Νέα Ελληνικά/Νεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία – Έκθεση Β’ Λυκείου: «Σύγχρονη Εκπαίδευση», σχεδιάγραμμα

Θέμα: «Σε κάθε χώρα το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί το θεμέλιο για τη διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς. Ωστόσο, στη χώρα μας συχνά οι μαθητές δείχνουν με πολλούς τρόπους ένα ιδιότυπο μίσος προς το σχολείο. Αναζητήστε τα αίτια αυτής της συμπεριφοράς τους σε ένα άρθρο (500-600 λέξεις)»

ή «Κάθε εκπαιδευτικό σύστημα αντικατοπτρίζει τις κοινωνικές και πολιτικές αρχές ενός έθνους, είναι μία μικρογραφία της ίδιας της κοινωνίας. Ωστόσο, συχνά με τον τρόπο αυτό αναπαράγει τα στερεότυπα και τα αρνητικά κοινωνικά πρότυπα. Προτείνετε σε ένα άρθρο (500- 600 λέξεις) τρόπους ώστε να αλλάξει το εκπαιδευτικό μας σύστημα να διορθώσει τα όποια αρνητικά στοιχεία διακρίνονται»

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Δεν είναι λίγες οι φορές που ενήλικες, γονείς και δημοσιογράφοι, κατηγορούν τη νέα γενιά ότι δεν αγαπά το σχολείο ή ότι αναζητά τρόπους να αποφεύγει το μάθημα. Πρόκειται συνήθως για μία στάση ατόμων που έχουν απομακρυνθεί πολύ από τα προβλήματα της εκπαίδευσης και την ψυχολογία των μαθητών και δεν κατανοούν πώς αυτά επηρεάζουν τη συμπεριφορά των νέων.

ΚΥΡΙΩΣ ΘΕΜΑ

Αίτια κακής εκπαίδευσης

√ Το σύγχρονο σχολείο είναι:

κομφορμιστικό: δεν επιτρέπει καμία ατομική πρωτοβουλία, δε αξιολογεί τις θετικές πρωτοβουλίες κι επιβάλλει απόλυτη ομοιομορφία στη συμπεριφορά και τις επιθυμίες των μαθητών και καμία ουσιαστική επιλογή (δε λαμβάνονται υπόψη οι μαθητικές κλίσεις).

εξετασιοκεντρικό: όλη η αξιολόγηση στηρίζεται σε ποικίλες εξετάσεις (προφορικές ή γραπτές) και έτσι μέσα από ένα τάχα αντικειμενικό τρόπο καθορίζεται όλο το μέλλον του νέου => άγχος καθώς όλη η μαθητική ζωή είναι εξετάσεις => αξιολογείται παρά μόνο η γνώση => επιβάλλεται πρακτικά η στείρα αποστήθιση κι όχι η κριτική στάση => επιβάλλεται η αυθεντία του εκπαιδευτικού και του βιβλίου κι όχι η δημιουργική κρίση του νέου => η αξιολόγηση της γνώσης δε λαμβάνει υπόψη το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού, αλλά μόνο στείρα καθορίζει τη ζωή του => δεν αξιολογείται η πρωτοβουλία, δε λαμβάνεται υπόψη η επιθυμία του μαθητή και οι κλίσεις του γιατί δεν εμπίπτουν στο εξεταστικό σύστημα, δεν αξιολογείται η συμπεριφορά, η επιθυμία συνεργασίας κτλ. => το σχολείο είναι ανταγωνιστικό => προβάλλεται ο κοινωνικός κανιβαλισμός και ο ατομισμός στις επιδόσεις χωρίς να μαθαίνει το παιδί τη σημασία της ομάδας/συλλογικότητας.

Το σύγχρονο σχολείο έχει σοβαρές ελλείψεις:

√ δημοκρατικότητας (πχ επιβάλλεται ελαστική συμπεριφορά σε εκπαιδευτικούς και αυστηρή σε μαθητές μαθαίνοντάς τους να μη κρίνουν, αλλά μόνο να κρίνονται και να υπακούουν).

√ κατάλληλης παιδαγωγικής προσέγγισης. Συχνότατα το μάθημα καταντά βαρετό επειδή το απαιτεί το “κυνήγι της ύλης” ή η κακή διδακτική προσέγγιση. Το μάθημα στέκει μακριά από την παιδικές/εφηβικές/νεανικές ψυχοσυναισθηματικές ανάγκες. Οι εκπαιδευτικοί δεν επιμορφώνονται παιδαγωγικά και συχνά ούτε στο διδακτικό τους αντικείμενο.

√ Σε υλικοτεχνικές υποδομές (φτωχές έως ανύπαρκτες βιβλιοθήκες, εργαστήρια πληροφορικής μόνο για το μάθημα κι όχι για τον ελεύθερο χρόνο του μαθητή, ανύπαρκτα εργαστήρια ξένων γλωσσών, Γεωγραφίας-Ιστορίας, Φυσικής-Χημείας, σύγχρονα οπτικοακουστικά μέσα διδασκαλίας κτλ).

√ Σε σύγχρονα διαμορφωμένες τάξεις (όλες μουντές, σοβαρές και καθόλου ευχάριστες με βάση τις ανάγκες των νέων).

√ Στη στήριξη των αδύναμων μαθησιακά μαθητών, στην επίλυση μαθησιακών δυσκολιών (δυσλεξία κτλ), ψυχολογική και κοινωνική στήριξη αδύνατων ή “ζωηρών” μαθητών (μόνο με την ποινή προσπαθούν να τους συνετίσουν.

√ Υπάρχει μία τάση στην κοινωνία όλα τα παιδιά να οδηγούνται στο Ενιαίο Λύκειο προκειμένου να μπουν στο πανεπιστήμιο (εξ’ ου και οι τόσοι εξεταζόμενοι στις πανελλαδικές). Πρόκειται για μία επιλογή που στηρίζεται • στην ανυπαρξία επαγγελματικών δικαιωμάτων στην επαγγελματική και τεχνική εκ- παίδευση • στην κακής ποιότητας λειτουργία των ΕΠΑΛ • στην ελπίδα ότι ένα πτυχίο θα βοηθήσει κοινωνικά -πρωτίστως- κι επαγγελματικά το νέο • στην κοινωνική ανάδειξη -ως αυτοσκοπό- του ατόμου (αφού οι πνευματικές εργασίες έχουν μεγαλύτερη αίγλη από τις χειρωνακτικές παρά τις όποιες διαφορετικές οικονομικές απολαβές).

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

• καλλιέργεια/ανάπτυξη κριτικής σκέψης, • να μάθει το παιδί να μελετά (όχι να “διαβάζει” ή να “παπαγαλίζει”), να ερευνά, • να “μάθει πώς να μαθαίνει” (εννοώντας την πρωτοβουλία, την επιθυμία για αναζήτηση της γνώσης και όχι της επιβολή της. Ειδικά το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία αφού οι γνώσεις του σήμερα που μεταφέρονται στο παιδί, στο κοντινό μέλλον θα είναι πολύ φτωχές κι όχι μηδαμινές). μέσα από διαθεματικές ομαδικές εργασίες • ερευνά, αναζητά τη γνώση και δεν την έχει έτοιμη • μαθαίνει να συνδέει τις αποσπασματικές γνώσεις που απέκτησε γύρω από ένα συγκεκριμένο θέμα/ζήτημα • μαθαίνει να συνεργάζεται, να σκέφτεται την ομάδα/συλλογικότητα, να χρησιμοποιεί τις νέες τεχνολογίες, να παρουσιάζει, να κρίνει και να κρίνεται, να γράφει • χρησιμοποιούν κάθε γνώση • αξιοποιούν υλικοτεχνικές υποδομές (βιβλιοθήκες, εργαστήρια Η/Υ, διαδίκτυο, εφη- μερίδες κτλ). • το διαλογικό μάθημα (διάλογος/συζήτηση όχι με κλειστού τύπου ερωτήσεις με το δάσκαλο, αλλά μεταξύ των μαθητών. Ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που ελέγχει την ποιότητα της συζήτησης και ασκεί τους μαθητές στη χρήση επιχειρημάτων. Αξιολογεί αυτές τις ικανότητες, την επιθυμία για διάλογο, τη χρήση των συλλογισμών και τις γνώσεις που επικαλούνται οι μαθητές). • τα παιδιά μαθαίνουν να κρίνουν ιδέες και όχι άτομα και να κρίνονται αναλόγως • να συζητούν με όρους διαλόγου (χωρίς επιβολή άποψης με τη βία ή φωνές) • καλλιέργεια/ανάπτυξη δημιουργικότητας με τη μελέτη/διαθεματική προσέγγιση • διοργάνωση πολιτιστικών δράσεων (που αξιολογούνται) μέσα στο γνώριμο/οικείο σχολικό περιβάλλον και το μαθητικό κοινό (εκθέσεις φωτογραφίες, ζωγραφικής, μουσικές εκδηλώσεις, θεατρικά δρώμενα που γράφουν ή απλά παίζουν μαθητές, φεστιβαλικές δράσεις, σχολική έντυπη ή ηλεκτρονική εφημερίδα κτλ) με συγκεκριμένα κάθε φορά θέματα/αφιερώματα • καλλιτεχνική κρίση

ΕΠΙΛΟΓΟΣ (ανάλογα με το θέμα προσεγγίζεται διαφορετικά)

Επιλογικά, αξίζει να σημειώσουμε ότι στόχος της παιδείας δεν είναι ή δεν πρέπει να είναι η απλή μεταφορά γνώσεων. Οι γνώσεις έχει αποδειχθεί ότι αλλάζουν/μετασχηματίζονται πολύ γρήγορα, ειδικά στο σύγχρονο καταιγισμό πληροφοριών. Αντίθετα, το σχολείο πρέπει να βγάζει πολίτες που να μπορούν να κρίνουν ανεξάρτητα/αυτόνομα τόσο τις πληροφορίες που λαμβάνουν όσο και το ίδιο το περιβάλλον τους. Ωστόσο, για να γίνει κάτι τέτοιο το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να γίνει πιο δημοκρατικό. Οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις ατομικές επιθυμίες και κλίσεις/επιλογές των μαθητών και να αναπτύσσει τις ικανότητές τους διδάσκοντάς τους βιωματικά την αναζήτηση της γνώσης, τη συνεργασία και το σεβασμό.

*Από το βιβλίο του Δήμου Χλωπτσιούδη: «Έκφραση-Έκθεση Β’ Λυκείου: Σχεδιαγράμματα Εκθέσεων», Εκδόσεις schooltime.gr

ΠΗΓΗ: https://www.schooltime.gr/2021/02/08/sxediagramma-ekthesis-b-likeiou-sigxroni-ekpaideusi/

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ

ΕΡΓΑΣΙΑ

ΚΑΛΕΙΣΤΕ ΝΑ ΣΥΓΓΡΑΨΕΤΕ ΕΝΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ με θέμα :«Εφηβοι και μέσα κοινωνική δικτύωσης»

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ :18 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΤΟ minaxirogianni@gmail.com

OΔΗΓΙΕΣ:

TO EINAI TO ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΚΑΙ ΤΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΧΕΙ

Ελεύθερος στοχασμός πάνω στο θέμα, περιδιαβαίνει στο χώρο των ιδεών για ανάπτυξη προβληματισμού και αισθητικής συγκίνησης.

Συνειρμική καταγραφή των σκέψεων. Μετάβαση από το ένα θέμα στο άλλο.

Επίκληση στο συναίσθημα

Ποιητική, μεταφορική λειτουργία της γλώσσας, συνυποδηλωτική χρήση των λέξεων

Υποκειμενικό, προσωπικό, οικείο

Μπορείτε να επιλέξετε όποια πλευρά του θέματος επιθυμείτε. Για παράδειγμα, η φιλία στο διαδίκτυο, ο έρωτας στο διαδίκτυο, η σκοτεινή πλευρά του διαδικτύου και ό,τι άλλο εσείς θέλετε. Με ενδιαφέρει να τα δείτε όλα μέσα από το εφηβικό βλέμμα. Θα πρέπει να βρείτε και διάφορες πηγές με πληροφορίες και ιδέες. Θα πρέπει αυτές να τις καταγράψετε στο τέλος του δοκιμίου ως εξής.

Μετά το δοκίμιο βάλετε ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ κι έπειτα τη βιβλιογραφία.

π.χ. Bάζετε πρώτα το όνομα άρθρου, μετά συγγραφέα, μετά «Από το βιβλιο:.....»  και τίτλο σελίδας ή 

«Από το λινκ...»

ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ από μένα, αλλά θα πρέπει να βρείτε και δικό σας υλικό(βιβλία και λινκ)

https://efiveia.gr/efiveia-kai-mesa-koinonikis-diktyosis-echoun-arage-thetikes-epidraseis-se-enan-efivo/

https://schoolpress.sch.gr/2ologies/archives/258

https://www.hamogelo.gr/gr/el/ta-nea-mas/agchos-kai-mesa-koinonikis-diktiosis-pos-epireazoun-ti-zoi-ton-efivon/

https://www.kathimerini.gr/society/562140883/sto-kloyvi-ton-social-media-efivoi-kollimenoi-stis-platformes/

https://mariakappou.gr/wp-content/uploads/2019/12/%CE%95%CE%A6%CE%97%CE%92%CE%95%CE%99%CE%91.pdf

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ

Χαρακτηριστικά Επιστημονικού Λόγου

- Σχετικά με τα χαρακτηριστικά του επιστημονικού λόγου, στην ενότητα «Δ. Η πειθώ
στον επιστημονικό λόγο» (εντάσσεται στο κεφάλαιο 1: «Η Πειθώ») του σχολικού βιβλίου
Έκφραση-Έκθεση, Γενικό Λύκειο, Τεύχος Γ δίνονται οι ακόλουθες επεξηγήσεις.
- Τα κυριότερα γνωρίσματα του επιστημονικού λόγου είναι:
 Η χρήση ειδικού επιστημονικού λεξιλογίου.
 Η προσεκτική τεκμηρίωση μιας άποψης με έγκυρα επιστημονικά δεδομένα.
 Η κριτική στάση απέναντι στη βιβλιογραφία.
 Η επιδίωξη της αντικειμενικότητας.
 Η σαφήνεια και η ακρίβεια στη διατύπωση.
 Η αυστηρή λογική οργάνωση του κειμένου.
 Οι αξιολογικές κρίσεις και τα τεκμήρια είναι ευδιάκριτα.
 Η επίκληση στη λογική.
- Ο επιστημονικός λόγος είναι λόγος περιγραφικός, ερμηνευτικός, αποδεικτικός. Αυτό
σημαίνει ότι τον χρησιμοποιεί ο επιστήμονας στην προσπάθειά του να περιγράψει, να
ερμηνεύσει, να πείσει· στην προσπάθειά του δηλαδή να αναφερθεί στα πράγματα ή
στην αντίληψη που έχουμε γι’ αυτά. Από την άποψη αυτή ο επιστημονικός λόγος
οφείλει να είναι απρόσωπος και αντικειμενικός. Άλλωστε, στην επιστήμη επικρατεί η
λογική χρήση της γλώσσας και όχι η συγκινησιακή.

