English

Ρήγας Φεραίος

Ο Ρήγας Βελεστινλής (Φεραίος) γεννήθηκε το 1757 στο Βελεστίνο της Μαγνησίας. Το θεωρούμενο ως πραγματικό του επώνυμο Αντώνιος Κυριαζής ή Κυρίτζης δεν επιβεβαιώνεται από τη σύγχρονη έρευνα. Ο ίδιος προτιμούσε να χρησιμοποιεί ως επώνυμο αυτό της γενέτειράς του, ενώ οι Έλληνες διανοούμενοι που ζούσαν στην εξορία τον αποκαλούσαν Φεραίο, επειδή στην αρχαιότητα η πόλη του ονομαζόταν Φεραί.

Ο νεαρός Ρήγας εγκατέλειψε το Βελεστίνο πολύ νωρίς, αφού πρώτα πήρε τη βασική του μόρφωση. Το 1785 πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνέχισε τις σπουδές του κι εντάχθηκε στο περιβάλλον των Φαναριωτών, ενώ το 1788 εγκαταστάθηκε στη Βλαχία ως διοικητικός υπάλληλος.                                                   

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ

 Αθανάσιος Διάκος

Σύμφωνα με μια εκδοχή, το πραγματικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Γραμματικός ή Αθανάσιος Μασσαβέτας, αλλά έμεινε γνωστός ως  Αθανάσιος Διάκος.

Πολέμησε στη μάχη της Αλαμάνας, όπου είχε ειδοποιηθεί να εγκαταλήψει την θέση του, αλλά αυτός συνέχισε να πολεμά. Τραυματίστηκε όμως και πιάστηκε αιχμάλωτος. Εκτιμώντας την ανδρεία του ο Ομέρ Βρυώνης, του πρότεινε να του χαρίσει τη ζωή του με αντάλλαγμα να προσχωρήσει στον στρατό του. Ο Διάκος αρνήθηκε και θανατώθηκε με φριχτό τρόπο.

Ο Αθανάσιος Διάκος είναι ένας από τους γενναιότερους και τιμιότερους αγωνιστές της Επανάστασης, επειδή πολέμησε και θυσιάστηκε στον Αγώνα για την ελευθερία.

 

 

Homo Universalis: Αθανάσιος Διάκος

 

 

 

 

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

  • Γεννήθηκε το 1770 στη Μεσσηνία

  • Ο πατέρας του και δύο αδέλφια του σκοτώθηκαν από τους Τούρκους

  • Από μκρός έγινε κλέφτης και στα 15 του καπετάνιος

  • Πολέμησε στο ρωσοτουρκικό πόλεμο

  • Το 1810 εντάχθηκε στον αγγλικό στρατό με το βαθμό του ταγματάρχη

  • Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία

  • Στις 23 Μαρτίου 1821 ύψωσε τη σημαία της επανάστασης στην Καλαμάτα

  • Πήρε μέρος σε όλες σχεδόν τις μάχες της επανάστασης με αποκορύφωμα την Άλωση της Τριπολιτσας αλλά και την καταστοφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια σώζοντας την επανάσταση

  • Ονομάστηκε αρχιστράτηγος των ελλήνικών δυνάμεων

  • Κατά τη διάρκεια του πρώτου εμφύλιου προσπάθησε να συνετίσει τις δύο πλευρές, δεν τα κατάφερε και τάχθηκε με το μέρος των οπλαρχηγών

  • Αποτέλεσμα ήταν σκοτωθεί ο γιός του Πάνος και ο ίδιος να φυλακιστεί μαζί με άλλους οπλαρχηγούς στο Ναύπλιο

  • Μετά από λαϊκή απαίτηση η κυβέρνηση τον ελευθερώνει

  • Δεν φοβήθηκε ποτέ κατά τη διάρκεια της επανάστασης, παρά μόνο όταν είδε Έλληνες να προσκυνούν

  • Υποστήριξε τον Καποδίστρια και αργότερα το Όθωνα

  • Το 1833 μετά τις διαφωνίες του για ασυδοσία την αντιβασιλείας συνελήφθη και φυλακίστηκε στο Ναύπλιο για εσχάτη προδοσία

