Θουκυδίδη, Επιτάφιος Περικλή/// Κεφάλαιο 40

[ https://latistor.blogspot.com/2022/08/40.html ]

 

KEIMENO
40. «Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ’ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας· πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον καιρῷ ἢ λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καὶ τὸ πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινὶ αἰσχρόν, ἀλλὰ μὴ διαφεύγειν ἔργῳ αἴσχιον. ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ ἑτέροις πρὸς ἔργα τετραμμένοις τὰ πολιτικὰ μὴ ἐνδεῶς γνῶναι· μόνοι γὰρ τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ’ ἀχρεῖον νομίζομεν, καὶ οἱ αὐτοὶ ἤτοι κρίνομέν γε ἢ ἐνθυμούμεθα ὀρθῶς τὰ πράγματα, οὐ τοὺς λόγους τοῖς ἔργοις βλάβην ἡγούμενοι, ἀλλὰ μὴ προδιδαχθῆναι μᾶλλον λόγῳ πρότερον ἢ ἐπὶ ἃ δεῖ ἔργῳ ἐλθεῖν. διαφερόντως γὰρ δὴ καὶ τόδε ἔχομεν ὥστε τολμᾶν τε οἱ αὐτοὶ μάλιστα καὶ περὶ ὧν ἐπιχειρήσομεν ἐκλογίζεσθαι· ὃ τοῖς ἄλλοις ἀμαθία μὲν θράσος, λογισμὸς δὲ ὄκνον φέρει. κράτιστοι δ’ ἂν τὴν ψυχὴν δικαίως κριθεῖεν οἱ τά τε δεινὰ καὶ ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καὶ διὰ ταῦτα μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων. καὶ τὰ ἐς ἀρετὴν ἐνηντιώμεθα τοῖς πολλοῖς· οὐ γὰρ πάσχοντες εὖ, ἀλλὰ δρῶντες κτώμεθα τοὺς φίλους. βεβαιότερος δὲ ὁ δράσας τὴν χάριν ὥστε ὀφειλομένην δι’ εὐνοίας ᾧ δέδωκε σῴζειν· ὁ δὲ ἀντοφείλων ἀμβλύτερος, εἰδὼς οὐκ ἐς χάριν, ἀλλ’ ἐς ὀφείλημα τὴν ἀρετὴν ἀποδώσων. καὶ μόνοι οὐ τοῦ ξυμφέροντος μᾶλλον λογισμῷ ἢ τῆς ἐλευθερίας τῷ πιστῷ ἀδεῶς τινὰ ὠφελοῦμεν».

 
40. Ἀγαπᾶμε τὴν ὀμορφιὰ παραμένοντας ἁπλοί. ἀγαπᾶμε τὴ θεωρητικὴ σκέψη χωρὶς αὐτὸ νὰ μᾶς ἀποχαυνώνει. Τὸν πλοῦτο τὸν χρησιμοποιοῦμε περισσότερο ὡς εὐκαιρία γιὰ δράση παρὰ ὡς ἀφορμὴ γιὰ κομπασμό, καὶ τὸ θεωροῦμε ντροπὴ νὰ μὴν παραδέχεται κανεὶς πὼς εἶναι φτωχός, χειρότερη ὅμως ντροπὴ νὰ μὴν προσπαθεῖ μὲ τὴν ἐργασία νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴ φτώχεια. Εἴμαστε σὲ θέση οἱ ἴδιοι νὰ φροντίζουμε καὶ γιὰ τὰ δικά μας πράγματα καὶ γιὰ τὰ πολιτικά, καὶ παρὰ τὶς διάφορες ἀσχολίες ποὺ καθένας μας ἔχει, δὲν εἴμαστε ἀνεπαρκῶς κατατοπισμένοι στὰ πολιτικά. Διότι εἴμαστε οἱ μόνοι ποὺ ὅποιον δὲν συμμετέχει καθόλου σὲ αὐτὰ δὲν τὸν θεωροῦμε φιλήσυχο πολίτη ἀλλὰ ἄχρηστο, καὶ οἱ ἴδιοι ἐμεῖς πάλι ποὺ παίρνουμε πολιτικὲς ἀποφάσεις ἢ τουλάχιστον σχηματίζουμε σωστὴ γνώμη γιὰ τὰ πράγματα, γιατὶ νομίζουμε ὅτι τὴν πράξη δὲν τὴν βλάπτει ἡ συζήτηση ἀλλὰ τὸ νὰ μὴν κατατοπιστεῖ κανεὶς πρῶτα διαμέσου τῆς συζήτησης σχετικὰ μὲ ὅ,τι πρέπει νὰ πραχθεῖ. Διότι καὶ σὲ τοῦτο ξεχωρίζουμε καθὼς οἱ ἴδιοι ἐμεῖς εἴμαστε ἐξαιρετικὰ τολμηροὶ καὶ συνάμα προσεκτικοὶ σὲ ὅ,τι θὰ ἐπιχειρήσουμε. στοὺς ἄλλους ἡ ἄγνοια γεννάει θράσος καὶ ἡ περίσκεψη δισταγμό. Ὅμως τὴν πιὸ μεγάλη δύναμη ψυχῆς θὰ ἦταν σωστὸ νὰ κριθεῖ ὅτι τὴν ἔχουν ὅσοι γνωρίζουν ὁλοκάθαρα ποιά εἶναι τὰ φοβερὰ καὶ ποιά τὰ εὐχάριστα καὶ ἐντούτοις δὲν ὑποχωροῦν ἐξαιτίας αὐτοῦ μπροστὰ στοὺς κινδύνους. Ἐπίσης, σχετικὰ μὲ τὴν καλοσύνη ἔχουμε ἀντίθετη γνώμη ἀπὸ τοὺς περισσότερους. γιατὶ δὲν ἐπιδιώκουμε νὰ ἀποκτοῦμε φίλους μὲ τὸ νὰ δεχόμαστε εὐεργεσίες ἀλλὰ κάνοντας ἐμεῖς καλό. Καὶ εἶναι σταθερότερος φίλος αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὸ καλό, γιατὶ προσπαθεῖ νὰ διατηρήσει τὴ χάρη ποὺ τοῦ ὀφείλεται δείχνοντας συμπάθεια σὲ αὐτὸν στὸν ὁποῖο ἔκανε καλό. ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ὀφείλει κάτι εἶναι πιὸ ἀδιάφορος, διότι ξέρει ὅτι, γιὰ τὸ καλὸ ποὺ θὰ κάνει, ὁ ἄλλος δὲν θὰ τοῦ χρωστάει χάρη ἀλλὰ ἁπλῶς θὰ ἐξοφλήσει μὲ αὐτὸ ὁ ἴδιος ἕνα χρέος του. Καὶ εἴμαστε οἱ μόνοι ποὺ κάνουμε καλὸ ἀνεπιφύλακτα ὄχι ἀπὸ συμφεροντολογικὸ ὑπολογισμὸ ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺ ὡς ἐλεύθεροι ἄνθρωποι ἔχουμε στοὺς ἄλλους.

