία

α Η «τρίτη ηλικία» ή τα γηρατειά είναι μια συνεχιζόμενη και εξελισσόμενη διαδικασία, που αρχίζει σε διαφορετική στιγμή και εξελίσσεται με διαφορετικό ρυθμό. Ακόμη, συνοδεύεται από διαφορετικές για τον κάθε άνθρωπο βιολογικές, ψυχολογικές, κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές. Εύλογα, λοιπόν, ο ορισμός της τρίτης ηλικίας είναι πολυσύνθετος και κάθε επιστήμη προσεγγίζει την ηλικία αυτή από τη δική της σκοπιά. Σύμφωνα με τη βιολογία, γηρατειά είναι το βιολογικό φαινόμενο κατά το οποίο οι ζωντανοί οργανισμοί παρουσιάζουν προοδευτική κάμψη των φυσιολογικών λειτουργιών τους. Έτσι, μειώνεται βαθμιαία η δύναμη στα ηλικιωμένα άτομα. Παράλληλα, αρχίζουν να εμφανίζονται χρόνιες ασθένειες. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η μείωση της δραστηριότητας του ατόμου, η ελάττωση του αποθέματος ενέργειάς του και μια ποικιλία άλλων εξωτερικών (φυσιογνωμικών και αισθητικών) αλλαγών. Η ψυχολογία από την πλευρά της υπογραμμίζει κυρίως τις μεταβολές του κεντρικού νευρικού συστήματος, που έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της ικανότητας της αντίληψης. Επίσης, ενδιαφέρεται για την άμβλυνση1 των αισθήσεων, καθώς και την ελάττωση της ικανότητας για τη σωστή χρήση πληροφοριών. Η κοινωνιολογία, και ιδιαίτερα η κοινωνική ψυχολογία, ενδιαφέρεται για τις αλλαγές που υφίσταται η κοινωνική ομάδα των ηλικιωμένων στις σχέσεις της με τις άλλες κοινωνικές ομάδες. Ειδικότερα, παρατηρεί ότι αλλάζει ο ρόλος των ηλικιωμένων μέσα στην οικογένεια και η σχέση τους με τον χώρο της εργασίας τους, εφόσον μετά τη συνταξιοδότηση απομακρύνονται από αυτόν και συχνά ζουν στο περιθώριο. Ακόμη, μελετά το πώς μεταβάλλεται η συμπεριφορά της κοινωνίας απέναντι στους ηλικιωμένους και αυτών απέναντι στην κοινωνία, γεγονός που οφείλεται κυρίως στον περιορισμό των δραστηριοτήτων τους. Τέλος, οι οικονομικές επιστήμες προσεγγίζουν την τρίτη ηλικία από οικονομική άποψη. Μελετούν, δηλαδή, πόσα άτομα είναι οικονομικά ενεργά, πόσα 1 άμβλυνση: μείωση, ελάττωση συνταξιοδοτούνται, πόσα είναι άπορα και πόσα έχουν πρόσθετες οικονομικές ανάγκες λόγω προβλημάτων υγείας και στέγης. Από όλες αυτές τις προσεγγίσεις στην τρίτη ηλικία γίνεται σαφές πως είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ορίσει κανείς αυτήν την ομάδα. Για λόγους καθαρά πρακτικούς έχει οριστεί το 60ο ή το 65ο έτος της ηλικίας των ανθρώπων ως ενδεικτικό της έναρξης της γεροντικής ηλικίας, γιατί στις περισσότερες χώρες το άτομο συνταξιοδοτείται, όταν φθάσει σ’ αυτή την ηλικία. Ωστόσο, πολλοί επιστήμονες κάνουν τον διαχωρισμό μεταξύ «τρίτης» και «τέταρτης ηλικίας» και χρησιμοποιούν ως κριτήριο διάκρισης των δύο αυτών ηλικιακών ομάδων τη δυνατότητα του ατόμου για αυτοεξυπηρέτηση.

Μ. Μαλικιώση – Λοΐζου. (2000). «Τρίτη ηλικία». Στο: Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια Λεξικό, τ. 8ος, σελ. 4838. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα (διασκευή).

 

Φύλλο εργασίας για το 3ο Κείμενο(21 λεπτά)

Με βάση το κείμενο:

a.Ποια χαρακτηριστικά αποδίδει ο Καβάφης στον γέρο;

β.Ποιος ο ρόλος της Φρόνησης μέσα στο ποίημα;

Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος·
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.

Και μες των άθλιων γηρατειών την καταφρόνια
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.

Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.

Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα·
και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! —
την ψεύτρα που έλεγε· «Aύριο. Έχεις πολύν καιρό.»

Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.

…. Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.

(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984) 

 

 

 

 

 

 

ΓΕΡΟΣ (Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ)

Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος·
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.

Και μες των άθλιων γηρατειών την καταφρόνια
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.

Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.

Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα·
και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! —
την ψεύτρα που έλεγε· «Aύριο. Έχεις πολύν καιρό.»

Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.

…. Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.

(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984) 

 

 

 

ΠΗΓΗ: www.kavafis.gr

 

Εικόνα: https://cuartilla.wordpress.com/2010/03/06/68/

Μια νύχτα…. Διήγημα του Αντώνη Σαμαράκη

Κάναμε στην τάξη με τα παιδιά το εν λόγω κείμενο από το βιβλίο του Αντώνη Σαμαράκη «Ζητείται Ελπίς»

ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ

Nα δώσετε εσείς...το δικό σας τέλος στο διήγημα

Επέκταση

Τι θα ρωτούσατε τον συγγραφέα,  αν τον είχατε μπροστά σας;

 

 

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΣΑΠΦΩ, ΜΙΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΠΟΙΗΤΡΙΑ

Εγραψε για τον έρωτα χωρίς ενδοιασμούς, εξύμνησε τη γυναικεία ομορφιά αλλά και την γοητεία της γυναικείας ιδιοσυγκρασίας. Όπως κι αν έζησε βέβαια η Σαπφώ, όποια κι αν ήταν, δεν έμεινε στην Ιστορία άδικα ως η μεγαλύτερη ποιήτρια της αρχαιότητας! Ο ζωντανός, έντονος και συναισθηματικά φορτισμένος τρόπος γραφής της έμελλε να έχει απήχηση στο παγκόσμιο κοινό κάθε εποχής, κάνοντας τους στίχους της πραγματικά πανανθρώπινους.

Και βέβαια, από κοινού με τους άλλους μεγάλους λυρικούς της αρχαιότητας, όπως ο Αλκαίος και ο Πίνδαρος, συνέβαλε τα μέγιστα στην απομάκρυνση της αρχαιοελληνικής ποιητικής παράδοσης από το δράμα και το έπος.

 

ΣΑΠΦΩ

ΕΡΩΤΙΚΗ ΑΝΤΙΖΗΛΙΑ

 

Μου φαίνεται ίσος με θεό πως είναι

κείνος ο άντρας που απέναντί σου

κάθεται, και που τη γλυκιά φωνή σου

σκύβει ν’ ακούσει

 

κι αυτό το γέλιο σου που ανάβει πόθους. Μα εμένα

μέσα στα στήθια σπαρταρά η καρδιά μου: λίγο

μονάχα αν σε κοιτάξω, τότε αμέσως

σβήνει η φωνή μου,

 

βουβαίνεται η γλώσσα τσακισμένη· νιώθω

κάτω απ’ το δέρμα μου μια σιγανή να τρέχει

φλόγα· τα μάτια μου δεν βλέπουν·

βουίζουνε τ’ αφτιά μου·

 

 

με περιλούζει κρύος ιδρώτας· με κυριεύει

ολόκληρη ένα τρέμουλο· στην όψη

γίνομαι πιο χλωρή κι απ’ το χορτάρι· λίγο ακόμα

και θα μου βγει η ψυχή, νομίζω.

