Η ΦΟΝΙΣΣΑ /// ΤΟ ΥΛΙΚΟ

Claude Monet

https://latistor.blogspot.com/2011/01/blog-post_06.html
https://latistor.blogspot.com/2010/12/blog-post_29.html
https://latistor.blogspot.com/2010/12/blog-post_30.ht

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Η Φόνισσα» (σχόλια)

«Μισοπλαγιασμένη κοντά εις την εστίαν, με σφαλιστά τα όμματα, την κεφαλήν ακουμβώσα εις το κράσπεδον της εστίας, το λεγόμενον «φουγοπόδαρο», η θεια-Χαδούλα, η κοινώς Γιαννού η Φράγκισσα, δεν εκοιμάτο, αλλ' εθυσίαζε τον ύπνο πλησίον εις το λίκνον της ασθενούσης μικράς εγγονής της.»

  • Το διήγημα του Παπαδιαμάντη ξεκινά με μια χαρακτηριστική εικόνα που μας παρουσιάζει το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας. Σε πρώτο πλάνο τίθεται η θεια-Χαδούλα, η οποία ξενυχτά κοντά στην άρρωστη εγγονή της. Η ασθένεια αυτή του μικρού παιδιού και τα επιβεβλημένα ξενύχτια της Χαδούλας, θα αποτελέσουν τις κατάλληλες συνθήκες για να ξεσπάσει η φονική διάθεση της ηρωίδας.

«Ο μικρός λύχνος, κρεμαστός, ετρεμόσβηνε κάτω του φατνώματος της εστίας. Έρριπτε σκιάν αντί φωτός εις τα ολίγα πενιχρά έπιπλα...»

  • Το φτωχικό σπίτι, που θα αποτελέσει το σκηνικό του πρώτου εγκλήματος, μας αποκαλύπτει την άσχημη οικονομική κατάσταση της οικογένειας και τη συνεπαγόμενη ανέχεια που κυριαρχεί στη ζωή τους. Ο Παπαδιαμάντης σε λίγες μόλις γραμμές μας δίνει τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν το αρνητικά χρωματισμένο παρόν της ηρωίδας του.

«Η Χαδούλα, η λεγομένη Φράγκισσα, ή άλλως Φραγκογιαννού, ήτο γυνή σχεδόν εξηκοντούτις, καλοκαμωμένη, με αδρούς χαρακτήρας, με ήθος ανδρικόν...»

  • Ο αφηγητής ιχνογραφεί την εικόνα της ηρωίδας και παράλληλα μας δίνει τους πικρούς συλλογισμούς που έχουν έρθει στην επιφάνεια από τον ακούσιο απολογισμό της ζωής της, τις νύχτες αυτές που μένει άγρυπνη. Η Φραγκογιαννού συνειδητοποιεί πως πάντοτε βρίσκεται να υπηρετεί τους ανθρώπους της οικογένειάς της, χωρίς ποτέ η ίδια να έχει την ευκαιρία να χαρεί τη ζωή της. Ο αρνητικός απολογισμός -που ούτως ή άλλως θα προέκυπτε αρνητικός για οποιαδήποτε γυναίκα εκείνης της εποχής (τέλη 19ου αρχές 20ου αιώνα)- δημιουργεί βαρύ συναισθηματικό κλίμα για την ηρωίδα και προετοιμάζει τον αναγνώστη για την πορεία που θα καταλήξει στη δικαίωση του τίτλου του διηγήματος.

«Το νεογνόν είχε γεννηθή προ δύο εβδομάδων. Η μητέρα του είχε κάμει βαριά λεχωσιά. ...»

  • Η ασθένεια του μωρού θα παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας, μιας και θα αποτελέσει το έναυσμα εκείνο που θα οδηγήσει τη Φραγκογιαννού πέρα από τα όριά της, σε μια πράξη αποτρόπαια, μα δικαιολογημένη κατά τους σκοτεινούς συλλογισμούς της ηρωίδας.

«Και δεν ήτο ικανόν να αισθανθή καν την απορίαν, την οποίαν μόνη η μάμμη διετύπωνε κρυφίως μέσα της: “Θε μου, γιατί να έλθη στον κόσμο κι αυτό;”»

  • Το άρρωστο βρέφος δεν μπορούσε να γνωρίζει ούτε τις ταλαιπωρίες στις οποίες υπέβαλε την οικογένειά του, αλλά ούτε και τις δυσοίωνες σκέψεις που έκανε η γιαγιά του, καθώς καταβεβλημένη από την κούραση, θεωρούσε όλο και λιγότερο επιθυμητή την επιβίωση του μικρού κοριτσιού.

«Κατά τας προλαβούσας νύκτας, πράγματι, είχε «παραλογίσει» αναπολούσα όλ’ αυτά τα πάθη της εις το πεζόν. Εις εικόνας, εις σκηνάς και εις οράματα, της είχεν επανέλθει εις τον νουν όλος ο βίος της, ο ανωφελής και μάταιος και βαρύς.»

  • Η ιδέα πως η φόνισσα είχε παραλογίσει από την ανάδευση των πικρών της αναμνήσεων τις νύχτες που πέρασε άγρυπνη κοντά στο άρρωστο μωρό έχει ουσιαστική σημασία για την αιτιολόγηση του πρώτου φόνου, ο οποίος θα προκύψει με τη Φραγκογιαννού να βρίσκεται σε μια κατάσταση ημισυνειδησίας. Η ιδέα όμως αυτή δε θα αρκεί να δικαιολογήσει τους επόμενους φόνους, καθώς η Χαδούλα θα έχει πλήρη επίγνωση των πράξεών της και μάλιστα θα τους θεωρεί και απόλυτα θεμιτούς.

Το πρώτο έγκλημα της φόνισσας θα έρθει με την ηρωίδα να είναι πλήρως παραδομένη στην κούρασή της κι εντελώς πικραμένη από τις αναμνήσεις της ανώφελης ζωής της.
«Όλ’ αυτά τα ενθυμείτο, και οιονεί τα ανέζη η Φραγκογιαννού, κατά τας μακράς εκείνας αΰπνους νύκτας του Ιανουαρίου...»

  • Ο συγγραφέας φροντίζει να μας παρουσιάσει με πολλές λεπτομέρειες την πορεία που ακολούθησε η ζωή της ηρωίδας του, ώστε η απογοήτευση που αισθάνεται και ο μισογυνισμός της να δοθούν με απόλυτη σαφήνεια. Ο συγγραφέας θέλει να είναι σαφές πως η γυναίκα αυτή που έφτασε να πνίξει το εγγόνι της, είχε αρχίσει να χάνει τα λογικά της από τη διαρκή ενασχόληση με τη δυστυχία του παρελθόντος, αλλά και τη διάψευση των προσδοκιών της για το παρόν. Η Φραγκογιαννού έζησε μια ζωή ταλαιπωρίας και βασάνων, χωρίς να έχει πια ελπίδα ότι η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί για τις επόμενες γενιές. Η ηρωίδα θα φτάσει στο έγκλημα με τη διεστραμμένη πεποίθηση πως αυτό που κάνει αποτελεί πράξη αγαθοεργίας, εφόσον απαλλάσσει τα μικρά κορίτσια από μια ζωή δυστυχίας και πόνου.

«Ήτο Σάββατον εσπέρας, και ο γαμβρός της είχε πίει ένα ρακί παραπάνω, πριν δειπνήση• ομοίως είχε πίει, μετά το δείπνον, κ' ένα μεγάλο ποτήρι από λάκυρον κρασί, διά να ξεκουρασθή από τα μεροκάματα όλης της εβδομάδος. ...»

  • Η εικόνα του γαμπρού που μιλά μέσα στον ύπνο του, η ταλαιπωρημένη από τη γέννα κόρη και το άρρωστο βρέφος που βήχει «οδυνηρώς», συνθέτουν ένα καταθλιπτικό σκηνικό μιζέριας, που επιτείνει την ήδη βεβαρυμμένη διάθεση της ηρωίδας. Βρίσκεται εκεί για μερόνυχτα, φροντίζοντας την εγγονή της, μόνο και μόνο για να μπορέσει να ζήσει μέσα στη φτώχεια και την ανέχεια και να ‘χει κι αυτή την ευκαιρία να γνωρίσει όλες τις πίκρες που περιμένουν μια γυναίκα.

«- Τ' είναι, μάννα; είπεν ανασηκωθείσα η Δελχαρώ. Δεν είναι καλά το παιδί;
Η γραία εμειδίασε στρυφνώς εις το τρομώδες φως του μικρού λύχνου.
- Σα σ' ακούω, δυχατέρα!...»

  • Η Φραγκογιαννού στην ανήσυχη ερώτηση της κόρης της, μήπως δεν είναι καλά το παιδί, απαντά «σα σ’ ακούω, δυχατέρα!», (= μακάρι, κόρη μου), δηλαδή μακάρι να μην είναι καλά, μπας και γλιτώσουν από το ασθενικό αυτό παιδί.

«-Τι να σας πω!... Έτσι του 'ρχεται τ' ανθρώπου, την ώρα που γεννιώνται, να τα καρυδοπνίγη!... Ναι μεν το είπεν, αλλά βεβαίως δεν θα ήτο ικανή να το κάμη ποτέ... Και η ιδία δεν το επίστευε.»

  • Η Φραγκογιαννού, όπως μας αποκαλύπτει ο αφηγητής, είχε πάντοτε αρνητική προδιάθεση απέναντι στα κορίτσια, τα οποία θεωρούσε βάρος για τις φτωχές οικογένειες. Η ιδέα που εκφράζει, μάλιστα, πως είναι αναμενόμενο οι άνθρωποι να θέλουν να πνίγουν τα κορίτσια μόλις γεννιούνται, αποτελεί μια ιδιαιτέρως παραστατική προοικονομία του πρώτου φόνου που σύντομα θα διαπράξει.
  • Η Φραγκογιαννού, επομένως, θεωρεί πως τα κορίτσια φέρνουν μόνο προβλήματα στους γονείς τους, κυρίως οικονομικά, και πως παράλληλα η ζωή δεν τους επιφυλάσσει τίποτε το ευχάριστο. Οι σκέψεις αυτές σε συνδυασμό αφενός με την άσχημη ψυχολογική κατάσταση που της προκάλεσε ο απολογισμός της ζωής της κι αφετέρου με τα συνεχή ξενύχτια στο πλάι του άρρωστου παιδιού, θα οδηγήσουν την ηρωίδα σ’ έναν μοιραίο παραλογισμό που θα κορυφωθεί με το πνίξιμο της εγγονής της.
  • Το έγκλημα αυτό θα προκαλέσει πολλές ενοχές στη Φραγκογιαννού, η οποία θα επιχειρήσει να εκλογικεύσει την πράξη της, αντιμετωπίζοντάς την ως μια θεμιτή λύτρωση των κοριτσιών από μια ζωή γεμάτη βάσανα, κι επιπλέον θα ζητήσει από τον Αϊ-Γιάννη τον κρυφό ένα σημάδι πως η πράξη της ήταν σωστή.

«Τι δούλεψη να κάμη κανείς στη φτώχεια!... Η μεγαλύτερη καλωσύνη που μπορούσε να τους κάμη θα ήτον να είχε κανείς στερφοβότανο να τους δώση. (Θε μ' σχώρεσέ με!) Ας ήτον και παλικαροβότανο! επέφερε.

  • Ο δρόμος της θα τη φέρει στο σπίτι του Γιάννη του Περιβολά, ο οποίος είχε αποκτήσει πολλά κορίτσια, γεγονός που σχολιάζεται αρνητικά από τη Φραγκογιαννού που θεωρούσε πως η λύση θα ήταν είτε να πάρει η γυναίκα του στερφοβότανο (κάτι που ο πνευματικός της, της είχε πει πως είναι αμαρτία!) είτε να πάρει παλικαροβότανο, ώστε τουλάχιστον να αποκτούσε αγόρια.
  • Εκεί η Φραγκογιαννού θα βρει μόνα τους δύο απ’ τα κορίτσια του Γιάννη του Περιβολά και θα θεωρήσει πως αυτό είναι το σημάδι που περίμενε: «Να!... μου έδωκε το σημείο ο Άις-Γιάννης, είπε μέσα της, σχεδόν ακουσίως η Φραγκογιαννού, άμα είδε τα δύο θυγάτρια... Τί λευθεριά θα της έκαναν της φτωχιάς, της Περιβολούς, ανίσως έπεφταν μες στη στέρνα κ' εκολυμπούσαν!... Να ιδούμε, έχει νερό;»
  • Η Φραγκογιαννού, με τη δική της διεστραμμένη λογική, θα θεωρήσει πως αν τα δυο αυτά κοριτσάκια πνίγονταν, αυτό θα ήταν μεγάλη βοήθεια για τη μητέρα τους. Ενώ, δηλαδή, στο πνίξιμο της εγγονής της έφτασε ενώ βρισκόταν σε μια ιδιαιτέρως επιβαρυμένη κατάσταση, τώρα ετοιμάζεται να διαπράξει ένα νέο έγκλημα, έχοντας πλήρη συνείδηση των πράξεών της, θεωρώντας όμως πως πρόκειται να προσφέρει σημαντική βοήθεια στη φτωχή οικογένεια –μη λαμβάνοντας καθόλου υπόψη της τον πόνο που θα προκαλέσει στους γονείς των παιδιών.

«Θα φωνάξουν, τάχα;... Θ' ακουστή; Πού ν' ακουστή!... Πρέπει να κάμω γλήγορα, προσέθηκε μέσα της. Αυτός, όπου είναι, τώρα σε λίγο, θα 'ρθη δω, γιατί θα σουρουπώση, και δεν θα βλέπη να κάνη δουλειά εκεί κάτω... Και πρέπει να φεύγω το γληγορώτερο, χωρίς να με ιδή, όπως δεν με είδε ως τώρα».

  • Η φόνισσα όχι μόνο έχει πλήρη συνείδηση του τι πρόκειται να κάνει αλλά λαμβάνει και τις απαραίτητες προφυλάξεις ώστε να μη τη δει κανείς. Αφού, δηλαδή, ρωτά τα κοριτσάκια που βρίσκονται οι γονείς τους, ύστερα σκέφτεται πως αν δράσει γρήγορα και φύγει αμέσως, κανείς δεν θα τη δει, όπως κανείς δεν την είδε όταν έφτασε στο σπίτι. Το έγκλημα αυτό αποκτά πλέον στοιχεία ψύχραιμου υπολογισμού και καθίσταται πέρα για πέρα αδικαιολόγητο.

«Τα κορίτσια!... Τα κορίτσια!... Πέσανε μέσα!... Κοίταξε!... Δεν έχετε το νου σας, χριστιανοί;... Πώς κάμανε;... Και τ' αφήνετε μοναχά τους, κοντά στη στέρνα, νερό γεμάτη!... Καλά που βρέθηκα!... Να, τώρα πέρασα κ' εγώ... Ο Θεός μ' έστειλε!»

  • Η ξαφνική εμφάνιση της μητέρας των παιδιών θα ενεργοποιήσει τη Φραγκογιαννού που θα φροντίσει να καλύψει την ενοχή της, εκδηλώνοντας μια έντονη αναστάτωση για την πτώση των κοριτσιών στη στέρνα. Με εκφράσεις αγανάκτησης για τους γονείς που δεν προσέχουν τα παιδιά τους, με διαβεβαιώσεις πως ήταν ευτυχές γεγονός η εκεί παρουσία της, θα διασκεδάσει τις όποιες αρνητικές εντυπώσεις της μητέρας και το κυριότερο θα χρονοτριβήσει ώστε να διασφαλίσει τον πνιγμό των μοναδικών μαρτύρων του εγκλήματός της, των μικρών κοριτσιών.

«Πριν αύτη φθάση πλησίον της στέρνας, η Γιαννού είχε πιάσει το μικρότερον κοράσιον, το οποίον της εφαίνετο μάλλον πνιγμένον ήδη, και το έσυρε βραδέως προς τα έξω, με την κεφαλήν πάντοτε επίστομα εις το νερό.»

  • Η Φραγκογιαννού φροντίζει με κάθε τρόπο να βεβαιωθεί πως το νοσηρό έργο της θα επιτευχθεί, γι’ αυτό και τραβά από τη στέρνα πρώτα το μικρότερο κοριτσάκι, κρατώντας το κεφάλι του μέσα στο νερό όσο περισσότερο μπορεί. Η προφύλαξη αυτή, από μέρους της, δείχνει πως βρίσκεται σε πλήρη νοητική εγρήγορση και πως η πράξη της δεν είναι αποτέλεσμα τυχαίας ή πρόσκαιρης ψυχικής αναστάτωσης. Η Φραγκογιαννού διαπράττει διπλή δολοφονία, έχοντας κάθε πρόθεση να προφυλάξει τον εαυτό της, με το να βεβαιωθεί πως τα θύματά της είναι νεκρά.

«Κρέμασμα ανάποδα θέλουνε... Χτύπημα με το καλάμι, για να ξεράσουν μαθές!... Καλά που είναι γλυκό το νερό... Πού είναι ο άνδρας σου, χριστιανή μου;... Έτσι τ' αφήνουν, μικρά κορίτσια, μοναχά τους, να παίζουν με το νερό της στέρνας;... Καλά που ήρθα! Ο Θεός μ' έστειλε...»

  • Η Χαδούλα αφού βγάζει τα κορίτσια από το νερό και τα αφήνει δίπλα στη στέρνα συνεχίζει να χρονοτριβεί θέλοντας να σιγουρέψει το θάνατό τους, ώστε να μην αποκαλυφθεί η φονική της δραστηριότητα. Επειδή, μάλιστα, δεν είναι σίγουρη αν το μεγαλύτερο κορίτσι έχει πνιγεί, φροντίζει να κρεμάσει στο δέντρο πρώτα το μικρότερο για το οποίο είναι βέβαιη πως είναι ήδη νεκρό.
  • Τα κοριτσάκια αυτά τελικά θα πεθάνουν, χωρίς κανείς να υποπτευθεί τη Φραγκογιαννού, αλλά η «καλοτυχία» της δε θα διαρκέσει για πολύ και σύντομα οι αρχές θα θεωρήσουν ύποπτη την παρουσία της σε κάθε νέο πνιγμό, γι’ αυτό και θα ξεκινήσουν την καταδίωξή της.

«Εκάθισε, δίπλα εις του Πουλιού την Βρύση, διά να ξαποστάση και πάρη τον ανασασμόν της. Σχεδόν είχε βεβαιωθή πλέον ότι οι δύο «νομάτοι» δεν είχαν κατορθώσει να διαβώσι το Μονοπάτι στο Κλήμα.
Αλλά δεν ησθάνετο ασφάλειαν, η δύστηνος, καθημένη εκεί. Όθεν, μετ' ολίγα λεπτά εσηκώθη, επήρε το καλάθι της, κ' έτρεξεν τον κατήφορον. Τώρα πλέον επήγαινεν αποφασιστικώς εις τον Άι-Σώστην, εις το Ερημητήριον. Καιρός ήτο, αν εγλύτωνε, να εξαγορευθή τα κρίματά της εις τον γέροντα, τον ασκητήν.»

  • Η Φραγκογιαννού κατορθώνει να ξεφύγει, προσωρινά, από τους διώκτες της κι αποφασίζει να περάσει στο βραχονήσι όπου βρισκόταν ο παπάς Ακάκιος για να εξομολογηθεί τα κρίματά της. Παρά την πεποίθησή της πως οι πράξεις της αποτελούσαν σημαντική βοήθεια για τις φτωχές οικογένειας, δεν κατόρθωσε να καταπνίξει πλήρως τις ενοχές της και θεωρεί πως θα πρέπει να ζητήσει τη συγχώρεση από το Θεό. Η Φραγκογιαννού, άλλωστε, πίστευε πως ο ερημίτης θα τη βοηθούσε να αποδράσει, επιβιβάζοντας σε κάποιο περαστικό πλοίο.
  • Η επίγνωση επομένως ότι οι πράξεις της αποτελούσαν εγκληματικές ενέργειες, το γεγονός ότι επιθυμεί να εξομολογηθεί, αλλά και η ελπίδα πως ίσως κατορθώσει να γλιτώσει από τους διώκτες της αν περνούσε στο βραχονήσι, υποδηλώνουν πως η Φραγκογιαννού δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως νοητικά διαταραγμένη, ως ψυχοπαθής. Ήταν μια εγκληματίας, με επίγνωση του φονικού της έργου.

«Η γραία Χαδούλα εύρε τον θάνατο εις το πέραμα του Αγίου Σώστη, εις τον λαιμόν τον ενώνοντα τον βράχον του ερημητηρίου με την ξηράν, εις το ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρωπίνης δικαιοσύνης.»

  • Η φόνισσα θα πνιγεί προτού κατορθώσει να ζητήσει την ηθική εξιλέωση μέσω του ιερού μυστηρίου της εξομολογήσεως, αλλά γλιτώνοντας κιόλας την σύλληψή της και άρα την παραπομπή της στην ανθρώπινη δικαιοσύνη, από την οποία δεν είχε να αναμένει καμία επιείκεια.

PROJECT Α ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ /// ΓΛΩΣΣΑ-ΚΕΙΜΕΝΑ /// ‘ΕΤΟΣ 2023-2024

 

A AΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ TOY OEΔΒ

  1. ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ:αλλαγή, μεταβολή, μεταλλαγή, τροπή, τροποποίηση, μετατροπή, αλλοίωση, διαφοροποίηση
  2. Oι ακόλουθες λέξεις είναι συνώνυμες, εκφράζουν όμως διαφορετικές αποχρώσεις, διαφορετικούς χρωματισμούς της ίδιας έννοιας. Nα χρησιμοποιήσετε τις λέξεις αυτές μέσα σε χαρακτηριστικά παραδείγματα, ώστε να φανεί η σημασιολογική απόχρωση της καθεμιάς

    • βλέπω, κοιτάζω, παρατηρώ, διακρίνω, αντικρίζω, αγναντεύω
    • διάλεξη, κήρυγμα, λόγος, μάθημα, ομιλία
      3. Nα αντικαταστήσετε με αντώνυμα τις λέξεις ΜΕ ΕΝΤΟΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ:

       

      • Όλοι οι άνθρωποι επιδοκιμάζουν τέτοιες πράξεις.
      • H μπάντα του στρατού παιάνιζε κατά την έπαρση της σημαίας.
      • Eίχε ενστερνιστεί τις επαναστατικές ιδέες της εποχής του.
      • H στάση της αστυνομίας διευκόλυνε το έργο μου.
      • Aποδείχτηκε πως ήταν ευάλωτος σε πιέσεις.
      • Eξαιτίας της κακοκαιρίας ενεργοποιήθηκε όλος ο κρατικός μηχανισμός.
      • Ύστερα από αυτά τα γεγονότα υποβαθμίστηκε πάρα πολύ ο ρόλος του στην κυβέρνηση.
      • Tα σχέδιά σου για το μέλλον είναι ουτοπικά.
      • Ήταν σαφής η προσπάθειά του να εξομοιώσει τους έκτακτους με τους μόνιμους υπαλλήλους.
      • Tον τελευταίο καιρό έχουν βελτιωθεί αισθητά οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες
      • 4.

        Nα επιλέξετε τη σωστή σημασία της λέξης (για κάθε λέξη υπάρχει μόνο μια σωστή απάντηση). Nα γράψετε φράσεις στις οποίες οι λέξεις θα χρησιμοποιούνται με τη σωστή σημασία.

        1. θύσανος:
        • θυσία ζώων
        • μαύρα, πυκνά σύννεφα
        • διακοσμητική φούντα συνήθως από νήματα
        • ουρά λιονταριού
        2. ενδοτικός:
        • εσωτερικός
        • δανεικός
        • αντίθετος
        • υποχωρητικός
        3. απηνής:
        • αμείλικτος, σκληρός
        • ατιμώρητος
        • απρόσιτος, απλησίαστος
        • χορτάτος
        4. γαλουχώ:
        • τρέφω
        • μεγαλώνω
        • γαληνεύω, ηρεμώ
        • διαπαιδαγωγώ
        5. φερέγγυος:
        • υποφερτός
        • καταφερτζής
        • αξιόπιστος
        • επικίνδυνος
        6. προσιδιάζει:
        • προσθέτει
        • ταιριάζει, αποτελεί γνώρισμα
        • ιδιωτικοποιεί
        • είναι ιδιότροπος
        7. απεμπολώ:
        • πουλάω την περιουσία μου
        • αποχωρώ
        • παραχωρώ τα δικαιώματά μου, προδίνω αρχές
        • απέχω
        8. ελλοχεύω:
        • είμαι λοχαγός
        • επιτηρώ
        • καραδοκώ
        • φυλώ σκοπιά
        9. αποκύημα:
        • προϋπόθεση
        • φαντασία
        • σκέψη, γνώμη
        • γέννημα, δημιούργημα
        10. ποδηγετώ:
        • περπατώ
        • προηγούμαι
        • συμβάλλω
        • καθοδηγώ, χειραγωγώ4

        5. ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΘΕΜΑΤΙΚΟΥΣ ΚΥΚΛΟΥΣ

         

         

         

         

        Γεννήθηκα για να 'χω τόσα

         

        ΓΎΜΝΟΣ, ΙΟΥΛΙΟ ΜΗΝΑ, το καταμεσήμερο. Σ' ένα
        στενό κρεβάτι, ανάμεσα σε δυο σεντόνια χοντρά,
        ντρίλινα, με το μάγουλο πάνω στο μπράτσο μου
        που το γλείφω και γεύομαι την αρμύρα του.
        Κοιτάζω τον ασβέστη αντίκρυ στον τοίχο της
        μικρής μου κάμαρας. Λίγο πιο ψηλά το ταβάνι με τα
        δοκάρια. Πιο χαμηλά την κασέλα όπου έχω
        αποθέσει όλα μου τα υπάρχοντα: δυο παντελόνια,
        τέσσερα πουκάμισα, κάτι ασπρόρουχα. Δίπλα, η
        καρέκλα με την πελώρια ψάθα. Χάμου, στ' άσπρα
        και μαύρα πλακάκια, τα δυο μου σάνταλα.
        Έχω στο πλάι μου κι ένα βιβλίο.
        Γεννήθηκα για να 'χω τόσα. Δεν μου λέει τίποτε να
        παραδοξολογώ. Από το ελάχιστο φτάνεις πιο
        σύντομα οπουδήποτε. Μόνο που 'ναι πιο δύσκολο.
        Κι από το κορίτσι που αγαπάς επίσης φτάνεις, αλλά
        θέλει να ξέρεις να τ' αγγίξεις οπόταν η φύση σού
        υπακούει. Κι από τη φύση – αλλά θέλει να ξέρεις να
        της αφαιρέσεις την αγκίδα της.

         

        Οδυσσέας Ελύτης
        Από τη συλλογή του
        «Ο μικρός Ναυτίλος»

         

         

         

        Μες στη λεηλασία

         

        Ο χρόνος μου λεηλατημένος
        Οι χίλιες καθημερινές ανάγκες
        σαν πεινασμένα αγριόσκυλα
        του ξεκολλάν κι ένα κομμάτι.

         

        Τίτος Πατρίκιος
        «Αντιδικίες»

         

         

        Στο κείμενο του Ο. Ελύτη και στο ποίημα του Τ. Πατρικίου περιγράφονται δύο τελείως αντίθετες υπαρξιακές καταστάσεις. Ποιο είναι το κύριο χαρακτηριστικό και ποιοι οι παράγοντες διαμόρφωσης της κάθε μιας;

        6.ΘΕΜΑΤΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ

         

         

        Διαφήμιση και βία

         

        Έτυχε πριν από δεκαπέντε μέρες να πάρω μέρος σε μια δημόσια συζήτηση γύρω απ' τη διαφήμιση και τη βία που οργάνωσε το περιοδικό «Η διαφήμιση αύριο». Ένα περιοδικό στο οποίο από καιρό μια ομάδα από δημοκράτες διαφημιστές κάνουν μιαν υπεύθυνη κριτική εξέταση των ορίων, των ελαττωμάτων, της μοίρας του επαγγέλματός-τους. Μπρος στο απρόσμενο ξέσπασμα απόδοσης ευθυνών για τη βία, μπρος στην αυτοκατηγορία που η καταναλωτική κοινωνία φαίνεται ότι άρχισε δημόσια, οι διαφημιστές διερωτήθηκαν, σ' αυτή τη συζήτηση, ποια είναι η μερίδα ευθύνης που τους πέφτει. Και σ' αυτό το σημείο μού φάνηκε απόλυτα αναγκαίο να τους καθησυχάσω. Όχι από επιείκεια, αλλά για να μην αφήσω τη δίκη των αποτελεσμάτων να καλύψει τη δίκη των αιτίων.

        Τι έκανε για χρόνια η διαφήμιση με παραγγελιά του συστήματος; Ερέθιζε τις επιθυμίες. Κάνοντάς το όμως, δεν ώθησε απλά τον κόσμο να θέλει, αλλά του είπε τι να θέλει και τι ήταν καλό να θέλει. Αν το σκεφτούμε καλά, θα δούμε ότι πέτυχε δυο αποτελέσματα από «αντικειμενική» άποψη επαναστατικά (οι προθέσεις δε μας ενδιαφέρουν εδώ). Οι συντηρητικές κοινωνίες και οι αντιδραστικοί παιδαγωγοί δήλωναν πάντα με σοφό τρόπο ότι οι υπερβολικές επιθυμίες είναι κακό πράγμα και ότι κατ' αρχή δεν πρέπει να δίνουμε στους φτωχούς την εντύπωση ότι μπορούν ν' αποχτήσουν τα πράγματα των πλουσίων. Το ότι οι βασιλιάδες μετατοπίζονταν με τη φορητή πολυθρόνα ήταν απόδειξη ότι αυτό το σκεπαστό πολυτελές φορείο ήταν βασιλικό πράγμα: κανείς άλλος δεν μπορούσε να το θέλει.

