Ο Νέλσον Μαντέλα – Ο πρώτος έγχρωμος πρόεδρος της Αφρικής

Καλημέρα! Άλλο ένα κειμενο απο την Βικιπαίδεια, στο οποίο γράφει τα πάντα για τον Νέλσον Μαντέλα, ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο στην ιστορία.

 


Νέλσον Μαντέλα
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Nelson Rolihlahla Mandela (Κόσα)
Γέννηση 18  Ιουλίου 1918[1][2][3]
Μβέζο[1][4][5]
Θάνατος 5  Δεκεμβρίου 2013[6][3][7]
Χιούτον
Αιτία θανάτου αναπνευστική νόσος
Τόπος ταφής Qunu[8]
Κατοικία Χιούτον
Χώρα πολιτογράφησης Νότια Αφρική
Θρησκεία Μεθοδισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσα Κόσα
Ομιλούμενες γλώσσες Αγγλικά[3][9]
Κόσα
Σπουδές Πανεπιστήμιο του Βιτβάτερσραντ
Πανεπιστήμιο του Φορτ Χερ
Πανεπιστήμιο της Νοτίου Αφρικής
Πανεπιστήμιο του Λονδίνου
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητα πολιτικός
αυτοβιογράφος
δικηγόρος
πολιτικός ακτιβιστής
πολιτικός κρατούμενος
σεναριογράφος[10]
Αξιοσημείωτο έργο Long Walk to Freedom
Επηρεάστηκε από Luis Taruc[11]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο και Κομμουνιστικό Κόμμα της Νότιας Αφρικής
Οικογένεια
Σύζυγος Έβελιν Μέιζ (1944–1957)[12]
Γουίνι Μαντέλα (1958–1996)
Γκράτσα Μαχέλ (1998–2013)[13]
Τέκνα Μακγκάθο Μαντέλα[14][15]
Μακαζίουε Μαντέλα[12]
Ζενάνι Μαντέλα-Ντλαμίνι[12]
Τεµπεκίλε Μαντέλα[16]
Ζίντζι Μαντέλα[12]
Γονείς Γκάντλα Χένρι Μπακανιάσουα[1] και Nosekeni Fanny[17]
Συγγενείς Ντιελέκα Μαντέλα (εγγονός)
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμα Πρόεδρος της Νότιας Αφρικής (1994–1999)
Γενικός γραμματέας του Κινήματος των Αδεσμεύτων (1998–1999)
μέλος της Εθνοσυνέλευσης της Νότιας Αφρικής
Βραβεύσεις Βραβείο Τζαβαχαρλάλ Νεχρού (1979)[18]
Διεθνές Βραβείο Σιμόν

 

Ο Νέλσον Μαντέλα (Nelson Rolihlahla Mandela, 1918-2013) ήταν αγωνιστής του κινήματος κατά του Απαρτχάιντ, που αναπτύχθηκε στη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική και υπήρξε ο πρώτος έγχρωμος πρόεδρος της πατρίδας του (1994-1999). Από το 1998 μέχρι το 1999 διετέλεσε Πρόεδρος του Κινήματος των Αδεσμεύτων

1918-1934 : Παιδική ηλικία

Ο Μαντέλα γεννήθηκε στις 18 Ιουλίου 1918 στο χωριό Μβέζο,[41] της περιοχής Τράνσκεϊ, τότε μέρος της επαρχίας Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής.[42] Του δόθηκε το όνομα Rolihlahla, μια λέξη της γλώσσας Xhosa που σημαίνει "ταραχοποιός", ενώ κάποια χρόνια αργότερα έγινε γνωστός με το όνομα Madiba. Ο προπάππους του, Ngubengcuka, ήταν βασιλιάς του λαού Τhembu στη γη Transkeian, που βρίσκόταν στη σημερινή ανατολική επαρχία του Κέιπ Τάουν. Ένας από τους γιους του Ngubengcuka, με το όνομα Μαντέλα, ήταν ο παππούς του Νέλσον Μαντέλα και η πηγή προέλευσης του επιθέτου του. Επειδή ο Μαντέλα ήταν ο γιος ενός βασιλιά και μιας γυναίκας που ανήκε στη φυλή Ixhiba, μιας φυλής της Βουλής της Αριστεράς, οι απόγονοι αυτής της βασιλικής οικογένειας δεν είχαν το δικαίωμα να κληρονομήσουν τον θρόνο αλλά αναγνωρίζονταν ως σύμβουλοι της βασιλικής οικογένειας.

