Posted on January 7, 2024
Θουκυδίδη, Επιτάφιος Περικλή, Κεφάλαιο 43
https://latistor.blogspot.com/2022/08/43.html
KEIMENO
43. «Καὶ οἵδε μὲν προσηκόντως τῇ πόλει τοιοίδε ἐγένοντο· τοὺς δὲ λοιποὺς χρὴ ἀσφαλεστέραν μὲν εὔχεσθαι, ἀτολμοτέραν δὲ μηδὲν ἀξιοῦν τὴν ἐς τοὺς πολεμίους διάνοιαν ἔχειν, σκοποῦντας μὴ λόγῳ μόνῳ τὴν ὠφελίαν, ἣν ἄν τις πρὸς οὐδὲν χεῖρον αὐτοὺς ὑμᾶς εἰδότας μηκύνοι, λέγων ὅσα ἐν τῷ τοὺς πολεμίους ἀμύνεσθαι ἀγαθὰ ἔνεστιν, ἀλλὰ μᾶλλον τὴν τῆς πόλεως δύναμιν καθ’ ἡμέραν ἔργῳ θεωμένους καὶ ἐραστὰς γιγνομένους αὐτῆς, καὶ ὅταν ὑμῖν μεγάλη δόξῃ εἶναι, ἐνθυμουμένους ὅτι τολμῶντες καὶ γιγνώσκοντες τὰ δέοντα καὶ ἐν τοῖς ἔργοις αἰσχυνόμενοι ἄνδρες αὐτὰ ἐκτήσαντο, καὶ ὁπότε καὶ πείρᾳ του σφαλεῖεν, οὐκ οὖν καὶ τὴν πόλιν γε τῆς σφετέρας ἀρετῆς ἀξιοῦντες στερίσκειν, κάλλιστον δὲ ἔρανον αὐτῇ προϊέμενοι. κοινῇ γὰρ τὰ σώματα διδόντες ἰδίᾳ τὸν ἀγήρων ἔπαινον ἐλάμβανον καὶ τὸν τάφον ἐπισημότατον, οὐκ ἐν ᾧ κεῖνται μᾶλλον, ἀλλ’ ἐν ᾧ ἡ δόξα αὐτῶν παρὰ τῷ ἐντυχόντι αἰεὶ καὶ λόγου καὶ ἔργου καιρῷ αἰείμνηστος καταλείπεται. ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος, καὶ οὐ στηλῶν μόνον ἐν τῇ οἰκείᾳ σημαίνει ἐπιγραφή, ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ μὴ προσηκούσῃ ἄγραφος μνήμη παρ’ ἑκάστῳ τῆς γνώμης μᾶλλον ἢ τοῦ ἔργου ἐνδιαιτᾶται. οὓς νῦν ὑμεῖς ζηλώσαντες καὶ τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ’ ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον κρίναντες μὴ περιορᾶσθε τοὺς πολεμικοὺς κινδύνους. οὐ γὰρ οἱ κακοπραγοῦντες δικαιότερον ἀφειδοῖεν ἂν τοῦ βίου, οἷς ἐλπὶς οὐκ ἔστιν ἀγαθοῦ, ἀλλ’ οἷς ἡ ἐναντία μεταβολὴ ἐν τῷ ζῆν ἔτι κινδυνεύεται καὶ ἐν οἷς μάλιστα μεγάλα τὰ διαφέροντα, ἤν τι πταίσωσιν. ἀλγεινοτέρα γὰρ ἀνδρί γε φρόνημα ἔχοντι ἡ μετὰ τοῦ [ἐν τῷ] μαλακισθῆναι κάκωσις ἢ ὁ μετὰ ῥώμης καὶ κοινῆς ἐλπίδος ἅμα γιγνόμενος ἀναίσθητος θάνατος».
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
43. Κι αὐτοὶ μὲν ἀποδείχτηκαν ἄξιοι τῆς πόλης. Ἀλλὰ ἐμεῖς ποὺ μένουμε ἂς ἀξιώνουμε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας φρόνημα καθόλου πιὸ ἄτολμο ἀπέναντι στοὺς ἐχθροὺς καί, ἂς εὐχόμαστε, πιὸ ἀκίνδυνο. καὶ νὰ μὴν κρίνετε μὲ βάση μόνο τὰ λόγια τοῦ ρήτορα τὴν ἀξία αὐτοῦ τοῦ φρονήματος, γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἔλεγε πολλά, κι ἐσεῖς αὐτὸ τὸ γνωρίζετε καλύτερα, ἐκθέτοντας πόσα πλεονεκτήματα ἔχει τὸ νὰ ἀντιστέκεται κανεὶς στὸν ἐχθρό, ἀλλὰ πιὸ πολὺ νὰ τὸ κρίνετε βλέποντας τὴ δύναμη τῆς πόλης κάθε μέρα στὰ ἔργα της καὶ ἀγαπώντας την μὲ πάθος, κι ὅταν σᾶς φανεῖ μεγάλη, ἀναλογιστεῖτε ὅτι αὐτὰ εἶναι κατακτήσεις ἀνθρώπων ποὺ τολμοῦσαν καὶ ἤξεραν τί ἔπρεπε νὰ πράξουν καὶ στὸν ἀγώνα ἐπάνω εἶχαν φιλότιμο. κι ἂν καμιὰ φορὰ σὲ κάποιο ἐγχείρημά τους ἀποτύγχαναν, ἔκριναν ὅτι δὲν ἔπρεπε γι’ αὐτὸ νὰ στερηθεῖ καὶ ἡ πόλη τὴν ἀνδρεία τους καὶ τῆς τὴν πρόσφεραν