Σύμφωνα με τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης, τα γεγονότα έχουν ως εξής: Ο Ιησούς συνελήφθη στον κήπο της Γεθσημανής, στους πρόποδες του Όρους των Ελαιών μετά το Μυστικό Δείπνο με τους δώδεκα Αποστόλους. Ύστερα δικάστηκε μπροστά στον Πόντιο Πιλάτο και τον Ηρώδη Αντίπα πριν παραδοθεί για την σταύρωση. Μετά το μαστίγωμά Του, ο Ιησούς χλευάστηκε από τους Ρωμαίους στρατιώτες, οι οποίοι Τον αποκαλούσαν περιπαικτικά "Βασιλιά των Ιουδαίων". Ο Ιησούς ντυμένος με ένα πορφυρό διάδημα και ένα στεφάνι με αγκάθια, χτυπημένος και εξουθενωμένος από τις κακουχίες, έπρεπε να περπατήσει μόνος Του στο μέρος της μαρτυρικής Του σταύρωσης. Στο μέσο της διαδρομής, λύγισε υπό το βάρος του Σταυρού, κι έτσι ο Σίμων ο Κυρηναίος Τον βοηθήσε να το κουβαλήσει μέχρι τον τόπο της σταύρωσης. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, το πλήθος Τον χλεύαζε μαζί με τους επαναστάτες και τους ληστές, ενώ συγκεκριμένοι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένου ενός εκατόνταρχου και μερικών γυναικών παρακολουθούσαν από μακριά, δύο από τις οποίες ήταν παρούσες και στην ταφή.
Μόλις έφτασε στον Γολγοθά, σταυρώθηκε με την κατηγορία ότι ισχυρίστηκε ότι είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων, ενώ Τού προσφέρθηκε να πιεί ένα μείγμα χολής αναμειγμένο με ξύδι. Τα Ευαγγέλια του Μάρκου και του Ματθαίου αναφέρουν ότι το αρνήθηκε. Ύστερα σταυρώθηκε και κρεμάστηκε μεταξύ των δύο καταδικασμένων ληστών. Το μαρτύριο του Ιησού μετά τη σταύρωση διήρκησε 6 ώρες. Οι στρατιώτες πρόσθεσαν πάνω από τον σταυρό του Ιησού μία επιγραφή, πάνω στην οποία αναγραφόταν η φράση: ''Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλιάς των Ιουδαίων'' και μοίρασαν με κλήρο τα ενδύματά Του.