Ο πατέρας του Νέλσον Μαντέλα, Gadla Henry Mphakanyiswa Mandela, ήταν τοπικός άρχοντας και σύμβουλος του μονάρχη. Διορίστηκε στη θέση αυτή το 1915, μετά την παραίτηση του προκατόχου του ο οποίος κατηγορήθηκε για διαφθορά από έναν λευκό δικαστή της κυβέρνησης της χώρας. Το 1926 ο πατέρας του κατηγορήθηκε και αυτός για διαφθορά, ωστόσο ο Μαντέλα ανέφερε ότι ο πατέρας του έχασε τη δουλειά του επειδή κλήθηκε να αντιμετωπίσει τις παράλογες απαιτήσεις του μονάρχη. Αφοσιωμένος στον θεό Qamata, ο Gadla Mandela είχε τέσσερις συζύγους και είχε αποκτήσει τέσσερις γιους και εννέα κόρες - όλοι αυτοί κατοικούσαν σε διαφορετικά χωριά. Η μητέρα του Μαντέλα ήταν η τρίτη σύζυγος του Gadla Mandela, η Nosekeni Fanny, κόρη του Nkedama της Βουλής της Δεξιάς και μέλος της βασιλικής οικογένειας amaMpemvu.

Ο Μαντέλα δήλωσε αργότερα ότι στα πρώτα χρόνια της ζωής του κυριαρχούσαν τα ταμπού και το έθιμο Thembu. Μεγάλωσε μαζί με δυο αδερφές και την οικογένεια της μητέρας του στο χωριό Qunu, όπου έβοσκε κοπάδια με βοωειδή και περνούσε αρκετό χρόνο με άλλα αγόρια. Και οι δυο γονείς του ήταν αναλφάβητοι αλλά, ως αφοσιωμένη χριστιανή, η μητέρα του τον έστειλε σε μια τοπική θρησκευτική σχολή όταν ήταν περίπου 7 ετών. Ασπάστηκε τον μεθοδισμό και έλαβε το αγγλικό και χριστιανικό όνομα "Νέλσον" από την δασκάλα του, κ.Μτιγκέιν. Σε ηλικία 9 ετών περίπου, ο πατέρας του ήρθε να ζήσει στο χωριό Qunu, όπου πέθανε από μια άγνωστη ασθένεια, την οποία ο Μαντέλα πίστευε ότι ήταν πνευμονία. Αρχικά αισθάνθηκε «αποκομμένος», ενώ αργότερα δήλωσε ότι κληρονόμησε την «επαναστατικότητα» του πατέρα του και την «αίσθηση της δικαιοσύνης».

Η μητέρα του Μαντέλα τον πήγε στο παλάτι του Mqhekezweni, όπου ο βασιλιάς Jongintaba Dalindyebo, επικεφαλής της περιοχής Thembu, ανέλαβε την κηδεμονία του νεαρού Μαντέλα. Παρόλο που πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι να συναντηθεί με τη μητέρα του, ο Μαντέλα αισθανόταν ότι ο Jongintaba και η σύζυγός του Noengland τον αντιμετώπιζαν ως δικό τους παιδί και τον ανέθρεψαν με τον ίδιο τρόπο που ανέθρεψαν τον γιο τους Justice και την κόρη τους Nomafu. Καθώς ο Μαντέλα παρακολουθούσε κάθε Κυριακή τη λειτουργία με τους κηδεμόνες του, ο Χριστιανισμός έγινε σημαντικό κομμάτι της ζωής του. Παρακολούθησε μια θρησκευτική σχολή, που στεγαζόταν δίπλα στο παλάτι, στην οποία σπούδασε αγγλικά, ιστορία και γεωγραφία. Ανέπτυξε αγάπη για την αφρικανική ιστορία, έχοντας ως ακούσματα τις ιστορίες που έλεγαν οι ηλικιωμένοι επισκέπτες του παλατιού και επηρεασμένος από την αντι-ιμπεριαλιστική ρητορική ενός επισκέπτη στο παλάτι, του Joyi. Την ίδια εποχή θεωρούσε ότι οι Ευρωπαίοι αποικιοκράτες δεν ήταν καταπιεστές αλλά ευεργέτες που πρόσφεραν την εκπαίδευση και άλλα οφέλη στη Νότια Αφρική. Σε ηλικία 16 ετών, ο ίδιος μαζί με τον Justice και πολλά άλλα αγόρια ταξίδεψαν στο Tyhalarha για να υποβληθούν σε μια τελετουργία περιτομής που σηματοδότησε συμβολικά τη μετάβασή τους από αγόρια σε άνδρες. Μετά από αυτή την τελετή, του δόθηκε το όνομα Dalibunga.