Μα όλα πρέπει να τ’ αντέξω.

 

 

Ο Έρως με δονεί, με παραλύει,

γλυκόπικρο, αμάχητο ερπετό.

*

Ήρθες –και πώς σ’ αποζητούσα–

και το μυαλό μού δρόσισες, που τό ’καιγε ο πόθος.

 

*

Ο Έρως μου τράνταξε τον νου

σαν άνεμος, που στις βουνίσιες δρυς έχει χυμήξει.

 

 

Α ΣΤΑΣΙΜΟ ΑΝΤΙΓΟΝΗΣ

ΧΟΡ. Έρωτ᾽ ανίκητε στον πόλεμο

που κάνεις κτήμα σου όπου πέσεις,

που στ᾽ απαλά τα μάγουλα

της κορασίδας νυχτερεύεις

και γυρνάς πάνω από τα πέλαγα

και στους πιο απόμερους τους τόπους,

δε σου ξεφεύγει εσένα ούτε θεός

ούτε κανείς απ᾽ τους λιγόζωους ανθρώπους

κι όποιον θα πιάσεις γίνεται τρελός.

 

Εσύ και των δικαίων τους λογισμούς

στην αδικία ξεσέρνεις για όλεθρό τους,

εσύ έχεις και την έχθρ᾽ ανάψει αυτή

ανάμεσα  στο παιδί και το γονιό του·

μα ολόφαντος μέσ᾽ απ᾽ τα βλέφαρα

της νύφης τής λαχταριστής νικάει ο Πόθος,

πάρεδρος των μεγάλων των θεσμών

που αιώνια κυβερνούν τον κόσμο·

γιατί ανίκητη η Κύπριδα παίζει με μας.

 

 

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

 

Αν βουληθώ

 

Αν βουληθώ, αν βουληθώ

να σ’ αρνηθώ

να σ’ απολησμονήσω

να μην εβρώ νερό να πιω

μη ρούχο να φορήσω

 

Αν βουληθώ, αν βουληθώ

να σ’ αρνηθώ

να σ’ απολησμονήσω

να μην μπορώ φιλί να βρω

μη δάκρυ να δακρύσω!

 

 

ΓΙΑΣΕΜΙ ΜΟΥ

 

Το γιασεμί στην πόρτα σου

γιασεμί μου

ήρθα να το κλαδέψω

ωχ γιαβρί μου

και νόμισε η μάνα σου

γιασεμί μου

πως ήρθα να σε κλέψω

ωχ γιαβρί μου

 

Το γιασεμί στην πόρτα σου

γιασεμί μου

μοσκοβολά τις στράτες

ωχ γιαβρί μου

κι η μυρωδιά του η πολλή

γιασεμί μου

σκλαβώνει τους διαβάτες

ωχ γιαβρί μου

ΜΙΚΡΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΕΡΩΦΙΛΗ ΤΟΥ ΧΟΡΤΑΤΣΗ

ΕΡΩ.

Τόσες δεν είναι οι ομορφιές, τόσα δεν είν' τα κάλλη,

μα τούτο εκ την αγάπη σου γεννάται* τη μεγάλη.

Μα γή όμορφή 'μαι γή άσκημη, Πανάρετε ψυχή μου,

για σέναν εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου.

 

ΠΑΝ.

 

Νερό δεν έσβησε φωτιά ποτέ, βασίλισσά μου,

καθώς τα λόγια τα γροικώ* σβήνουσι την πρικιά* μου.

Μ' όλον ετούτο, αφέντρα μου, μα την αγάπη εκείνη,

που μας ανάθρεψε μικρά, και πλια παρ' άλλη εγίνη

πιστή και δυνατότατη σ' εμένα κι εις εσένα,

και τα κορμιά μας σ'άμετρο* πόθο κρατεί δεμένα,

περίσσα* σε παρακαλώ ποτέ να μην αφήσεις

να σε νικήσει ο βασιλιός, να μ' απολησμονήσεις.

ΜΙΚΡΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟ

  APETOYΣA

 

Λέγει τση μιά από τσι πολλές· “Nένα, τον Kόσμο χάνω,

γιατί ήβαλα στο λογισμό να πέσω ν’ αποθάνω·

γ-ή πούρι κι ο Pωτόκριτος τα Πάθη μου ν’ ακούσει,

και ταχτικά τα χείλη μου μιάν ώρα να τα πούσι,

με γνώση, εις μόδο φρόνιμον, οπού να μη γρικήσει,

πως έχω Aγάπης βάσανα, πως έχω Πόθου κρίση.

Θωρείς με πώς επόδωκα, πάντα γρινιώ και κλαίγω,

κι ό,τι μιλήσω κι ό,τι πω, πάντα για κείνον λέγω.”

ΚΑΒΑΦΗΣ

ΕΠΕΣΤΡΕΦΕ

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, 

αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με-

όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,

κ’ επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα·

όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,

κ’ αισθάνονται τα χέρια

σαν ν’ αγγίζουν πάλι.

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,

όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται

 

 

Ηδονή

 

Χαρά και μύρο της ζωής μου η μνήμη των ωρών

που ηύρα και που κράτηξα την ηδονή ως την ήθελα.

Χαρά και μύρο της ζωής μου εμένα, που αποστράφηκα

την κάθε απόλαυσιν ερώτων της ρουτίνας.

 

Έτσι Πολύ Ατένισα-

 

Τὴν ἐμορφιὰ ἔτσι πολὺ ατένισα,

ποῦ πλήρης εἶναι αὐτῆς ἡ ὅρασίς μου.

 

Γραμμὲς τοῦ σώματος. Κόκκινα χείλη. Μέλη ἡδονικά.

Μαλλιὰ σὰν ἀπὸ ἀγάλματα ἑλληνικά παρμένα·

πάντα ἔμορφα, κι ἀχτένιστα σὰν εἶναι,

καὶ πέφτουν, λίγο, ἐπάνω στ’ ἄσπρα μέτωπα.

Πρόσωπα τῆς ἀγάπης, ὅπως τἄθελεν

ἡ ποίησίς μου……. μὲς στὲς νύχτες τῆς νεότητός μου,

μέσα στὲς νύχτες μου, κρυφά, συναντημένα……


ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ
Κι ήμουν στο σκοτάδι.

Κι ήμουν το σκοτάδι.

Και με είδε μια αχτίδα.

Δροσούλα το ιλαρό το πρόσωπό της

κι εγώ ήμουν το κατάξερο ασφοδίλι.

Πώς μ’ έσεισε το ξύπνημα μιας νιότης,

πώς εγελάσαν τα πικρά μου χείλη!

Σάμπως τα μάτια της να μου είπαν ότι

δεν είμαι πλέον ο ναυαγός κι ο μόνος,

κι ελύγισα σαν από τρυφερότη,

εγώ που μ’ είχε πέτρα κάνει ο πόνος.

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ

 

ΕΛΥΤΗΣ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ

 

Οδυσσέα Ελύτη, Το Μονόγραμμα (αποσπάσματα)

ΙΙΙ

ΆΝΝΑ

Έτσι μιλώ για σένα και για μένα

ΔΙΟΜΗΔΗΣ

Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ’ αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά — κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μες από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουμε

ΑΝΝΑ

Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το «τί» και το «έ»
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φώς κι η σκιά

ΔΙΟΜΗΔΗΣ

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο

ΑΝΝΑ
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά

Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά

ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει

ΑΝΝΑ
Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Επειδή σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα και εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει:

ΔΙΟΜΗΔΗΣ

Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή

ΑΝΝΑ

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου

ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς

ΑΝΝΑ
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου

Να μιλώ για σένα και για μένα.

ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

ΚΙ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΕΙΜΑΣΤΕ ΗΔΗ ΝΕΚΡΟΙ

 

ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΠΑΝΤΟΥ

Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,

μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου.

Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ ᾿χει καρδιά.

Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται

νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.

 

Τὴν ἀγάπη μας αὔριο, θὰ τὴ διαβάζουν τὰ παιδιὰ στὰ σχολικὰ βιβλία, πλάι στὰ ὀνόματα τῶν ἄστρων καὶ τὰ καθήκοντα τῶν συντρόφων.

Ἂν μοῦ χάριζαν ὅλη τὴν αἰωνιότητα χωρὶς ἐσένα,

θὰ προτιμοῦσα μιὰ μικρὴ στιγμὴ πλάι σου.

 

Θὰ θυμᾶμαι πάντα τὰ μάτια σου, φλογερὰ καὶ μεγάλα,

σὰ δύο νύχτες ἔρωτα, μὲς στὸν ἐμφύλιο πόλεμο.

 

Ἄ! ναί, ξέχασα νὰ σοῦ πῶ, πὼς τὰ στάχυα εἶναι χρυσὰ κι ἀπέραντα, γιατὶ σ᾿ ἀγαπῶ.

 

Κλεῖσε τὸ σπίτι. Δῶσε σὲ μιὰ γειτόνισσα τὸ κλειδὶ καὶ προχώρα. Ἐκεῖ ποὺ οἱ φαμίλιες μοιράζονται ἕνα ψωμὶ στὰ ὀκτώ, ἐκεῖ ποὺ κατρακυλάει ὁ μεγάλος ἴσκιος τῶν ντουφεκισμένων. Σ᾿ ὅποιο μέρος τῆς γῆς, σ᾿ ὅποια ὥρα,

ἐκεῖ ποὺ πολεμᾶνε καὶ πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ ἕνα καινούργιο κόσμο… ἐκεῖ θὰ σὲ περιμένω, ἀγάπη ΜΟΥ!

ΡΙΤΣΟΣ

 

ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΈΡΩΤΑ

Βιάζονταν πολύ να φιληθούν. Μπήκαν στο σπίτι. Κλείδωσαν.Τις δυο καρέκλες τις άφησαν στον κήπο. Όσο έλειπαν τα πουλιά οικειοποιήθηκαν τις καρέκλες τους, τις έκανανσκάλες για τα δωμάτια τους. Όταν βράδιασε, όλα τα κατάπιανε τα φύλλα, χτυπώντας ηδονικά τις γλώσσες τους.

Οι δυο καρέκλες περίμεναν ακόμη σα δυο μικρά ικριώματα

στο χείλος μιας πράσινης μοναξιάς μπροστά στο φεγγάρι.

ΜΑΤΣΗ ΧΑΤΖΗΛΑΖΑΡΟΥ ΕΡΩΣ ΜΕΛΑΧΡΙΝΟΣ

Σκέπτουμαι μια ζωή που θα ‘τανε βαριά σα σήμερα,

μονάχα αν έλειπες ταξίδι. Το πρωί σκέπτουμαι

τα μέλη σου σφιχτοδεμένα – εκεί κάπως εντοπίζω

την αγκαλιά σου. Το βράδυ βλέπω τα χείλια σου σαν

το δαγκωμένο φρούτο.

Έλα, η μέρα είναι τόσο ωραία – τα ποιήματα που

αγαπώ θέλω να τα ζήσω μαζί σου. Μπορούσα τόσα πράματα

να τα μετατρέψω σε χαρά και να σ’ τα δώσω.

Κάθε στιγμή μπορούσα να σου την κάνω μουσική

πρωτόγονη, γούνα μαλακιά, ζεστή, ηλεκτρισμένη, που

βουλιάζει βαθιά μέσα. Χορός τέλεια ελεύθερος, αντί από

μέλη να ‘χεις φτερά, και πάλι φτερά ονείρου. Ή μυρουδιές

—μήπως θέλεις μυρουδιές; Τότε θα ‘ναι μυρουδιές δροσερές,

σαν μικροί καταρράκτες όλο πολυτρίχι – ή σαν γιαλός

το πρωινό όπου βγαίνει και λιάζεται το φύκι, ο σταυρός,

ο αχινός – και το κύμα στην αμμουδιά δεν είναι σοβαρό,

μα παίζει. Πέρα βέβαια η θάλασσα έχει μιαν απαλή τραγικότητα.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

Σαν τον καφέ είναι ο έρωτας

Αλλοι τον προτιμούν βαρύγλυκο,

άλλοι τον θέλουν με ολίγη

οι πιο πολλοί τον πίνουν με μέτρο

όλοι το λιδιο τον πληρώνουν

 

Το φιλί

ενώνει πιο πολύ απ΄το κορμί

γι αυτό το αποφεύγουν οι πιο πολλοί

 

ΟΤΑΝ ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΩ

Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
ο νους μου πάει στους τσαλακωμένους,
σ’ αυτούς που ώρες στέκονται σε μια ουρά,
έξω από μια πόρτα ή μπροστά σ’ έναν υπάλληλο,

κι εκλιπαρούν με μια αίτηση στο χέρι
για μια υπογραφή, για μια ψευτοσύνταξη.

Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
γίνομαι ένα με τους τσακισμένους.

Από τη συλλογή Ανυπεράσπιστος καημός (1960

 

Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:

μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –
μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,
ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.

Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει

 

 

ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ

Άγριες νύχτες-Άγριες νύχτες!

Αν ήμασταν μαζί

Οι Άγριες νύχτες θα ήταν για εμάς

Η απόλαυση!

 

Μάταιοι-οι άνεμοι-

Σαν βρει η Καρδιά λιμάνι-

Πετάω την Πυξίδα-

Πετάω και τον Χάρτη!

 

Κωπηλατώ στην Εδέμ-

Αχ-η Θάλασσα!

Μονάχα ν' άραζα-απόψε

Σ' εσένα!

Η ΑΓΑΠΗ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΜΠΟΡΕΙ

 

Τὰ πάντα ἡ ἀγάπη τὰ μπορεῖ,
νεκροὺς δὲν ἀνασταίνει –
δὲν λέω, γιγάντια ἔχει ἰσχὺ
μὰ ἀξίζει ἀλήθεια νὰ σωθεῖ
ἡ σάρκα ἡ πεθαμένη;

Ἐξάλλου ἔχει ἀποκάμει πιά,
ν’ ἀναπαυτεῖ ζητάει –
τὰ μάτια της κρατάει κλειστὰ
ὥσπου τὰ ὁλόφωτα πανιὰ
νὰ βυθιστοῦν στὰ χάη

 

ΡΙΛΚΕ

 

Σβήσε τα μάτια μου· μπορώ να σε κοιτάζω,

τ’ αυτιά μου σφράγισέ τα, να σ’ ακούω μπορώ.

Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να ’ρθω σ’ εσένα,

και δίχως στόμα, θα μπορώ να σε παρακαλώ.

Κόψε τα χέρια μου, θα σε σφιχταγκαλιάζω,

σαν να ήταν χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά.

Σταμάτησέ μου την καρδιά, και θα καρδιοχτυπώ

με το κεφάλι.
Κι αν κάμεις το κεφάλι μου σύντριμμα, στάχτη, εγώ

μέσα στο αίμα μου θα σ’ έχω πάλι.

 

 

ΠΛΑΘ /// ΤΟ ΕΡΩΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ ΚΟΡΙΤΣΟΥ

Κλείνω τα μάτια, χάνεται όλη η πλάση.

Τα βλέφαρα ανοίγω και γεννιούνται πάλι όλα.