ὡς τὴν ὡραιότερη συνεισφορά. Γιατὶ θυσιάζοντας τὴ ζωή τους γιὰ τὸ κοινὸ καλὸ ἔπαιρναν καθένας χωριστὰ ἀθάνατο ἔπαινο καὶ τάφο περίλαμπρο ὄχι τόσο ἐκεῖ ὅπου κείτονται, ἀλλὰ ἐκεῖ ὅπου ζεῖ ἀμάραντη ἡ δόξα τους καὶ μνημονεύεται παντοτινὰ σὲ κάθε εὐκαιρία λόγων καὶ πράξεων πρὸς τιμήν τους. Διότι τῶν ἐπιφανῶν ἀνδρῶν τάφος εἶναι ὅλη ἡ γῆ, καὶ δὲν εἶναι μόνο ἡ ἐπιγραφὴ στὶς ἐπιτύμβιες στῆλες στὴν πατρίδα τους ποὺ δηλώνει τὸ ὄνομά τους, ἀλλὰ καὶ στοὺς ξένους τόπους σώζεται ἄγραφη μέσα στὴν ψυχὴ καθενὸς ἡ ἀνάμνηση ὄχι τόσο τοῦ ἔργου, ὅσο τῆς ἀπόφασής τους. Αὐτοὺς ἀκριβῶς ἔχοντας τώρα γιὰ παράδειγμα καὶ μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι εὐτυχία εἶναι ἡ ἐλευθερία, καὶ ἐλευθερία ἡ δυνατὴ ψυχή, μὴ δειλιάζετε μπροστὰ στοὺς κινδύνους τοῦ πολέμου. Γιατὶ δὲν θὰ ἦταν καὶ τόσο δικαιολογημένο νὰ ἀψηφοῦν τὴ ζωή τους ὅσοι δυστυχοῦν, ὅσοι δὲν ἐλπίζουν σὲ κανένα καλὸ ἀλλὰ ἐκεῖνοι ποὺ διατρέχουν τὸν κίνδυνο νὰ μεταπέσουν, ὅσο ζοῦν ἀκόμα, ἀπὸ τὴν εὐτυχία στὴ δυστυχία καὶ πού, ἐὰν σκοντάψουν κάπου, ἡ μεταβολὴ γι’ αὐτοὺς θὰ εἶναι ἐξαιρετικὰ μεγάλη. Γιατὶ ἕναν ἄνδρα μὲ γενναῖο φρόνημα τὸν πονάει περισσότερο ἡ ταπείνωση τῆς δειλίας παρὰ ὁ θάνατος ποὺ ἐπέρχεται σὲ στιγμὴ δύναμης καὶ κοινῆς ἐλπίδας χωρὶς νὰ γίνεται αἰσθητός.
Ερμηνευτικές ερωτήσεις
1. «Τούς δέ λοιπούς χρή ἀσφαλεστέραν μέν εὔχεσθαι, ἀτολμοτέραν δέ μηδέν ἀξιοῦν τήν ἐς τούς πολεμίους διάνοιαν ἔχειν»: Να επισημάνετε τις αντιθέσεις του αποσπάσματος και να αναλύσετε το περιεχόμενό τους.
Στο πλαίσιο του αποσπάσματος αυτού ο Περικλής επισημαίνει πως οι Αθηναίοι πολίτες έχουν ηθικό χρέος («χρή») να ακολουθήσουν το παράδειγμα των νεκρών του πολέμου και να επιδιώξουν να φανούν αντάξιοι της γενναιότητας εκείνων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μάλιστα, παρουσιάζουν οι αντιθέσεις του αποσπάσματος αυτού μέσω των οποίων ο ρήτορας τονίζει καίριες πτυχές της πορείας που οφείλουν να ακολουθήσουν οι πολίτες της πόλης.
Μια πρώτη αντίθεση εντοπίζεται ανάμεσα στο «ἀξιοῦν» και στο «εὔχεσθαι», με το πρώτο απαρέμφατο να δηλώνει το καθήκον των πολιτών να έχουν φρόνημα και τόλμη ανάλογα με εκείνα των εχθρών, και το δεύτερο απαρέμφατο να δηλώνει την ελπίδα πως δεν θα χρειαστεί να έρθουν αντιμέτωποι με εξίσου σημαντικούς κινδύνους. Η τόλμη του φρονήματος συνιστά κάτι που εξαρτάται απολύτως από την προαίρεση και τη θέληση των ίδιων των πολιτών, ενώ το κατά πόσο θα κληθούν να διαχειριστούν μεγάλους ή μικρότερους κινδύνους αυτό είναι κάτι που, ως ένα βαθμό, εξαρτάται από την τύχη και τη μοίρα. Κατ’ αυτό τον τρόπο η αντίθεση που προκύπτει ανάμεσα στο «ἀσφαλεστέραν» και στο «ἀτολμοτέραν» αποτελεί νοηματικά μέρος της πρώτης. Οι πολίτες μπορούν να ελπίζουν και να εύχονται πως δεν θα κινδυνεύσουν, όπως οι νεκροί του πολέμου, έχουν το χρέος όμως να δείξουν παρόμοια τόλμη με εκείνους.