1934-1940 : Clarkebury, Healdtown και Fort Hare

Στοχεύοντας να αποκτήσει τις γνώσεις και δεξιότητες που απαιτούνταν για να γίνει σύμβουλος της βασιλικής οικογένειας των Thembu, το 1933 ο Μαντέλα ξεκίνησε τη φοίτησή του στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο Clarkebury Methodist, ένα δυτικού τύπου γυμνάσιο το οποίο αποτελούσε το μεγαλύτερο σχολείο υποδοχής μαύρων Αφρικανών στο Thembuland. Προκειμένου να κοινωνικοποιηθεί με τους υπόλοιπους μαθητές, σε ισότιμη βάση, ισχυρίστηκε ότι άλλαξε τρόπο συμπεριφορας και ότι έγινε για πρώτη φορά στενός φίλος με ένα κορίτσι. Ξεκίνησε να αθλείται και ανέπτυξε τη διαχρονική αγάπη του για την κηπουρική. Ολοκλήρωσε τις σπουδές μέσα σε δυο χρόνια και το 1937 μετακόμισε στο Healdtown, όπου φοίτησε στο κολέγιο Fort Beaufort, στο οποίο σπούδαζαν τα περισσότερα βασιλικά μέλη του Thembu, μεταξύ των οποίων ο Justice. Ο διευθυντής του κολεγίου έδωσε έμφαση στην υπεροχή του αγγλικού πολιτισμού και αγγλικής διακυβέρνησης, ωστόσο ο Μαντέλα άρχισε να ενδιαφέρεται για τον αφρικανικό πολιτισμό, αποκτώντας τον πρώτο του στενό φίλο που δεν ανήκε στη φυλή Xhosa αλλά στη φυλή Sotho και επηρεάστηκε από έναν από τους αγαπημένους του δασκάλους ο οποίος έσπασε τα ταμπού και ως Xhosa παντρεύτηκε έναν Sotho. Ο Μαντέλα περνούσε μεγάλο μέρος του ελεύθερου χρόνου του στο Healdtown όπου αθλούνταν ως δρομέας μεγάλων αποστάσεων και πυγμάχος ενώ εργάστηκε και ως νομάρχης.

Έχοντας την υποστήριξη του Jongintaba, το 1939 ο Μαντέλα ξεκίνησε τις προπτυχιακές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Fort Hare, ενός ελίτ ιδρύματος στο ανατολικό Κέιπ Τάουν, με περίπου 150 φοιτητές. Εκεί σπούδασε αγγλικά, ανθρωπολογία, δημόσια διοίκηση, πολιτική και τη ρωμαϊκή ολλανδική νομοθεσία κατά το πρώτο έτος σπουδών, με μια επιθυμία να γίνει είτε διερμηνέας είτε υπάλληλος στο τμήμα Ιθαγενών Υποθέσεων. Ο Μαντέλα διέμεινε στις φοιτητικές εστίες του Wesley House, όπου έγινε στενός φίλος με τον συγκάτοικό του K. D. Matanzima, αλλά και με τον Oliver Tambo, με τον οποίο έγιναν στενοί φίλοι και σύντροφοι. Έλαβε μαθήματα χορού, συμμετείχε σε ένα θεατρικό έργο για τον Αβραάμ Λίνκολν και έκανε μαθήματα με θέμα τη Βίβλο στην τοπική κοινότητα. Παρόλο που είχε φίλους οι οποίοι εργάζονταν στο Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο ANC και οι οποίοι ήθελαν τη Νότια Αφρική να ανεξαρτητοποιηθεί από τη Βρετανική Αυτοκρατορία, ο Μαντέλα απέφυγε οποιαδήποτε συμμετοχή στο αντι-ιμπεριαλιστικό κίνημα και έγινε υποστηρικτής της προπολεμικής προσπάθειας της Βρετανίας όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Βοήθησε στην ίδρυση μιας επιτροπής από πρωτοετείς φοιτητές, οι οποίοι αμφισβητούσαν την κυριαρχία της Βρετανίας, την οποία αντιθέτως υποστήριζαν οι δευτεροετείς φοιτητές. Στο τέλος του πρώτου έτους των σπουδών του συμμετείχε στο μποϊκοτάζ του Φοιτητικού Συλλόγου ενάντια στην ποιότητα των τροφίμων, εξαιτίας του οποίου αποβλήθηκε από το πανεπιστήμιο. Δεν επέστρεψε ποτέ για να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να λάβει το πτυχίο του.

1941-1943 : Άφιξη στο Γιοχάνεσμπουργκ

Επιστρέφοντας στο Mqhekezweni τον Δεκέμβριο του 1940, ο Μαντέλα διαπίστωσε ότι ο Jongintaba σχεδίαζε να παντρέψει τον ίδιο και τον Justice. Όντας φοβισμένοι, έφυγαν από τη χώρα και μέσω του Queenstown έφτασαν στο Γιοχάνεσμπουργκ τον Απρίλιο του 1941. Ο Μαντέλα βρήκε δουλειά ως νυχτοφύλακας στα ορυχεία Crown Mines, όπου απέκτησε τις πρώτες γνώσεις πάνω στον καπιταλισμό της Νότιας Αφρικής, ωστόσο απολύθηκε όταν ο υπεύθυνος των ορυχείων ανακάλυψε ότι το είχε σκάσει από την οικογένεια του. Έζησε στο George Goch Township μαζί με έναν ξάδερφό του, ο οποίος γνώρισε τον Μαντέλα στον κτηματομεσίτη και ακτιβιστή της ANC Walter Sisulu. Ο τελευταίος έκανε τον Μαντέλα γραμματέα στο δικηγορικό γραφείο Witkin, Sidelsky και Eidelman ; μια εταιρεία που διευθυνόταν από τον Lazar Sidelsky, ένα φιλελεύθερο Εβραίο που ήταν υποστηρικτής των σκοπών του ANC. Σε αυτό, ο Μαντέλα συναντήθηκε με τον Gaur Radebe (μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Xhosa στο ANC) και με τον Nat Bregman (εβραίο κομμουνιστή που έγινε ο πρώτος λευκός φίλος του). Ο Μαντέλα παρακολουθούσε τις συνελεύσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος, μέσω των οποίων εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι, οι Αφρικανοί και οι Ινδοί αντιμετωπίζονταν ως ισότιμοι. Αργότερα, δήλωσε ότι δεν έγινε ενεργό μέλος του κόμματος επειδή ο αθεϊσμός του ερχόταν σε αντίθεση με τη χριστιανική του πίστη και επειδή θεωρούσε τον αγώνα της Νότιας Αφρικής ως φυλετικό και όχι ως ταξικό πόλεμο. Για να συνεχίσει τη φοίτησή του στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο Μαντέλα εγγράφηκε σε ένα Πανεπιστήμιο της Νότιας Αφρικής ώστε να παρακολουθήσει μαθήματα δια αλληλογραφίας, με τα οποία ασχολιόταν κάθε βράδυ.

