ΤΙΓΡΗ

Η Τίγρη (θηλ.) είναι σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των αιλουροειδών της οποίας αποτελεί το βαρύτερο μέλος. Το είδος έχει την επιστημονική ονομασία Panthera tigris, απαντά αποκλειστικά στην ασιατική ήπειρο και διακρίνεται σε 9 υποείδη, από τα οποία τα 3 θεωρούνται εξαφανισμένα (βλ. Υποείδη).

Η τίγρη, ένα από τα λιγοστά ζώα της επονομαζομένης χαρισματικής μεγαπανίδας (Charismatic Megafauna), αποτελεί ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα είδη στην υφήλιο, με το χαρακτηριστικό μοτίβο από κάθετες, σκούρες ραβδώσεις σε κοκκινοπορτοκαλί υπόστρωμα στην άνω επιφάνεια και, την πιο ανοικτόχρωμη κάτω επιφάνεια του σώματός της. Είναι το βαρύτερο και μακρύτερο από άποψη μήκους σώματος είδος «γάτας» (Felidae), φθάνοντας σε συνολικό -μαζί με την ουρά- μήκος μέχρι και 3,8 - 4,0 μέτρα και βάρος έως 500 κιλά. Έχει εξαιρετικά ευμεγέθεις κυνόδοντες, τους μακρύτερους από τα αιλουροειδή με ύψος μύλης 7,5 έως και 13 εκατοστά.[3] Σε ζωολογικούς κήπους, κάποιες τίγρεις έχουν ζήσει για 20 έως 26 έτη, που φαίνεται επίσης να είναι η διάρκεια ζωής τους στην άγρια φύση.[4] Πρόκειται για εξαιρετικά εδαφικό και, σε γενικές γραμμές, μοναχικό ζώο, που συχνά απαιτεί μεγάλα σε έκταση ενδιαιτήματα για να υποστηριχθούν οι απαιτήσεις στη λεία του. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ζει σε μερικές από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές στη Γη, έχει προκαλέσει σημαντικές συγκρούσεις με τον άνθρωπο.

Οι τίγρεις, κάποτε, εξαπλώνονταν σε όλη την Ασία, από την Τουρκία στα δυτικά μέχρι την ανατολική ακτή της Ρωσίας, στα ανατολικά.[5] Κατά τα τελευταία 100 χρόνια, όμως, έχουν απωλέσει το 93% της ιστορικής κατανομής τους [6][7] και, έχουν εκριζωθεί από την Κ. και ΝΔ. Ασία, από τα νησιά της Ιάβας και του Μπαλί, καθώς και από μεγάλες περιοχές της Α. και ΝΑ. Ασίας. Σήμερα εξαπλώνονται σε οικοσυστήματα που, ποικίλλουν από τη σιβηρική τάιγκα μέχρι τα ανοικτά λιβάδια και τους τροπικούς μαγκρόβιους βάλτους. Τα 6 υποείδη τίγρης που ζουν σήμερα, έχουν χαρακτηριστεί ως απειλούμενα (EN) από την IUCN (κριτήρια A2bcd+4bcd, 2011).[1] Ο παγκόσμιος πληθυσμός στην άγρια φύση εκτιμήθηκε το 2011, ότι είναι μικρότερος των 3000 ατόμων (βλ. και Κατάσταση πληθυσμού),[1][8] από περίπου 100.000 στις αρχές του 20ού αιώνα,[9] με τους περισσότερους εναπομείναντες πληθυσμούς να απαντώνται σε μικρούς, απομονωμένους τον έναν από τον άλλο, θύλακες. Σημαντικότεροι λόγοι για την κατακόρυφη μείωση των πληθυσμών της τίγρης είναι η λαθροθηρία (poaching) και η καταστροφή και ο κατακερματισμός των ενδιαιτημάτων της.[10] Η έκταση της επικράτειας που καταλαμβάνεται από το είδος εκτιμάται σε λιγότερο από 1.184.911 τετραγωνικά χιλιόμετρα, με μείωση της τάξης του 41% από την περιοχή που εκτιμάται ότι κατείχε στα μέσα της δεκαετίας του 1990.

