Αγαπητή Μελίνα,
Όταν στα γεράματά μου θέλησα να αλλάξω τη ζωή μου, να γίνω ξακουστός ιππότης και δείξω σε όλους τι σημαίνει να ζεις με όνειρο και φαντασία, αγνοήθηκα σε μεγάλο βαθμό. Όλοι οι κοντινοί μου άνθρωποι θεώρησαν πως δεν ήμουν τίποτε άλλο παρά ένας ηλικιωμένος άνθρωπος που έπρεπε να περιοριστεί στο να διαβάζει μύθους και ιπποτικές ιστορίες και όχι στο να τις ζει. Ένιωσα βαθιά μελαγχολία μόλις συνειδητοποίησα την κατάσταση, διότι κατά βάθος αυτή ήταν η αλήθεια. Ακόμα και αν δεν το έδειχνα, σε κάθε βήμα μου ένιωθα να με πλημμυρίζουν τα εμπόδια και οι περιφρονητικές ματιές.
Μέχρι να αποκτήσω την σημερινή μου φήμη, οι περισσότεροι με θεωρούσαν ανήμπορο και παράξενο, με εξαίρεση τον αγαπητό βοηθό μου, Σάντσο Πάνσα. Βέβαια, δεν ήταν σύνηθες οι άνθρωποι να εκπληρώνουν τα όνειρά τους στην δική μου ηλικία, μα δεν ήθελα να αφήσω το γεγονός αυτό να με εμποδίσει. Πολλές φορές μού φαινόταν ακατόρθωτο να μην λυγίσω κάτω από τα τόσα σχόλια προς το πρόσωπό μου· ακόμα και από τους στενότερους φίλους μου: τον δάσκαλο, τον γιατρό και τον παπά του χωριού καθώς και τον Καράσκο τον φοιτητή. Τουλάχιστον ο πιστός μου σκύλος Τριστάνο, παρ'όλο που ήταν αβέβαιος για την λογική ορισμένων λόγων μου, δεν με εγκατέλειψε ποτέ και πραγματικά ήταν βράχος και πηγή κουράγιου στις δύσκολες περιπέτειές μας. Τις τελευταίες μου στιγμές, έχοντας αυτόν τον φίλο μου στην αγκαλιά, αισθάνθηκα ικανοποιημένος και αληθινά ευτυχισμένος με τα όσα είχα καταφέρει ξεπερνώντας όλες τις προσδοκίες και πραγματοποιώντας αυτό που λαχταρούσα βαθιά μέσα μου. Ήμουν βέβαιος ότι θα έμενα στην ιστορία ως ο ξακουστός Ιππότης της Ελεεινής Μορφής, ο Δον Κιχώτης από την Μάντσα.
Με εκτίμηση,
Δον Κιχώτης
από το βιβλίο «Ζήσε όπως ο Δον Κιχώτης»