ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΚΑΡΤΕΡ

Ο Χάουαρντ Κάρτερ (Howard Carter, 9 Μαΐου 1874 – 2 Μαρτίου 1939) ήταν Βρετανός αρχαιολόγος και αιγυπτιολόγος, ο οποίος έγινε διάσημος για την ανακάλυψη του άθικτου τάφου του Φαραώ Τουταγχαμών, τον Νοέμβριο του 1922.

Ο Χ. Κάρτερ γεννήθηκε στο Κένσινγκτον του Λονδίνου και το νεότερο από τα δέκα τέκνα του ζωγράφου Σάμιουελ Τζων Κάρτερ και της Μάρθα Τζόυς Κάρτερ, το γένος Σαντς (Sands). Ο πατέρας του εκπαίδευσε και ανέπτυξε τα καλλιτεχνικά ταλέντα του μικρού Χάουαρντ.

Ο Χάουαρντ πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής ηλικίας του με συγγενείς στην κωμόπολη Σουάφαμ (Swaffham) του Νόρφολκ, τόπο γεννήσεως αμφότερων των γονέων του.[13][14] Εκεί κοντά βρισκόταν η έπαυλη της οικογένειας Άμερστ, το Ντίντλινγκτον Χωλ, που περιείχε μια μεγάλη συλλογή αιγυπτιακών αρχαιοτήτων, γεγονός που κίνησε το ενδιαφέρον του μικρού Κάρτερ για το θέμα. Το 1891 η Εταιρεία Εξερεύνησης Αιγύπτου (EEF), με την παρότρυνση της βαρόνης Μαίρης Σέσιλ, τον έστειλε να βοηθήσει έναν φίλο των Άμερστ, τον Πέρσυ Νιούμπερυ, στην ανασκαφή και την καταγραφή τάφων του Μέσου Βασιλείου στο Μπενί Χασάν της Αιγύπτου.

Παρά το ότι ήταν μόλις 17 ετών, ο Κάρτερ καινοτόμησε στη βελτίωση των μεθόδων της αντιγραφής της διακοσμήσεως των τάφων. Το 1892 εργάσθηκε ως μαθητευόμενος του Φλίντερς Πέτρι επί μία ανασκαφική περίοδο στην Αμάρνα, την πρωτεύουσα του φαραώ Ακενατών. Μετά, από το 1894 έως το 1899, εργάσθηκε με τον Ανρί Εντουάρ Ναβίλ στο Ντέιρ ελ-Μπαχάρι, όπου κατέγραψε τα ανάγλυφα στον ναό της Χατσεψούτ.

Το 1899 ο Κάρτερ διορίσθηκε Αρχιεπιθεωρητής της Υπηρεσίας Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων (EAS). Επόπτευσε μερικές ανασκαφές στις Θήβες (Λούξορ). Το 1904 μετατέθηκε στο Εποπτείο της Κάτω Αιγύπτου. Επαινέθηκε για τις βελτιώσεις του στις τεχνικές προστασίας και στην προσβασιμότητα στις υπάρχουσες θέσεις ανασκαφών[15], καθώς και για την ανάπτυξη ενός συστήματος καννάβου για την αναζήτηση τάφων. Επιπλέον, η EAS τον χρηματοδότησε για να διευθύνει τα δικά του σχέδια ανασκαφών.

Ο Κάρτερ παραιτήθηκε από την Υπηρεσία Αρχαιοτήτων το 1905, μετά από μία διερεύνηση στη λεγόμενη «Υπόθεση της Σακκάρα», μία αντιπαράθεση μεταξύ φρουρών αρχαιολογικών χώρων και μιας ομάδας Γάλλων τουριστών. Ο Κάρτερ είχε ταχθεί με το μέρος των Αιγύπτιων φρουρών.[16]

Ο τάφος του Τουταγχαμών

Ο τάφος του Τουταγχαμών (KV62)
Το 1907, μετά από μια δύσκολη τριετία για τον Κάρτερ, ο Λόρδος Κάρναρβον τον προσέλαβε για να διευθύνει ανασκαφές στους τάφους ευγενών στο Ντέιρ ελ-Μπαχάρι, κοντά στις Θήβες.[17] Ο Γκαστόν Μασπερό είχε συστήσει τον Κάρτερ στον Κάρναρβον, έχοντας υπόψη τις σύγχρονες αρχαιολογικές του μεθόδους και συστήματα καταγραφής.[18][19]