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. «Φιλοκαλομεν τε γάρ μετ’ ετελείας καί φιλοσοφομεν νευ μαλακίας»: Να αναλύσετε το περιεχόμενο του αποσπάσματος.
 
Σύμφωνα με τη δήλωση αυτή του Περικλή, οι Αθηναίοι αγαπούν το ωραίο και την τέχνη, αλλά με απλότητα και λιτότητα, χωρίς να οδηγούνται στην πολυτέλεια. Αντιστοίχως, αγαπούν και καλλιεργούν την επιστήμη, χωρίς αυτό να τους καθιστά μαλθακούς και να τους οδηγεί στην αδράνεια.
Τα ρήματα «φιλοκαλῶ» και «φιλοσοφῶ» χρησιμοποιούνται εδώ το πρώτο με την έννοια της αγάπης προς το ωραίο και το δεύτερο με την έννοια της αγάπης προς τη σοφία. Για να κατανοηθεί όμως το περιεχόμενο του αποσπάσματος, πρέπει να προσέξουμε και τους δύο εμπρόθετους προσδιορισμούς που τα συνοδεύουν «μετ’ εὐτελείας – ἄνευ μαλακίας». Με αυτούς το νόημα συμπληρώνεται: Αγαπούμε το ωραίο, το καλό, χωρίς να ξοδεύουμε και αγαπούμε τη σοφία, χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί. Η άποψη που θέλει τη φιλοκαλία του Αθηναίου να περιορίζεται σε απόλαυση απλώς του ωραίου χωρίς έξοδα δε φαίνεται να αποδίδει την πραγματικότητα. Γιατί ο Περικλής εδώ δεν εννοεί κάτι παρόμοιο. Τονίζει την αγάπη των Αθηναίων προς την καλλιτεχνική δημιουργία με τις δαπάνες που σε καμιά περίπτωση δε φτάνουν την πολυτέλεια. Όσο για την αγάπη του Αθηναίου προς τη φιλοσοφία, ο Περικλής την αφήνει απροσδιόριστη. Με τον όρο φιλοσοφία θα εννοήσουμε τη βαθύτερη εξέταση των πραγμάτων ή θα της προσδώσουμε μια γενικότερη έννοια, της προσπάθειας δηλαδή να ερμηνεύσουμε, να κατανοήσουμε τα προβλήματα της ζωής και του κόσμου, να διατυπώσουμε και να ανταλλάξουμε απόψεις επί σημαντικών θεωρητικών ζητημάτων; (Βλ. και Σ. Γκίκα, ό.π., σσ. 80-81).
Μπορούμε βεβαίως να υποστηρίξουμε ότι μεταξύ του «φιλοκαλοῦμεν» και του «φιλοσοφοῦμεν» ενυπάρχει μια αντίθεση. Το «καλό» και το «σοφό», η τέχνη και η επιστήμη αντιτίθενται το ένα στο άλλο. Ο Πλάτων στην «Πολιτεία» θα υπογραμμίσει ότι «παλαιά τις διαφορά φιλοσοφίᾳ τε και ποιητικῇ» (10, 607 b). «Ο Πυθαγόρας, ο Ηράκλειτος, ο Ξενοφάνης αρνιούνται την αξία του Ομήρου και του Ησιόδου. Τα χτυπήματα δεν έλειψαν και από το άλλο μέρος. Και ο πόλεμος αυτός της θεωρητικής σοφίας με την τέχνη, ποια έχει τη δύναμη να μορφώσει σωστά τον άνθρωπο, είναι στην εποχή ακριβώς του Θουκυδίδη ξεχωριστά ζωηρός» (βλ. Ι. Θ. Κακριδή, ό.π., σ. 48 και J. Finley, ό.π., σσ. 152-153).

2Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η αναφορά του Περικλή στην τάση των Αθηναίων προς το «φιλοσοφεν» γίνεται για να αποτελέσει στοιχείο σύγκρισης με τη ΣπάρτηΝα αιτιολογήσετε την άποψή σας.
 
