English

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821

Η Ελληνική Επανάσταση ήταν ένας επιτυχημένος πόλεμος ανεξαρτησίας και αποικιοκρατίας που διεξήγαγαν οι Έλληνες επαναστάτες εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταξύ του 1821 και του 1830. Οι Έλληνες αργότερα υποβοηθήθηκαν από τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Ρωσία, ενώ οι Οθωμανοί υποβοηθήθηκαν από τους υποτελείς της Βόρειας Αφρικής, ιδίως το μάτι της Αιγύπτου . Ο πόλεμος οδήγησε στο σχηματισμό της σύγχρονης Ελλάδας. Η επανάσταση γιορτάζεται από Έλληνες σε όλο τον κόσμο ως ημέρα ανεξαρτησίας στις 25 Μαρτίου . 

Epanastasi.jpgΗ Ελλάδα τέθηκε υπό οθωμανική κυριαρχία τον 15ο αιώνα, τις δεκαετίες πριν και μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης.  Κατά τους επόμενους αιώνες, υπήρξαν σποραδικές αλλά ανεπιτυχείς ελληνικές εξεγέρσεις ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία.  Το 1814 ιδρύθηκε μια μυστική οργάνωση που ονομάζεται Φιλική Εταιρεία (Εταιρεία Φίλων) με σκοπό την απελευθέρωση της Ελλάδας, η οποία ενθαρρύνεται από τον επαναστατικό θόρυβο που έπιασε την Ευρώπη εκείνη την περίοδο. Η Φιλική Εταιρεία σχεδίαζε να ξεκινήσει εξεγέρσεις στην Πελοπόννησο, στα Πριγκιπάτα της Δούναβης και στην ίδια την Κωνσταντινούπολη. Η εξέγερση σχεδιάστηκε για τις 25 Μαρτίου 1821 (στο Ημερολόγιο του Ιουλιανού), την Ορθόδοξη Χριστιανική Γιορτή του Ευαγγελισμού. Ωστόσο, τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας ανακαλύφθηκαν από τις οθωμανικές αρχές, αναγκάζοντας την επανάσταση να ξεκινήσει νωρίτερα. Η πρώτη εξέγερση ξεκίνησε στις 6 Μαρτίου / 21 Φεβρουαρίου 1821 στα πριγκηπάτα της Δούναβης, αλλά σύντομα αναβλήθηκε από τους Οθωμανούς. Τα γεγονότα στο βορρά ώθησαν τους Έλληνες στην Πελοπόννησο (Μοριά) να δράσουν και στις 17 Μαρτίου 1821, οι Μανιώτες κήρυξαν πρώτα τον πόλεμο. Τον Σεπτέμβριο του 1821, οι Έλληνες υπό την ηγεσία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη κατέλαβαν την Τριπολίτσα. Ξεσπάστηκαν εξεγέρσεις στην Κρήτη, την πΓΔΜ και την Κεντρική Ελλάδα, αλλά τελικά καταργήθηκαν. Εν τω μεταξύ, αυτοσχέδιοι ελληνικοί στόλοι πέτυχαν επιτυχία ενάντια στο οθωμανικό ναυτικό στο Αιγαίο Πέλαγος και εμπόδισαν την οθωμανική ενίσχυση να φτάσει δια θαλάσσης.

Οι εντάσεις σύντομα αναπτύχθηκαν μεταξύ διαφορετικών ελληνικών φατριών, με αποτέλεσμα δύο συνεχόμενους εμφύλιους πολέμους. Ο Οθωμανός Σουλτάνος ​​κάλεσε τον υποτελή του Μωάμεθ Αλί της Αιγύπτου, ο οποίος συμφώνησε να στείλει τον γιο του Ιμπραήμ Πασά στην Ελλάδα με στρατό για να καταστείλει την εξέγερση σε αντάλλαγμα για εδαφικά κέρδη. Ο Ιμπραήμ προσγειώθηκε στην Πελοπόννησο το Φεβρουάριο του 1825 και έφερε τον μεγαλύτερο μέρος της χερσονήσου υπό τον έλεγχο της Αιγύπτου μέχρι το τέλος του ίδιου έτους. Η πόλη του Μισολόγγι έπεσε τον Απρίλιο του 1826 μετά από μια πολιορκία πολέμου από τους Τούρκους. Παρά την αποτυχημένη εισβολή στη Μάνη, η Αθήνα έπεσε επίσης και η επανάσταση έμοιαζε όλα εκτός από χαμένη.

