ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ, Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

7o ΕτΗσιο ΣυνΕδριο της ΜονΑδας ΜεθοδολογΙας και ΠρογραμμΑτων ΕκπαΙδευσης

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ, Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Πάτρα, Συνεδριακό και Πολιτιστικό Κέντρο Πανεπιστημίου Πατρών, 8-10 Απριλιου 2005

Συγγραφείς:

Ονοματεπώνυμο  : Δώρα Τελλίδου

Τίτλος / Ιδιότητα :υποψήφια διδάκτορας ΠΤΝ, Φλώρινας, Παν. Δυτικής Μακεδονίας

Ειδικότητα : Εκπαιδευτικός Αγγλικών Α/θμιας εκπ

Διεύθυνση : Παπαθωμά 6 Πόλη : Καστοριά Τ.Κ. 52100

Τηλέφωνο : 24670 29323 & 6976384927

Ηλεκτρονική Διεύθυνση : teld@otenet.gr

Ονοματεπώνυμο  : Έλενα Γρίβα

Τίτλος / Ιδιότητα : διδάκτορας ΠΤΔ, Φλώρινας, Παν. Δυτικής Μακεδονίας

Ειδικότητα : Εκπαιδευτικός Αγγλικών Α/θμιας εκπ

Διεύθυνση : Καραολή & Δημητρίου 16-18  Πόλη : Θεσσαλονίκη Τ.Κ. 55131

Τηλέφωνο : 2310410039

Ηλεκτρονική Διεύθυνση : egriva@eled-fl.auth.gr

Τίτλος Εισήγησης:

The teacher's role in a changing educational era

 Abstract

The purpose of this paper is to investigate the foreign language teachers’ viewpoints of their role in a changing educational era. Our educational system is trying to meet the needs of growing demand for a change into new ways of teaching in an Information and Communication era. There exists a new teaching philosophy, which plays the role of a change agent wishing to bring innovation and reform.

The abovementioned theoretical background initiated the idea of investigating teachers' beliefs about the way they see themselves in an evolutionary educational environment. The hypothesis of our research is that teachers' perceptions of change are connected with technology integration into the syllabuses.

We present the results of a pilot study conducted with a certain number of teachers randomly chosen from elementary schools in the Western Macedonia. It aims at depicting teachers’ perceptions of the need for a change or reform.

The data, which are obtained by open-ended interviews, consist of six basic sections: definition of the term “change”, demands for change, areas of change, prerequisites, teacher’s role, suggestions for change and are analyzed qualitatively based on Miles and Huberman’s methods. The study is limited in scope, but it provides a wealth of information that can allow for suggestions for further research.

 

ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ

ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ

Αγγελάκη, Χ. - Τελλίδου, Θ. 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Στην εργασία αυτή περιγράφουμε ένα μάθημα στο νηπιαγωγείο για το λαογραφικό μουσείο Καστοριάς σε τυπικό και μη τυπικό πλαίσιο με διαμεσολαβητή τη νηπιαγωγό αλλά και ένα εκπαιδευτικό λογισμικό για το μουσείο. Σύμφωνα με τις θεωρίες μάθησης η διδασκαλία προσεγγίζεται με τρόπο που οδηγεί τον μαθητή στην διερεύνηση, ανακάλυψη και αλληλεπίδραση. Στη θεωρητική υποστήριξη της εργασίας αναφέρονται τα σχετικά με την εφαρμογή των πολυμεσικών εργαλείων στην εκπαίδευση, η σχέση Μουσείου και Εκπαίδευσης, η σημασία και τη  συμβολή του μουσείου στη διδακτική πρακτική. Διατυπώνονται οι  γενικοί και ειδικοί διδακτικοί στόχοι του μαθήματος, με βάση την επίσκεψη και τη χρήση του εκπαιδευτικού λογισμικού και περιγράφονται οι δραστηριότητες οι οποίες μπορούν να πραγματοποιηθούν με τη μορφή φύλλων εργασίας.

ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ: μουσείο και εκπαίδευση, λογισμικό, εκπαίδευση, νέες τεχνολογίες.

ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές θεωρούνται πλέον το δυναμικό του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Δίνεται μεγάλη σημασία στη μάθηση με τη βοήθεια των υπολογιστών, οι οποίοι χρησιμοποιούνται κυρίως ως συμπλήρωμα στις δραστηριότητες της τάξης. Βέβαια, δεν είναι σαφές κατά πόσο συμβάλλει στην αποδοτικότητα των μαθητών και τι είδους παιδαγωγικές αλλαγές αποφέρει και δεν αρκούν μόνο εξειδικευμένες γνώσεις, αλλά και παιδαγωγικές με βάση κατάλληλες θεωρίες μάθησης, σύμφωνα με τις αρχές της παιδαγωγικής ψυχολογίας (Μακράκης, 2000). Η προβολή του μουσείου μέσα από το λογισμικό επιτρέπει την επεξεργασία του εικονικού υλικού με ερευνητική προσέγγιση, ενώ δίνει αφορμή για την  διδακτική αξιοποίηση του υλικού του μουσείου για την ερμηνεία ιστορικών και κοινωνικοπολιτιστικών γεγονότων της εποχής. Έτσι εφαρμόζεται η κονστρακτιβιστική θεωρία, όπου η μάθηση δεν είναι επιφανειακή, αλλά μέσα από διαδικασίες προωθείται η βαθιά κατανόηση των πραγμάτων και των νοημάτων πέρα από αυτά. Το κύριο χαρακτηριστικό της πολυμεσικής μας εφαρμογής είναι η οπτικοποίηση. Βασική λειτουργία της είναι να εξομοιώνει την πραγματικότητα, όπου η άμεση εμπειρία και παρατήρηση δεν είναι εφικτή, καθώς επίσης και η υποστήριξη γνωστικών διαδικασιών με την οπτικοποίηση διδακτικών φαινομένων, ιδεών και εννοιών (Ζωγόπουλος, 2000). Τα εποπτικά μέσα κατέχουν διαχρονικά εξέχουσα θέση στην εκπαιδευτική διαδικασία και χρησιμοποιούνται για την διευκόλυνση και προώθηση των στόχων μάθησης σε όλους τους τομείς. Η εξέλιξη των εποπτικών μέσων οδηγεί σήμερα σε μια νέα περίοδο επικοινωνίας πληροφοριών, που αποκαλούνται μέσα (media), με πιο σύγχρονο τον υπολογιστή. Η εκπαιδευτική λειτουργία του υπολογιστή, δεν αποτελεί εναλλακτική μορφή του βιβλίου, αλλά αποτελεί συμπλήρωμα της διδασκαλίας και έχει τη δυνατότητα να προωθεί με κατάλληλες μεθόδους, νέες δυνατότητες μάθησης. Βασικό μέλημα του σχολείου, θα πρέπει να είναι η βελτίωση της ποιότητας της διδασκαλίας με την αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων (Ράπτης, Ράπτη, 2001). Βέβαια η χρήση υπολογιστή στην τάξη δεν σημαίνει πως εξασφαλίζει την γνωστική ανάπτυξη των μαθητών, ούτε έχει αποδειχθεί κατά πόσο συμβάλλει στην κοινωνικό- συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών (Massialas, 1989), αλλά η εποχή απαιτεί να δοθεί στο μέσο αυτό η ανάλογη αξία και εκτίμηση στη χρήση του, όπως έγινε στο παρελθόν με άλλα εποπτικά μέσα (Papert, 1980). Είναι γεγονός όμως, πως η μετάδοση πληροφοριών και γνώσεων σε επίπεδο τεχνολογίας, παρέχει πολλαπλές δυνατότητες, δίνει κίνητρα, διεγείρει το ενδιαφέρον και τις αισθήσεις, βοηθά στη διατήρηση της προσοχής. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, όπου δεν απαιτούνται ειδικές γνώσεις, ο υπολογιστής φέρνει ένα κλίμα αλλαγής και ανανέωσης στην τάξη,  αυξάνει  την  προθυμία  και  τη  δεκτικότητα,  ενισχύει  την  αυτονομία των μαθητών και τον έλεγχο του προσωπικού ρυθμού μάθησης. Επίσης παρέχει άμεση ενίσχυση και επανατροφοδότηση, απαραίτητα για τους μικρούς μαθητές και δημιουργεί νέους τρόπους επικοινωνίας και εργασίας με τους δασκάλους (Massialas, 1989).