Κατά την άποψη πολλών, οι Σπαρτιάτες αντιμετώπιζαν τη φιλοσοφία ως ενασχόληση που δεν προσιδιάζει στους άνδρες, γιατί στερεί από αυτούς το χρόνο που πρέπει να διαθέσουν για τη σωματική τους άσκηση με αποτέλεσμα να γίνονται μαλθακοί. Ο Πλούταρχος επισημαίνει ότι «γράμματα (Λακεδαιμόνιοι) ἕνεκα τῆς χρείας ἐμάνθανον˙ τῶν δέ ἄλλων παιδευμάτων ξενηλασίαν ἐποιοῦντο οὐ μᾶλλον ἀνθρώπων ἤ λόγων˙ ἡ δέ παιδεία ἦν αὐτοῖς πρός τό ἄρχεσθαι καλῶς καί καρτερεῖν πονοῦντα καί μαχόμενον νικᾶν ἤ ἀποθνήσκειν» (Λακεδ. Ἐπιτηδ. 4, σ. 237, α). Επομένως θα μπορούσαμε να παραλληλίσουμε εδώ από τη μια την άποψη των Λακεδαιμονίων ότι τα γράμματα στρέφουν προς την τρυφηλότητα και από την άλλη την τάση των Αθηναίων να αφιερώνουν αρκετό χρόνο για τη διεξαγωγή συζητήσεων επί θεμάτων της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής. (Βλ. και Γ. Ζηκίδου, ό.π., σ. 93). Ο παραλληλισμός αυτός εξασθενεί, αν εκλάβουμε ως ισχυρή την εκδοχή του Πλάτωνα ο οποίος στον Πρωταγόρα αναφέρει ότι οι «Λακεδαιμόνιοι πρός φιλοσοφίαν καί λόγους ἄριστα πεπαίδευνται» (342 d) και ότι «τό λακωνίζειν πολύ μᾶλλον ἐστιν φιλοσοφεῖν ἤ φιλογυμναστεῖν» (342 e) (Σ. Γκίκας, ό.π., σ. 81).
 
3Ποια ήταν η αντίληψη των Αθηναίων για τη φτώχεια και τον πλούτο;
 
Οι Αθηναίοι θεωρούσαν πως το να είναι κάποιος πλούσιος δεν αποτελεί λόγο για να υπερηφανεύεται, αλλά για να αξιοποιεί τα υλικά του αγαθά προς όφελος της πόλης. Αποτελούσε, άλλωστε, συνήθεια της πόλης οι πλούσιοι να αναλαμβάνουν χορηγίες για τη διοργάνωση αγώνων και τελετών στην πόλη, όπως και να καλύπτουν τα έξοδα για τον εξοπλισμό φτωχότερων συμπολιτών τους. Από την άλλη, η φτώχεια αυτή καθαυτή δεν αποτελούσε λόγο για να ντρέπεται κάποιος για τον εαυτό του. Εκείνο που θεωρούσαν ντροπή ήταν το να μη θέλει κάποιος να παραδεχτεί πως είναι φτωχός και πολύ περισσότερο το να μην επιδιώκει μέσω της εργασίας να ξεφύγει από την κατάσταση αυτή. Έτσι, σε αντίθεση με τη Σπάρτη, οι πολίτες της οποίας δεν εργάζονταν, στην Αθήνα κυριαρχούσε η αντίληψη πως η εργασία είναι το μέσο για τη διασφάλιση ενός καλύτερου και πιο αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου.
 
4Πώς αντιμετώπιζαν κατά την αρχαιότητα τη χειρωνακτική εργασία και ποια είναι η γνώμη του Περικλή γι’ αυτήν;
 
Η χειρωνακτική εργασία αντιμετωπιζόταν γενικώς υποτιμητικά κατά την αρχαιότητα, γι’ αυτό και συνήθως αποτελούσε αντικείμενο απασχόλησης των δούλων. Σταδιακά, ωστόσο, η άποψη αυτή άρχισε να αλλάζει, καθώς με την αύξηση του πληθυσμού γινόταν σαφές πως υπήρχε η ανάγκη διασφάλισης οικονομικών πόρων. Κατ’ αυτό τον τρόπο στα χρόνια του Περικλή η εργασία, ακόμη και η χειρωνακτική, αρχίζει να λειτουργεί ως θεμιτή επιλογή προκειμένου να καταστεί εφικτή η οικονομική επιβίωση των πολιτών. Μέρος, μάλιστα, της πολιτικής του Περικλή υπήρξε η οικοδόμηση μεγάλων δημοσίων έργων, τα οποία προσέφεραν μισθωτή εργασία σε σημαντικό αριθμό πολιτών που είχαν ανάγκη να εργαστούν.

5Ποια είναι η άποψη που επικρατούσε στην αρχαία Αθήνα για τον «απολιτικό» άνθρωπο;
 
Στην Αρχαία Αθήνα κυριαρχεί η αντίληψη ότι ο παθητικοποιημένος πολίτης, ο αδιάφορος για τις δημόσιες υποθέσεις είναι επικίνδυνος. Η απραγμοσύνη, το «ἀπραγμόνως ζῆν» δεν έχει θέση στην αθηναϊκή πολιτεία. Ο πολίτης μπορεί και καταβάλλεται κάθε προσπάθεια, για να ζει «ἀνειμένως» αλλά σε καμιά περίπτωση «ἀπραγμόνως». Μπορεί ο Ἀμφίων στην Ἀντιόπη του Ευριπίδη να μιλά επαινετικά για εκείνον που παραμένει «ἀπράγμων», αλλά αυτό δεν ισχύει ήδη από την εποχή του Σόλωνα. Ο Αμφίων θα πει: «ὅστις δέ πράσσει πολλά μή πράσσειν χρεών, / μῶρος, παρόν ζῆν ἡδέως ἀπράγμονα» (= Όποιος ασχολείται με πολλά, ενώ δεν είναι υποχρεωμένος να τα επιτελέσει / είναι ανόητος, αφού θα μπορούσε να ζει μια γλυκιά ανέμελη ζωή).
Ο Σόλων όμως αργότερα θα αντιτείνει «ἄτιμον εἶναι τόν ἐν στάσει μηδετέρας μερίδος γενόμενον» (Πλουτ. Σόλ. 20). Διαπιστώνουμε δηλαδή ότι σύμφωνα με το νόμο του Σόλωνα κάθε πολίτης έπρεπε υποχρεωτικώς να ενταχθεί σε κάποιο από τα πολιτικά κόμματα, διαφορετικά έχανε τα πολιτικά του δικαιώματα. Η ρύθμιση αυτή του Σόλωνα εξακολούθησε να βρίσκεται σε ισχύ και θα χρησιμοποιηθεί εδώ από τον Περικλή, σε μια κρίσιμη χρονική περίοδο, για να πείσει τους συμπολίτες του να εκδηλώσουν εμπράκτως το ενδιαφέρον τους για τις κοινές υποθέσεις. Άλλωστε τώρα η στιγμή είναι κατάλληλη, για να παρουσιάσει τις πολιτικές του απόψεις για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πολίτη έναντι της πατρίδας. Έχουμε με άλλα λόγια εδώ προδιατύπωση της αριστοτελικής θέσης, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος είναι «φύσει πολιτικόν ζῷον» (Πολιτεία, Α΄, 1253 α) και δεν είναι δυνατόν να ζήσει εκτός κοινωνίας παρά μόνο αν είναι «θηρίον ἤ θεός» (Πολιτεία, Α΄, 1253 β). (Σχετικές παρατηρήσεις βλ. και Ι. Μπάρμπα, ό.π., σ. 156).