  • Καταδικάστηκε σε θάνατο

  • Το 1835 έλαβε χάρη και πήρε το βαθμό του στρατηγού

  • Πέθανε στην Αθήνα το 1843

    Σε όλη του τη ζωή δεν έπαψε να αγωνίζετε για το καλό της πατρίδας

Ιωάννης Καποδίστριας

Ήταν ο πρώτος κυβερνήτης του νεοελληνικού κράτους και είναι σίγουρο ότι ήταν ένα πρόσωπο που απέπνεε δύναμη. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1776. Οι οικογένεια του καταγόταν από την Ίστρια της Αδριατικής και είχε πάρει τον τίτλο του κόμη. Μετά τις πρώτες του σπουδές στην Κέρκυρα ο Ιωάννης Καποδίστριας συνέχισε στην Πάδουα της Ιταλίας, όπου σπούδασε ιατρική. Επέστρεψε στην Κέρκυρα και άσκησε το ιατρικό επάγγελμα. Από τα τέλη όμως του 1798 αφοσιώθηκε στην πολιτική. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως έκτακτος επίτροπος της τοπικής κυβέρνησης, εργάστηκε για την εφαρμογή του νέου πολιτεύματος των Επτανήσων, που ήταν ανεξάρτητα αλλά φόρου υποτελή στον Σουλτάνο. Αργότερα έγινε υπουργός και τέλος γραμματέας της Επικρατείας για τις υποθέσεις εξωτερικών, ναυτικών και εμπορίου. Απέκτησε δεσμούς με τη ρωσική αυλή και μετά την πρόσκτηση των Επτανήσων από την Αγγλία έφυγε για την Πετρούπολη. Εκεί μπήκε στην υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας και από τότε μέχρι το 1822 συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας. Ικανότατος, αναδείχθηκε σε θαυμάσιο διπλωμάτη και έγινε υπουργός των Εξωτερικών του τσάρου. Συνδέθηκε στενά με τον Αλέξανδρο τον Α' και συναναστρέφονταν τους επηρεασμένους από τις ιδέες του Διαφωτισμού αριστοκράτες της αυλής.

Το 1827 του προτάθηκε από την Φιλική Εταιρία να αναλάβει την αρχηγία της οργάνωσης και της επαναστάσεως στην Ελλάδα, αλλά δεν δέχτηκε. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση προσπάθησε να διαθέσει ευνοϊκά τον τσάρο Αλέξανδρο Α' υπέρ αυτής, ανεπιτυχώς όμως. Η Ελληνική  Επανάσταση καταδικάστηκε στο Συνέδριο του  Λάιμπαχ , το Μάιο του 1821, από την ιερά Συμμαχία. Ο Καποδίστριας αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την ενεργό υπηρεσία και έφυγε για την Ελβετία, όπου ιδιώτευσε για μία πενταετία. Μετά από μία αλληλουχία γεγονότων  και την αλλαγή πολιτικής της Ιεράς Συμμαχίας, η Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας αποφάσισε να ονομάσει τον Καποδίστρια Κυβερνήτη της Ελλάδας το 1827.

Λίγο μετά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου ήρθε στην Ελλάδα, στην Αίγινα, και επί δύο χρόνια, μέχρι την υπογραφή του Πρωτόκολλου του Λονδίνου το 1830, ήταν  κυβερνήτης χωρίς τη διεθνή αναγνώριση.

Η διακυβέρνηση του ήταν σύντομη και οι προσπάθειες του για τον εκσυγχρονισμό της χώρας ερχόταν σε σύγκρουση με τους προεστούς και τους γαιοκτήμονες. Τέλος στις 9 Οκτωβρίου 1831 δολοφονήθηκε από τους Γεώργιο και Κωσταντίνο Μαυρομιχάλη στο Ναύπλιο.

 

Ιωάννης Καποδίστριας : Το 1831 δολοφονείται ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας | in.gr

 

ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ

Ο Κωσταντίνος Κανάρης γεννήθηκε το 1793 στα Ψαρά από μεγάλη ναυτική οικογένεια. Από μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα και δούλεψε σε πλοία άλλων συγγενών του κυρίως του θείου του Δημήτρη Μπουρέκα, όπου και του έμαθε τα μυστικά της θάλασσας.

Σε ηλικία 20 ετών ανέλαβε καπετάνιος στο πλοίο του θείου του, όταν εκείνος πέθανε. Παντρεύτηκε τη Δέσποινα Μανιάτη, κόρη γνωστής ναυτικής οικογένειας των Ψαρών, με την οποία έκανε έξι αγόρια και ένα κορίτσι.

Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 που ξεχώρισε για το θάρρος του και την αποφασιστικότητά του, κάνοντας επιδρομές κατά του τουρκικού στόλου.

Το μεγαλύτερό του ανδραγάνθημα ήταν να πυρπολήσει την τουρκική ναυαρχίδα του πασά Καρά Αλή στη Χίο, τον Ιούνιο του 1822, ως αντίποινα για τη σφαγή που προκάλεσε ο πασάς στο νησί. Τον Οκτώβριο του 1822, καταφέρνει να πυρπολήσει την αντιναυαρχίδα του τουρκικού στόλου που ήταν αγκυροβολημένη στο λιμάνι της Τενέδου, και να καταστρέψει μια τουρκική φρεγάτα στη Σάμο το 1824. Καταφέρει να πλήξει σημαντικά τον αιγυπτιακό στόλο στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας παραπλανώντας τον εχθρό με την ύψωση της Ρώσικης σημαίας στο πλοίο του, με αποτέλεσμα να μη γίνει αρχικά αντιληπτός και να επιφέρει σοβαρές ζημιές στον εχθρό.

Η φήμη των επιτυχιών του ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα και ξένοι λογοτέχνες και συγγραφείς ανέδειξαν την ηρωική του στάση ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο Λόρδος Βύρωνας αλλά και ο ιστορικός Τόμας Γκόρντον.

Η συμβολή του στην επιτυχία της ελληνικής επανάστασης στάθηκε αναμφισβήτητη κάτι που έγινε αντιληπτό και μετά το τέλος της, όταν κατάφερε να αναλάβει σημαντικά πολιτικά αξιώματα ως Ναύαρχος, Υπουργός Ναυτικών, ενώ διετέλεσε πέντε φορές Πρωθυπουργός. Στις 2 Σεπτεμβριου 1877, πεθαίνει ως εν ενεργεία πρωθυπουργός της Ελλάδος.

Μάρκος Μπότσαρης

Ο Μάρκος Μπότσαρης (Σούλι Θεσπρωτίας, 1790 - Καρπενήσι Ευρυτανίας, 9 Αυγούστου 1823) ήταν Έλληνας οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και καπετάνιος των Σουλιωτών. Για τις συνολικές του υπηρεσίες και τη μεγάλη συνεισφορά του στον αγώνα, μετά θάνατον έλαβε τιμητικά τον στρατιωτικό βαθμό του Στρατηγού.

Δράση στην Ήπειρο (1820-1821)

O Μάρκος Μπότσαρης, μαζί με τον θείο του, τον Νότη, αγωνιζόταν στο πλευρό των σουλτανικών δυνάμεων εναντίον του τυράννου της Ηπείρου, του Αλή Πασά, επειδή είχαν πάρει την υπόσχεση ότι θα ξαναγυρνούσαν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους. Βλέποντας ότι οι Οθωμανοί αθετούσαν την υπόσχεση τους, όταν ο Αλή Πασάς πολιορκήθηκε από τα σουλτανικά στρατεύματα στα τέλη Οκτωβρίου του 1820, ο Μπότσαρης ήρθε σε συνεννόηση μαζί του και ζήτησε τον επαναπατρισμό των Σουλιωτών, με αντάλλαγμα να βοηθήσουν τον Αλή στον αγώνα εναντίον των στρατευμάτων του Σουλτάνου, πράγμα που έγινε. Ο Μπότσαρης, επικεφαλής 300-350 ανδρών, εμφανίστηκε επί του όρους Σατοβέτζας, απέναντι από το σουλτανικό στρατόπεδο και επιτέθηκε εναντίον των Τούρκων (5 Δεκεμβρίου 1820). Κατόπιν κατέλαβε το φρούριο των Βαριάδων και οχυρώθηκε σε αυτό (7 Δεκεμβρίου 1820). Από εκεί, επικεφαλής 200 ιππέων, προσέβαλε μία σουλτανική εφοδιοπομπή στις Κόμψαδες (22 Δεκεμβρίου 1820). Αμέσως μετά κατέλαβε τη θέση Πέντε Πηγάδια και συνέτριψε μία δύναμη 5.000 Αλβανών που εστάλη εναντίον του. Τους επόμενους μήνες άρχισε διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους και τους Αλβανούς ώσπου τον Μάρτιο του 1821 να έρθει στην Ήπειρο ο Χριστόφορος Περραιβός και να ενημερώσει τους Σουλιώτες για την επικείμενη επανάσταση.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, νίκησε τους Τούρκους στη Βογόρτσα και στα Δερβίζιανα, όπου εξόντωσε ένα ισχυρό μισθοφορικό σώμα με ένα απίστευτο τέχνασμα. Καταλήφθηκαν τα Λέλοβα, η Καντσά και το παραθαλάσσιο φρούριο της Ρηνιάσας. Στις αρχές Μαΐου απειλήθηκε και η ίδια η Πρέβεζα. Στη συνέχεια, επιτέθηκε με 600 πολεμιστές σε δύο χιλιάδες γενίτσαρους που στάθμευαν στους Δραμεσούς, κατέλαβε τα Κοσμηρά, δύο ώρες μακριά από τα Ιωάννινα και νίκησε τον Ισμαήλ Πασά στο μοναστήρι της Ραψίνας. Ακολούθησαν οι νικηφόρες μάχες στο Κομπότι (3 Ιουλίου 1821), στους Βαριάδες (14 Ιουλίου 1821), όπου εκδίωξε τους Τούρκους από το φρούριο που μόλις είχαν καταλάβει, και στην Πλάκα (17 Ιουλίου 1821) όπου χάρη στην αποφασιστικότητα του και την ορμητική του επίθεση με 125 άντρες στοίχισε τους Τούρκους πάνω από διακόσιους νεκρούς. Ένα μήνα αργότερα διέλυσε τις υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις στις Κομψάδες και συμμετείχε στη πολιορκία της Άρτας η οποία άρχισε στις 12 Νοεμβρίου και τέλειωσε άδοξα στις 4 Δεκεμβρίου 1821.