Τι είναι;
Στα επιστημονικά κείμενα οι πληροφορίες αναφέρονται σε αντικείμενα, φαινόμενα,
λογικές/επιστημονικές έννοιες:
• των θετικών επιστημών (π.χ. ιοί, γονίδια, γεωμετρική πρόοδος, μαγνητισμός, ηλεκτρισμός κ.λπ.)
• των κοινωνικών επιστημών (π.χ. δραματική ποίηση, επιχείρηση, εκλογικό σώμα,
διεθνείς συνθήκες, δίκαιο, κοινωνικοποίηση, μνήμη, αντίληψη, αειφορία, βιωσιμότητα, ΟΗΕ κ.λπ.)
• σχολικά εγχειρίδια
• επιστημονικά συγγράμματα
• πραγματεία (αναλυτική γραπτή έκθεση μιας επιστημονικής έρευνας και των πορισμάτων της)
• μελέτη (αναλυτική εξέταση ενός θέματος και τα συμπεράσματά της)
• διατριβή (ανάπτυξη πρωτότυπου θέματος που υποβάλλεται προς κρίση σε κάποιο
ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα για την κατάκτηση επιστημονικού τίτλου)
• μονογραφία (διεξοδική έρευνα ενός εξειδικευμένου θέματος)
• αναφορική λειτουργία - λογική χρήση, δηλωτική
• ειδικό λεξιλόγιο, επιστημονική ορολογία
• αφηρημένες έννοιες
• λόγιοι τύποι
• ακρίβεια-σαφήνεια λεξιλογίου
• επίκληση στη λογική (επιχειρήματα-τεκμήρια)
• επίκληση στην αυθεντία (έργα-μελέτες-πηγές)
• ενημέρωση
• πληροφόρηση
• μετάδοση γνώσεων
• αντικειμενική
• απρόσωπο
• ουδέτερο
• τυπικό
• λόγιο
• επίσημο
Θέμα/
περιεχόμενο
Είδη
Γλώσσα
Τρόποι πειθούς
Σκοπός
Σκοπιά
Ύφος
Ο επιστημονικός λόγος είναι λόγος περιγραφικός, ερμηνευτικός, αποδεικτικός. Αυτό
σημαίνει ότι τον χρησιμοποιεί ο επιστήμονας στην προσπάθειά του να περιγράψει, να
ερμηνεύσει, να πείσει, στην προσπάθειά του δηλαδή να αναφερθεί στα πράγματα ή στην
αντίληψη που έχουμε γι' αυτά. Από την άποψη αυτήν ο επιστημονικός λόγος οφείλει να
είναι απρόσωπος και αντικειμενικός. 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ

Πηγή: Φωτόδεντρο

Εισαγωγή στο δοκίμιο

Δοκίμιο είναι ένα είδος γραπτού λόγου με το οποίο έχουν ασχοληθεί διακεκριμένοι άνθρωποι των γραμμάτων, των τεχνών και της επιστήμης. Υπάρχουν, βέβαια, πολλές απόψεις για το τι είναι δοκίμιο.

 

Πολύ συχνά συναντούμε τον όρο δοκίμιο στους τίτλους συγγραφέων ποικίλου περιεχομένου, φοβούμαι όμως ότι ούτε αυτοί που το γράφουν ούτε εμείς που το διαβάζουμε έχουμε ξεκαθαρίσει μέσα μας τη φύση και τα όρια αυτού του λογοτεχνικού είδους. Τι είναι το δοκίμιο; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά και οι επιδιώξεις του; Πώς διακρίνεται από άλλους συγγενείς τύπους, φιλολογικής ή επιστημονικής συγγραφής; Γράφονται κριτικά, ιστορικά, φιλοσοφικά δοκίμια. Τι κοινό έχουν στη μορφή (αφού κατά το περιεχόμενο διαφέρουν) τα έργα αυτά, ώστε να χαρακτηρίζονται με το ίδιο όνομα "δοκίμια";

(Ε. Π. Παπανούτσος)

Το να πεις τι είναι ένα δοκίμιο δεν είναι τόσο εύκολο. Ευκολότερο θα ήταν να πεις τι δεν είναι: συγκεκριμένα, δεν είναι οπωσδήποτε μια έκθεση και προπαντός δεν είναι μια πραγματεία.

(J. Hofmiller)

Ποιος άραγε έκανε την ελληνική μετάφραση: "δοκίμιο"; Η λέξη είναι επιτυχημένη, όπως και η πρωτογενής γαλλική: essai. Στη σκέψη των δόκιμων συγγραφέων που τη χρησιμοποίησαν σημαίνει ένα σύντομο, γρήγορα γραμμένο, ευπρόσιτο στο πλατύ κοινό κείμενο, που αποτελεί μιαν απόπειρα να προσεγγίσει κανείς, σε αρκετό βαθμό, ένα θέμα κριτικής, επιστήμης, τέχνης, ηθών κτλ. με γνώση και καλλιέπεια, χωρίς όμως να το εξαντλεί - γιατί τούτο θα απαιτούσε συστηματική και διεξοδική διερεύνηση, επομένως μια πολυσέλιδη "πραγματεία" (tractatus, traite, treatise). [...]
Στην "πραγματεία" περιμένεις και ανέχεσαι πολλά πράγματα: όγκο σελίδων, βάρος εννοιών, περίπλοκη, κουραστική γραφή. Στο δοκίμιο όχι όμως. Αυτό πρέπει να είναι σύντομο, ευσύνοπτο (ίσως γι' αυτό ο Σεφέρης ονόμασε τις φιλολογικοκριτικές μελέτες του "δοκιμές" και όχι δοκίμια). Εύληπτο και καλογραμμένο.

(Ε. Π. Παπανούτσος)

Το δοκίμιο και η πραγματεία διαφέρουν βέβαια εκτός από την έκταση (το δοκίμιο είναι ένα είδος με μικρή, κατά κανόνα, έως μέση έκταση) και ως προς το κοινό στο οποίο απευθύνεται (της πραγματείας είναι πιο ειδικό, κι αυτός είναι ο λόγος που συστηματικοί φιλόσοφοι ή και επιστήμονες καταφεύγουν συχνά στο δοκίμιο, όταν θέλουν να εκλαϊκεύσουν ή να δώσουν μεγάλη δημοσιότητα στις ιδέες τους ή στα πορίσματά τους). Το δοκίμιο προϋποθέτει μεγαλύτερη συμμετοχή του αναγνώστη, θέτει σε κίνηση τόσο τη σκέψη όσο και τη φαντασία του, απευθύνεται τόσο στη νόηση όσο και στο συναισθηματικό του κόσμο, επιζητεί όχι μόνο να τον πληροφορήσει, αλλά και να τον συγκινήσει και να τον τέρψει. Το δοκίμιο απευθύνεται όχι μόνο στις γνώσεις (τη μόρφωση) αλλά και στην καλαισθησία και το γούστο του αναγνώστη. Αν η πραγματεία ή η μελέτη τον μορφώνει, το δοκίμιο τον καλλιεργεί.

Το δοκίμιο, στην ακαδημαϊκή του τουλάχιστον εκδοχή, βρίσκεται στο διάμεσο της λογοτεχνίας και της πληροφορίας. Η σύνταξη του είναι λιγότερο ελεύθερη από εκείνην του λογοτεχνήματος αλλά πιο προσωπική από εκείνην της πληροφοριακής ανακοίνωσης. Τέλος, το δοκίμιο είναι κατά βάση λόγος διδακτικός, καθώς δεν επικαλείται την ανιδιοτέλεια της τέχνης, αλλά ούτε και την ουδετερότητα της επιστήμης. Αν δεν κινδύνευα να παρεξηγηθώ, θα έλεγα ότι η δοκιμιακή έκφραση είναι κατεξοχήν παράδειγμα ιδεολογικής ομολογίας για θέματα και προβλήματα επίμαχα και ριψοκίνδυνα.

(Δ. Ν. Μαρωνίτης)

 

Το δοκίμιο πρέπει να εκφράζει ένα ύφος, μια εσωτερική ζωή, μια ευαισθησία, μια προσωπική στάση απέναντι στα πράγματα, μια ατομικότητα.

(Γ. Θεοτοκάς)

Στο δοκίμιο αποφασιστικό ρόλο παίζει η προσωπικότητα του συγγραφέα, αυτή είναι που δίνει το κύρος σε ό,τι λέγεται, που προσφέρει συνήθως το παράδειγμα, αλλά και τη ζωντάνια στην έκφραση και το ανεπανάληπτο ύφος. Η πραγματικότητα παρουσιάζεται φιλτραρισμένη μέσα από τις εμπειρίες και τα προσωπικά βιώματα του συγγραφέα. "Εδώ είναι οι ιδέες μου με τις οποίες δεν προσπαθώ καθόλου να σας δώσω να γνωρίσετε τα πράγματα, αλλά τον εαυτό μου", έλεγε ο Montaigne. Η παράσταση του κόσμου την οποία μας προσφέρει το δοκίμιο είναι ίσως λιγότερο επιστημονική και περισσότερο καλλιτεχνική [...] Η αλήθεια είναι ότι το δοκίμιο είναι ένα είδος νόθο από τη γέννηση του, ένα "υβρίδιο", κάτι μεταξύ επιστήμης ή φιλοσοφίας και λογοτεχνίας.

(Θ. Νάκας)

*******
Πηγή: https://blogs.sch.gr/poultour/files/2019/09/%CE%94%CE%BF%CE%BA%CE%AF%CE%BC%CE%B9%CE%BF.pdf

Δοκίμιο

Α. Ορισμός
- Το δοκίμιο (γαλλικά essai και αγγλικά essay: προσπάθεια, δοκιμή), λοιπόν, είναι ένα
είδος πεζού λόγου με μέση συνήθως έκταση, σε αντιδιαστολή προς τις τυπικές, πλήρεις
και εξαντλητικές μελέτες. Ο δοκιμιογράφος άλλοτε εκφράζει τις παρατηρήσεις, τις
σκέψεις και τα συναισθήματά του για τη ζωή ή περιπλανιέται ελεύθερα στο χώρο των
ιδεών, που προέρχονται από τα γενικότερα πνευματικά του εφόδια και από τη διανοητική
και αισθητική του καλλιέργεια, και άλλοτε προσπαθεί να αναλύσει και να ερμηνεύσει,
εκλαϊκεύοντας πολλές φορές, θέματα αισθητικής, ηθικής, κοινωνικής, πολιτικής κτλ.
τάξης, ακόμη και επιστημονικά, με σκοπό να πληροφορήσει, να διδάξει, να τέρψει και
ενδεχομένως να πείσει. Οι ιδιότητες αυτές του δοκιμίου και η ποικιλία των μορφών του
δείχνουν πόσο ρευστά είναι τα όριά του και πόσο επισφαλής κάθε προσπάθεια να
περιχαρακωθεί μέσα σε έναν ορισμό. Το βέβαιο είναι ότι έχει ασαφή χαρακτήρα και
άλλοτε προσεγγίζει τη λογοτεχνία και άλλοτε την επιστήμη ή τη φιλοσοφία. Σε πολύ
γενικές γραμμές τα βασικά χαρακτηριστικά του δοκιμίου είναι η συντομία, η σαφήνεια,
η καλλιέπεια (προσεγμένη έκφραση) και η διαλεκτική προσέγγιση του θέματος
(αντιπαραβολή θέσεων).
Πηγή: Έκφραση – Έκθεση για το Λύκειο, τεύχος Γ, κεφ.2: «Το δοκίμιο»

Β. Η γλώσσα του δοκιμίου
- Η γλώσσα του δοκιμίου – σε αντίθεση με τη γλώσσα της ποίησης ή της αφηγηματικής
πεζογραφίας – υπακούει σε εντολές μιας λογιότερης γραμματικής, της γραμματικής που
διέπει γενικά τον επιστημονικό ή το στοχαστικό λόγο. Πράγματι εύκολα μπορεί κανείς να
επισημάνει διάφορες τεχνικές ομαλής ή φυσικής μετάβασης και συνοχής (π.χ. τη χρήση
συνεκτικών μορίων και εκφράσεων, φράσεις - γέφυρες κτλ). Μπορεί ακόμη να ξεχωρίσει
άλλα εκφραστικά μέσα, που χαρακτηρίζουν έναν περισσότερο επιστημονικό λόγο, π.χ.
μόρια και εκφράσεις που φανερώνουν μια στάση του συγγραφέα απέναντι στο θέμα (π.χ.
πιθανώς, ενδεχομένως, βεβαίως κτλ) ή φανερώνουν την οπτική του γωνία για τα
γραφόμενα (π.χ. επιρρήματα του τύπου «κοινωνικά», «πολιτικά», «νομικά» κτλ). Ως προς
τη σύνταξη έχει κανείς να προσέξει την περισσότερο σύνθετη δομή των προτάσεων (κάτι
που επιτυγχάνεται με τη μεγαλύτερη χρήση του υποτακτικού λόγου σε αντίθεση με τον
παρατατικό λόγο), ενώ, από την άλλη πλευρά ο μέσος αναγνώστης οφείλει να εξοικειωθεί
και με το σε μεγάλη έκταση αφηρημένο λεξιλόγιο του δοκιμίου. Παράλληλα, ωστόσο,
διακρίνουμε συχνά στο δοκίμιο κάποια προφορικότητα στην έκφραση και κάποια
οικειότητα στο ύφος, χαρακτηριστικά που οφείλονται στη διάθεση του δοκιμιογράφου να
επικοινωνήσει άμεσα με τον αναγνώστη.
- Η συχνότητα, πάντως, με την οποία παρουσιάζονται τα παραπάνω γενικά
χαρακτηριστικά ποικίλλει, ανάλογα με το ύφος που υιοθετεί ο κάθε δοκιμιογράφος. Έτσι,
ενώ τα δοκίμια του Παπανούτσου έχουν συνήθως μάλλον επιστημονική, λογοκρατική
διατύπωση, τα δοκίμια του Τερζάκη, του Θεοτοκά και του Σεφέρη έχουν συνήθως μια
μάλλον λογοτεχνική διατύπωση και στα κείμενά τους αφθονούν οι εικονικές και
μεταφορικές εκφράσεις.
Θ. Νάκας (διασκευή), Πηγή: Έκφραση – Έκθεση για το Λύκειο, τεύχος Γ, κεφ.2: «Το δοκίμιο»

