Ελληνικά

Η μάχη του Βελιγραδίου 1456 – Η τεράστια ήττα των Οθωμανών που ο Μωάμεθ ο Πορθητής κόντεψε να αυτοκτονήσει

Η πολιορκία και η μάχη του Βελιγραδίου το 1456 αποτελεί μια από τις πλέον αποφασιστικές συγκρούσεις στη Βαλκανική την περίοδο της οθωμανικής εξάπλωσης. Μετά την Άλωση της Πόλης οι Τούρκοι, υπό τον Μωάμεθ Β’ Πορθητή, σκόπευαν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους σε όλη την χερσόνησο του Αίμου. Αντίπαλοι τους ήταν ο Ιωάννης Ουνιάδης και ο Γεώργιος Καστριώτης, ενώ κατόπιν προστέθηκε και ο Βλαντ Ντρακούλ.

Το 1455 ο Μωάμεθ αποφάσισε να καταλάβει το ισχυρά οχυρωμένο Βελιγράδι. η νυν πρωτεύουσα της Σερβίας βρισκόταν τότε υπό την κυριαρχία της Ουγγαρίας. Ο Ούγγρος στρατηλάτης Ιωάννης Ουνιάδης, έχοντας πληροφορηθεί τις προθέσεις των Τούρκων, ενίσχυσε την οχυρή πόλη με δικά του έξοδα.

Ο Ουνιάδης ενίσχυσε και τη φρουρά με Ούγγρους στρατιώτες υπό τη διοίκηση του γαμπρού του Μιχαήλ Σιλάγκι και του μεγαλύτερου γιοί του Λάζλο. Παράλληλα άρχισε να συγκεντρώνει στρατό και στόλο 200 σκαφών για να τον μεταφέρει μέσω του ποταμού Δούναβη.

Ο Ουνιάδης είχε μαζί τον φραγκισκανό μοναχό Ιωάννη του Καπιστράνο ο οποίος κήρυξε σταυροφορία κατά των απίστων Τούρκων. Αποτέλεσμα του κηρύγματός του ήταν να συγκεντρωθεί μια ισχυρή, αριθμητική δύναμη, που όμως αποτελούνταν κυρίως από άσχημα οπλισμένους και ανεκπαίδευτους στα πολεμικά αγρότες.

Πυρήνας του στρατού όμως ήταν οι περίφημοι «Μαύροι Μισθοφόροι», άνδρες κυρίως Γερμανοί και Βοημοί, έμπειροι καθόλα στα πολεμικά, καλά εξοπλισμένοι και άριστα εκπαιδευμένοι. Συνολικά ο Ουνιάδης συγκέντρωσε 25 – 30.000 άνδρες.

Έρχονται οι Τούρκοι

Στο μεταξύ ο Μωάμεθ κινήθηκε με μια τεράστια στρατιά προς το Βελιγράδι. Η τουρκική δύναμη αριθμούσε, ανάλογα με την πηγή, 60 -160.000 άνδρες. Στις 4 Ιουλίου 1456 οι Τούρκοι ξεκίνησαν την πολιορκία του Βελιγραδίου η φρουρά του οποίου αριθμούσε περί τους 7.000 στρατιώτες. Οι Τούρκοι πέραν της συντριπτικής τους αριθμητικής τους υπεροχής διέθεταν και περί τα 300 πυροβόλα, αλλά και 200 σκάφη με τα οποία θα απέκλειαν την πόλη από την πλευρά του Δούναβη.

Οι Τούρκοι αναπτύχθηκαν με τα στρατεύματα των ευρωπαϊκών κτήσεων δεξιά, τους γενίτσαρους στο κέντρο και τα στρατεύματα της Ανατολίας αριστερά, στη στενή λωρίδα γης μεταξύ των δύο ποταμών. Επίσης ένα τουρκικό σώμα επιτηρούσες την περιοχή του ποταμού Σάβου, δυτικά, ενώ ανατολικά του Δούναβη περιπολούσαν Τούρκοι ιππείς.

Ο Ουνιάδης ενημερώθηκε για την άφιξη των Τούρκων και αμέσως κινήθηκε εναντίον τους. Στην πορεία ο Καπιστράνο ξεσήκωσε και άλλους άνδρες έτσι ώστε όταν έφτασαν στο Βελιγράδι διέθεταν τουλάχιστον 50.000 άνδρες, αγρότες στην πλειοψηφία τους. Στο μεταξύ οι αμυνόμενοι στην πόλη άντεχαν βασιζόμενοι στις ισχυρές οχυρώσεις.

Έρχονται οι ενισχύσεις

Στις 14 Ιουλίου 1456 ο Ουνιάδης έφτασε στο Βελιγράδι με τα σκάφη του. Σε ναυμαχία που ακολούθησε στον μεγάλο ποταμό οι Ούγγροι νίκησαν καταστρέφοντας ή κυριεύοντας 27 τουρκικά σκάφη. Η ήττα αυτή επέτρεψε στον Ούγγρο στρατηγό να σπάσει αποκλεισμό της πόλης και να μεταφέρει ενισχύσεις και τρόφιμα στην πόλη.