Λαμβάνοντας έναν μικρό μισθό, ο Μαντέλα νοίκιαζε ένα δωμάτιο στο σπίτι της οικογένειας Xhoma στην πόλη Alexandra, παρότι στην περιοχή δέσποζε η φτώχεια, το έγκλημα και η ρύπανση, η πόλη Alexandra πάντα είχε μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά του. Αν και ένιωθε ντροπή εξαιτίας της φτώχειας του, είχε μια σύντομη σχέση με μια γυναίκα από τη Σουαζία προτού φλερτάρει ανεπιτυχώς την κόρη του αφεντικού του. Προκειμένου να εξοικονομεί χρήματα και να μένει όσο πιο κοντά γινόταν στο κέντρο του Γιοχάνεσμπουργκ, ο Μαντέλα μετατέθηκε στα κεντρικά γραφεία της Witwatersrand Native Labor Association, όπου ζούσε μαζί με ανθρακωρύχους από διάφορες φυλές ; δεδομένου ότι αρχηγοί διαφόρων φυλών επισκέπτονταν τα γραφεία αυτά. Κάποτε συναντήθηκε με τη βασίλισσα της Μπασουτολάνδης. Στα τέλη του 1941, ο Jongintaba επισκέφτηκε το Γιοχάνεσμπουργκ - όπου συγχώρεσε τον Μαντέλα - προτού επιστρέψει στο Thembuland όπου πέθανε τον χειμώνα του 1942. Ο Μαντέλα και ο Justice επέστρεψαν στη χώρα μια μέρα μετά την κηδεία. Μετά την επιτυχία του το 1943 στις προπτυχιακές εξετάσεις του, ο Μαντέλα επέστρεψε στο Γιοχάνεσμπουργκ για να ακολουθήσει μια καριέρα δικηγόρου αντί να γίνει δημοτικός σύμβουλος στο Thembuland. Αργότερα δήλωσε ότι "απλώς βρήκε τον εαυτό του και δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά".

Καριέρα

Δικηγόρος στο Γιοχάνεσμπουργκ, έγινε μέλος του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου ANC (African National Congress) το 1944. Πήγε στο Γιοχάνεσμπουργκ επειδή οι γονείς του ήθελαν να τον παντρέψουν χωρίς να το θέλει αυτός. Για 20 χρόνια τέθηκε επικεφαλής στη μεγάλη εκστρατεία κατά της ρατσιστικής πολιτικής της κυβέρνησης της Νότιας Αφρικής. Ήταν ο πρώτος έγχρωμος, δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος της Νότιας Αφρικής. Πριν εκλεγεί πρόεδρος, ήταν από τους επικεφαλής του κινήματος κατά του Απαρτχάιντ και ενεργό μέλος του ANC. Φυλακίστηκε για 27 χρόνια από το καθεστώς των λευκών. Ο Νέλσον Μαντέλα αποφυλακίστηκε το Φεβρουάριο του 1990, αφού ο πρόεδρος Φρεντερίκ ντε Κλερκ αναγνώρισε το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο και ανέστειλε τις εκτελέσεις. Ο Νέλσον Μαντέλα αμέσως παρότρυνε τις ξένες δυνάμεις να μην ελαττώσουν την πίεση που ασκούσαν στη νοτιοαφρικανική κυβέρνηση για συνταγματική μεταρρύθμιση. Η απελευθέρωσή του το 1990 σημάδεψε την απαρχή θεμελιακών αλλαγών στο Νοτιοαφρικανικό κράτος, που οδήγησαν στην πτώση του ρατσιστικού του καθεστώτος. Το 1993 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης που το μοιράστηκε με τον τότε πρόεδρο Φρεντερίκ Ντε Κλερκ. Το 1994 έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Νότιας Αφρικής σε εκλογές που επιτράπηκε να ψηφίσουν λευκοί και μαύροι.

