Το σωματικό πρόβλημα του νου και η τεχνολογία

Σύμφωνα με τις μείζονες μονοθεϊστικές θρησκείες –τον ιουδαϊσμό, τον χριστιανισμό και το Ισλάμ–, οι άνθρωποι έχουν ξεχωριστή φύση και μοίρα, που διαφοροποιείται και είναι ανώτερη από των άλλων ζώων. Καθώς έχουν δημιουργηθεί από μια θεϊκή δύναμη, οι άνθρωποι μοιάζουν σε αυτή ως προς το γεγονός ότι δεν ανήκουν εξολοκλήρου στον φυσικό κόσμο. Διακρίνονται από ελευθερία της βούλησης, κάτι που κανένα άλλο ζώο δεν διαθέτει, και, χάρη στη μετά θάνατον ζωή, είναι απαλλαγμένοι από τη θνητότητα.

Στις δυτικές κοινωνίες οι μονοθεϊστικές ιδέες δεν κυριαρχούν πλέον στην καθαρή μορφή που είχαν κάποτε, ωστόσο ο ισχυρισμός πως οι άνθρωποι κατέχουν μοναδική θέση στον κόσμο δεν έχει απορριφθεί. Συνεχίζει να καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας και τον πλανήτη μας, παρότι ως ειδοποιό γνώρισμα της ανθρωπότητας τώρα προσδιορίζεται συνήθως η ορθολογικότητα ή η αυτοσυνειδησία και όχι η ύπαρξη ψυχής. Όπως η Μέλανι Τσάλεντζερ γράφει στο Πώς να είσαι ζώο:

Για εκείνους που πιστεύουν βαθιά στην ύπαρξη ενός δημιουργού, διαθέτουμε ψυχή η οποία είναι αποκλειστικό γνώρισμα του ανθρώπινου σώματος. Για τους άθεους ανθρωπιστές στοχαστές, διαθέτουμε νοημοσύνη που προσιδιάζει στην ψυχή και η οποία είναι αποκλειστικό γνώρισμα του ανθρώπινου εγκεφάλου. Αυτό εξηγεί, σύμφωνα με αυτές τις δύο αντιλήψεις, γιατί οι άνθρωποι δεν είναι στην πραγματικότητα ζώα. Τουλάχιστον, όχι με την ουσιαστική σημασία του όρου.

Γνωρίζουμε χάρη στην εξελικτική βιολογία ότι οι άνθρωποι προήλθαν από τον φυσικό κόσμο. Την ίδια στιγμή, πολλοί θεωρούν πως έχουμε απεμπολήσει τις ζωικές καταβολές μας· κάποιοι πιστεύουν ότι μπορούμε να προδιαγράψουμε τη μελλοντική μας εξέλιξη. Αυτή η ασυμφωνία ανάμεσα σε αυτό που ξέρουμε από την επιστημονική έρευνα και στην εικόνα που έχουμε διαμορφώσει για τον εαυτό μας αποτελεί το κεντρικό θέμα της Τσάλεντζερ: «Η αλήθεια είναι πως άνθρωπος σημαίνει ζώο. Είναι δύσκολο να το παραδεχθούμε αν έχουμε ανατραφεί πιστεύοντας ότι διαφέρουμε από τα ζώα.»

Οι εκκοσμικευμένες κουλτούρες όπως η δική μας, ισχυρίζεται η Τσάλεντζερ, έχουν σε μεγάλο βαθμό απορρίψει τις μονοθεϊστικές αντιλήψεις ενώ διατηρούν τη μονοθεϊστική έννοια της ανθρώπινης ιδιαιτερότητας. Όταν περιγράφει τους τρόπους με τους οποίους η κοσμική σκέψη έχει διαμορφωθεί από τον μονοθεϊσμό, εστιάζει σε δύο μέλη της δυναστείας Χάξλεϋ – τον Βικτοριανό Τόμας Χένρι Χάξλεϋ, ενίοτε γνωστό ως το «μπουλντόγκ του Δαρβίνου», επειδή υπερασπίστηκε αδιάλλακτα τη δαρβινική φυσική επιλογή, και τον εγγονό του Τζούλιαν Χάξλεϋ, βιολόγο και ευγονιστή που έζησε στον εικοστό αιώνα, ο οποίος επινόησε τον όρο «διανθρωπισμός» (transhumanism). Παραθέτει τον Τζούλιαν: «Το ανθρώπινο είδος μπορεί, εάν το επιθυμεί, να υπερβεί τον εαυτό του. […] Ο άνθρωπος παραμένει άνθρωπος, αλλά υπερβαίνει τον εαυτό του, αξιοποιώντας καινούργιες δυνατότητες που άπτονται της ανθρώπινης φύσης του και λειτουργούν προς όφελός της».

«Πιστεύω στον διανθρωπισμό»: θα υπάρξουν κάποτε αρκετοί άνθρωποι που όντως θα μπορούν να αρθρώσουν την εν λόγω φράση, το ανθρώπινο είδος θα βρεθεί στο κατώφλι μιας νέας μορφής ύπαρξης, η οποία θα είναι τόσο διαφορετική απ’ τη δική μας όσο η δική μας από εκείνη του ανθρώπου του Πεκίνου. Πρόκειται εν τέλει για τη συνειδητή εκπλήρωση του πραγματικού του πεπρωμένου.