Γ. Η πειθώ στο δοκίμιο
- Σε κάθε δοκίμιο, άλλωστε, ακόμη και σε αυτά που δεν έχουν αποδεικτικό χαρακτήρα,
μπορούμε να διακρίνουμε μια απόπειρα πειθούς, αφού το δοκίμιο αποτελεί ένα είδος
ιδεολογικής κατάθεσης του συγγραφέα για διάφορα επίμαχα θέματα.
- Η πειθώ στο δοκίμιο, ωστόσο, δεν αποτελεί μια προσπάθεια εύκολου και άμεσου
επηρεασμού του αναγνώστη/ακροατή, όπως συμβαίνει συνήθως, στη ρητορική (πολιτική,
εκκλησιαστική ή άλλη). Το δοκίμιο, όπως υποστηρίζει ο Γ. Δάλλας, έχει σαν πρώτο και
τελικό στόχο να βαθαίνει τη δυνατότητα του προβληματισμού μας. Με αυτή την έννοια
μπορούμε να πούμε ότι το δοκίμιο είναι ένα είδος διδακτικό. Όταν λέμε ότι το δοκίμιο μας
διδάσκει, εννοούμε ότι μας ενημερώνει, μας πληροφορεί, πλουτίζει τις γνώσεις μας, οξύνει
την κρίση μας, καλλιεργεί την ευαισθησία μας. Επομένως δεν πρέπει να εξομοιώνουμε ένα
δοκίμιο, π.χ. του Παπανούτσου ή του Σεφέρη, με μια διδασκαλία ή διδαχή, π.χ. του Κοσμά
του Αιτωλού, στις οποίες υπάρχει μια καθαρά σωφρονιστική πρόθεση. Όχι μόνο ο
διδακτισμός αλλά και ο δογματισμός φαίνεται ότι δεν ταιριάζει στο δοκίμιο. Ο ίδιος ο όρος
δοκίμιο / δοκιμές σημαίνει ότι τίποτα δεν είναι τετελεσμένο, αλλά ότι όλα βρίσκονται σε
εξέλιξη, πράγμα που αποκλείει κάθε δογματισμό και επιτρέπει αλλαγή στις
κατευθύνσεις και τις απόψεις μας. Επομένως, όχι οριστικά συμπεράσματα αλλά
προβληματισμοί, στοχασμοί, θέσεις και στάσεις, που όχι μόνο δεν εξαντλούν το θέμα αλλά
και ενδέχεται αργότερα να μεταβληθούν αποτελούν συνήθως την ύλη του δοκιμίου.

Δ. Αποδεικτικό και στοχαστικό δοκίμιο
- Τα δοκίμια – ανάλογα με τον τρόπο οργάνωσής τους, το ύφος, και την πρόθεση του
εκάστοτε συγγραφέα – διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
 Αποδεικτικά δοκίμια: ο συγγραφέας αποπειράται να πείσει τον αναγνώστη με τη
χρήση κυρίως επιχειρημάτων και τεκμηρίων.
 Στοχαστικά δοκίμια: ο συγγραφέας εκθέτει τους προβληματισμούς του
ακολουθώντας μια συνειρμική πορεία σύνθεσης.
- Τα δοκίμια που οργανώνονται λογικά προσεγγίζουν περισσότερο τον
επιστημονικό λόγο και έχουν συνήθως αποδεικτικό χαρακτήρα. Ο συγγραφέας
εκθέτει στον πρόλογο το θέμα (δηλαδή την προβληματική του), προσπαθώντας να
προκαλέσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και συνεχίζει εκθέτοντας την κατευθυντήρια
ή κύρια ιδέα που αποτελεί και τη θέση του πάνω στο θέμα. Στο κύριο μέρος ο
συγγραφέας προσκομίζει το υλικό που διαθέτει, για να διασαφηνίσει την κύρια ιδέα ή να
αποδείξει τη θέση που διατύπωσε στον πρόλογο. Στον επίλογο παρουσιάζει
συμπυκνωμένα ό,τι έχει αποδείξει ή επανεκθέτει την αρχική του θέση. Αν έχει αποδείξει
πειστικά το θέμα του, η θέση θα έχει πάρει καινούριο νόημα για τον αναγνώστη.
- Τα δοκίμια που έχουν πιο ελεύθερη οργάνωση προσεγγίζουν περισσότερο τη
λογοτεχνία και η δομή τους δεν καθορίζεται από τη σχέση απόδειξης ανάμεσα στη θέση
του συγγραφέα και την υποστήριξη αυτής της θέσης. Υπάρχει ένα κεντρικό θέμα με το
οποίο οι επιμέρους ιδέες συνδέονται περισσότερο ή λιγότερο συνειρμικά. Ο
συγγραφέας περιδιαβάζει ελεύθερα στο χώρο των ιδεών. Διαβάζοντας ένα τέτοιο
δοκίμιο, προσέχουμε περισσότερο την ύφανση του λόγου παρά τη λογική που διέπει τη
δομή του κειμένου ως συνόλου. Με την ανάγνωση ενός τέτοιου δοκιμίου νιώθουμε
εμπλουτισμένοι σε ανιχνεύσεις και σε προβληματισμό, χωρίς να έχουμε αναγκαστικά
επισημάνει ένα καθαρό διάγραμμά του.
Σχηματική παρουσίαση
Αποδεικτικό δοκίμιο Στοχαστικό δοκίμιο
Σκοπός  πειθώ
 προβληματισμός
 ευαισθητοποίηση
 έμμεση «διδαχή»
 πνευματική καλλιέργεια
 προβληματισμός
 συναισθηματική συμμετοχή
 αισθητική συγκίνηση
 τέρψη – έμμεση «διδαχή»
 πνευματική καλλιέργεια
Περιεχόμενο  παρατηρήσεις
 διαπιστώσεις
 επισημάνσεις
 προβληματισμοί
 επιχειρηματολογία
 παρατηρήσεις
 διαπιστώσεις
 επισημάνσεις
 προβληματισμοί
 επιχειρηματολογία
Πορεία  υπεράσπιση θέσης
 ανασκευή θέσης
 διασαφήνιση εννοιών
 ανάλυση - διερεύνηση
προβλήματος
 ελεύθερη περιπλάνηση στο
χώρο των ιδεών
 συνειρμική σύνδεση των
επιμέρους θέσεων
Τρόποι πειθούς  κυριαρχεί η επίκληση στη
λογική
 κυριαρχεί η επίκληση στο
συναίσθημα
Δομή  Εισαγωγή:
Έκθεση του προβληματισμού
με απώτερο σκοπό την
πρόκληση ενδιαφέροντος.
 Ανάπτυξη:
Παράθεση του αποδεικτικού
υλικού με λογική οργάνωση.
 Επίλογος:
Συμπυκνωμένη παρουσίαση
του κύριου μέρους.
 Εισαγωγή:
Έκθεση του προβληματισμού
με απώτερο σκοπό την
πρόκληση ενδιαφέροντος.
 Ανάπτυξη:
Παράθεση του στοχασμού με
συνειρμική οργάνωση.
 Επίλογος:
Συμπυκνωμένη παρουσίαση
του κύριου μέρους.
Χαρακτηριστικά
γνωρίσματα της δομής
 αυστηρή - λογική οργάνωση
 παραγωγική, επαγωγική ή και
αναλογική συλλογιστική
πορεία
 νοηματική συνοχή
 ελεύθερη πραγμάτευση -
περιήγηση στο θέμα
 συνειρμικές μεταβάσεις -
συνδέσεις
 νοηματική συνοχή
Γλώσσα  δηλωτική
 κυριολεκτική
 αναφορική
 συνυποδηλωτική
 μεταφορική
 συγκινησιακή
Ύφος  σοβαρό
 επίσημο
 αυστηρό
 σοβαρό
 γλαφυρό
 άμεσο - οικείο

Ε. Αναλυτική παρουσίαση του όρου «δοκίμιο»
- Δεν είναι εύκολο να ορίσει κανείς με σαφήνεια και καθαρότητα την έννοια του δοκιμίου.
Ίσως είναι ευκολότερο να προσδιορισθεί καταρχήν η έννοια του δοκιμίου αρνητικά· να
πει, δηλαδή, κανείς πρώτα τι δεν είναι δοκίμιο. Μια τέτοια προσπάθεια καταλήγει στο
λεγόμενο αρνητικό ορισμό του δοκιμίου. Είναι όμως γνωστό ότι κάθε αρνητικός ορισμός
είναι ατελής. Αν π.χ. πει κάποιος «ο ηλεκτρισμός δεν είναι μαγνητισμός», δεν ορίζει την
έννοια του ηλεκτρισμού· απλώς λέγει τι δεν είναι.
- Αν, πάντως, ακολουθήσουμε αυτή την τακτική του αρνητικού ορισμού, μπορούμε να
καταλήξουμε σ' ένα πρώτο συμπέρασμα. Συγκεκριμένα, μπορούμε να πούμε ότι το
δοκίμιο, παρ' όλο που συγγενεύει, δεν ταυτίζεται με την πραγματεία, τη διατριβή, την
επιστημονική μελέτη και το άρθρο. Και τα τέσσερα αυτά είδη λόγου εκθέτουν απόψεις και
θέσεις, που είναι απόλυτα τεκμηριωμένες και εκφράζουν την αλήθεια της επιστήμης που
υπηρετούν.
- Το δοκίμιο δεν έχει χαρακτήρα επιστημονικής μελέτης και δεν εκφράζεται με τον
αυστηρό τρόπο που χαρακτηρίζει κάθε επιστημονικό μελέτημα ή άρθρο. Αντίθετα, είναι
κυρίως προϊόν και αποτέλεσμα προσωπικού στοχασμού. Το στοιχείο αυτό υποδηλώνει ότι
στο δοκίμιο υπάρχει μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική απόχρωση προσωπικών –
υποκειμενικών σκέψεων.
- Προσδιορίζοντας αναλυτικότερα και με θετικό τώρα τρόπο τα χαρακτηριστικά
γνωρίσματα του δοκιμίου, μπορούμε να καταλήξουμε στα εξής:
 Το δοκίμιο είναι ένα ιδιότυπο γραμματειακό είδος που βρίσκεται στο μεταίχμιο, στο
ενδιάμεσο δηλαδή διάστημα, ανάμεσα στα καθαρώς λογοτεχνικά κείμενα και στις
σύντομες μελέτες. Αυτό σημαίνει ότι δεν ταυτίζεται με τα λογοτεχνικά κείμενα ούτε,
βέβαια, και με τις εμπεριστατωμένες μελέτες.
 Πραγματεύεται συνήθως ένα θέμα (π.χ. κοινωνικό, φιλοσοφικό, επιστημονικό κ.τ.λ.),
που το εξετάζει στις πιο βασικές του πλευρές, χωρίς όμως και να το εξαντλεί, και κατά
κανόνα είναι σύντομο στην έκτασή του.
 Δηλώνει περισσότερο και εκφράζει την υποκειμενική – προσωπική οπτική του
δημιουργού σχετικά με το θέμα που πραγματεύεται.
 Όταν είναι αυστηρά δοκίμιο στοχαστικού τύπου, η γλώσσα και γενικά η όλη του
εκφραστική ακολουθούν ένα πιο σοβαρό ύφος που ταιριάζει στον αποκαλούμενο
δοκιμιακό λόγο (ή δοκιμιακή γλώσσα).
 Όταν το δοκίμιο δεν ακολουθεί αυστηρά τη μορφή της δοκιμιακής γλώσσας αλλά
αναπτύσσει το θέμα του με τρόπο πιο άνετο και ελεύθερο, αποκτά μιαν εντονότερη
λογοτεχνική χροιά.
 Σχετικά με τον τρόπο οργάνωσης και διάρθρωσης των νοημάτων, ακολουθεί συνήθως
μια τετράπτυχη δομή και ανάπτυξη:
- θέση – παρουσίαση του θέματος
- έκθεση – ανάπτυξη των βασικών απόψεων του δοκιμιογράφου
- απόδειξη – τεκμηρίωση των θέσεων με αναφορά σε συγκεκριμένο αποδεικτικό υλικό
- συμπερασματική – επιλογική κατακλείδα
Πηγή: Παρίσης, Ι. & Παρίσης, Ν. Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων. Αθήνα: Ανάδοχος έργου: εκδ. Πατάκη, ΟΕΔΒ, σ. 51.
Στ. Δοκίμιο και ημερολόγιο
- Επισημαίνεται ότι το δοκίμιο συχνά προσεγγίζει το ημερολόγιο. Τονίζεται, ωστόσο, ότι
στην περίπτωση αυτή ο δοκιμιογράφος δεν καταγράφει τις κυριότερες πράξεις της ζωής

Ζ. Δοκίμιο και ομιλία – συνομιλία
- Σαν πρόσκληση σε συνομιλία και συνεργασία με τον αναγνώστη βλέπει το δοκίμιο και
ένας άλλος δοκιμιογράφος, ο Π. Χάρης, όπως φαίνεται από το παρακάτω απόσπασμα:
«Κλείνω στις σελίδες αυτές μια συζήτηση που, χρόνια τώρα, κάνω με τον εαυτό μου, και
καλώ τον αναγνώστη να προσθέσει τις δικές του απορίες, τις δικές του αναζητήσεις και τα
δικά του συμπεράσματα... Αυτή άλλωστε η συνομιλία και αυτή η συνεργασία θαρρώ πως
είναι το κέντρο του κριτικού και μαζί λογοτεχνικού λόγου, που συνηθίσαμε να τον
ονομάζουμε δοκίμιο» (Π. Χάρης, «Υπάρχουν θεοί»).
Η. Δοκίμιο και επιστολή. Ο εξομολογητικός τόνος στο δοκίμιο
- Υποστηρίζεται ότι μερικές φορές το δοκίμιο παρουσιάζει κοινά στοιχεία με μια επιστολή.
Στην περίπτωση αυτή το δοκίμιο παίρνει το ύφος της συνομιλίας με ένα φίλο, της
καθημερινής κουβέντας πάνω σε διάφορα θέματα, όπως περίπου συμβαίνει και σε μια
επιστολή. Στο δοκίμιο αυτού του είδους ο δοκιμιογράφος εκφράζεται σε πρώτο ρηματικό
πρόσωπο, περιπλανάται ελεύθερα από το ένα θέμα στο άλλο και χαίρεται την ελευθερία
του αυτοσχεδιασμού, και ορισμένες φορές ενδέχεται να κάνει μια προσωπική ιδεολογική
κατάθεση ή και εξομολόγηση. Με τον τρόπο αυτό αναδύεται μέσα από το κείμενο η
προσωπικότητα του δοκιμιογράφου.