Έχασε τον γιο του από AIDS και τον άλλο σε τροχαίο δυστύχημα, το 1969 (σε τροχαίο έχασε και τη δισέγγονή του, το 2010). Από τότε ο Νέλσον Μαντέλα έγινε εξαιρετικά δραστήριος κατά του AIDS.

Ο Μαντέλα έφυγε από τη ζωή στις 5 Δεκεμβρίου 2013 στην οικία Χάουτον.

Συνταξιοδότηση

1999-2004 : ακτιβισμός και φιλανθρωπία

Αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική δράση τον Ιούνιο του 1999 και σκόπευε να διάγει μια ήσυχη οικογενειακή ζωή, μοιρασμένη μεταξύ του Γιοχάνεσμπουργκ και του Qunu. Παρόλο που ξεκίνησε να γράφει μια συνέχεια της πρώτης του αυτοβιογραφίας, "The Presidential Years" ("Τα Προεδρικά Χρόνια"), τα παράτησε προτού κυκλοφορήσει. Ο Μαντέλα αντιμετώπισε μια δύσκολη απομόνωση και επέστρεψε στην πολυσύχναστη δημόσια ζωή του, η οποία περιλάμβανε ένα καθημερινό πρόγραμμα καθηκόντων και συναντήσεις με παγκόσμιους ηγέτες και διασημότητες. Όταν ήταν στο Γιοχάνεσμπουργκ, εργαζόταν στο Ίδρυμα Νέλσον Μαντέλα, το οποίο ιδρύθηκε το 1999 και το οποίο επικεντρωνόταν στην αγροτική ανάπτυξη και στην καταπολέμηση του HIV / AIDS. Παρόλο που κατηγορήθηκε έντονα ότι δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τον HIV / AIDS κατά τη διάρκεια της προεδρείας του, αφιέρωσε μεγάλο μέρος από τον χρόνο του πάνω στο θέμα μετά τη συνταξιοδότησή του χαρακτηρίζοντάς τον ως έναν "πόλεμο" που σκότωσε περισσότερους από ό,τι "οι προηγούμενοι πόλεμοι" ; συνέδεσε τον εαυτό του με την εκστρατεία Treatment Action και προέτρεψε την κυβέρνηση του Mbeki να διασφαλίσει ότι όσοι νοτιο-Αφρικανοί θα βρίσκονταν θετικοί στον ιό HIV θα είχαν πρόσβαση σε φαρμακευτική αγωγή. Στο μεταξύ, ο Μαντέλα θεραπεύτηκε με επιτυχία από τον καρκίνο του προστάτη τον Ιούλιο του 2001.

Το 2002, ο Μαντέλα εγκαινίασε την Ετήσια Διάλεξη Νέλσον Μαντέλα και το 2003 ιδρύθηκε το Ίδρυμα Mandela Rhodes Foundation στο Rhodes House στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, το οποίο θα παρείχε υποτροφίες για μεταπτυχιακές σπουδές σε αφρικανούς φοιτητές. Ακολούθησαν το Κέντρο Μνήμης Νέλσον Μαντέλα και η εκστρατεία 46664 κατά του HIV / AIDS. Μίλησε στη 13η Διεθνή Διάσκεψη για το AIDS το 2000 και το 2004 μίλησε στη 15η Διεθνή Διάσκεψη για το AIDS στην Μπανγκόγκ της Ταϊλάνδης, ζητώντας καλύτερα μέτρα για την καταπολέμηση της φυματίωσης και του HIV/AIDS. Ο Μαντέλα είπε δημόσια ότι το AIDS ήταν η αιτία θανάτου του γιου του Makgatho τον Ιανουάριο του 2005, στη συζήτηση που έγινε για τη νόσο.

Ο Μαντέλα έχει ασκήσει δημόσια κριτική για τις κυβερνήσεις του δυτικού κόσμου. Αντέδρασε έντονα στην παρέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο το 1999 και την ονόμασε ως μια προσπάθεια των ισχυρών εθνών του κόσμου να αστυνομεύσουν όλο τον πλανήτη. Το 2003 εκφράστηκε εναντίον των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου, που σχεδίαζαν να ξεκινήσουν έναν πόλεμο στο Ιράκ. Χαρακτήρισε τον πόλεμο ως "τραγωδία" ενώ άσκησε κριτική στον τότε Αμερικανό πρόεδρο Τζορτζ Μπους και στον τότε πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου Τόνι Μπλαιρ ότι ήθελαν να υπονομεύσουν τον ΟΗΕ. Ανέφερε χαρακτηριστικά, "Όλα όσα επιθυμεί ο κύριος Μπους είναι το ιρακινό πετρέλαιο". Επιτέθηκε στις ΗΠΑ, υποστηρίζοντας ότι είχαν διαπράξει τις περισσότερες "ανείπωτες φρικαλεότητες" στον κόσμο από οποιοδήποτε άλλο έθνος, αναφέροντας ως παράδειγμα τον βομβαρδισμό στην Ιαπωνία με την ατομική βόμβα. Αυτό προσέλκυσε μια διεθνή διαμάχη, αν και αργότερα βοήθησε στο να βελτιωθούν οι σχέσεις του Μαντέλα με τον Μπλαιρ. Διατηρώντας ένα ενδιαφέρον για τις σχέσεις Λιβύης-Ηνωμένου Βασιλείου, ο Μαντέλα επισκέφτηκε τον Megrahi στη φυλακή Barlinnie όπου συζήτησαν τις συνθήκες της θεραπείας του.