Σε αυτό το σημείο, οι τρεις μεγάλες δυνάμεις - Ρωσία, Βρετανία και Γαλλία - αποφάσισαν να παρέμβουν, στέλνοντας τις ναυτικές μοίρες τους στην Ελλάδα το 1827. Μετά από ειδήσεις ότι ο συνδυασμένος οθωμανικός-αιγυπτιακός στόλος επρόκειτο να επιτεθεί στο νησί της Ύδρας, τους συμμαχικούς ευρωπαϊκούς στόλους. αναχαίτισε το οθωμανικό ναυτικό στο Ναβαρίνο. Μετά από μια έντονη αντιπαράθεση για μια εβδομάδα, η Μάχη του Ναβαρίνου οδήγησε στην καταστροφή του οθωμανικού-αιγυπτιακού στόλου και έκανε την παλίρροια υπέρ των επαναστατών. Το 1828 ο αιγυπτιακός στρατός αποσύρθηκε υπό πίεση γαλλικής εκστρατευτικής δύναμης. Οι οθωμανικές φρουρές στην Πελοπόννησο παραδόθηκαν και οι Έλληνες επαναστάτες προχώρησαν στην ανάκτηση της κεντρικής Ελλάδας. Η Ρωσία εισέβαλε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την ανάγκασε να αποδεχτεί την ελληνική αυτονομία στη Συνθήκη της Αδριανούπολης (1829). Μετά από εννέα χρόνια πολέμου, η Ελλάδα τελικά αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητο κράτος βάσει του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου του Φεβρουαρίου 1830. Περαιτέρω διαπραγματεύσεις το 1832 οδήγησαν στη Διάσκεψη του Λονδίνου και στη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης. Αυτά καθόρισαν τα τελικά σύνορα του νέου κράτους και καθιέρωσαν τον πρίγκιπα Όθωνα της Βαυαρίας ως τον πρώτο βασιλιά της Ελλάδας.

Η αφύπνιση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων εντοπίζεται κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο, περί τον 13ο έως 15ο αιώνα,[7][8][9] αλλά οι απαρχές του ελληνικού εθνικού κινήματος που οδήγησε στην Επανάσταση εμφανίζονται πολλούς αιώνες αργότερα, στην ώριμη φάση του νεοελληνικού Διαφωτισμού το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα.[10] Την περίοδο αυτή, η διάδοση της παιδείας συνοδεύτηκε με τη διάδοση -αρχικά μεταξύ των Ελλήνων που ζούσαν στις παροικίες της Δυτικής Ευρώπης και είχαν φιλοδυτικό προσανατολισμό[11]- της ιδέας της ύπαρξης ενός ελληνικού έθνους που συνδεόταν με την αρχαία Ελλάδα και δικαιούταν χωριστή πολιτική ύπαρξη. Μία από τις οργανώσεις που δημιουργήθηκαν μέσα σε αυτό το ιδεολογικό και πολιτικό κλίμα ήταν η Φιλική Εταιρεία, μια μυστική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό από τρεις Έλληνες εμπόρους με σκοπό την προετοιμασία μιας ελληνικής επανάστασης. Οι Φιλικοί είχαν αρχικά περιορισμένη επιτυχία, οικειοποιούμενοι, όμως, μια παράδοση ορθόδοξων προφητειών για την ανασύσταση της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και αφήνοντας να εννοηθεί ότι είχαν τη στήριξη της τσαρικής Ρωσίας, κατάφεραν εν μέσω μιας κρίσης της εμπορικής ναυτιλίας, από το 1815 και εξής, να προσεταιρισθούν τα παραδοσιακά ελληνορθόδοξα στρώματα.[12]