H ΦΟΝΙΣΣΑ /// ΟΛΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ σε ψηφιακή μορφή

«Η Φόνισσα» – Νουβέλα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΕΙΣ από το βιβλίο «ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΚΘΕΣΗ» ΤΗΣ Β’ ΛΥΚΕΙΟΥ /// ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΥΛΗΣ

https://blogs.sch.gr/stratilio/files/2014/05/%CE%94%CE%99%CE%91%CE%93%CE%A1%CE%91%CE%9C%CE%9C%CE%91%CE%A4%CE%91-%CE%98%CE%95%CE%A9%CE%A1%CE%99%CE%91%CE%A3-%CE%91%CE%A3%CE%9A%CE%97%CE%A3%CE%95%CE%99%CE%A3-%CE%93%CE%9B%CE%A9%CE%A3%CE%A3%CE%91%CE%A3-%CE%92-%CE%9B%CE%A5%CE%9A%CE%95%CE%99%CE%9F%CE%A5.pd

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Περιεχόμενο καταγραφή στοιχείων με χρονολογική τάξη
Είδη επαγγελματικά
υπηρεσιακά (στρατιωτικά, ναυτικά)
ατομικά (κυρίως)
Χαρακτήρας προσωπικός – άμεσο
Ύφος λιτό - περιεκτικό - οικείο - καθημερινό

Απομνημονεύματα

ΣΥΣΤΑΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Περιεχόμενο αναφορά στοιχείων από τη ζωή και τα προσόντα, πείρα,
προετοιμασία με σύντομο χαρακτηρισμό που βεβαιώνει την
καταλληλότητα κάποιου για κάποιο σκοπό (πρόσληψη,
υποτροφία .)
Ύφος επίσημο - τυπικό
∆ιαφορά από Βιογραφικό Σημείωμα
περιέχει στοιχεία ειδικά (ζωής, έργου) και ακριβή
Γράφεται από πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους με βαρύνουσα γνώμη για
το ήθος και τις γνώσεις του υποψηφίου
Χαρακτηρισμός Θετική, ουδέτερη, αρνητική, πολύ θερμή, συγκρατημένη,
ψυχρή

ΔΟΜΗ ΣΥΣΤΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ
Προλογικά στοιχεία Ο γράφων πληροφορεί για το χρόνο και την ποιότητα της
σχέσης του με τον υποψήφιο και προτάσσει τη γενική θέση
του
Στοιχεία ανάπτυξης Αναφορά προσόντων ή/και ελαττωμάτων του υποψήφιου
Επιλογικά στοιχεία Προτροπή ή αποτροπή για πρόσληψη

 

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Τα βασικά στοιχεία βασικά στοιχεία βασικά στοιχεία του βιβλίου δίνονται στο εξώφυλλο
εσώφυλλο
Πρόσθετες πληροφορίες δίνονται σε Πρόσθετες πληροφορίες οπισθόφυλλο
πίνακα περιεχομένων
Σκοπός η ενημέρωση των αναγνωστών
η προβολή του βιβλίου (δημιουργία ενδιαφέροντος - επιθυμίας ανάγνωσης)
Οι βιβλιοπαρουσιάσεις στον Τύπο περιγράφουν ενημερώνουν τον αναγνώστη
σχολιάζουν προβάλλουν το βιβλίο
Οι βιβλιοπαρουσιάσεις διαφέρουν στον αριθμό των σχολίων, την έκταση και το πλήθος,
την οργάνωση των πληροφοριών
(163)
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ - ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ - ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
(διαφορές ) (διαφορές )
Είδος Περιεχόμενο Προϋποθέσεις Σκοπός
Βιβλιοκριτική • Αναλυτικές
πληροφορίες
• Σχόλια
• Τεκμήρια
• Μελέτη σε βάθος
• Υπογραφή
• Κρίση
• Αξιολόγηση
Βιβλιοπαρουσίαση • Βασικά στοιχεία
• Πρόσθετες
πληροφορίες
• Επιφανειακή μελέτη
• Όχι απαραίτητα
υπογραφή
• Ενημέρωση
αναγνώστη
• Προβολή βιβλίου
 Προσοχή! Η διάκριση βιβλιοκριτικής και βιβλιοπαρουσίασης είναι δύσκολή ότα

 

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΥΛΗΣ – Β΄ΛΥΚΕΙΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

 

 

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Το μοιρολόγι της φώκιας» (ερωτήσεις)

 

https://latistor.blogspot.com/2011/01/blog-post_03.html

Στο διήγημα υπάρχουν πολλά μερικότερα θέματα (σκηνές, εικόνες, αναφορές) που σχετίζονται είτε με τη ζωή είτε με το θάνατο. Να τα επισημάνετε. Ποια σημασία νομίζετε ότι έχει η αντιπαράθεσή τους για το διήγημα;

Η παρουσία του θανάτου γίνεται αισθητή από την αρχή κιόλας του κειμένου πρώτα – πρώτα μέσω του τίτλου κι αμέσως μετά με την αναφορά στα Μνημούρια, το νεκροταφείο της περιοχής, με το χαρακτηρισμό της γριάς-Λούκαινας ως χαροκαμένης αλλά και με το πένθιμο μοιρολόγι της. Ο θάνατος συνεχίζει να κυριαρχεί στο κείμενο με την εικόνα των μνημάτων, που λάμπουν στον ήλιο, καθώς και με την αναφορά στα πένθη της ηρωίδας. Ακολούθως, η μακάβρια εικόνα των υπολειμμάτων του νεκροταφείου που κυλούν από το γήλοφο προς τη θάλασσα, επαναφέρει θεαματικά το θάνατο στη σκέψη του αναγνώστη. Ο θάνατος αποκτά εν τέλει πρωταγωνιστική θέση στο διήγημα με τη σκηνή του θανάτου της Ακριβούλας και ολοκληρώνει την παρουσία του με το μοιρολόγι της φώκιας και τον υπαινιγμό του δείπνου της.
Η παρουσία της ζωής στο διήγημα δηλώνεται στην αρχή με την αναφορά στα παιδιά που κολυμπούν στο γιαλό, επανέρχεται με τον απολογισμό της γριάς-Λούκαινας για τα παιδιά της που έχουν επιζήσει και κορυφώνεται με την αναφορά στο εύθυμο άσμα του βοσκού που βρίσκεται κρυμμένος σε κάποιο κοίλωμα δίπλα στο νεκροταφείο. Στη συνέχεια η αναφορά στην Ακριβούλα που ξεφεύγει από την προσοχή της μητέρας της για να παίξει κοντά στη γιαγιά της, καθώς και η αναφορά στη φώκια που λικνίζεται στα κύματα υπό των ήχων της φλογέρας, επαναφέρουν τη ζωή στο προσκήνιο.
Οι αναφορές στο θάνατο που εναλλάσσονται με τις αναφορές στη ζωή παρουσιάζουν με έμφαση τη βασική αντίθεση του κειμένου, καθώς ο Παπαδιαμάντης επιθυμεί να δηλώσει στο διήγημά του πως όσο κι αν φαίνεται τραγικό, η ζωή συνεχίζει την πορεία της ακάθεκτη, παρά τη συνεχή παρουσία του θανάτου. Παρά τη μεγάλη αγάπη που έχουμε στους ανθρώπους που φεύγουν, παρά τον πόνο που βιώνουμε για το χαμό τους, η ζωή δεν μπορεί παρά να συνεχίσει την πορεία της. Η σκέψη αυτή, μάλιστα, γίνεται ακόμη πιο έντονη στην υπαινικτική αναφορά του γεύματος της φώκιας, η οποία θρηνεί το νεκρό σώμα της Ακριβούλας, με σκοπό να τραφεί από αυτό.

Με ποια επιμέρους περιστατικά προετοιμάζεται ο πνιγμός της Ακριβούλας, ώστε να μη συμβεί κατά τρόπο αυθαίρετο;

Ο θάνατος της Ακριβούλας, που αποτελεί το κεντρικό περιστατικό του κειμένου, προετοιμάζεται από το συγγραφέα αφενός με τις συχνές αναφορές στο θάνατο που δημιουργούν στον αναγνώστη την αίσθηση πως κάποιος επιπλέον θάνατος επίκειται, κι αφετέρου με την αναφορά στο γεγονός ότι το μικρό κορίτσι έφυγε κρυφά από τη μητέρα του. Η Ακριβούλα ξεκινά μόνη της να βρει τη γιαγιά της χωρίς όμως να γνωρίζει ακριβώς που ξεκινά το μονοπάτι που θα την οδηγούσε σ’ αυτή. Η μικρή ηλικία του παιδιού, η μυστική του απόδραση από το σπίτι και η άγνοια της περιοχής, προοικονομούν το θανάσιμο κίνδυνο του παιδιού, το οποίο μάλιστα παρασύρεται από το τραγούδι του βοσκού κι εγκλωβίζεται σ’ ένα απότομο μονοπάτι. Η κατάσταση του κοριτσιού που φαντάζει αρκετά επικίνδυνη, χειροτερεύει καθώς νυχτώνει και δεν μπορεί πια να δει καθαρά το χώρο γύρω της. Το γεγονός ότι κανείς δεν ακούει την κραυγή της αλλά και η αδυναμία της να εντοπίσει το σωστό δρόμο για να γυρίσει πίσω, καθιστούν πλέον την κατάστασή της οριακή, οπότε το γλίστρημά της από το γκρεμό έρχεται πλέον με φυσικό τρόπο στην αφήγηση και δεν εκπλήσσει τον αναγνώστη.

Το διήγημα αρχίζει με μοιρολόγι (της γριάς Λούκαινας) και τελειώνει με μοιρολόγι (της φώκιας). Ποιο μεταδίδει ισχυρότερη συγκίνηση; Μπορείτε να εξηγήσετε γιατί;

Ισχυρότερη συγκίνηση μεταδίδει το μοιρολόγι της φώκιας, καθώς το μοιρολόγι της γριάς Λούκαινας αναφέρεται σε πένθη που τοποθετούνται πολύ μακριά στο παρελθόν και αφορούν πρόσωπα που δεν είναι οικεία στον αναγνώστη. Αντιθέτως, το μοιρολόγι της φώκιας αναφέρεται σ’ ένα τραγικό θάνατο που έχεις μόλις συμβεί και τον οποίο οι αναγνώστες έχουν παρακολουθήσει με αγωνία από την πρώτη νύξη κινδύνου (την απομάκρυνση του κοριτσιού από τη μητέρα της) μέχρι το μοιραίο γλίστρημα που κατέληξε στον πνιγμό του μικρού παιδιού. Επιπλέον, πρόκειται για το μοναδικό θρήνο που δέχεται η Ακριβούλα, καθώς ο θάνατός της έχει περάσει απαρατήρητος από τους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά της. Ούτε η γιαγιά της γνωρίζει πως η εγγονή της βρίσκεται πνιγμένη στην ακτή, ούτε ο βοσκός συνειδητοποίησε πως ο πλαταγισμός που άκουσε προκλήθηκε από την πτώση ενός μικρού παιδιού.

Στο διήγημα, προς το τέλος, μετά τον πνιγμό της Ακριβούλας, παρατηρούμε την επανάληψη του ρήματος «εξηκολούθει» που αναφέρεται κατά σειρά στη γρια-Λούκαινα, στη γολέττα, στο βοσκό. Ποιο νομίζετε ότι είναι το νόημα αυτής της επανάληψης;

Η επανάληψη του ρήματος «εξηκολούθει» έρχεται να τονίσει το βασικό μήνυμα του διηγήματος, πως ο θάνατος -οποιοσδήποτε θάνατος, όσο τραγικός κι αν είναι αυτός- δεν μπορεί να διακόψει την πορεία της ζωής. Η ζωή συνεχίζει ακάθεκτη την πορεία της, έστω κι αν πεθαίνει ένα μικρό κορίτσι, έστω κι αν ο θάνατος αυτός θα προκαλέσει ανείπωτη πίκρα στους δικούς της. Η ζωή τόσο με τις χαρές που έχει να προσφέρει, όσο και με τους καημούς που προκαλεί στους ανθρώπους, συνεχίζει και οι άνθρωποι που παραμένουν ζωντανοί θα συνεχίσουν να υπομένουν τις πίκρες αλλά και να γεύονται τις απολαύσεις της.

Πώς διαγράφεται η μορφή της γριάς Λούκαινας μέσα στο διήγημα;

Η γριά Λούκαινα είναι μια φτωχή, ηλικιωμένη γυναίκα που έχει πληρώσει ακριβό τίμημα στο χάρο, αφού έχει ήδη χάσει πέντε από τα παιδιά της, αλλά και τον άντρα της. Τώρα πια ζει κοντά στη μοναδική κόρη που της απέμεινε και κάνει δουλειές γι’ αυτή, ώστε να της είναι χρήσιμη και να μην την επιβαρύνει με την παρουσία της. Η γριά Λούκαινα έχει ακόμη δύο παιδιά, δύο αγόρια, τα οποία όμως έχουν ξενιτευτεί, οπότε η θλίψη για τα παιδιά της που πέθαναν, καθώς και γι’ αυτά που έχουν φύγει, ακολουθεί διαρκώς τη γερόντισσα και την ωθεί στο συνοδεύει τις εργασίες της μ’ ένα πένθιμο μοιρολόγι. Η ζωή της μοιάζει στιγματισμένη από τα πένθη και τους καημούς, γι’ αυτό και στο άκουσμα του εύθυμου άσματος του βοσκού ενοχλείται και τον θεωρεί κακό οιωνό.

Η γριά Λούκαινα ως το τέλος του διηγήματος δεν αντιλαμβάνεται τον πνιγμό. Νομίζετε ότι αυτό είναι αρετή ή αδυναμία του διηγήματος;

Το ότι η γιαγιά του παιδιού δεν έχει αντιληφθεί τον πνιγμό του, αποτελεί αρετή του διηγήματος, καθώς ενισχύει την τραγική ειρωνεία που έχει ήδη δημιουργηθεί από την αίσθηση της γριάς Λούκαινας ότι ο νεαρός βοσκός είναι σημαδιακός, ότι η παρουσία του δηλαδή προμηνύει κάτι κακό, και παράλληλα εντείνει την τραγική αίσθηση που μας μεταδίδει το διήγημα. Η γριά Λούκαινα συνεχίζει το δρόμο της προς το σπίτι, θρηνώντας για τα πένθη του παρελθόντος και πιθανότατα πιστεύοντας πως έχει ήδη πληρώσει ακριβό τίμημα στο χάρο, χωρίς όμως να γνωρίζει πως την ίδια στιγμή το άψυχο σώμα της Ακριβούλας μοιρολογείται από μια φώκια. Η γνώση που έχει ο αναγνώστης για τη νέα αυτή απώλεια της γριάς Λούκαινας τονίζει παράλληλα την τραγικότητα των στίχων του μοιρολογιού της φώκιας: κι η γριά ακόμη μοιρολογά / τα γεννοβόλια της τα παλιά. / Σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό / τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου.