Ο Μωάμεθ όμως δεν παραιτήθηκε. Άλλωστε μετά από εντατικό βομβαρδισμό των τειχών αυτά είχαν καταπέσει σε πολλά σημεία. Στις 21 Ιουλίου ο Μωάμεθ διέταξε γενική επίθεση. Τα φανατισμένα τουρκικά στίφη όρμησαν με ιαχές. Οι αμυνόμενοι όμως αντιστάθηκαν ηρωικά. Η μάχη συνεχίστηκε όλη τη νύχτα και εξακολούθησε όλη την ημέρα.

Παρόλα αυτά οι χιλιάδες Τούρκοι κατάφεραν να εισχωρήσουν στην πόλη με τους αμυνόμενους να περιορίζονται στο κάστρο. Όλα έμοιαζαν χαμένα αλλά ο Ουνιάδης διέταξε τους άνδρες του να ρίξουν ότι ξύλα και ότι άλλο εύφλεκτο υπήρχε πάνω στους Τούρκους που στριμώχνονταν κάτω από τα τείχη του κάστρου.

Κατόπιν τα ανέφλεξαν. Οι φλόγες διαχώρισαν τους γενίτσαρους που είχαν προχωρήσει πιο μπροστά από τους άλλους Τούρκους από το κύριο σώμα. Έτσι οι χριστιανοί βρήκαν ευκαιρία και τους κατέσφαξαν. Στην άγρια αυτή σύγκρουση ένας εκ των αμυνομένων, ο Τίτους Ντούγκοβιτς, όρμησε κατά ενός Τούρκου σημαιοφόρου και τον γκρέμισε από τα τείχη βρίσκοντας και ο ίδιος τον θάνατο, μη ανεχόμενος τη θέα της τουρκικής σημαίας. Νεότεροι ιστορικοί αμφισβητούν πάντως την ιστορία αυτή, ακόμα και την ύπαρξη του Ντούγκοβιτς.

Αντεπίθεση

Η τουρκική έφοδος αποκρούστηκε με βαριές απώλειες για τους επιτιθέμενους. Αμέσως οι χριστιανοί αντεπιτέθηκαν. Οι αγρότες που αποτελούσαν μεγάλο μέρος του στρατού του Ουνιάδη, με θρησκευτικό ζήλο, οδηγούμενοι και από τον Καπιστράνο, ξεχύθηκαν κατά των Τούρκων χωρίς διαταγή.

Ο Ουνιάδης ακολούθησε τους άνδρες του και η σύγκρουση εξελίχθηκε σε σκληρή μάχη σώμα με σώμα. Ο Ουνιάδης επιτέθηκε στα τουρκικά κανονιοστάσια και ο Καπιστράνο, ψάλλοντας ύμνους, οδήγησε τους «σταυροφόρους» του στα νώτα των Τούρκων, κινούμενος προς τον Σάβο. Αιφνιδιασμένοι από την ορμητική αντεπίθεση των αντιπάλων τους οι Τούρκοι συντρίφτηκαν και τράπηκαν σε φυγή.

Η φρουρά του Μωάμεθ – 5.000 επίλεκτοι γενίτσαροι – προσπάθησαν μάταια να σταματήσουν τον πανικό. Όταν όμως τους επιτέθηκαν τα τακτικά σώματα του Ουνιάδη τσάκισαν και αυτοί. Ο Μωάμεθ σκότωσε έναν Ούγγρο αξιωματικό με το σπαθί του αλλά δέχτηκε ένα βέλος και έπεσε αναίσθητος. Κατόπιν αυτού οι Τούρκοι μόλις έπεσε το βράδυ υποχώρησαν. Τη φάλαγγα οδηγούσαν 140 άμαξες γεμάτες τραυματίες.

Η μάχη στο Βελιγράδι αποτέλεσε περιφανή νίκη του Ουνιάδη, αλλά και Κύκνειο Άσμα του, καθώς τρεις ημέρες μετά τη μάχη απεβίωσε. Οι Τούρκοι είχαν τουλάχιστον 15.000 νεκρούς, έχασαν δε όλα τα σκάφη τους και πάνω από 300 πυροβόλα. Οι απώλειες των χριστιανών ήταν σημαντικές.

Μετά την μάχη, ο Μωάμεθ Β' ο Πορθητής, από την τρέλα του, προσπάθησε να αυτοκτονήσει, όμως εκεί ήταν κάποιοι Οθωμανοί και τον συγκράτησαν.

Ήρωας της μάχης, Τίτους Ντούγκοβιτς.

Πηγή: history-point

Αφήστε μια απάντηση