Ο KV62 στην Κοιλάδα των Βασιλέων
Το 1914 ο Λόρδος Κάρναρβον έλαβε την άδεια να ανασκάψει στην Κοιλάδα των Βασιλέων[20] και ο Κάρτερ διεύθυνε τις εργασίες. Ωστόσο, οι ανασκαφές διακόπηκαν σύντομα από την έναρξη του Α΄Παγκόσμιου Πολέμου και ο Κάρτερ πέρασε τα χρόνια του πολέμου ως διπλωματικός μεταφορέας και μεταφραστής. Επέστρεψε με ενθουσιασμό στο ανασκαφικό έργο του προς τα τέλη[20] του 1917.

Το 1922 ο Λόρδος Κάρναρβον είχε απογοητευθεί πλέον με την έλλειψη ευρημάτων και πληροφόρησε τον Κάρτερ ότι είχε μία ακόμη ανασκαφική περίοδο με χρηματοδότηση για να βρει κάτι σημαντικό στην Κοιλάδα των Βασιλέων.[21]

Ο Κάρτερ τότε ερεύνησε μία γραμμή από καλύβες που είχε εγκαταλείψει μερικές περιόδους νωρίτερα. Οι ανασκαφείς καθάρισαν τις καλύβες και τα συντρίμματα βράχων από κάτω τους. Στις 4 Νοεμβρίου 1922 το παιδί που είχαν για να τους φέρνει νερό σκόνταψε τυχαία σε μια πέτρα που αποδείχθηκε το πρώτο σκαλοπάτι μιας σκάλας σκαλισμένης πάνω στον βράχο.[22] Ανέσκαψαν τότε μερικώς τα σκαλοπάτια, μέχρι που αποκαλύφθηκε το επάνω μέρος μιας θύρας καλυμμένης με σοβά λάσπης και φέρουσας βασιλικές δέλτους (οβάλ με ιερογλυφικά). Ο Κάρτερ είπε και ξανακάλυψαν τη σκάλα, και έστειλε ένα τηλεγράφημα στον Κάρναρβον, ο οποίος έφθασε δυόμισυ εβδομάδες αργότερα, στις 23 Νοεμβρίου.

Στις 26 Νοεμβρίου ο Κάρτερ έσκαψε ένα «μικροσκοπικό άνοιγμα στην επάνω αριστερή γωνία» της θύρας, ενώπιον του Κάρναρβον, της κόρης του και άλλων, με μία σμίλη που του είχε δωρίσει η γιαγιά του για τα δέκατα έβδομα γενέθλιά του. Μπορέσε να δει με το φως ενός κεριού πολλούς χρυσούς και εβένινους θησαυρούς άθικτους. Δεν γνώριζε ακόμα αν ήταν καν «τάφος ή απλώς ένα παλαιό θησαυροφυλάκιο», αλλά μπόρεσε να διακρίνει μια πολλά υποσχόμενη σφραγισμένη θύρα ανάμεσα σε δύο αγάλματα-φρουρούς. Ο Κάρναρβον τον ρώτησε: «Μπορείς να δεις τίποτα;» και ο Κάρτερ απάντησε με λέξεις που έμειναν ιστορικές: «Ναι, θαυμαστά πράγματα!»[23] Στην πραγματικότητα ο Κάρτερ είχε ανακαλύψει τον τάφο του φαραώ Τουταγχαμών, που αναφέρεται από τους αιγυπτιολόγους ως KV62.