        Η διαφήμιση, μεταφράζοντας τη φορητή πολυθρόνα σε «αυτοκίνητο», είπε ακόμη και στον άνεργο ότι μπορούσε να επιθυμεί αυτοκίνητο, ότι όλοι μπορούσαν να το αποχτήσουν κι ό,τι, πάντως, περισσότερο από δικαίωμα, ήταν υποχρέωση να το επιθυμούν. Το ίδιο έγινε και για το σαπούνι με γαλλικό άρωμα και για το διαμέρισμα, για τη γραβάτα και για το μηχανάκι.

        Μια επιθυμία, ερεθισμένη κι ανικανοποίητη, μπορεί να πάρει δύο δρόμους: την ατομική εξέγερση (την εγκληματική πράξη για παράνομη ιδιοποίηση των αγαθών άλλου) και τη συλλογική επανάσταση (τον κοινωνικό αγώνα για σωστότερη διανομή του κοινού πλούτου). Δεν μπορούμε ν' αρνηθούμε ότι ένα από τα αποτελέσματα της καταναλωτικής προπαγάνδας υπήρξε και η αύξηση της κοινωνικής αγωνιστικότητας για την κατάχτηση μιας ευδαιμονίας που παρουσιαζότανε σαν δυνατή για όλους και που τελικά ήταν σχεδόν άφταστη. Η καταναλωτική προπαγάνδα είναι αναμφίβολα υπεύθυνη για την παράλογη απόφαση ν' απαχθεί ένα παιδί για ν' αγοράσει ο απαγωγέας βίλα, αλλά είναι επίσης και υπεύθυνη για την κατάληψη σπιτιών από ανθρώπους που νιώθουν αποκλεισμένοι από αγαθά που διαφημίζονται σ' όλες τις γωνιές των δρόμων.

        Και να που η κοινωνία, αφού πρώτα ερέθισε τις επιθυμίες για όλα τα πράγματα, τρομοκρατείται γιατί ο κόσμος απαιτεί τουλάχιστον ένα μέρος χωρίς να πρέπει αναγκαστικά να εγκληματήσει. Είναι σαν να έλεγε το σύστημα στους υπηκόους του: «Έπρεπε να θέλετε να ξοδέψετε όλο το μισθό σας, και το δέκατο τρίτο και το δέκατο τέταρτο, αλλά τώρα το παρακάνετε: τώρα θέλετε και αύξηση μισθού! Το παιχνίδι δεν ήταν έτσι. Μην υπερβάλλετε, και σκεφτείτε τα αγαθά της λιτότητας». Αυτό είναι, περίπου, το νόημα της έκκλησης του προέδρου της δημοκρατίας. Και τώρα που ο κόσμος επιθυμεί υπερβολικά πράγματα ποιος φταίει; Η διαφήμιση, για παράδειγμα, που πρέπει να προκαλεί επιθυμίες για ψυγεία (κι αλίμονο αν δεν πουληθούν αρκετά, θα κλείσουν τα εργοστάσια). Αλλά αν για ν' αγοράσει ο κόσμος ψυγεία απαιτεί νέα συλλογική σύμβαση εργασίας, τότε κάτι δεν πάει καλά. Συναγερμός, οι πολίτες καταναλώνουν πολλά, ζητούν πολυτέλειες.

        Πώς να δικαιολογηθούν γι' αυτό; Κατηγορώντας στην τύχη, παράλογα. Γιατί ο κύκλος είναι φαύλος, η βία βρίσκεται στην ίδια την ιδέα του κέρδους, είναι παλιά ιστορία: πρέπει να επιθυμείς αυτά που σου προσφέρω όχι αυτά που έχω εγώ, διαφορετικά όλα τέλειωσαν. Πράγματι τέλειωσαν: η βία είναι αποτέλεσμα, όχι αιτία αυτής της κατάστασης.

         

        Ουμπέρτο Έκο
        Η σημειολογία στην καθημερινή ζωή
        Απόδοση: Αντώνης Τσοπάνογλου

         

         

        1. Πώς εξηγεί την έξαρση της βίας στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία ο συγγραφέας; Ποιος είναι ο ρόλος της διαφήμισης μέσα στα πλαίσια της εξήγησης που δίνει;
        2. Πού μπορεί να οδηγήσει μια επιθυμία ερεθισμένη και ανικανοποίητη, σύμφωνα με το συγγραφέα; Πώς αντιδρά τότε η κοινωνία;

         

        6.

        Η πικρή γνωριμία με τον ρατσισμό

         

        Δεν είναι εύκολο να είναι κανείς διαφορετικός, ιδίως όταν είναι παιδί. Η φυσική διαδικασία του μεγαλώματος παρουσιάζει ήδη αρκετά προβλήματα, τα οποία επιτείνονται αν ανακαλύψουμε ότι κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο αποκλίνουμε από το μέσο όρο.

        Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικογένειά μου ήταν διαφορετική. Οι γονείς μου μιλούσαν λίγα αγγλικά και αυτά με μια βαριά ιταλική προφορά. Το στυλ της ζωής μας ήταν ολοφάνερα διαφορετικό, ένα μικρό κομμάτι Μεσογείου στις ακτές της Αμερικής. Τρώγαμε διαφορετικά εξωτικά φαγητά. Οι συζητήσεις μας ήταν πιο ζωντανές και οι φωνές μας λίγο πιο δυνατές. Οι κινήσεις μας πιο έντονες. Ο κόσμος στον οποίο ζούσαμε ήταν σίγουρα πιο ξένος.

        Σαν μικρό παιδί, ούτε ήξερα, ούτε με ενδιέφεραν, οι πολλές διαφορές μας. Τα παιδιά, από τη φύση τους, παραδέχονται τα πράγματα όπως είναι, λιγότερο έτοιμα να προσέξουν και πολύ περισσότερο να κρίνουν τις διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους. Εκτός κι' αν έχουν επηρεαστεί από τους μεγάλους. Αυτό, όμως, άλλαξε όταν μπήκα στο Γυμνάσιο και ήμουν πια έφηβος.

        Εκείνο τον καιρό ο πατέρας και η μητέρα, τους οποίους μέχρι τότε αγαπούσα χωρίς καμιά αμφισβήτηση, ξαφνικά με ενοχλούσαν. Γιατί δεν μπορούσαν να είναι σαν τους άλλους γονείς; Γιατί μιλούσαν με αυτή την αποκαλυπτική προφορά; Γιατί δεν μπορούσα να τρώω κορνφλέικς για πρωινό, αντί για φραντζολάκια και καφέ με γάλα; Γιατί δεν μπορούσα να παίρνω μαζί μου στο σχολείο, για κολατσιό, φυστικοβούτυρο και σάντουιτς με μαρμελάδα, αντί για καλαμαράκια; («Μπλιαξ», έλεγαν τα άλλα παιδιά, «Ο Μπουσκάλια τρώει τα πόδια του χταποδιού!»). Δεν υπήρχε κανένας τρόπος να γλιτώσω από το επώδυνο στίγμα να είμαι Ιταλός και γιος του Τούλιο και της Ρόζας Μπουσκάλια, ακόμη και το όνομά μου έγινε πηγή στενοχώριας για μένα.

        Ήταν συνηθισμένο εκείνο τον καιρό να μας κολλάνε τις ταμπέλες «μακαρονάς» και «μετανάστης». Ποτέ δεν ήμουν απολύτως σίγουρος για το τι σήμαιναν αυτές οι δυο λέξεις, παρ' όλα αυτά ένιωθα το κεντρί τους. Πρωτόνιωσα αυτόν τον πόνο μια μέρα καθώς έφευγα από το σχολείο. Βρέθηκα ξαφνικά περικυκλωμένος από μια ομάδα παιδιών που μου φώναζαν αυτά τα λόγια.

        Ένα απ' αυτά τα παιδιά μού πέταξε ένα κέικ. Η κρέμα και η ζάχαρή του έσκασαν πάνω στο πρόσωπο, τα μαλλιά και τα ρούχα μου. «Βρωμομετανάστη», φώναζαν. «Ο πατέρας σου είναι γκάνγκστερ στο Σικάγο και η μητέρα σου μασάει σκόρδα και συ είσαι γιος μακαρονά! Γιατί δεν τα μαζεύετε να πάτε από κει που ήρθατε;»

        Μου φάνηκε ότι πέρασε μια αιωνιότητα ώσπου να απελευθερωθώ από τον κύκλο τους, αφού είχα φάει αρκετές σπρωξιές και μπουνιές. Ταπεινωμένος και κλαίγοντας έσπασα τον κλοιό και όρμησα σπίτι μου. Καθώς έτρεχα γεμάτος θυμό και πικρία, έκπληκτος και μπερδεμένος, ανακάλυψα ότι δεν είχα κάνει την παραμικρή προσπάθεια να τους ανταποδώσω τα χτυπήματα.

        Μόλις έφτασα στο σπίτι κλειδώθηκα στο μπάνιο για να μη με δουν. Δεν μπορούσα ν' αντέξω την πιθανότητα να με δουν οι γονείς μου σ' αυτή την έξαλλη κατάσταση. Έπλυνα τις κρέμες που είχαν κολλήσει επάνω μου. Δεν μπορούσα να σταματήσω τα κλάματα και τα δάκρυά μου ανακατεύονταν με το αίμα στο πρόσωπο μου. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που μου συνέβη. Όλα φαίνονταν τόσο λάθος κι όμως τελικά ήμουν ανίκανος να κάνω ο,τιδήποτε γι' αυτό.

        Τελικά ο πατέρας χτύπησε την πόρτα του μπάνιου. «Τι κάνεις εκεί μέσα; τι συμβαίνει;», με ρώτησε. Μόνο αφού εξάντλησε όλη του την ευγένεια και την πειθώ άνοιξα επιτέλους την πόρτα και τον άφησα να μπει.

        «Τι συνέβη;», με ρώτησε αγκαλιάζοντάς με, «τι έχεις; τι σου συμβαίνει;». Μέσα στα προστατευτικά του χέρια, επέτρεψα στον εαυτό μου την ανακούφιση, που τόσο πολύ χρειαζόμουν. Έκλαψα με λυγμούς χωρίς να μπορώ να σταματήσω. Κάθησε μαζί μου στην άκρη της μπανιέρας και περίμενε ώσπου να ξαναβρώ τον έλεγχο μου. Ένα συντετριμμένο «εγώ» χρειάζεται πολύ περισσότερο χρόνο να γιατρευτεί από μια ανοιγμένη μύτη. «Τώρα πες μου τι συνέβη», μου είπε.

        Του εξήγησα. Τελείωσα την ιστορία και περίμενα. Περίμενα ότι ο πατέρας μου θα έκανε ένα σχόλιο που θα με γιάτρευε αυτομάτως, ή ότι με μια άμεση ενέργεια θα με γαλήνευε και θα έλυνε το πρόβλημα. Τον φανταζόμουν να φεύγει αμέσως για να βρει τους ψευτοπαλικαράδες που με είχαν πληγώσει ή το λιγότερο για να βρει τους γονείς τους και να ζητήσει την τιμωρία τους. Αλλά ο πατέρας μου δεν κουνήθηκε.

        «Εντάξει», είπε ήσυχα, «έγινε κι αυτό. Σε βρήκαν και σένα οι άνθρωποι που μας πληγώνουν και μας κάνουν να κλαίμε. Δεν μας ξέρουν κι' όμως μας μισούν. Οι δειλοί, που κάνουν τους δυνατούς μόνο όταν είναι πολλοί και τα βάζουν μαζί μας, γιατί ξέρουν ότι είμαστε λίγοι και δεν είμαστε σε θέση να τους αντιμετωπίσουμε. Ξέρω ότι σε πλήγωσαν, αλλά αυτό που έγινε δεν είχε εσένα σαν στόχο. Εσύ απλώς έτυχε να βρίσκεσαι εκεί. Μπορούσε να συμβεί στον καθένα μας.»

        «Μισώ που είμαι Ιταλός», του εξομολογήθηκα θυμωμένα, «θα ήθελα να είμαι ο,τιδήποτε άλλο!».

        Ο πατέρας μου με κράτησε σφιχτά και η φωνή του ήταν τώρα δυνατή και απειλητική. «Να μη σε ξανακούσω να το λες αυτό ποτέ! Έπρεπε να είσαι περήφανος γι' αυτό που είσαι. Σκέψου λιγάκι ότι η Αμερική ανακαλύφθηκε και πήρε το όνομά της από ένας Ιταλό! Οι Ιταλοί κάνουν γλυκιά μουσική, τραγουδούν υπέροχα, ζωγραφίζουν τους ωραιότερους πίνακες, γράφουν αριστουργήματα και κτίζουν όμορφα κτίρια. Πώς μπορεί να μην είσαι περήφανος που είσαι Ιταλός; Και είσαι ακόμα πιο τυχερός, γιατί είσαι επίσης και Αμερικανός».

        «Όμως όλ' αυτά δεν τα ξέρουν οι άλλοι», του αντιμίλησα, «θα προτιμούσα να είμαι σαν όλους τους άλλους».

        «Ε λοιπόν, δεν είσαι! Ο θεός δεν θέλησε να μας κάνει όλους ίδιους. Μας έκανε διαφορετικούς για να μπορεί ο καθένας να είναι ο εαυτός του. Ποτέ να μη φοβάσαι τις διαφορές. Η διαφορά είναι καλό. Θα σου άρεσε να είσαι σαν τα παιδιά που σ' έδειραν και σου φώναζαν αυτά τα πράγματα; Θα σου άρεσε να κάνεις τους άλλους να υποφέρουν και να κλαίνε; Δεν χαίρεσαι που διαφέρεις απ' αυτούς;» Θυμάμαι ότι το επιχείρημά του μου είχε φανεί αδύνατο, αλλά έμεινα σιωπηλός.

        «Λοιπόν θα σου άρεσε;», επέμενε ο πατέρας μου, «θα ήθελες να είσαι σαν κι' αυτούς, σαν κι' αυτούς που σε πλήγωσαν;»

        «Όχι».

        «Τότε σκούπισε τα δάκρυά σου και να είσαι περήφανος γι' αυτό που είσαι. Μπορείς να είσαι βέβαιος ότι δεν θα είναι αυτή η τελευταία φορά που θα συναντήσεις τέτοιους ανθρώπους. Υπάρχουν παντού. Να τους λυπάσαι, αλλά να μην τους φοβάσαι. Πρέπει να είμαστε δυνατοί και πάντα περήφανοι για το ποιοι και το τι είμαστε, τότε κανείς δεν μπορεί να μας κάνει κακό».

        Μου σκούπισε τα μάτια, έπλυνε το πρόσωπο μου, και μου είπε: «έλα τώρα, πάμε να πάρουμε λίγο ψωμί με βούτυρο και να το φάμε στον κήπο».

        Αν και δεν βρήκα την εξήγηση του πατέρα μου πολύ ικανοποιητική, κατά κάποιο τρόπο μ' έκανε να νιώσω καλύτερα. Ίσως το γεγονός ότι με πήρε στην αγκαλιά του, με άκουσε και με αγαπούσε να ήταν αρκετό. Ήμουν ακόμη απογοητευμένος από τους ανθρώπους που είχαν την ικανότητα να είναι τόσο σκληροί, που επέμεναν να χρησιμοποιούν τους άλλους σαν αποδιοπομπαίους τράγους για τις δικές τους ανεπάρκειες, και ακόμη περισσότερο γιατί τους αφήναμε ατιμώρητους.

        Αργότερα, η εμπειρία μου μού δίδαξε ότι δεν ήμουν μόνος, ότι αυτές οι επώδυνες συγκρούσεις, και ακόμη χειρότερες, είχαν συμβεί και στους Εβραίους φίλους μου, τους Μεξικανούς φίλους μου, τους Μαύρους, τους Καθολικούς, τους Προτεστάντες και τους ανάπηρους φίλους μου.

        Ο πατέρας μου είχε δίκιο, όταν μου μάθαινε ότι όσο υπάρχει άγνοια θα υπάρχει και αδικία, όσο υπάρχουν αυτοί που ασυνείδητα μισούν τον εαυτό τους θα υπάρχουν και διώξεις. Έτσι είναι δυστυχώς η ζωή, οι αποδιοπομπαίοι τράγοι ανήκουν συνήθως σε μια μειονότητα.

        Όμως ο πατέρας θεωρούσε σαν τη μεγαλύτερη πρόκληση να μπορείς να αγαπάς τους εχθρούς σου. «Φέρ' τους στο σπίτι Φελίτσε», μου έλεγε, «όταν μας γνωρίσουν δεν θα μπορούν να μην μας αγαπούν».

        Βεβαίως ο πατέρας μου δεν έλυσε το πρόβλημα της μισαλλοδοξίας, εκείνο το ηλιόλουστο καλιφορνέζικο απόγευμα που τρώγαμε ψωμί με βούτυρο στον κήπο. Αλλά κάτι στην εξήγησή του, στη δύναμη και την αποφασιστικότητά του, συνέχισε πάντα να με βοηθά να δω τη μισαλλοδοξία και τις διακρίσεις όπως πραγματικά είναι: ένα καταφύγιο για την αδυναμία και την άγνοια. Την παραδοχή και την κατανόηση τις περιμένουμε μόνο από τους δυνατούς.

         

        Λεό Μπουσκάλια
        «Ο Πατέρας μου»
        Μετάφραση: Καλλιόπη Δ. Πατέρα

         

        1. Ποια είναι η συμπεριφορά της μαθητικής ομάδας απέναντι στο μετανάστη συμμαθητή τους; Ποια στοιχεία διαφορετικότητας τους ωθούν σ' αυτή τη συγκεκριμένη συμπεριφορά;
        2. Ποια είναι η αντίδραση του νεαρού μετανάστη στην επιθετικότητα των συμμαθητών του; Με ποια στάση και ποια επιχειρήματα προσπαθεί ο πατέρας να ανατρέψει τα αρνητικά συναισθήματα που τείνει να δημιουργήσει ο γιος του για την ταυτότητά του;ς

        7 .ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 

        Ναπολέων Λαπαθιώτης

        Νυχτερινό

        Μονάχη η φλόγα του κεριού μου,
        κι απέναντί μου στο τραπέζι
        θαρρείς το τέλος της προσμένει·
        λίγες στιγμές έχει να ζήσει
        και μες στη νύχτα τρεμοπαίζει,
        σα μια ψυχούλα φοβισμένη...

        Απόξω έν' άγρυπνο φεγγάρι
        με κόπο χάνεται στα χάη
        μιας ατελεύτητης ερήμου...
        Σα να μη θέλει να πεθάνει,
        μ' αναλαμπές ψυχομαχάει
        το ετοιμοθάνατο κερί μου...

        Και το βαρύθυμο φεγγάρι,
        που χρόνια τώρα έχει σωπάσει,
        και το κερί μου που πεθαίνει,
        και, μέσα, η σκοτεινή ψυχή μου,
        χωρίς αιτία κι οι τρεις στην πλάση
        είμαστε τόσο λυπημένοι...

        ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

        1. Ποιες εικόνες κυριαρχούν στο ποίημα και ποια ψυχική διάθεση υποβάλλουν;
        2. Ο Λαπαθιώτης συνδυάζει στην ποίησή του ρομαντικά στοιχεία με επιδράσεις της συμβολιστικής ποίησης. Επαληθεύεται αυτή η παρατήρηση από το παραπάνω ποίημα; Να απαντήσετε αφού συμβουλευτείτε τα σχετικά χωρία για το συμβολισμό και το ρομαντισμό.
        3. ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΜΙΑ ΣΕΛΙΔΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ!!!!ΤΙ ΘΑ ΕΓΡΑΦΕ ΑΡΑΓΕ ΣΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ;;;;
        4. 8
        5. Κ. Γ. Καρυωτάκης

          [Είμαστε κάτι...]

          ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ανήκει στη συλλογή Ελεγεία και σάτιρες. Είναι σονέτο κι έχει γραφεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραδοσιακής ποίησης. Αν όμως το μελετήσουμε πιο προσεκτικά, υπάρχει κάποια χαλάρωση στο ρυθμικό βάδισμα του στίχου, για να εκφράσει όλα τα αισθήματα της διάλυσης και του πόνου, που διακατέχουν την ψυχή του ποιητή.

          Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες
          κιθάρες. Ο άνεμος, όταν περνάει,
          στίχους, ήχους παράφωνους ξυπνάει
          στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.*

          Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
          Υψώνονται σα δάχτυλα στα χάη,
          στην κορυφή τους τ' άπειρο αντηχάει,
          μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.

          Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,
          χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.
          Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.

          Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
          Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
          είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

          1. Για τις τρεις πρώτες στροφές:
            α) Να περιγράψετε τις εικόνες των τριών πρώτων στροφών (η περιγραφή να είναι σύντομη και ακριβής).
          2. ΒΤι σημαίνουν οι φράσεις «μας διώχνουνε τα πράγματα» και «η ποίησις είναι το καταφύγιο που φθονούμε» της τέταρτης στροφής;
          3. 9
          4. Τοπίο

            (Διήγημα)

            ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ανήκει στη συλλογή Το πράσινο βιβλίο (1935). Περιγραφικό βασικά, δεν περιορίζεται στη λεπτομερειακή απεικόνιση των αντικειμένων. Η αξία του βρίσκεται κυρίως στην υποβλητική ατμόσφαιρα που δημιουργεί και στους απαλούς λυρικούς τόνους του.

            Η έρημη κοιλάδα από πολλήν ώρα περίμενε το φεγγάρι. Να 'ρθει να γεμίσει τη μοναξιά της.

            Ήταν μια κοιλάδα στενόμακρη και σπανή*, κατοικημένη από ίσκιους χωρίς έκφραση, που σάλευαν μονότονα και νωθρά, σπρωγμένοι από το φως που τους ζωντάνευε τις σύντομες στιγμές που περνούσε πάνω από τούτο το βαθύ στενάδι. Από τη μια κι από την άλλη έκλειναν τον ορίζοντα δυο αράδες σκυφτά χαμοβούνια από σκουριασμένη ασβεστόπετρα. Σαν γιγάντια προκατακλυσμικά* πρόβατα με ακάθαρτο μαλλί, που πέτρωσαν κι απόμειναν εκεί μαρμαρωμένα, το 'να πίσ' από τ' άλλο, με τη μούρη ακουμπισμένη στη γης. Κάποτε θα 'τρεχε εδώ νερό κι όλα τούτα θα παρηγοριούνταν, αποξεχασμένα να το βλέπουν να κινείται ολοζώντανο και να τραγουδά στο μάκρος της κοιλάδας.

            Μπορεί κιόλας να φύτρωνε πλάι στο ρέμα τρυφερή χλόη και ταπεινά λουλούδια με λογής χρώματα. Τώρα δεν απόμειναν παρά ένα στρώμα γαλαζωπά χαλίκια, που είχανε ξεχάσει πια το δροσερό χάιδι που τα στρογγύλευε χρόνια.

            Έτσι, όλα περίμεναν από πολλήν ώρα το φεγγάρι. Και το φεγγάρι ήρθε. Στην αρχή ψήλωσε το χρυσό φρύδι του πίσ' από το χαμοβούνι, ν' αγναντέψει τι γίνεται. Κατόπι σιγά σιγά, σερνόμενο, ανέβηκε στη ράχη. Στάθηκε μια στιγμή ακουμπισμένο εκεί, κατόπι αψήλωσε ανάλαφρα και σηκώθηκε μετέωρο, λαμπρό.

            Όσο αψήλωνε, κυνηγούσε τους ίσκιους, που ζωντάνεψαν κι έφυγαν τρομαγμένοι, ώσπου άδειασαν την κοιλάδα, που στο τέλος γιόμισε φεγγάρι. Το κρύο φως έτρεχε από παντού, καταρράχτης από σιωπή. Χυνόταν από τις άσπρες πλαγιές δίχως αφρούς και παφλασμό, δίχως ήχο, παχύ και διάφανο σαν το λάδι. Έτσι σκέπασε κάτω από το χρυσό τέλμα* του το στενό κάμπο, τ' αδειανά φαράγγια, τις οξυές και τις λίγες ατροφικές πιπεριές που είχανε κρεμασμένα τ' ανάρια μαλλιά τους στο μάκρος της σιδεροδρομικής γραμμής.

            Αυτές οι ράγες βγαίνανε, δίδυμη μονοτονία, πίσω από το πρώτο χαμοβούνι, σερνότανε σ' όλο το μάκρος μέσα στην κοιλάδα, ώσπου πήγαιναν και χάνονταν μέσα στο μαύρο στόμα του τούνελ που τις κατάπινε. Το φεγγάρι τις υπογράμμιζε σε μερικές μεριές ή τις γάνωνε* με ψεύτικη επαργύρωση. Πήγαιναν ολοένα μαζί, ζευγαρωμένες η μία πλάι στην άλλη, πάντα στην ίδιαν απόσταση. Φαίνονταν αποφασισμένες να παρασταίνουν αιώνια το αξίωμα των «δυο παραλλήλων που δεν συναντιώνται», περιμένοντας με υπομονή ένα σιδεροδρομικό δυστύχημα για να διαψεύσουν τη γεωμετρία σμίγοντας επιτέλους.

            Τώρα όλα αυτά ακινητούσαν στο βυθό της φεγγαρολίμνης, βουλιαγμένος ονειρόκοσμος. Όπου ένα μικρό, αόρατο έντομο βάλθηκε να τρίζει τα έλυτρά* του κάτω από μια πέτρα.

            Ήτανε μια πέτρα μικρή ίσαμε μια γροθιά. Μέσα στο φως της ημέρας θα ήτανε γαλάζια, λουλακιά γαλάζια, με μια κόκκινη φλέβα στην καρδιά, ψιλή σα μια μεταξωτή τρίχα. Κανένα τριζόνι θα 'τανε, που το ζούληξε θανάσιμα το μαλακό βάρος της φεγγαρίσιας σιωπής, και πήγε να την πριονίσει με το μικρούτσικο δοξάρι του.

            Δοκίμασε ένα μοτίβο* παλιό όσο και η πλάση του Θεού. Μια νότα ψιλή ψιλή και σουβλερή. Όμως η σιωπή πύκνωσε το φωτερόν ωκεανό της γύρω του ακόμα περισσότερο. Τότες το μαμούδι σταμάτησε το τρέμολό του ένα δυο φορές ταραγμένο, κατόπιν ξανάρχισε δειλά χωρίς κέφι, έκανε ακόμα δυο τρίλιες* και σώπασε τρομαγμένο. Τελεία. Έτσι η σιωπή ακούστηκε ολομόναχη, ολόκληρη, να κρατεί κάτω από τα μάγια της όλα τα πράγματα. Τίποτα δεν τολμούσε ν' αναπνεύσει μην την ταράξει.

            Ξαφνικά μια βίαιη ταραχή έσεισε τον ακίνητον αέρα, συντάραξε το τελματωμένο φεγγαρόφωτο, ως το βυθό. Ένα βουερό κύμα από ήχο κυλιόταν κι ερχόταν από μακριά. Βιαστικό κατρακυλούσε κι ολοένα φούσκωνε και δυνάμωνε κατά δω, πίσω από τα γονατισμένα βουνά. Όλα τα πάντα τέντωσαν την προσοχή τους ως την οδύνη. Ήταν μια έντρομη ελπίδα του «τι θα γίνει τώρα», του «κάτι θα γίνει τώρα», κάτι «θα τολμήσει να γίνει». Ένα ρίγος πέρασε πάνω από τις σιδερένιες ράγες και τότες όρμησε πίσω από το γύψινο χαμοβούνι το τρένο.

            Χίμηξε μέσα στην κοιλάδα, ασυγκράτητο τέρας, οργισμένο από τη φοβερή δύναμη που βόγγαγε κλεισμένη στα ατσαλένια σπλάχνα του και το 'κανε να τρέμει σύγκορμο. Πιλαλούσε* αγκομαχώντας πάνω στο σιδερένιο του δρόμο, και με τα κυρτά μάτια του κοίταζε με λύσσα, όλο μπροστά του. Ήταν ένας δράκοντας που έφτυνε βραστό σάλιο. Βρουχιότανε κι έτρεχε, ξεφυσούσε σπίθες και κόκκινες φλόγες από τα ρουθούνια, και το σώμα του ήταν μακρύ, χωρισμένο σε χοντρούς σπόνδυλους, σαν πελώριο προκατακλυσμιαίο έντομο.

            Η κοιλάδα συνταράχτηκε από τον αχό και τον αντίλαλο. Το φεγγάρι βούλιαξε μέσα στους καπνούς, τα χαμοβούνια τρέμανε και οι άρρωστες φυλλωσιές των παραταγμένων δέντρων σάλεψαν βίαια στο πέρασμά του. Πήγαν κι ήρθανε με τη λικνιστική κίνηση που κάνουν τα ενάλια* φυτά, όταν ένα τέρας του βυθού περάσει σύρριζα, σαρώνοντας με τις δυνατές φτερούγες το βαρύ νερό.

            Οι αδειανές λαγκαδιές ξαναβρήκαν τις χαμένες φωνές τους κι αλάλαξαν δοξαστικά πίσω από το τρένο που διάβαινε, τρέμοντας από δύναμη. Όμως εκεί στην άκρη ήταν πάντα διάπλατα ανοιχτό το μαύρο στόμα του τούνελ, που ούτε το φεγγάρι δεν τόλμησε να προχωρέσει εκεί μέσα. Αυτό, σιωπηλό πάντα, σκοτεινό, διάπλατα ανοιχτό, δεν περίμενε τίποτ' άλλο παρά το τρένο. Το ρούφηξε, το κατάπιε και πάει.