Τον Φεβρουάριο του 1821 ο αρχηγός της Εταιρείας, Αλέξανδρος Υψηλάντης, εισέβαλε στη Μολδοβλαχία, ενώ τον επόμενο μήνα οι Φιλικοί δημιούργησαν επαναστατικές εστίες από τη Μακεδονία ως την Κρήτη. Οι επαναστάτες αφορίστηκαν από τη σύνοδο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά οι οθωμανικές αρχές προχώρησαν σε σφαγές αμάχων και εκτελέσεις προυχόντων, συμπεριλαμβανομένου του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε'. Η εκστρατεία του Υψηλάντη απέτυχε και σε σύντομο χρονικό διάστημα τα οθωμανικά στρατεύματα έσβησαν τις περισσότερες από τις επαναστατικές εστίες της ηπειρωτικής Ελλάδας, όμως οι επαναστάτες κατάφεραν να υπερισχύσουν στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και σε πολλά νησιά του Αιγαίου.

Ο επαναστατικός αναβρασμός εκείνων των ημερών ήταν τόσο μεγάλος που καθιστούσε πια επικίνδυνη την αναβολή της εξέγερσης ενώ από τις 14 έως τις 20 Μαρτίου έλαβαν χώρα σε διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου επιθέσεις εναντίον Μουσουλμάνων.

Κατά τον θρύλο και ορισμένες πηγές στις 17 Μαρτίου οι Μανιάτες οπλαρχηγοί συνεννοήθηκαν να κινηθούν ενωμένοι κατά των Τούρκων, σε τελετή που έγινε στην Αρεόπολη Λακωνίας με Δοξολογία στον ιερό ναό "ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ". Στις 23 Μαρτίου Μανιάτες και άλλοι οπλαρχηγοί κατέλαβαν αναίμακτα την Καλαμάτα τελέστηκε δοξολογία στο ναό των Αγίων Αποστόλων και μετά τη δοξολογία, συγκροτήθηκε επαναστατική επιτροπή, η «Μεσσηνιακή Γερουσία ή Σύγκλητος » με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και εξεδόθη η 1η Επιστολή προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές υπογράφοντας ως Αρχιστράτηγος των Σπαρτιατικών Δυνάμεων.[13][14]

Τα επόμενα δύο χρόνια οι Έλληνες εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία των Οθωμανών να επικεντρωθούν στην επανάσταση λόγω των πολλαπλών ανοιχτών μετώπων που είχαν (με το κυριότερο μέρος του στρατού να πολεμάει τους Πέρσες στα βάθη της Μικράς Ασίας)[εκκρεμεί παραπομπή] νίκησαν τις στρατιές που έστειλε εναντίον τους ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄, οργανώθηκαν πολιτικά και συνέστησαν προσωρινή κεντρική διοίκηση, η οποία επέβαλε την εξουσία της στους επαναστατημένους μετά από δύο εμφυλίους πολέμους. Οι οθωμανικές δυνάμεις με τη συνδρομή του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου κατάφεραν να περιορίσουν σημαντικά την επανάσταση, αλλά η πτώση του Μεσολογγίου, το 1826, σε συνδυασμό με το κίνημα του Φιλελληνισμού, συνέβαλαν στη μεταβολή της διπλωματικής στάσης των ευρωπαϊκών Μεγάλων Δυνάμεων, που είχαν αντιμετωπίσει με δυσαρέσκεια το ξέσπασμα της επανάστασης. Η διπλωματική ανάμιξη της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας και η ένοπλη παρέμβασή τους με τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, τη γαλλική εκστρατεια του μορια

Η αφύπνιση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων εντοπίζεται κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο, περί τον 13ο έως 15ο αιώνα, αλλά οι απαρχές του ελληνικού εθνικού κινήματος που οδήγησε στην Επανάσταση εμφανίζονται πολλούς αιώνες αργότερα, στην ώριμη φάση του νεοελληνικού Διαφωτισμού το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα.[10] Την περίοδο αυτή, η διάδοση της παιδείας συνοδεύτηκε με τη διάδοση -αρχικά μεταξύ των Ελλήνων που ζούσαν στις παροικίες της Δυτικής Ευρώπης και είχαν φιλοδυτικό προσανατολισμό[11]- της ιδέας της ύπαρξης ενός ελληνικού έθνους που συνδεόταν με την αρχαία Ελλάδα και δικαιούταν χωριστή πολιτική ύπαρξη. Μία από τις οργανώσεις που δημιουργήθηκαν μέσα σε αυτό το ιδεολογικό και πολιτικό κλίμα ήταν η Φιλική Εταιρεία, μια μυστική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό από τρεις Έλληνες εμπόρους με σκοπό την προετοιμασία μιας ελληνικής επανάστασης. Οι Φιλικοί είχαν αρχικά περιορισμένη επιτυχία, οικειοποιούμενοι, όμως, μια παράδοση ορθόδοξων προφητειών για την ανασύσταση της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και αφήνοντας να εννοηθεί ότι είχαν τη στήριξη της τσαρικής Ρωσίας, κατάφεραν εν μέσω μιας κρίσης της εμπορικής ναυτιλίας, από το 1815 και εξής, να προσεταιρισθούν τα παραδοσιακά ελληνορθόδοξα στρώματα.[12]