Οι σημειώσεις του Κάρτερ και φωτογραφίες υποδεικνύουν ότι ο ίδιος μαζί με τον Λόρδο Κάρναρβον και τη λαίδη Έβελυν Χέρμπερτ εισήλθαν στον ταφικό θάλαμο τον Νοέμβριο του 1922, πριν από το επίσημο άνοιγμά του.[24]

Το σπίτι του Κάρτερ στη Νεκρόπολη των Θηβών το 2009
Οι επόμενοι αρκετοί μήνες καταναλώθηκαν για την καταλογογράφηση των περιεχομένων του προθαλάμου, υπό τη «συχνά αγχογόνο» επίβλεψη του Πιερ Λακώ, γενικού διευθυντή του Υπουργείου (πλέον) Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου.[25] Στις 16 Φεβρουαρίου 1923 ο Κάρτερ άνοιξε τη σφραγισμένη θύρα και διαπίστωσε πως πράγματι οδηγούσε σε έναν νεκρικό θάλαμο, όπου αντίκρισε για πρώτη φορά τη σαρκοφάγο του Τουταγχαμών. Ο τάφος θεωρήθηκε ο καλύτερα διατηρημένος και ο μοναδικός ίσως άθικτος τάφος φαραώ που βρέθηκε ποτέ στην Κοιλάδα των Βασιλέων, οπότε η ανακάλυψη καλύφθηκε με ενθουσιασμό από τον παγκόσμιο τύπο, αλλά οι περισσότεροι από τους ανταποκριτές του περιορίσθηκαν στα ξενοδοχεία τους, προς μεγάλη τους απογοήτευση. Μόνο στον Χένρυ Βόλαμ Μόρτον των Times του Λονδίνου επιτράπηκε να επισκεφθεί τον τάφο και οι ζωηρές περιγραφές του βοήθησαν να εδραιωθεί η φήμη του Κάρτερ στο βρετανικό κοινό.

Τον Φεβρουάριο του 1923 μια ρήξη ανάμεσα στον Κάρτερ και στον Λόρδο Κάρναρβον, πιθανώς εξαιτίας διαφωνίας στο πώς να χειρισθούν τις εποπτεύουσες αιγυπτιακές αρχές, προκάλεσε το προσωρινό κλείσιμο της ανασκαφής. Οι εργασίες ξανάρχισαν στις αρχές Μαρτίου, αφού ο Κάρναρβον ζήτησε πρώτα συγγνώμη από τον Κάρτερ.[26] Αργότερα τον ίδιο μήνα ο Λόρδος μολύνθηκε στο ξύρισμα στο Λούξορ και πέθανε από σηψαιμία στο Κάιρο[27] στις 5 Απριλίου 1923. Η σύζυγός του Αλμίνα διατήρησε την εκχώρηση της Κοιλάδας για ανασκαφές στον σύζυγό της, κάτι που επέτρεψε στον Κάρτερ να συνεχίσει το έργο του.

Η λεπτομερής και προσεκτική καταγραφή από τον Κάρτερ των χιλιάδων αντικειμένων που βρέθηκαν μέσα στον τάφο συνεχίσθηκε μέχρι το 1932, με τα περισσότερα να μεταφέρονται στο Μουσείο Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων Καΐρου. Οι εργασίες διακόπηκαν και αρκετές άλλες φορές, τη μία επί σχεδόν ένα έτος (1924–1925), όταν σημειώθηκε διαφωνία σχετικώς με αυτό που ο Κάρτερ θεωρούσε ως υπερβολικό έλεγχο της ανασκαφής από την Υπηρεσία Αρχαιοτήτων. Οι αιγυπτιακές αρχές συμφώνησαν τελικώς ότι ο Κάρτερ έπρεπε να ολοκληρώσει την εκκαθάριση του τάφου.[28]

Παρά το γεγονός ότι πρωτοστάτησε στη μεγαλύτερη ίσως αρχαιολογική ανακάλυψη της εποχής του, ο Κάρτερ δεν τιμήθηκε ποτέ από το βρετανικό κράτος. Ωστόσο, το 1926 τιμήθηκε με το παράσημο του Τάγματος του Νείλου Γ΄ τάξεως, από τον βασιλιά Φουάντ Α΄ της Αιγύπτου.[29]

Την ίδια δεκαετία ανακηρύχθηκε επίσης επίτιμος διδάκτορας από το Πανεπιστήμιο Γέιλ και έγινε επίτιμο μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Ιστορίας της Μαδρίτης.[30]

Leave a Reply