Το διήγημα τελειώνει με τρόπο όχι ρεαλιστικό, αλλά ποιητικό. Στο διήγημα προϋπάρχουν ποιητικά στοιχεία που κορυφώνονται στο τέλος. Ποια είναι αυτά;

Το μοιρολόγι που κλείνει το διήγημα και που διατυπώνει με ποιητικό τρόπο το μήνυμα που θέλει να μας μεταδώσει ο συγγραφέας δίνεται από μια φώκια και όχι από κάποιο από τα πρόσωπα της ιστορίας, στοιχείο που πέρα από την τραγική ειρωνεία που ενέχει, υπηρετεί και την ποιητικότητα του κειμένου. Τα ποιητικά στοιχεία του διηγήματος βέβαια ξεκινούν από το εύθυμο άσμα του βοσκού, που ενοχλεί μεν τη γριά Λούκαινα αλλά θέλγει τη φώκια και παρασύρει και παράλληλα παγιδεύει την Ακριβούλα. Επίσης, ποιητικό στοιχείο αποτελεί και η εικόνα της γολέτας που επιχειρεί να απομακρυνθεί από το λιμάνι αλλά παραμένει εγκλωβισμένη λόγω της νηνεμίας. Η ποιητικότητα, άλλωστε, του κειμένου γίνεται αισθητή κι από την εικόνα που μας δίνει ο συγγραφέας όπου παράλληλα και παρά το θάνατο του μικρού κοριτσιού, η χαροκαμένη γιαγιά του παιδιού συνεχίζει την πορεία της επιστροφής, ο βοσκός συνεχίζει το τραγούδι του και η γολέτα συνεχίζει τις βόλτες της στο λιμάνι.

Στοιχεία Ρεαλισμού στο διήγημα «Το μοιρολόγι της φώκιας»

Στο συγκεκριμένο διήγημα μπορούμε να εντοπίσουμε την παρουσία των βασικότερων χαρακτηριστικών του ρεαλισμού.

Υπάρχει μια τάση προς την αντικειμενικότητα: Ο συγγραφέας μας παρουσιάζει την ιστορία της γριάς-Λούκαινας και τον τραγικό χαμό της εγγονής της, καταγράφοντας τα γεγονότα, όπως συνέβησαν, χωρίς την παρέμβαση δικών του σχολίων και σκέψεων σχετικά με τη δύσκολη ζωή της γερόντισσας.

Παρατηρούμε, δηλαδή, μια πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας, η οποία δίνεται με τρόπο αντικειμενικό που επιτρέπει στον αναγνώστη να σχηματίσει τη δική του άποψη, χωρίς ο συγγραφέας να επιχειρεί να τον επηρεάσει συναισθηματικά με τη χρήση φορτισμένης γλώσσας και περιττού μελοδραματισμού (αφήνει τα γεγονότα να μιλήσουν μόνα τους).

Μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε τη διάθεση του συγγραφέα να αφήσει ανεπηρέαστο τον αναγνώστη, διαβάζοντας τα γεγονότα που συνθέτουν το παρελθόν της γριάς-Λούκαινας: «Ενθυμείτο τα πέντε παιδιά της, τα οποία είχε θάψει εις το αλώνι εκείνο του χάρου, εις τον κήπον εκείνον της φθοράς, το εν μετά το άλλο, προς χρόνων πολλών, όταν ήτο νέα ακόμη. Δύο κοράσια και τρία αγόρια, όλα εις μικράν ηλικίαν της είχε θερίσει ο χάρος ο αχόρταγος.» Η απώλεια αυτή των πέντε παιδιών, που δίνεται συνοπτικά -σε λίγες μόλις γραμμές- θα μπορούσε να είχε αποτελέσει μια αναδρομική αφήγηση, με λεπτομερή απόδοση του πόνου της τραγικής μητέρας, φορτίζοντας με ιδιαίτερη συναισθηματική ένταση το κείμενο. Εντούτοις ο Παπαδιαμάντης επιλέγει να αναφερθεί επιγραμματικά στον θάνατο των πέντε παιδιών, αφήνοντας τον αναγνώστη να αισθανθεί και να κατανοήσει μόνος του τι σήμαινε η απώλεια αυτή για τη γριά-Λούκαινα και πόσο την είχε επηρεάσει.

Διαπιστώνουμε, επίσης, την κριτική στάση του συγγραφέα απέναντι στην κοινωνία, καθώς μέσα από μια απλή, καθημερινή δραστηριότητα της ηρωίδας του κειμένου (δια να πλύνη τα μάλλινα σινδόνια της εις το κύμα το αλμυρόν), βρίσκει την ευκαιρία να παρουσιάσει τη δύσκολη ζωή της, τονίζοντας τόσο τις τραγικές απώλειες που βίωσε, όσο και τη φτώχεια της, που την αναγκάζει ακόμη και σε μια προχωρημένη ηλικία να εργάζεται σκληρά, προκειμένου να μην αισθάνεται ότι αποτελεί βάρος για την κόρη της, κοντά στην οποία μένει.

Η δύσκολη ζωή της ηρωίδας, άλλωστε, αποτελεί κοινό θέμα και κοινή εμπειρία για τις γυναίκες εκείνης της εποχής, οι οποίες ήταν υποχρεωμένες να εργάζονται αδιάκοπα από την παιδική τους κιόλας ηλικία μέχρι το τέλος της ζωής τους, υπομένοντας την οικονομική ανέχεια και τους πολλαπλούς θανάτους που σημάδευαν τις φτωχές οικογένειες με την ανύπαρκτη ιατρική περίθαλψη. Όσο κι αν η ζωή της γριάς-Λούκαινας μοιάζει εξαιρετικά σκληρή για τα σημερινά δεδομένα, αποτελούσε κοινό τόπο για τις γυναίκες παλαιότερων δεκαετιών, που δε γνώριζαν τίποτε άλλο πέρα από τη συνεχή δουλειά, τον πόνο, την οικονομική εξαθλίωση και τις απώλειες.

Στοιχεία Νατουραλισμού στο διήγημα «Το μοιρολόγι της φώκιας»

Ο νατουραλισμός ακολουθεί το ρεαλισμό στη μιμητική απεικόνιση της πραγματικότητας και στην επιλογή κοινών θεμάτων, με τη διαφοροποίηση ότι στα πλαίσια του νατουραλισμού ο συγγραφέας επιχειρεί να δείξει πώς διαμορφώνεται η ηθική συμπεριφορά των ατόμων, για να δείξει ότι είναι δέσμιοι εξωτερικών δυνάμεων. Παρατηρούμε, δηλαδή, την αρνητική στάση της γριάς-Λούκαινας απέναντι στην εύθυμη διάθεση του βοσκού, που με τη μελωδία της φλογέρας του διαταράσσει την πένθιμη ατμόσφαιρα γύρω από το νεκροταφείο. Η ηρωίδα, που σε όλη της τη ζωή θρηνεί τους θανάτους των δικών της, αδυνατεί να αποδεχτεί την ευδαιμονική διάθεση του νεαρού. Η αδυναμία της αυτή, βέβαια, έχει προέλθει ως αποτέλεσμα εξωτερικών δυνάμεων, της φτώχειας και του θανάτου, που έχουν οριστικά στιγματίσει την ψυχή της.

Στο νατουραλισμό, επίσης, παρατηρούμε μια επιμονή στην εξονυχιστική περιγραφή και στη φωτογραφική λεπτομέρεια, ιδίως προκλητικών θεμάτων. Βλέπουμε, έτσι, το συγγραφέα να περιγράφει με λεπτομέρεια τη πλαγιά του γηλόφου, που βρισκόταν το νεκροταφείο, καταγράφοντας τα μακάβρια λάφυρα του θανάτου, τα οποία έχοντας ξεθαφτεί κατά τις ανακομιδές των νεκρών, κυλούσαν προς τη θάλασσα.

Επιπλέον, διαπιστώνουμε τον αναλυτικό τρόπο με τον οποίο περιγράφεται ο πνιγμός της Ακριβούλας, καθώς και το φρικτό υπονοούμενο για την κατάληξη του μικρού παιδιού: «Κι η φώκη, καθώς είχεν έλθει έξω εις τα ρηχά, ηύρε το μικρόν πνιγμένον σώμα της πτωχής Ακριβούλας, και ήρχισε να το περιτριγυρίζη και να το μοιρολογά, πριν αρχίση τον εσπερινόν δείπνον της.»

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Η Μαυρομαντηλού», ως παράλληλο για το Μοιρολόγι της φώκιας

«Ο σκόπελος ο καλούμενος Μαυρομαντηλού δεν θ’ απέχει πλείονας ή τριάκοντα οργυιάς από της παραλίας, όπου ανοίγεται γραφική ωραία αγκάλη περιβάλλουσα το κύμα ορμητικόν κατά της ακτής χωρούν, αμβλύ προσπίπτον επί της άμμου και υπ’ αυτής καταπινόμενον.

Εκεί βλέπει χωρικήν γυναίκα κύπτουσαν επί τον αιγιαλόν, πλύνουσαν ράκη τινά παρά την άκραν της αμμουδιάς, εις την ρίζαν ενός βράχου, εξέχοντος προς την θάλασσαν, επικαμπούς επί το κύμα, όπου τα νερά ήρχιζον να βαθύνωνται. Ο βράχος ούτος εκαλείτο «Μύτικας» και ήτο εξ εκείνων, αφ’ ων οι κολυμβηταί κατά το θέρος συνηθίζουσι να εκτελώσι τα εκπληκτικά εκείνα εις την θάλασσαν άλματα.

Ο υιός της γυναικός ταύτης, παιδίον επταετές, διαλαθών την προσοχήν της μητρός, είχεν αναρριχηθεί επιτηδείως εις το ύψος του βράχου.

Αίφνης η μήτηρ του, αισθανθείσα όπισθέν της εκ του αορίστου κενού την απουσίαν του παιδίου, στρέφεται, υψώνει την κεφαλήν και τον βλέπει επί της κορυφής του βράχου, τείνοντα εις τα εμπρός τους γρόνθους, κύπτοντα την κεφαλήν, και παιδικούς γρυλλισμούς εκβάλλοντα.

Ο μικρός, όστις είχεν ιδεί κατά το προλαβόν θέρος καολυμβητάς πηδώντας αφ’ ύψους του βράχου τούτου, εξετέλει μιμικήν, ότι τάχα ήθελε να δώσει βουτιά από τον Μύτικα, ως κάμνουσιν οι έφηβοι και οι ακμαίοι νεανίσκοι.

Η μήτηρ του ήρχισε να τον καλεί πλησίον της. Ο Γιαννιός, όστις εσκάλιζε με την αρπάγην του πέριξ της Μαυρομαντηλούς, ήκουε τας φωνάς της γυναικός ταύτης: «Κατέβα, αρέ δαίμονα, αρέ λύκε ξιδάτε!»

Αλλ’ ο μικρός εκώφευεν. Η μήτηρ οργισθείσα ανέτεινεν τον κόπανόν της, δι’ ου έτυπτε τα λευκαινόμενα ράκη προς το μέρος του βράχου και τον επέσειεν απειλητικώς προς τον παίδα· «Έννοια σ’, αρέ σκάνταλε, έννοια σ’, χάρε μαύρε! Το βράδ’, σα ’ρθεί ο πατέρας σ’ απ’ το χωράφ’, δώσε λόγο».

Εκεί, καθώς επέμενε να εκτελεί τους μίμους του ο μικρός, αδιαφορών προς τας κραυγάς της μητρός του, κύπτων ολίγον βαθύτερον, ολισθαίνει, εκβάλλει πεπνιγμένην κραυγήν, και πίπτει μετά πλαταγισμού εις την θάλασσαν.

Το κύμα θα είχε βάθος πλέον ή διπλούν αναστήματος ανδρός. Βυθίζεται εις τον πόντον, και πάλιν ανέρχεται εις την επιφάνειαν, και ασπαίρει, και παραδέρνει, και είτα βυθίζεται εκ δευτέρου.

Η γυνή μίαν αφήκε σπαρακτικήν, διάτορον κραυγήν, και πελιδνή, περίτρομος, αγρία, καθώς εκράτει τον κόπανόν της, επιβαίνει εις το κύμα. Φθάνει μέχρι της οσφύος, είτα μέχρι του στέρνου, και με τον κόπανον αγωνιά να φθάσει το παιδίον πνιγόμενον ήδη και το δεύτερον εξαφανισθέν. Αλλ’ ως ήτο επόμενον, διά της δίνης, ην εσχημάτιζεν ο κόπανος εις το κύμα, απεμάκρυνε μάλλον το αγωνιών σώμα, ή το προσήγγιζεν εις την χείρα της μητρός. Αύτη έκραξε και πάλιν βοήθειαν, αλλά την στιγμήν εκείνην ουδείς των επιστρεφόντων εις την πολίχνην χωρικών ευρίσκετο εκεί πλησίον.»

Σε ό,τι αφορά τη μορφή μπορούμε να επισημάνουμε ότι και στα δύο κείμενα έχουμε αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο, από έναν παντογνώστη αφηγητή.

Χρήση της καθαρεύουσας για το κυρίως αφηγηματικό μέρος και τις περιγραφές, ενώ έχουμε δημοτική όταν ο λόγος δίνεται σε κάποιο από τα πρόσωπα της ιστορίας. (Όταν μιλά η μητέρα στη Μαυρομαντηλού και τη μία φορά που ακούμε τη γριά-Λούκαινα να σχολιάζει το βοσκό, στο Μοιρολόγι)

Στο περιεχόμενο οι ομοιότητες έχουν να κάνουν με τα δύο παιδιά που ξεφεύγουν από την προσοχή της μητέρας τους και βρίσκονται στην άκρη ενός βράχου. Κοινό στοιχείο φυσικά είναι και η πτώση τους στη θάλασσα. (Να σημειωθεί ότι και στις δύο περιπτώσεις τονίζεται το βάθος της θάλασσας.  Στη Μαυρομαντηλού μάλιστα για να τονίσει ο συγγραφέας το ύψος του βράχου χρησιμοποιεί την ίδια έκφραση που χρησιμοποιεί και στο Μοιρολόγι για να αποδώσει το βάθος της θάλασσας: ως δύο αναστήματα ανδρός υπεράνω της θαλάσσης / είχε βάθος πλέον ή διπλούν αναστήματος ανδρός)

Κοινή είναι και η αναφορά στην ενασχόληση των δύο γυναικών, που έχουν πάει στη θάλασσα για να πλύνουν ρούχα.

Επίσης, όπως η κραυγή της Ακριβούλας δεν ακούγεται από κανέναν, έτσι και τις φωνές της μητέρας που ζητούσε βοήθεια δεν τις ακούει κανείς, αφού όλοι βρίσκονται πολύ μακριά.

Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα)

Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα)
Το κείμενο είναι απόσπασμα από το διήγημα του Γιώργου Βιζυηνού «Το αμάρτημα της μητρός μου».Από : https://www.trapeza-thematon.gr/Thema/15124

Στη σκηνική ενότητα η αφήγηση γίνεται από τη μητέρα του συγγραφέα. Ἤταν τότε κοντά, ‘ποὺ ἐπαντρολογιέτο ὁ Φώτης ὁ Μυλωνᾶς. Ὁ μακαρίτης ὁ πατέρας σου παράργησε τὸ γάμο τους, ὡς 'ποὺ ν' ἀποσαραντήσω ἐγὼ, γιὰ νὰ τοὺς στεφανώσουμε μαζὶ. Ἤθελε νὰ μὲ 'βγάλῃ καὶ μένα στὸν κόσμο, γιὰ νὰ χαρῶ 'σὰν 'πανδρευμένη, ἀφοῦ κορίτσι δὲν μ' ἀφῆκεν ἡ γιαγιά σου νὰ χαρῶ.

Τὸ πρωὶ τους 'στεφανώσαμε, καὶ τὸ βράδυ ἦταν οἱ καλεσμένοι στὸ σπίτι τους· καὶ ἐπαῖζαν τὰ βιολιά, καὶ ἔτρωγεν ὁ κόσμος μέσα στὴν αὐλὴ, κι' ἐγύρνα ἡ κανάτα μὲ τὸ κρασὶ ἀπὸ χέρι σὲ χέρι. Καὶ ἔκαμεν ὁ πατέρας σου κέφι, 'σὰν διασκεδαστικὸς ποὺ ἦταν ὁ μακαρίτης, καὶ μ' ἔρριψε τὸ μανδύλι του, νὰ σηκωθῶ νὰ χορέψουμε. 'Σὰν τὸν ἔβλεπα νὰ χορεύῃ, μοῦ ἄνοιγεν ἡ καρδιά μου, καὶ 'σὰν νέα ποὺ ἤμουνε, ἀγαποῦσα κ' ἐγὼ τὸ χορό. Κ' ἐχορέψαμε λοιπὸν κ' ἐχόρεψαν καὶ οἱ ἄλλοι καταπόδι μας. Μὰ ἐμεῖς ἐχορέψαμε καὶ καλλίτερα καὶ πολύτερα.

'Σαν ἐκοντέψανε τὰ μεσάνυχτα, ἐπῆρα τὸν πατέρα σου παράμερα καὶ τὸν εἶπα· ἄνδρα, ἐγὼ ἔχω παιδὶ 'στὴν κούνια καὶ δὲν 'μπορῶ πιὰ νὰ μείνω. Τὸ παιδὶ πεινᾷ· ἐγὼ ἐσπάργωσα. Πῶς νὰ τὸ βυζάξω μὲσ''στὸν κόσμο καὶ μὲ τὸ καλὸ μου φόρεμα! Μεῖνε σύ, ἂν θέλῃς νὰ διασκέδασῃς ἀκόμα. Ἐγὼ θὰ πάρω τὸ μωρὸ νὰ 'πάγω 'στὸ σπίτι.
-Ἔ, καλὰ γυναίκα! εἶπε ὁ σχωρεμένος, καὶ μ' ἐπαπάρισε 'πα στὸν ὦμο. Ἔλα, χόρεψε κι'αὐτὸ τὸ χορὸ μαζί μου, καὶ ὕστερα πηγαίνουμε κ' οἱ δύο. Τὸ κρασὶ ἄρχησε νὰ μὲ χτυπᾷ στὸ κεφάλι, καὶ ἀφορμὴ γυρεύω κι' ἐγὼ νὰ φύγω.

Σαν ἐξεχορέψαμε κ' ἐκείνο τὸ χορὸ, ἐπήραμε τὴ στράτα 2.
Ὁ γαμβρὸς ἔστειλε τὰ παιχνίδια 3 καὶ μας ἐξεπροβόδησαν ὡς τὸ μισὸ τὸ δρόμο. Μὰ εἴχαμε ἀκόμη πολὺ ὡς τὸ σπίτι. Γιατὶ ὁ γάμος ἔγινε 'στὸν Καρσιμαχαλᾶ. Ὁ δοῦλος ἐπήγαινε' μπροστὰ μὲ τὸ φανάρι. Ὁ πατέρας σου ἐσήκωνε τὸ παιδί, καὶ 'βαστοῦσε καὶ 'μένα ἀπὸ τὸχέρι.
-Κουράσθης, βλέπω, γυναίκα!
-Ναὶ, Μιχαλιό. Κουράσθηκα.
-Ἄιντε βὰλ' ἀκόμα κομμάτι δύναμι, ὡς ποῦ νὰ φθάσουμε στὸ σπίτι, θὰ στρώσω τὰ στρώματα μοναχός μου. Ἐμετάνοιωσα ποῦ σ' ἔβαλα κ' ἐχόρεψες τόσο πολύ.
-Δὲν πειράζει, ἄνδρα, τοῦ εἶπα. Τὸ ἔκαμα γιὰ τὸ χατῆρι σου. Αὔριο ξεκουράζουμαι πάλι.Ἔτσι ἤρθαμε στὸ σπίτι. Ἐγὼ ἐφάσκιωσα 4 κ' ἐβύζαξα τὸ παιδὶ κ' ἐκεῖνος ἔστρωσε. […]

2 τον δρόμο (της επιστροφής)
3 τα όργανα

Να ερμηνεύσεις τη στάση του συζύγου με στοιχεία του Κειμένου 2, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι ο χρόνος της ιστορίας τοποθετείται στα τέλη του 19ου αιώνα. Συμφωνείς ή διαφωνείς με αυτή τη συμπεριφορά και γιατί; Οργάνωσε την ερμηνεία σου σε 120-150 λέξεις.

 

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911)

Γιος φτωχού ιερέα, γεννήθηκε στη Σκιάθο, όπου έμαθε τα πρώτα γράμματα· έπειτα φοίτησε, με διακοπές, σε Γυμνάσια της Χαλκίδας, του Πειραιά και της Αθήνας. Τελείωσε τη Μέση Εκπαίδευση το 1874, σε ηλικία 23 ετών. Την ίδια χρονιά γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή. Παράλληλα μελετούσε μόνος του ξένες γλώσσες. Οι οικονομικές δυσκολίες τον ανάγκασαν να διακόψει τις σπουδές του και να στραφεί στο βιοπορισμό· εργάστηκε κυρίως ως μεταφραστής (από τα αγγλικά και γαλλικά) σε εφημερίδες. Έζησε με στερήσεις και πέθανε στη Σκιάθο. Ήταν άνθρωπος βαθύτατα θρησκευόμενος, ταπεινός και μοναχικός. Άρχισε το συγγραφικό έργο του με ιστορικά μυθιστορήματα, περιπετειώδη και ρομαντικά (Η μετανάστις, Οι Έμποροι των Εθνών, Η γυφτοπούλα), αλλά αργότερα στράφηκε στο διήγημα, όπου και διέπρεψε. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους νεοέλληνες πεζογράφους και ο κυριότερος εκπρόσωπος του ηθογραφικού διηγήματος. Το έργο του το διακρίνει βαθιά θρησκευτική πίστη, προσήλωση στην παράδοση, συγκατάβαση στις αδυναμίες των ανθρώπων και συμπάθεια στις δυστυχίες τους, αλλά και ευαισθησία απέναντι στη φύση και στη ζωή. Χρησιμοποιεί μια γλώσσα ιδιότυπη (κατά βάσιν καθαρεύουσα στην αφήγηση και στην περιγραφή, δημοτική με συχνούς ιδιωματισμούς της Σκιάθου στα διαλογικά μέρη) βασικό και αναπόσπαστο στοιχείο της γοητείας που εξακολουθεί να ασκεί το έργο του. Τα Άπαντά του έχουν εκδοθεί από το «Δόμο» με επιμέλεια του Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου..

Εκτενέστερο βιογραφικό

Ο Αλέξανδρος Εμμανουήλ γεννήθηκε στη Σκιάθο, γιος του ιερέα Αδαμαντίου Εμμανουήλ από οικογένεια ναυτικών και κληρικών του νησιού και της Γκιουλώς (Αγγελικής) Εμμανουήλ το γένος Μωραΐτη, καταγόμενης από αρχοντική οικογένεια του Μυστρά. Είχε τέσσερις αδελφές και δύο αδερφούς, από τους οποίους ο Εμμανουήλ, πρωτότοκος της οικογένειας, πέθανε σε νηπιακή ηλικία. Στη γενέτειρά του τέλειωσε το δημοτικό σχολείο και γράφτηκε στο Σχολαρχείο (1860), την τρίτη τάξη του οποίου όμως αναγκάστηκε να παρακολουθήσει στη Σκόπελο (1865), καθώς στη Σκιάθο είχε καταργηθεί. Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο της Αθήνας το 1874 σε ηλικία εικοσιτριών ετών, ενώ είχε προηγηθεί περιπλάνησή του στα γυμνάσια της Χαλκίδας και του Πειραιά. Το 1874 γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, όπου παρακολούθησε μαθήματα για δύο μόνο χρόνια, εξακολούθησε όμως να προφασίζεται συνέχιση των σπουδών του στην οικογένειά του για αποφυγή της επιστροφής του στη Σκιάθο και της στράτευσής του. Το 1877 δημοσίευσε ανώνυμα σειρά άρθρων στην Εφημερίδα με τίτλους Η εβδομάς των Αγίων Παθών και Το Άγιον Πάσχα, ενώ δυο χρόνια αργότερα δημοσίευσε με την υπογραφή Α.Πδ. το ιστορικό μυθιστόρημα Η μετανάστις στην εφημερίδα Νεολόγος Κωνσταντινουπόλεως με παρακίνηση του εκδότη της και φίλου του Βλάση Γαβριηλίδη. Το 1881 δημοσίευσε το ποίημα Δέησις (Εράνισμα εκ των ψαλμών) στο περιοδικό Σωτήρ, εγκαινιάζοντας την επίσημη πλέον παρουσία του στα γράμματα με το όνομα Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (το επώνυμο συνδυασμός του ονόματος και της ιερατικής ιδιότητας του πατέρα του). Ένα χρόνο αργότερα προσλήφθηκε ως μεταφραστής στην Εφημερίδα του Δημητρίου Κορομηλά και παράλληλα δημοσίευσε σε συνέχειες το μυθιστόρημα Οι Έμποροι των Εθνών στο περιοδικό Μη χάνεσαι του Γαβριηλίδη με το ψευδώνυμο Μποέμ. Τα οικονομικά του προβλήματα άρχισαν να υποχωρούν και έτσι ανακοίνωσε και στην οικογένειά του τη συγγραφική του δραστηριότητα. Ως το 1885 συνέχισε να δημοσιεύει έργα του στην εφημερίδα Ακρόπολις (Η Γυφτοπούλα - 1884) και το περιοδικό Εστία (Χρήστος Μηλιώνης - 1885). Ακολούθησαν δυο χρόνια σιωπής του (οι πληροφορίες αναφέρουν συγκατοίκησή του με τον μοναχό Νήφωνα που είχε τότε εγκαταλείψει το Άγιο Όρος) ως το 1887, οπότε σημειώθηκε η δημοσίευση του διηγήματος Το Χριστόψωμο στην Εφημερίδα. Η τελευταία αυτή συνεργασία του κράτησε ως το 1891 και καρποί της στάθηκαν πολλά διηγήματά του και λογοτεχνικές μεταφράσεις με κορυφαία εκείνη του έργου του Ντοστογιέφσκι Έγκλημα και τιμωρία. Το 1891 επιχείρησε χωρίς επιτυχία να πραγματοποιήσει έκδοση επιλογής των διηγημάτων του με τίτλο Θαλασσινά Ειδύλλια (δεύτερη προσπάθειά του το 1902 απέτυχε επίσης). Είχε προηγηθεί μια έκδοση διηγημάτων του μαζί με έργα των Α.Μωραϊτίδη και Α.Σπηλιωτόπουλου από τον Γαβριηλίδη (1890) καθώς και το άρθρο του Παλαμά για τον Παπαδιαμάντη στην Τέχνη (1889). Εξακολούθησε να δημοσιεύει διηγήματα και να εργάζεται ως μεταφραστής σε εφημερίδες και περιοδικά, προσπαθώντας παράλληλα να ενισχύσει οικονομικά την οικογένειά του (το 1895 πέθανε ο πατέρας του). Από το 1902 ως το 1904 έμεινε στη γενέτειρά του, όπου αφοσιώθηκε στη μετάφραση των έργων History of the Greek Revolution του Thomas Gordon και History of the Greek Revolution του George Finlay κατά παραγγελία του Γιάννη Βλαχογιάννη με τον οποίο η φιλία του χρονολογείται από το 1901. Από τη Σκιάθο συνέχισε να στέλνει έργα του στα αθηναϊκά φύλλα (το 1903 δημοσιεύτηκε η Φόνισσα). Το 1904 επέστρεψε στην Αθήνα. Είχε προηγηθεί νευρικός κλονισμός του αδερφού του Γιώργη και ακολούθησε ο θάνατός του το 1895. Εξακολούθησε τη συγγραφική του δραστηριότητα (παρά την κακή κατάσταση της υγείας του), χωρίς ποτέ να δει έκδοση των έργων του και το 1906 ο Γιάννης Βλαχογιάννης τον πηγαίνει στο φιλολογικό καφενείο της Δεξαμενής. Ως τότε ο Παπαδιαμάντης απέφευγε τους λόγιους κύκλους, λόγω της οικονομικής του ανέχειας, του φόρτου εργασίας του αλλά και της μοναχικής φύσης του και προτιμούσε να συχνάζει σε λαϊκές αθηναϊκές συνοικίες ή να ψέλνει στην εκκλησία του Προφήτη Ελισσαίου στο Μοναστηράκι με τον ξάδερφό του Αλέξανδρο Μωραϊτίδη. Στη Δεξαμενή φωτογραφήθηκε (για πρώτη φορά στη ζωή του) από τον Παύλο Νιρβάνα και η ιστορική πλέον φωτογραφία του δημοσιεύτηκε ολοσέλιδη συνοδεία εκτενούς άρθρου για το πρόσωπό του από το Νιρβάνα στα Παναθήναια. Η κατάσταση της υγείας του παρουσίαζε διαρκή επιδείνωση Τον Μάρτη του 1908 αρνήθηκε να παρευρεθεί στον εορτασμό των εικοσιπέντε χρόνων του στο χώρο της λογοτεχνίας στον Παρνασσό και στο τέλος του ίδιου μήνα έφυγε για τη Σκιάθο, όπου έμεινε ως το θάνατό του, εξακολουθώντας να στέλνει διηγήματα σε εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας. Πέθανε από πνευμονία το Γενάρη του 1911. Μια μέρα πριν πληροφορήθηκε πως είχε τιμηθεί με το παράσημο του Αργυρού Σταυρού του Σωτήρος.

Εργογραφία

Ι.Μυθιστορήματα - Νουβέλες

• Η γυφτοπούλα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Η Φόνισσα και πέντε άλλα διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Τα ρόδινα ακρογιάλια και Χρήστος Μηλιώνης. Αθήνα, Φέξης, 1913.