Τον Φεβρουάριο του 1821 ο αρχηγός της Εταιρείας, Αλέξανδρος Υψηλάντης, εισέβαλε στη Μολδοβλαχία, ενώ τον επόμενο μήνα οι Φιλικοί δημιούργησαν επαναστατικές εστίες από τη Μακεδονία ως την Κρήτη. Οι επαναστάτες αφορίστηκαν από τη σύνοδο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά οι οθωμανικές αρχές προχώρησαν σε σφαγές αμάχων και εκτελέσεις προυχόντων, συμπεριλαμβανομένου του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε'. Η εκστρατεία του Υψηλάντη απέτυχε και σε σύντομο χρονικό διάστημα τα οθωμανικά στρατεύματα έσβησαν τις περισσότερες από τις επαναστατικές εστίες της ηπειρωτικής Ελλάδας, όμως οι επαναστάτες κατάφεραν να υπερισχύσουν στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και σε πολλά νησιά του Αιγαίου.

Ο επαναστατικός αναβρασμός εκείνων των ημερών ήταν τόσο μεγάλος που καθιστούσε πια επικίνδυνη την αναβολή της εξέγερσης ενώ από τις 14 έως τις 20 Μαρτίου έλαβαν χώρα σε διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου επιθέσεις εναντίον Μουσουλμάνων.

Κατά τον θρύλο και ορισμένες πηγές στις 17 Μαρτίου οι Μανιάτες οπλαρχηγοί συνεννοήθηκαν να κινηθούν ενωμένοι κατά των Τούρκων, σε τελετή που έγινε στην Αρεόπολη Λακωνίας με Δοξολογία στον ιερό ναό "ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ". Στις 23 Μαρτίου Μανιάτες και άλλοι οπλαρχηγοί κατέλαβαν αναίμακτα την Καλαμάτα τελέστηκε δοξολογία στο ναό των Αγίων Αποστόλων και μετά τη δοξολογία, συγκροτήθηκε επαναστατική επιτροπή, η «Μεσσηνιακή Γερουσία ή Σύγκλητος » με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και εξεδόθη η 1η Επιστολή προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές υπογράφοντας ως Αρχιστράτηγος των Σπαρτιατικών Δυνάμεων.[13][14]

Τα επόμενα δύο χρόνια οι Έλληνες εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία των Οθωμανών να επικεντρωθούν στην επανάσταση λόγω των πολλαπλών ανοιχτών μετώπων που είχαν (με το κυριότερο μέρος του στρατού να πολεμάει τους Πέρσες στα βάθη της Μικράς Ασίας)[εκκρεμεί παραπομπή] νίκησαν τις στρατιές που έστειλε εναντίον τους ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄, οργανώθηκαν πολιτικά και συνέστησαν προσωρινή κεντρική διοίκηση, η οποία επέβαλε την εξουσία της στους επαναστατημένους μετά από δύο εμφυλίους πολέμους. Οι οθωμανικές δυνάμεις με τη συνδρομή του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου κατάφεραν να περιορίσουν σημαντικά την επανάσταση, αλλά η πτώση του Μεσολογγίου, το 1826, σε συνδυασμό με το κίνημα του Φιλελληνισμού, συνέβαλαν στη μεταβολή της διπλωματικής στάσης των ευρωπαϊκών Μεγάλων Δυνάμεων, που είχαν αντιμετωπίσει με δυσαρέσκεια το ξέσπασμα της επανάστασης. Η διπλωματική ανάμιξη της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας και η ένοπλη παρέμβασή τους με τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, τη γαλλική εκστρατεία του Μοριά και το ρωσοτουρκικό πόλεμο συνέβαλαν στην επιτυχή έκβαση του αγώνα των Ελλήνων, αναγκάζοντας την Πύλη να αποσύρει τις δυνάμεις της αρχικά από την Πελοπόννησο και έπειτα από τη Στερεά Ελλάδα.