(Θαρρώ πως μέσα στο μυαλό μου σ’ έχω πλάσει).

 

Χορό μπλε, κόκκινα αστέρια έχουν στήσει,

Κι ορμά στα ξαφνικά καλπάζοντας το σκότος.

Κλείνω τα μάτια και η πλάση έχει σβήσει.

Στ’ όνειρο, με μάγια στο κρεβάτι μ’ είχες ρίξει,

Ερωτοχτυπημένη, στο φιλί σου τρελαμένη.

(Θαρρώ πως μέσα στο μυαλό μου σ’ έχω φτιάξει).

 

Κυλά ο Θεός από ψηλά, η Κόλαση αργοσβήνει·

Και εφορμούν τα σεραφείμ και του διαβόλου οι φίλοι·

Κλείνω τα μάτια, και η πλάση όλη κλείνει.

 

Πως θα γυρνούσες πίστεψα το είχες τάξει

Όμως γερνώ και το όνομά σου το ξεχνώ

(Θαρρώ πως μέσα στο μυαλό μου σ’ έχω φτιάξει).

 

 

Πουλί φωτιάς θα έπρεπε να ‘χω αγαπήσει

Την άνοιξη τουλάχιστον αυτό θα ξαναρχόταν.

Κλείνω τα μάτια και η πλάση όλη έχει σβήσει

(Θαρρώ πως μέσα στο μυαλό μου σ’ έχω κλείσει).

ΠΙΚΕΡΑΣ

ΕΓΩ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΣΟΥ

 

Εγώ στη θέση σου θα με αγαπούσα,

θα τηλεφωνούσα,

δεν θα έχανα χρόνο,

θα μου έλεγα ναι.

 

Δεν θα είχα ενδοιασμούς,

θα δραπέτευα.

 

Θα έδινα αυτό που έχεις,

αυτό που έχω,

για να έχω αυτό που δίνεις,

αυτό που θα μου έδινες.

Θα τραβούσα τα μαλλιά μου,

θα έκλαιγα από ηδονή,

θα τραγουδούσα ξυπόλυτη,

θα χόρευα,

θα έβαζα στον Φλεβάρη ένα ήλιο Αυγούστου,

θα πέθαινα από ευχαρίστηση,

δεν θα μπορούσα κανέναν αλλά αυτόν τον έρωτα,

θα εφεύρισκα ονόματα και ρήματα καινούρια,

θα έτρεμα από φόβο μπρος στην αμφιβολία

πως υπήρξε μόνο ένα όνειρο,

θα έφευγα για πάντα από σένα,

από εκεί,

μαζί μου.

 

Εγώ στη θέση σου θα με αγαπούσα

 

e.e. cummings,


Ο e.e. cummings, από τους κορυφαίους Αμερικανούς ποιητές του μοντερνισμού, έγραφε μερικά από τα πιο συγκλονιστικά και δραστικά ερωτικά ποιήματα του 20ού αιώνα. Με τρόπο απαράμιλλο και μοναδικό αποτυπώνουν όλες τις εκφάνσεις του έρωτα, από τις πιο φιλήδονες και άσεμνες ως τις πιο αγνές και τρυφερές. Εδώ ανθολογούνται σαράντα εννέα ποιήματα - από τα σημαντικότερα και πιο χαρακτηριστικά του έργου του.

 

"Κυρία, θα σε αγγίξω με τον νου μου.

Θα σε αγγίξω και θα σε αγγίξω και θα σε αγγίξω

ώσπου να μου δώσεις/ξαφνικά ένα χαμόγελο, συνεσταλμένα άσεμνο

(κυρία θα σε

αγγίξω με τον νου μου.)

Θα σε αγγίξω,

αυτό είναι όλο,

απαλά κι εσύ ολότελα θα γίνεις

με απέραντη ευκολία

το ποίημα που δεν θα γράψω".

e.e. cummings,

 

Τα δάχτυλά σου φτιάχνουν μπουμπούκια

από το καθετί.

τα μαλλιά σου πάνω απ’ όλα οι ώρες αγαπάνε:

απαλότητα που

τραγουδά,λέγοντας

(μια μέρα κι αν διαρκεί ο έρωτας)

μη φοβάσαι,θα πιάσουμε τον Μάη.

τα λευκότατα πόδια σου κοφτά ξεστρατίζουν.

Διαρκώς

τα υγρά σου μάτια με τα φιλιά παίζουν,

που η μυστικοπάθειά τους πολλά

λέει∙τραγουδώντας

(μια μέρα κι αν διαρκεί ο έρωτας)

για ποια κοπέλα λουλούδια φέρνεις;

 

Να είμαι τα χείλη σου είναι πράγμα

γλυκό

και μικρό.

Θάνατε,Εσένα θ’ αποκαλέσω

πλούσιο πέρα από κάθε προσδοκία

αυτό αν αρπάξεις

αλλιώς απόντα.

(μια μέρα κι αν διαρκεί ο έρωτας

και τίποτα αν η ζωή δεν σημαίνει,δεν

θα πάψει να μοιράζει τα φιλιά του).

 

Ναζίμ Χικμέτ – Η πιο όμορφη θάλασσα

«Να γελάσεις απ’ τα βάθη των χρυσών σου ματιών

 

είμαστε μες στο δικό μας κόσμο.

 

Η πιο όμορφη θάλασσα

 

είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει.

 

Τα πιο όμορφα παιδιά

 

δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.

 

Τις πιο όμορφες μέρες μας

 

δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα.

 

Κι αυτό που θέλω να σου πω,

 

το πιο όμορφο απ’ όλα,

 

δε σ’ τό ‘χω πει ακόμα.»

 

Μετάφραση Γιάννης Ρίτσος

 

Ένας έρωτας γεννιέται μες στον έρωτα

μεγαλώνει μες στα σπλάχνα του

απλώνεται στον χώρο του, τον κατοικεί

επιθυμεί διάρκεια, διεκδικεί χρόνο

κυριαρχεί, απολαμβάνει την υπεροχή του

και μόλις αρκεστεί στα κεκτημένα

άλος έρωτας γεννιέται μες στα σπλάχνα του

μεγαλώνει, απλώνεται στον χώρο του

απειλεί να τον κατασπαράξει.

 

Όμως οι έρωτες κάποτε παύουν

να τρέφονται με σάρκες ανταγωνιστών

ανταλλάσσουν μόνο πέτρινα ομοιώματα

που μένουν αναλλοίωτα μέσα στις φθορές

που συνυπάρχουν χωρίς άσκοπες εχθρότητες

περίπου φιλικά, όπως οι προτομές

αντίπαλων ηγετών στα νεκροταφεία.

Η ηδονή των παρατάσεων, Διάττων 1992∙ Κέδρος 1998  (Ποιήματα Β΄, 1959-2017, Κίχλη, 2018)

 

 

 

ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΕΣ

Μου άρεσε που μου ΄λεγε στον έρωτα

λέξεις σε γλώσσα απρόσιτη για μένα

λέξεις που αυθαίρετα τους έδινα

όλες τις σημασίες που θα ΄θελα να έχουν.

Ποιήματα Β', 1959-2017/ 2000

 

 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ

ΑΝ ΣΕ ΕΧΕΙ ΞΕΧΑΣΕΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ


Αν σ’ έχει ξεχάσει ο έρωτας
εσύ θα τον ξαναθυμηθείς
μόλις η ματιά σου αγγίξει τη φύση
τις πλαγιές, τα κύματα
τα φυλλοβόλα δέντρα
που δεν αμφισβητούν ποτέ τις εποχές
τα ζώα που βγαίνοντας
απ’ την κοιλιά της μάνας τους
ξέρουν κιόλας πώς να ζήσουν
πώς ν’ αντισταθούν στους εχθρούς
που τους έχει ορίσει η φύση.
Πρόσεξε μόνο μην η ζωντανεμένη ανάμνηση
πέσει πάνω στο σωρό
απ’ τις προδομένες προσδοκίες σου
τ’ αναπάντητα όνειρά σου.

ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

 

σ

Μοναξιά και μοναχικότητα:

Η μοναξιά και η μοναχικότητα αποτελούν δύο πολύ διαφορετικούς όρους που συχνά συγχέονται λανθασμένα. Η μοναξιά αποτελεί μάστιγα της εποχής μας. Τείνει να συσχετίζεται με την αίσθηση κατάθλιψης και άγχους, με περισσότερα σωματικά συμπτώματα και πρόβλημα με το αλκοόλ. Ενώ, η μοναχικότητα θεωρείται μια θετική εμπειρία και συνειδητή επιθυμία των ανθρώπων για απόσυρση με στόχο την αντανάκλαση τον διαλογισμό και την ανάπτυξη του εαυτού.

Μοναξιά:

Η μοναξιά ορίζεται ως η αντίληψη που έχει το άτομο να αισθάνεται απομονωμένο τόσο από άλλους ανθρώπους, όσο και από τον κοινωνικό του περίγυρο (Rook, 1984). Η μοναξιά αποτελεί ένα φαινόμενο που ταλανίζει τον σημερινό άνθρωπο και παρατηρείται σε διάφορα ηλικιακά στάδια της ζωής του. Αν και μπορεί να υπάρχει σημαντική γενετική συμβολή στην προδιάθεση του ανθρώπου να νιώθει μοναξιά. Έτσι δείχνουν και οι πρόσφατες έρευνες από το πεδίο της συμπεριφορικής γενετικής (κυρίως έρευνες με διδύμους). Ωστόσο, η αίσθηση της μοναξιάς αποτελεί ένα αμάλγαμα εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων του ατόμου  και δεν προαπαιτεί την απομόνωση του  από το κοινωνικό περιβάλλον.

Το αντίθετο μάλιστα, καθώς στην σύγχρονη εποχή είναι συχνό φαινόμενο οι άνθρωποι να νιώθουν μόνοι ακόμα και όταν βρίσκονται μαζί με άλλους ανθρώπους λόγω των σύγχρονων  διαφορετικών κοινωνικών και περιβαλλοντικών συνθηκών. Η μοναξιά δεν συνιστά προσωπική και συνειδητή επιλογή του ατόμου, αλλά ένα δυσάρεστο συναίσθημα που επιφέρει την διακοπή των κοινωνικών επαφών ή την χαμηλή ποιότητά τους. Ουσιαστικά, το άτομο που νιώθει μοναξιά,παρόλο που μπορεί να περιτριγυρίζεται από πολύ κόσμο βιώνει μια κοινωνική απομόνωση και απόσταση, που αδυνατεί να γεφυρώσει.

Μοναχικότητα:

Από την άλλη μεριά, η μοναχικότητα συνιστά μια κατά επιλογήν συνθήκη του ατόμου. Ο όρος μοναχικότητα περικλείει τη συνειδητή επιθυμία του ατόμου να αφιερώνει χρόνο στον εαυτό του. Επίσης, να επιδίδεται σε δραστηριότητες δημιουργικές ή άλλου τύπου που απολαμβάνει να κάνει μόνος του. Η μοναχικότητα αποτελεί συνοδοιπόρο της πνευματικής ανάτασης και της ψυχικής ισορροπίας.  Η εμπειρία της μοναχικότητας βοηθά το άτομο να ανακτήσει τις ψυχικές του δυνάμεις, να αποφορτιστεί από την δυσβάστακτη καθημερινότητα και τις ανούσιες κοινωνικές επαφές

Το άτομο μέσα από την βίωση της μοναχικότητας  διαθέτει προσωπικό χρόνο για να ψυχαγωγηθεί, να αποκτήσει γνώσεις και να ηρεμήσει. Όμως, η μοναχικότητα προσφέρει και πιο σύνθετα και εσωτερικά οφέλη στον άνθρωπο. Το άτομο που αφιερώνει χρόνο στον εαυτό του έχει την ευκαιρία για περισυλλογή και έτσι  κατορθώνει να αφουγκραστεί τις μύχιες επιθυμίες του και να οδηγηθεί στην αυτογνωσία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο την αυτοβελτίωση του ίδιου του ατόμου αλλά και την βελτιστοποίηση του τρόπου με τον οποίο το άτομο σχετίζεται με τους άλλους και συνάπτει διαπροσωπικές  σχέσεις.

Εν κατακλείδι, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε την διαφορετικότητα των δύο εννοιών και να προσπαθήσουμε να απεμπλακούμε από την αίσθηση της μοναξιάς. Το ουσιώδες είναι να επιδιώκουμε την εμπειρία της μοναχικότητας. Καθώς η μοναχικότητα, είναι ακρογωνιαίος λίθος  για την ανάπτυξη του ατόμου. Όπως διατείνεται και ο Αμερικανός φιλόσοφος Eric Hoffer: «Το τέλος έρχεται όταν σταματήσουμε να μιλάμε στον εαυτό μας. Είναι το τέλος της πραγματικής σκέψης και η απαρχή της τελικής μοναξιάς».

πηγές:

http://vasilikiveneti.blogspot.com/2012/03/versus.html

https://www.epsychology.gr/post/

https://www.kathimerini.gr/1031526/article/epikairothta/ellada/prwta8lhtes-sth-mona3ia-oi-ellhnes                                                                                                     https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/sxeseis/monaksia/66-milodas-ya-monaxia-ke-ochi-monachikotita.html                                                           https://www.flowmagazine.gr/monaxikotita_to_aroma_tis_skepsis/

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ

Παρακαλώ πολύ με αφορμή τη συνέχεια της ανάγνωσης του βιβλίου του ΣΑΜΑΡΆΚΗ  με τίτλο «Ζητείται ελπίς»

να συμπληρωσετε τη φράση «Μοναξιά δεν υπάρχει εκεί που ένας άνθρωπος...».....

 

Ο πίνακας “Μοναξιά”, τον οποίο ο E. Ηopper ζωγράφισε σε ηλικία 62 ετών, αποτυπώνει ένα σπίτι στην εξοχή. Ενταγμένο μέσα σε ένα φυσικό τοπίο, που χωρίζει στα δύο ένας ασφαλτοστρωμένος δρόμος ,ο οποίος φαίνεται να χάνεται στο βάθος του ορίζοντα, το σπίτι, που βρίσκεται στη δεξιά πλευρά του πίνακα, είναι φτιαγμένο από ξύλα, επιλογή που δίνει την εντύπωση  πως βρίσκεται μακριά από τον πολιτισμό. Μοιάζει σαν να επιλέγει σκόπιμα την απομόνωση από το ανθρώπινο στοιχείο έτσι καθώς βρίσκεται “τοποθετημένο” μεταξύ των δένδρων. Παρατηρούμε επίσης ότι δεν υπάρχει προσβάσιμη διαδρομή ανάμεσα στο σπίτι και το δρόμο, γεγονός που εντείνει ακόμη περισσότερο την αίσθηση του αποκλεισμού.

Η πόρτα λευκή, όπως και το εξωτερικό του σπιτιού, χρωματική επιλογή που επέτρεπε στον E. Ηopper να αποδίδει το ανακλώμενο φως. Οι κορμοί των δένδρων, η στέγη και τα παράθυρα (κλειστά και ανοιχτά) είναι στο ίδιο χρώμα. Λίγα χρώματα κυριαρχούν ενώ οι πινελιές είναι αδρές και πυκνές. Η εντύπωση που προκαλείται από τη χρήση των χρωμάτων (κίτρινο-όχρα που θυμίζει Βαν Γκονγκ, πράσινο, μωβ, μπλε) και η θέση του σπιτιού μέσα στο κάδρο είναι πως κάτι “ξένο” έχει παρεισφρύσει στο φυσικό τοπίο.