Αυτά τα εκτενέστερα αποσπάσματα δίνουν μια καθαρότερη εικόνα του πώς οι θεολογικές κατηγορίες συνέχιζαν να διαμορφώνουν τη σκέψη του Χάξλεϋ. Η προοπτική το ανθρώπινο είδος να υπερβεί τον εαυτό του «στην ολότητά του, ως ανθρωπότητα» ενδεχομένως έχει νόημα από μια θεϊστική οπτική σύμφωνα με την οποία το ανθρώπινο γένος έχει ένα «πεπρωμένο» και οι σκοποί ενός δρώντος Θεού ξεδιπλώνονται μέσω αυτού. Όμως σύμφωνα με τη δαρβινική εξέλιξη ένα είδος δεν είναι κάτι που φανερώνει την ύπαρξη αυτού του δρώντος. Τα γονίδια αλληλεπιδρούν σύμφωνα με τη φυσική επιλογή, η οποία δεν διακρίνεται από κάποιο γενικό σκοπό ή στόχο. Για έναν δαρβινιστή, οποιαδήποτε αναφορά στην «ανθρωπότητα» που δρα «στην ολότητά της» αποτελεί κατηγορικό σφάλμα.

… Η Τσάλεντζερ ασκεί έντονη κριτική στη βαθιά ριζωμένη ιδέα μας σύμφωνα με την οποία δεν είμαστε εξολοκλήρου ζωικοί. Το επιχείρημά της εγείρει δύο μεγάλα ερωτήματα. Το πρώτο είναι πώς αυτή η αντίληψη ρίζωσε τόσο βαθιά. Το δεύτερο είναι τι μπορεί να γίνει, αν μπορεί να γίνει κάτι, ώστε να απελευθερωθούμε από αυτήν.

… Σε μια ενδιαφέρουσα υποενότητα, εξετάζει την πιθανότητα ο δυϊσμός νους-ψυχή να είναι μια άμυνα εναντία στην επίγνωση της θνητότητας.

… Η άρνηση της θνητότητας τρέφει τη θρησκεία, η οποία με τη σειρά της έχει εκθρέψει τον δυϊσμό. Όμως, αν ο φόβος του θανάτου αποτελεί την πρωταρχική πηγή της διχοτομίας ανάμεσα στον νου και το σώμα, δεν είναι εύκολο να αποφανθούμε με ποιον τρόπο οι άνθρωποι μπορούν πλήρως να αποδεχθούν την ιδέα ότι είναι ζώα. Πολλοί που υιοθετούν μια υποτιθέμενα υλιστική κοσμοθεωρία συνεχίζουν να διατείνονται πως η θνητότητα με κάποιο τρόπο μπορεί να ξεπεραστεί. Ίσως να μην γεννιόμαστε με αθάνατη ψυχή, ισχυρίζονται οι διανθρωπιστές, αλλά μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα τεχνολογικό υποκατάστατό της. Ο Κούρτσβαϊλ και άλλοι έχουν προτείνει πως ο θάνατος δύναται να αποφευχθεί αν φορτώσουμε τα περιεχόμενα του εγκεφάλου στον κυβερνοχώρο. Εγείρονται ωστόσο ερωτήματα όσον αφορά την οντότητα που θα δημιουργηθεί με αυτόν τον τρόπο. Θα είναι η συνέχεια του ανθρώπινου όντος που κάποτε υπήρξε ή απλώς ένα αντίγραφο; Θα αισθάνεται με τον τρόπο που αισθανόταν ο προκάτοχός του;

… Η αίσθηση ότι διαφέρουμε από τα άλλα έμβια όντα ίσως δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αθεράπευτη ανθρώπινη ψευδαίσθηση. Η βασική αρχή αυτής της ψευδαίσθησης, υποθέτει η Τσάλεντζερ, ενδεχομένως έγκειται στην εμπειρία της αυτοσυνειδησίας:

Όταν συγκεντρωνόμαστε, απορροφόμαστε σε τέτοιο βαθμό από τις σκέψεις μας ώστε μπορούμε στιγμιαία να ξεχάσουμε ότι έχουμε σώμα. Τότε κάτι μας επαναφέρει. Μια λιγούρα. Ένας θόρυβος. Και αυτή η εκτεταμένη, αιωρούμενη προβολή της σκέψης κυλάει ξανά προς την κατεύθυνση του σώματος ώσπου να έχουμε πάλι πλήρη επίγνωση του σώματός μας και του δωματίου. Αυτό είναι γοητευτικό και συνάμα παράξενο. Η διαίσθησή μας μας λέει πως στην πραγματικότητα δεν είμαστε το φτιαγμένο από μυς και οστά πλάσμα που μας κοιτάζει απ’ τον καθρέφτη. Είμαστε το ενσυνείδητο ον που υπάρχει μέσα στο κεφάλι μας. Μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν χρειάζεται να πιστεύουμε στον δυϊσμό για να υποκύπτουμε στην ψευδαίσθηση που δημιουργεί. Είμαστε παγιδευμένοι σε μια αίσθηση που προκύπτει από την προσωπική μας εμπειρία.

Πηγή: Παντοδαπά

Leave a Reply