            Την ώρα που χανόταν μέσα στον μαύρο καταπιόνα* του, το τρένο πάτησε μια τσιριξιά τραγική. Ήταν ένας ολολυγμός* μακρύς, ξεσυρτός, που ολοένα αδυνάτιζε, και σκόρπισε τη φρίκη μέσα στην κοιλάδα. Τούτη τη φωνή τη φοβερή την ξανάσυρε κατόπι του όλη η κοιλάδα. Την πήρανε όλες οι λαγκαδιές και την ξανά 'πε η μια στην άλλη, την αναστέναξαν όλα τα χαμοβούνια, ώσπου ξεψύχησε πολύ μακριά το μοιρολόι τους. Έτσι όλα μπόρεσαν και κλάψανε τον δικό τους καημό με τούτο τον ξένο θρήνο.

            Αυτό. Κατόπι όλα τα πάντα ξαναβούλιαξαν στη σιωπή και την ακινησία τους. Όλοι οι αχοί κατάκατσαν, όλες οι ελπίδες έσβησαν. Και το φεγγάρι άπλωσε πάλι πάνω τους την ακύμαντη λίμνη της φωτερής του λάσπης. Μέσα στον αέρα πλανήθηκε για λίγο θλιβερή η μυρουδιά της ζεστής στάχτης που κρύωσε και διαλύθηκε. Ο ύπνος κάθισε πάνω σε όλα. Βαρύς, ακίνητος, σαν αρρώστια που ναρκώνει και μαραζώνει. Οι πιπεριές, οι οξυές αποκοιμήθηκαν όρθιες, ριζωμένες ισόβια μέσα στη γη, δεμένες με τα καταχθόνια παλαμάρια* της ρίζας τους. Σαν τις πήρε ο ύπνος, η ταραχή που άφησε μέσα στην κόμη* τους το βίαιο πέρασμα του τρένου, ανασάλεψε στη μνήμη τους κι έγινε όνειρο. Τα δέντρα ονειρεύτηκαν πως η γη ξαμόλυσε τα δεσμά τους. Ανασάλεψαν, λέει, οι φυλλωσιές τους, έγιναν πλατιές φτερούγες πράσινες, γεμάτες δύναμη και θέληση. Κινήθηκαν τάχα, έσπρωξαν τον αέρα κι ανασηκώθηκαν ανάλαφρα μέσα στο φως, ξελευτερωμένα από τα δεσμά της γης. Έτσι υψώθηκαν χαρούμενα μέσα στο ελεύθερο, γαλάζιο διάστημα, σηκώθηκαν και φύγανε μέσ' από την άρρωστη κοιλάδα του φεγγαριού. Ανέβηκαν ψηλά ψηλά, πάνω από τα πιο ψηλά βουνά, (ώσπου αντάμωσαν τα σύννεφα, που κάποτες τα έβλεπαν να περνούν πάνω από τα κεφάλια τους βιαστικά, χαρούμενα, με ανοιχτούς στον αγέρα όλους τους χρωματιστούς των φλόκους*. Και τα σύννεφα σταμάτησαν, λέει, για λίγο το ταξίδι τους, σταμάτησαν και κούρνιασαν στα κλαδιά τους να ξαποστάσουν. Κι ήτανε πουλιά πελώρια, δίχως βάρος, πουλιά με χρυσές, ρόδινες και πορτοκαλιές φτερούγες.

            Ήτανε τ' όνειρο από την αλλοτινή θύμηση, που 'χε απομείνει μισόσβηστη μέσα στα χοντρά, στα βαριά, τα ριζωμένα κορμιά τους. Η θολωμένη θύμηση από την εποχή που ήταν ακόμα σπέρματα, μικρά, χνουδωτά σπέρματα με λεπτές μεταξωτές φτερούγες, που ξεκίνησαν κάποιο φθινόπωρο από τα ψηλά κλωνιά και ταξίδεψαν επί πτερύγων ανέμων. Πετούσαν από δω κι από κει, ορμητικά, ερωτικά, ανήσυχα. Πετούσαν πασίχαρα, ανάερα, αδέσμευτα, κι ήτανε μόνο το θεϊκό φύσημα της λευτεριάς που τα κυβερνούσε.

            (Ποιος δεν έχει να νειρευτεί ένα ζευγάρι αλλοτινές φτερούγες που σιγά σιγά έγιναν ρίζες και σκοινιά... Ρίζες και σκοινιά...).


            σπανή: εδώ χωρίς βλάστηση.
            προκατακλυσμικά: της εποχής πριν από τον κατακλυσμό, παμπάλαια.
            τέλμα: στάσιμο νερό που λιμνάζει, έλος, βούρκος, λάσπη.
            γανώνω: επαλείφω.
            έλυτρα: τα σκληρά φτερά των εντόμων.
            μοτίβο: το κεντρικό σημείο ενός μουσικού θέματος, σκοπός.
            τρίλια: αρμονικός συνδυασμός από ήχους που εκτελούνται ταυτόχρονα.
            πιλαλώ: τρέχω.
            ενάλιος: θαλάσσιος, της θάλασσας.
            καταπιόνας: λάρυγγας· εδώ μεταφορικά.
            ολολυγμός: δυνατή κραυγή, θρήνος.
            παλαμάρι: χοντρό σκοινί, καραβόσκοινο.
            κόμη: μαλλιά της κεφαλής.
            φλόκος: το μεσαίο πανί ιστιοφόρου πλοίου.

            1. Ο συγγραφέας δε δίνει απλώς την περιγραφή ενός τοπίου, αλλά και την επίδραση που ασκεί αυτό στον ψυχικό του κόσμο. Ποια είναι η επίδραση αυτή στις διαδοχικές φάσεις της περιγραφής;
            2. Ο συγγραφέας βάζει τα δέντρα να ονειρεύονται. Στην πραγματικότητα σε ποιον ανήκει αυτό το όνειρο; Τι το προκαλεί
            3. 10.
            4. ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΘΕΣΗ-ΕΚΦΡΑΣΗ
              Διαβάστε το διπλανό κείμενο προσεκτικά και προσπαθήστε να εντοπίσετε το νοηματικό του κέντρο. Στη συνέχεια να δώσετε τον κατάλληλο πλαγιότιτλο.

               

               

              ΑΓια να κατανοήσουμε την αρχαία ελληνική τραγωδία, είτε γενικά είτε στην πολιτική της διάσταση που μας ενδιαφέρει εδώ ειδικότερα, είναι απαραίτητο να απελευθερωθούμε για λίγο από τις δικές μας θεατρικές εμπειρίες και να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας ορισμένες ιδιομορφίες, οι οποίες καθορίζουν τη φυσιογνωμία αυτού του θεατρικού είδους στον 5ο αιώνα π. Χ. Έτσι, ενώ για μας σήμερα η παρακολούθηση μιας θεατρικής παράστασης είναι ιδιωτική υπόθεση, στην αρχαιότητα το γεγονός αυτό τοποθετείται στο κέντρο της κρατικής μέριμνας –απόδειξη ότι υπεύθυνος για τη διοργάνωση των θεατρικών εκδηλώσεων στην αρχαία Αθήνα ήταν ο επώνυμος άρχοντας. Αυτή η κρατική παρέμβαση γίνεται ευκολότερα κατανοητή, αν θυμηθούμε ότι οι παραστάσεις δεν ήταν, όπως είναι σήμερα, ανεξάρτητες πολιτιστικές εκδηλώσεις, αλλά αποτελούσαν αναπόσπαστο και σημαντικό τμήμα μιας σπουδαίας αθηναϊκής γιορτής, των Μεγάλων Διονυσίων, που τελούνταν την άνοιξη κάθε χρόνου (Μάρτιο-Απρίλιο). Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί στον εντοπισμό μιας ακόμη διαφοράς του αρχαίου από το σύγχρονο θέατρο: ο χαρακτήρας των έργων ήταν εφήμερος και ανεπανάληπτος, δηλαδή κανένα δράμα δεν παιζόταν πάνω από μια φορά, ενώ σήμερα τα έργα προορίζονται εξαρχής για πολλές επαναλήψεις.

              ΒΗ ένταξη του θεάτρου σε θρησκευτικό πλαίσιο και η συνακόλουθη μοναδικότητα της θεατρικής παράστασης προϋποθέτουν –και ταυτόχρονα εξηγούν– τη μεγάλη λαϊκή συμμετοχή στις εκδηλώσεις αυτές· δεν πρέπει, λοιπόν, να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι το αθηναϊκό θέατρο είχε τη δυνατότητα να φιλοξενήσει 17.000 θεατές, ένα σεβαστό δηλαδή ποσοστό του πληθυσμού της πόλης. Αν τώρα συνδυάσουμε αυτή την αθρόα προσέλευση των θεατών με μια μαρτυρία του Αριστοφάνη από την τελευταία δεκαετία του 5ου αιώνα, θα καταλάβουμε γιατί το αρχαίο θέατρο είχε πολιτική σημασία. Στους Βατράχους του ο μεγάλος κωμικός της αρχαιότητας υποστηρίζει ότι ο τραγικός ποιητής είναι δάσκαλος του λαού, και αυτό σημαίνει ότι διαμορφώνει το ήθος (αυτή η συμβολή αποδίδεται κυρίως στον Αισχύλο) και οξύνει τη διανοητική και κριτική ικανότητα των πολιτών (αυτός ο ρόλος αποδίδεται κυρίως στον Ευριπίδη). Η λειτουργία του ποιητή συνίσταται, επομένως, στη διαπαιδαγώγηση και την ευαισθητοποίηση του κοινού σε προβλήματα της εποχής τους με τη βοήθεια του μύθου.

              ΓΜε τη διαπίστωση αυτή θίγουμε ήδη μια σημαντική ιδιαιτερότητα της αρχαίας τραγωδίας, που αξίζει να επισημανθεί με ξεχωριστή έμφαση: Τα θέματα των τραγωδιών δεν ήταν προϊόντα πρωτότυπης επινόησης –άλλωστε το αίσθημα της πρωτοτυπίας και η κατοχύρωση των πνευματικών δικαιωμάτων είναι πράγματα άγνωστα στην αρχαιότητα– αλλά βασίζονταν σε γνωστούς και από παλιά παραδεδομένους μύθους. Όταν, λοιπόν, ο θεατής επισκεπτόταν το θέατρο, γνώριζε προκαταβολικά το θέμα του έργου. Αυτό σημαίνει ότι ο ποιητής επικέντρωνε τις δημιουργικές του προσπάθειες όχι τόσο στη θεματική πλευρά του δράματος, όσο στην ερμηνευτική επεξεργασία του μύθου και στην ψυχαγωγική –με την ετυμολογική σημασία του όρου– αποτελεσματικότητά του. Κατά την επεξεργασία του μύθου υπεισερχόταν –όπως είναι αναμενόμενο από κάθε λογοτεχνικό έργο που είναι προϊόν της εποχής που το γέννησε– και στοιχεία ή προβληματισμοί από τη σύγχρονη ζωή, όχι, βέβαια, με τη μορφή ρητών αναφορών ή συγκεκριμένων πληροφοριών ιστορικού τύπου αλλά με τη μορφή υπαινιγμών, που ο εντοπισμός τους είναι έργο της φιλολογικής ερμηνείας […].

              (Δ. I. Ιακώβ, Η πολιτική διάσταση των «Ευμενίδων» του Αισχύλου)

               

ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ //ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ /// ΛΕΞΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/4716/Lexiko-Logotechnikon-Oron_Gymnasiou-Lykeiou_html-apli/index12.htm

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/4716/Lexiko-Logotechnikon-Oron_Gymnasiou-Lykeiou_html-apli/index15.htm

Ρεαλισμός

Η πεποίθηση ότι η λογοτεχνία και, γενικά, η τέχνη έχει τη δυνατότητα και πρέπει να προσπαθεί να αντανακλά την πραγματικότητα απαντάται ήδη από την αρχαιότητα, στα έργα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Μ'  αυτή την έννοια, ο ρεαλισμός, η προσπάθεια δηλαδή για μια όσο το δυνατόν πιο πιστή και αντικειμενική απόδοση του εξω-κειμενικού κόσμου, υπήρχε ανέκαθεν στη λογοτεχνία ή, τουλάχιστον, σε ένα πολύ μεγάλο μέρος της. Και θα πρέπει να πούμε ότι αυτή η γενική έννοια του ρεαλισμού συνδέεται με δύο άλλα πολύ σημαντικά ζητήματα: της μυθοπλασίας (βλ. λέξη) και της αναφορικότητας (βλ. «λειτουργίες της γλώσσας»).

Ωστόσο, ο όρος «ρεαλισμός» έχει και μία άλλη, ειδικότερη έννοια. Πιο συγκεκριμένα, τον χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε μια τεχνοτροπία που εμφανίστηκε στην τέχνη γύρω στα μισά του 19ου αιώνα. Με αυτή την έννοια, ο ρεαλισμός δεν αναφέρεται αποκλειστικά στη λογοτεχνία αλλά και σε άλλες μορφές τέχνης, όπως για παράδειγμα στη ζωγραφική. Πάντως, σε ό,τι αφορά τη λογοτεχνία, η τάση που ονομάζουμε «ρεαλισμός», εκδηλώνεται αρχικά στη Γαλλία, με πρώτο και σημαντικότερο εκπρόσωπο τον Gustave Flaubert, συγγραφέα του περίφημου μυθιστορήματος Μαντάμ Μποβαρί.

Με το ρεαλισμό, η λογοτεχνία θέτει πλέον ως πρώτο στόχο της την πιστή απόδοση της πραγματικότητας, όπως βέβαια την αντιλαμβάνεται και τη βιώνει ο δημιουργός. Οι ρεαλιστές πεζογράφοι καλλιεργούν κυρίως το είδος του μυθιστορήματος και θεωρητικά επιδιώκουν την αντικειμενικότητα· αλλά όπως είναι φυσικό, όσο και αν αποφεύγουν τις συναισθηματικές εξάρσεις, τις κρίσεις και τις προσωπικές ερμηνείες, τα όσα γράφουν επηρεάζονται έστω και έμμεσα από τις πεποιθήσεις τους. Για το ρεαλιστικό μυθιστόρημα, θετικά στοιχεία θεωρούνται η αληθοφάνεια και η πειστικότητα. Οι συγγραφείς δε στοχεύουν καθόλου στον εντυπωσιασμό αλλά αφήνουν την πραγματικότητα να μιλήσει από μόνη της. Επιλέγουν θέματα οικεία στον αναγνώστη και σε γενικές γραμμές συνηθισμένα, προβάλλοντας τις εμπειρίες της καθημερινής ζωής. Οι ήρωές τους είναι κατά κάποιο τρόπο εκπρόσωποι της κοινωνίας και του πολιτισμού στον οποίο υποτίθεται ότι ανήκουν, και μολονότι πλαστοί, δεν παύουν να είναι αληθοφανείς.

Ο ρεαλισμός μπορεί να πάρει πολλές επιμέρους μορφές, ανάλογα με το συγκεκριμένο τομέα στον οποίο ρίχνει το βάρος της αναπαράστασής του ο συγγραφέας. Για παράδειγμα, με συγγραφείς όπως ο Ντοστογιέφσκι, έχουμε το λεγόμενο ψυχολογικό ρεαλισμό, με τον οποίο απεικονίζεται και την ίδια στιγμή διερευνάται ο ψυχικός κόσμος του ανθρώπου, ακόμη και στις πιο ακραίες εκδηλώσεις του. Από την άλλη πλευρά, όταν ο συγγραφέας επιμένει κυρίως στην απεικόνιση των κοινωνικών σχέσεων και προβλημάτων και αντιμετωπίζει κριτικά την ίδια την κοινωνία, γεννιέται ο λεγόμενος κοινωνικός ρεαλισμός, μέσα από τον οποίο θα προκύψει τελικά ο νατουραλισμός.

 

Τέλος, μια ιδιαίτερη και μάλλον ακραία μορφή ρεαλισμού είναι ο λεγόμενος σοσιαλιστικός ρεαλισμός, που καθιερώθηκε επίσημα στη Σοβιετική Ένωση από το 1934 και μετά, με απόφαση του κόμματος. Σύμφωνα με τους Σοβιετικούς θεωρητικούς, ένα λογοτεχνικό έργο ήταν αξιόλογο μόνο εφόσον αναπαριστούσε την ιστορική πραγματικότητα μέσα από την προοπτική της επανάστασης, με τελικό στόχο την εξύμνηση των ιδανικών του σοσιαλισμού κα την ηθική και πολιτική διαπαιδαγώγηση του λαού. Καθώς, λοιπόν, είναι μια τέχνη που απευθύνεται στον απλό λαό, πρέπει να προβάλλει τις θετικές πλευρές της σοβιετικής ζωής, μέσα από μορφές και είδη απλά και κατανοητά σε όλους (αυτός είναι και ο λόγος που στη Σοβιετική Ένωση καταδίκασαν τα έργα του μοντερνισμού, τα οποία θεωρούσαν ως ένδειξη παρακμής της Δύσης). Φυσικά, ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός ήταν μια μορφή όχι μόνο στρατευμένης αλλά και ελεγχόμενης λογοτεχνίας και δεν ανέδειξε έργα υψηλής λογοτεχνικής αξίας, με μόνη ίσως εξαίρεση το μυθιστόρημα Ο ήρεμος Ντον του Μιχαήλ Σολόχοφ. Επιπλέον, καθήλωσε τη λογοτεχνική παραγωγή στη Σοβιετική Ένωση σε αυτό το μοναδικό πρότυπο, αποκλείοντας κάθε δυνατότητα ή ελπίδα για εξέλιξη. Τέλος, θα πρέπει να πούμε ότι, εξαιτίας των διασυνδέσεων της Σοβιετικής Ένωσης με όλα σχεδόν τα κομμουνιστικά κόμματα του κόσμου, ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός επηρέασε ως ένα βαθμό τους αριστερούς συγγραφείς σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, ιδίως κατά τη μεταπολεμική περίοδο.

Σε ό,τι αφορά τη νεοελληνική λογοτεχνία, ο ρεαλισμός εμφανίζεται στo δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, με πολύ μικρή καθυστέρηση σε σχέση με τη Γαλλία. Πρόδρομοι της ρεαλιστικής πεζογραφίας μπορούν να θεωρηθούν τα μυθιστορήματα Θάνος Βλέκας  του Παύλου Καλλιγά και Πάπισσα Ιωάννα του Εμμανουήλ Ροΐδη, που δημοσιεύθηκαν το 1855 και το 1866 αντίστοιχα. Από εκεί και πέρα, το αγνώστου συγγραφέα Στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι  (1870) και ο Λουκής Λάρας του Δημήτριου Βικέλα, το 1879, συνιστούν τα πρώτα ρεαλιστικά αφηγήματα στη νεοελληνική λογοτεχνία. Στη συνέχεια, από την εποχή της ηθογραφίας και μετά, η νεοελληνική λογοτεχνία καλλιεργεί συστηματικά το ρεαλισμό σε όλες του σχεδόν τις μορφές και παραλλαγές, μέχρι και σήμερα.

(Βλ. Ηθογραφία, Νατουραλισμός, Στρατευμένη λογοτεχνία, Σχολή, ρεύμα, κίνημα)

 

Νατουραλισμός Νταντά
Ν
Νατουραλισμός

Ο νατουραλισμός είναι ένα λογοτεχνικό κίνημα που εμφανίζεται στη Γαλλία, τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Εισηγητής και πιο διάσημος εκπρόσωπός του είναι ο πεζογράφος Émile Zola.

 

eikonaN01

Ο Γάλλος πεζογράφος Émile Zola (1840-1902) υπήρξε ο εισηγητής του νατουραλισμού και ο βασικός θεωρητικός υποστηρικτής τoυ.

 

Ο νατουραλισμός συνδέεται αποκλειστικά με την πεζογραφία και πιο συγκεκριμένα με το μυθιστόρημα. Στην ουσία, συνιστά το αποκορύφωμα, την πιο ακραία εκδοχή του ρεαλισμού, με τον οποίο μοιράζεται ορισμένα κοινά στοιχεία. Για παράδειγμα, τόσο στο ρεαλισμό όσο και στο νατουραλισμό, ο συγγραφέας επιλέγει απλά θέματα από την καθημερινή ζωή και προσπαθεί να μιμηθεί, να αναπαραστήσει δηλαδή πιστά την πραγματικότητα. Κοινό στοιχείο είναι και η κριτική απέναντι στην κοινωνία της εποχής, η οποία όμως στο νατουραλισμό γίνεται ο πρώτος στόχος και εμφανίζεται πραγματικά πολύ σκληρή.

Συγκεκριμένα, ο νατουραλιστής συγγραφέας καταγγέλλει μέσα από το έργο του την κοινωνική εξαθλίωση και, γενικά, τις απαράδεκτες συνθήκες στις οποίες είναι αναγκασμένοι να ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Η κοινωνία μας και ο πολιτισμός της, υποστηρίζουν οι νατουραλιστές, δεν είναι αντάξια του ανθρώπου· γι' αυτό και στα έργα τους υπερτονίζουν τις πιο αρνητικές και άσχημες καταστάσεις της ζωής, παρουσιάζοντας την πραγματικότητα γυμνή, χωρίς καμία προσπάθεια για ωραιοποίηση ή συγκάλυψη των αποκρουστικών πλευρών της, χωρίς πρόσθετα σχόλια ή συναισθηματισμούς. Με αυτόν τον τρόπο, φιλοδοξούν να προκαλέσουν την έντονη αντίδραση του κοινού, ίσως και τη διαμαρτυρία ή την εξέγερση.

Για να επιτύχουν όλα αυτά, οι νατουραλιστές επιδιώκουν την πιστή, τη φωτογραφική σχεδόν απόδοση της πραγματικότητας, μέσα από πληθώρα λεπτομερειών και εξονυχιστική παρατήρηση. Όπως λέει ο ίδιος ο Zola, κάθε μυθιστόρημα πρέπει να είναι μια «φέτα ζωής», ένα κομμάτι αληθινής ζωής. Οι εξαντλητικές περιγραφές, λοιπόν, χώρων, ανθρώπων, φυσιογνωμιών αλλά και καταστάσεων είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του νατουραλισμού.

Ένα δεύτερο γνώρισμα, απόλυτα ταιριαστό με τα παραπάνω, είναι η επιλογή ιδιαίτερα προκλητικών θεμάτων από το περιθώριο της κοινωνικής ζωής. Οι ήρωες του νατουραλισμού είναι οι απόκληροι και τα θύματα της κοινωνίας, οι καταπιεσμένοι και οι αδικημένοι, άτομα του υπόκοσμου, ψυχικά και σωματικά άρρωστοι κτλ. Οι νατουραλιστές, μάλιστα, επιμένουν ιδιαίτερα στους τρόπους με τους οποίους διαμορφώνεται η συμπεριφορά και η ηθική του ανθρώπου. Σύμφωνα με τον Zola, η ελευθερία αλλά και η ηθική ευθύνη του ανθρώπου περιορίζονται δραματικά εξαιτίας των δυνάμεων που επιδρούν επάνω του. Οι δυνάμεις αυτές είναι τόσο εξωτερικές, όπως λ.χ. η κοινωνία, οι περιστάσεις ή η φύση, όσο και εσωτερικές, όπως οι βιολογικές καταβολές και η κληρονομικότητα, οι έμφυτες ορμές, το ένστικτο και γενικά οι δυνάμεις του ασυνείδητου. Μ' άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν έχει πολλά περιθώρια επιλογής και δρα κάτω από συνεχείς καταναγκασμούς.

Οι απόψεις αυτές του Zola είναι, βέβαια, επηρεασμένες απ' τις θεωρίες της εποχής, και κυρίως απ' τον ντετερμινισμό και το θετικισμό. Άνθρωποι όπως ο Δαρβίνος, ο Auguste Comte και ο Hippolyte Taine τόνιζαν τότε τη σημασία των κληρονομικών χαρακτηριστικών και των επιρροών του περιβάλλοντος για τον άνθρωπο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σύμφωνα με το Δαρβίνο, η ζωή είναι ένας συνεχής αγώνας για επιβίωση, στον οποίο επικρατεί τελικά ο πιο ισχυρός. Υιοθετώντας τις απόψεις αυτές, ο Zola χαρακτηρίζει κάθε κοινωνικό πρόβλημα ως αναγκαίο κακό που δεν μπορεί να διορθωθεί, αφού τα αίτια που το προκαλούν είναι φυσικά. Το μυθιστόρημα, λέει ο Zola, πρέπει να αποτελεί ένα είδος πειραματισμού που θα καταδεικνύει τα φαινόμενα αυτά και θα προσπαθεί να τα εξηγήσει, ακριβώς όπως γίνεται και στις θετικές επιστήμες.

 

eikonaN02

Ανδρέας Καρκαβίτσας (1865-1922): ο Ζητιάνος του είναι ίσως το πιο σημαντικό νατουραλιστικό αφήγημα στη νεοελληνική λογοτεχνία

 

Θα πρέπει να πούμε ότι η κοινωνική κατάσταση της εποχής, όπως είχε διαμορφωθεί από τη βίαιη εκβιομηχάνιση και την ανεξέλεγκτη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς, πρόσφερε άφθονο υλικό στους νατουραλιστές. Στη χώρα μας, δεν υπήρχαν, βέβαια, οι ίδιες συνθήκες. Πάντως, ο νατουραλισμός κάνει την εμφάνισή του και στη νεοελληνική λογοτεχνία, χωρίς πάντοτε να μπορεί να διακριθεί από την ηθογραφία. Πιο συγκεκριμένα, νατουραλιστικά στοιχεία συναντάμε σε πολλά πεζά έργα της εποχής (τέλη 19ου - αρχές 20ού αιώνα), με κυριότερο το Ζητιάνο  του Ανδρέα Καρκαβίτσα (1896).

(Βλ. Ηθογραφία, Ρεαλισμός, Σχολή, ρεύμα, κίνημα)

ΗΘΟΓΡΑΦΙΑ /// ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΞΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

ΠΗΓΗ : http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/4716/Lexiko-Logotechnikon-Oron_Gymnasiou-Lykeiou_html-apli/index06.htm
Ηθογραφία

Με τον όρο «ηθογραφία» χαρακτηρίζουμε μια τάση της νεοελληνικής πεζογραφίας, που ξεκινά λίγο μετά το 1880 και συνεχίζεται ως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Όπως φαίνεται και από τις χρονολογίες αυτές, η ηθογραφία συνδέεται άμεσα με τη λογοτεχνική γενιά του 1880, καθώς και με την ανάπτυξη του νεοελληνικού διηγήματος.

Τι ακριβώς σημαίνει «ηθογραφία» όμως; Σε σχέση με τη λογοτεχνία, ο όρος απαντάται για πρώτη φορά το 1770· και στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα χρησιμοποιείται ήδη με το νόημα που του αποδίδουμε και σήμερα: για να προσδιορίσει μια συγκεκριμένη κατηγορία πεζών κειμένων με πολλά κοινά χαρακτηριστικά.

Όλα τα ηθογραφικά κείμενα, λοιπόν, έχουν ως βασικό τους στόχο την όσο το δυνατόν πιο πιστή παρουσίαση της ζωής στην ελληνική ύπαιθρο και στο ελληνικό χωριό, με τις τοπικές παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα, καθώς και τις συνήθειες, το χαρακτήρα και τη νοοτροπία του απλού ελληνικού λαού. Οι ήρωες της ηθογραφικής πεζογραφίας είναι σχεδόν πάντα οι απλοί άνθρωποι της υπαίθρου.

Η ηθογραφία είναι ένα φαινόμενο καθαρά ελληνικό. Σε σχέση με τα όσα συμβαίνουν την εποχή εκείνη στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μπορούμε να πούμε ότι η ηθογραφία είναι η ελληνική εκδοχή του ρεαλισμού και, ως ένα βαθμό, του νατουραλισμού. Παράλληλα, έχει επηρεαστεί από το πνεύμα του θετικισμού, καθώς και από την επιστήμη της λαογραφίας, που αρχίζει να αναπτύσσεται στη χώρα μας από το 1870 και μετά, με κυριότερο εκπρόσωπο το Νικόλαο Πολίτη.

 

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1857-1911): παρ' όλο που ξεκίνησε να γράφει μυθιστορήματα, έγινε γνωστός κυρίως για τα διηγήματά του, χάρη στα οποία αναδείχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους ηθογράφους της νεοελληνικής κοινωνίας της εποχής του.

 

Από πλευράς λογοτεχνικής, το έργο που προετοιμάζει το έδαφος για την ηθογραφική πεζογραφία, είναι το μυθιστόρημα του Δημήτριου Βικέλα Λουκής Λάρας, που δημοσιεύεται το 1879. Η ηθογραφία, όμως, γεννιέται πραγματικά το 1883, όταν το περιοδικό Εστία, ένα από τα πλέον σημαντικά της εποχής, προκηρύσσει διαγωνισμό για συγγραφή διηγήματος «με θέμα ελληνικό». Ο διαγωνισμός αυτός κινεί το ενδιαφέρον πολλών νέων πεζογράφων, καθώς και των άλλων περιοδικών και εφημερίδων της εποχής, που αρχίζουν να ζητούν συνεχώς ελληνικά διηγήματα για δημοσίευση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, μέσα στην πενταετία 1883-1888, να εμφανιστούν όλοι σχεδόν οι σημαντικοί εκπρόσωποι της ηθογραφίας: καταρχήν ο Γεώργιος Βιζυηνός, που θεωρείται ο βασικός εισηγητής του ηθογραφικού διηγήματος, καθώς και οι Γεώργιος Δροσίνης, Μιχαήλ Μητσάκης, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Κώστας Κρυστάλλης, Ανδρέας Καρκαβίτσας, Χρήστος Χρηστοβασίλης, Ιωάννης Κονδυλάκης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Γιάννης Βλαχογιάννης, Αργύρης Εφταλιώτης κ.ά.