2. «σκοποῦντας μή λόγῳ μόνῳ τήν ὠφελίαν … ἀλλά μᾶλλον τήν τῆς πόλεως δύναμιν καθ’ ἡμέραν ἔργῳ θεωμένους»: Τι επιδιώκει ο ρήτορας με την αντίθεση «λόγῳ - ἔργῳ» στο απόσπασμα αυτό;
«καὶ νὰ μὴν κρίνετε μὲ βάση μόνο τὰ λόγια τοῦ ρήτορα τὴν ἀξία αὐτοῦ τοῦ φρονήματος,… ἀλλὰ πιὸ πολὺ νὰ τὸ κρίνετε βλέποντας τὴ δύναμη τῆς πόλης κάθε μέρα στὰ ἔργα της»
Ο ρήτορας αξιοποιεί την αντίθεση «λόγῳ - ἔργῳ» προκειμένου να επισημάνει στους ακροατές του πως η θαρραλέα υπεράσπιση της πόλης δεν θα πρέπει να βασίζεται σε μια ωφελιμιστική θεώρηση των πραγμάτων, αλλά σε έναν ουσιαστικό εσωτερικό θαυμασμό για την αξία της πόλης τους. Η έννοια του λόγου στο απόσπασμα αυτό δεν σχετίζεται τόσο με τις λέξεις που αποδίδουν τα προσφερόμενα από την πόλη οφέλη όσο με τη λογική αποτίμηση των ωφελειών αυτών. Ο ρήτορας δεν θεωρεί σκόπιμο το να προστατεύουν οι πολίτες την Αθήνα επειδή κατανοούν με τη λογική τους πως η πόλη αυτή τους διασφαλίζει σημαντικά προνόμια. Ζητούμενο είναι να εκτιμούν καθημερινά τις έμπρακτες και σαφείς εκδηλώσεις της δύναμής της μέχρι να φτάσουν στο σημείο να την αγαπήσουν βαθιά και να δρουν πλέον όχι με βάση το συμφέρον αλλά με βάση τα έντονα συναισθήματά τους για την πόλη τους.
3. Ποια είναι τα αγαθά που προέρχονται από την άμυνα εναντίον των εχθρών και γιατί δεν αναφέρονται από το ρήτορα;
Τα αγαθά αυτά είναι ευνόητα και γι’ αυτόν το λόγο δεν αναφέρονται από τον Περικλή. Πρόκειται για την ελευθερία, την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της πόλης, την ευημερία των πολιτών. Με μια φράση πρόκειται για τη διατήρηση του μεγαλείου της Αθήνας.
4. Να αναφέρετε τα σημεία των προηγούμενων κεφαλαίων στα οποία ο Περικλής μίλησε για τη δύναμη της πόλης και να αιτιολογήσετε την έμφαση που δίνει σ’ αυτήν.
Ο Περικλής δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσίαση της δύναμης της Αθήνας, διότι με τον τρόπο αυτό επαινούνται οι πρόγονοι και οι πατέρες για το έργο τους, δικαιώνεται η θυσία των τιμώμενων νεκρών και αναδεικνύονται οι λόγοι για τους οποίους οφείλουν οι εν ζωή πολίτες να δείξουν τόλμη στην υπεράσπιση της πόλης τους. Στο Κεφάλαιο 36 ο ρήτορας παρουσιάζει την παρούσα δύναμη της πόλης ως αποτέλεσμα της συνδυαστικής προσφοράς των προγόνων, των πατέρων, αλλά και της ίδιας της γενιάς του ομιλητή, φανερώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τους συνεχείς κόπους που απαιτήθηκαν προκειμένου να γίνει η Αθήνα ηγεμονία. Στο Κεφάλαιο 38 ο ρήτορας αναφέρεται στο γεγονός πως χάρη στη μεγάλη δύναμη της πόλης εισάγονται σε αυτή αγαθά απ’ όλους τους τόπους, τονίζοντας, έτσι, ένα ακόμη από τα προνόμια που διασφαλίζει η Αθήνα στους πολίτες της. Στο Κεφάλαιο 39 ο Περικλής αναφέρεται εμφατικά στην πολεμική ισχύ της Αθήνας, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την αυτοπεποίθηση των ακροατών του. Η Αθήνα έχει ισχυρό πεζικό και ισχυρό ναυτικό και υπερέχει έναντι όλων των άλλων πόλεων της εποχής. Στο Κεφάλαιο 41 ο ρήτορας παρέχει επιπρόσθετα στοιχεία που φανερώνουν τη δύναμη της Αθήνας και ενισχύουν το αίσθημα ασφάλειας και αυτοπεποίθησης των ακροατών του. Η δύναμη της Αθήνας είναι τέτοια, ώστε αναγνωρίζεται εξίσου από τους εχθρούς και τους φίλους της. Στο Κεφάλαιο 42, μάλιστα, ο Περικλής διευκρινίζει πως η εκτενής αναφορά του στη δύναμη της Αθήνας έγινε προκειμένου να κατανοήσουν οι ακροατές τους πόσο σημαντικά είναι αυτά που έχουν να προφυλάξουν με το να αγωνίζονται δυναμικά για την προστασία της πόλης τους. Η παρούσα δύναμη της πόλης διασφαλίστηκε με πολλούς αγώνες και αποτελεί την πηγή πολλών προνομίων για τους Αθηναίους. Οι ίδιοι, ωστόσο, όπως και όλοι οι προηγούμενοι οφείλουν να συνεχίσουν να αγωνίζονται για την πόλη τους.
5. Ποιες είναι οι σκέψεις που πρέπει να κάνει κάθε Αθηναίος, όταν διαπιστώσει ότι η δύναμη της πόλης του είναι μεγάλη;
Η συνειδητοποίηση της εκτεταμένης δύναμης της Αθήνας από τους πολίτες της θα πρέπει να συνοδεύεται από την παράλληλη επίγνωση πως όλα αυτά αποκτήθηκαν και προφυλάχτηκαν από ανθρώπους τολμηρούς, γενναίους και πάντοτε έτοιμους να θυσιαστούν για την πατρίδα τους. Οφείλουν, άρα, οι εν ζωή πολίτες της Αθήνας να παραδειγματιστούν από τη δράση, το φρόνημα και τη γενναιότητα των παλαιότερων πολιτών, ώστε να συνεχίσουν να υπερασπίζονται, να στηρίζουν και να ενισχύουν τη δύναμή της. Είναι προφανές, άλλωστε, πως αν οι τωρινοί πολίτες φανούν λιγότερο πρόθυμοι να αγωνιστούν για την πατρίδα τους, δε θα είναι εφικτή η διατήρηση της δύναμης και του μεγαλείου της.