6Να αναφέρετε τους λόγους που καθιστούν απαραίτητη τη συμμετοχή του πολίτη στις δημόσιες υποθέσεις.
 
«Για τον Αθηναίο πολίτη εκείνης της εποχής η συμμετοχή του στην πολιτική ζωή και η πολιτική δραστηριότητα σήμαινε την ικανοποίηση του βαθύτατου αισθήματός του να είναι άνθρωπος και μέλος ενεργό μιας κοινότητας, την πλήρωση του ανθρώπινου Είναι, της ανθρώπινης υπόστασής του, τη βεβαίωση της ύπαρξής του, αλλά και την πραγμάτωση της αρετής του στα όρια της πόλεως. Δεν ήταν τόσο η επιθυμία να προβληθεί ο πολίτης της Αθήνας όσο η καταξίωσή του απέναντι στον ίδιο τον εαυτό του, η πνευματική του χειραφέτηση και η ολοκλήρωση της κοινωνικής και πολιτικής του παρουσίας μέσα στην πόλη…» (Β. Κύρκος, Αρχαίος Ελληνικός διαφωτισμός και σοφιστική, Αθήνα 1992, σσ. 164-165).
 
7Να συγκρίνετε τη στάση του Αθηναίου και του Σπαρτιάτη πολίτη απέναντι στις δημόσιες υποθέσεις.
 
Οι Σπαρτιάτες λόγω του ολιγαρχικού τους πολιτεύματος δεν είχαν τη δυνατότητα να δρουν ως ενεργοί πολίτες με τον τρόπο που αυτό συνέβαινε στη δημοκρατική Αθήνα. Στη Σπάρτη την εξουσία την είχαν οι δύο βασιλιάδες, η Γερουσία (συμβούλιο γερόντων) που αποτελούταν από 30 μέλη (μαζί με τους δύο βασιλιάδες) και η Απέλλα, η συνέλευση, δηλαδή, των μάχιμων ανδρών. Κατά τη λήψη των αποφάσεων, ωστόσο, τα μέλη της Απέλλας δεν είχαν τη δυνατότητα να υποβάλουν δικές τους προτάσεις, μπορούσαν μόνο -δια βοής- να εγκρίνουν ή όχι τις προτάσεις της Γερουσίας. Υπ’ αυτή την έννοια η συμμετοχή των πολιτών της Σπάρτης στις δημόσιες υποθέσεις ήταν περιορισμένη.
Στον αντίποδα βρίσκεται η Αθήνα, καθώς χάρη στο δημοκρατικό της πολίτευμα έδινε σε όλους τους πολίτες τη δυνατότητα συνεχούς συμμετοχής στα δημόσια ζητήματα. Στην Αθήνα, μάλιστα, τους πολίτες που δεν επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στα πολιτικά θέματα τους θεωρούσαν «άχρηστους» και όχι φιλήσυχους, γεγονός που καθιστούσε εμφανή την ηθικά επιβεβλημένη ενασχόληση όλων των πολιτών με τις δημόσιες υποθέσεις. Για τους Αθηναίους, επομένως, η συμμετοχή στα πολιτικά θέματα δεν είναι μόνο δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση. Η πολιτική δραστηριότητα των Αθηναίων, άλλωστε, αποτελούσε συνέπεια της παιδείας που τους καθιστούσε πολίτες συνειδητούς και υπεύθυνους όχι μόνο για την προσωπική τους ζωή, αλλά και για καθετί που αφορούσε την πόλη τους.

8Πώς περιγράφει ο Περικλής τις δημοκρατικές διαδικασίες με τις οποίες οι Αθηναίοι έπαιρναν αποφάσεις;

Η σχετική αναφορά γίνεται στο απόσπασμα «καί οἱ αὐτοί ἤτοι κρίνομέν γε ἤ ἐνθυμούμεθα ὀρθῶς τά πράγματα». Δηλαδή οι Αθηναίοι αντιμετώπιζαν τα πολιτικά πράγματα με βάση «τό κρίνειν» και το «ἐνθυμεῖσθαι». Έκριναν οι ίδιοι τις θέσεις που διατύπωνε η βουλή για κάθε θέμα της ιδιωτικής και της δημόσιας ζωής ή παίρνοντας οι ίδιοι το λόγο στις συνεδριάσεις της εκκλησίας του δήμου εξέφραζαν τις απόψεις τους για τα θέματα αυτά και πρότειναν τις, κατά τη γνώμη τους, ενδεικνυόμενες λύσεις. Βεβαίως και εδώ υπαινίσσεται τους Σπαρτιάτες στην εκκλησία των οποίων καμία κρίση δεν ήταν επιτρεπτή, αλλά μόνο επί των προτάσεων της γερουσίας «ἔκρινον βοῇ καί οὐχί ψήφῳ» (Γ. Ζηκί-δου, ό.π., σ. 94).