Οι ηθογράφοι καλλιέργησαν σχεδόν αποκλειστικά το διήγημα και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι συνέβαλαν αποφασιστικά στην ανάπτυξη του είδους και στην καθιέρωσή του στη νεοελληνική λογοτεχνία. Εξάλλου, σε ό,τι αφορά τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της ηθογραφίας, θα πρέπει να σημειώσουμε τα εξής:

  • — τα ηθογραφικά διηγήματα χαρακτηρίζονται συνήθως από έναν έντονο λυρισμό και εμπνέονται σε πολύ μεγάλο ποσοστό από τα προσωπικά βιώματα και τις εμπειρίες των ίδιων των συγγραφέων· πολύ συχνό, μάλιστα, είναι το φαινόμενο κάθε πεζογράφος να χρησιμοποιεί τον τόπο καταγωγής του ως πλαίσιο για τα έργα του
  • — οι περισσότεροι συγγραφείς αρέσκονται στην εθιμογραφία και τη λαογραφία, στην αναλυτική δηλαδή καταγραφή των εθίμων και των ηθών του λαού, που πολλές φορές αποβαίνει σε βάρος της λογοτεχνικής αξίας των έργων τους (υπάρχουν π.χ. διηγήματα που απλώς καταγράφουν έθιμα, χωρίς να πετυχαίνουν τίποτε περισσότερο)· σε άλλες περιπτώσεις, βέβαια, όταν τα έθιμα εντάσσονται φυσιολογικά στον αφηγηματικό κορμό και στο μύθο του διηγήματος, το αποτέλεσμα είναι πολύ επιτυχημένο
  • — δεν πρέπει να απορούμε που το ελληνικό διήγημα συνδέθηκε σχεδόν αμέσως με την απεικόνιση της ζωής στην ύπαιθρο και το χωριό· στα τέλη του 19ου αιώνα, αυτή είναι η κυρίαρχη εικόνα ελληνικής ζωής (αστική ζωή δεν έχει πραγματικά αρχίσει να υπάρχει στην Ελλάδα)
  • — η γενιά του 1880 συνδέεται με το γλωσσικό ζήτημα, στο οποίο πήρε θέση υπέρ του δημοτικισμού· δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ηθογραφικό διήγημα συνιστά την πρώτη συστηματική προσπάθεια για συγγραφή πεζών λογοτεχνικών έργων στη δημοτική γλώσσα (σ' αυτό βοήθησε και το γεγονός ότι οι ήρωες είναι άνθρωποι του λαού, που φυσικά μιλούν μεταξύ τους στη δημοτική, χρησιμοποιώντας τους γλωσσικούς ιδιωματισμούς της περιοχής τους, τους οποίους οι συγγραφείς ενδιαφέρονται να αναπαράγουν πιστά)
  • — υπάρχουν αρκετοί ηθογράφοι συγγραφείς που το έργο τους δεν παρουσιάζει ουσιαστική εξέλιξη και μοιάζουν να επανέρχονται συνεχώς σε παραλλαγές του ίδιου θέματος· άλλοι, όμως, έδωσαν σπουδαία έργα και οδήγησαν σταδιακά στο πέρασμα από την ηθογραφία προς το ρεαλισμό και το νατουραλισμό
  • —  η ηθογραφία χρησιμοποιήθηκε συχνά ως μέσο για την επίτευξη στόχων εντελώς ξένων προς τη λογοτεχνία, όπως τα διάφορα ηθικοπλαστικά διδάγματα, η συστηματική καλλιέργεια ενός πατριωτικού φρονήματος και μιας εθνικής ιδεολογίας κτλ.· κι αυτό ισχύει τόσο για τους συγγραφείς όσο και για τους κριτικούς ή μελετητές

(Βλ. Σχολή, ρεύμα, κίνημα).

Πώς ο εθισμός στην οθόνη αλλοιώνει τη σκέψη των παιδιών

Διαστάσεις πανδηµίας λαμβάνει η έκθεση των παιδιών στις οθόνες των κινητών και των τάμπλετ από πολύ μικρή, ακόμη και τη βρεφική ηλικία. Παιδαγωγοί, εκπαιδευτικοί και ψυχολόγοι αρχίζουν ήδη να διαπιστώνουν τις μαθησιακές δυσκολίες που προκαλεί η ψηφιακή ζωή των παιδιών: Εχουν εθιστεί στο διαρκές και έντονο ερέθισμα που δίνουν οι συσκευές, είναι πια πολύ πιο δύσκολο να συγκεντρωθούν σε κάτι άλλο. Ο τρόπος με τον οποίο μαθαίνουν έχει αλλάξει, χάνουν το ενδιαφέρον τους για τα βιβλία, και όταν δεν είναι «συνδεδεμένοι» παραπονιούνται πως βαριούνται.

Οι ειδικοί κάνουν λόγο στην «Κ» για απώλεια ελέγχου και εφιστούν την προσοχή όλων, και κυρίως των γονιών, για την αρνητική επίδραση των τάμπλετ και των κινητών τηλεφώνων στην ανάπτυξη των παιδιών. Οι πρώτες επιπτώσεις φαίνονται στο δημοτικό σχολείο, ωστόσο στο γυμνάσιο τα προβλήματα εντείνονται. «Είναι οι συνέπειες όταν η οθόνη κάνει babysitting…» ανέφερε στην «Κ» η καθηγήτρια Παιδιατρικής στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, Μαρίνα Τσολιά.

«Είναι το μόνιμο παράπονο των γονιών. Τα παιδιά δεν διαβάζουν στο σπίτι βιβλία, γιατί είναι συνεχώς μπροστά σε ένα τάμπλετ. Αυτό τα κουράζει, τους αποσπά την προσοχή και δεν εξασκούνται –δεν τους γίνεται συνήθεια– να δίνουν χρόνο σε ένα βιβλίο, που θέλει εστίαση. Στην τάξη είναι νευρικά. Να σας πω πως όταν στις εκθέσεις γράφουν για τη σχέση με τους φίλους τους, μιλούν για τις συνομιλίες τους μέσα από ψηφιακά δίκτυα και πλατφόρμες και όχι π.χ. στο πάρκο ή σε μια βόλτα», παρατηρεί στην «Κ» ο Λάμπρος Γιαννούχος, δάσκαλος σε σχολείο της Χαλκίδας. Αυτή η κατάσταση δυσκολεύει και τη διδασκαλία στην τάξη ενώ οδηγεί και σε αναγκαία αλλαγή των διδακτικών μεθόδων. «Εχω δει η οθόνη να κουράζει ιδιαίτερα τους μαθητές, και να τους δυσκολεύει στο διάβασμα. Αυτό επηρεάζει και τον τρόπο που μελετούν τα μαθήματα», τονίζει.

Ηδη από δύο (!) χρόνων πολλά παιδιά «παίζουν» με το τάμπλετ των γονιών τους ή διαθέτουν τα ίδια τάμπλετ ή κινητό τηλέφωνο. Ωστόσο, η χρήση των συσκευών αυτών «μονιμοποιείται» από το δημοτικό σχολείο. Ερευνα από την αρμόδια Μονάδα του Νοσοκομείου Παίδων Αγία Σοφία – Αγλαΐα Κυριακού έχει δείξει ότι το 78% των παιδιών ηλικίας 5 έως 12 ετών χρησιμοποιεί το Ιντερνετ, ενώ το ποσοστό ανεβαίνει στο 90% στην ηλικιακή ομάδα 10-12 ετών.

Το… ψαλίδι

«Οι γονείς παραπονιούνται ότι τα παιδιά περνούν πολλές ώρες το απόγευμα μπροστά σε μία οθόνη ή και ότι αρχίζουν να παίζουν παιχνίδια νωρίς το πρωί πριν έλθουν στο σχολείο. Αυτό επηρεάζει την αντίληψή τους, τον τρόπο που λειτουργούν, που μεγαλώνουν. Για παράδειγμα, έχω διαπιστώσει πως τα παιδιά τα τελευταία χρόνια διαθέτουν λιγότερες απτικές ικανότητες, δηλαδή δεν μπορούν να κάνουν χρήση εργαλείων όπως π.χ. ένα ψαλίδι στα εικαστικά, να κάνουν λεπτές κινήσεις. Επίσης, την τελευταία δεκαετία έχει παρατηρηθεί ότι η απόδοση των μαθητών μειώνεται σταθερά. Και αυτό εντοπίζεται στη μαθηματικολογική σκέψη, στην κατανόηση κειμένων και στο διάβασμα», προσθέτει ο Αλέξανδρος Κουπατσιάρης, δάσκαλος στη Σητεία και γονιός ενός τετράχρονου αγοριού.

«Τα παιχνίδια στους υπολογιστές είναι φτιαγμένα έτσι ώστε να δημιουργούν εξάρτηση στον χρήστη τους. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι πως παρέχουν άμεση ανταμοιβή, όπως π.χ. η ντοπαμίνη, και επηρεάζουν τα κέντρα του εγκεφάλου».

«Τα παιδιά σπαταλούν τον χρόνο στο τάμπλετ, χάνουν το ενδιαφέρον τους για τα βιβλία, αποσπώνται συχνά από αυτό που κάνουν, αποξενώνονται, δεν παίζουν πια έξω από το σπίτι, δεν κινούνται, δεν κάνουν βόλτες. Είναι συνεχώς μπροστά σε μια οθόνη, δημιουργούν μία πλαστή πραγματικότητα και μέσω αυτής ερμηνεύουν τον κόσμο», προσθέτει ο κ. Κουπατσιάρης.

«Οι άνθρωποι σκέφτονται ότι τα τάμπλετ είναι ηλεκτρονικά παιχνίδια. Αλλά δεν είναι. Κάναμε μία έρευνα για τον χρόνο που ένα βρέφος 18 έως 24 μηνών πρέπει να σπαταλά με τα αγαπημένα του παιχνίδια – ένα βιβλίο, έναν κύβο, ένα αυτοκινητάκι, μία κούκλα. Είναι κατά μέσο όρο 20 λεπτά. Εντούτοις τα παιδιά σπαταλούν στο τάμπλετ πολύ περισσότερο χρόνο. Αυτό μόνο μας λέει ότι πρόκειται για μία θεμελιωδώς διαφορετική εμπειρία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο βέβαια, μπορεί η χρήση των συσκευών αυτών να καταλήξει ψυχαναγκαστική, παθολογική και εθιστική. Και ο χρόνος μπροστά στη συσκευή αντικαθιστά άλλες σημαντικές δραστηριότητες για την ανάπτυξη του παιδιού, όπως το διάβασμα, η άσκηση, το παιχνίδι, οι ανθρώπινες συναναστροφές», παρατηρεί, μιλώντας στην «Κ» για το θέμα, ο Δημήτρης Χρηστάκης, καθηγητής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον και διευθυντής του Κέντρου για την Παιδική Υγεία, Συμπεριφορά και Ανάπτυξη στο νοσοκομείο Παίδων του Σιάτλ. Η συμβουλή του είναι τα παιδιά να μην κάνουν χρήση οθονών πριν να συμπληρώσουν τους 18 μήνες και κατόπιν με την επίβλεψη των γονιών.

Οι χρόνοι χρήσης

«Τα παιχνίδια στους υπολογιστές είναι φτιαγμένα έτσι ώστε να δημιουργούν εξάρτηση στον χρήστη τους. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι πως παρέχουν άμεση ανταμοιβή, όπως π.χ. η ντοπαμίνη, και επηρεάζουν τα κέντρα του εγκεφάλου», παρατηρεί στην «Κ» η Ιλια Θεοτοκά, κλινική ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο. Η Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία έχει ορίσει τους χρόνους χρήσης μιας συσκευής από ένα βρέφος και ένα νήπιο. Τους πρώτους 18 μήνες δεν πρέπει καθόλου να εκτίθεται σε οθόνη (στις οθόνες περιλαμβάνεται, εκτός από υπολογιστή και τηλέφωνο και η τηλεόραση). Κατόπιν, από 18 έως 24 μηνών μπορεί να κάνει χρήση οθόνης το πολύ 30 λεπτά την ημέρα, πάντα με την επιτήρηση του γονιού και παρακολουθώντας συγκεκριμένα προγράμματα. Από τα 2 έως τα 5 του χρόνια, το νήπιο μπορεί να απασχοληθεί σε μία οθόνη έως μία ώρα, και μετά τα 5 έτη ο χρόνος μπροστά σε μία οθόνη αυξάνεται σε μιάμιση ώρα την ημέρα και από δύο ώρες το Σάββατο και την Κυριακή.

Τηρούνται τα όρια από τους γονείς; «Χρησιμοποιούν το τάμπλετ των γονιών τους και δεν είναι εύκολο να τεθούν όρια. Διεθνής μελέτη έχει δείξει ότι το 30% των παιδιών εκτίθεται στην οθόνη πριν από τα δύο τους χρόνια, και το 60% πριν από τα 5 τους χρόνια. Να σημειώσω ότι η τεχνολογία αποτελεί εκπαιδευτικό εργαλείο αλλά δεν έχει θετικά αποτελέσματα πριν από τα 5 χρόνια», λέει η κ. Θεοτοκά, προσθέτοντας πως το τάμπλετ σαφώς επηρεάζει το παιδί, ακόμη κι αν το χρησιμοποιήσει για να διαβάσει ένα κείμενο ή ένα βιβλίο. «Στο τάμπλετ τα μάτια γίνονται πιο ξηρά και ο εγκέφαλος μαθαίνει λιγότερο. Ο οπτικός και ο γνωστικός έλεγχος εξελίσσεται καλύτερα όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο στο χέρι παρά στο τάμπλετ».

Η κατάχρηση, φυσικά, έχει αρνητικές επιπτώσεις στις νοητικές λειτουργίες του οργανισμού που είναι η σκέψη, η προσοχή, η ρύθμιση του συναισθήματος, η συγκέντρωση. Μάλιστα, ο κ. Χρηστάκης παρουσιάζει τη διάσταση του θέματος τονίζοντας ότι «με δεδομένο ότι τα τάμπλετ έχουν μπει στη ζωή μας περίπου εδώ και μία δεκαετία, δεν έχουμε καν συνειδητοποιήσει πλήρως τις επιπτώσεις τους».

Οταν το κινητό τηλέφωνο είναι δίπλα στο βιβλίο

Από τα τέλη του Δημοτικού και σίγουρα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, το κινητό τηλέφωνο αρχίζει να γίνεται βαριά εξάρτηση! Οι καθηγητές του Γυμνασίου παρατηρούν όλο και περισσότερο στους μαθητές διάσπαση της προσοχής, άγχος, υπερκινητικότητα κατά τη διάρκεια του μαθήματος. «Η κατάχρηση της οθόνης τα έχει αποξενώσει λειτουργικά από τη μελέτη ενός τυπωμένου βιβλίου», λέει στην «Κ» καθηγητής σε Γυμνάσιο της Αθήνας. Με δεδομένη τη χρήση από τα παιδιά των συσκευών οθόνης εδώ και μία δεκαετία, είναι πλέον καιρός να μελετηθούν οι επιπτώσεις τους στη μαθησιακή λειτουργία. Ηδη ο ΟΟΣΑ στον επόμενο διαγωνισμό PISA το 2025, εκτός από τις δεξιότητες των 15χρονων στην κατανόηση κειμένου, τις φυσικές επιστήμες και τα μαθηματικά, θα αξιολογήσει και την ικανότητα των εφήβων να μαθαίνουν σε έναν ψηφιακό κόσμο. Μάλιστα, ο ΟΟΣΑ ρωτά εάν η αύξηση της χρήσης των ψηφιακών μέσων απομακρύνει τους μαθητές από τα τυπωμένα βιβλία. «Σαφώς η χρήση ψηφιακών μέσων έχει επηρεάσει τον τρόπο ανάγνωσης βιβλίων, τόσο σχολικών όσο και λογοτεχνικών», παρατηρεί στην «Κ» η Μαρία Τσολιά, καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και διευθύντρια Παιδιατρικής Κλινικής στο Παίδων Αγλαΐα Κυριακού. «Είναι μονόδρομος η χρήση των οθονών. Αλλά ο κίνδυνος στην εφηβική ηλικία μεγαλώνει, διότι εκτός από τις επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία του παιδιού, πρέπει να υπάρχει έλεγχος σε τι είδους υλικό εκτίθενται στο Διαδίκτυο. Εχουμε σε αυξανόμενη συχνότητα περιστατικά παιδιών που ξενυχτούν, που πέφτει η απόδοσή τους στο σχολείο και επιβραδύνεται η ανάπτυξή τους, που αντιμετωπίζουν προβλήματα στην ανάπτυξη της γλώσσας, της γνωσιακής λειτουργίας και έλλειμμα στη συναισθηματική τους ωρίμανση», παρατηρεί, προσθέτοντας τους κινδύνους για παχυσαρκία και μυοσκελετικά προβλήματα.

«Διαβάζοντας ένας έφηβος έχοντας στο πλάι του το κινητό, κουράζεται πάρα πολύ. Ο εγκέφαλός μας δεν είναι φτιαγμένος για έντονες παράλληλες εργασίες. Τις διεκπεραιώνει με μεγάλο κόστος».

Στρεσογόνο δίπολο

«Οταν ο έφηβος διαβάζει και έχει δίπλα του ένα κινητό τηλέφωνο κουράζεται πάρα πολύ. Είναι στην ηλικία που οι νοητικές του λειτουργίες είναι πολύ ισχυρές και αυτό το δίπολο τον στρεσάρει. Ο εγκέφαλός μας δεν είναι φτιαγμένος για έντονες παράλληλες εργασίες. Τις διεκπεραιώνει αλλά αυτό έχει ένα κόστος. Σε μελέτες έχει βρεθεί ότι μια πνευματική εργασία μπορεί να καθυστερήσει έως και 400% όταν διακόπτεται από δραστηριότητα κάποιας οθόνης που βρίσκεται δίπλα. Μάλιστα επηρεάζεται ακόμη και όταν ο έφηβος αποφασίσει να αγνοήσει το κινητό του τηλέφωνο. Και αυτό γιατί το έχει στο μυαλό του και αυτό επηρεάζει την εστιασμένη προσοχή του», παρατηρεί στην «Κ» η Ιλια Θεοτοκά, κλινική ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο. Στην ηλικία των 15 ίσως πια είναι αργά για να βάλουν οι γονείς τα όρια.

«Μπορεί και πάνω από πέντε ώρες την ημέρα…»

Oσο κι αν γίνεται προσπάθεια για μέτρο στη χρήση τάμπλετ ή κινητού τηλεφώνου, η πειθαρχία δεν είναι εύκολη. Ακόμη κι αν οι γονείς θέλουν να την επιβάλλουν, τα παιδιά παρασύρονται από τους φίλους τους. «Στις διακοπές μπορεί να ξεπεράσω τις πέντε ώρες την ημέρα στο κινητό τηλέφωνο. Οταν έχω σχολείο, υπολογίζω ότι ασχολούμαι γύρω στις 4 με 5 ώρες», παραδέχεται στην «Κ» ο 14χρονος Βασίλης, μαθητής στην Γ΄ Γυμνασίου. Πρώτη φορά απέκτησε τάμπλετ στα πρώτα χρόνια του δημοτικού σχολείου, το οποίο άλλαξε μία φορά. Στην ΣΤ΄ Δημοτικού πήρε το smart του. «Νιώθω κουρασμένος αρκετές φορές όταν χρησιμοποιώ το κινητό τηλέφωνο. Αλλά οι φίλοι έχουν τηλέφωνο και επικοινωνούμε, οπότε είναι δύσκολο να το αφήνω», παρατηρεί.

Οπως αναφέρουν οι γιατροί, ακόμη κι αν μειωθούν οι ώρες χρήσης μιας συσκευής οθόνης, το παιδί έχει μάθει να κάνει πολλές λειτουργίες μέσα από την οθόνη, όπως ας πούμε να μελετά και να διασκεδάζει. Δεν του είναι οικείοι, έχουν «εξασθενήσει» οι άλλοι τρόποι χαλάρωσης. Για να συμβεί αυτό μετράει η ηλικία του παιδιού όταν απέκτησε την πρώτη του συσκευή και η χρήση που έκανε.

«Νίωθω κουρασμένος αρκετές φορές όταν το χρησιμοποιώ. Αλλά οι φίλοι μου έχουν τηλέφωνο και επικοινωνούμε, οπότε είναι δύσκολο να το αφήνω».

Από ένα τάμπλετ πήραν δώρο για τις γιορτές των Χριστουγέννων ο 11χρονος Γιώργος και ο 10χρονος Σταύρος, αδέλφια από την Αθήνα. Ο πρώτος είχε ήδη αλλά «δεν ήταν καλό, είχε παλιώσει», όπως λέει στην «Κ», ο δεύτερος είχε μόνο ένα κινητό τηλέφωνο αφής. Και οι δύο δεν θυμούνται σε ποια ηλικία είχαν την πρώτη επαφή με κάποια συσκευή με οθόνη. «Στο τάμπλετ παίζω παιχνίδια και βλέπω βίντεο. Δεν νομίζω πως κάνω μεγάλη χρήση, για παράδειγμα δεν ξυπνώ το πρωί να παίξω πριν το σχολείο», λέει ο Γιώργος, που παραδέχεται όμως ότι «κάποιες φορές κουράζομαι, τσούζουν τα μάτια μου». Οι πρώτες ημέρες του Σταύρου με το τάμπλετ ήταν αργίες, οπότε ας θεωρηθεί λογικό ότι πέρασε πολλές ώρες μπροστά στην οθόνη του. «Οταν είχα μόνο το κινητό τηλέφωνο αφής, έπαιζα μόνο παιχνίδια. Βαριέμαι να γράφω μηνύματα, ούτε έκανα κλήσεις. Οι περισσότεροι συμμαθητές έχουν και τάμπλετ και κινητό τηλέφωνο. Εγώ στο κινητό δεν έχω εφαρμογές για να μιλάω με συμμαθητές μου», εξηγεί.

Οι γονείς των δύο αγοριών δηλώνουν ότι ελέγχουν τη χρήση του τάμπλετ από τα παιδιά, ωστόσο, όπως παραδέχονται, μέσα στις γιορτές των Χριστουγέννων άφησαν τα παιδιά να χαρούν τα δώρα τους. «Είναι γεγονός πως ανησυχούμε για τυχόν κατάχρηση. Το βλέπουμε στα παιδιά πολλών φίλων μας, είναι ανησυχητικό και δυστυχώς είναι… κολλητικό γιατί το ένα παιδί επηρεάζει το άλλο. Οταν αρχίσουν τα μαθήματα θα περιοριστεί το τάμπλετ. Αλλωστε, τα απογεύματα έχουν δραστηριότητες», παρατηρεί στην «Κ» η μητέρα τους.

Οι αριθμοί

Εως και 400% μπορεί να καθυστερήσει μια πνευματική εργασία όταν κάποια οθόνη βρίσκεται δίπλα
78% των παιδιών ηλικίας 5 έως 12 ετών χρησιμοποιούν το Ίντερνετ
30% των παιδιών εκτίθενται στην οθόνη πριν από τα δύο τους χρόνια και το 60% πριν από τα 5
Πριν από τους 18 μήνες, δεν πρέπει τα βρέφη να εκτίθενται σε οθόνη σύμφωνα με την Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία
70% των Ελλήνων 15χρονων δηλώνουν ότι το διάβασμα δεν συγκαταλέγεται στις αγαπημένες τους συνήθειες, σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ /// ΠΩΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΠΕΡΙΛΗΨΗ /// ΤΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΞΟΥΜΕ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

[https://filologika.gr/lykio/g-lykiou/genikis-pedias/neoelliniki-glossa/perilipsi/]

ΟΡΙΣΜΟΣ

Περίληψη είναι η σύντομη απόδοση του περιεχομένου ενός κειμένου, η οποία μπορεί να υποκαταστήσει το αρχικό κείμενο. Είναι προσωπική δημιουργία, με πληροφοριακό ύφος, χωρίς ίχνος σχολιασμού ή κριτικής.

Είδη περίληψης

Α) Εκτενής περίληψη: Συντίθεται από τα βασικά σημεία ανά παράγραφο και καλύπτει σε έκταση το ένα τρίτο του αρχικού κειμένου.

Β) Συνοπτική περίληψη: Συντίθεται από τα βασικά σημεία ανά νοηματική ενότητα και καλύπτει σε έκταση το ένα έκτο του αρχικού κειμένου.

 

ΠΡΟΣΟΧΗ

Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση των βημάτων για την προετοιμασία και τη σύνθεση της περίληψης, θα πρέπει να σταθούμε με προσοχή στον τρόπο οργάνωσης του διαγράμματος ενός κειμένου. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία σχεδιαγράμματος είναι να κρατήσουμε σημειώσεις.

Κρατάμε σημειώσεις, όταν θέλουμε να συγκρατήσουμε τα κύρια σημεία ενός κειμένου. Πρόκειται για μια αφαιρετική διαδικασία, κατά την οποία επισημαίνουμε το ουσιώδες και παραλείπουμε το επουσιώδες. Με τη διαδικασία αυτή:

α. αποταμιεύουμε και αφομοιώνουμε ευκολότερα γνώσεις και

 

β. οξύνουμε την κριτική μας ικανότητα.

Είδη σημειώσεων

Μπορούμε να κρατήσουμε σημειώσεις με δύο τρόπους:

 

α. Σημειώσεις ανά παράγραφο

  1. Εντοπίζουμε τα κύρια συστατικά της παραγράφου, δηλαδή τη θεματική περίοδο (ή το θέμα της, αν δεν υπάρχει θεματική περίοδος) και τις πιο σημαντικές λεπτομέρειες.
  2. Επισημαίνουμε τις διαρθρωτικές λέξεις, με τις οποίες δηλώνονται: το αίτιο-αποτέλεσμα, η αντίθεση- εναντίωση, ο όρος-προϋπόθεση, η επεξήγηση, η έμφαση, το συμπέρασμα κτλ.
  3. Αποδίδουμε το περιεχόμενο των σημειώσεων με πλαγιότιτλο.

β. Σημειώσεις ανά νοηματική ενότητα

Όταν καλούμαστε να κρατήσουμε σημειώσεις από τα κεφάλαια ενός βιβλίου, από τα μέρη ενός κειμένου (πρόλογος, κύριο μέρος, επίλογος) ή από ένα σύνολο παραγράφων με ενιαίο νοηματικό κέντρο, τότε εργαζόμαστε σε ευρύτερες νοηματικές ενότητες. Έτσι συντάσσουμε έναν πλαγιότιτλο για κάθε νοηματική ενότητα.

Είδη πλαγιότιτλων

Οι πλαγιότιτλοι μπορούν να έχουν δύο μορφές, ανάλογα με την προσωπική μας επιλογή και το σκοπό για τον οποίο γράφονται. Έτσι λοιπόν οι πλαγιότιτλοι αποδίδονται:

α. με κανονικές φράσεις.

β. τηλεγραφικά, με παράλειψη ρημάτων, άρθρων κ.ά. λέξεων που εννοούνται εύκολα.

Διάγραμμα κειμένου

Είτε λοιπόν έχουμε κρατήσει σημειώσεις ανά παράγραφο είτε ανά νοηματική ενότητα και έχουμε εξαγάγει τους κατάλληλους πλαγιότιτλους, μπορούμε στη συνέχεια να προχωρήσουμε στη δημιουργία του διαγράμματος του κειμένου μας.

Το διάγραμμα είναι ένα σχέδιο που παρουσιάζει τη συλλογιστική πορεία που ακολουθείται κατά την ανάπτυξη ενός θέματος και τη δομή του κειμένου που το πραγματεύεται. Κατά συνέπεια, σε αυτό φαίνονται τα δομικά μέρη του κειμένου (πρόλογος, κύριο μέρος, επίλογος) και ανά μέρος, ενότητα και παράγραφο σημειώνονται οι πλαγιότιτλοι.

Δημιουργία Περίληψης

Η δημιουργία της περίληψης χωρίζεται σε δύο βασικά στάδια: την προετοιμασία και τη σύνθεση, στα οποία πραγματοποιούμε συγκεκριμένα βήματα για να επιτύχουμε το ποθητό αποτέλεσμα. Ας τα δούμε αναλυτικά.