6. Πώς χαρακτηρίζει ο Περικλής όσους συνέβαλαν στη δημιουργία της δύναμης με την οποία παρουσιάζεται η Αθήνα;
Η σημαντική δύναμη της Αθήνας δημιουργήθηκε και διατηρήθηκε χάρη στην προσφορά ανθρώπων που ήταν τολμηροί, είχαν πλήρη επίγνωση του καθήκοντός τους και διέθεταν το αναγκαίο φιλότιμο, ώστε να μη δειλιάζουν στους αγώνες της πόλης. Επρόκειτο, συνάμα, για ανθρώπους ψυχικά γενναίους, οι οποίοι ακόμη και όταν έρχονταν αντιμέτωποι με την ήττα κατανοούσαν πως όφειλαν να προβούν στην ύστατη πράξη αυτοθυσίας για το καλό της πατρίδας τους. Οι πολίτες αυτοί ήταν πάντοτε έτοιμοι και πρόθυμοι να κάνουν το οτιδήποτε για να διευρύνουν τη δύναμη της πόλης τους ή για να την υπερασπιστούν, φανερώνοντας, κατ’ αυτό τον τρόπο, το ψυχικό μεγαλείο τους και τη βαθιά αφοσίωσή τους στην γενέτειρά τους.
7. «τολμῶντες καί γιγνώσκοντες … καί … αἰσχυνόμενοι»: Να προσδιορίσετε το ήθος των πολεμιστών, όπως αυτό προκύπτει από τις παραπάνω μετοχές.
Η τόλμη των πολεμιστών συνιστά αναγκαίο χαρακτηριστικό για την επιτυχή διεξαγωγή των επιμέρους αγώνων, εφόσον χάρη σε αυτή αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και δεν εμφανίζονται διστακτικοί απέναντι στην ένταση της μάχης. Πρόκειται για ένα στοιχείο που φανερώνει την ψυχική τους γενναιότητα, το οποίο συμπληρώνει αρμονικά την επίγνωση του καθήκοντος. Οι Αθηναίοι πολεμιστές γνώριζαν καλά ποιες ήταν οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες τους κάθε φορά που αγωνίζονταν για την πατρίδα τους και φρόντιζαν να τις εκπληρώνουν στο έπακρο. Το φιλότιμό τους, άλλωστε, δεν θα τους επέτρεπε να λιποψυχήσουν και να φανούν υποδεέστεροι του χρέους τους. Συνδύαζαν, επομένως, οι πολεμιστές της Αθήνας όλα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά ήθους, εφόσον ήταν γενναίοι, με γνώση του καθήκοντός τους και φιλότιμοι, ώστε να μη δειλιάζουν ακόμη και απέναντι στους πιο απαιτητικούς αγώνες.
8. Να επισημάνετε και να σχολιάσετε τις μετοχές που αναφέρονται στη συμπεριφορά που επέδειξαν οι πολεμιστές σε περιπτώσεις ήττας τους.
οὐκ οὖν καὶ τὴν πόλιν γε τῆς σφετέρας ἀρετῆς ἀξιοῦντες στερίσκειν, κάλλιστον δὲ ἔρανον αὐτῇ προϊέμενοι. (κι ἂν καμιὰ φορὰ σὲ κάποιο ἐγχείρημά τους ἀποτύγχαναν, ἔκριναν ὅτι δὲν ἔπρεπε γι’ αὐτὸ νὰ στερηθεῖ καὶ ἡ πόλη τὴν ἀνδρεία τους καὶ τῆς τὴν πρόσφεραν ὡς τὴν ὡραιότερη συνεισφορά.)
Οι πολεμιστές της Αθήνας ακόμη κι όταν βρίσκονταν αντιμέτωποι με την ήττα, δεν θεωρούσαν σωστό («οὐκ ἀξιοῦντες») να στερηθεί η πόλη την ανδρεία τους, γι’ αυτό και την προσέφεραν («προϊέμενοι») ως την ωραιότερη συνεισφορά. Προχωρούσαν, δηλαδή, οι ηττημένοι πολεμιστές της Αθήνας στην ύστατη πράξη αυτοθυσίας και πέθαιναν μαχόμενοι για χάρη της πατρίδας τους. Μια επιλογή η οποία φανέρωνε την απόλυτη αφοσίωσή τους στην πατρίδα τους και στο κοινό καλό˙ μια επιλογή που δίκαια τους διασφάλιζε διαχρονική δόξα και τους καθιστούσε άξια πρότυπα για όλους τους συγκαιρινούς και μεταγενέστερους πολίτες της Αθήνας. Οι πολεμιστές εκείνοι θα μπορούσαν πιθανώς να διασωθούν με το να υποχωρήσουν και να εγκαταλείψουν το πεδίο της μάχης. Μια τέτοια πράξη όμως θα ισοδυναμούσε στη σκέψη τους με προδοσία εις βάρος της πατρίδας τους και με ασυγχώρητη δειλία. Γι’ αυτό και η δική τους επιλογή ήταν να συνεχίσουν τη μάχη μέχρι το τέλος και να θυσιάσουν τη ζωή τους στην πατρίδα τους.