Αποτελεί, ίσως, το δημοφιλέστερο από τα μεγάλα θηλαστικά του κόσμου, με εξέχουσα θέση στην αρχαία μυθολογία και λαογραφία και συνεχή ιστορική παρουσία στη λογοτεχνία και σε όλες ανεξαιρέτως τις καλές τέχνες, αλλά και στον κινηματογράφο και τα σύγχρονα media. Οι τίγρεις εμφανίζονται σε πολλές σημαίες, σε οικόσημα και στη λαϊκή κουλτούρα σε πλείστες εκφάνσεις της.[11] Είναι το εθνικό ζώο του Μπανγκλαντές (η τίγρη της Βεγγάλης), της Ινδίας, του Βιετνάμ, της Μαλαισίας (η μαλαισιανή τίγρη) και της Νότιας Κορέας.

Τα μορφολογικά και ηθολογικά χαρακτηριστικά της τίγρης, η κορυφαία θέση που κατέχει στην τροφική αλυσίδα των ενδιαιτημάτων της, το ιστορικό της γεωγραφικής της εξάπλωσης και, κυρίως, η σχέση της με τον άνθρωπο, συνετέλεσαν στη δημιουργία ενός «μύθου» και αφηγήσεων -τις περισσότερες φορές με τραγική κατάληξη- γύρω από το όνομά της. Η δραματική μείωση των πληθυσμών της -ήδη, τρία από τα υποείδη της είναι εξαφανισμένα (ΕΧ)-, έχει προκαλέσει την κινητοποίηση της παγκόσμιας επιστημονικής, και όχι μόνον, κοινότητας.A Zoo With Sumatran Tiger

ΛΕΟΠΑΡΔΑΛΗ ΤΟΥ ΧΙΟΝΙΟΥ

Η λεοπάρδαλη του χιονιού είναι σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογενείας των αιλουριδών. Ανήκει στην υποοικογένεια των πανθηρινών, «ομάδα» η οποία περιλαμβάνει τα μεγαλύτερα είδη της οικογενείας. Το είδος έχει την επιστημονική ονομασία Panthera uncia,[i] απαντά αποκλειστικά στην Ασία και περιλαμβάνει 2 υποείδη.[i]

Η λεοπάρδαλη του χιονιού ανήκει στα μεγάλου μεγέθους αιλουροειδή, τους πάνθηρες, μαζί με την τίγρη, το λιοντάρι, την λεοπάρδαλη και τον ιαγουάρο. Είναι από τα ομορφότερα αιλουροειδή και από τους σπανιότερους πάνθηρες, με πληθυσμούς που δεν ξεπερνούν τα 7.000 άτομα παγκοσμίως και, με συνεχή καθοδική τάση (βλ. Κατάσταση πληθυσμού). Η μελέτη του είδους στην φύση είναι εξαιρετικά δύσκολη, η δε φωτογράφηση ατόμων στο φυσικό τους περιβάλλον επιτυγχάνεται μόνο με ειδικές «κάμερες παγίδευσης», οι οποίες τίθενται σε λειτουργία ανιχνεύοντας την κίνηση του αντικειμένου. Παρά το παρουσιαστικό της, η λεοπάρδαλη του χιονιού έχει ήπιο χαρακτήρα (βλ. Ηθολογία).

Ο ιδρυτής της δυναστείας των… αιλουροειδών - ΤΟ ΒΗΜΑ

ΤΑ ΤΖΑΓΚΟΥΑΡ

Ο ιαγουάρος ή τζάγκουαρ (Panthera onca - Πάνθηρ η όνκα), προφέρεται στα βραζιλιάνικα πορτογαλικά Ζαγκουάρ και στα ισπανικά Χαγουάρ: βραζιλιανή πορτογαλική προφορά ΔΦΑ: [ʒɐˈɡwaʁ], ισπανική προφορά : [xaˈɣwar], είναι σαρκοφάγο θηλαστικό που κατοικεί στη Νότια και Κεντρική Αμερική από την Παταγονία ως την Αριζόνα.