 

Το ξέρω πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα,
μονάχος στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
Άφησέ με νάρθω μαζί σου.

Γιάννης Ρίτσος
Έλληνας ποιητής  (1909-1990)

(«Η Σονάτα του Σεληνόφωτος»)

'Ετσι ξεκινάει ποίημα του ποιητή Νικηφόρου  Βρεττάκου...

 

“Η μοναξιά έρχεται για να μας θυμίσει ότι δεν χρειάζεται να τα κάνουμε όλα μόνοι μας και ότι έχουμε ανάγκη από μια ζεστή συναισθηματική επαφή”.

μοναχικός, -ή, -ό

  1. που αρέσκεται να ζει στη μοναξιά, που επιδιώκει να ζει μόνος
  2. που είναι μόνος
  3. (τόποςαπομονωμένος
  4. (πράξη) που γίνεται από ένα άτομο,χωρίς τη συμμετοχή άλλων
  5. που σχετίζεται με τον μοναχό

PROJECT ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΟ

Ο Αντώνης Σαμαράκης

[…] είναι δύσκολο να περάσεις χωρίς να δυσανασχετήσεις στην ακατάστατη γραφή του Αντώνη Σαμαράκη, που κατέχει τον τίτλο του πιο πολυδιαβασμένου πεζογράφου της γενιάς του. Ένας μικροσκοπικός τόμος διηγημάτων, Ζητείται Ελπίς (1954), του χάρισε αμέσως την επιτυχία που απλώθηκε στο πλατύτερο κοινό ιδίως από τα 1959, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα, Σήμα Κινδύνου. Η επιτυχία ολοκληρώθηκε με τον δεύτερο τόμο διηγημάτων, Αρνούμαι (1961), και κυρίως με το δεύτερο μυθιστόρημά του Το Λάθος (1965). Όταν […] κυκλοφόρησε Το Διαβατήριο, ένας ακόμη τόμος με διηγήματα, ο Σαμαράκης είχε την ικανοποίηση να βλέπει τα βιβλία του να πουλιούνται κατά δεκάδες χιλιάδες και να είναι ο πιο πολυμεταφρασμένος μεταπολεμικός πεζογράφος μας — αν το ρεκόρ αυτό δεν ανήκει στον Βασίλη Βασιλικό· […]

Από την πλευρά του θέματος ο Σαμαράκης έταξε ευθύς εξ αρχής ορισμένους στόχους, και στα είκοσι χρόνια της πεζογραφικής σταδιοδρομίας του δεν απίστησε ποτέ σ’ αυτούς· ίσα-ίσα τους εμπλούτισε, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται σήμερα σαν σταυροφόρος που έχει πάρει όρκο να χτυπάει μέχρι τελευταίας πνοής του τους μισητούς εχθρούς του ανθρώπου και της ανθρωπιάς. Και είναι οι εχθροί αυτοί ο κάθε πόλεμος, ο πυρηνικός πόλεμος, ο ολοκληρωτισμός, η εκμηδένιση του αδύναμου μοναχικού ατόμου μέσα στους τερατικούς μηχανισμούς της εποχής μας. Από την πλευρά της τεχνικής βασίζεται απαρέγκλιτα σε κάποιο εύρημα ή συρροή ευρημάτων που εντυπωσιάζουν. Από την πλευρά του τρόπου με τον οποίο εκφράζει την αντίθεσή του σε όσα καταγγέλλει, προσφεύγει πάντα στη χειρονομία. Οι ήρωες των διηγημάτων και των μυθιστορημάτων του προβαίνουν σε κάποια χειρονομία: ξεριζώνουν ένα δέντρο, καταστρέφουν μια εφεύρεσή τους, φυγαδεύουν εκείνον που συλλάβανε, σκοτώνουν ένα παιδάκι που παίζει τον πόλεμο κ.ο.κ.

Δεν είναι, λοιπόν, άστοχο αν ονομάσουμε τον Σαμαράκη πεζογράφο της κοινωνικής συνείδησης. Και για να εκδηλώσει την εξανάστασή του ή για να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου συχνά χρησιμοποιεί την ειρωνεία και το χιούμορ. Όπλο από τα πιο αποτελεσματικά.

 Αλέξανδρος Κοτζιάς, Μεταπολεμικοί πεζογράφοι. Κριτικά κείμενα, Κέδρος, Αθήνα 1988, 142-143 (2η έκδ.).

Ήδη στο πρώτο βιβλίο του Αντώνη Σαμαράκη, τη συλλογή διηγημάτων Ζητείται ελπίς (1954), διακρίνονται καθαρά τόσο οι προβληματισμοί όσο και η τεχνική που χαρακτηρίζουν ολόκληρο το έργο του. Οι ιστορίες αυτού του τόμου έχουν ως κεντρικούς χαρακτήρες συνηθισμένους, απρόσωπους τύπους και η αφηγηματική δραστικότητά τους στηρίζεται σ’ ένα εύρημα λίγο πολύ αστυνομικής υφής, που προορίζεται να ξαφνιάσει τον αναγνώστη. Τα μηνύματά τους είναι απόλυτα συγκεκριμένα και έχουν να κάνουν με προβλήματα όπως ο κίνδυνος πυρηνικού ολέθρου, η καταπίεση από δικτατορικά καθεστώτα, η αλλοτρίωση και ισοπέδωση των ανθρώπων στις σύγχρονες κοινωνίες κτλ.

Όλα αυτά τα γνωρίσματα τα ξαναβρίσκουμε στο γνωστότερο βιβλίο του Σαμαράκη, το μυθιστόρημα Το λάθος (1965), που σημείωσε μεγάλη επιτυχία τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. […]

 Δημοσθένης Κούρτοβικ, Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς. Ένας κριτικός οδηγός, Εκδόσεις Πατάκης, Αθήνα 1999, 214 (2η έκδοση, συμπληρωμένη).

Το αξιοσημείωτο στον Σαμαράκη είναι η πολύχρονη επιμονή του στην ποίηση. Στιχουργεί από τα εφηβικά του χρόνια. Τα πρώτα του δημοσιεύματα παρουσιάζονται προπολεμικώς (1936-1937) στα περιοδικά Νέα Εστία και Νεοελληνικά Γράμματα. Θα χρειαστεί είκοσι περίπου χρόνια για να γυρίσει την πλάτη στην ποίηση και να αφοσιωθεί στην πεζογραφία. […]