ΒΗΜΑ 1ο: ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ

  1. Διαβάζουμε το κείμενο που μας δίνεται, ώστε να γίνει κατανοητό το περιεχόμενο του. Σε περίπτωση άγνωστων λέξεων προσπαθούμε να τις ερμηνεύσουμε είτε μέσα από τα συμφραζόμενα, είτε μέσα από ομόρριζα ή παράγωγα τους.
  2. Αναζητούμε τη βασική ιδέα του κειμένου, δηλαδή το νοηματικό κέντρο του (ίσως σε αυτό το σημείο να χρειαστεί μια δεύτερη ανάγνωση). Σε αυτή την αναζήτηση μάς βοηθούν ιδιαίτερα οι παρακάτω διαδικασίες:
  3. Εντοπίζουμε τις βασικές έννοιες του κειμένου, ενώ παράλληλα υπογραμμίζουμε λέξεις ή φράσεις που τις διασαφηνίζουν ή τις συμπληρώνουν.
  4. Διακρίνουμε τη δομή του κειμένου, βήμα απολύτως απαραίτητο προκειμένου η περίληψη μας να ακολουθήσει την αρχική μορφή του. Σε αυτό το σημείο χρήσιμη είναι η τεχνική των πλαγιότιτλων ή της υπερδομής (εντοπισμός στοιχείων όπως: χώρος, χρόνος, πρόσωπα, γεγονός, πρόβλημα κτλ.)
  • Επιλέγουμε τις απολύτως απαραίτητες λεπτομέρειες, οι οποίες είτε διασαφηνίζουν είτε τεκμηριώνουν το νοηματικό κέντρο του κειμένου.
  1. Οργανώνουμε το σχεδιάγραμμα της περίληψης ακολουθώντας τους κανόνες δομής μιας παραγράφου (θεματική περίοδος, λεπτομέρειες, κατακλείδα).

ΒΗΜΑ 2ο: ΣΥΝΘΕΣΗ

  1. Ακολουθώντας το σχεδιάγραμμα που έχουμε ήδη οργανώσει, προχωρούμε στη σύνθεση της περίληψης, ξεκινώντας απαραιτήτως από το είδος (δοκίμιο, άρθρο κ.λ.π.) και το σκοπό του κειμένου και τη στάση του συγγραφέα. Μπορούμε προαιρετικά να προσθέσουμε και άλλα στοιχεία, όπως το όνομα του συγγραφέα, τον τίτλο του κειμένου ή κ.τ.λ.).
  2. Το ύφος της περίληψης οφείλει να είναι πληροφοριακό, αφού έχει ως στόχο να πληροφορήσει με συντομία, σαφήνεια και ακρίβεια τον αναγνώστη για το αρχικό κείμενο. Επομένως οποιαδήποτε προσπάθεια μίμησης του ύφους του συγγραφέα είναι απολύτως άσκοπη. Η περίληψη είναι δική μας εργασία που μεταφέρει τις ιδέες και το πνεύμα ενός άλλου εκτενέστερου κειμένου.
  3. Επιλέγουμε την ενεργητική σύνταξη, όταν χρειάζεται να τονιστεί το πρόσωπο που ενεργεί (υποκείμενο), και την παθητική, όταν δίνεται έμφαση στην πράξη ή στο ίδιο το κείμενο (απρόσωπο ύφος).
    1. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ: Ο συγγραφέας του κειμένου τονίζει, υποστηρίζει, διαπιστώνει, επισημαίνει, διατυπώνει, εκφράζει, θίγει, υπερασπίζεται, επιχειρηματολογεί, προσεγγίζει, επιχειρεί να προσδιορίσει..
    2. ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ:  Το κείμενο πραγματεύεται, ασχολείται, αναφέρεται, ισχυρίζεται.. Εναλλακτικά Στο κείμενο εκφράζεται, παρουσιάζεται, προβάλλεται, ερμηνεύεται, ερευνάται, σχολιάζεται, διερευνάται, υποστηρίζεται.
  4. Εφαρμόζουμε τις κατάλληλες τεχνικές πύκνωσης:
    • αντικαθιστούμε τις δευτερεύουσες προτάσεις με μετοχές, π.χ. Επειδή το κράτος θέσπισε αυστηρούς νόμους… ð θεσπίζοντας το κράτος αυστηρούς νόμους.. :
    • αποφεύγουμε τις ερωτηματικές προτάσεις (ευθείες ή πλάγιες) και προτιμούμε προτάσεις κρίσης, π.χ. Μήπως είναι απαράδεκτο, αναρωτιέται κάποιος, το να μένουμε παθητικοί δέκτες με όσα συμβαίνουν ð Είναι απαράδεκτο να μένουμε απαθείς με όσα συμβαίνουν.
    • αντικαθιστούμε ένα αρνητικού περιεχομένου ρήμα με ένα θετικό, π.χ. δεν ενστερνίζεται τις απόψεις του ð απορρίπτει τις απόψεις του, δεν λησμόνησε ð θυμήθηκε.
    • ένα σύνολο πράξεων το αντικαθιστούμε με ένα σύνολο που περιγράφει τη συγκεκριμένη ενέργεια, π.χ. πλύθηκε, χτενίστηκε, ντύθηκε κι έφυγε… ð ετοιμάστηκε κι έφυγε.
    • μια περίφραση καλό θα είναι να την αντικαθιστούμε με ένα μονολεκτικό τύπο, π.χ. ο ένας βοηθάει τον άλλο ð αλληλοβοηθιόμαστε.
    • αντικαθιστούμε τις αναφορικές προτάσεις με ένα ισοδύναμο ουσιαστικό, επίθετο ή επίρρημα, π.χ. καλό θα είναι να μην καταλαμβάνουν τις θέσεις ευθύνης άτομα που δεν αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες ð καλό θα είναι να μην καταλαμβάνουν τις θέσεις ευθύνης άβουλα άτομα.
    • αντικαθιστούμε τα υπώνυμα με το υπερώνυμό τους, π.χ. τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδες, περιοδικά… ð τα μέσα ενημέρωσης.
    • μετατρέπουμε την παθητική σύνταξη σε ενεργητική (η σύνταξη παραμένει παθητική μόνο αν θέλουμε να τονίσουμε την πράξη), π.χ. Από το Υπουργείο Παιδείας ανακοινώθηκαν οι βάσεις για την εισαγωγή των υποψηφίων στα ΑΕΙ και ΤΕΙ ð Το ΥΠΕΠΘ ανακοίνωσε τις βάσεις....

Προσοχή

Χρήσιμη, επίσης, επισήμανση για το περιληπτικό μας κείμενο είναι: να μην χρησιμοποιούμε απαριθμήσεις, αποσιωπητικά, βραχυλογίες, αρκτικόλεξα. Επιπλέον, αν το αρχικό μας κείμενο έχει διαλογική μορφή, στο περιληπτικό κείμενο ο διάλογος αποδίδεται με γ’ (τρίτο) ρηματικό πρόσωπο. Ακόμη, αν οι ιδέες του συγγραφέα εκτίθενται μεταφορικά, εμείς τις αποδίδουμε κυριολεκτικά.

  1. Χρησιμοποιούμε τις κατάλληλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις, ώστε η περίληψη να έχει συνοχή (δηλαδή ομαλή και ολοκληρωμένη σύνδεση των μερών του κειμένου), κάτι που επιτυγχάνεται με επιρρήματα, σύζευξη, διάζευξη κ.τ.λ. βλ. Συνοχή. Η συνεκτικότητα επίσης (δηλαδή η εξασφάλιση ενιαίου και λογικού νοήματος) πρέπει να είναι ένας ακόμη στόχος της περίληψης μας, βλ. Συνεκτικότητα. Επιπλέον, χρησιμοποιούμε ρήματα δήλωσης, όπως: αναφέρω, τονίζω, υπογραμμίζω, επισημαίνω κ.τ.λ. που βοηθούν στη μεταφορά του περιεχομένου του αρχικού κειμένου.

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ

Κατά τη σύνταξη της περίληψης χρησιμοποιούμε τα παρακάτω ρήματα (συνήθως) για να μεταφέρουμε με οικονομία λέξεων στον αναγνώστη- διορθωτή τις έννοιες που κυριαρχούν στο αρχικό κείμενο.

Αναφορική όψη

  1. Όταν αναφερόμαστε στην αναφορική (ποιοτική) όψη του κειμένου χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:

Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:

– διατυπώνει τη γνώμη, προτείνει, δηλώνει, εισηγείται, ανακοινώνει

– αναφέρει, μνημονεύει, παραθέτει αυτολεξεί (ένα άλλο κείμενο)

– σχολιάζει, ερμηνεύει, συζητά (ένα άλλο κείμενο)

– παρατηρεί, διαπιστώνει

– ορίζει με ακρίβεια, προσδιορίζει, καθορίζει

– αποσαφηνίζει, διευκρινίζει, επεξηγεί

– εξηγεί, αιτιολογεί

– ονομάζει, αποκαλεί, χαρακτηρίζει

– συγκρίνει, αντιθέτει, αντιπαραθέτει, αντιπαραβάλλει

– επιχειρηματολογεί (υπέρ ή κατά), υπερασπίζεται, υποστηρίζει, υπεραμύνεται, συνηγορεί

– συμφωνεί με, ταυτίζεται με, δικαιολογεί

– ανασκευάζει, απορρίπτει, αντικρούει, αντιτείνει, αντιπροτείνει

– τεκμηριώνει, στηρίζει (την άποψη του)

– αποδεικνύει, δείχνει

– κρίνει αξιολογεί, αποτιμά

– διαβεβαιώνει, βεβαιώνει, ισχυρίζεται, αποφαίνεται, υποστηρίζει, επιμένει (ότι), προβλέπει

– λέει, σημειώνει, τονίζει, επισημαίνει, υπογραμμίζει

– πραγματεύεται, εξετάζει, συζητά, ασχολείται (με), αναφέρεται (σε)

– αναλύει, αναπτύσσει

– ορίζει

– διαιρεί, ταξινομεί

– περιγράφει

– απαριθμεί, συμπληρώνει, προσθέτει

– αφηγείται, διηγείται

– αναρωτιέται, απορεί

– ρωτά

– υποδεικνύει, προτείνει, αντιπροτείνει, συμβουλεύει, συστήνει

– απολογείται

– εύχεται

– εξεγείρεται, αγανακτεί, εκφράζει την έκπληξη του

Ποσοτική όψη

  1. Όταν θέλουμε να δείξουμε την ποσοτική όψη, δηλαδή το χρόνο που αφιερώνει ο συντάκτης του αρχικού κειμένου σε κάθε σκέψη-ιδέα του, χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:

Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:

– προσπερνά βιαστικά, με συντομία

– αποσιωπά, παραλείπει, δεν αναφέρει / αναφέρεται

– θίγει πλαγίως, έμμεσα, επιφανειακά

– εξετάζει διεξοδικά, αναλυτικά, προσεκτικά, συζητά διεξοδικά

– ανοίγει – κλείνει – τερματίζει τη συζήτηση

– εξαντλεί το θέμα, συμπεραίνει

– προσθέτει, υπογραμμίζει, επισημαίνει

Μεταγλωσσική όψη

  1. Σε περίπτωση που υπάρχει αναφορά σε άλλα κείμενα, τότε για να δηλώσουμε τη μεταγλωσσική όψη, χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:

Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:

– επεξηγεί, συγκεκριμενοποιεί (για άλλο κείμενο)

– παραφράζει (για άλλο κείμενο)

Διορθωτική όψη

  1. Σε περίπτωση που ο συντάκτης του κειμένου σε κάποιο σημείο υπαναχωρεί από τις αρχικές του θέσεις (διορθωτική όψη) χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:

Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:

– τροποποιεί, αλλάζει (τη διατύπωση)

– διορθώνει (τον εαυτό του / τους συνομιλητές του)

– ανασκευάζει τα επιχειρήματα

– αναιρεί όσα είπε

Διαλογική όψη

  1. Σε περίπτωση που το κείμενο έχει διαλογική μορφή (διαλογική όψη) για να αποδώσουμε την πορεία της συνομιλίας χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:

Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:

– απευθύνει το λόγο

– παρεμβαίνει

– δίνει τον λόγο

– διακόπτει

– ζητά τον λόγο

– απαντά

– παίρνει, υφαρπάζει τον λόγο

– δευτερολογεί

– διεκδικεί τον λόγο

– απευθύνεται

Οργανωτική όψη

  1. Τέλος, για να αποδώσουμε την οργανωτική όψη του αρχικού κειμένου χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:

Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:

– αρχίζει, προλογίζει

– μεταβαίνει (σε άλλο θέμα)

– συνεχίζει

– παρεκβαίνει

– τελειώνει, καταλήγει, συμπεραίνει, ανακεφαλαιώνει

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Προκειμένου να εντοπίσουμε με ασφάλεια τις υπάρχουσες νοηματικές σχέσεις του κειμένου μπορούμε να εντοπίσουμε συγκεκριμένους κειμενικούς δείκτες (διαθρωτικές λέξεις) που δηλώνουν καθορισμένες έννοιεςΛειτουργούμε δηλαδή ανάποδα, από τις λέξεις ανακαλύπτουμε το νόημα, το οποίο και παρουσιάζουμε στη συνέχεια στην περίληψή μας.

  1. Αιτιολόγηση

εξαιτίας, επειδή, γιατί, διότι, αφού, μια και, μια που, που, ένας ακόμη λόγος, καθώς, αυτό (οφείλεται, εξηγείται ερμηνεύεται, αιτιολογείται), εφόσον, (η αιτία ο λόγος, η εξήγηση) είναι, γι’ αυτό το λόγο, έτσι, με αιτιολογικές μετοχές ή εμπρόθετους προσδιορισμούς της αιτίας κ.τ.λ.

  1. Αποτέλεσμα

γι’ αυτό το λόγο, ως επακόλουθο, κατά συνέπεια, αποτέλεσμα / απόρροια / απότοκο όλων αυτών, και γι’ αυτό, ώστε, έτσι που, λοιπόν, κ.τ.λ.

  1. Αντίθεση – εναντίωση

Αλλά, μα, όμως, και όμως, παρά, μόνο, παρόλο, ωστόσο, εντούτοις, μάλιστα, έπειτα, μολαταύτα, εξάλλου, αντίθετα, σε αντίθεση, απεναντίας, διαφορετικά, ειδάλλως, ειδεμή, αλλιώς, αλλιώτικα, από την άλλη πλευρά, πάλι, ενώ, αν και, και αν, μολονότι, αντίστροφα, ενάντια, στον αντίποδα, ακόμη κι αν, παρ’ όλα αυτά, δε συμβαίνει όμως το ίδιο, όχι μόνο… αλλά και, όχι μόνο… αλλά και να, και που, και ας. όχι μόνο δεν… μα ούτε, όχι μόνο… παρά, όχι μόνο να μην… αλλά ούτε και να, όχι μόνο να μη… αλλά να κ.τ.λ.

  1. Χρονική σχέση

αρχικά, προηγουμένως, στη συνέχεια, πρώτα, ύστερα, πριν, εντωμεταξύ, έπειτα, τέλος, όταν, καθώς, όποτε, μόλις, αργότερα κ.τ.λ.

  1. Ένας όρος, προϋπόθεση

αν, εκτός αν, σε περίπτωση που, με την προϋπόθεση, σε περίπτωση που κ.τ.λ.

  1. Επεξήγηση

δηλαδή, αυτό σημαίνει, ειδικότερα, με άλλα λόγια, ήτοι, συγκεκριμένα, με όσα είπα προηγουμένως εννοούσα, για να γίνω πιο σαφής, (για να με καταλάβετε) θα σας το πα­ρουσιάσω με άλλο τρόπο, κ.τ.λ.

  1. Έμφαση

το σημαντικότερο απ’ όλα, το κυριότερο, είναι αξιοσημείωτο ότι, αξίζει να σημειωθεί πως, εκείνο που προέχει, θα έπρεπε να τονιστεί ότι, αξιοπρόσεκτο είναι πως, ιδιαίτερα σημαντικό είναι, πρέπει ακόμη να σημειωθεί, θα ήθελα να τονίσω το εξής… να επιστήσω την προσοχή σας κ.τ.λ.

  1. Παράδειγμα – διευκρίνιση

λόγου χάρη, π. χ., για παράδειγμα κ.τ.λ.

  1. Επεξήγηση

δηλαδή, ειδικά, ειδικότερα, συγκεκριμένα κ.τ.λ.

  1. Απαρίθμηση επιχειρημάτων, εισαγωγή μιας καινούριας ιδέας

πρώτο… δεύτερο, καταρχήν, τελικά, το επόμενο επιχείρημα / θέμα που θα μας απασχολήσει κ.τ.λ.

  1. Διάρθρωση του κειμένου

το άρθρο / η μελέτη / η εισήγηση / η ομιλία μου χωρίζεται σε… μέρη: στο πρώτο κ.τ.λ.

  1. Συμπέρασμα, συγκεφαλαίωση

για να συνοψίσουμε, συγκεφαλαιώνοντας/ επιλογικά / συμπερασματικά θα λέγαμε ότι, λοιπόν, τελικά, συνάγεται το συμπέρασμα, ανακεφαλαιώνοντας κ.τ.λ.

  1. Γενίκευση

γενικά, τις περισσότερες φορές, ευρύτερα, κ.τ.λ.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

  • Η έκταση της περίληψης είναι το 1/3 του αρχικού κειμένου ή όση ορίζεται στις οδηγίες.
  • Η ανάπτυξη των κύριων σημείων του κειμένου μέσα στην περίληψη πρέπει να είναι ισοζυγισμένη.
  • Αποφεύγουμε να αλλάξουμε το πρόσωπο ή το χρόνο του ρήματος στο οποίο είναι διατυπωμένο το αρχικό κείμενο. (Κυρίως. γ’ ενικό ή α’ πληθυντικό )
  • Αποφεύγουμε, όσο είναι δυνατό, τη χρήση λέξεων ή φράσεων του κειμένου καθώς και τη συγγραφή αποσπασμάτων από το αρχικό κείμενο.
  • Αποδίδουμε τα νοήματα όπως εκφράζονται στο κείμενο, ανεξάρτητα από το αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε με τις θέσεις του συγγραφέα. Τις δικές μας απόψεις τις αναφέρουμε μόνο αν μας ζητηθούν.

Για να μεταφερθείτε σε κάποια από τις σελίδες στις οποίες πραγματοποιείται αναλυτική παρουσίαση επιμέρους στοιχείων Θεωρίας  για την Έκφραση Έκθεση απλώς επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα:

 

ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΥΠΟΣ από τράπεζα θεμάτων

[πηγή: https://www.trapeza-thematon.gr/Search]

Διαδόσεις και κουτσομπολιό
Το απόσπασμα προέρχεται από το κείμενο της Jean Seaton με τίτλο «Δημόσιο, ιδιωτικό και μέσα ενημέρωσης» και αντλήθηκε από το βιβλίο «Τα μέσα ενημέρωσης στον 21ο αιώνα» (Επιμέλεια: Στ. Παπαθανασόπουλος, εκδ. Καστανιώτη, 2011).

Οι αλλαγές στην τεχνολογία των μέσων επικοινωνίας και η επιτάχυνση στην ειδησεογραφική διαδικασία έχουν συμβάλει σε μια άλλη τάση: στη διόγκωση των διαδόσεων. Μια πτυχή αυτής της τάσης είναι η αναφορά «γεγονότων» που, πολύ απλά, δεν είναι αλήθεια, εξαιτίας της πίεσης να διαδοθούν με ταχύτητα παρά να «αναλωθούν» χρόνος και πηγές για να ελεγχθούν τα στοιχεία. Ένα άλλο στοιχείο είναι η κατασκευή ιστοριών που «πουλάνε» και οι οποίες προέρχονται από κομμάτια που μπορεί να είναι ακριβή. Μια σειρά γεγονότων μπορούν να συνδεθούν και να οδηγήσουν σε ένα ψέμα -κι αυτό συμβαίνει συχνά. Οι δημοσιογράφοι εκπαιδεύονται να ελέγχουν την ακρίβεια αυτών που μπορεί να ονομάζουμε «συστατικά» μιας ιστορίας. Αλλά αυτό είναι εντελώς διαφορετικό από το να ρωτάμε εάν η ιστορία είναι μια ακριβής απεικόνιση της πραγματικότητας, η οποία θα αξίζει να της δοθεί χώρος και θα προσελκύσει αναγνώστες και θεατές. Αγνοούν, απορρίπτουν και αποκλείουν με αδίστακτο τρόπο κάθε στοιχείο που δεν υποστηρίζει την ιστορία. Πράγματι, ελάχιστοι δημοσιογραφικοί οργανισμοί (και οι περισσότεροι από αυτούς υπό πίεση) έχουν την πολυτέλεια ή την τάση να θέτουν ευρύτερα και πιο γενικά ερωτήματα για τη σημασία των ιστοριών. Και ακόμα και αυτοί οι οργανισμοί υποτάσσουν συνήθως τα ερωτήματά τους αυτά στις απαιτήσεις της αφήγησης μιας ιστορίας που θα είναι εύκολο για το κοινό να την κατανοήσει.

Η ιστορία που για τους δημοσιογράφους είναι συνήθως ελκυστική δεν είναι μια νέα ή δύσκολη ιστορία, αλλά μάλλον ένα εύληπτο αφήγημα που όλοι οι άλλοι συναγωνίζονται να πουν. Πράγματι, από τη στιγμή που θα ξεκινήσει μια τρέλα, μπορεί να τροφοδοτηθεί με κάτι λίγο περισσότερο από μια απλή επανάληψη, ίσως αρκετά αστήρικτη, κάποιων παλαιότερων δημοσιευμάτων του Τύπου. […] Έτσι, καθώς η προσφορά των ειδήσεων αυξάνεται, υπάρχει ένας πιο ανελέητος αγώνας να προσελκύσουν την προσοχή του κοινού μακριά από τον θόρυβο των άλλων μέσων ενημέρωσης -κι άλλων πηγών ψυχαγωγίας-, που αδημονούν να προσελκύσουν μέσα από κραυγές και ψιθύρους τα μέλη του κοινού. Σε ένα τέτοιο καταπιεστικό κλίμα, οι προβλέψιμες και συναρπαστικές ειδήσεις σχετικά με προσωπικές αποτυχίες πουλάνε πιο εύκολα παρά οι πολύπλοκες ατελέσφορες αφηγήσεις. Συνεπώς, τα ιδιωτικά παραπτώματα αποτελούν καλύτερες ιστορίες από την πολιτική.

Κείμενο 2

Τενεσί των Αμπελοκήπων (απόσπασμα)
Το απόσπασμα προέρχεται από το ομότιτλο διήγημα του Κωνσταντίνου Μούσσα και περιλαμβάνεται στη συλλογή «Μεσοτοιχίες» (εκδ. Κέδρος, 2021).

Παρατήρησε, ακολουθώντας το περίεργο όραμα, την οθόνη με τα έντονα κόκκινα γράμματα και τις τονισμένες: Έκτακτη Επικαιρότητα. […] Μια σαδιστική πραγματικότητα, που εδώ και μερικές βδομάδες βίωνε ολόκληρος ο πλανήτης και για εκείνον παρέμενε εντελώς αδιάφορη.

Δεν φοβόταν, όχι γιατί δεν είχε τίποτα να χάσει, αλλά γιατί ό,τι του είχε απομείνει ήταν ασήμαντο γι’ αυτόν. Μόλις έξι εφτά μήνες φερμένος από ένα ορεινό χωριό της Κορινθίας, φοιτητής πλέον στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, δεν είχε φίλους, δεν ήξερε καλά την απρόσωπη πόλη και δεν έβγαινε έτσι κι αλλιώς συχνά. Πριν από την καραντίνα κατέβαινε τη λεωφόρο Αλεξάνδρας αργά το βράδυ, ακούγοντας δυνατά μουσική από το κινητό και πίνοντας καφέ στο χέρι. Παρατηρούσε τις γερασμένες πολυκατοικίες, τα κλειστά μαγαζιά, με πρώτο και καλύτερο το θρυλικό ζαχαροπλαστείο Σόνια, τα παρατημένα παρκάκια με τους άστεγους και τους μετανάστες, τις πιτσαρίες και τα κέντρα αισθητικής μετις φωτεινές επιγραφές και τις κακόγουστες επωνυμίες. Κατέβαινε τη φαρδιά λεωφόρο σαν σε νεκρική πομπή των δικών του αναμνήσεων ή άλλοτε σαν σε γιορτινή και επινίκια παρέλαση για όλες τις μέχρι τότε χαμένες μάχες, για όλες τις ταπεινωτικές ήττες. Ο ξαφνικός χωρισμός του από τη Μυρτώ, μια γλυκιά, μοναχική κοπέλα, συμμαθήτριά του στο λύκειο, ο θάνατος σε αυτοκινητικό δυστύχημα του καλύτερού του φίλου Αλέξη, ως κι αυτή η «επιτυχία» στις Πανελλήνιες, που τον οδήγησε στα σπλάχνα του κήτους των Αθηνών, στην κοιλιά του θηρίου, στο αρχαίο χωνευτήριο τόσων και τόσων ψυχών. Εκείνος αγαπούσε το θέατρο, τα φώτα, τη σκηνή. Τι γύρευε σ’ αυτή την πόλη, σ’ αυτή τη σχολή, σ’ αυτό το διαμέρισμα; […]

Διέσχισε απειλητικά και πάλι την οθόνη της τηλεόρασης, μια αρμάδα κατακόκκινων τετραγωνισμένων γραμμάτων - σχημάτιζαν ηχηρές λέξεις και προτάσεις, που σάλπιζαν γενικό συναγερμό στους έντρομους τηλεθεατές: «Έκτακτη Επικαιρότητα. Δελτίο Ειδήσεων σε τίτλους...».

[Ο τύπος ως μέσο που ασκεί κριτική και εκφράζει απόψεις]
Το κείμενο είναι διασκευασμένο απόσπασμα από τη φοιτητική εργασία της Μ. Ε. Ψαραδάκη Η διά τύπου κριτική και η οριοθέτησή της (2004).

Ο τύπος επιτελεί μια σημαντικότατη λειτουργία στις δημοκρατικές κοινωνίες, παρέχοντας βήμα για την ελεύθερη διατύπωση απόψεων πάνω στα θέματα της καθημερινότητας. Η πολυμορφία και η ποικιλία του έντυπου και του ηλεκτρονικού τύπου αποτελούν την καλύτερη πραγμάτωση της ελευθερίας λόγου και έκφρασης, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα σε κάθε πολίτη να ενημερωθεί, να ακούσει ή να διαβάσει αντικρουόμενες απόψεις, να προβληματιστεί και ενδεχομένως να σχηματίσει τη δική του άποψη.

Όμως, αυτή είναι μόνο η μια πλευρά του ζητήματος, γιατί εξαιτίας αυτής της ελευθερίας δημιουργείται ο κίνδυνος προσβολής άλλων δικαιωμάτων, που σχετίζονται με την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια του ατόμου. Όλοι όσοι εκφράζονται μέσω του τύπου συνήθως ασχολούνται με κάποιο γεγονός ή πρόσωπο και επ’ αυτού εκφέρουν γνώμη, από τον πιο έγκριτο δημοσιογράφο, που παρουσιάζει ένα εθνικό θέμα υψίστης σημασίας, μέχρι την πρωτοεμφανιζόμενη τηλεοπτική «περσόνα» 1, που σχολιάζει τον παίκτη ενός ριάλιτι τηλεπαιχνιδιού. […]

Αναφορά θα πρέπει να γίνει ειδικά σε ένα σύγχρονο φαινόμενο που σχετίζεται με τα ριάλιτι τηλεπαιχνίδια και την οξεία κριτική που δέχονται οι συμμετέχοντες σε αυτά. Πολλές εκπομπές και δημοσιεύματα σε περιοδικά αντλούν τη θεματολογία τους από τα όσα συμβαίνουν σε τέτοια παιχνίδια με έμφαση στα πρωτοεμφανιζόμενα σε αυτά άτομα. Από τη μια, το να παρουσιάζονται οι εξελίξεις ή οι χαρακτήρες των παικτών, καθώς εμφανίζονται και αποκαλύπτονται, είναι λογικό και αναμενόμενο. Όμως, τι γίνεται όταν σχολιάζονται ως προσωπικότητες και μάλιστα με βάναυσο τρόπο; Όταν τα τηλεοπτικά και δημοσιογραφικά συνεργεία εισβάλλουν στις οικογένειές τους και με χαρακτηριστική ευκολία αποκαλύπτουν στοιχεία του παρελθόντος τους, ιδιαίτερα ευαίσθητα και προσωπικά; Σε ποιον βαθμό μπορούν όλοι όσοι γράφουν ή εμφανίζονται στα τηλεοπτικά πάνελ να κρίνουν και να χαρακτηρίζουν χωρίς περιορισμούς και συνέπειες αυτούς που επέλεξαν να συμμετάσχουν στα εν λόγω παιχνίδια;

Από τα παραπάνω ερωτήματα γίνεται φανερό ότι δεν μπορεί στον βωμό της ελευθερίας του τύπου να θίγονται άλλα δικαιώματα. Γι’ αυτό, λοιπόν, θα πρέπει να αναζητηθούν τα όρια στην ελευθερία της έκφρασης και της κριτικής, ώστε να μην συγκρούεται το σημαντικό αυτό δικαίωμα με άλλα, εξίσου σημαντικά, κατοχυρωμένα δικαιώματα.

1 τηλεοπτική «περσόνα»: το προσωπείο που υιοθετούν τα εμφανιζόμενα άτομα στην τηλεόραση

Κείμενο 2

Τρώες
Το ποίημα είναι του Κ. Π. Καβάφη (1863-1933), από τη συλλογή Τα Ποιήματα. Τόμ. Α΄ (1897–1918). Επιμ. Γ. Π. Σαββίδης. 4η έκδ. Αθήνα: Ίκαρος.

Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων· 2
είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι 3 κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε
να ’χουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.—

Είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφαση και τόλμη
θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά, 4
κι έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.

Aλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλιτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κι αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κι η Εκάβη κλαίνε.

[1905]

2 χτυπημένος από τη συμφορά, δυστυχισμένος
3 λίγο, λιγάκι (εδώ επίρρημα)
4 πλήγμα, χτύπημα

 

τ-2022 Ύλη: Θεματική Ενότητα 1: Πληροφόρηση Θεματική Ενότητα 3: Τύπος Θεματική Ενότητα 4: Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης - Κοινωνικά Δίκτυα
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ (ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ)
Β΄ ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΛ

Κείμενο 1
Νόμπελ Ειρήνης 2021: Ποιοι είναι οι δύο νικητές

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Η Καθημερινή» στις 08.10.2021.