Ο ΙΑΓΟΥΑΡΟΣ

Ο ΓΑΤΟΠΑΡΔΟΣ

Ο γατόπαρδος (γνωστό και ως τσίτα ή, λανθασμένα, τσιτάχ) είναι σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των αιλουρίδων. Με επιστημονική ονομασία Acinonyx jubatus, το συγκεκριμένο είδος εντοπίζεται αποκλειστικά στην Αφρική και στο Ιράν και περιλαμβάνει 5 πέντε υποείδη.[2] Ο γατόπαρδος είναι διάσημος για την ταχύτητά του και αποτελεί το γρηγορότερο χερσαίο ζώο στον πλανήτη, αναπτύσσοντας ταχύτητες από 80 έως 128 χλμ./ώρα, με μέση ταχύτητα τα 98 χλμ./ώρα.

Ο γατόπαρδος, ένα από τα λιγοστά ζώα της επονομαζομένης Χαρισματικής Μεγαπανίδας (Charismatic Megafauna), αποτελεί άμεσα αναγνωρίσιμο είδος, με το χαρακτηριστικό μοτίβο από μαύρες κηλίδες στο ξανθό-μπεζ υπόστρωμα του τριχώματος και τις λεπτές, μαύρες γραμμώσεις (δακρυικές λωρίδες) στις πλευρές του προσώπου του. Πολλές φορές, ιδιαίτερα από κάποια απόσταση συγχέεται με τη λεοπάρδαλη λόγω παρόμοιου χρωματισμού στο τρίχωμα, η οποία όμως έχει εντελώς διαφορετικό σωματότυπο και οι κηλίδες που διαθέτει είναι ροζέτες και όχι απλές στίξεις.

  • Ο γατόπαρδος θεωρείται από τα πλέον δημοφιλή και αγαπητά αιλουροειδή, λόγω του ευγενικού «χαρακτήρα» του -είναι το μόνο μεγάλο αιλουροειδές που μπορεί να εξημερωθεί και δεν έχει καταγραφεί να επιτίθεται στον άνθρωπο [3]-, γι’ αυτό και είναι από τα πλέον μελετημένα, ως προς την ηθολογία τους, σαρκοφάγα. Ωστόσο, ο γατόπαρδος είναι κυρίως διάσημος λόγω της εκπληκτικής ταχύτητας την οποία μπορεί να αναπτύξει κατά την καταδίωξη της λείας του, στοιχείο που οφείλεται αποκλειστικά στην εξειδικευμένη του σωματοδομή, και του έχει αποδώσει, δικαίως, τον τίτλο του ταχύτερου χερσαίου οργανισμού στον Πλανήτη (βλ. Μορφολογία, Ταχύτητα). Επίσης, θετική εντύπωση δημιουργεί στους ερευνητές η αφοσίωση που δείχνουν μεταξύ τους τα αρσενικά, όταν σχηματίζουν τις σφιχτοδεμένες ομάδες που μένουν μαζί, συχνά για όλη τους τη ζωή (βλ. Ηθολογία).

Πέρα από την αναμφισβήτητη οικολογική σπουδαιότητά του, ο γατόπαρδος είναι από εκείνα τα ζώα πάνω στα οποία στηρίζεται η τουριστική «βιομηχανία» πολλών αφρικανικών χωρών. Τα περισσότερα σαφάρι που οργανώνονται περιλαμβάνουν στο «μενού» τους, μία από τις σπουδαιότερες εμπειρίες που μπορεί να βιώσει κάποιος, την παρακολούθηση αυτού του εκπληκτικού ζώου να κυνηγάει, κάτι που έχει αποτυπωθεί αμέτρητες φορές στον κινηματογράφο, την τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

 

Τα τσιτάχ «τρέχουν» προς την εξαφάνισή τους

ΤΑ ΛΙΟΝΤΑΡΙΑ

Το λιοντάρι (Panthera leo - Πάνθηρ ο λέων) ανήκει στο γένος Panthera της οικογένειας των Αιλουροειδών. Καθώς κάποια αρσενικά υπερβαίνουν τα 250 κιλά σε βάρος[4] είναι το μεγαλύτερο αιλουροειδές μαζί με την τίγρη που υπάρχει σήμερα (το λιοντάρι διαθέτει το υψηλότερο, ενώ αντίστοιχα η τίγρης το μακρύτερο μήκος σώματος). Λιοντάρια σε άγρια κατάσταση υπάρχουν πλέον στην Υποσαχάρια Αφρική και στην Ασία όπου έχει μείνει ένας πληθυσμός στη βορειοδυτική Ινδία ο οποίος κινδυνεύει άμεσα από αφανισμό ενώ έχει εξαφανιστεί από τη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Δυτική Ασία, τα Βαλκάνια και τον Καύκασο στα ιστορικά χρόνια. Μέχρι το ύστερο Πλειστόκαινο, περίπου πριν από 10.000 χρόνια, το λιοντάρι ήταν το πλέον διασκορπισμένο μεγάλο επίγειο θηλαστικό μετά τον άνθρωπο. Βρισκόταν στο μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής, μεγάλο μέρος της Ευρασίας από τη δυτική Ευρώπη έως την Ινδία, και στην Αμερική από το Γιούκον έως το Περού.