Η ιδιαιτερότητα του μέσου αυτού όμως, έγκειται κυρίως στη διασύνδεσή του με τα λεγόμενα πολυμέσα και υπερμέσα. Οι πολυμεσικές εφαρμογές έχουν αντικαταστήσει τον παραδοσιακό τρόπο παρουσίασης πληροφοριών από τον υπολογιστή με κείμενο, με ένα συνδυασμό από γραφικά, ήχο, εικόνα, κείμενο και άλλα, επιτρέποντας τον τελικό χρήστη που βλέπει την εφαρμογή του λογισμικού, να ελέγχει πότε και πως τα στοιχεία θα παρουσιαστούν (interactive multimedia). Η δομή σύνδεσης των πολυμεσικών στοιχείων που επιτρέπει στον χρήστη να ''πλοηγηθεί'' αποκαλείται (hypermedia) ''υπερμέσα'' (Ζωγόπουλος, 2000). Η διαλογικότητα είναι ένα από τα πλεονεκτήματα των μέσων όσον αφορά την παρουσίαση και επικοινωνία της πληροφορίας. Το υποκείμενο εμπλέκεται σε μια διαδικασία αλληλεπίδρασης, η οποία παροτρύνει στην ενεργό συμμετοχή στην μαθησιακή διαδικασία με ''δράση των μαθητών, άμεση ανάδραση και ζωντάνια '' (Ράπτης, Ράπτη 2001: 61, Α').

Το πολυμεσικό και υπερμεσικό περιβάλλον των υπολογιστών με την τρισδιάστατη εικόνα, τον ήχο, την ομιλία, τα ψηφιακά συστήματα και άλλα, δημιουργούν την αίσθηση της εικονικής πραγματικότητας. Η αξιοποίηση των συνδυασμών διαφόρων μέσων, όπως ηλεκτρονικών, τηλεπικοινωνιακών, γλωσσικών, δικτυακών, δίνει τη δυνατότητα αναπαράστασης ενός περιβάλλοντος, όπως το μουσείο, εκμηδενίζοντας τα χωροχρονικά εμπόδια επικοινωνώντας και προβάλλοντας τη γνώση και την πληροφορία και σε άλλους ανθρώπους.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Αδιαμφισβήτητα ο ρόλος του μουσείου είναι σημαντικός και συμβάλλει στην γενικότερη παιδεία του ατόμου καθώς και στην ανάπτυξη της σκέψης, της κρίσης, της αισθητικής και της ευαισθησίας του. Επιτελεί πολύτιμο παιδαγωγικό έργο, παρέχει εκπαίδευση με την ευρύτερη έννοια του όρου και η ένταξή του στην εκπαιδευτική διαδικασία θεωρείται πλέον απαραίτητη. Τα περιεχόμενα των μουσείων θεωρούνται ιδανικά για διαθεματικές και διαπολιτισμικές προσεγγίσεις γνωστικών ενοτήτων, καθώς συμπεριλαμβάνουν πλήθος διαφορετικών αντικειμένων.

Τα μουσειακά εκπαιδευτικά προγράμματα απασχολούν τους ειδικούς από τις αρχές του αιώνα και η προσέγγιση του μουσειακού χώρου έχει ως στόχο την οργάνωση δραστηριοτήτων με παιχνίδια και εποπτικά μέσα, κείμενα, βιντεοκασέτες, ξεναγήσεις, ζωντανούς διάλογους, ώστε να μην είναι η μόνη επαφή του παιδιού με το μουσείο μια απλή επίσκεψη, αλλά να γίνεται εποικοδομητική πληροφόρηση και να εντάσσεται το περιεχόμενο του μουσείου στο κατάλληλο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο (Ζαφειράκου, 2000).