2004-2013: απόσυρση από τη δημόσια ζωή

Τον Ιούνιο του 2004, σε ηλικία 85 ετών και με εξασθενημένη υγεία, ο Μαντέλα ανακοίνωσε ότι αποσύρεται επίσημα και αποχωρεί από τη δημόσια ζωή, αναφέροντας : «Μη μου τηλεφωνείτε, θα σας τηλεφωνήσω εγώ». Αν και συνεχίζει να συναντά την οικογένειά του και τους στενούς φίλους, το Ίδρυμα Νέλσον Μαντέλα δεν ενέκρινε τις προσκλήσεις που στέλνονταν εκεί και ζητούσαν να εμφανιστεί ο Μαντέλα σε δημόσιες εκδηλώσεις ενώ αρνήθηκε τις περισσότερες αιτήσεις για να δώσει ο Μαντέλα συνέντευξη.

Ο Μαντέλα διατήρησε κάποια συμμετοχή στις διεθνείς υποθέσεις. Το 2005 ίδρυσε το Nelson Mandela Trust Legacy και ταξίδεψε στις ΗΠΑ για να μιλήσει ενώπιον του Ινστιτούτου Brookings και του NAACP σχετικά με την ανάγκη παροχής οικονομικής βοήθειας στην Αφρική. Μίλησε με την τότε γερουσιαστή των ΗΠΑ Χίλαρυ Κλίντον και τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους, ενώ συναντήθηκε για πρώτη φορά και με τον τότε γερουσιαστή Μπαράκ Ομπάμα. Ο Μαντέλα παρότρυνε τον πρόεδρο της Ζιμπάμπουε Robert Mugabe να παραιτηθεί εξαιτίας των αυξανόμενων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα. Όταν αυτό αποδείχθηκε αναποτελεσματικό, ο Μαντέλα μίλησε δημοσίως το 2007 εναντίον του Mugabe, ζητώντας του να αποχωρήσει «με τον σεβασμό που του απομένει και την ελάχιστη αξιοπρέπεια». Την ίδια χρονιά οι Μαντέλα, Machel και Desmond Tutu συγκάλεσαν μια συνάντηση των ηγετών του κόσμου στο Γιοχάνεσμπουργκ ώστε να συνεισφέρουν με τη σοφία και τον ανεξάρτητο τρόπο ηγεσίας τους σε ορισμένα από τα σκληρότερα προβλήματα του κόσμου. Ο Μαντέλα ανακοίνωσε τη δημιουργία αυτής της ομάδας, που είχε τον τίτλο The Elders, σε μια ομιλία που έδωσε για τα 89α γενέθλιά του.

Τα 90α γενέθλια του Μαντέλα εορτάστηκαν σε όλη τη χώρα στις 18 Ιουλίου 2008 και συνέπεσαν με τους εορτασμούς που πραγματοποιήθηκαν στο Qunu και με μια συναυλία προς τιμήν του στο Hyde Park του Λονδίνου. Σε μια ομιλία που σηματοδότησε τους εορτασμούς, ο Μαντέλα προσκάλεσε τους πλούσιους να βοηθήσουν τους φτωχούς όλου του κόσμου. Καθ'όλη τη διάρκεια της προεδρείας του Mbeki, ο Μαντέλα συνέχισε να υποστηρίζει την ANC, συνήθως επισκιάζοντας τον Mbeki σε όλες τις δημόσιες εκδηλώσεις που συμμετείχαν και οι δυο. Ο Μαντέλα ήταν πιο άνετος με τον διάδοχο του Mbeki, τον Zuma.

Το 2004, ο Μαντέλα έκανε μια επιτυχημένη εκστρατεία υπέρ της Νότιας Αφρικής ώστε να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο της FIFA το 2010, δηλώνοντας ότι θα υπάρξουν «καλύτερα δώρα για εμάς» τη χρονιά που θα σηματοδοτούσε μια δεκαετία από την πτώση του απαρτχάιντ. Παρόλο που διατήρησε ένα χαμηλό προφίλ ενόψει ενός γεγονότος με την υγεία του, ο Μαντέλα έκανε την τελευταία δημόσια εμφάνισή του στην τελετή λήξης του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 2010, όπου έλαβε αρκετά χειροκροτήματα. Από το 2005 έως το 2013, ο Μαντέλα, και αργότερα η οικογένειά του, ενεπλάκησαν σε μια σειρά από αντιπαλότητες νομικής φύσεως σχετικά με χρήματα που παρακρατούνταν σε οικογενειακές εταιρείες προς όφελος των απογόνων του Μαντέλα. Στα μέσα του 2013, ενώ ο Μαντέλα νοσηλευόταν με λοίμωξη στους πνεύμονες στο νοσοκομείο της Πρετόρια, οι απόγονοί του συμμετείχαν σε μια ενδοοικογενειακή δικαστική διαμάχη όσον αφορά την ταφή των παιδιών του Μαντέλα και τελικά και του ίδιου του Μαντέλα.