Τα λιοντάρια στη φύση ζουν περίπου 10-14 χρόνια, ενώ σε αιχμαλωσία μπορούν να ζήσουν πάνω από 20 χρόνια. Σε άγρια κατάσταση τα αρσενικά σπανίως ζουν πάνω από 10 χρόνια, καθώς οι τραυματισμοί από τις συνεχόμενες μάχες με αντίπαλα αρσενικά μειώνουν δραστικά τη μακροζωία τους.[5] Ο συνηθισμένος τόπος διαμονής των λιονταριών είναι η σαβάνα και οι γρασιδότοποι, αν και μπορεί να βρεθούν και σε θαμνώδεις περιοχές και δάση. Είναι ασυνήθιστα κοινωνικά ζώα σε σχέση με τα υπόλοιπα αιλουροειδή. Μια αγέλη λιονταριών συνήθως αποτελείται από συγγενικά θηλυκά, τα νεογνά τους και ένα μικρό αριθμό ενήλικων αρσενικών. Τα θηλυκά συνήθως κυνηγούν μαζί σε ομάδες, κυρίως μεγάλα οπληφόρα. Τα λιοντάρια είναι κυρίαρχα αρπακτικά, παρόλο που τρώνε και θνησιμαία αν δοθεί η ευκαιρία. Ενώ συνήθως δεν επιλέγουν να κυνηγούν ανθρώπους, έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις λιονταριών που αναζητούσαν ανθρώπινα θηράματα.

Το λιοντάρι είναι εκτεθειμένο είδος, έχοντας υποστεί πιθανώς μη αναστρέψιμη μείωση του πληθυσμού του στην Αφρική κατά 30 με 50 τοις εκατό τις δύο τελευταίες δεκαετίες.[6] Οι πληθυσμοί λιονταριών έξω από τα καθορισμένα καταφύγια και τα εθνικά πάρκα δεν μπορούν να διατηρηθούν. Παρόλο που η αιτία της παρακμής του πληθυσμού δεν είναι πλήρως κατανοητή, η απώλεια της φυσικής κατοικίας και οι επιπλοκές με τον άνθρωπο θεωρούνται σήμερα οι κυριότεροι παράγοντες ανησυχίας. Λιοντάρια αιχμαλωτίζονταν και κρατιόνταν σε θηριοτροφεία από τη ρωμαϊκή εποχή, ενώ είναι ένα από τα κύρια είδη που εκτίθενται σε ζωολογικούς κήπους από τα τέλη του 18ου αιώνα. Διάφοροι ζωολογικοί κήποι ανά τον κόσμο συνεργάζονται σε προγράμματα εκτροφής του απειλούμενου ασιατικού υποείδους.

Οπτικά το αρσενικό λιοντάρι είναι πολύ χαρακτηριστικό και αναγνωρίζεται εύκολα από τη χαίτη του. Το λιοντάρι, και συγκεκριμένα το πρόσωπο του αρσενικού, είναι ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα ζωικά σύμβολα στην ανθρώπινη κουλτούρα. Απεικονίσεις του υπήρχαν από την Άνω Παλαιολιθική περίοδο, από το Λασκό (Lascaux) και το Σοβέ (Chauvet) μέχρι πρακτικά όλους τους αρχαίους και μεσαιωνικούς πολιτισμούς όπου ιστορικά εμφανίστηκαν. Έχει απεικονιστεί ευρύτατα στη λογοτεχνία, τη γλυπτική, τη ζωγραφική τις εθνικές σημαίες και στον κινηματογράφοΚινδυνεύουν με εξαφάνιση τα λιοντάρια της Αφρικής – News.gr

1ο αρθρο

HELLO-ΓΕΙΑ ΣΑΣ