Τα πολυμεσικά και υπερμεσικά εργαλεία των ηλεκτρονικών υπολογιστών, δίνουν τη δυνατότητα δημιουργίας λογισμικού εικονικού μουσείου το οποίο μπορεί να εμπλουτίζει την παραδοσιακή παρουσίαση του μουσείου μέσα από το βιβλίο, να προσθέτει στην απλή επίσκεψη του μουσείου με τις δραστηριότητες του λογισμικού γεμάτες ζωντάνια, κίνηση, να προσφέρει πολύ-αισθητικές προσεγγίσεις γενικά, μέσα από την ποικιλία των μαθησιακών δραστηριοτήτων και πολλαπλών επιπέδων μάθησης. Διότι το ''έκθεμα ως έχει είναι νεκρό'' και οι πληροφορίες που κρύβονται πρέπει να έρθουν στην επιφάνεια και να αλληλεπιδράσουν με τον επισκέπτη, να λειτουργήσουν σαν ερέθισμα για την κατανόηση του πραγματικού τρόπου ζωής και διάρθρωσης της τότε κοινωνίας ( Ανδρέου, 1996).

Η   ΣΗΜΑΣΙΑ        ΚΑΙ   Η   ΣΥΜΒΟΛΗ     ΤΟΥ   ΜΟΥΣΕΙΟΥ    ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Σήμερα υπάρχει τάση αμφισβήτησης, αλλά κυρίως απομάκρυνσης από τον πολιτισμό με την παραδοσιακή σημασία και της προσφοράς του στην πολιτισμική εξέλιξη του ανθρώπου. Το σχολείο έχει υποχρέωση να μεταδώσει και να ενσταλάξει στις συνειδήσεις των μαθητών την αξία της ανθρώπινης δράσης, τις επιδράσεις και τις συνέπειές τους στο παρόν.

Στη χώρα μας, δεν έχει πλήρως αξιοποιηθεί το πλούσιο υλικό όλων των μουσείων μας εκτός από τα Αρχαιολογικά από τα μέσα της δεκαετίας του '80 και κάποια άλλα τα οποία έχουν οργανώσει δανειστικές υπηρεσίες μουσειοσκευών, όπως το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, το Μουσείο Μπενάκη, το Βυζαντινό Αθηνών, το κέντρο Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων Ακρόπολης.

Το συγκεκριμένο λογισμικό αποτελεί ένα τρόπο ενασχόλησης με την τοπική πολιτιστική κληρονομιά στα πλαίσια της σχολικής ζωής, με συνδυασμό της γνώσης και της συναισθηματικής συμμετοχής. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υλικό γνωριμίας με το λαογραφικό μουσείο από τους μαθητές της Καστοριάς αλλά και της υπόλοιπης χώρας. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στα πλαίσια της «μετεπεξεργασίας» της μουσειακής επίσκεψης, με στόχο την επεξεργασία του υλικού, την εμπέδωση, αποκρυστάλλωση και αφομοίωση με προσωπική διερεύνηση του θέματος μέσα από τα περιεχόμενα και τις δραστηριότητες του λογισμικού.

Η διδακτική προσέγγιση του θέματος με τα πολυμεσικά εργαλεία του υπολογιστή, ο οποίος λειτουργεί ως γνωστικό εργαλείο στα χέρια του εκπαιδευτικού, έχει προσαρμοστεί στην ηλικία και τις ανάγκες των μαθητών του νηπιαγωγείου και του δημοτικού σχολείου. Ο βασικός σκοπός της χρήσης των πολυμέσων είναι η παρουσίαση του θέματός μας με ελκυστικό αλλά και δυναμικό αλληλεπιδραστικό τρόπο. Οι εικόνες, ο ήχος, τα χρώματα και τα γραφικά κάνουν την παρουσίαση ελκυστική και διεγείρουν την προσοχή και ανταπόκριση των μαθητών. Ως εποπτικό υλικό ενεργοποιεί τις αισθήσεις και προσανατολίζει την επικοινωνιακή πολιτική μεταξύ του μουσείου και του ''επισκέπτη'', βασική παράμετρο του κοινωνικού ρόλου του μουσείου και της νοητικής, χωρικής, ή συγκινησιακής κατεύθυνσης του κοινού ( Βλάχου, 1997).

Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη σχέση των ανθρώπων με την πολιτιστική κληρονομιά, είναι το κοινωνικό ή μορφωτικό περιβάλλον, ο τόπος προέλευσης, αλλά και η επιρροή του σχολείου. Μέσω του σχολείου, δίνεται η δυνατότητα επαφής με το μουσείο με ποικίλους τρόπους με ταυτόχρονη απήχηση σε διάφορα κοινωνικά στρώματα, παρέχοντας έτσι ίσες ευκαιρίες σε όλους. Καθώς ο σκοπός της εκπαίδευσης είναι η ολόπλευρη και αρμονική ανάπτυξη των μαθητών (Ν. 1566/85), η ενασχόληση με το μουσείο αποτελεί ένα τρόπο διεύρυνσης των θεμάτων σε άλλους θεσμούς όπως επίσης και μια διαπολιτισμική προσέγγιση μέσα σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες.

ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ

Το λογισμικό του Λαογραφικού μουσείο αποτελείται από μια κεντρική σελίδα, από την οποία εύκολα ο χρήστης καθοδηγείται στις διάφορες διαδρομές. Οι ευκρινείς εικόνες, οι ήχοι, οι χρωματικές επιλογές και η πληρότητα των πληροφοριών καλύπτουν τις αισθητικές προϋποθέσεις, αλλά και την εύκολη αποκόμιση πληροφοριών. Η  παρουσίαση του Μουσείου γίνεται μέσα από έντονα χρώματα, μουσική υπόκρουση και αφήγηση, ζωντανές κινούμενες εικόνες ή video με σκοπό να δημιουργήσει περιέργεια και θετικά συναισθηματικά κίνητρα στο χρήστη για την ολοκλήρωση της πλοήγησης. Η παράθεση της αφήγησης παράλληλα με την παρουσίαση του κειμένου εξυπηρετεί διττό στόχο: την οπτική αλλά ακουστική συμμετοχή του χρήστη, διευκολύνοντας έτσι και τους μαθητές οι οποίοι παρουσιάζουν δυσκολίες στην ανάγνωση ή ανήκουν σε κατώτερη ηλικιακή βαθμίδα. Η ύπαρξη υπερσυνδέσεων σε μέρη του κειμένου δίνει τη δυνατότητα στο χρήστη να παρατηρήσει, να συγκρίνει και αφομοιώσει στοιχεία τα οποία δεν αναλύονται επαρκώς στο σώμα του κειμένου.

Με βάση την αρχή της συνολικής προσέγγισης, η παρουσίαση ξεκινά από το όλο, τη γενική παρουσίαση του τόπου, του χώρου και προχωράει προς τα επιμέρους στοιχεία, εξειδικεύοντας την περιήγηση στο Λαογραφικό Μουσείο και τα αντικείμενα. Η εικονική επίσκεψη του μουσείου σε μορφή μαγνητοσκοπημένης εικόνας (video) έχει ως στόχο τη διασύνδεση της όλης παρουσίασης με τους γενικούς και εδικούς μαθησιακούς στόχους, τον σωστό προσανατολισμό του μαθητή και τον κατάλληλο συντονισμό των περιηγήσεων λαμβάνοντας  παράλληλα υπόψη και το χρόνο συζήτησης στην τάξη.

Η περιήγηση στους χώρους του αρχοντικού πέρα από την αισθητική απόλαυση, γίνεται έναυσμα συζήτησης για τη ζωή της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας και τους παράγοντες που τη διαμόρφωσαν. Την ακμή και την ευρωστία  της τάξης των γουναράδων, τις εμπορικές σχέσεις με τη δυτική και την Ανατολική Ευρώπη. Με αφορμή την επιβλητική εικόνα του κτιρίου και τα σχεδιαγράμματα των κατόψεων, γίνεται αναφορά στην αρχιτεκτονική κατασκευή του αρχοντικού, τις Νεοκλασικές επιδράσεις και την αιτία της κατασκευής τους σαν φρούρια, στο πνεύμα της αμφιβολίας και δυσπιστίας λόγω του κατακτητή, θέλοντας έμμεσα να δηλώσουν με τον όγκο των κτιρίων την ανωτερότητα προς τον κατακτητή.