Μάχη του Πέτα και υπεράσπιση του Μεσολογγίου (1822)

Την άνοιξη του 1822 το Σούλι πολιορκήθηκε από τους Τούρκους και ο Μπότσαρης ζήτησε βοήθεια από τους οπλαρχηγούς της Στερεάς Ελλάδας. Έλαβε μέρος στην εκστρατεία του Μαυροκορδάτου στην Ήπειρο η οποία απέτυχε ολοσχερώς στις μάχες της Πλάκας και του Πέτα (4 Ιουλίου 1822), κι έτσι τους επόμενους μήνες το Σούλι παραδόθηκε. Βρέθηκε μεταξύ των υπερασπιστών του Μεσολογγίου στην πρώτη του πολιορκία στα τέλη του 1822, όπου παρέσυρε τους Τούρκους σε πλαστές συνομιλίες (τις λεγόμενες "καπάκια") και έδωσε χρόνο στους πολιορκημένους να ενισχύσουν τις οχυρώσεις. Τα Χριστούγεννα υπερασπίστηκε με μόνο 35 άνδρες το τείχος της πόλης από τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη. Τότε με παρέμβαση του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του έδωσαν τον τίτλο του στρατηγού της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας. Μάλιστα το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντιζηλία των άλλων οπλαρχηγών κάτι το οποίο εξόργισε τον Μπότσαρη, ο οποίος μπροστά τους έσκισε το χαρτί του διορισμού του λέγοντας: "Όποιος είναι άξιος παίρνει το δίπλωμα με το σπαθί του από τον πασά!". Αυτή η μεγαλοπρεπής πράξη του αποδεικνύει την ανιδιοτέλειά του και την αγάπη του για την πατρίδα.

Μάχη στο Κεφαλόβρυσο, ο θάνατός του και η κηδεία του (1823)