Η Μαρία Ρέσα από τις Φιλιππίνες και ο Ντμίτρι Μουράτοφ από τη Ρωσία, και οι δύο δημοσιογράφοι στο επάγγελμα, είναι οι νικητές του Νόμπελ Ειρήνης για το 2021. Το βραβείο απονεμήθηκε για τις προσπάθειές τους να διαφυλάξουν την ελευθερία της έκφρασης, που αποτελεί προαπαιτούμενο για τη δημοκρατία και τη διατήρηση της ειρήνης.

«Η κ. Ρέσα και ο κ. Μουράτοφ βραβεύονται με το Νόμπελ Ειρήνης για τη θαρραλέα μάχη τους υπέρ της ελευθερίας της έκφρασης στις Φιλιππίνες και στη Ρωσία», δήλωσε η πρόεδρος της Νορβηγικής Επιτροπής, Μπέριτ Ρέις Άντερσεν σε συνέντευξη Τύπου. Συμπλήρωσε ότι «οι δύο νικητές εκπροσωπούν όλους τους δημοσιογράφους που αγωνίζονται για αυτό το ιδεώδες σε έναν κόσμο όπου η δημοκρατία και η ελευθερία του Τύπου αντιμετωπίζουν ολοένα και συχνότερα αντίξοες συνθήκες».

Ηλικίας 59 ετών, ο Μουράτοφ, ένας από τους ιδρυτές και διευθυντής της ρωσικής εφημερίδας Νόβαγια Γκαζέτα, «εδώ και δεκαετίες υπερασπίζεται την ελευθερία της έκφρασης στη Ρωσία σε όλο και πιο δύσκολες συνθήκες», υπογράμμισε η επιτροπή. Η 58χρονη Μαρία Ρέσα, από την πλευρά της, με το ερευνητικό μέσο ενημέρωσης Rappler πουσυνίδρυσε το 2012, «χρησιμοποιεί την ελευθερία της έκφρασης για να εκθέσει τις καταχρήσεις της εξουσίας και τον αυξανόμενο αυταρχισμό στη χώρα στην οποία γεννήθηκε,τις Φιλιππίνες», τις οποίες κυβερνά ο Ροντρίγκο Ντουτέρτε, πρόσθεσε η επιτροπή.

Το φετινό βραβείο είναι το πρώτο που δίνεται σε δημοσιογράφους μετά τον Γερμανό Καρλ φον Οσιέτσκι, ο οποίος είχε τιμηθεί με το Νόμπελ Ειρήνης το 1935 επειδή αποκάλυψε το μυστικό μεταπολεμικό πρόγραμμα επανεξοπλισμού της χώρας του. Το βραβείο -ένα χρυσό μετάλλιο, ένα δίπλωμα και χρηματικό έπαθλο 10 εκατομμυρίων κορωνών Σουηδίας (σχεδόν 980.000 ευρώ)- θα απονεμηθεί στις 10 Δεκεμβρίου στο Όσλο με φυσική παρουσία, εφόσον οι υγειονομικές συνθήκες το επιτρέψουν. Η 10η Δεκεμβρίου είναι η επέτειος του θανάτου του Σουηδού βιομηχάνου Άλφρεντ Νόμπελ, ο οποίος ίδρυσε τα βραβεία Νόμπελ με τη διαθήκη του το 1895 και τα οποία απονέμονται από το 1901.

Κείμενο 2
Φωκίωνος
Το κείμενο προέρχεται από τη συλλογή μικρών πεζών του Γιώργου Αποσκίτη «Στιγμόμετρο» (εκδ. Σμίλη, 2021).

Βρίσκεται καθισμένος στο ίδιο παγκάκι κάθε σούρουπο και χαζεύει τους διαβάτες, τα παιδάκια που παίζουν, τα καρότσια με τα ψώνια, τους μαγαζάτορες να μαζεύουν την πραμάτεια τους. Οι πιο πολλοί απ’ τους φίλους του είναι από καιρό πεθαμένοι κι αυτοί που ζουν, σπάνια βγαίνουν απ’ τα σπίτια τους ή απ’ το ίδρυμα όπου μένουν, αδέλφια δεν έχει και τα ίχνη εκείνης της καλοσυνάτης γυναίκας που τον επισκεπτόταν σε τακτά χρονικά διαστήματα στο διαμέρισμά του έχουν ανεξήγητα χαθεί. Καπνίζει το τσιγάρο του παρά την προχωρημένη του ηλικία -του αρέσει να λέει ψέματα πως τάχα δεν κατεβάζει τον καπνό-και συχνά-πυκνά βγάζει το μπλοκάκι του όχι για να γράψει -πάει καιρός που δεν γράφει-,μα για να σκιτσάρει πρόχειρα με το μολυβάκι κάτι που του τράβηξε φευγαλέα το βλέμμα. Οι περαστικοί επιταχύνουν το βήμα τους αρκετά μέτρα προτού τον πλησιάσουν -ίσως η όψη του έχει γίνει αλλόκοτη με τα χρόνια-, μονάχα ορισμένα παιδιά, αν στο παιχνίδι πάνω τύχει και βρεθούν κοντά του, του χαμογελούν, κι εκείνος ανοίγει το τετραδιάκι του, σκίζει μια σελίδα στην τύχη και τους χαρίζει -ανταποδίδοντας το χαμόγελο- κάποιο από τα τελευταία σκαριφήματά του. Με το που πέσει η νύχτα, σμήνος πουλιά πετάνε πάνω απ’ το κεφάλι του ώρα πολλή, θαρρείς πως είναι στ’ αλήθεια αυτή η συντροφιά του· κάποιο μάλιστα απ’ όλα -το ίδιο κάθε φορά, αυτό το λαβωμένο- χαμηλώνει τα σπασμένα του φτερά και με το ράμφος τού χαϊδεύει τη φαλάκρα, ύστερα κάθεται στον ώμο του κι εκείνος γυρνά προς το μέρος του, του γνέφει με μια έκφραση στο πρόσωπο όλο νόημα και γλυκά αποκοιμιέται.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Η Φόνισσα» /// ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ//// ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

[πηγές:

https://latistor.blogspot.com/2010/12/blog-post_30.html

https://latistor.blogspot.com/2010/12/blog-post_29.html]


«Μισοπλαγιασμένη κοντά εις την εστίαν, με σφαλιστά τα όμματα, την κεφαλήν ακουμβώσα εις το κράσπεδον της εστίας, το λεγόμενον «φουγοπόδαρο», η θεια-Χαδούλα, η κοινώς Γιαννού η Φράγκισσα, δεν εκοιμάτο, αλλ' εθυσίαζε τον ύπνο πλησίον εις το λίκνον της ασθενούσης μικράς εγγονής της.»

  • Το διήγημα του Παπαδιαμάντη ξεκινά με μια χαρακτηριστική εικόνα που μας παρουσιάζει το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας. Σε πρώτο πλάνο τίθεται η θεια-Χαδούλα, η οποία ξενυχτά κοντά στην άρρωστη εγγονή της. Η ασθένεια αυτή του μικρού παιδιού και τα επιβεβλημένα ξενύχτια της Χαδούλας, θα αποτελέσουν τις κατάλληλες συνθήκες για να ξεσπάσει η φονική διάθεση της ηρωίδας.

«Ο μικρός λύχνος, κρεμαστός, ετρεμόσβηνε κάτω του φατνώματος της εστίας. Έρριπτε σκιάν αντί φωτός εις τα ολίγα πενιχρά έπιπλα...»

  • Το φτωχικό σπίτι, που θα αποτελέσει το σκηνικό του πρώτου εγκλήματος, μας αποκαλύπτει την άσχημη οικονομική κατάσταση της οικογένειας και τη συνεπαγόμενη ανέχεια που κυριαρχεί στη ζωή τους. Ο Παπαδιαμάντης σε λίγες μόλις γραμμές μας δίνει τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν το αρνητικά χρωματισμένο παρόν της ηρωίδας του.

«Η Χαδούλα, η λεγομένη Φράγκισσα, ή άλλως Φραγκογιαννού, ήτο γυνή σχεδόν εξηκοντούτις, καλοκαμωμένη, με αδρούς χαρακτήρας, με ήθος ανδρικόν...»

  • Ο αφηγητής ιχνογραφεί την εικόνα της ηρωίδας και παράλληλα μας δίνει τους πικρούς συλλογισμούς που έχουν έρθει στην επιφάνεια από τον ακούσιο απολογισμό της ζωής της, τις νύχτες αυτές που μένει άγρυπνη. Η Φραγκογιαννού συνειδητοποιεί πως πάντοτε βρίσκεται να υπηρετεί τους ανθρώπους της οικογένειάς της, χωρίς ποτέ η ίδια να έχει την ευκαιρία να χαρεί τη ζωή της. Ο αρνητικός απολογισμός -που ούτως ή άλλως θα προέκυπτε αρνητικός για οποιαδήποτε γυναίκα εκείνης της εποχής (τέλη 19ου αρχές 20ου αιώνα)- δημιουργεί βαρύ συναισθηματικό κλίμα για την ηρωίδα και προετοιμάζει τον αναγνώστη για την πορεία που θα καταλήξει στη δικαίωση του τίτλου του διηγήματος.

«Το νεογνόν είχε γεννηθή προ δύο εβδομάδων. Η μητέρα του είχε κάμει βαριά λεχωσιά. ...»

  • Η ασθένεια του μωρού θα παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας, μιας και θα αποτελέσει το έναυσμα εκείνο που θα οδηγήσει τη Φραγκογιαννού πέρα από τα όριά της, σε μια πράξη αποτρόπαια, μα δικαιολογημένη κατά τους σκοτεινούς συλλογισμούς της ηρωίδας.

«Και δεν ήτο ικανόν να αισθανθή καν την απορίαν, την οποίαν μόνη η μάμμη διετύπωνε κρυφίως μέσα της: “Θε μου, γιατί να έλθη στον κόσμο κι αυτό;”»

  • Το άρρωστο βρέφος δεν μπορούσε να γνωρίζει ούτε τις ταλαιπωρίες στις οποίες υπέβαλε την οικογένειά του, αλλά ούτε και τις δυσοίωνες σκέψεις που έκανε η γιαγιά του, καθώς καταβεβλημένη από την κούραση, θεωρούσε όλο και λιγότερο επιθυμητή την επιβίωση του μικρού κοριτσιού.

«Κατά τας προλαβούσας νύκτας, πράγματι, είχε «παραλογίσει» αναπολούσα όλ’ αυτά τα πάθη της εις το πεζόν. Εις εικόνας, εις σκηνάς και εις οράματα, της είχεν επανέλθει εις τον νουν όλος ο βίος της, ο ανωφελής και μάταιος και βαρύς.»

  • Η ιδέα πως η φόνισσα είχε παραλογίσει από την ανάδευση των πικρών της αναμνήσεων τις νύχτες που πέρασε άγρυπνη κοντά στο άρρωστο μωρό έχει ουσιαστική σημασία για την αιτιολόγηση του πρώτου φόνου, ο οποίος θα προκύψει με τη Φραγκογιαννού να βρίσκεται σε μια κατάσταση ημισυνειδησίας. Η ιδέα όμως αυτή δε θα αρκεί να δικαιολογήσει τους επόμενους φόνους, καθώς η Χαδούλα θα έχει πλήρη επίγνωση των πράξεών της και μάλιστα θα τους θεωρεί και απόλυτα θεμιτούς.

Το πρώτο έγκλημα της φόνισσας θα έρθει με την ηρωίδα να είναι πλήρως παραδομένη στην κούρασή της κι εντελώς πικραμένη από τις αναμνήσεις της ανώφελης ζωής της.
«Όλ’ αυτά τα ενθυμείτο, και οιονεί τα ανέζη η Φραγκογιαννού, κατά τας μακράς εκείνας αΰπνους νύκτας του Ιανουαρίου...»

  • Ο συγγραφέας φροντίζει να μας παρουσιάσει με πολλές λεπτομέρειες την πορεία που ακολούθησε η ζωή της ηρωίδας του, ώστε η απογοήτευση που αισθάνεται και ο μισογυνισμός της να δοθούν με απόλυτη σαφήνεια. Ο συγγραφέας θέλει να είναι σαφές πως η γυναίκα αυτή που έφτασε να πνίξει το εγγόνι της, είχε αρχίσει να χάνει τα λογικά της από τη διαρκή ενασχόληση με τη δυστυχία του παρελθόντος, αλλά και τη διάψευση των προσδοκιών της για το παρόν. Η Φραγκογιαννού έζησε μια ζωή ταλαιπωρίας και βασάνων, χωρίς να έχει πια ελπίδα ότι η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί για τις επόμενες γενιές. Η ηρωίδα θα φτάσει στο έγκλημα με τη διεστραμμένη πεποίθηση πως αυτό που κάνει αποτελεί πράξη αγαθοεργίας, εφόσον απαλλάσσει τα μικρά κορίτσια από μια ζωή δυστυχίας και πόνου.

«Ήτο Σάββατον εσπέρας, και ο γαμβρός της είχε πίει ένα ρακί παραπάνω, πριν δειπνήση• ομοίως είχε πίει, μετά το δείπνον, κ' ένα μεγάλο ποτήρι από λάκυρον κρασί, διά να ξεκουρασθή από τα μεροκάματα όλης της εβδομάδος. ...»

  • Η εικόνα του γαμπρού που μιλά μέσα στον ύπνο του, η ταλαιπωρημένη από τη γέννα κόρη και το άρρωστο βρέφος που βήχει «οδυνηρώς», συνθέτουν ένα καταθλιπτικό σκηνικό μιζέριας, που επιτείνει την ήδη βεβαρυμμένη διάθεση της ηρωίδας. Βρίσκεται εκεί για μερόνυχτα, φροντίζοντας την εγγονή της, μόνο και μόνο για να μπορέσει να ζήσει μέσα στη φτώχεια και την ανέχεια και να ‘χει κι αυτή την ευκαιρία να γνωρίσει όλες τις πίκρες που περιμένουν μια γυναίκα.

«- Τ' είναι, μάννα; είπεν ανασηκωθείσα η Δελχαρώ. Δεν είναι καλά το παιδί;
Η γραία εμειδίασε στρυφνώς εις το τρομώδες φως του μικρού λύχνου.
- Σα σ' ακούω, δυχατέρα!...»

  • Η Φραγκογιαννού στην ανήσυχη ερώτηση της κόρης της, μήπως δεν είναι καλά το παιδί, απαντά «σα σ’ ακούω, δυχατέρα!», (= μακάρι, κόρη μου), δηλαδή μακάρι να μην είναι καλά, μπας και γλιτώσουν από το ασθενικό αυτό παιδί.

«-Τι να σας πω!... Έτσι του 'ρχεται τ' ανθρώπου, την ώρα που γεννιώνται, να τα καρυδοπνίγη!... Ναι μεν το είπεν, αλλά βεβαίως δεν θα ήτο ικανή να το κάμη ποτέ... Και η ιδία δεν το επίστευε.»

  • Η Φραγκογιαννού, όπως μας αποκαλύπτει ο αφηγητής, είχε πάντοτε αρνητική προδιάθεση απέναντι στα κορίτσια, τα οποία θεωρούσε βάρος για τις φτωχές οικογένειες. Η ιδέα που εκφράζει, μάλιστα, πως είναι αναμενόμενο οι άνθρωποι να θέλουν να πνίγουν τα κορίτσια μόλις γεννιούνται, αποτελεί μια ιδιαιτέρως παραστατική προοικονομία του πρώτου φόνου που σύντομα θα διαπράξει.
  • Η Φραγκογιαννού, επομένως, θεωρεί πως τα κορίτσια φέρνουν μόνο προβλήματα στους γονείς τους, κυρίως οικονομικά, και πως παράλληλα η ζωή δεν τους επιφυλάσσει τίποτε το ευχάριστο. Οι σκέψεις αυτές σε συνδυασμό αφενός με την άσχημη ψυχολογική κατάσταση που της προκάλεσε ο απολογισμός της ζωής της κι αφετέρου με τα συνεχή ξενύχτια στο πλάι του άρρωστου παιδιού, θα οδηγήσουν την ηρωίδα σ’ έναν μοιραίο παραλογισμό που θα κορυφωθεί με το πνίξιμο της εγγονής της.
  • Το έγκλημα αυτό θα προκαλέσει πολλές ενοχές στη Φραγκογιαννού, η οποία θα επιχειρήσει να εκλογικεύσει την πράξη της, αντιμετωπίζοντάς την ως μια θεμιτή λύτρωση των κοριτσιών από μια ζωή γεμάτη βάσανα, κι επιπλέον θα ζητήσει από τον Αϊ-Γιάννη τον κρυφό ένα σημάδι πως η πράξη της ήταν σωστή.

«Τι δούλεψη να κάμη κανείς στη φτώχεια!... Η μεγαλύτερη καλωσύνη που μπορούσε να τους κάμη θα ήτον να είχε κανείς στερφοβότανο να τους δώση. (Θε μ' σχώρεσέ με!) Ας ήτον και παλικαροβότανο! επέφερε.

  • Ο δρόμος της θα τη φέρει στο σπίτι του Γιάννη του Περιβολά, ο οποίος είχε αποκτήσει πολλά κορίτσια, γεγονός που σχολιάζεται αρνητικά από τη Φραγκογιαννού που θεωρούσε πως η λύση θα ήταν είτε να πάρει η γυναίκα του στερφοβότανο (κάτι που ο πνευματικός της, της είχε πει πως είναι αμαρτία!) είτε να πάρει παλικαροβότανο, ώστε τουλάχιστον να αποκτούσε αγόρια.
  • Εκεί η Φραγκογιαννού θα βρει μόνα τους δύο απ’ τα κορίτσια του Γιάννη του Περιβολά και θα θεωρήσει πως αυτό είναι το σημάδι που περίμενε: «Να!... μου έδωκε το σημείο ο Άις-Γιάννης, είπε μέσα της, σχεδόν ακουσίως η Φραγκογιαννού, άμα είδε τα δύο θυγάτρια... Τί λευθεριά θα της έκαναν της φτωχιάς, της Περιβολούς, ανίσως έπεφταν μες στη στέρνα κ' εκολυμπούσαν!... Να ιδούμε, έχει νερό;»
  • Η Φραγκογιαννού, με τη δική της διεστραμμένη λογική, θα θεωρήσει πως αν τα δυο αυτά κοριτσάκια πνίγονταν, αυτό θα ήταν μεγάλη βοήθεια για τη μητέρα τους. Ενώ, δηλαδή, στο πνίξιμο της εγγονής της έφτασε ενώ βρισκόταν σε μια ιδιαιτέρως επιβαρυμένη κατάσταση, τώρα ετοιμάζεται να διαπράξει ένα νέο έγκλημα, έχοντας πλήρη συνείδηση των πράξεών της, θεωρώντας όμως πως πρόκειται να προσφέρει σημαντική βοήθεια στη φτωχή οικογένεια –μη λαμβάνοντας καθόλου υπόψη της τον πόνο που θα προκαλέσει στους γονείς των παιδιών.

«Θα φωνάξουν, τάχα;... Θ' ακουστή; Πού ν' ακουστή!... Πρέπει να κάμω γλήγορα, προσέθηκε μέσα της. Αυτός, όπου είναι, τώρα σε λίγο, θα 'ρθη δω, γιατί θα σουρουπώση, και δεν θα βλέπη να κάνη δουλειά εκεί κάτω... Και πρέπει να φεύγω το γληγορώτερο, χωρίς να με ιδή, όπως δεν με είδε ως τώρα».

  • Η φόνισσα όχι μόνο έχει πλήρη συνείδηση του τι πρόκειται να κάνει αλλά λαμβάνει και τις απαραίτητες προφυλάξεις ώστε να μη τη δει κανείς. Αφού, δηλαδή, ρωτά τα κοριτσάκια που βρίσκονται οι γονείς τους, ύστερα σκέφτεται πως αν δράσει γρήγορα και φύγει αμέσως, κανείς δεν θα τη δει, όπως κανείς δεν την είδε όταν έφτασε στο σπίτι. Το έγκλημα αυτό αποκτά πλέον στοιχεία ψύχραιμου υπολογισμού και καθίσταται πέρα για πέρα αδικαιολόγητο.

«Τα κορίτσια!... Τα κορίτσια!... Πέσανε μέσα!... Κοίταξε!... Δεν έχετε το νου σας, χριστιανοί;... Πώς κάμανε;... Και τ' αφήνετε μοναχά τους, κοντά στη στέρνα, νερό γεμάτη!... Καλά που βρέθηκα!... Να, τώρα πέρασα κ' εγώ... Ο Θεός μ' έστειλε!»

  • Η ξαφνική εμφάνιση της μητέρας των παιδιών θα ενεργοποιήσει τη Φραγκογιαννού που θα φροντίσει να καλύψει την ενοχή της, εκδηλώνοντας μια έντονη αναστάτωση για την πτώση των κοριτσιών στη στέρνα. Με εκφράσεις αγανάκτησης για τους γονείς που δεν προσέχουν τα παιδιά τους, με διαβεβαιώσεις πως ήταν ευτυχές γεγονός η εκεί παρουσία της, θα διασκεδάσει τις όποιες αρνητικές εντυπώσεις της μητέρας και το κυριότερο θα χρονοτριβήσει ώστε να διασφαλίσει τον πνιγμό των μοναδικών μαρτύρων του εγκλήματός της, των μικρών κοριτσιών.

«Πριν αύτη φθάση πλησίον της στέρνας, η Γιαννού είχε πιάσει το μικρότερον κοράσιον, το οποίον της εφαίνετο μάλλον πνιγμένον ήδη, και το έσυρε βραδέως προς τα έξω, με την κεφαλήν πάντοτε επίστομα εις το νερό.»

  • Η Φραγκογιαννού φροντίζει με κάθε τρόπο να βεβαιωθεί πως το νοσηρό έργο της θα επιτευχθεί, γι’ αυτό και τραβά από τη στέρνα πρώτα το μικρότερο κοριτσάκι, κρατώντας το κεφάλι του μέσα στο νερό όσο περισσότερο μπορεί. Η προφύλαξη αυτή, από μέρους της, δείχνει πως βρίσκεται σε πλήρη νοητική εγρήγορση και πως η πράξη της δεν είναι αποτέλεσμα τυχαίας ή πρόσκαιρης ψυχικής αναστάτωσης. Η Φραγκογιαννού διαπράττει διπλή δολοφονία, έχοντας κάθε πρόθεση να προφυλάξει τον εαυτό της, με το να βεβαιωθεί πως τα θύματά της είναι νεκρά.

«Κρέμασμα ανάποδα θέλουνε... Χτύπημα με το καλάμι, για να ξεράσουν μαθές!... Καλά που είναι γλυκό το νερό... Πού είναι ο άνδρας σου, χριστιανή μου;... Έτσι τ' αφήνουν, μικρά κορίτσια, μοναχά τους, να παίζουν με το νερό της στέρνας;... Καλά που ήρθα! Ο Θεός μ' έστειλε...»

  • Η Χαδούλα αφού βγάζει τα κορίτσια από το νερό και τα αφήνει δίπλα στη στέρνα συνεχίζει να χρονοτριβεί θέλοντας να σιγουρέψει το θάνατό τους, ώστε να μην αποκαλυφθεί η φονική της δραστηριότητα. Επειδή, μάλιστα, δεν είναι σίγουρη αν το μεγαλύτερο κορίτσι έχει πνιγεί, φροντίζει να κρεμάσει στο δέντρο πρώτα το μικρότερο για το οποίο είναι βέβαιη πως είναι ήδη νεκρό.
  • Τα κοριτσάκια αυτά τελικά θα πεθάνουν, χωρίς κανείς να υποπτευθεί τη Φραγκογιαννού, αλλά η «καλοτυχία» της δε θα διαρκέσει για πολύ και σύντομα οι αρχές θα θεωρήσουν ύποπτη την παρουσία της σε κάθε νέο πνιγμό, γι’ αυτό και θα ξεκινήσουν την καταδίωξή της.

«Εκάθισε, δίπλα εις του Πουλιού την Βρύση, διά να ξαποστάση και πάρη τον ανασασμόν της. Σχεδόν είχε βεβαιωθή πλέον ότι οι δύο «νομάτοι» δεν είχαν κατορθώσει να διαβώσι το Μονοπάτι στο Κλήμα.
Αλλά δεν ησθάνετο ασφάλειαν, η δύστηνος, καθημένη εκεί. Όθεν, μετ' ολίγα λεπτά εσηκώθη, επήρε το καλάθι της, κ' έτρεξεν τον κατήφορον. Τώρα πλέον επήγαινεν αποφασιστικώς εις τον Άι-Σώστην, εις το Ερημητήριον. Καιρός ήτο, αν εγλύτωνε, να εξαγορευθή τα κρίματά της εις τον γέροντα, τον ασκητήν

  • Η Φραγκογιαννού κατορθώνει να ξεφύγει, προσωρινά, από τους διώκτες της κι αποφασίζει να περάσει στο βραχονήσι όπου βρισκόταν ο παπάς Ακάκιος για να εξομολογηθεί τα κρίματά της. Παρά την πεποίθησή της πως οι πράξεις της αποτελούσαν σημαντική βοήθεια για τις φτωχές οικογένειας, δεν κατόρθωσε να καταπνίξει πλήρως τις ενοχές της και θεωρεί πως θα πρέπει να ζητήσει τη συγχώρεση από το Θεό. Η Φραγκογιαννού, άλλωστε, πίστευε πως ο ερημίτης θα τη βοηθούσε να αποδράσει, επιβιβάζοντας σε κάποιο περαστικό πλοίο.
  • Η επίγνωση επομένως ότι οι πράξεις της αποτελούσαν εγκληματικές ενέργειες, το γεγονός ότι επιθυμεί να εξομολογηθεί, αλλά και η ελπίδα πως ίσως κατορθώσει να γλιτώσει από τους διώκτες της αν περνούσε στο βραχονήσι, υποδηλώνουν πως η Φραγκογιαννού δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως νοητικά διαταραγμένη, ως ψυχοπαθής. Ήταν μια εγκληματίας, με επίγνωση του φονικού της έργου.

«Η γραία Χαδούλα εύρε τον θάνατο εις το πέραμα του Αγίου Σώστη, εις τον λαιμόν τον ενώνοντα τον βράχον του ερημητηρίου με την ξηράν, εις το ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρωπίνης δικαιοσύνης.»

  • Η φόνισσα θα πνιγεί προτού κατορθώσει να ζητήσει την ηθική εξιλέωση μέσω του ιερού μυστηρίου της εξομολογήσεως, αλλά γλιτώνοντας κιόλας την σύλληψή της και άρα την παραπομπή της στην ανθρώπινη δικαιοσύνη, από την οποία δεν είχε να αναμένει καμία επιείκεια.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Η Φόνισσα»

Η Φόνισσα, από τα καλύτερα έργα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, είναι ένα εκτενές διήγημα (νουβέλα) και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες, στο περιοδικό Παναθήναια το 1903, με υπότιτλο: «Κοινωνικόν μυθιστόρημα». Κεντρικό πρόσωπο είναι η Χαδούλα ή Φραγκογιαννού. Η Φραγκογιαννού κυριαρχείται από την εγκληματική ιδέα της βρεφοκτονίας και διαπράττει μια σειρά από φόνους μικρών κοριτσιών.

Η νουβέλα αυτή του Παπαδιαμάντη είναι γραμμένη στο πνεύμα του ρεαλισμού με έκδηλα όμως στοιχεία νατουραλισμού. Η επιλογή ως ηρωίδας μιας γυναίκας που προχωρά σε αλλεπάλληλες δολοφονίες κοριτσιών με την πεποίθηση πως επιτελεί θεάρεστο έργο, εντάσσει το κείμενο αυτό στα νατουραλιστικά έργα, όπου κυρίαρχα στοιχεία είναι: «η επιλογή ιδιαίτερα προκλητικών θεμάτων από το περιθώριο της κοινωνικής ζωής. Οι ήρωες του νατουραλισμού είναι οι απόκληροι και τα θύματα της κοινωνίας, οι καταπιεσμένοι και οι αδικημένοι, άτομα του υπόκοσμου, ψυχικά και σωματικά άρρωστοι κτλ. Οι νατουραλιστές, μάλιστα, επιμένουν ιδιαίτερα στους τρόπους με τους οποίους διαμορφώνεται η συμπεριφορά και η ηθική του ανθρώπου. Ο νατουραλιστής μελετά την ηθική συμπεριφορά των προσώπων, για να δείξει ότι είναι δέσμιοι εξωτερικών δυνάμεων και εσωτερικών παρορμήσεων. Οι εξωτερικές δυνάμεις, φυσικές και κοινωνικές περιορίζουν την ελευθερία τους. Οι εσωτερικές πάλι παρορμήσεις, όπως είναι το γενετήσιο ένστικτο, η πείνα, η σκληρότητα και η μοχθηρία, αφαιρούν από τον άνθρωπο την ιδιότητα του λογικού και ηθικού όντος και τον υποβιβάζουν στο επίπεδο των κατώτερων ζώων. Παρουσιάζουν ακόμη οι νατουραλιστές τη συμπεριφορά του ανθρώπου ως αποτέλεσμα διαθέσεων της στιγμής ή κληρονομικών παρορμήσεων.»