9Γιατί οι Αθηναίοι αποφασίζουν «ρθς» για τα πράγματα της πόλης;

Οι Αθηναίοι αποφασίζουν ορθώς για τα πολιτικά ζητήματα της πόλης, διότι φροντίζουν να συζητούν διεξοδικά κάθε ζήτημα και να μελετούν κάθε πτυχή του. Οι Αθηναίοι, άλλωστε, δεν διστάζουν να διερευνήσουν προσεκτικά ακόμη και τις πιθανές αρνητικές όψεις κάθε απόφασης, εφόσον δεν θεωρούν πως η εκ των προτέρων γνώση των δυσάρεστων πτυχών ενός ζητήματος λειτουργεί αποτρεπτικά στο να αναλάβουν δράση. Έτσι, σε αντίθεση με άλλες πολιτείες, για τις οποίες η συζήτηση οδηγεί στον δισταγμό, η Αθήνα θεωρεί αναγκαία τη μελέτη κάθε ζητήματος, χωρίς να κάμπτεται η δραστηριότητά της ή ικανότητα λήψης αποφάσεων από τα όσα προκύπτουν στο πλαίσιο της συζήτησης.

10. «ο τούς λόγους τος ργοις βλάβην γούμενοι»: Γιατί οι «λόγοι» εδώ δε βρίσκονται σε αντίθεση με τα «ργα», όπως σε άλλα σημεία του Επιταφίου;
 
«Έργο και λόγος, που στην ιδιωτική ζωή του Αθηναίου παρουσιάστηκαν να κρατούν ιδιαίτερη το καθένα περιοχή, στη δημόσια πάνε μαζί» (Ι. Θ. Κακριδής, ό.π., σ. 53). Πράγματι, η κριτική δεν αντιμετωπίζεται στην Αθήνα ως στοιχείο που μπορεί να προκαλέσει βλάβη στα έργα. Αντίθετα, βλάβη αποτελεί «τό μή προδιδαχθῆναι», η μη ενημέρωση, η μη κατάλληλη δηλαδή προετοιμασία προ-κειμένου να αντιμετωπιστούν όσο γίνεται καλύτερα τα «ἔργα» στα οποία προ-τίθενται να προχωρήσουν. Η επισήμανση αυτή από τον ρήτορα μας βοηθά να διαμορφώσουμε πληρέστερη εικόνα για την περικλεϊκή δημοκρατία και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν οι θεσμοί της. Αυτή η δημοκρατία λοιπόν του συνδυασμού «λόγου» και «ἔργου» αναγάγει τον πολίτη σε περίοπτη θέση και τον θεωρεί αποκλειστικό παράγοντα στη λήψη αποφάσεων. Η αντιμετώπιση που επιφυλάσσει στους πολίτες της έχει ως επακόλουθο να αποκτά αυτός ιδιαίτερες ιδιότητες με προεξάρχουσα την τόλμη που επιδεικνύουν, όταν πρόκειται να επιχειρήσουν κάτι. Οι ιδιότητες αυτές δε χαρακτηρίζουν όσους δεν καταφέρνουν να συνδυάσουν την τόλμη με τον υπολογισμό σε μια επιχείρηση. Σε αυτούς η άγνοια των κινδύνων που πρόκειται να αντιμετωπίσουν τους οδηγεί στην ασυλλόγιστη ορμή (θράσος) και όχι στην τόλμη. (Βλ. Γεράσιμου Δ. Καψάλη, ό.π., σσ. 55-56 και J. Finley, ό.π., σσ. 153-154). Για τη σημασία του λόγου στην αθηναϊκή πολιτεία βλ. J. Romilly, Γιατί η Ελλάδα, ό.π., σσ. 104-110.

11Να αναλύσετε το γνωμολογικό περιεχόμενο της φράσης « τος λλοις μαθία μέν θράσος, λογισμός δέ κνον φέρει».
 
Η διαπίστωση πως η άγνοια γεννάει θράσος, ενώ η περίσκεψη δισταγμό υποδηλώνει πως συχνά οι άνθρωποι τείνουν να χάνουν το θάρρος τους, αν αναλογιστούν τις συνέπειες που θα έχει μια πράξη τους και αδρανοποιούνται, ενώ θα είχαν περίσσιο θάρρος, αν αγνοούσαν ή δεν είχαν αναλογιστεί τις συνέπειες αυτές. Η λογική και η σκέψη, υπ’ αυτό το πρίσμα, υπονομεύουν την αποφασιστικότητα του ατόμου, εφόσον του επιτρέπουν να αντικρίσει το τίμημα που ενδέχεται να έχει μια παρορμητική δράση. Η απουσία, άλλωστε, λογικής εξέτασης ενός ζητήματος οδηγεί στο θράσος, στην υπερβολική, δηλαδή, τόλμη ακριβώς γιατί το άτομο έχει άγνοια του πιθανού κινδύνου. 
 