Τα διακοσμητικά στοιχεία δηλώνουν την αισθητική τάση και επιρροές. Το υλικό κατασκευής του κτιρίου αλλά και των αντικειμένων, δίνει την σχέση του υλικού με την εποχή υποδηλώνοντας την πολιτισμική και την τεχνική πρόοδο, το βιοτικό επίπεδο. Παράλληλα διαφαίνονται και οι ειδικοί στόχοι της διδακτικής του θέματος με την επιλογή των δραστηριοτήτων. Μέσα από τον αλληλεπιδραστικό τους χαρακτήρα ενισχύονται οι καλλιτεχνικές δυνατότητες, η φαντασία και η ικανότητα συνδυαστικής κρίσης. Η διάταξη τους προδιαθέτει για την ευμενή αποδοχή της πληροφορίας.

ΓΕΝΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

  • Η διασύνδεση του μουσείου με την τοπική ιστορία στα πλαίσια διδακτικών ενοτήτων, και ευαισθητοποίηση σχετικά με την πολιτισμική κληρονομιά του τόπου.
  • Η ενστάλαξη πραγματικού ενδιαφέροντος και κατανόησης του ''μουσείου'', θεωρείται δύσκολη. Έτσι το σχολείο αναλαμβάνει τον ρόλο αυτό, για να προσεγγίσει τους μικρούς μαθητές με διάφορα προγράμματα και μέσα, με στόχο την παροχή κινήτρων για δημιουργική και εποικοδομητική μάθηση που απορρέει από το χώρο του μουσείου.
  • Η θεμελίωση θετικής στάσης απέναντι στο μουσείο και στην ιστορία του τόπου. Μέσα από τον χώρο και τα αντικείμενα του μουσείου, γίνεται η ερμηνεία των κοινωνικών, οικονομικών, πολιτιστικών και ιστορικών φαινομένων, με στόχο τη διαφώτιση του τρόπου ζωής, τις συνήθειες και γενικά τον πολιτισμό της συγκεκριμένης τάξης σε εκείνη την εποχή στον συγκεκριμένο τόπο. Η προσέγγιση των τοπικών κοινωνιολογικών δεδομένων, θα διαφωτίσει ευρύτερα και την γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε την εποχή εκείνη.
  • Η σύγκριση του παρελθόντος με το παρόν όπως προκύπτει από την σύγκριση των αντικειμένων και του χώρου του μουσείου, με στόχο την επισήμανση των διαφορετικών αξιών και τις ιδιαιτερότητες της κάθε εποχής.
  • Η διασύνδεση της ποιότητας ζωής τότε με την εξέλιξη του σήμερα και την ιστορική πορεία του ανθρώπου, μέσα από την οργάνωση της κοινωνίας, τις συνθήκες ζωής και τα έθιμα.
  • Η ενεργοποίηση του μαθητή με μύηση στους τρόπους προσέγγισης του μουσείου με στόχο να μάθουν να παρατηρούν, να αναλύουν, να κρίνουν, να εξάγουν συμπεράσματα και να αξιολογούν τον χώρο, τα αντικείμενα και τον ρόλο τους.

ΕΙΔΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

  • Να τοποθετούν το μουσείο χρονολογικά και ιστορικά στην εποχή του.
  • Να αναγνωρίζουν τους χώρους του αρχοντικού και να εξηγούν τη χρήση τους.
  • Να ονομάζουν τα σκεύη και τα αντικείμενα και να είναι σε θέση να τα κατηγοριοποιούν.
  • Να διακρίνουν ποια από τα αντικείμενα χρησιμοποιούνται και σήμερα και ποια όχι.
  • Να εξηγούν τους λόγους της επίδρασης του οικονομικού παράγοντα στην κοινωνία της εποχής.
  • Να μπορούν να κάνουν συγκρίσεις του παρελθόντος με την σημερινή εποχή, όσον αφορά τον τρόπο ζωής και τις ιστορικές συνθήκες.
  • Να ξεχωρίζουν τα υλικά κατασκευής τότε και σήμερα.
  • Να κατανοήσουν την ιεραρχική οργάνωση της κοινωνίας την εποχή εκείνη και τις διαφορές τω κοινωνικών ομάδων.

Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ

  • Ακολουθήσαμε το μοντέλο Καριώτογλου (2001) με τις τρεις φάσεις υλοποίησης: εξοικείωση με το χώρο, κυρίως φάση της επίσκεψης και η ανασκόπηση. Πριν την επίσκεψη μιλήσαμε για το μουσείο, ρωτήθηκαν οι μαθητές αν ξέρουν τι είναι μουσείο, αν έχουν πάει, τι είδη μουσείων υπάρχουν, τι εκθέτουν κλπ.
  • Χρησιμοποιώντας βιντεοπροβολέα, δείξαμε το εκπαιδευτικό λογισμικό στο σύνολο των μαθητών, να τους προϊδεάσουμε για το χώρο και τα εκθέματα.
  • Συζητήσαμε για το τι βλέπουν διασυνδέοντας τις γνωστικές περιοχές των βασικών μαθημάτων της γλώσσας, μελέτης περιβάλλοντος, γεωμετρίας, σχετικά με τα σχήματα και εικαστικών σχετικά με την αισθητική.
  • Καθορίσαμε τις ομάδες εργασίας και συμφωνήσαμε στο τι θα κάνουν όταν επισκεφτούν το μουσείο.
  • Πρώτα και κύρια θα περιφέρονται πολύ ήσυχα και με τάξη.
  • Θα παρατηρήσουν και θα προσπαθήσουν να απομνημονεύσουν ότι βλέπουν σε κάθε όροφο.
  • Θα κάνουν ερωτήσεις στην ξεναγό του μουσείου όταν επιτραπεί.
  • Θα βγάλουν φωτογραφίες με τη βοήθεια της νηπιαγωγού.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ - ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ

  • Οι μαθητές θα μιλήσουν κατά ομάδες σχετικά με το μουσείο.
  • Θα ανοίξουμε το λογισμικό του λαογραφικού μουσείου της Καστοριάς και θα κάνουμε τώρα όλοι μαζί τις ηλεκτρονικές δραστηριότητες, να δούμε τι θυμούνται και τι αποκόμισαν από την επίσκεψη
  • Οι μαθητές χρησιμοποιώντας αναλογικούς συλλογισμούς, θα εκφράσουν προφορικά τις απόψεις τους σχετικά με τις διαφορές του παρελθόντος με το παρόν, με στόχο να αντιληφθούν την εξέλιξη των κοινωνικών συνθηκών.
  • Μπορεί να επισκεφτούμε εικονικά κάποιο σχετικό μουσείο και να συνεχίσουμε με τα μουσεία σε κάποιο επόμενο μάθημα.
  • Μπορεί να δοθεί μια καθοδηγητική ερώτηση έρευνας του τύπου: σε ποια εποχή θα ήθελες να ζεις και γιατί. Έτσι παροτρύνονται στην κριτική σκέψη εξετάζοντας ένα ευρύ φάσμα παραγόντων.
  • Να εξηγήσουν σύμφωνα με τον τρόπο ζωής που υποδηλώνεται από το Λαογραφικό, τη θέση και τον ρόλο των δύο φύλων εκείνη την εποχή.
  • Να διατυπώσουν ερωτήσεις και απορίες σχετικά με τη θεματική ενότητα και των όσων αποκόμισαν από την εφαρμογή του λογισμικού.
  • Να πουν ποιος χώρος, αντικείμενο ή άλλο τους εντυπωσίασε.
  • Να ζωγραφίσουν ότι τους εντυπωσίασε από το Λαογραφικό Μουσείο.
  • Να στείλουν κάρτα σε έναν φίλο, με τις φωτογραφίες  που βγάλαμε από το Μουσείο.

ΤΕΛΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Η συνεργασία εκπαιδευτικών και μουσειοπαιδαγωγών θα ήταν ιδανική για τον σχεδιασμό και την ένταξη ανάλογων προγραμμάτων στην εκπαίδευση και την ενσωμάτωσή τους στο Αναλυτικό πρόγραμμα. Το μουσείο μέσα από  το σχολείο θα ετοιμάσει το μελλοντικό του κοινό, διατηρώντας βέβαια την προσωπική του σφραγίδα. Οι επισκέψεις, οι μουσειοσκευές, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αλλά και οι εικονογραφημένες ειδικές εκδόσεις των μουσείων καθώς και διάφορα εποπτικά μέσα θα αναπτύξουν μια δυναμική στην εκπαίδευση, (Ανδρέου, 1996). Το υλικό του μουσείου δεν προσφέρεται μόνο ως γνωστικό αντικείμενο, αλλά με την κατάλληλη παρέμβαση ειδικών του μουσείου μπορεί να οδηγήσει στον νοητικό και συγκινησιακό προσανατολισμό του κοινού. Οι σχετικές δραστηριότητες που προτείνονται βασίζονται σε γνωστικούς, συναισθηματικούς στόχους και ψυχοκινητικούς στόχους. Ο σκοπός του μουσείου είναι η συνειδητοποίηση και ενίσχυση της τοπικής ταυτότητας σε πρώτη φάση και της εθνικής γενικότερα, η γνώση της τοπικής ιστορίας και η σύνδεση του χώρου με το παρελθόν και την πολιτιστική κληρονομιά, καθώς επίσης και βίωση συναισθημάτων ευχαρίστησης, θαυμασμού, συγκίνησης και άλλα προσωπικά συναισθήματα (Ζαφειράκου, 2000). Η πολιτιστική κληρονομιά ενός τόπου πρέπει να αξιοποιείται πρωτίστως για τους ανθρώπους του ίδιου του τόπου, με τέτοιο τρόπο ώστε να οδηγεί σε μια σχέση ουσίας με το ιστορικό πλαίσιο, τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά και τις αξίες που δημιούργησαν αυτήν την κληρονομιά (Μαυροπούλου, Τσιούμη, 1988). Η εκμετάλλευση του πλούτου του μουσείου και η επαφή πρώτα με τα τοπικά μουσεία.

θα οδηγήσει σε διεύρυνση των επαφών με άλλα μουσεία διαφορετικού περιεχομένου ή είδους

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Clark, R. E. (1994), Media will never influence learning. Educational Technology Research and Development, 42(2).
  2. Kemp, J. E. (1971),. Instructional Design. Belmont and Calif.: Fearon Publication.
  3. Laurillard, D. (1987), (ed). Interactive Media: Working Methods and Practical Applications. Chichester, West Sussex: Ellis Harwood
  4. Massialas, B. (1987), Claims and Counterclaims on the Education Uses of Microcomputers. Πρακτικά Γ' Διεθνούς Παιδαγωγικού Συνεδρίου Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης, εκδ. Παιδαγωγικής Εταιρίας Ελλάδος, Αθήνα
  5. Papert, S. (1980), Mindstorms: Children Computers and Powerful Ideas. New York: Basic
  6. Peretz, A.S (1988), ''Student-Centered Learning through Content-based Instuction'' in Reading in a Foreign Language 5/1: 181-191.
  7. A. (2000), Εισαγωγή στο Director for Machintosh & Windows με εικόνες. Αθήνα: Κλειδάριθμος.
  8. Ανδρέου, Α. (1986), Ιστορία, Μουσείο και Σχολείο. Θεσσαλονίκη: Δεδούση.
  9. Βλάχου, Ε. (2001), Επικοινωνώντας με τους επισκέπτες: Δύσκολη δουλειά, αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει (και στην Ελλάδα). Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου. Θεσσαλονίκη: Εντευκτήριο.
  10. Ζαφειράκου, Α. (2000), Μουσεία και Σχολεία. Αθήνα: Δαρδανός.
  11. Ζωγόπουλος, Ε. (2001), Νέες Τεχνολογίες και Μέσα Επικοινωνίας στην Εκπαιδευτική Διαδικασία. Αθήνα: Κλειδάριθμος.
  12. Μακράκης, Β. (2000), Υπερμέσα στην Εκπαίδευση. Αθήνα: Μεταίχμιο.
  13. Μακρής, Χ. (2000), Η Καστοριά, συνοπτική Ιστορία της Πόλης. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.
  14. Μαυροπούλου, Χ. - Τσιούμη (1988), Μουσειακή Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ Υπηρεσία Δημοσιευμάτων.
  15. Ράπτης, Α. - Ράπτη, Α. (2001), Μάθηση και Διδασκαλία στην Εποχή της Πληροφορίας. Αθήνα: ιδίου.