9. Γιατί ο Περικλής αποφεύγει και εδώ, όπως και στο κεφάλαιο 36, να αναφερθεί διεξοδικώς στους «ζῶντες»;
Ο λόγος αυτός, αν και ανήκει θεωρητικά στον Περικλή και απευθύνεται στους συγκαιρινούς του, αποτελεί σε μεγάλο βαθμό σύνθεση του ιστορικού Θουκυδίδη, ο οποίος έχει κατά νου ένα πολύ ευρύτερο και διαφορετικό ακροατήριο. Ο ιστορικός θέλει να δώσει έμφαση στις αρετές της αθηναϊκής δημοκρατίας και στο ήθος των πολιτών που τη συγκρότησα και την υπερασπίστηκαν. Ως εκ τούτου, ο Θουκυδίδης για λόγους οικονομίας περιορίζει τις αναφορές του στους πολίτες της Αθήνας που αποτελούσαν το κανονικό ακροατήριο του λόγου και εστιάζει κυρίως σε όσα έργα και σε όσα ανδραγαθήματα που αναδεικνύουν τον έπαινο του δημοκρατικού πολιτεύματος και κατ’ επέκταση των όσων είχε πετύχει ο Περικλής ως πολιτικός. Παραλλήλως, η αναφορά στο ήθος και στα κατορθώματα των νεκρών του πολέμου διαμορφώνει το ιδανικό παράδειγμα συμπεριφοράς που επιθυμεί να παρουσιάσει ο Περικλής στους ακροατές του.
10. Ποια σχέση πρέπει να υπάρχει μεταξύ του πολίτη και της πόλης σύμφωνα με τον Περικλή;
Σύμφωνα με τον Περικλή οι πολίτες οφείλουν να αισθάνονται σεβασμό και βαθιά αγάπη για την πόλη τους, διότι η ποιότητα της ζωής τους εξαρτάται από εκείνη. Οφείλουν επί της ουσίας να κατανοούν πως τα όσα εκπληκτικά έχει επιτύχει η Αθήνα έχουν προκύψει χάρη στη διάθεση αυτοθυσίας, στην επίγνωση του καθήκοντος και στη γενναιότητα των ίδιων των πολιτών της, αφού η Αθήνα και το μεγαλείο της δεν υφίστανται χωρίς τους πολίτες, όπως και οι πολίτες δεν μπορούν να απολαμβάνουν τα όσα απλόχερα τους διασφαλίζει η πόλη τους, αν δεν την προφυλάξουν με κάθε κόστος. Πρόκειται, δηλαδή, για μια σχέση αλληλεξάρτησης που προϋποθέτει πλήρη αφοσίωση των πολιτών στο κοινό καλό, το οποίο και διασφαλίζεται μέσα από την ισχυροποίηση της πόλης τους.
11. Να κρίνετε τη θέση του Περικλή, σύμφωνα με την οποία η θυσία για την πατρίδα πρέπει να πηγάζει από ερωτικό συναίσθημα προς αυτήν.
Ο Περικλής μίλησε και προηγουμένως (κεφ. 39, 41) για τη δύναμη της Αθήνας και για τη σχέση του πολίτη με την πόλη. Εδώ όμως συμπυκνώνονται όλες οι αντιλήψεις του σχετικά με το θέμα αυτό και ανάγονται σε πατριωτική ιδεολογία η οποία ενέπνεε τους Αθηναίους για πολλά χρόνια. Σύμφωνα με την ιδεολογία αυτή ο δεσμός του Αθηναίου με την πόλη του μετατρέπεται σε πνευματικό και ο πολίτης σε εραστή της πατρίδας. Την άποψη για τη λατρεία, το θαυμασμό και τον έρωτα προς τη δύναμη της πόλης πολλοί αποδίδουν στο Θουκυδίδη και όχι στον Περικλή. Ο Ι. Θ. Κακριδής σημειώνει: «Η θέρμη του Αθηναίου για την πόλη του, που φανερώνεται στο ‘καθ’ ἡμέραν θεᾶσθαι’, θα καταλήξει σε μιαν αγάπη δυνατή σαν τον έρωτα. Για να κερδίσει ξανά η φράση όλη την πρωταρχική της αξία, πρέπει να ανανεώσουμε μέσα μας το πάθος που έκλεινε τότε η ξεπλυμένη σήμερα λέξη εραστής, ακόμα να εκτιμήσουμε το βάρος που παίρνουν τα λόγια αυτά ειπωμένα από έναν άνθρωπο με τέτοιο ήθος και συναίσθηση ευθύνης, όπως ο Θουκυδίδης, ο μεγάλος αυτός θεατής της δύναμης της Αθήνας και εραστής της» (Ι. Θ. Κακριδής, ό.π., σ. 93). Ο Gomme όμως διατυπώνει το ερώτημα αν αυτή η θέση για την ερωτική σχέση πολίτη – πόλης θα μπορούσε να γραφεί μετά το 404. Τότε δηλαδή που η καταστροφή της Αθήνας έχει συντελεστεί. Επομένως δε θα είχαν θέση στην Ιστορία του Θουκυδίδη παρόμοιες μεγαλαυχίες, αν δεν αποτελούσαν αντιλήψεις του Περικλή (Βλ. Β. Κωνσταντινόπουλου, ό.π., σσ. 121-122).
12. Να επισημάνετε μέσα από τις αντιθέσεις που χρησιμοποιεί ο ρήτορας την προσφορά των νεκρών και την αντιπροσφορά εκ μέρους της πολιτείας.