2011-2013: Ασθένεια και θάνατος

Τον Φεβρουάριο του 2011, ο Μαντέλα νοσηλεύτηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στο νοσοκομείο της Πρετόρια με λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος, προσελκύοντας τη διεθνή προσοχή, πριν νοσηλευτεί για δεύτερη φορά με λοίμωξη στους πνεύμονες και με αφαίρεση ενός χολόλιθου τον Δεκέμβριο του 2012. Μετά από επιτυχημένο χειρουργείο στις αρχές Μαρτίου του 2013, η λοίμωξη στον πνεύμονα επανεμφανίστηκε και νοσηλεύτηκε ξανά για σύντομο χρονικό διάστημα στην Πρετόρια. Τον Ιούνιο του 2013, η λοίμωξη στους πνεύμονές του επιδεινώθηκε και εισήχθη ξανά στο νοσοκομείο της Πρετόρια σε σοβαρή κατάσταση. Ο αρχιεπίσκοπος του Κέιπ Τάουν Thabo Makgoba επισκέφθηκε τον Μαντέλα στο νοσοκομείο και προσευχήθηκε για αυτόν ενώ ο Zuma ακύρωσε ένα ταξίδι στη Μοζαμβίκη για να τον επισκεφτεί. Τον Σεπτέμβριο του 2013, ο Μαντέλα πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο, αν και η κατάσταση της υγείας του παρέμενε ασταθής.

Έχοντας υποφέρει από μια παρατεταμένη αναπνευστική λοίμωξη, ο Μαντέλα πέθανε τελικά στις 5 Δεκεμβρίου 2013, σε ηλικία 95 ετών, γύρω στις 20:50 τοπική ώρα, στο σπίτι του στο Χάουτον, έχοντας την οικογένειά του στο πλευρό του.[43] Ο Zuma ανακοίνωσε δημοσίως τον θάνατό του στην τηλεόραση, θέτοντας τη χώρα σε δεκαήμερο εθνικό πένθος. Το μνημόσυνο πραγματοποιήθηκε στο στάδιο FNB του Γιοχάνεσμπουργκ στις 10 Δεκεμβρίου 2013 ενώ η 8η Δεκεμβρίου έγινε εθνική ημέρα προσευχής και προβληματισμού στη Νότια Αφρική. Το σώμα του Μαντέλα τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα από τις 11 έως τις 13 Δεκεμβρίου 2013 στα κτίρια της Ένωσης στην Πρετόρια και στις 15 Δεκεμβρίου 2013 έγινε η κηδεία του δημοσία δαπάνη στο Qunu. Περίπου 30 αρχηγοί κρατών από όλο τον κόσμο ταξίδεψαν στη Νότια Αφρική για να παρακολουθήσουν την κηδεία. Λίγο καιρό μετά την κηδεία, αποκαλύφθηκε ότι 300 εκατομμύρια δολάρια που προορίζονταν για τη χρηματοδότηση ανθρωπιστικών έργων είχαν αναπροσαρμοστεί ώστε να καλυφθούν τα έξοδα της κηδείας. Τα μέσα ενημέρωσης της χώρας είχαν κατακλυστεί με αφιερώματα για τον Μαντέλα ενώ φωτογραφίες και βίντεο του Μαντέλα κατέκλυσαν όλα τα κοινωνικά δίκτυα. Η περιουσία του Μαντέλα, ύψους 4,1 εκατομμυρίων δολαρίων, πήγε στη χήρα του, σε άλλα μέλη της οικογένειάς του, στο προσωπικό του Ιδρύματος Νέλσον Μαντέλα αλλά και σε εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Πολιτική ιδεολογία

Ο Μαντέλα υπήρξε περισσότερο ένας πρακτικός πολιτικός και όχι ένας πνευματικός λόγιος ή ένας θεωρητικός της πολιτικής. Σύμφωνα με τον βιογράφο Tom Lodge, "για τον Μαντέλα, η πολιτική ήταν πρωταρχικά μια διατύπωση της ιστορίας και μια διενέργεια αφηγήσεων, κυρίως για την ηθικά υποδειγματική συμπεριφορά, και δευτερευόντως ένα ιδεολογικό όραμα, κυρίως για τα μέσα και όχι για τους σκοπούς". Ο Μαντέλα όριζε τον εαυτό του τόσο ως σοσιαλιστή όσο και ως Αφρικανό εθνικιστή, ιδεολογική θέση την οποία διατηρούσε ήδη από την ένταξή του στην ANC.