12Πώς ορίζεται η ανδρεία στο απόσπασμα: «κράτιστοι δ’ ν τήν ψυχήν δικαίως κριθεεν ο τά τε δεινά καί δέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καί διά τατα μή ποτρεπόμενοι κ τν κινδύνων»;
 
Η ανδρεία, η δύναμη ψυχής, ανήκει πραγματικά σε εκείνους που γνωρίζουν πλήρως τόσο τα φοβερά όσο και τα ευχάριστα και παρ’ όλα αυτά δεν υποχωρούν απέναντι στους επικείμενους κινδύνους. Αληθινά γενναίοι, άρα, είναι εκείνοι που γνωρίζοντας επακριβώς τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν, αποκτούν περισσότερη τόλμη και προχωρούν χωρίς δισταγμό. Η συνειδητή αυτή αντιμετώπιση των κινδύνων αποτελεί για τους Αθηναίους συνέπεια της ευρύτερης ψυχικής παιδείας τους. Σε αυτούς η γνώση δυναμώνει και καταξιώνει την ανδρεία, γιατί έχουν καλλιεργήσει το αγωνιστικό τους φρόνημα κατανοώντας την αξία των αρχών για τις οποίες αγωνίζονται και την πραγματική σημασία που έχει γι’ αυτούς η πατρίδα τους.

13Ποια είναι η έννοια της «ρετς» στη φράση «καί τά ς ρετήν νηντιώμεθα τος πολλος»;
 
Στη συγκεκριμένη φράση η αρετή λαμβάνει την έννοια της ευεργεσίας, της έμπρακτης καλοσύνης. Πρόκειται για ένα ακόμη πεδίο διαφοροποίησης της Αθήνας, εφόσον οι Αθηναίοι επιδιώκουν να αποκτούν φίλους και συμμάχους μέσω της ενεργούς προσφοράς, της στήριξης και της ευεργεσίας, διατηρώντας οι ίδιοι την πρωτοβουλία εκείνου που ευεργετεί. Δεν περιμένουν, δηλαδή, οι Αθηναίοι να τους προσεγγίσουν άλλες πόλεις προσφέροντάς τους εκείνες κάποια ευεργεσία ως έναυσμα για τη δημιουργία μιας φιλίας, όπως κάνουν άλλες ισχυρές πόλεις της εποχής. Οι Αθηναίοι θέλουν να βρίσκονται εκείνοι πάντοτε στη θέση του ευεργέτη.

14Πώς δικαιολογεί ο Περικλής την άποψη ότι εκείνος που ευεργετεί βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση από εκείνον που ευεργετείται;
 
Σύμφωνα με τον συλλογισμό του Περικλή εκείνος που ευεργετεί είναι σταθερότερος φίλος και βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση, διότι συνεχίζοντας να εκφράζει τη συμπάθειά του σε εκείνον που ευεργέτησε διατηρεί τη χάρη που του οφείλεται. Ενώ, εκείνος που ευεργετήθηκε δεν είναι εξίσου σταθερός φίλος, διότι γνωρίζει πως ακόμη κι αν προσφέρει κάποια ευεργεσία με τη σειρά του, δεν θα του οφείλεται κάποια χάρη, αφού θα έχει απλώς ανταποδώσει την ευεργεσία που δέχτηκε. Κατ’ αυτό τον τρόπο, εκείνος που λαμβάνει την πρωτοβουλία της ευεργεσίας βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση, αφού οι άλλοι του οφείλουν εξυπηρετήσεις, για να εξοφλήσουν το χρέος τους.

15Να επισημάνετε τα σημεία του κειμένου στα οποία ο Περικλής κάνει λόγο για τη μοναδικότητα των Αθηναίων.
 
Το κεφάλαιο 40 παρουσιάζει γενικώς τη μοναδικότητα των Αθηναίων, έστω κι αν αυτό δεν δηλώνεται πάντοτε ρητά. Σε ορισμένα σημεία, ωστόσο, ο Περικλής δηλώνει εμφατικά πως ορισμένα χαρακτηριστικά των Αθηναίων δεν συναντώνται σε άλλες πόλεις-κράτη. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ρήτορα, οι Αθηναίοι δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην ενασχόληση με τα κοινά, γι’ αυτό είναι και οι μόνοι που θεωρούν «άχρηστο» όποιον πολίτη δε συμμετέχει στα πολιτικά ζητήματα. Μοναδικοί είναι, επίσης, οι Αθηναίοι σε ό,τι αφορά τη δυνατότητά τους να συνδυάζουν τον λόγο με τη δράση, καθώς, σε αντίθεση με τους άλλους, η συζήτηση για τις επικείμενες δράσεις τους όχι μόνο δεν τους καθιστά διστακτικούς, αλλά ενισχύει την αποφασιστικότητα και την τόλμη τους. Η μοναδικότητα των Αθηναίων, πρόσθετα, ενισχύεται από το γεγονός ότι ωφελούν τους άλλους, χωρίς υπολογισμό του δικούς τους συμφέροντος, αλλά χάρη στο αίσθημα εμπιστοσύνης απέναντι στους άλλους που τους έχει καλλιεργηθεί από τις δημοκρατικές αρχές και την ελευθερία τους.

16Ποιες αρετές των Αθηναίων αναφέρει ο Περικλής στο κεφάλαιο 40;
 