Η πρώτη αντίθεση υπάρχει στις φράσεις «στηλῶν ἐπιγραφή» και «ἄγραφος μνήμη». Με την πρώτη φάση υποδηλώνεται κάτι το υλικό, ενώ με τη δεύτερη κάτι το ηθικό. Η «στηλῶν ἐπιγραφή» αποτελεί την έμπρακτη αναγνώριση της προσφοράς των νεκρών από τις επιγιγνόμενες γενιές και την εκδήλωση των αισθημάτων σεβασμού προς αυτούς. Σεβασμός όμως που εκδηλώνεται από τους μεταγενέστερους που εξακολουθούν να κατοικούν στον ίδιο γεωγραφικό χώρο. Η «ἄγραφος μνήμη» όμως της ανδρείας που επέδειξαν οι νεκροί και της δόξας την οποία κατέκτησαν διατηρείται στην καρδιά κάθε ανθρώπου πέρα από οποιουσδήποτε περιορισμούς τους οποίους θα μπορούσε να θέσει η καταγωγή, η φυλή, ο τόπος και ο χρόνος. Η δεύτερη αντίθεση περικλείεται στη φράση «καί οὐ μόνον σημαίνει, ἀλλά ἐνδιαιτᾶται», και υποδηλώνεται με αυτή η διαρκής ζωντανή παρουσία «τῆς γνώμης» των νεκρών. (Βλ. και Δ. Δρακόπουλος, Χ. Γ. Ρώμας, Θουκυδίδη Περικλέους Ἐπιτάφιος, Επικαιρότητα, Αθήνα 1989, σ. 115). Η τρίτη αντίθεση εντοπίζεται στη φράση «τῆς γνώμης μᾶλλον ἤ τοῦ ἔργου». Σύμφωνα με αυτήν ο ρήτορας δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο γενναίο φρόνημα που επέδειξαν οι νεκροί και όχι στο αποτέλεσμα του αγώνα που διεξήγαγαν. Βεβαίως στην αναφορά αυτή του Περικλή θα μπορούσαμε ίσως να διαγνώσουμε την προσπάθεια δικαιολόγησης κάποιων αρνητικών εκβάσεων των προσπαθειών που καταβλήθηκαν από τους νεκρούς. Ίσως στο σημείο αυτό να έχουμε και την άποψη του Θουκυδίδη, σύμφωνα με την οποία η επιτυχία ή η επιτυχία ενός πολέμου πολλές φορές καθορίζεται όχι από τους σχεδιασμούς των ανθρώπων αλλά από παράγοντες εξωτερικούς που δεν είναι δυνατόν να σταθμιστούν. (Για τις αντιθέσεις, βλ. Γ. Ζηκίδου, Θουκυδίδου Ιστορίαι, Βιβλ. Β΄, εκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 1986, σσ. 105-106. Βλ. σχετικά και Σ. Γκίκα, ό.π., σ. 133).
13. Να αναλύσετε το περιεχόμενο της αποφθεγματικής φράσης «ἀνδρῶν ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος».
Ο Περικλής δε δίνει έμφαση στην αξία του τάφου ως μνημείο αλλά εξαίρει τη σημασία του τάφου ως ιδέα που ξεφεύγει από κάθε περιορισμό τον οποίο θέτει ο χώρος και ο χρόνος. Έχουμε δηλαδή εδώ μετάθεση από το μνημείο, όπου βρίσκονται θαμμένα τα σώματα των νεκρών (η τέφρα τους, για να ακριβολογήσουμε), στον τάφο ως ιδέα, στον τάφο δηλαδή «ἐν ὧ ἡ δόξα αὐτῶν παρά τῷ ἐντυχόντι αἰεί καί λόγου καί ἔργου καιρῷ ἀείμνηστος καταλείπεται. Σε κάθε πανηγυρισμό της πόλης η αναδρομή στη μνήμη των πεσόντων θα αποτελεί πηγή διδαγμάτων σε όλες τις επιγιγνόμενες γενιές. Αλλά και όταν οι άρχοντες θα μιλούν για τη γενναιότητα και το ψυχικό μεγαλείο που πρέπει να επιδεικνύουν οι πολίτες στα πεδία των μαχών, θα προβάλλουν τους προκείμενους νεκρούς ως σύμβολο του ιδανικού πολίτη, ως πρότυπο ανδρείας και αρετής. (Βλ. και Α. Γεωργοπαπαδάκος, ό.π., σ. 130). Είναι χαρακτηριστικό ότι εδώ ο ρήτορας δεν κάνει αντιδιαστολή «λόγου» και «έργου», όπως έκανε πολλές φορές μέχρι το σημείο αυτό του Επιταφίου. Η εξήγηση δίνεται με την προηγούμενη ακριβώς παρατήρηση. Με το γεγονός δηλαδή ότι οι προκείμενοι νεκροί θα χρησιμοποιούνται ως παράδειγμα και για να μνημονεύσει κάποιος με λόγο την προσφορά τους αλλά και να αποδείξει με έργα ότι ακολουθεί το παράδειγμά τους στην πορεία προς την επιτέλεση του καθήκοντός του να υπηρετήσει τις μεγάλες ιδέες, τις μεγάλες αξίες και τα μεγάλα ιδανικά.
14. «καί οὐ στηλῶν μόνον ἐν τῆ οἰκείᾳ σημαίνει ἐπιγραφή, ἀλλά καί ἐν τῇ μή προσηκούσῃ ἄγραφος μνήμη παρ’ ἑκάστῳ τῆς γνώμης μᾶλλον ἤ τοῦ ἔργου ἐνδιαιτᾶται»: Να προσδιορίσετε το περιεχόμενο των αντιθέσεων που υπάρχουν στο παραπάνω απόσπασμα.