Θα ήταν παρακινδυνευμένο, και ίσως ανώφελο, να προσπαθήσει κανείς να ανιχνεύσει τις μυστικές διεργασίες που επιτελούνται στη δημιουργική συνείδηση του συγγραφέα και τον οδηγούν στις επιλογές της θεματολογίας και των εκφραστικών του τρόπων. Για έναν πεζογράφο, όμως, όπως ο Σαμαράκης, στον οποίο υπάρχει τόσο έντονο το αίσθημα της κοινωνικής συμμετοχής και της ευθύνης για τη διαμόρφωση της σύγχρονής του ζωής, δεν θα ήταν άσκοπο να έχουμε πάντοτε κατά νου τα ιστορικά γεγονότα που εξελίσσονται στην Ελλάδα, αλλά και στον διεθνή χώρο, από το 1939 (ο Σαμαράκης συμπληρώνει τη χρονιά αυτή τα 20 χρόνια του) έως το 1954, που τυπώνει το πρώτο πεζογραφικό βιβλίο και κάνει την επίσημη εμφάνισή του στη λογοτεχνία. Θα πρέπει να υποθέσουμε πως όλα τούτα τα χρόνια διαποτίζεται από τις συνέπειες των γεγονότων και διαμορφώνει τη βιοθεωρία του, που δεν μπορεί πλέον να εκφραστεί μέσα από συμβατικούς στίχους που βρίσκονται σε δυσαρμονία με το κλίμα του παραλογισμού των μεταπολεμικών χρόνων. Έτσι, οι άξονες γύρω από τους οποίους θα ξετυλίξει τα διηγήματα και τα μυθιστορήματά του είναι διαμετρικώς αντίθετοι από τη θεματολογία των ποιημάτων του: Η ανθρωπότητα, καθώς βγαίνει ρημαγμένη από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο· η εύθραυστη και συνεχώς απειλούμενη ειρήνη· ο φόβος μιας νέας, καταστροφικότερης σύρραξης· η αφύπνιση, αλλά και ο εφησυχασμός πολλών συνειδήσεων μπροστά στα προβλήματα της κοινωνικής ζωής· η κρατική εξουσία και οι σχέσεις της με τους πολίτες· η διαφύλαξη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και η κατανόηση του ανθρώπινου πόνου, μέσα στις αντιφάσεις της σύγχρονης ζωής.

[…]

[…] μια περίπτωση πεζογραφίας όπου το πρωτεύον στοιχείο είναι η κοινωνική κριτική. Οι κατά κανόνα μικρές, σύντομες και, ίσως, ανάξιες λόγου ιστορίες των διηγημάτων του αποκτούν ξαφνικά ένα απρόσμενο βάθος ανθρωπιάς, συμπόνιας και κατανόησης για όσα τραγικά συμβαίνουν γύρω μας. Δεξιοτέχνης στα λιγότερο εκτενή διηγήματά του, όπου λειτουργεί καταλυτικά η ευρηματικότητα του τέλους τους, μοιάζει να έχει επωμιστεί για λογαριασμό όλων μας την ευθύνη να κρατήσει άγρυπνη στην ανθρωπιά μας και το ενδιαφέρον μας για μια καλύτερη ζωή. […]

 Δημήτρης Δασκαλόπουλος, «Αντώνης Σαμαράκης. Παρουσίαση-Ανθολόγηση». Η μεταπολεμική πεζογραφία. Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67, τ. Ζ΄, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1988, 57 & 64.

Οι μοναχικοί άνθρωποι του κόσμου του Σαμαράκη προσπαθούν να δώσουν λύσεις ουσιαστικές (εξ ου και «χειρονομίες» ουσίας). Όταν όμως το αδιέξοδο (κοινωνικό, ψυχικό, ηθικό) είναι αδιαπέραστο, καταφεύγουν σε κάποια συμβολική «χειρονομία», λυτρωτική. Με τη συμβολική αυτή «χειρονομία» δεν υπερβαίνονται, φυσικά, τα αδιέξοδα, υποδηλώνεται ωστόσο με ενάργεια σε ποια εγρήγορση βρίσκεται η ηθική συνείδηση. Ο δημόσιος υπάλληλος, όταν πυροβολεί τον τοίχο, που σκοτώνει την όποια απόμεινε υγεία του άρρωστου νεαρού ατόμου, δε δίνει λύση, γιατί, βέβαια, οι τοίχοι δε σκοτώνονται. Ο άλλος δημόσιος υπάλληλος, που οι ψυχικές του αναστολές τον εμποδίζουν να πλησιάσει τους ανθρώπους, όταν ανοίγει την καρδιά του στον χιονάνθρωπο, είναι αυτονόητο ότι δεν αίρει πραγματικά το πρόβλημά του. Ο άνθρωπος που ξεριζώνει το δέντρο του, για να επαναπροσδιορίσει με τον τρόπο αυτό την ψυχική και ηθική του στάση απέναντι στο συγκλονιστικό γεγονός της Χιροσίμα, δεν αποτρέπει τις συνέπειες — τα γινόμενα ουκ απογίγνονται. Με τη συμβολική, όμως, άρση των αδιεξόδων ακυρώνεται το όποιο ενδεχόμενο ηθικής αναξιότητας. Η πράξη καθίσταται ηθικό γεγονός από τη στιγμή που την πορεία της ορίζουν κρίσεις αξιολογικές, γιατί πάνω εκεί δοκιμάζεται η αντοχή του μοναχικού ανθρώπου. Με δεδομένο ότι από την πεζογραφία του Αντώνη Σαμαράκη απουσιάζουν οι επικές σελίδες, κατανοούμε και γιατί απουσιάζουν οι «χειρονομίες» ομάδων. Κατά βάση η «χειρονομία» είναι το στοιχείο που διαφοροποιεί τον ήρωα από το μέσο άνθρωπο της κοινωνίας. Από και διά της «χειρονομίας» ο άνθρωπος αυτός παύει να είναι ο μέσος, κανονικός, καθημερινός άνθρωπος, που μέχρι τώρα βίωνε μια ζωή «εντελώς ευθεία» […].

[…] Η στάση, γενικά, των βασικών ηρώων (οι οποίοι ουδέποτε εκδηλώνουν άγρια ένστικτα) είναι στάση αμυντική.

Αν κάποτε παίρνει μορφή επιθετική, πρόκειται για τις αναγκαίες πράξεις επίθεσης του αμυνομένου

 Περικλής Παγκράτης, «Η πράξη ως “χειρονομία” στην πεζογραφία του Αντώνη Σαμαράκη», περ. Η λέξη, τχ. 109 (Μάιος-Ιούν. 1992) 329-330.

[…] Ο άνθρωπος του Σαμαράκη αγωνίζεται για την ελευθερία του, προσπαθώντας με κάθε τρόπο (με τη φιλία, τον έρωτα, την αγάπη, την πίστη) να διατηρήσει τη διανοητική ισορροπία κα την ηθική ακεραιότητά του. Παράλληλα, πίσω από το κατακερματισμένο κοινωνικό σκηνικό, οι χαρακτήρες του διατηρούν μιαν εσωτερική πληρότητα, μιαν αίσθηση εσωτερικής αυτάρκειας, που αγωνίζεται μόνη —και για τούτο αδέσμευτη— εναντίον των κοινωνικών συμβάσεων και γενικότερα εναντίον του ανθρώπινου παραλογισμού.

Εδώ ήταν το επίκεντρο της ανησυχίας μου: η ανησυχία για την ελευθερία. Γιατί οι λογής λογής φόβοι που κυριαρχούν στον κόσμο μας, και προ παντός οι δυο βασικοί φόβοι, ο φόβος του πολέμου και ο φόβος της πείνας, τελικό αποτέλεσμα έχουν να προδίνουμε την ελευθερία, την ανάγκη για ελευθερία που μας είναι έμφυτη. Και σιγά σιγά, θά ’ρθουν οι κατοπινές γενιές που δε θα αισθάνονται τίποτα στη λέξη «ελευθερία». Γιατί θα νεκρωθεί το ένστικτο της ελευθερίας με την διαρκή υποταγή στο φόβο του πολέμου και στο φόβο της πείνας. […] Στηριγμένος στη θεμελιώδη αυτή ανησυχία ως βασική βιοθεωρητική προϋπόθεση του έργου του, ο Σαμαράκης οδηγεί τον αναγνώστη του στον χώρο μιας αποφασιστικά απελευθερωμένης σκέψης, μιας επίμονα ελεύθερης ατομικότητας, όπου κυριαρχούν οι αξίες ενός διαχρονικού ανθρωπισμού και η βαθειά πίστη στη μελλοντική εξέλιξη του ανθρώπου. […

 Π.Δ. Μαστροδημήτρης, «Η ανθρωπιστική δράση του Αντώνη Σαμαράκη ως πολίτη και ως λογοτέχνη». Από τη λογοτεχνία στη φιλολογία. Θέματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας και της σπουδής της, Εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2010, 244-245.

