1. Αξιοπρόσεχτη είναι, νομίζω, και μια άλλη μεταχείριση των λέξεων στον Καβάφη. Αντί για το απλό «υπολογίζει» θα πει ο λογισμός του κάθε τόσο μελετά την αμοιβή του στο «Η Συνοδεία του Διονύσου». Θ’ αντικαταστήσει το απλό «θρίαμβος» με το ασυνήθιστο ένα θριαμβικό κατόρθωμα της τέχνης στο «Αλεξανδρινοί Βασιλείς». Στο «Επήγα», εκεί που θα περίμενε κανείς μετά το Στες απολαύσεις, που μισό πραγματικές, μισό... κάτι σαν «φανταστικές» ή ένα συνώνυμό του, γράφει περιφραστικά γυρνάμενες μες στο μυαλό μου ήσαν, με βάση το «γυρνούσαν» ή «γύριζαν στο μυαλό μου». Πολύ σωστά παρατηρεί ο κ. Γ.Π. Σαββίδης ότι το τραβιούνταν μόνος του είναι αυτό που αλλιώς το λέμε «αποτραβιόταν, απομονωνόταν». Με την αναλυτική του διατύπωση, και ξεκινώντας απ’ τις λέξεις «αποσύρομαι», «αποτραβιούμαι» και «απομονώνομαι» ρίχνει περισσότερο βάρος και στο τραβιούνταν και στο μόνος του. Οι μεταβολές αυτές, οι τροπές, οι ρητορικοί τρόποι, που ανήκουν στην πιο δημιουργική σφαίρα της γλώσσας και βρίσκουν μέσα στην ποίηση το πιο ελεύθερο πεδίο τους δράσεως, θα μπορούσαν να περιληφθούν κάτω απ’ την ονομασία «μεταμορφισμός». Σαν μια ακόμη ειδική περίπτωση μεταμορφισμού είναι αυτό που κάνει ο Καβάφης όταν λέει στο «Ένας νέος, της Τέχνης του Λόγου»: και σέρνεται στα καφενεία ολημερίς, σέρνει με ανία της εμορφιάς του το μαράζι. Της εμορφιάς του το μαράζι έχει αντικαταστήσει «τη μαραζωμένη του εμορφιά» (μεταφορικά, εννοείται, «μαραζωμένη»). Σπάνοντας την κατασκευή με επίθετο και αλλάζοντας το επίθετο σε ουσιαστικό, το ανεξαρτητοποιεί και του δίνει ιδιαίτερη αξία. Την αξία του αυτή την ενισχύει το ότι είναι η τελευταία λέξη δύο στίχων που είναι πολύ σφιχτοδεμένοι: με την αντιδιαστολή σέρνεται-σέρνει, τα ομοιοκατάληκτα καφενεία-ανία, την φωνητική αντιστοιχία ολημερίς-μαράζι, και την πρόταξη της γενικής της εμορφιάς του. Την αλλαγή από επίθετο σε ουσιαστικό την κάνει και σ’ ένα άλλο ποίημα, στο «Νύχτα», όταν γράφει: είχα τα χείλη τα ηδονικά και ρόδινα της μέθης, όπου της μέθης έχει μπει αντί για το πιο κανονικό «μεθυστικά». Η έμφαση του μέθης θα δυναμώσει με την επανάληψη στον στίχο που ακολουθεί τα ρόδινα μιας τέτοιας μέθης και την χρησιμοποίηση του ρηματικού μεθώ ξανά σαν τελευταία έκφραση του ποιήματος. Στο ποίημα «Ο Δαρείος» ο Καβάφης παρουσιάζει τον ποιητή Φερνάζη να γράφει ένα επικό ποίημα για τον Δαρείο και να έχει φθάσει στο σημείο όπου πρέπει ν’ αναλύσει τα αισθήματα που θα είχεν ο Δαρείος και να λέει: ίσως υπεροψίαν και μέθην. Το πόση σημασία αποδίδει σ’ αυτό το υπεροψίαν και μέθην ο Φερνάζης, δηλαδή ο Καβάφης, φαίνεται κι απ’ το ότι η φράση αυτή ξανάρχεται δυο φορές στο τέλος του ποιήματος: όμως μες σ’ όλη του την ταραχή και το κακό, επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει κ’ έρχεται — το πιθανώτερο είναι, βέβαια, υπεροψίαν και μέθην· υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος. Όταν λέει ποιητική ιδέα ο Καβάφης εννοεί τις λέξεις που την εκφράζουν. Θυμάται κανείς τη γνωστή απάντηση του Mallarmé στον Degas: «με λέξεις κι όχι με ιδέες, αγαπητέ μου Degas, γράφονται τα ποιήματα». Εκτός αν κάνω λάθος, με το υπεροψίαν και μέθην έχει αντικαταστήσει ο Καβάφης την έκφραση «μέθη της υπεροψίας» και, αντί να υποτάσσει το ένα ουσιαστικό στο άλλο, τα στήνει αυθυπόστατα το ένα δίπλα στο άλλο…

Πέτρος Kολακλίδης, «Tο δούλεμα της γλώσσας στον Kαβάφη». Άρθρο

Να διαβάσετε το παραπάνω κείμενο και να διαπιστώσετε στο ποίημα προς έρευνα τη δυναμική παρουσία της γλώσσας του ΚαβάφηΝέο Έγγραφο του Microsoft Office Word

Leave a Reply