Με τη φράση αυτή ο ρήτορας δεν υπονοεί ότι οι νεκροί θα μπορούσαν να είχαν ταφεί σε οποιαδήποτε χώρα, αλλά ότι η μνήμη τους διατηρείται στη θύμηση όλων των ανθρώπων, όχι μόνον «ἐν τῇ οἰκείᾳ» αλλά και «ἐν τῇ μή προσηκούσῃ». Με το να δώσουν ό,τι πολυτιμότερο είχαν, δηλαδή την ίδια τους τη ζωή, απέκτησαν δόξα που δεν περιορίζεται στα εδαφικά όρια της Ελλάδας, αλλά επεκτείνεται και παίρνει οικουμενική διάσταση. Τα ιδανικά για τα οποία έπεσαν δεν έχουν απλώς πανελλήνιο χαρακτήρα, αλλά πανανθρώπινο. Εμπίπτουν στη σφαίρα του διατοπικού, του διαχρονικού και του οικουμενικού. Όσοι υπήρξαν «ἐπιφανεῖς» δεν είναι δυνατόν να ανήκουν στους ανθρώπους μίας μόνο χώρας και μίας εποχής. Ανήκουν στους ανθρώπους κάθε χώρας και κάθε εποχής. Γιατί γίνονται πρότυπα ανδρείας και αρετής για κάθε άνθρωπο όλων των εποχών που μάχεται για την επικράτηση των υψηλών ιδεών και αξιών, για την υπερίσχυση των ευγενών ιδανικών που δίνουν ουσιαστικό νόημα και περιεχόμενο στην ανθρώπινη ύπαρξη. (Βλ. Δημ. Λυπουρλής, «ἀνδρῶν ἐπι-φανῶν πᾶσα γῆ τάφος», περ. Φιλόλογος, Θεσσαλονίκη, Άνοιξη 1997, σσ. 31-43).
15. Γιατί ο Περικλής στο κεφάλαιο 43, που αποτελεί τη μετάβαση στις προτροπές προς τους επιζώντες, επανέρχεται στον έπαινο των νεκρών;
Η επαναφορά στον έπαινο των νεκρών γίνεται προκειμένου να δοθεί στους επιζώντες ένα άξιο παράδειγμα προς μίμηση. Όπως χαρακτηριστικά, άλλωστε, αναφέρει ο ρήτορας: «Αὐτοὺς ἀκριβῶς ἔχοντας τώρα γιὰ παράδειγμα καὶ μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι εὐτυχία εἶναι ἡ ἐλευθερία, καὶ ἐλευθερία ἡ δυνατὴ ψυχή, μὴ δειλιάζετε μπροστὰ στοὺς κινδύνους τοῦ πολέμου». Οι προτροπές προς τους επιζώντες συνδυάζονται επί της ουσίας με τον έπαινο των νεκρών, εφόσον, κατά την άποψη του Περικλή, εκείνοι αποτελούν το καλύτερο δυνατό παράδειγμα γενναιότητας, αφοσίωσης στο καθήκον και αγάπης στην πατρίδα. Ως εκ τούτου, ο ρήτορας δεν απομακρύνεται από το βασικό στόχο του κεφαλαίου, τη διατύπωση, δηλαδή, προτροπών προς τους επιζώντες, τον υλοποιεί, ωστόσο, μέσω ενός πρόσθετου επαίνου για το ήθος των νεκρών του πολέμου.
16. «καί τό εὔδαιμον τό ἐλεύθερον, τό δ’ ἐλεύθερον τό εὔψυχον κρίναντες»: Να αναλύσετε το περιεχόμενο του παραπάνω συλλογισμού.
Με το συλλογισμό αυτό ο Περικλής θεωρεί την ευψυχία ως βασική προϋπόθεση τόσο των ηθικών όσο και των υλικών αγαθών. Αν εννοήσουμε το συνδετικό ρήμα «ἐστί» ο συλλογισμός που προκύπτει είναι:
«τό ἐλεύθερον (ἐστί) τό εὔδαιμον
τό εὔψυχον (ἐστί) τό ἐλεύθερον
Άρα τό εὔψυχον (ἐστί) τό εὔδαιμον»
Προϋπόθεση λοιπόν της ευδαιμονίας είναι η ελευθερία, αφού αυτή διαμορφώνει τις συνθήκες απόκτησης και απόλαυσης όλων των αγαθών που κάνουν τη ζωή ευχάριστη. Η αναφορά του ρήτορα περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο την εθνική ελευθερία, γιατί η ατομική αλλά και η συλλογική ευδαιμονία απ’ αυτήν πηγάζουν. Ο άνθρωπος ως ελεύθερο ον αδυνατεί να ζήσει υπό συνθήκες ανελευθερίας. Γι’ αυτό, όταν η εθνική ελευθερία απειλείται, αψηφά τους κινδύνους και μπαίνει στο πεδίο της μάχης προκειμένου να αποκρούσει όσους την επιβουλεύονται. Σ’ αυτές ακριβώς τις στιγμές χρειάζεται να επιδείξει ευψυχία, γιατί έτσι μόνο θα εξακολουθήσει να ζήσει ελεύθερος και να απολαμβάνει τα αγαθά της ευδαιμονίας. (Βλ. σχετικά Ι. Μπάρμπα, ό.π., σσ. 201-202 και Ι. Θ. Κακριδή, ό.π., σσ. 99-100).