Ερωτήσεις σχολικού βιβλίου

Η Φραγκογιαννού φτάνει στην εγκληματική ιδέα της βρεφοκτονίας (στο κεφ. Ε΄) ύστερα από εμπειρίες και εσωτερικές διεργασίες που δίνονται στα τέσσερα πρώτα κεφάλαια του έργου. Με βάση τα αποσπάσματα και τις περιληπτικές πληροφορίες να διερευνήσετε τα αίτια που συντείνουν στη διαμόρφωση της παράλογης ιδέας της και να τα εκθέσετε σε συνεχή λόγο. Τα αίτια αυτά θα τα αναζητήσετε κυρίως; α) Στις ατομικές της εμπειρίες β) Στο κοινωνικό περιβάλλον της (οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, κυρίαρχες αντιλήψεις) γ) Στο χαρακτήρα της δ) Στην κατάσταση που ζει τώρα δίπλα στο άρρωστο βρέφος και στη λεχώνα κόρη της;

Η Φραγκογιαννού ξενυχτώντας δίπλα στο άρρωστο εγγόνι της θυμάται όλα όσα έχει περάσει απ’ όταν ήταν μικρή κι αισθάνεται μεγάλη πίκρα για τις ταλαιπωρίες και τις κακοτυχίες της ζωής της. Όπως κάθε γυναίκα εκείνης της εποχής, πέρασε όλα της τα χρόνια να υπηρετεί και να φροντίζει τα μέλη της οικογένειάς της, ξεκινώντας στα παιδικά χρόνια της να υπηρετεί τους γονείς της, στη συνέχεια τον άντρα και τα παιδιά της και κατόπιν τα εγγόνια της. Η σκληρή αυτή μοίρα έχει επηρεάσει καταλυτικά όχι μόνο την ψυχοσύνθεσή της αλλά και τις σκέψεις της για τα θηλυκά παιδιά, τα οποία θεωρεί άτυχα και καταδικασμένα να υποφέρουν όπως κι εκείνη. Η Χαδούλα, επιπλέον, μεγάλωσε με μια αυστηρή μητέρα που θεωρούνταν μια από τις στρίγγλες της εποχής της, αποκτώντας έτσι ένα ιδιαιτέρως κακό πρότυπο, το οποίο τελικά ακολούθησε στην προσωπική της ζωή. Άλλωστε, όταν η Χαδούλα παντρεύτηκε οι γονείς της, της έδωσαν ελάχιστη προίκα σε σχέση με την περιουσία που κράτησαν για τα αγόρια της οικογένειας, πιστοποιώντας έτσι την αίσθηση της αδικίας που είχε ήδη αρχίσει να δημιουργείται μέσα της.
Η Φραγκογιαννού θα δημιουργήσει τη δική της οικογένεια έχοντας ως επιβαρυντικούς παράγοντες όχι μόνο τις πικρές εμπειρίες από την ως τότε ζωή της κι από τη στάση των γονιών της απέναντί της, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στην τότε ελληνική κοινωνία. Η φτώχια και η ανέχεια που μάστιζαν τις περισσότερες οικογένειες καθιστούσαν την επιβίωση δύσκολη και ιδίως αρνητική για τα θηλυκά παιδιά που αποτελούσαν για τους γονείς μια επιπλέον υποχρέωση, μιας κι έπρεπε να τα προικίσουν προκειμένου να τα αποκαταστήσουν. Η Φραγκογιαννού έχοντας ήδη αρνητική εικόνα για τη μοίρα των γυναικών, αντιμετωπίζει πλέον τα θηλυκά παιδιά ως ανεπιθύμητο βάρος που περισσότερο δυσκολεύουν τη ζωή των γονιών τους παρά τους προσφέρουν κάποια βοήθεια ή χαρά.
Οι εμπειρίες, βέβαια, που έζησε η Φραγκογιαννού, όπως και η γενικότερη κοινωνική κατάσταση, αποτελούσαν κοινό παράγοντα για τις περισσότερες γυναίκες εκείνης της εποχής και δεν μπορούν να εξηγήσουν επαρκώς πώς ο μισογυνισμός της Χαδούλας τράπηκε σε φονική διάθεση κι εν τέλει εκδηλώθηκε με το πνίξιμο της εγγονής της. Το στοιχείο, επομένως, που έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στις αποτρόπαιες πράξεις της ήταν η ιδιαίτερη προσωπικότητά της, καθώς η Φραγκογιαννού είχε εξελιχθεί σε μια σκληρή γυναίκα που δε δίσταζε να εκφράζει την περιφρόνηση και την απέχθεια που αισθανόταν για τα θηλυκά παιδιά. Η αρνητική εικόνα που είχε για τον εαυτό της και το μίσος που αισθανόταν απέναντι στους γονείς της και την κοινωνία που την είχαν καταδικάσει σε μια ζωή ταλαιπωρίας και κακοπέρασης, εκδηλωνόταν με μια διαρκώς αυξανόμενη αντιπάθεια για τα κορίτσια. Εκείνο, δηλαδή, που η Φραγκογιαννού ευχόταν για τον εαυτό της -να μην είχε καν γεννηθεί- αρχίζει να πιστεύει πως αποτελεί την ιδανική διέξοδο για τα φτωχά κορίτσια που συναντά στον περίγυρό της.
Το στοιχείο, πάντως, που αποτέλεσε το τελικό ερέθισμα για να περάσει η Φραγκογιαννού από τα λόγια μίσους στη δολοφονική πράξη, ήταν οι συνεχείς νύχτες δίχως ύπνο πλάι στην άρρωστη εγγονή της. Η έλλειψη ύπνου, οι αναμνήσεις από τη ζωή της, αλλά και η μίζερη ζωή της κόρης της με τον φτωχό μαραγκό που είχε παντρευτεί, κορυφώνουν σταδιακά την απέχθεια που αισθάνεται η Φραγκογιαννού για την άδικη μοίρα των γυναικών. Η ηρωίδα σκεπτόμενη τα δικά της βάσανα και βλέποντας το άρρωστο παιδί να παλεύει με την ασθένειά του, αρχίζει να συνειδητοποιεί πως είναι παράλογο να θέλει να κρατήσει στη ζωή το κοριτσάκι αυτό, για το οποίο το μέλλον επιφυλάσσει μόνο πίκρες και δυστυχία. Η θολωμένη από την αϋπνία κρίση της, η αγανάκτηση και ο πόνος που ξύπνησαν μέσα της μετά από τον απολογισμό της μέχρι τότε ζωής της, καθώς και η φτώχια της κόρης της, ωθούν τη Φραγκογιαννού σ’ ένα μοιραίο, για την εγγονή της, συμπέρασμα. Ο θάνατος είναι προτιμότερος από μια ζωή δυστυχίας.

α) Η ιδέα που διακατέχει τη Φραγκογιαννού και οι πράξεις της έρχονται σε αντίθεση με τις θρησκευτικές και ηθικές αντιλήψεις, είναι αποτρόπαια εγκλήματα. Πώς η Φραγκογιαννού γεφυρώνει μέσα της αυτό το χάσμα; Να αναπτύξετε τις απόψεις σας με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο.

Η Φραγκογιαννού προτού ξεκινήσει τη φονική της δραστηριότητα εξέφραζε ήδη με εμφατικό τρόπο τα αρνητικά της συναισθήματα για τα κορίτσια. «Όταν μάλιστα η μήτηρ της ήκουε περί αρρώστιας μικρών κορασίδων είχεν ακουσθή, σείουσα την κεφαλήν, να λέγη: — Σα σ' ακούω γειτόνισσα!... «Δεν είναι χάρος, δεν είναι βράχος;» επειδή συνήθιζε πολύ συχνά να εκφράζεται με παροιμίας λίαν εκφραστικάς. Και άλλοτε πάλιν την ήκουσαν να δογματίζη ότι ο άνθρωπος δεν συμφέρει να κάμνη πολλά κορίτσια, και ότι το καλύτερον είναι να μη πανδρεύεται κανείς. Η δε συνήθως ευχή της προς τα μικρά κοράσια ήτο «να μη σώσουν!... Να μην πάνε παραπάνω!» Η Φραγκογιαννού, κάθε φορά που άκουγε ότι κάποιο κορίτσι ήταν άρρωστο ευχόταν να πεθάνει αντί να θεραπευτεί. Η παροιμιώδης έκφραση που συνήθιζε η Χαδούλα να διατυπώνει «Σα σ’ ακούω», σήμαινε μακάρι, και συνόδευε κάθε άκουσμα ασθένειας κοριτσιού, εννοώντας «μακάρι να πεθάνει». Ενώ, δε δίσταζε να εκφράζει και με μεγαλύτερη σαφήνεια τις σκέψεις της, ευχόμενη να μη σώσουν τα ασθενή κορίτσια.
Η αρνητική αυτή διάθεση της ηρωίδας θα εξελιχθεί σταδιακά, φτάνοντας τη νύχτα που θα σκοτώσει την εγγονή της στην πεποίθηση πως ίσως θα έπρεπε οι άνθρωποι να βοηθούν το έργο του θανάτου, απαλλάσσοντας τις φτωχές οικογένειες από τα κορίτσια και τα κορίτσια από τη γεμάτη βάσανα ζωή που τα περίμενε. Η Φραγκογιαννού, δηλαδή, θα διαπράξει το πρώτο της έγκλημα πιστεύοντας πως προσφέρει ευεργεσία τόσο στην κόρη της όσο και στην εγγονή της, την οποία γλίτωνε από μια ζωή δυστυχίας.
Η ηρωίδα βέβαια, δε θα κατορθώσει να ξεφύγει από τις τύψεις και τις ενοχές για την απεχθή πράξη της γι’ αυτό και θα ζητήσει ένα θεϊκό σημάδι ως έγκριση για την πράξη της. Η τυχαία συνάντηση με τα μικρά κορίτσια του Γιάννη του Περιβολά θα ερμηνευθεί από τη Φραγκογιαννού ως το σημάδι που περίμενε και θα προχωρήσει έτσι σε μια ακόμη δολοφονική πράξη, συνεχίζοντας να πιστεύει πως διαπράττει κάτι το θεάρεστο: «Να!... μου έδωκε το σημείο ο Άις-Γιάννης, είπε μέσα της, σχεδόν ακουσίως η Φραγκογιαννού, άμα είδε τα δύο θυγάτρια... Τί λευθεριά θα της έκαναν της φτωχιάς, της Περιβολούς, ανίσως έπεφταν μες στη στέρνα κ' εκολυμπούσαν!»
Η Φραγκογιαννού, επομένως, εκλογικεύει τις αποτρόπαιες πράξεις της, ερμηνεύοντάς τες ως ευεργεσία απέναντι στις φτωχές οικογένειες, καθώς τις απαλλάσσει από τη δυσβάσταχτη υποχρέωση να προικίσουν τα κορίτσια τους. Η ηρωίδα δεν λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι αφαιρεί ανθρώπινες ζωές και πως αυτό αποτελεί μια ανήθικη και εντελώς αντιχριστιανική πράξη, μιας και είναι πεπεισμένη πως η ζωή που περιμένει τα μικρά αυτά κορίτσια θα είναι μαρτυρική.

β) Ο συγγραφέας σχολιάζοντας την ιδέα της Φραγκογιαννούς λέει: «Άρχισε πράγματι να ψηλώνει ο νους της. Είχε παραλογίσει επιτέλους. Επόμενον ήτο, διότι είχε εξαρθεί εις ανώτερα ζητήματα». Πώς αντιλαμβάνεστε το νόημα αυτού του σχολίου; Επίσης: πώς αντιλαμβάνεστε το νόημα της τελευταίας παραγράφου: «Η γραία Χαδούλα εύρε τον θάνατον... της ανθρωπίνης δικαιοσύνης»

Η Χαδούλα τις άγρυπνες νύχτες που πέρασε πλάι στην άρρωστη εγγονή της είχε αρχίσει έναν επώδυνο απολογισμό της ζωής της και είχε συνειδητοποιήσει πως η μοίρα της υπήρξε πάντοτε σκληρή. Η ζωή τόσο της ίδιας όσο και κάθε άλλη γυναίκας εκείνη την εποχή ήταν ένας διαρκής αγώνας μέσα στη φτώχεια και τη μιζέρια, ένας αγώνας όμως που δεν τύχαινε αναγνώρισης και εκτίμησης από κανέναν. Οι σκέψεις αυτές σχετικά με τη ζωή των γυναικών και σχετικά με το κατά πόσο άξιζε εν τέλει μια γυναίκα να υποβάλλει τον εαυτό της σε όλη αυτή την ταλαιπωρία, όπως ήταν λογικό, είχαν κλονίσει τη Φραγκογιαννού.
Η εναγώνια προσπάθεια της ηρωίδας να βρει δικαίωση στη ζωή της αποτελούσε μια αναζήτηση που ήταν εκ των πραγμάτων καταδικασμένη, μιας και το μόνο συμπέρασμα στο οποίο θα μπορούσε να καταλήξει η Χαδούλα ήταν πως η ζωή της δεν ήταν παρά ένας μάταιος αγώνας απέναντι σε μια κοινωνία κατά βάση εχθρική απέναντι στις γυναίκες. Ήταν αναμενόμενο, επομένως, η επίμονη εξέταση των συνθηκών της ζωής της να την ταράξει και να ξυπνήσει μέσα της όλη την πίκρα, την αγανάκτηση και το μίσος που για χρόνια συσσωρευόταν μέσα της.

«Η γραία Χαδούλα εύρε τον θάνατο εις το πέραμα του Αγίου Σώστη, εις τον λαιμόν τον ενώνοντα τον βράχον του ερημητηρίου με την ξηράν, εις το ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρωπίνης δικαιοσύνης.»

Η Φραγκογιαννού στην προσπάθειά της να περάσει στον Άγιο Σώστη για να ζητήσει τη βοήθεια του παπά Ακάκιου, πνίγεται. Ο θάνατός αυτός που αποτελεί έναν ειρωνικό επίλογο για τη γυναίκα που έπνιξε τόσα αθώα κορίτσια, επήλθε ανάμεσα στη θεία και την ανθρώπινη δικαιοσύνη, υπό την έννοια πως η Φραγκογιαννού δεν έπεσε στα χέρια των διωκτών της, ώστε να τιμωρηθεί από την πολιτεία για τα αποτρόπαια εγκλήματά της, ούτε όμως κατόρθωσε να φτάσει στον πατέρα Ακάκιο, ώστε να της δοθεί η ευκαιρία να εξομολογηθεί τα εγκλήματά της και ίσως να φτάσει στην πολυπόθητη μετάνοια.
Η Φραγκογιαννού, επομένως, δεν αντιμετώπισε ούτε τη σκληρότητα της ανθρώπινης τιμωρίας ούτε τη λυτρωτική επαφή με τη θεία δικαιοσύνη, όπου θα είχε την ευκαιρία να αποζητήσει την πνευματική, έστω, εξιλέωση για τις πράξεις της. Η Φραγκογιαννού πνίγεται, βρίσκοντας έτσι έναν ταιριαστό θάνατο και μια δίκαιη τιμωρία, για τα κοριτσάκια που έπνιξε.

γ) Όπως είδατε στην εισαγωγή, η «Φόνισσα» θεωρείται «δυνατό ψυχογραφικό έργο». Σ’ αυτήν παρατηρούμε επίσης ένα από τα κύρια γνωρίσματα της συγγραφικής τέχνης του Παπαδιαμάντη, το ρεαλισμό. Να επαληθεύσετε τις παρατηρήσεις αυτές με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο.


Η Φόνισσα χαρακτηρίζεται ως ψυχογραφικό έργο, μιας και ο Παπαδιαμάντης παρακολουθεί στενά τις ψυχολογικές διακυμάνσεις της ηρωίδας του, δίνοντάς μας με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο τις σκέψεις και τα συναισθήματά της καθώς περνά από την πίκρα για τη δική της ζωή, στη μοιραία διαπίστωση πως τα κορίτσια δεν θα έπρεπε καν να γεννιούνται και πως όσα γεννήθηκαν είναι προτιμότερο να πεθάνουν.
«Επί πολλάς νύκτας, η Φραγκογιαννού δεν είχε δώσει ύπνον εις του οφθαλμούς της, ουδέ εις τα βλέφαρά της νυσταγμόν, αγρυπνούσα πλησίον του μικρού πλάσματος, το οποίον ουδ' εφαντάζετο ποίους κόπους επροξένει εις τους άλλους, ουδέ πόσα βάσανα έμελλε να υποφέρη, εάν επέζη, και αυτό. Και δεν ήτο ικανόν να αισθανθή καν την απορίαν, την οποίαν μόνη η μάμμη διετύπωνε κρυφίως μέσα της: «Θε μου, γιατί να έλθη στον κόσμο κι αυτό;» Η Φραγκογιαννού για πολλές νύχτες δεν κοιμάται καθόλου, μένοντας δίπλα στο άρρωστο εγγόνι της, όπως όφειλε και όπως ήταν αναμενόμενο από αυτή. Η κούραση επιτείνει τις καταθλιπτικές της τάσεις, εντείνει την απέχθεια που έχει για την ίδια της τη ζωή και αρχίζει να θρέφει την ιδέα της πως το άρρωστο αυτό κορίτσι δε θα έπρεπε να έχει γεννηθεί.
Ο συγγραφέας μας αποκαλύπτει πως οι σκέψεις αυτές της ηρωίδας προϋπήρχαν βέβαια και συχνά οι γύρω της την είχαν ακούσει να διατυπώνει ιδιαιτέρως σκληρές απόψεις για τα θηλυκά παιδιά: «Τι να σας πω!... Έτσι του 'ρχεται τ' ανθρώπου, την ώρα που γεννιώνται, να τα καρυδοπνίγη!... Ναι μεν το είπεν, αλλά βεβαίως δεν θα ήτο ικανή να το κάμη ποτέ... Και η ιδία δεν το επίστευε.». Καθώς όμως συνεχίζει να ξενυχτά δίπλα στο εγγόνι της, οι σκέψεις αυτές αποκτούν όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα μέσα της, μέχρι τη στιγμή που η Φραγκογιαννού περνά από τα λόγια στις πράξεις και πνίγει το άρρωστο μωρό.
Ο Παπαδιαμάντης θα παρακολουθήσει το ξέσπασμα των τύψεων για την πράξη αυτή, καθώς και την εκλογίκευσή της, με τη Φραγκογιαννού να πιστεύει πια πως η πράξη της όχι μόνο δεν είναι εγκληματική, αλλά αποτελεί κιόλας θεάρεστο έργο, εφόσον απαλλάσσει τους φτωχούς γονείς από τα κορίτσια.
Με παρόμοιο τρόπο ο συγγραφέας μας παρέχει πληροφορίες για κάθε συναισθηματική εναλλαγή της ηρωίδας του, δημιουργώντας έτσι ένα από τα καλύτερα ψυχογραφικά του έργα.
Τα στοιχεία ρεαλισμού που βρίσκουμε στη Φόνισσα είναι: α) η προσπάθεια του συγγραφέα να αποτυπώσει με αληθοφανή τρόπο τα γεγονότα που έχει επιλέξει, καθιστώντας την ιστορία του όσο το δυνατό πιο πιστευτή, β) η καταγραφή των γεγονότων χωρίς τη δική του συναισθηματική εμπλοκή. Παρατηρούμε, δηλαδή, πως ο Παπαδιαμάντης παρουσιάζει τη δράση της Φόνισσας χωρίς να κρίνει ή να επικρίνει τις πράξεις. Μας παρουσιάζει τα γεγονότα όπως συνέβησαν, με αντικειμενικότητα, επιτρέποντας στα ίδια τα γεγονότα να επηρεάσουν τον αναγνώστη και να του δημιουργήσουν εντυπώσεις, γ) στο κείμενο διαπιστώνουμε την κριτική στάση του συγγραφέα απέναντι στις κοινωνικές συνθήκες, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στα χρόνια του, δ) η ηρωίδα της ιστορίας αποτελεί ένα χαρακτηριστικό τύπο της εποχής της, υπό την έννοια πως είναι μια γυναίκα βασανισμένη που έχει περάσει όλη της τη ζωή στη φτώχεια και έχει διαμορφωθεί ουσιαστικά μέσα στα πλαίσια της τότε κοινωνίας.

Ο θεσμός της προίκας στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη  


Η προίκα αποτελούσε έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς της ελληνικής κοινωνίας. Στην πορεία μάλιστα προβλεπόταν και από το νόμο, ως μία βοήθεια προς τη γυναίκα ώστε να μην εξαρτάται πλήρως από τον άντρα της, αλλά και ως μέσο ενίσχυσης του άντρα για να αντιμετωπίσει τα οικονομικά βάρη του γάμου, νόμος που καταργήθηκε το 1983, χωρίς να θέσει τέρμα στο θεσμό αυτό, καθώς οι γονείς συνηθίζουν ακόμη και σήμερα να ενισχύουν οικονομικά το νέο ζευγάρι.

Στα πλαίσια της Φόνισσας η προίκα έχει ιδιαίτερη σημασία τόσο για την ίδια την ηρωίδα, όσο και για τα γενικότερα κοινωνικά μηνύματα της νουβέλας. Η ηρωίδα θα λάβει από τους γονείς της μια ασήμαντη προίκα, σε αντίθεση με τα αδέρφια της που θα πάρουν τα καλύτερα χτήματα και νεόχτιστα σπίτια. Το γεγονός αυτό θα πικράνει βαθύτατα τη Φραγκογιαννού, αφενός γιατί καθιστούσε σαφή την προτίμηση των γονιών της για τα αγόρια της οικογένειας και αφετέρου γιατί σήμανε έναν υποδεέστερο γαμπρό για τη Χαδούλα. Θα πρέπει, άλλωστε, να έχουμε υπόψη μας πως για να διεκδικήσει μια γυναίκα έναν «καλό» γαμπρό, όφειλε να προσφέρει και μια αντίστοιχα πλούσια προίκα. Όσο μικρότερη ήταν η προίκα της νύφης, τόσο φτωχότερος και ο σύζυγος που της αναλογούσε.

Η σημασία της προίκας, σε προσωπικό επίπεδο για την ηρωίδα, θα επανέλθει στο κλείσιμο της ιστορίας, καθώς τα τελευταία λόγια της φόνισσας και η τελευταία εικόνα που αντίκρισε αφορούσαν το προικιό της, τον αγρό δηλαδή που της είχαν δώσει οι γονείς της, όταν την πάντρεψαν. Στο σημείο αυτό υπάρχει μια εξαιρετικά πικρή ειρωνεία, υπό την έννοια πως «το προικιό» της φόνισσας, αυτό το ελάχιστο από την πατρική περιουσία που της αναλογούσε, ήταν αυτό που την οδήγησε σ’ ένα φτωχό γάμο και την καθήλωσε σε μια ζωή δυστυχίας και βασανισμού, φτάνοντάς τη στα τελευταία της χρόνια μέχρι τον παραλογισμό. Είναι πολύ πιθανό πως η ζωή της Χαδούλας θα μπορούσε να ήταν πολύ διαφορετική αν οι γονείς της, της είχαν κανονίσει έναν καλύτερο γάμο και της είχαν δώσει μεγαλύτερο μερίδιο από την περιουσία τους. Ας μην παραβλέπουμε, άλλωστε, πως η φονική δραστηριότητα της Χαδούλας αποτέλεσε ένα ξέσπασμα μετά από μια ζωή μέσα στην οικονομική εξαθλίωση, τη μιζέρια και τους συνεχείς κόπους.

Πέρα πάντως από το ιδιαίτερο νόημα που λαμβάνει η προίκα για την ίδια τη φόνισσα, ο θεσμός αυτός διατρέχει την ιστορία και ως ένα βασικό κοινωνικό ζήτημα. Σε μια περιοχή της περιφέρειας, όπου η πλειονότητα των κατοίκων είναι φτωχοί και με δυσκολία επιβιώνουν, η υποχρέωση να προικίσουν τα κορίτσια τους είναι δυσβάσταχτη. Όταν σε μια οικογένεια υπάρχουν 3-4 κορίτσια είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους γονείς να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή προίκα για όλα τους τα παιδιά. Αυτή τη δυσκολία λοιπόν στηλιτεύει η φόνισσα κάθε φορά που μαθαίνει για οικογένειες που έχουν αποκτήσει πολλά κορίτσια, λέγοντας πως θα ήταν προτιμότερο να μη γεννιούνται θηλυκά παιδιά ή τουλάχιστον να τα πνίγουν με το που γεννιούνται.

Ο θεσμός της προίκας αποτελεί ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά στοιχεία της κοινωνικής διάκρισης εις βάρος των γυναικών, δημιουργεί μια ιδιαίτερα επιβαρυντική υποχρέωση για τις οικογένειες και τελικά ωθεί τους φτωχούς ανθρώπους να θεωρούν τα κορίτσια ανεπιθύμητα. Ενώ θα έπρεπε να λειτουργεί ως μια κίνηση ενίσχυσης για το νέο ξεκίνημα του κοριτσιού, λόγω των εξαιρετικά δύσκολων οικονομικών συνθηκών, κατέληξε να αποτελεί ένα ανεπιθύμητο βάρος για τους γονείς.

*************************************88

 

Αφηγηματικές τεχνικές στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη

[http://5lyk-petroup.att.sch.gr/upload/afigimatikes%20texnikes%20-%20fonissa.pdf]

Η αφήγηση του διηγήματος δίνεται από έναν εξωδιηγητικό – ετεροδιηγητικό αφηγητή. Ο αφηγητής αφηγείται
μια ιστορία στην οποία δε συμμετέχει ο ίδιος. Έχουμε δηλαδή έναν μη δραματοποιημένο (απρόσωπο) αφηγητή
που αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο.
Η αφήγηση δίνεται χωρίς εστίαση (μηδενική εστίαση) που αντιστοιχεί με την αφήγηση από παντογνώστη
αφηγητή και προσφέρει στον αφηγητή τη δυνατότητα να γνωρίζει κάθε τι που αφορά την ιστορία που αφηγείται,
συμπεριλαμβανομένων και των πιο προσωπικών σκέψεων και συναισθημάτων των προσώπων της ιστορίας.
Ο Παπαδιαμάντης πάντως φροντίζει ώστε η αφηγηματική φωνή να παραμένει ουδέτερη απέναντι στην
ηρωίδα του κειμένου, δίνοντάς μας τα γεγονότα της ιστορίας χωρίς να κρίνει τις πράξεις της φόνισσας, αλλά
και χωρίς να την υποστηρίζει. Ο αφηγητής μας παρουσιάζει τα γεγονότα όπως συνέβησαν, αφήνοντας τον
αναγνώστη απολύτως ελεύθερο να αποφασίσει αν θα καταδικάσει την ηρωίδα ή αν θα βρει λόγους για να
δικαιολογήσει τα εγκλήματά της.
Ο ρυθμός της αφήγησης αποκτά, κυρίως κατά την τέλεση των φονικών και κατά τη διάρκεια της καταδίωξης
της φόνισσας, σχεδόν συγχρονική διάσταση με τα διαδραματιζόμενα γεγονότα, καθώς ο αφηγητής εντάσσει
διαλογικά μέρη που δημιουργούν ανά διαστήματα σκηνές, με το χρόνο της ιστορίας και το χρόνο της αφήγησης να
εξισώνονται. Ακόμη και στην αρχή του κειμένου που η Φραγκογιαννού ξενυχτά για αρκετά μερόνυχτα στο πλάι
του άρρωστου βρέφους, όπου ο αφηγητής σαφώς αδυνατεί να συγχρονίσει το χρόνο της ιστορίας με το χρόνο της
αφήγησης, επιχειρεί εντούτοις να μας μεταδώσει την αίσθηση της αναμονής και της κοπιώδους επιτήρησης του
βρέφους με την ένταξη στην αφήγηση αναδρομικών αφηγήσεων, οι οποίες αφενός εμπλουτίζουν τις γνώσεις του
αναγνώστη για το παρελθόν και το ποιόν της ηρωίδας κι αφετέρου δημιουργούν την αίσθηση της πολύωρης
αναμονής και του παγώματος της εξωτερικής δράσης. Ο χρόνος της αφήγησης, επομένως, δεν είναι
ευθύγραμμος, καθώς στο κείμενο εντάσσονται αναδρομικές αφηγήσεις, οι οποίες αποτελούν εσωτερίκευση της
δράσης μιας και δίνονται ως αναμνήσεις της ηρωίδας που ξενυχτά και μη έχοντας τη δυνατότητα να απασχολήσει
διαφορετικά τις σκέψεις της, αφήνεται σε μια επίπονη περιπλάνηση στα γεγονότα του παρελθόντος.
Η αφήγηση της ιστορίας δίνεται ως μίμηση, υπό την έννοια πως στους αφηγηματικούς τρόπους συνυπάρχουν η
αφήγηση, η περιγραφή αλλά και οι διάλογοι, που δίνουν μεγαλύτερη ζωντάνια στο κείμενο και παράλληλα
απομακρύνουν για λίγο την αφηγηματική φωνή από το προσκήνιο. Σ’ ένα διήγημα μάλιστα τόσο έκδηλα
ψυχογραφικό δε θα μπορούσαν να λείπουν οι στιγμές που ακούμε τις σκέψεις της ηρωίδας εν είδει εσωτερικού
μονολόγου, που φωτίζουν έστω και πρόσκαιρα τις εσωτερικές διεργασίες μιας σκοτεινής ψυχής.
Το διήγημα ενέχει στοιχεία ρεαλισμού αλλά και νατουραλισμού. Τα στοιχεία ρεαλισμού που βρίσκουμε στη
Φόνισσα είναι: α) η προσπάθεια του συγγραφέα να αποτυπώσει με αληθοφανή τρόπο τα γεγονότα που έχει
επιλέξει, καθιστώντας την ιστορία του όσο το δυνατό πιο πιστευτή, β) η καταγραφή των γεγονότων χωρίς τη δική
του συναισθηματική εμπλοκή. Παρατηρούμε, δηλαδή, πως ο Παπαδιαμάντης παρουσιάζει τη δράση της Φόνισσας
χωρίς να κρίνει ή να επικρίνει τις πράξεις. Μας παρουσιάζει τα γεγονότα όπως συνέβησαν, με αντικειμενικότητα,
επιτρέποντας στα ίδια τα γεγονότα να επηρεάσουν τον αναγνώστη και να του δημιουργήσουν εντυπώσεις, γ) στο
κείμενο διαπιστώνουμε την κριτική στάση του συγγραφέα απέναντι στις κοινωνικές συνθήκες, όπως αυτές είχαν
διαμορφωθεί στα χρόνια του, δ) η ηρωίδα της ιστορίας αποτελεί ένα χαρακτηριστικό τύπο της εποχής της, υπό την
έννοια πως είναι μια γυναίκα βασανισμένη που έχει περάσει όλη της τη ζωή στη φτώχεια και έχει διαμορφωθεί
ουσιαστικά μέσα στα πλαίσια της τότε κοινωνίας.
Τα στοιχεία νατουραλισμού που εντοπίζουμε στο διήγημα είναι τα εξής: α) Ο συγγραφέας μελετά την ηθική
συμπεριφορά της ηρωίδας του κι επιχειρεί να καταδείξει ότι είναι αποτέλεσμα τόσο εξωτερικών δυνάμεων
(κοινωνικής καταπίεσης, οικονομικής ανέχειας) που περιορίζουν την ελευθερία της και επηρεάζουν καταλυτικά τη
διαμόρφωση της προσωπικότητάς της, όσο και εσωτερικών παρορμήσεων (σκληρότητας, μοχθηρότητας) που της
αφαιρούν την ιδιότητα του λογικού και ηθικού όντος και την οδηγούν στην ακραία συμπεριφορά της, η οποία
σαφώς δεν μπορεί να αιτιολογηθεί μόνο από τις εξωτερικές συνθήκες, καθώς πολλές γυναίκες της εποχής έζησαν
σε παρόμοιες συνθήκες αλλά δεν έφτασαν βέβαια στη διάπραξη κατά συρροή δολοφονιών. β) Το θέμα του
διηγήματος που είναι ιδιαίτερα προκλητικό, καθώς μια γυναίκα που δολοφονεί μικρά κορίτσια, μαζί και την
εγγονή της, αποτελεί ένα ολότελα ξεχωριστό θέμα για τη νεοελληνική λογοτεχνία. γ) Η παρουσίαση από τον
αφηγητή με λεπτομέρειες των εγκλημάτων της φόνισσας, καθώς και η αναλυτική αποτύπωση των συνθηκών που
την οδήγησαν στις αποτρόπαιες πράξεις της. δ) Η ηρωίδα του διηγήματος που είναι καταπιεσμένη από μια
κοινωνία που επιβαρύνει αδικαιολόγητα τις γυναίκες και η οποία, κρινόμενη από τις πράξεις της, μοιάζει ψυχικά
ασθενής. ε) Ο αφηγητής παρουσιάζει τις πιο αρνητικές και άσχημες καταστάσεις της ζωής, παρουσιάζοντας την
πραγματικότητα γυμνή, χωρίς καμία προσπάθεια για ωραιοποίηση ή συγκάλυψη των αποκρουστικών πλευρών
της, χωρίς πρόσθετα σχόλια ή συναισθηματισμούς