Το καλοκαίρι του 1823 προσπάθησε να ανακόψει το δρόμο στα τούρκικα στρατεύματα που επέδραμαν προς τη δυτική Ρούμελη. Στις αρχές Ιουλίου ο Μουσταής πασάς, επικεφαλής 15.000 επίλεκτων ανδρών, εκστράτευσε εναντίον της Επανάστασης και σύντομα κατέφθασε ο Ομέρ πασάς και ο Σούλτζη Κόρτσα με τα πολυάριθμα στρατεύματα τους. Ο Μπότσαρης, τη νύχτα της 8-9 Αυγούστου, μαζί με τον Κίτσο Τζαβέλα και άλλους 450 Σουλιώτες, επιτέθηκε κατά της εμπροσθοφυλακής των εχθρών, που είχαν στρατοπεδεύσει στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου, στη μάχη που έμεινε γνωστή ως Μάχη του Κεφαλόβρυσου. Παρά τον αρχικά ελαφρύ τραυματισμό του, συνέχισε να πολεμάει και κατάφερε να νικήσει τους Τουρκαλβανούς. Όμως μια εχθρική σφαίρα έπληξε το μάτι του. Ιστορικοί αναφέρουν πως τότε ο Μπότσαρης είπε πριν ξεψυχήσει: «Αδέλφια, με βάρεσαν». Εκείνη τη στιγμή, οι Σουλιώτες, αν και νικούσαν, διέκοψαν τον αγώνα για να παραλάβουν τον νεκρό αρχηγό τους και τα λάφυρα. Οι Σουλιώτες σκότωσαν εκατοντάδες εχθρούς χωρίς όμως να καταφέρουν να σταματήσουν την τουρκική προέλαση. Μεταφέροντας το σώμα του Μπότσαρη προς το Μεσολόγγι όπου τελικά τον ενταφίασαν, σταμάτησαν για λίγο στον νάρθηκα της Μονής Προυσσού όπου ευρισκόταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης κατάκοιτος. Αυτός τον ασπάστηκε λέγοντας "Άμποτε ήρωα Μάρκο, κι' εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω".
Ο νεκρός μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι με θριαμβική πομπή που περιγράφει και ο Πουκεβίλ. Του θριάμβου προηγούνταν Τούρκοι αιχμάλωτοι, ακολουθούσαν οι αιχμαλωτισμένοι ίπποι των αξιωματικών με πολύτιμα επισάγματα και πενήντα τέσσερις σημαίες των εχθρών. Ο νεκρός Μάρκος ήταν καλυμμένος με γαλάζια χλαμύδα. Ακολουθούσαν τα λάφυρα που ήταν ζώα, όπλα, σκηνές, πολεμοφόδια και άλλα στρατιωτικά εφόδια και το ταμείο των εχθρών. Η κηδεία ξεκίνησε το απομεσήμερο, από το οίκημα του Επάρχου Κωνσταντίνου Μεταξά, για να δειχθεί ότι τον κηδεύει το Έθνος. Η επικήδεια τελετή έγινε στον ναό Αγίου Νικολάου των προμαχώνων. Για τον θάνατο του Μπότσαρη γράφηκαν πολλά έντεχνα ποιήματα και δημοτικά τραγούδια, ενώ φιλοτεχνήθηκαν και πίνακες ζωγραφικής. Μεταξύ των άλλων ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε ποίημα όπου παρομοιάζει την συρροή των Ελλήνων στην κηδεία του Μπότσαρη με την συρροή των Τρώων στην ταφή του Έκτορα.

Μετά την ηρωική Έξοδο και την κατάληψη του Μεσολογγίου από τους Οθωμανούς, οι Τουρκαλβανοί άνοιξαν τον τάφο του Μπότσαρη αναζητώντας τα πολύτιμα όπλα του.

Ο Μάρκος Μπότσαρης έμεινε στην ιστορία για την ανδρεία του και τη σημαντική συμβολή του στον Αγώνα για την ανεξαρτησία των Ελλήνων και δίκαια θεωρείται μεγάλος εθνικός ήρωας.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%AC%CF%81%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%9C%CF%80%CF%8C%CF%84%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%B7%CF%82

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΠΟΛΗΣ ΜΑΣ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΠΟΛΗΣ-ΘΕΣ/ΝΙΚΗ

 

Η Νεάπολη είναι πυκνοκατοικημένη περιοχή του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Θεσσαλονίκης, σε μικρή απόσταση από το κέντρο της πόλης. Εκτείνεται στη βορειοδυτική πλευρά της Μητροπολιτικής Θεσσαλονίκης και ανήκει στον Δήμο Νεάπολης - Συκεών. Η έκτασή της ανέρχεται σε 1.168 στρέμματα (1,168 τετρ. χλμ.) με μόνιμο πληθυσμό 27.084 κατοίκους, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011.