Το 1827 επιλέχτηκε ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελληνικής Πολιτείας ο Ιωάννης Καποδίστριας, που ως τη δολοφονία του το 1831 ασχολήθηκε με την αναδιοργάνωση στο εσωτερικό και την προώθηση των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό. Από το 1827 και εξής συνομολογήθηκε μια σειρά συνθηκών και τελικά η ελληνική ανεξαρτησία αναγνωρίστηκε το 1830 με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου. Τα σύνορα του νέου κράτους οριστικοποιήθηκαν το 1832 στη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού και αναγνωρίστηκαν τον ίδιο χρόνο με τη συνθήκη της Κωνσταντινούπολης.[15] Μετά από χίλιες μάχες[16] και μεγάλες ανθρώπινες απώλειες, το κράτος που προέκυψε ήταν περιορισμένο εδαφικά δίχως να περιλαμβάνει όλα τα εδάφη που κατοικούνταν από ελληνικούς πληθυσμούς. Ως πολίτευμα καθορίστηκε η μοναρχία, και μετά την άρνηση τού Σάξονα πρίγκιπα του Οίκου της Σαξονίας-Κόμπουρκ Λεοπόλδου, βασιλιάς διορίστηκε ο Βαυαρός πρίγκηπας Όθωνας, που έφτασε στην Ελλάδα το 1833. Το σύνθημα της επανάστασης, «Ελευθερία ή θάνατος», έγινε το εθνικό σύνθημα της Ελλάδας και από το 1838 η 25η Μαρτίου, επέτειος εορτασμού της έναρξής της επανάστασης, καθιερώθηκε ως ημέρα εθνικής εορτής και αργίας.

εία του Μοριά και το ρωσοτουρκικό πόλεμο συνέβαλαν στην επιτυχή έκβαση του αγώνα των Ελλήνων, αναγκάζοντας την Πύλη να αποσύρει τις δυνάμεις της αρχικά από την Πελοπόννησο και έπειτα από τη Στερεά Ελλάδα.

Το 1827 επιλέχτηκε ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελληνικής Πολιτείας ο Ιωάννης Καποδίστριας, που ως τη δολοφονία του το 1831 ασχολήθηκε με την αναδιοργάνωση στο εσωτερικό και την προώθηση των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό. Από το 1827 και εξής συνομολογήθηκε μια σειρά συνθηκών και τελικά η ελληνική ανεξαρτησία αναγνωρίστηκε το 1830 με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου. Τα σύνορα του νέου κράτους οριστικοποιήθηκαν το 1832 στη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού και αναγνωρίστηκαν τον ίδιο χρόνο με τη συνθήκη της Κωνσταντινούπολης.[15] Μετά από χίλιες μάχες[16] και μεγάλες ανθρώπινες απώλειες, το κράτος που προέκυψε ήταν περιορισμένο εδαφικά δίχως να περιλαμβάνει όλα τα εδάφη που κατοικούνταν από ελληνικούς πληθυσμούς. Ως πολίτευμα καθορίστηκε η μοναρχία, και μετά την άρνηση τού Σάξονα πρίγκιπα του Οίκου της Σαξονίας-Κόμπουρκ Λεοπόλδου, βασιλιάς διορίστηκε ο Βαυαρός πρίγκηπας Όθωνας, που έφτασε στην Ελλάδα το 1833. Το σύνθημα της επανάστασης, «Ελευθερία ή θάνατος», έγινε το εθνικό σύνθημα της Ελλάδας και από το 1838 η 25η Μαρτίου, επέτειος εορτασμού της έναρξής της επανάστασης, καθιερώθηκε ως ημέρα εθνικής εορτής και αργίας.

Leave a Reply