• Οι έμποροι των Εθνών. Αθήνα, Τύπος, 1922.

• Χρήστος Μηλιώνης και άλλα (δύο) διηγήματα. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1930.

ΙΙ.Διηγήματα

• Οι μάγισσες και εικοσιένα άλλα διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Η νοσταλγός και δέκα άλλα διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Πασχαλινά διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Πασχαλινά διηγήματα. Αθήνα, Δίκαιος, 1912.

• Χριστουγεννιάτικα διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Χριστουγεννιάτικα διηγήματα. Αθήνα, Ηλ.Δίκαιος, 1912.

• Πρωτοχρονιάτικα διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Πρωτοχρονιάτικα διηγήματα. Αθήνα, Δίκαιος, 1912.

• Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη και εννέα άλλα διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Τα ρόδινα ακρογιάλια και Χρήστος Μηλιώνης. Αθήνα, Φέξης, 1913.

• Η Χολεριασμένη και δεκαπέντε άλλα διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1914.

• Ο πεντάρφανος και άλλα εφτά διηγήματα. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1925.

• Νεκρός ταξιδιώτης και άλλα (τρία) διηγήματα. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1930.

ΙΙΙ.Μεταφράσεις

• Αλφόνσου Δωδέ, Ταρταρίνος ο εκ Ταρασκόνης· Μετάφρασις Αλ.Παπαδιαμάντη. Αθήνα, τυπ. Ακροπόλεως, 1894.

• Μπλαίκη Ουίλλιαμ, Γερά σώματα· Διά τα αγόρια και κορίτσια μας. Αθήνα, τυπ.Ακροπόλεως, 1894.

• Ιουλίου Χώθορν, Ο Αμερικανός Μοντεχρίστος· Μετάφρασις Αλ.Παπαδιαμάντη. Αθήνα, τυπ.Ακροπόλεως, 1894.

• Θ.Δοστογιέφσκι, Το Έγκλημα και η Τιμωρία·Μετάφρασις Αλεξ.Παπαδιαμάντη – Πρόλογος Εμμ. Ροΐδη. Αθήνα, Ιδεόγραμμα, 1992.

• Μάρκου Τουαίν, Ενός εκατομμυρίου λιρών χαρτονόμισμα και άλλα αφηγήματα των Ερ.Στάνλεϋ - Ουίλ Στεδ - Π.Ριζάλ - Κ.Ντάτον - Καρ. Όλλανδ. Αθήνα, Λήθη, 1993.

• Μπρετ Χαρτ. Αργοναυτικαί διηγήσεις· Φιλολογική Επιμέλεια Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλου – Λ.Τριανταφυλλοπούλου . Αθήνα, Λήθη, 1993.

• Αλφρέδου Κλαρκ, Η εύρεσις της γυναικός του Λωτ· Μετ.Αλεξ. Παπαδιαμάντη· Επιμέλεια Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλος – Λαμπρινή Ν.Τριανταφυλλοπούλου. Αθήνα, αρμός, 1996.

• Τζέρομ Κ.Τζέρομ, Η Νέα Ουτοπία και άλλα ευθυμογραφήματα· Μετάφρασις Αλεξ. Παπαδιαμάντη· Επιμέλεια Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλος – Λαμπρινή Ν.Τριανταφυλλοπούλου. Αθήνα, Αρμός, 1996.

V.Συγκεντρωτικές εκδόσεις

• Τα Άπαντα του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη Α΄-Ε΄ (επιμ.Γ.Βαλέτα). Αθήνα, Βίβλος, 1954.

• Αλεξάνδρος Παπαδιαμάντης. Άπαντα 1-5. Αθήνα, Δόμος, 1981-1988.

• Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Αλληλογραφία· φιλ. επιμέλεια Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλος. Αθήνα, Δόμος, 1992.

• [Το λάβαρον], ανέκδοτες παπαδιαμαντικές σελίδες από το αρχείο Αποστόλου Γ. Παπαδιαμάντη. Έκδοση κειμένων, σχόλια και περιγραφή του Αρχείου Φώτης Δημητρακόπουλος. Αθήνα, Καστανιώτης, 1989.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Το μοιρολόγι της φώκιας» (ερωτήσεις)

[ΠΗΓΗ: https://latistor.blogspot.com/2011/01/blog-post_03.html]

Στο διήγημα υπάρχουν πολλά μερικότερα θέματα (σκηνές, εικόνες, αναφορές) που σχετίζονται είτε με τη ζωή είτε με το θάνατο. Να τα επισημάνετε. Ποια σημασία νομίζετε ότι έχει η αντιπαράθεσή τους για το διήγημα;

Η παρουσία του θανάτου γίνεται αισθητή από την αρχή κιόλας του κειμένου πρώτα – πρώτα μέσω του τίτλου κι αμέσως μετά με την αναφορά στα Μνημούρια, το νεκροταφείο της περιοχής, με το χαρακτηρισμό της γριάς-Λούκαινας ως χαροκαμένης αλλά και με το πένθιμο μοιρολόγι της. Ο θάνατος συνεχίζει να κυριαρχεί στο κείμενο με την εικόνα των μνημάτων, που λάμπουν στον ήλιο, καθώς και με την αναφορά στα πένθη της ηρωίδας. Ακολούθως, η μακάβρια εικόνα των υπολειμμάτων του νεκροταφείου που κυλούν από το γήλοφο προς τη θάλασσα, επαναφέρει θεαματικά το θάνατο στη σκέψη του αναγνώστη. Ο θάνατος αποκτά εν τέλει πρωταγωνιστική θέση στο διήγημα με τη σκηνή του θανάτου της Ακριβούλας και ολοκληρώνει την παρουσία του με το μοιρολόγι της φώκιας και τον υπαινιγμό του δείπνου της.
Η παρουσία της ζωής στο διήγημα δηλώνεται στην αρχή με την αναφορά στα παιδιά που κολυμπούν στο γιαλό, επανέρχεται με τον απολογισμό της γριάς-Λούκαινας για τα παιδιά της που έχουν επιζήσει και κορυφώνεται με την αναφορά στο εύθυμο άσμα του βοσκού που βρίσκεται κρυμμένος σε κάποιο κοίλωμα δίπλα στο νεκροταφείο. Στη συνέχεια η αναφορά στην Ακριβούλα που ξεφεύγει από την προσοχή της μητέρας της για να παίξει κοντά στη γιαγιά της, καθώς και η αναφορά στη φώκια που λικνίζεται στα κύματα υπό των ήχων της φλογέρας, επαναφέρουν τη ζωή στο προσκήνιο.
Οι αναφορές στο θάνατο που εναλλάσσονται με τις αναφορές στη ζωή παρουσιάζουν με έμφαση τη βασική αντίθεση του κειμένου, καθώς ο Παπαδιαμάντης επιθυμεί να δηλώσει στο διήγημά του πως όσο κι αν φαίνεται τραγικό, η ζωή συνεχίζει την πορεία της ακάθεκτη, παρά τη συνεχή παρουσία του θανάτου. Παρά τη μεγάλη αγάπη που έχουμε στους ανθρώπους που φεύγουν, παρά τον πόνο που βιώνουμε για το χαμό τους, η ζωή δεν μπορεί παρά να συνεχίσει την πορεία της. Η σκέψη αυτή, μάλιστα, γίνεται ακόμη πιο έντονη στην υπαινικτική αναφορά του γεύματος της φώκιας, η οποία θρηνεί το νεκρό σώμα της Ακριβούλας, με σκοπό να τραφεί από αυτό.

Με ποια επιμέρους περιστατικά προετοιμάζεται ο πνιγμός της Ακριβούλας, ώστε να μη συμβεί κατά τρόπο αυθαίρετο;

Ο θάνατος της Ακριβούλας, που αποτελεί το κεντρικό περιστατικό του κειμένου, προετοιμάζεται από το συγγραφέα αφενός με τις συχνές αναφορές στο θάνατο που δημιουργούν στον αναγνώστη την αίσθηση πως κάποιος επιπλέον θάνατος επίκειται, κι αφετέρου με την αναφορά στο γεγονός ότι το μικρό κορίτσι έφυγε κρυφά από τη μητέρα του. Η Ακριβούλα ξεκινά μόνη της να βρει τη γιαγιά της χωρίς όμως να γνωρίζει ακριβώς που ξεκινά το μονοπάτι που θα την οδηγούσε σ’ αυτή. Η μικρή ηλικία του παιδιού, η μυστική του απόδραση από το σπίτι και η άγνοια της περιοχής, προοικονομούν το θανάσιμο κίνδυνο του παιδιού, το οποίο μάλιστα παρασύρεται από το τραγούδι του βοσκού κι εγκλωβίζεται σ’ ένα απότομο μονοπάτι. Η κατάσταση του κοριτσιού που φαντάζει αρκετά επικίνδυνη, χειροτερεύει καθώς νυχτώνει και δεν μπορεί πια να δει καθαρά το χώρο γύρω της. Το γεγονός ότι κανείς δεν ακούει την κραυγή της αλλά και η αδυναμία της να εντοπίσει το σωστό δρόμο για να γυρίσει πίσω, καθιστούν πλέον την κατάστασή της οριακή, οπότε το γλίστρημά της από το γκρεμό έρχεται πλέον με φυσικό τρόπο στην αφήγηση και δεν εκπλήσσει τον αναγνώστη.

Το διήγημα αρχίζει με μοιρολόγι (της γριάς Λούκαινας) και τελειώνει με μοιρολόγι (της φώκιας). Ποιο μεταδίδει ισχυρότερη συγκίνηση; Μπορείτε να εξηγήσετε γιατί;
Ισχυρότερη συγκίνηση μεταδίδει το μοιρολόγι της φώκιας, καθώς το μοιρολόγι της γριάς Λούκαινας αναφέρεται σε πένθη που τοποθετούνται πολύ μακριά στο παρελθόν και αφορούν πρόσωπα που δεν είναι οικεία στον αναγνώστη. Αντιθέτως, το μοιρολόγι της φώκιας αναφέρεται σ’ ένα τραγικό θάνατο που έχεις μόλις συμβεί και τον οποίο οι αναγνώστες έχουν παρακολουθήσει με αγωνία από την πρώτη νύξη κινδύνου (την απομάκρυνση του κοριτσιού από τη μητέρα της) μέχρι το μοιραίο γλίστρημα που κατέληξε στον πνιγμό του μικρού παιδιού. Επιπλέον, πρόκειται για το μοναδικό θρήνο που δέχεται η Ακριβούλα, καθώς ο θάνατός της έχει περάσει απαρατήρητος από τους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά της. Ούτε η γιαγιά της γνωρίζει πως η εγγονή της βρίσκεται πνιγμένη στην ακτή, ούτε ο βοσκός συνειδητοποίησε πως ο πλαταγισμός που άκουσε προκλήθηκε από την πτώση ενός μικρού παιδιού.

Στο διήγημα, προς το τέλος, μετά τον πνιγμό της Ακριβούλας, παρατηρούμε την επανάληψη του ρήματος «εξηκολούθει» που αναφέρεται κατά σειρά στη γρια-Λούκαινα, στη γολέττα, στο βοσκό. Ποιο νομίζετε ότι είναι το νόημα αυτής της επανάληψης;

Η επανάληψη του ρήματος «εξηκολούθει» έρχεται να τονίσει το βασικό μήνυμα του διηγήματος, πως ο θάνατος -οποιοσδήποτε θάνατος, όσο τραγικός κι αν είναι αυτός- δεν μπορεί να διακόψει την πορεία της ζωής. Η ζωή συνεχίζει ακάθεκτη την πορεία της, έστω κι αν πεθαίνει ένα μικρό κορίτσι, έστω κι αν ο θάνατος αυτός θα προκαλέσει ανείπωτη πίκρα στους δικούς της. Η ζωή τόσο με τις χαρές που έχει να προσφέρει, όσο και με τους καημούς που προκαλεί στους ανθρώπους, συνεχίζει και οι άνθρωποι που παραμένουν ζωντανοί θα συνεχίσουν να υπομένουν τις πίκρες αλλά και να γεύονται τις απολαύσεις της.

Πώς διαγράφεται η μορφή της γριάς Λούκαινας μέσα στο διήγημα;

Η γριά Λούκαινα είναι μια φτωχή, ηλικιωμένη γυναίκα που έχει πληρώσει ακριβό τίμημα στο χάρο, αφού έχει ήδη χάσει πέντε από τα παιδιά της, αλλά και τον άντρα της. Τώρα πια ζει κοντά στη μοναδική κόρη που της απέμεινε και κάνει δουλειές γι’ αυτή, ώστε να της είναι χρήσιμη και να μην την επιβαρύνει με την παρουσία της. Η γριά Λούκαινα έχει ακόμη δύο παιδιά, δύο αγόρια, τα οποία όμως έχουν ξενιτευτεί, οπότε η θλίψη για τα παιδιά της που πέθαναν, καθώς και γι’ αυτά που έχουν φύγει, ακολουθεί διαρκώς τη γερόντισσα και την ωθεί στο συνοδεύει τις εργασίες της μ’ ένα πένθιμο μοιρολόγι. Η ζωή της μοιάζει στιγματισμένη από τα πένθη και τους καημούς, γι’ αυτό και στο άκουσμα του εύθυμου άσματος του βοσκού ενοχλείται και τον θεωρεί κακό οιωνό.

Η γριά Λούκαινα ως το τέλος του διηγήματος δεν αντιλαμβάνεται τον πνιγμό. Νομίζετε ότι αυτό είναι αρετή ή αδυναμία του διηγήματος;

Το ότι η γιαγιά του παιδιού δεν έχει αντιληφθεί τον πνιγμό του, αποτελεί αρετή του διηγήματος, καθώς ενισχύει την τραγική ειρωνεία που έχει ήδη δημιουργηθεί από την αίσθηση της γριάς Λούκαινας ότι ο νεαρός βοσκός είναι σημαδιακός, ότι η παρουσία του δηλαδή προμηνύει κάτι κακό, και παράλληλα εντείνει την τραγική αίσθηση που μας μεταδίδει το διήγημα. Η γριά Λούκαινα συνεχίζει το δρόμο της προς το σπίτι, θρηνώντας για τα πένθη του παρελθόντος και πιθανότατα πιστεύοντας πως έχει ήδη πληρώσει ακριβό τίμημα στο χάρο, χωρίς όμως να γνωρίζει πως την ίδια στιγμή το άψυχο σώμα της Ακριβούλας μοιρολογείται από μια φώκια. Η γνώση που έχει ο αναγνώστης για τη νέα αυτή απώλεια της γριάς Λούκαινας τονίζει παράλληλα την τραγικότητα των στίχων του μοιρολογιού της φώκιας: κι η γριά ακόμη μοιρολογά / τα γεννοβόλια της τα παλιά. / Σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό / τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου.