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΟΝΙΣΣΑ

Αφηγηματικές τεχνικές Ο αφηγητής και Η οπτική γωνία

http://5lyk-petroup.att.sch.gr/upload/afigimatikes%20texnikes%20-%20fonissa.pdf

Μία εγκληματολογική προσέγγιση στο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Η Φόνισσα»

Μία εγκληματολογική προσέγγιση στο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Η Φόνισσα»

Κουράκης, Νέστωρ Ε. (2006).  Η «ΦΟΝΙΣΣΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ, μια εγκληματολογική και ποινική προσέγγιση, Αθήνα, ανακτήθηκε από https://www.ebooks4greeks.gr/%CE%B7-%CF%86%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%80%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B7

 

Πολλαπλές ερμηνευτικές προσεγγίσεις στη Φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

https://www.academia.edu/17288573/%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CF%80%CE%BB%CE%AD%CF%82_%CE%B5%CF%81%CE%BC%CE%B7%CE%BD%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82_%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CE%B5%CE%B3%CE%B3%CE%AF%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82_%CF%83%CF%84%CE%B7_%CE%A6%CF%8C%CE%BD%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%91%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%BF%CF%85_%CE%A0%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CF%84%CE%B7

Η ΦΟΝΙΣΣΑ. Ερευνητική Εργασία Όμιλος Θεάτρου: Η Φόνισσα. Μια άλλη ανάγνωση ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛ.

https://docplayer.gr/5947129-I-fonissa-ereynitiki-ergasia-omilos-theatroy-i-fonissa-mia-alli-anagnosi-protypo-peiramatiko-lykeio-panepistimioy-patron-shol.html

 

Περίοδοι Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

 

Για τις αρχές της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας δεν υπάρχει ομοφωνία στους μελετητές της. Πολλοί θεωρούν τη βυζαντινή και την νεοελληνική λογοτεχνία ως αδιάσπαστο σύνολο. Ήδη όμως τον 10ο αιώνα αρχίζει να διαμορφώνεται η νεοελληνική γλώσσα και ο πολιτισμός που διαφοροποιούνται από τον Βυζαντινό.

Στις παρακάτω σημειώσεις καταγράφονται οι περίοδοι σε συνδυασμό με τα λογοτεχνικά ρεύματα που τις επηρέασαν και

  1. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΥ (1830-1880)
  • Στην πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, την Αθήνα, δημιουργείται αξιόλογη λογοτεχνική κίνηση. Κύριοι λόγιοι της εποχής οι Φαναριώτες, λόγιοι Έλληνες του Εξωτερικού που ήρθαν στην Ελλάδα.
  • Οι Φαναριώτες είχαν γαλλική παιδεία και εισήγαγαν στην ελληνική γλώσσα τη λόγια μορφή της (καθαρεύουσα) και τον Ρομαντισμό, που την εποχή εκείνη επικρατούσε στη Γαλλία.
  • Στην πεζογραφία έχουμε κυρίως ιστορικά μυθιστορήματα με ρομαντικό ύφος. Τα θέματα αντλούνται είτε από το πρόσφατο ηρωικό παρελθόν της Ελλάδας είτε από τη Βυζαντινή ιστορία.
  • Χαρακτηριστικά Ρομαντισμού:
  • Στροφή προς την αδέσμευτη φαντασία και το συναίσθημα
  • Θέματα σχετικά με τη φύση και την πατρίδα
  • Στροφή προς το ένδοξο παρελθόν (αρχαίο και πρόσφατο)
  • Χρήση της καθαρεύουσας
  • Μελαγχολική διάθεση που φθάνει ως την απαιδιοδοξίς
  • Χαλαρή έκφραση που φθάνει ως την προχερολογία
  • Ελευθερία στη μορφή (σε αντίθεση προς τον Κλασικισμό)
  • Κυριότεροι πεζογράφοι: Π. Καλλιγάς, Στ. Ξένος, Εμ. Ροϊδης, Δ. Βικέλας, Ι. Καρασούστας, Δ. Βαλαβάνης
  1. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ (1880-1922)
  • Η πεζογραφία κινείται στο χώρο της ηθογραφίας (στροφή των λογοτεχνών προς την ύπαιθρο με στόχο την περιγραφή και απεικόνιση των ηθών και εθίμων του ελληνικού λαού).
  • Συγγράφονται έργα πρωτότυπα που επικοινωνούν με τη λαϊκή ψυχή και έτσι δημιουργείται εθνική πεζογραφία, απαλλαγμένη από τη δουλική μίμηση ξένων προτύπων.
  • Τα διηγήματα είναι ηθογραφικά, ψυχογραφικά ή κοινωνικά.
  • Χαρακτηριστικά της ηθογραφίας:
  • Καταγράφονται τα ήθη και τα έθιμα της ελληνικής υπαίθρου, οι αντιλήψεις των ανθρώπων που διαβιούν εκεί, αλλά και κάθε έκφανση της ζωής τους, καθώς και πλήθος πολιτισμικών στοιχείων
  • Οι πρωταγωνιστές είναι άνθρωποι απλοί, της υπαίθρου, των χαμηλότερων δηλαδή κοινωνικών στρωμάτων
  • Η αληθοφάνεια των χαρακτήρων σχετίζεται και με το γεγονός πως οι δημιουργοί καταγράφουν την εποχή τους, το γνωστό σε αυτούς χώρο και χρόνο. Μάλιστα, ο κάθε δημιουργός γράφει για την περιοχή καταγωγής και διαβίωσής του. έτσι, ο Βιζυηνός γράφει για την Ανατολική Θράκη, ο Παπαδιαμάντης γράφει για τη Σκιάθο και τις φτωχές συνοικίες της Αθήνας (όπου έζησε), κτλ.
  • Είναι γραμμένα στη γλώσσα που μιλά ο λαός, και συγκεκριμένα οι κάτοικοι της υπαίθρου (εξάλλου, όσοι εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία την περίοδο αυτή, που ο πόλεμος των αρχαϊστών και των δημοτικιστών καλά κρατεί, είναι ταγμένοι στην πλευρά των δεύτερων)
  • Ως προς το ύφος τα διηγήματα ή οι νουβέλες είναι επηρεασμένες κυρίως από το ρεύμα του ρεαλισμού αλλά και του νατουραλισμού .
  • Χαρακτηριστικά Ρεαλισμού:
  • Οι ήρωες είναι πλαστά πρόσωπα, αλλά είναι δοσμένα με αληθοφάνεια
  • Παρουσίαση πλαστών γεγονότων, αλλά παρουσιασμένα και αυτά «κατά το εικός και το αναγκαίον», θα μπορούσαν δηλαδή και αυτά να συμβούν.
  • Τάση προς την αντικειμενικότητα, υπό την έννοια ότι ο ρεαλιστής συγγραφέας δεν σχολιάζει τα πρόσωπα του έργου του
  • Θέματα είναι κοινά, προέρχονται από την καθημερινή εμπειρία και δεν αφορούν ηρωικές πράξεις και καταστάσεις
  • Κριτική στάση απέναντι στην κοινωνία
  • Οι συμβατικές αξίες αντιμετωπίζονται κριτικά και οι ήρωες των ρεαλιστών είναι συνήθως θύματα της κοινωνίας
  • Χαρακτηριστικά του Νατουραλισμού:
  • Ρεαλιστική και μιμητική απεικόνιση της ζωής (όπως και στο Ρεαλισμό)
  • Θέματα (όπως και στο ρεαλισμό) που αφορούν στην κοινή εμπειρία
  • Παρουσίαση της σκληρής πλευράς της ζωής, συχνά με ωμότητα
  • Οι επηρεασμένοι από το νατουραλισμό δημιουργοί μελετούν την ηθική συμπεριφορά των ανθρώπων, για να καταδείξουν ότι οι άνθρωποι είναι δέσμιοι εξωτερικών δυνάμεων, φυσικών ή κοινωνικών, που περιορίζουν την ελευθερία τους. Επίσης, οι εσωτερικές παρορμήσεις(γενετήσιο ένστικτο, πείνα, σκληρότητα, μοχθηρία, κτλ.),  αφαιρούν από τον άνθρωπο την ιδιότητα του λογικού και ηθικού όντος και τον υποβιβάζουν στο επίπεδο των κατώτερων ζώων
  • Η συμπεριφορά του ανθρώπου ως αποτέλεσμα των διαθέσεων της στιγμής ή κληρονομικών παρορμήσεων
  • Επιλέγονται προκλητικότερα θέματα (π.χ. ο φόνος μικρών παιδιών στη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη)
  • Υπάρχει όπως και στο ρεαλισμό, η αρνητική κριτική στάση απέναντι στην κοινωνία
  • Ουδέτερη στάση στην απεικόνιση των ηρώων, αποφυγή σχολίων του αφηγητή (συναισθηματικά αμέτοχος). Ο αναγνώστης είναι ανεπηρέαστος στην ερμηνεία των πράξεων και των κινήτρων.
  • Περιγραφές αναλυτικές, με φωτογραφικές λεπτομέρειες
  • Κορυφαίοι διηγηματογράφοι: Αλ. Παπαδιαμάντης, Γ. Βιζυηνός, Αν. Καρκαβίτσας, Ι. Κονδυλάκης, Γρ. Ξενόπουλος, Κ. Θεοτόκης, Δ. Βουτηράς
  1. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ (ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ) 1922-1945
  • Άνθηση του πεζογραφικού λόγου, που οφείλεται στη σταθεροποίηση των κοινωνικών συνθηκών, στην αστικοποίηση και στη διακίνηση ιδεών με τη μετάφραση ξένων λογοτεχνικών έργων.
  • Συγγραφείς με διαφορετική προέλευση και καταβολές
  • Έργα με ποικιλία επιδράσεων:
  • Γενιά του ’20: ακολουθούν την παράδοση της προηγούμενης γενιάς
  • Γενιά του ’30: ανανέωση στο ύφος και στη γλώσσα
  • Σχολή της Θεσσαλονίκης: ιδιότυπη περίπτωση, «εσωτερισμός»
  • Γενικές τάσεις της περιόδου:
  • Διερεύνηση του αστικού χώρου
  • Διερεύνηση του ατομικού και ιδιότυπου στοιχείου
  • Κοσμοπολίτικη τάση
  • Αντιμιλιταριστικό πνεύμα
  • Ενδοσκόπηση εσωτερικής ζωής – εσωτερικός μονόλογος
  • Ανανεωμένη γραφή κοντά στον Υπερρεαλισμό
  • Απομάκρυνση από το παρόν και την κοινωνική πραγματικότητα
  • Στροφή στην αφήγηση προσωπικών βιωμάτων του παρελθόντος ή στο ιστορικό παρελθόν
  • Κορυφαίοι διηγηματογράφοι:

Φ. Κόντογλου, Στρ. Δούκας, Ηλ. Βενέζης, Στρ. Μυριβήλης, Κ. Πολίτης, Γ. Θεοτοκάς, Αγγ. Τερζάκης, Θρ. Καστανάκης, Μ. Καραγάτσης, Γ. Μπεράτης, Τ. Αθανασιάδης,  Μ. Αξιώτη, Στ. Ξεφλούδας, Αλκ. Γιαννόπουλος, Νικ. Γαβρ. Πεντζίκης

  1. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ (1945- σήμερα)
  • Διερεύνηση των δυνατοτήτων του αφηγηματικού λόγου – Ανανέωση
  • Έκφραση της τραγικής διάψευσης των ελπίδων του Μεσοπολέμου, της σύγχυσης και της αγωνίας του σύγχρονου ανθρώπου.
  • Γλώσσα ευρηματική, τολμηρή, ρεαλιστική
  • Τάσεις της μεταπολεμικής πεζογραφίας:
  • Κριτική μελέτη και απεικόνιση της πραγματικότητας (Α. Φραγκιάς, Αλ. Κοτζιάς, Ν. Κάσδαγλης, Κ. Ταχτσής κ.ά)
  • Κοινωνικοί και πολιτικοί προβληματισμοί (Δ. Χατζής, Κ. Κοτζιάς, Στρ. Τσίρκας, Σπ. Πλασκοβίτης, Α. Σαμαράκης κ.ά)
  • Φυγή από την πραγματικότητα – Καταφύγιο στη «λυρικότητα του κλειστού χώρου» (Μ. Λυμπεράκη, Τ. Γκρίτση Μίλλιεξ, Αγγ. Βλάχος, Γαλ. Σαράντη)
  • Νέες εκφραστικές αναζητήσεις – Επιδράσεις από τα νέα ευρωπαϊκά λογοτεχνικά ρεύματα (Γ. Χειμωνάς, Ν. Μπακόλας κ.ά.)

πηγή: https://blogs.e-me.edu.gr/hive-neglossag/%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%AF%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CE%B9-%CE%BD%CE%B5%CE%BF%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1%CF%82/ από το ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΄'ΑΝΟΙΞΗΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ /// ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΕΙΔΗ

[ΠΗΓΕΣ: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1

https://blogs.sch.gr/kmavrom/2017/04/22/logotechnika-eidi/ 

]

Με τον όρο Λογοτεχνία ορίζονται τα γραπτά και μη προφορικά προϊόντα του έντεχνου λόγου. Η λογοτεχνία είναι έννοια στενότερη από τη γραμματεία, που περιλαμβάνει το σύνολο των - γραπτών κατά κανόνα- κειμένων μιας συγκεκριμένης κοινότητας. Αυτό, λοιπόν, που διαφοροποιεί τα λογοτεχνικά κείμενα από τα μη λογοτεχνικά είναι η «λογοτεχνικότητα». Η έννοια της λογοτεχνικότητας βέβαια δεν μπορεί να οριστεί εύκολα, γι' αυτό και ο χώρος της Λογοτεχνίας δεν μπορεί να καθοριστεί με αυστηρά όρια.

Για τον καθορισμό της έννοιας της λογοτεχνικότητας έχουν γίνει πολλές προσπάθειες, οι οποίες μπορούν να διακριθούν σε δύο ομάδες, ανάλογα με τις κατευθύνσεις που ακολουθούν: η μία είναι η οντολογική εξέταση, αυτή δηλαδή που προσπαθεί να ορίσει τη Λογοτεχνία «εκ των έσω», με εσωτερικά κριτήρια, με τα οποία προσπαθεί να προσδιορίσει κάποια σταθερά χαρακτηριστικά του λογοτεχνικού λόγου. Κάποιες από τις προσπάθειες οντολογικού ορισμού είναι οι ορισμοί της Λογοτεχνίας ως «μυθοπλαστικής γραφής», ως «αποκλίνουσας χρήσης της γλώσσας» ή ως κειμένου που προσφέρει «αισθητική απόλαυση».

Η δεύτερη κατεύθυνση είναι η ιστορικο-εξελικτική εξέταση, που μελετά το «τι θεωρήθηκε κατά καιρούς λογοτεχνία». Μια τέτοια εξέταση, η οποία βέβαια δε στοχεύει στη διατύπωση κάποιου ορισμού, μας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, γιατί μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τις διάφορες μεταβολές της αντιμετώπισης της Λογοτεχνίας και της λογοτεχνικότητας.

 

Το λογοτεχνικό κείμενο μπορεί να οριστεί ως κείμενο που δεν εξυπηρετεί κάποιον πρακτικό σκοπό, για παράδειγμα την πληροφόρηση για κάποιο θέμα. Έτσι το λογοτεχνικό κείμενο διαφέρει, για παράδειγμα, από ένα επιστημονικό κείμενο.

Λογοτεχνικά είδη

Η λογοτεχνία είναι ένα φαινόμενο που από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή μας δεν παρουσιάζεται με τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο αλλά μπορεί να διαχωριστεί και να ταξινομηθεί σε πολλές επιμέρους κατηγορίες. Τα λογοτεχνικά έργα δεν είναι όμως όλα ίδια· υπάρχουν διάφοροι τύποι: έπος, λυρική ποίηση, κωμωδία, τραγωδία, διήγημα, μυθιστόρημα κτλ. Όλοι αυτοί οι τύποι δε διαφέρουν μεταξύ τους μόνο στη μορφή αλλά στο σύνολο σχεδόν των γνωρισμάτων τους: στο περιεχόμενο, το ύφος, το λεξιλόγιο, τον τρόπο που χρησιμοποιούν τη γλώσσα, το θέμα, τις συμβάσεις κτλ. Συνεπώς, με τους όρους «γένος» και «είδος» χαρακτηρίζουμε συνήθως τους διάφορους τύπους λογοτεχνικών έργων. Το άθροισμα όλων αυτών των ειδών σχηματίζει το σύνολο των κειμένων που ονομάζουμε λογοτεχνία.
Οι σύγχρονοι μελετητές χρησιμοποιούν την έννοια του γένους ή του είδους με διάφορους τρόπους και στόχους: άλλοι για να εξηγήσουν την εσωτερική εξέλιξη της λογοτεχνίας· άλλοι για να αναλύσουν τη δομή των λογοτεχνικών έργων· άλλοι για να διερευνήσουν την επαφή μεταξύ του συγγραφέα και του αναγνώστη κτλ. Εξάλλου, στη διάρκεια του 20ού αιώνα, έγιναν και πολυάριθμες απόπειρες για την ταξινόμηση και κατηγοριοποίηση των γενών/ειδών και για τη θέσπιση μιας αξιολογικής κλίμακας· κάθε μελετητής ή θεωρητικός χρησιμοποιούσε τη δική του επιχειρηματολογία και —κυρίως— τα δικά του κριτήρια, από τη μορφή, το θέμα και το μέγεθος των έργων ως τους πιο ποικίλους εξωκειμενικούς παράγοντες. Σήμερα, μπορούμε πλέον να πούμε ότι έχει γίνει αντιληπτό πως η πλήρης καταλογογράφηση και η συστηματική ταξινόμηση όλων των γενών/ειδών είναι ουσιαστικά αδύνατη αλλά και χωρίς ιδιαίτερο νόημα, καθώς δε θα μπορέσει ποτέ να είναι οριστική· πάντοτε θα παραμένει ατελής και προσωρινή, ενώ η αξία της θα είναι σχετική.

ΒΑΣΙΚΑ ΕΙΔΗ ΤΟΥ ΠΕΖΟΥ ΛΟΓΟΥ
Τα βασικά είδη του πεζού έντεχνου λόγου είναι τα εξής: μυθιστόρημα, διήγημα και νουβέλα. Και τα τρία αυτά είδη ανήκουν στο ευρύτερο γένος της αφηγηματικής πεζογραφίας ή του πεζού αφηγηματικού λόγου. Το κοινό δηλαδή γνώρισμα που τα κάνει να συγγενεύουν είναι ότι και τα τρία αυτά είδη περιέχουν το στοιχείο της αφήγησης.

Μυθιστόρημα
Το μυθιστόρημα κανονικά είναι μια εκτεταμένη αφήγηση. Αντίθετα, το διήγημα, από την άποψη της κειμενικής έκτασης, είναι μια σύντομη αφήγηση.

Η νουβέλα, που είναι πάντοτε εκτενέστερη από το διήγημα αλλά συντομότερη από ένα μυθιστόρημα, τοποθετείται ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο είδη.

Η έκταση, βέβαια, δεν είναι το μοναδικό γνώρισμα που διακρίνει και αντιδιαστέλλει το μυθιστόρημα από το διήγημα ή και από τη νουβέλα. Υπάρχουν και άλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, περισσότερο ουσιαστικά και όχι τόσο εξωτερικά, που διαφοροποιούν ριζικά το μυθιστόρημα από τα άλλα είδη αφηγηματικού λόγου. Τα πιο ουσιώδη από αυτά τα χαρακτηριστικά είναι τα εξής:

α) ο μύθος, το αφηγημένο δηλαδή υλικό, στα μυθιστορήματα είναι εκτεταμένος, πολυεπεισοδιακός, πολύπτυχος και πολύ πολύπλοκος στην όλη του οργάνωση, διάρθρωση και εξέλιξη
β) τα γεγονότα και τα περιστατικά που συνθέτουν και συγκροτούν το αφηγηματικό υλικό, σπάνια (ή σχεδόν ποτέ) παρουσιάζονται με σειρά χρονική-εξελικτική. Συνήθως, η πλοκή είναι τέτοια, ώστε μέσα στο μύθο και γενικά στην αφήγηση να διαπλέκονται διαφορετικά επίπεδα χρόνου. Μπορεί λ.χ. η αφήγηση να ξεκινήσει από μια παροντική στιγμή· στη συνέχεια, να διαγράψει μια εκτενή αναφορά (αναδρομή) στο παρελθόν και να επανέλθει στο παρόν.
γ) τα μυθιστορήματα κανονικά είναι πολυπρόσωπα και οι προβαλλόμενοι ανθρώπινοι χαρακτήρες, μέσα από τις πράξεις, τα λόγια και τις σκέψεις τους, διαγράφονται με πληρότητα και με ολοκληρωμένο τρόπο. Εξάλλου, η ύπαρξη πολλών προσώπων δημιουργεί πλουσιότερες, συχνότερες και εντονότερες καταστάσεις συγκρούσεων
δ) ο μύθος κανονικά αναπτύσσεται και εξελίσσεται σε πολλά επίπεδα χώρου, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια πολυδιάσπαση της αφηγηματικής δράσης όχι μόνο σε διαφορετικούς χώρους αλλά και σε διαφορετικούς χρόνους.
Στη χώρα μας, τρεις θεωρούνται οι μεγάλοι σταθμοί του μυθιστορήματος: το ιστορικό, το ηθογραφικό και το αστικό μυθιστόρημα. Το πρώτο συνδέεται με τους ρομαντικούς του 19ου αιώνα, το δεύτερο με τη γενιά του 1880 και το τρίτο με τη γενιά του 1930.

ΔΙΗΓΗΜΑ
Οι ρίζες του διηγήματος χάνονται στη λογοτεχνία της αρχαιότητας· με τη μορφή όμως που το γνωρίζουμε σήμερα, εμφανίστηκε στη δυτική λογοτεχνία στις αρχές του 19ου αιώνα και, κυρίως, από το 1830 και μετά. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα διηγήματα δημοσιεύονταν κυρίως στις εφημερίδες και είχαν μεγάλη ανταπόκριση στο αναγνωστικό τους κοινό. Το γεγονός αυτό συντέλεσε στη διαμόρφωση πολλών χαρακτηριστικών του διηγήματος.
Το πρώτο χαρακτηριστικό ενός διηγήματος είναι η συντομία του. Η έκταση του, βέβαια, δεν είναι επακριβώς καθορισμένη και μπορεί να ποικίλλει αλλά σε γενικές γραμμές έχουμε να κάνουμε με μια σύντομη αφήγηση. Αυτή η συντομία οδηγεί στο δεύτερο βασικό χαρακτηριστικό του διηγήματος, που είναι ένας συνδυασμός λιτότητας και πυκνότητας, τόσο στη γλώσσα όσο και στο περιεχόμενο. Συγκεκριμένα, ο μύθος, η ιστορία δηλαδή που αφηγείται ένα διήγημα, επικεντρώνεται συνήθως γύρω από ένα βασικό γεγονός, με έναν κεντρικό ήρωα. Μ’ άλλα λόγια, κάθε διήγημα αποτυπώνει ένα επεισόδιο από τη ζωή του πρωταγωνιστή, το οποίο όμως αποδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντικό για τη ζωή και τη μοίρα του και γι’ αυτό αξίζει να προσεχθεί ιδιαίτερα.

Το βασικό πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει ο διηγηματογράφος είναι, ακριβώς, να μπορέσει να περάσει από το ειδικό στο γενικό: μέσα δηλαδή από την αφήγηση ενός μεμονωμένου επεισοδίου, να μπορέσει να προσφέρει στον αναγνώστη μια πλήρη ηθογράφηση και ψυχογραφία του πρωταγωνιστή, καθώς και μια συνολική αίσθηση της ζωής του. Για να το επιτύχει αυτό, δεν αρκούν μόνο η λιτότητα και η πυκνότητα· χρειάζεται επίσης μια προσεκτική επιλογή του θέματος, ένας επιτυχημένος συνδυασμός αφήγησης, διαλόγου και περιγραφής, σωστή χρήση της γλώσσας, αρχιτεκτονική διάρθρωση της πλοκής κτλ. Για παράδειγμα, ένα διήγημα μπορεί να περιλαμβάνει και κάποια δευτερεύοντα πρόσωπα ή επεισόδια, τα οποία όμως θα είναι πολύ σύντομα και θα έχουν ως βασικό τους στόχο να φωτίσουν το βασικό γεγονός ή να συμπληρώσουν την ψυχογραφία του πρωταγωνιστή.

Ανάλογα με το θέμα τους, τα διηγήματα μπορούν να διακριθούν σε ηθογραφικά, ρεαλιστικά, κοινωνικά, ιστορικά, ψυχολογικά, αστυνομικά κτλ. Στην παραδοσιακή τους μορφή παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά που συνήθως συναντάμε στην πεζογραφία: αληθοφάνεια, συγκεκριμένο χρόνο και τόπο, θέματα από την καθημερινή ζωή κτλ. Βέβαια, το σύγχρονο διήγημα πολύ συχνά αμφισβητεί όλα αυτά τα παραδοσιακά γνωρίσματα.

Σε ό,τι αφορά τη νεοελληνική λογοτεχνία, το διήγημα αναπτύχθηκε κυρίως από τη γενιά του 1880 και έκτοτε καλλιεργείται συστηματικά απ’ τους πιο σημαντικούς Έλληνες πεζογράφους. Μάλιστα, μπορούμε να πούμε ότι το νεοελληνικό διήγημα έχει δώσει έργα υψηλής ποιότητας, πολύ περισσότερα απ’ ό,τι το μυθιστόρημα. Σημαντικοί Έλληνες διηγηματογράφοι θεωρούνται γενικά ο Γεώργιος Βιζυηνός, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο Ανδρέας Καρκαβίτσας, ο Δημοσθένης Βουτυράς, ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης, ο Άγγελος Τερζάκης, ο Δημήτρης Xατζής, ο Αντώνης Σαμαράκης κ.ά.

Πηγή: Λεξικό λογοτεχνικών όρων