17. Γιατί, σύμφωνα με τον Περικλή, οι Αθηναίοι δεν πρέπει να φοβούνται τους πολεμικούς κινδύνους;
Σύμφωνα με τον Περικλή, οι Αθηναίοι δεν πρέπει να φοβούνται τους πολεμικούς κινδύνους, γιατί οι πρόγονοί τους και κυρίως οι προκείμενοι νεκροί, μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα ανδρείας. Η μίμηση αυτών από τους επιζώντες θα τους οδηγήσει στην κατάκτηση ακόμη περισσότερων ηθικών και υλικών αγαθών, αλλά προπάντων θα συντελέσει στη διατήρηση της ελευθερίας. Θα συντελέσει δηλαδή στη διαμόρφωση των συνθηκών εκείνων που θα τους επιτρέπει να απολαύσουν την ευδαιμονία τους. Είναι προφανές ότι ο Περικλής στο σημείο αυτό προσπαθεί να τονώσει το ηθικό των Αθηναίων και να τους πείσει ότι πρέπει να συνεχίσουν τον πόλεμο, αν οι περιστάσεις το απαιτήσουν. Ο John H. Finley παραλληλίζει την προτροπή αυτή του Περικλή με τα λόγια του Αρχίδαμου: «Στην ευνομία μας χρωστούμε και την πολεμική μας αρετή και την πολιτική μας σωφροσύνη και τούτο επειδή το αίσθημα της τιμής συνδέεται στενά με τη σωφροσύνη και η γενναιότητα με το αίσθημα της ντροπής». Παρατηρεί όμως εύστοχα ότι ο Αρχίδαμος είχε να παρουσιάσει μια πειθαρχία που είχε ως βάση της τους περιορισμούς, ενώ ο Περικλής προβάλλει την ελπίδα μιας πληρέστερης και πιο ανθρωπιστικής ελευθερίας. (Βλ. J. H. Finley, ό.π., σ. 155).
18. Να ερμηνεύσετε τη θέση του Περικλή, σύμφωνα με την οποία είναι πιο δίκαιο να μάχονται υπέρ της πατρίδας οι πλούσιοι παρά οι φτωχοί και οι δυστυχισμένοι.
Η θέση αυτή του Περικλή βασίζεται στη σκέψη πως οι πλούσιοι -και όσοι γενικώς έχουν μια ευτυχισμένη ζωή- έχουν πολύ περισσότερα να χάσουν απ’ ό,τι οι φτωχοί πολίτες και όσοι είναι δυστυχισμένοι. Όσοι δυστυχούν ήδη, άλλωστε, ακόμη κι αν η πόλη τους ηττηθεί και υποστεί σημαντικές οικονομικές συνέπειες, δεν πρόκειται να βιώσουν τόσο έντονα τη νέα κατάσταση, αφού έχουν μάθει να ζουν υπό δύσκολες συνθήκες. Αντιθέτως, οι ευκατάστατοι πολίτες, που έχουν συνηθίσει έναν άνετο τρόπο ζωής, θα βιώσουν πολύ έντονα τις όποιες συνέπειες μιας ήττας, αφού θα τους είναι δύσκολο να διαχειριστούν τις πρωτόγνωρες για αυτούς δυσχέρειες. Υπ’ αυτή την έννοια εκείνοι που είναι πιο ευάλωτοι απέναντι στις αρνητικές αλλαγές που θα προκύψουν, αν η πόλη ηττηθεί και χάσει την ισχύ της, είναι οι πολίτες που ευημερούν εκμεταλλευόμενοι τη δύναμη της πόλης τους. Ως εκ τούτου, οι πλούσιοι και ισχυροί θα έπρεπε να δίνουν μεγαλύτερη σημασία στην προφύλαξη της πόλης τους, αφού αυτοί κινδυνεύουν να βιώσουν δραματικότερες αλλαγές στη ζωή τους σε σχέση με τους οικονομικά ασθενέστερους συμπολίτες τους.
19. «ἀλγεινοτέρα γάρ ἀνδρί γε φρόνημα ἔχοντι ἡ μετά τοῦ μαλακισθῆναι κάκωσις ἤ ὁ μετά ῥώμης καί κοινῆς ἐλπίδος ἅμα γιγνόμενος ἀναίσθητος θάνατος»: Να αναλύσετε το περιεχόμενο του αποσπάσματος.
«Γιατὶ ἕναν ἄνδρα μὲ γενναῖο φρόνημα τὸν πονάει περισσότερο ἡ ταπείνωση τῆς δειλίας παρὰ ὁ θάνατος ποὺ ἐπέρχεται σὲ στιγμὴ δύναμης καὶ κοινῆς ἐλπίδας χωρὶς νὰ γίνεται αἰσθητός.»
Σύμφωνα με τα πρότυπα ανδρείας και γενναιότητας που ίσχυαν κατά την αρχαιότητα το να εγκαταλείψει ένας πολεμιστής το πεδίο της μάχης αποτελούσε πηγή μεγάλης ταπείνωσης, εφόσον σήμαινε παραδοχή δειλίας και έλλειψη αφοσίωσης στην πατρίδα και τους συναγωνιστές του. Ως εκ τούτου, κάθε γενναίος άνδρας προτιμούσε να πεθάνει στο πεδίο της μάχης, παρά να γίνει «ρίψασπις» και να βιώσει την ταπείνωση να τον θεωρούν δειλό. Ο θάνατος, άλλωστε, που έρχεται τη στιγμή της μάχης μέσα στην ένταση του αγώνα είναι σχεδόν ανεπαίσθητος, εφόσον εκείνη την ώρα ο πολεμιστής είναι δοσμένος στον κοινό αγώνα και η σκέψη του είναι αφοσιωμένη σε όσα διαδραματίζονται μπροστά του. Δεν έχει το χρόνο να αισθανθεί φόβο ή δειλία. Πολεμά με την προσδοκία της νίκης και αν τραυματιστεί θανάσιμα, το τραύμα αυτό τον βρίσκει στο αποκορύφωμα της ανδρείας του και της αγωνιστικής του έντασης.