Ο πρώτος οικισμός δημιουργήθηκε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και την ανταλλαγή πληθυσμών, όταν Μικρασιάτες πρόσφυγες από τη Νέβσεχιρ της Καππαδοκίας (ελληνική ονομασία Νεάπολη) εγκαταστάθηκαν στην δυτική περιοχή της Θεσσαλονίκης, στους λόφους λίγο έξω από τα όρια των βυζαντινών τειχών, και έδωσαν στη νέα τους πατρίδα το όνομα της παλαιάς: Νεάπολη. Οι πρόσφυγες έκτισαν στο κέντρο του οικισμού τους τον Ναό του Αγίου Γεωργίου σε ανάμνηση του ομώνυμου ναού στη Νεάπολη της Καππαδοκίας.  Σήμερα αποτελεί τον Μητροπολιτικό Ναό της Νεάπολης.

Η συνεχής ροή πληθυσμού λόγω της αστυφιλίας, που ξεκίνησε κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, μετέτρεψε σταδιακά τη Νεάπολη από οικισμό προσφυγικών παραπηγμάτων αρχικά σε Κοινότητα και από το 1946, σε Δήμο. Το 2011 η Νεάπολη συνενώθηκε στο νέο Δήμο Νεάπολης - Συκεών μαζί με τις Συκιές, τον Άγιο Παύλο και τα Πεύκα.

Η σημερινή Νεάπολη αποτελεί έδρα του Υποθηκοφυλακείου Δυτικής Θεσσαλονίκης, της Ιεράς Μητρόπολης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως καθώς και πολλών αθλητικών και πολιτιστικών συλλόγων.  Διαθέτει Δημοτική Συγκοινωνία αλλά και πλήθος πολιτιστικών υποδομών.

Ο Άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος αποτελεί τον πολιούχο της πόλης και συμπολιούχος είναι ο Άγιος Γεώργιος ο Νεαπολίτης (ιερομάρτυρας από τη Νεάπολη της Καππαδοκίας Μικράς Ασίας που μαρτύρησε το έτος 1797).

Για την ιστορία εδώ γεννήθηκε το 1929 ο Χρήστος Σαρτζετάκης, ανακριτής στην υπόθεση Λαμπράκη τη δεκαετία του ’60 και αργότερα Πρόεδρος της Δημοκρατίας και το 1959 ο Γιάννης Αγγελάκας.

 

               

 

 

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης

Ο Κωνσταντἱνος Κανἁρης γεννἡθηκε το 1793 στα Ψαρἁ. Ἡταν Έλληνας επαναστάτης, σπουδαἱα μορφἡ του ναυτικού αγὡνα καθὡς και πρωθυπουργὁς της Ελλἁδας για 5 φορἑς.

Ο Κανἁρης συμμετεἱχε στη μεγἁλη επανἁσταση του 1821 κι ἑκανε πολλἁ κατορθὡματα.  Πρὡτα, τον Ιοὑνιο του 1822 ἑβαλε μπουρλὁτο στη ναυαρχἱδα του Καρἁ Αλἡ.  Η φωτιἁ απὁ το μπουρλὁτο ἑφτασε ταχὑτατα στο καρἁβι.  Ὀμως, δεν κατἁφερε να την καταστρἑψει αλλἁ της ἑκανε πολλἑς ζημιἑς.  Αυτἡ ἠταν η εκδἱκηση των Ελλἡνων για την καταστροφἡ της Χἰου.

Στη συνἑχεια, τον Οκτὠβριο του ἱδιου χρὁνου πυρπὁλησε στην Τἑνεδο την αντιναυαρχἱδα κι ἑτσι ο οθωμανικὀς στὁλος κλεἰστηκε στα Δαρδανἐλια.  Το 1824 κατἑστρεψε 2 ακὁμη εχθρικἁ πλοἱα στη Σἀμο και τη Μυτιλἡνη.  Ἑπειτα, ο Κανάρης το 1825 πρὁτεινε στους Έλληνες να πυρπολἡσουν τον αιγυπτιακὀ στὁλο στο λιμἀνι της Αλεξἀνδρειας.  Δὐο εχθρικἀ πλοἱα πλησἰαζαν την Αλεξἀνδρεια.  Στο λιμἀνι μπἡκε μὁνο ο Κανἀρης με το πυρπολικὁ του.  Επἱσης, η επιχεἱρηση ἐγινε αντιληπτἠ απὁ ἐνα γαλλικὀ, πολεμικὁ πλοἰο που τους κανιοβολοὐσε.

Τἐλος ο Κανἀρης το 1826 τραυματἱστηκε σε μἰα επἱθεση και κινδὑνεψε να πιαστεἱ αιχμἁλωτος.   Ευτυχὠς, ὁμως εἱχε σωθεἱ.