[…] Διάφορα διηγήματά του («Το ποτάμι», «Η σαρξ», «Η ζούγκλα») έχουν αποτελέσει τη βάση σεναρίων κινηματογραφικών ταινιών και το 1974 ο σκηνοθέτης Peter Fleischmann γύρισε κινηματογραφική ταινία το Λάθος, που γνώρισε διεθνή επιτυχία.

 Δημήτρης Δασκαλόπουλος, «Αντώνης Σαμαράκης. Παρουσίαση-Ανθολόγηση». Η μεταπολεμική πεζογραφία. Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67, τ. Ζ΄, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1988, 55.

Ο Σαμαράκης είναι κατεξοχήν ο συγγραφέας που έχει αφομοιώσει και εφαρμόσει κατά τον καλύτερο τρόπο την κινηματογραφική τεχνική. Απορρίπτει την λογοτεχνική ρητορική και υιοθετεί την αντίστοιχη κινηματογραφική. Οι ιστορίες του ξετυλίγονται μέσα από οπτικές εικόνες και ο πεζός λόγος συλλαμβάνεται ως μια σειρά από λήψεις, πλάνα, επεισόδια, όπου με επιδεξιότητα ελέγχονται το μοντάζ και ο χρόνος ο υποκειμενικός και μη-γραμμικός […].

[…] Η ζούγκλα, για παράδειγμα, αρχίζει με ένα ανθρωποκυνηγητό. Η γλώσσα γρήγορα επιταχύνεται και καταλήγει σ’ έναν κατακλυσμό από ρήματα: ακολουθεί μια παύση. Στην κινηματογραφική ορολογία πηγαίνουμε από φλου λήψη σε εστίαση, καθώς ο άνθρωπος τρέχει και σταματά. […]

Οι τεχνικές αυτές αποκτούν ένα ευρύτερο φάσμα στο Λάθος, που έχει όλα τα χαρακτηριστικά δομικά στοιχεία μιας ταινίας. Με flashbacks, flashforwards (αναδρομές στο παρελθόν, στο μέλλον), ειδικές οπτικές γωνίες και απόψεις, με την αφήγηση να εναλλάσσεται ανάμεσα στους χαρακτήρες, να μεταβάλλεται από πρώτο πρόσωπο σε τρίτο, και να κατορθώνει σαν ύψιστο επίτευγμα την αναδρομή στο παρελθόν μέσα από την αναδρομή, flashback μέσα σε flashback, σαν ένα άτομο που ονειρεύεται ότι ονειρεύεται. […

Ένα ακόμη στοιχείο που εύκολα απομονώνει και εντοπίζει ο αναγνώστης είναι η συχνή και περίπου φωτογραφική αναπαράσταση μέσα στα κείμενα του Σαμαράκη στοιχείων που αποδίδονται με τον οπτικό τρόπο που τα αντιλαμβάνονται οι επιμέρους πρωταγωνιστές. Στο διήγημα «Ο ήλιος έκαιγε πολύ…» η πινακίδα που βρίσκεται δίπλα στο ασανσέρ ενός κτιρίου αποδίδεται τυπογραφικά με κεφαλαία στοιχεία, μέσα σε πλαίσιο, έτσι όπως ακριβώς θα την αποτύπωνε μια φωτογραφική μηχανή. […] Η χρήση οπτικών στοιχείων επαναλαμβάνεται και στο μυθιστόρημα Το λάθος. […] Η τακτική αυτή, που εξυπηρετεί προφανώς σκοπούς αληθοφάνειας, αμεσότητας και περίπου κινηματογραφικής πιστότητας των γεγονότων, θα πρέπει να συνδεθεί με την εξίσου συχνή χρήση παραθεμάτων από επίσημα έγγραφα, τίτλους και κείμενα εφημερίδων και απομονωμένες φράσεις ραδιοφωνικών εκπομπών, τα οποία συλλήβδην ή εναλλακτικά χρησιμοποιεί συνεχώς ο Σαμαράκης. Με τον τρόπο αυτό φαίνεται να εκμεταλλεύεται την επικαιρότητα να εμπνέεται από αυτή. […] Η ενσωμάτωση στη δράση αυτών των φαινομενικά αλλότριων στοιχείων μεταδίδει συνήθως και τη βαθιά ειρωνική ή σατιρική διάθεση που διατρέχει πάρα πολλές σελίδες του έργου του. Έχει ήδη παρατηρηθεί πως τα παραθέματα αυτά διατυπωμένα στην καθαρεύουσα που χρησιμοποιούσαν άλλοτε οι δημόσιες υπηρεσίες και τα μαζικά μέσα ενημέρωσης, εμπεριέχουν την κωμική ουσία της γλώσσας. […]

Βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματατ τηςαφηγηματικήςτέχνης
του ΑντώνηΣαμαράκη:
1. Λιτή γλώσσα, απλή και ουσιαστική διατύπωση χωρίς
επιτηδεύσεις.
2. Οι «δυνατές» εικόνες που εναλλάσσονται με καταστάσεις
διατυπωμένες σε μικρές περιόδους λόγου ή με ασύνδετα σχήματα.
3. Ολοκληρωτική - σχεδόν - έλλειψη επιθέτων.
5 Το απόσπασμα είναι παρμένο από το οπισθόφυλλο της 22ης έκδοσης της συλλογής Ζητείται Ελπίς, εκδ.
Ελευθερουδάκη, 1986, όπου σημειώνεται ότι ο Edwin Jahiel είναι καθηγητής της Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο
Πανεπιστήμιο του Ιλλινόϊς, και ότι το απόσπασμα είναι από ένα δοκίμιό του για το έργο του Σαμαράκη με τίτλο
«Μυθιστορήματα και διηγήματα σαν σενάρια», δημοσιευμένο στην αμερικανική επιθεώρηση της παγκόσμιας
λογοτεχνίας, Books Abroad. Τα ανάλογα επαναλαμβάνει και στο δοκίμιό του «Ο κινηματογραφικός κόσμος του
Αντώνη Σαμαράκη» δημοσιευμένο στο «αφιέρωμα» στο Σαμαράκη της λογοτεχνικής επιθεώρησης της Νέας Υόρκης
The Charioteer.
ISSN 1792-7587 10
Πρακτικά του Ελληνικού Ινστιτούτου Εφαρμοσμένης Παιδαγωγικής και Εκπαίδευσης
(ΕΛΛ.Ι.Ε.Π.ΕΚ.), 6ο Πανελλήνιο Συνέδριο, 5-7 Οκτωβρίου 2012
4. Ο «λαχανιαστός» ρυθμός εξέλιξης των ιστοριών του.
5. Η τάση του να «ξεγυμνώνει» την αλήθεια με τη χρήση
ειρωνείας και σαρκασμού.
6. Ο συμβολικός, «παραβολικός», τρόπος με τον οποίο μας μυεί
στον προβληματισμό του.
7. Η ιδιαιτερότητα στη σύλληψη του μύθου, στην εξέλιξή και
στις τροπές της αφήγησης όπως επίσης και στο πού θα οδηγηθούν
τα πρόσωπά του.
8. Καθολική ισχύς των ιδεών του.
9. Κινηματογραφική απόδοση.

https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/education/literature_history/search.html?details=73

http://www.elliepek.gr/documents/6o_synedrio_eisigiseis/45_Faniadis_Papa.pdf