Το διήγημα τελειώνει με τρόπο όχι ρεαλιστικό, αλλά ποιητικό. Στο διήγημα προϋπάρχουν ποιητικά στοιχεία που κορυφώνονται στο τέλος. Ποια είναι αυτά;

Το μοιρολόγι που κλείνει το διήγημα και που διατυπώνει με ποιητικό τρόπο το μήνυμα που θέλει να μας μεταδώσει ο συγγραφέας δίνεται από μια φώκια και όχι από κάποιο από τα πρόσωπα της ιστορίας, στοιχείο που πέρα από την τραγική ειρωνεία που ενέχει, υπηρετεί και την ποιητικότητα του κειμένου. Τα ποιητικά στοιχεία του διηγήματος βέβαια ξεκινούν από το εύθυμο άσμα του βοσκού, που ενοχλεί μεν τη γριά Λούκαινα αλλά θέλγει τη φώκια και παρασύρει και παράλληλα παγιδεύει την Ακριβούλα. Επίσης, ποιητικό στοιχείο αποτελεί και η εικόνα της γολέτας που επιχειρεί να απομακρυνθεί από το λιμάνι αλλά παραμένει εγκλωβισμένη λόγω της νηνεμίας. Η ποιητικότητα, άλλωστε, του κειμένου γίνεται αισθητή κι από την εικόνα που μας δίνει ο συγγραφέας όπου παράλληλα και παρά το θάνατο του μικρού κοριτσιού, η χαροκαμένη γιαγιά του παιδιού συνεχίζει την πορεία της επιστροφής, ο βοσκός συνεχίζει το τραγούδι του και η γολέτα συνεχίζει τις βόλτες της στο λιμάνι.

Στοιχεία Ρεαλισμού στο διήγημα «Το μοιρολόγι της φώκιας»

Στο συγκεκριμένο διήγημα μπορούμε να εντοπίσουμε την παρουσία των βασικότερων χαρακτηριστικών του ρεαλισμού.

Υπάρχει μια τάση προς την αντικειμενικότητα: Ο συγγραφέας μας παρουσιάζει την ιστορία της γριάς-Λούκαινας και τον τραγικό χαμό της εγγονής της, καταγράφοντας τα γεγονότα, όπως συνέβησαν, χωρίς την παρέμβαση δικών του σχολίων και σκέψεων σχετικά με τη δύσκολη ζωή της γερόντισσας.

Παρατηρούμε, δηλαδή, μια πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας, η οποία δίνεται με τρόπο αντικειμενικό που επιτρέπει στον αναγνώστη να σχηματίσει τη δική του άποψη, χωρίς ο συγγραφέας να επιχειρεί να τον επηρεάσει συναισθηματικά με τη χρήση φορτισμένης γλώσσας και περιττού μελοδραματισμού (αφήνει τα γεγονότα να μιλήσουν μόνα τους).

Μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε τη διάθεση του συγγραφέα να αφήσει ανεπηρέαστο τον αναγνώστη, διαβάζοντας τα γεγονότα που συνθέτουν το παρελθόν της γριάς-Λούκαινας: «Ενθυμείτο τα πέντε παιδιά της, τα οποία είχε θάψει εις το αλώνι εκείνο του χάρου, εις τον κήπον εκείνον της φθοράς, το εν μετά το άλλο, προς χρόνων πολλών, όταν ήτο νέα ακόμη. Δύο κοράσια και τρία αγόρια, όλα εις μικράν ηλικίαν της είχε θερίσει ο χάρος ο αχόρταγος.» Η απώλεια αυτή των πέντε παιδιών, που δίνεται συνοπτικά -σε λίγες μόλις γραμμές- θα μπορούσε να είχε αποτελέσει μια αναδρομική αφήγηση, με λεπτομερή απόδοση του πόνου της τραγικής μητέρας, φορτίζοντας με ιδιαίτερη συναισθηματική ένταση το κείμενο. Εντούτοις ο Παπαδιαμάντης επιλέγει να αναφερθεί επιγραμματικά στον θάνατο των πέντε παιδιών, αφήνοντας τον αναγνώστη να αισθανθεί και να κατανοήσει μόνος του τι σήμαινε η απώλεια αυτή για τη γριά-Λούκαινα και πόσο την είχε επηρεάσει.

Διαπιστώνουμε, επίσης, την κριτική στάση του συγγραφέα απέναντι στην κοινωνία, καθώς μέσα από μια απλή, καθημερινή δραστηριότητα της ηρωίδας του κειμένου (δια να πλύνη τα μάλλινα σινδόνια της εις το κύμα το αλμυρόν), βρίσκει την ευκαιρία να παρουσιάσει τη δύσκολη ζωή της, τονίζοντας τόσο τις τραγικές απώλειες που βίωσε, όσο και τη φτώχεια της, που την αναγκάζει ακόμη και σε μια προχωρημένη ηλικία να εργάζεται σκληρά, προκειμένου να μην αισθάνεται ότι αποτελεί βάρος για την κόρη της, κοντά στην οποία μένει.

Η δύσκολη ζωή της ηρωίδας, άλλωστε, αποτελεί κοινό θέμα και κοινή εμπειρία για τις γυναίκες εκείνης της εποχής, οι οποίες ήταν υποχρεωμένες να εργάζονται αδιάκοπα από την παιδική τους κιόλας ηλικία μέχρι το τέλος της ζωής τους, υπομένοντας την οικονομική ανέχεια και τους πολλαπλούς θανάτους που σημάδευαν τις φτωχές οικογένειες με την ανύπαρκτη ιατρική περίθαλψη. Όσο κι αν η ζωή της γριάς-Λούκαινας μοιάζει εξαιρετικά σκληρή για τα σημερινά δεδομένα, αποτελούσε κοινό τόπο για τις γυναίκες παλαιότερων δεκαετιών, που δε γνώριζαν τίποτε άλλο πέρα από τη συνεχή δουλειά, τον πόνο, την οικονομική εξαθλίωση και τις απώλειες.

Στοιχεία Νατουραλισμού στο διήγημα «Το μοιρολόγι της φώκιας»

Ο νατουραλισμός ακολουθεί το ρεαλισμό στη μιμητική απεικόνιση της πραγματικότητας και στην επιλογή κοινών θεμάτων, με τη διαφοροποίηση ότι στα πλαίσια του νατουραλισμού ο συγγραφέας επιχειρεί να δείξει πώς διαμορφώνεται η ηθική συμπεριφορά των ατόμων, για να δείξει ότι είναι δέσμιοι εξωτερικών δυνάμεων. Παρατηρούμε, δηλαδή, την αρνητική στάση της γριάς-Λούκαινας απέναντι στην εύθυμη διάθεση του βοσκού, που με τη μελωδία της φλογέρας του διαταράσσει την πένθιμη ατμόσφαιρα γύρω από το νεκροταφείο. Η ηρωίδα, που σε όλη της τη ζωή θρηνεί τους θανάτους των δικών της, αδυνατεί να αποδεχτεί την ευδαιμονική διάθεση του νεαρού. Η αδυναμία της αυτή, βέβαια, έχει προέλθει ως αποτέλεσμα εξωτερικών δυνάμεων, της φτώχειας και του θανάτου, που έχουν οριστικά στιγματίσει την ψυχή της.

Στο νατουραλισμό, επίσης, παρατηρούμε μια επιμονή στην εξονυχιστική περιγραφή και στη φωτογραφική λεπτομέρεια, ιδίως προκλητικών θεμάτων. Βλέπουμε, έτσι, το συγγραφέα να περιγράφει με λεπτομέρεια τη πλαγιά του γηλόφου, που βρισκόταν το νεκροταφείο, καταγράφοντας τα μακάβρια λάφυρα του θανάτου, τα οποία έχοντας ξεθαφτεί κατά τις ανακομιδές των νεκρών, κυλούσαν προς τη θάλασσα.

Επιπλέον, διαπιστώνουμε τον αναλυτικό τρόπο με τον οποίο περιγράφεται ο πνιγμός της Ακριβούλας, καθώς και το φρικτό υπονοούμενο για την κατάληξη του μικρού παιδιού: «Κι η φώκη, καθώς είχεν έλθει έξω εις τα ρηχά, ηύρε το μικρόν πνιγμένον σώμα της πτωχής Ακριβούλας, και ήρχισε να το περιτριγυρίζη και να το μοιρολογά, πριν αρχίση τον εσπερινόν δείπνον της.»



Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Η Μαυρομαντηλού», ως παράλληλο για το Μοιρολόγι της φώκιας

«Ο σκόπελος ο καλούμενος Μαυρομαντηλού δεν θ’ απέχει πλείονας ή τριάκοντα οργυιάς από της παραλίας, όπου ανοίγεται γραφική ωραία αγκάλη περιβάλλουσα το κύμα ορμητικόν κατά της ακτής χωρούν, αμβλύ προσπίπτον επί της άμμου και υπ’ αυτής καταπινόμενον.

   Εκεί βλέπει χωρικήν γυναίκα κύπτουσαν επί τον αιγιαλόν, πλύνουσαν ράκη τινά παρά την άκραν της αμμουδιάς, εις την ρίζαν ενός βράχου, εξέχοντος προς την θάλασσαν, επικαμπούς επί το κύμα, όπου τα νερά ήρχιζον να βαθύνωνται. Ο βράχος ούτος εκαλείτο «Μύτικας» και ήτο εξ εκείνων, αφ’ ων οι κολυμβηταί κατά το θέρος συνηθίζουσι να εκτελώσι τα εκπληκτικά εκείνα εις την θάλασσαν άλματα.

   Ο υιός της γυναικός ταύτης, παιδίον επταετές, διαλαθών την προσοχήν της μητρός, είχεν αναρριχηθεί επιτηδείως εις το ύψος του βράχου.

   Αίφνης η μήτηρ του, αισθανθείσα όπισθέν της εκ του αορίστου κενού την απουσίαν του παιδίου, στρέφεται, υψώνει την κεφαλήν και τον βλέπει επί της κορυφής του βράχου, τείνοντα εις τα εμπρός τους γρόνθους, κύπτοντα την κεφαλήν, και παιδικούς γρυλλισμούς εκβάλλοντα.

   Ο μικρός, όστις είχεν ιδεί κατά το προλαβόν θέρος καολυμβητάς πηδώντας αφ’ ύψους του βράχου τούτου, εξετέλει μιμικήν, ότι τάχα ήθελε να δώσει βουτιά από τον Μύτικα, ως κάμνουσιν οι έφηβοι και οι ακμαίοι νεανίσκοι.

   Η μήτηρ του ήρχισε να τον καλεί πλησίον της. Ο Γιαννιός, όστις εσκάλιζε με την αρπάγην του πέριξ της Μαυρομαντηλούς, ήκουε τας φωνάς της γυναικός ταύτης: «Κατέβα, αρέ δαίμονα, αρέ λύκε ξιδάτε!»

   Αλλ’ ο μικρός εκώφευεν. Η μήτηρ οργισθείσα ανέτεινεν τον κόπανόν της, δι’ ου έτυπτε τα λευκαινόμενα ράκη προς το μέρος του βράχου και τον επέσειεν απειλητικώς προς τον παίδα· «Έννοια σ’, αρέ σκάνταλε, έννοια σ’, χάρε μαύρε! Το βράδ’, σα ’ρθεί ο πατέρας σ’ απ’ το χωράφ’, δώσε λόγο».

   Εκεί, καθώς επέμενε να εκτελεί τους μίμους του ο μικρός, αδιαφορών προς τας κραυγάς της μητρός του, κύπτων ολίγον βαθύτερον, ολισθαίνει, εκβάλλει πεπνιγμένην κραυγήν, και πίπτει μετά πλαταγισμού εις την θάλασσαν.

   Το κύμα θα είχε βάθος πλέον ή διπλούν αναστήματος ανδρός. Βυθίζεται εις τον πόντον, και πάλιν ανέρχεται εις την επιφάνειαν, και ασπαίρει, και παραδέρνει, και είτα βυθίζεται εκ δευτέρου.

   Η γυνή μίαν αφήκε σπαρακτικήν, διάτορον κραυγήν, και πελιδνή, περίτρομος, αγρία, καθώς εκράτει τον κόπανόν της, επιβαίνει εις το κύμα. Φθάνει μέχρι της οσφύος, είτα μέχρι του στέρνου, και με τον κόπανον αγωνιά να φθάσει το παιδίον πνιγόμενον ήδη και το δεύτερον εξαφανισθέν. Αλλ’ ως ήτο επόμενον, διά της δίνης, ην εσχημάτιζεν ο κόπανος εις το κύμα, απεμάκρυνε μάλλον το αγωνιών σώμα, ή το προσήγγιζεν εις την χείρα της μητρός. Αύτη έκραξε και πάλιν βοήθειαν, αλλά την στιγμήν εκείνην ουδείς των επιστρεφόντων εις την πολίχνην χωρικών ευρίσκετο εκεί πλησίον.»

Σε ό,τι αφορά τη μορφή μπορούμε να επισημάνουμε ότι και στα δύο κείμενα έχουμε αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο, από έναν παντογνώστη αφηγητή.

Χρήση της καθαρεύουσας για το κυρίως αφηγηματικό μέρος και τις περιγραφές, ενώ έχουμε δημοτική όταν ο λόγος δίνεται σε κάποιο από τα πρόσωπα της ιστορίας. (Όταν μιλά η μητέρα στη Μαυρομαντηλού και τη μία φορά που ακούμε τη γριά-Λούκαινα να σχολιάζει το βοσκό, στο Μοιρολόγι)

Στο περιεχόμενο οι ομοιότητες έχουν να κάνουν με τα δύο παιδιά που ξεφεύγουν από την προσοχή της μητέρας τους και βρίσκονται στην άκρη ενός βράχου. Κοινό στοιχείο φυσικά είναι και η πτώση τους στη θάλασσα. (Να σημειωθεί ότι και στις δύο περιπτώσεις τονίζεται το βάθος της θάλασσας.  Στη Μαυρομαντηλού μάλιστα για να τονίσει ο συγγραφέας το ύψος του βράχου χρησιμοποιεί την ίδια έκφραση που χρησιμοποιεί και στο Μοιρολόγι για να αποδώσει το βάθος της θάλασσας: ως δύο αναστήματα ανδρός υπεράνω της θαλάσσης / είχε βάθος πλέον ή διπλούν αναστήματος ανδρός)

Κοινή είναι και η αναφορά στην ενασχόληση των δύο γυναικών, που έχουν πάει στη θάλασσα για να πλύνουν ρούχα.

Επίσης, όπως η κραυγή της Ακριβούλας δεν ακούγεται από κανέναν, έτσι και τις φωνές της μητέρας που ζητούσε βοήθεια δεν τις ακούει κανείς, αφού όλοι βρίσκονται πολύ μακριά.

[ΠΗΓΗ: https://latistor.blogspot.com/2011/01/blog-post_03.html]