Στο κεφάλαιο 40 ο Περικλής παρουσιάζει τα στοιχεία της προσωπικότητας, καθώς και τις ιδιαιτερότητες που πιστοποιούν τη μοναδικότητα των Αθηναίων. Κατά την εκτίμησή του, άλλωστε, οι Αθηναίοι υπερέχουν έναντι όλων των άλλων Ελλήνων, διότι, μεταξύ άλλων, συνδυάζουν τις ακόλουθες αρετές:
- Αγαπούν την τέχνη και την καλαισθησία, με απλότητα και χωρίς περιττές δαπάνες.
- Αγαπούν τις επιστήμες και τη φιλοσοφία, χωρίς να οδηγούνται στη μαλθακότητα και την αδράνεια.
- Η κατοχή πλούτου αποτελεί για τους Αθηναίους αφορμή για δραστηριοποίηση υπέρ της πόλης και των συμπολιτών τους, και όχι λόγος για να υπερηφανεύονται.
- Οι Αθηναίοι δεν θεωρούν ντροπή τη φτώχεια, μέμφονται όμως εκείνον που δεν παραδέχεται πως είναι φτωχός και περισσότερο εκείνον που δεν προσπαθεί μέσω της εργασίας να ξεφύγει από την κατάσταση αυτή.
- Οι Αθηναίοι φροντίζουν για τις ποικίλες προσωπικές τους υποθέσεις, χωρίς ποτέ να μένουν ανενημέρωτοι για τα πολιτικά ζητήματα της πόλης τους.
- Οι Αθηναίοι, άλλωστε, είναι οι μόνοι που θεωρούν όποιον δεν ασχολείται με τα πολιτικά άχρηστο, και όχι φιλήσυχο πολίτη.
- Οι Αθηναίοι λαμβάνουν αποφάσεις και σχηματίζουν ορθή άποψη για τα ζητήματα της πόλης, διότι δεν θεωρούν πως οι δημόσιες συζητήσεις για τα θέματα αυτά ενδέχεται να σταθούν εμπόδιο στις πράξεις. Επιζήμιο, για τους Αθηναίους, είναι το να μην ενημερώνονται πρώτα σχετικά με τα όσα είναι αναγκαίο να συζητούν.
- Σε αντίθεση με άλλους που αντιμετωπίζουν τον λόγο και τη συζήτηση ως ανασταλτικούς παράγοντες για τη δράση, εφόσον τους καθιστούν διστακτικούς, οι Αθηναίοι συνδυάζουν με αρμονικό τρόπο τη διεξοδική μελέτη κάθε κατάστασης με την ενίσχυση της δραστηριότητάς τους. Ως εκ τούτου, οι Αθηναίοι αναλαμβάνουν με προσοχή κάθε δράση, αφού πρώτα την έχουν μελετήσει, και επιδεικνύουν εξαιρετική γενναιότητα, εφόσον επιδίδονται σε καθετί γνωρίζοντας καλά τους πιθανούς κινδύνους.
- Οι Αθηναίοι προτιμούν να ευεργετούν τους άλλους, παρά να γίνονται οι ίδιοι αποδέκτες ευεργεσιών, όχι γιατί ενδιαφέρονται για το προσωπικό τους συμφέρον, αλλά επειδή ως ελεύθεροι άνθρωποι έχουν εμπιστοσύνη στους άλλους και επιθυμούν να βοηθούν τους ασθενέστερους.

17Να επισημάνετε τα σημεία στα οποία ο Περικλής συγκρίνει την Αθήνα με τη Σπάρτη.
 
Η σύγκριση της Αθήνας με τη Σπάρτη, αν και δεν δηλώνεται πάντοτε, ουσιαστικά διατρέχει το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου. Ένας πρώτος τομέας στον οποίο υπονοείται σχέση σύγκρισης με τη μεγάλη αντίπαλο είναι ο τρόπος αντιμετώπισης της φιλοσοφίας και του λόγου εν γένει. Οι Αθηναίοι αγαπούν τη φιλοσοφία, τις επιστήμες, αλλά και τις διεξοδικές συζητήσεις, σε αντίθεση με τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι έδιναν έμφαση κυρίως στη δράση. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των Αθηναίων, βέβαια, είναι πως αφενός η ενασχόληση με τη φιλοσοφία δεν τους καθιστά αδρανείς και αφετέρου η διεξοδική συζήτηση για τους πιθανούς κινδύνους που θα αντιμετωπίσουν σε κάποια επιχείρησή τους ενισχύει αντί να υπονομεύει το θάρρος τους. Αντιθέτως, οι Σπαρτιάτες δείχνονται υπερβολικά θαρραλέοι μόνο όταν αγνοούν το τι θα αντιμετωπίσουν, διότι αν ενημερωθούν για τους ενδεχόμενους κινδύνους, τότε γίνονται διστακτικοί.
Οι Αθηναίοι, επίσης, έχουν αναπτύξει σχέση αποδοχής απέναντι στην εργασία, αναγνωρίζοντας πως συνιστά τον ενδεδειγμένο τρόπο για την αποφυγή της φτώχειας, σε αντίθεση με τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι θεωρούσαν ότι η εργασία αφορά μόνο τους δούλους. Οι Αθηναίοι, παράλληλα, σε αντίθεση με τους Σπαρτιάτες δεν αναμένουν να γίνονται αποδέκτες ευεργεσιών από τις πιο αδύναμες πόλεις για να τους προσφέρουν τη στήριξή τους, όπως κάνει η Σπάρτη, αλλά αντιθέτως αναλαμβάνουν εκείνοι την πρωτοβουλία να ευεργετούν τους άλλους.

18. «Καί μόνοι ο το ξυμφέροντος μλλον λογισμ  τς λευθερίας τ πιστ δες τινα φελομεν»: Να αναλύσετε το περιεχόμενο του αποσπάσματος.
 
Ο Περικλής ισχυρίζεται πως οι Αθηναίοι είναι οι μόνοι που ωφελούν άλλες -πιο αδύναμες- πόλεις, όχι έχοντας κατά νου το συμφέρον τους, αλλά επειδή ως ελεύθεροι άνθρωποι οι ίδιοι έχουν εμπιστοσύνη στους άλλους. Πρόκειται, βέβαια, για μια διατύπωση, η οποία, αν και δίνει έμφαση στο ελεύθερο φρόνημα των Αθηναίων και στην επιθυμία τους να στηρίζουν τους ασθενέστερους, αποκρύπτει την ωφελιμιστική και επεκτατική φύση τους. Στην πραγματικότητα οι Αθηναίοι δεν δρούσαν ποτέ τόσο αλτρουιστικά όσο το παρουσιάζει ο Περικλής. Πρόθεσή του, ωστόσο, είναι να τονίσει πως το γεγονός ότι οι Αθηναίοι είναι ελεύθεροι και δημοκρατικοί τους επιτρέπει να δείχνουν εμπιστοσύνη στους άλλους -προφανώς πως θα ανταποδώσουν την ευεργεσία που τους προσφέρθηκε- και να τους προσφέρουν τη βοήθειά τους. Η διαπίστωση αυτή υπονοεί μια αντίθεση με άλλες μη δημοκρατικές περιοχές, οι οποίες αντιμετώπιζαν με καχυποψία τις άλλες περιοχές και δίσταζαν να τους παράσχουν βοήθεια.

19Από όσα αναφέρει ο Περικλής μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι Αθηναίοι κατά τις ευεργεσίες τους στους συμμάχους παρέκαμπταν παντελώς το συμφέρον τους;
 
Ο Περικλής αναφέρει πως οι Αθηναίοι προσφέρουν βοήθεια και στήριξη στους άλλους Έλληνες, όχι γιατί αποσκοπούν σε κάποιο προσωπικό τους συμφέρον, αλλά επειδή πιστεύουν στην ελευθερία και θέλουν να λειτουργούν ως προστάτες των πιο αδύναμων περιοχών. Η αναφορά, βέβαια, αυτή ακολουθεί αμέσως μετά τη διαπίστωσή του πως ο ευεργέτης βρίσκεται σε πιο πλεονεκτική θέση συγκριτικά με τον ευεργετούμενο, οπότε μπορεί να υποστηριχτεί πως οι ευεργεσίες των Αθηναίων δεν είναι εντελώς αλτρουιστικές. Είναι προφανές πως οι Αθηναίοι είχαν τη δύναμη να στηρίζουν πιο αδύναμες περιοχές, αλλά δύσκολα θα το έπρατταν αυτό χωρίς να αναμένουν κάποια αναγνώριση για την στήριξη αυτή. Το πιθανότερο είναι πως οι Αθηναίοι επέλεγαν με γνώμονα το προσωπικό τους συμφέρον ποιες περιοχές θα στηρίξουν, υπολογίζοντας τα οφέλη που θα είχε η εκάστοτε «φιλία» και «συμμαχία» που θα δημιουργούταν.

20Να γράψετε τρεις αντιθέσεις από το κεφάλαιο 40 και να εκτιμήσετε τις εντυπώσεις που επιθυμεί να προκαλέσει ο ρήτορας με τη χρήση των αντιθετικών σχημάτων.
 
Στο κεφάλαιο 40 ο Περικλής αξιοποιεί ποικίλες αντιθέσεις προκειμένου να αναδείξει την υπεροχή των Αθηναίων στον τρόπο σκέψης, καθημερινής λειτουργίας και πολιτικής δράσης. Μεταξύ άλλων, μπορούμε να εντοπίσουμε τις ακόλουθες τρεις αντιθέσεις:
α) «πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον καιρῷ ἢ λόγου κόμπῳ χρώμεθα»: Ο πλούτος αποτελεί για τους Αθηναίους ευκαιρία για δράση («ἔργου») και όχι αφορμή για ανούσιες καυχησιολογίες («λόγου»). Με την αντίθεση αυτή ο ρήτορας επιδιώκει να τονίσει την πνευματική ωριμότητα, τη σεμνότητα και τη διάθεση αλληλεγγύης των Αθηναίων, αφού όταν έχουν υλικό πλούτο τον αξιοποιούν για να βοηθήσουν την πόλη τους και όχι για να υπερηφανεύονται.
β) «ὃ τοῖς ἄλλοις ἀμαθία μὲν θράσος, λογισμὸς δὲ ὄκνον φέρει»: Στους περισσότερους ανθρώπους και λαούς η άγνοια οδηγεί στο υπερβολικό θάρρος, ενώ η σκέψη οδηγεί στον δισταγμό. Με την αντίθεση αυτή ο ρήτορας επιδιώκει να αναδείξει την ιδιαίτερη υπεροχή των Αθηναίων, αφού είναι οι μόνοι που μέσω της συζήτησης και της διεξοδικής μελέτης όσων πρόκειται να αναλάβουν, όχι μόνο δεν γίνονται πιο διστακτικοί, αλλά αποκτούν περισσότερη τόλμη και δρουν με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα.
γ) «οὐ γὰρ πάσχοντες εὖ, ἀλλὰ δρῶντες κτώμεθα τοὺς φίλους»: Οι Αθηναίοι, διαθέτοντας μια ισχυρή πόλη, αποκτούν φίλους όχι δεχόμενοι εξυπηρετήσεις και ευεργεσίες από τους άλλους, αλλά προσφέροντας οι ίδιοι ευεργεσίες. Δεν εκμεταλλεύονται, δηλαδή, τη δύναμή τους για να ωθούν τους αδύναμους σε μια προσπάθεια να κερδίσουν την εύνοιά τους μέσω εξυπηρετήσεων. Αναλαμβάνουν οι ίδιοι την πρωτοβουλία και ωφελούν εκείνοι πρώτα τους πιο αδύναμους. Με την αντίθεση αυτή ο ρήτορας αναδεικνύει την εντελώς διαφορετική νοοτροπία των Αθηναίων στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Έτσι, διαφαίνεται ότι αν και θα μπορούσαν να αφήνουν τις μικρότερες πόλεις να συναγωνίζονται για να κερδίσουν την εκτίμησή τους, εκείνοι ακολουθούν μια εντελώς πρωτότυπη τακτική, σπεύδοντας να προσφέρουν τη βοήθειά τους στους ασθενέστερους.

Leave a Reply