Ο ιστορικός Sabelo J. Ndlovu-Gatsheni περιέγραψε τον Μαντέλα ως έναν «φιλελεύθερο Αφρικανό εθνικιστή ανθρωπιστή» ενώ ο πολιτικός αναλυτής Raymond Suttner αναφέρθηκε στον τίτλο του φιλελεύθερου που αποδόθηκε στον Μαντέλα, δηλώνοντας ότι θεωρούνταν μια «υβριδική κοινωνικο-πολιτική φιγούρα». Ο Μαντέλα υιοθέτησε τις πολιτικές ιδέες άλλων στοχαστών - Ινδών ηγετών για την ανεξαρτησία της Ινδίας όπως ο Γκάντι, αφροαμερικανών ακτιβιστών για τα δικαιώματα των πολιτών, αφρικανών εθνικιστών όπως ο Nkrumah - και τις εφάρμοσε στην κοινωνικο-πολιτική κατάσταση της Νότιας Αφρικής. Ταυτόχρονα απέρριψε άλλες πτυχές της σκέψης τους όπως το αντι-λευκό συναίσθημα πολλών Αφρικανών εθνικιστών. Με αυτόν τον τρόπο έγραψε τόσο αντιτρομοκρατικές όσο και ηγεμονικές απόψεις, για παράδειγμα στηρίχθηκε στις ιδέες του τότε κυρίαρχου εθνικισμού του Afrikaner για την προώθηση του οραματισμού ενάντια στο απαρτχάιντ.

Η πολιτική του εξέλιξη επηρεάστηκε έντονα από τη νομική εκπαίδευση και πρακτική του, κυρίως από την ελπίδα να πετύχει μια αλλαγή όχι μέσω της βίας αλλά μέσω μιας "νομικής επανάστασης". Καθ'όλη τη ζωή του, υποστήριζε αρχικά ένα μονοπάτι μη-βίας, έπειτα ένα μονοπάτι που θα περίκλειε τη βία και στο τέλος ένα μονοπάτι που θα υιοθετούσε μια μη-βίαιη προσέγγιση των διαπραγματεύσεων αλλά τη συμφιλίωση. Όποτε υιοθέτησε τη βία, την εφάρμοσε επειδή δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική λύση, και υπήρξε πάντα ρεαλιστής πάνω σε αυτό το ζήτημα, αντιλαμβάνοντάς το ως μέθοδο για να φέρει τον αντίπαλό του στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Έθεσε στόχο τα σύμβολα της υπεροχής και της ρατσιστικής καταπίεσης των λευκών και όχι τους λευκούς ανθρώπους ως άτομα. Η προθυμία του να χρησιμοποιεί τη βία διέκρινε τον Μαντέλα από την ιδεολογία του Γκάντι, με την οποία ορισμένοι ιστορικοί ερευνητές επειδίωξαν να τον συσχετίσουν.

Δημοκρατία

Παρόλο που παρουσίαζε τον εαυτό του με αυταρχικό τρόπο σε αρκετές ομιλίες του, ο Μαντέλα υπήρξε ένας πιστός υποστηρικτής της δημοκρατίας και λάμβανε αποφάσεις κατά πλειοψηφία, ακόμα κι όταν διαφωνούσε. Είχε δεσμευτεί με τις αξίες της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1960. Εξέφραζε την πεποίθηση ότι "η συμμετοχή, η λογοδοσία και η ελευθερία του λόγου" ήταν οι θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας ; κάτι στο οποίο οδηγήθηκε από μια πεποίθηση υπέρ των φυσικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Suttner υποστήριξε ότι ο Μαντέλα υιοθέτησε "δυο τρόπους ηγεσίας". Από τη μια πλευρά, παρέμεινε πιστός στις ιδέες για μια συλλογική ηγεσία ενώ από την άλλη θεωρούσε ότι υπήρχαν σενάρια σύμφωνα με τα οποία ο ηγέτης έπρεπε να είναι αποφασιστικός και να ενεργεί χωρίς διαβούλευση για να επιτύχει έναν συγκεκριμένο στόχο.

Σύμφωνα με τη Lodge, η πολιτική σκέψη του Μαντέλα αντικατόπτριζε τις πεποιθήσεις του μεταξύ της υποστήριξης σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία και των προ-αποικιακών αφρικανικών μορφών κατά τη λήψη μιας απόφασης. Θαύμαζε την κοινοβουλευτική δημοκρατία της Βρετανίας, έχοντας δηλώσει ότι "Θεωρώ το Βρετανικό Κοινοβούλιο ως τον πιο δημοκρατικό θεσμό στον κόσμο και ότι η ανεξαρτησία κι η αμεροληψία του δικαστικού σώματος της Βρετανίας δεν αποτυγχάνουν ποτέ στο να διεγείρουν τον θαυμασμό μου". Όσον αφορά τη διατύπωση, ο Μαντέλα έχει περιγραφεί ως αφοσιωμένος στο "ευρωπαϊκό και αμερικανικό νεωτεριστικό σχέδιο περί απελευθέρωσης", κάτι που τον διακρίνει απο άλλους Αφρικανούς εθνικιστές και σοσιαλιστές ηγέτες, όπως ο Nyerere, που ανησυχούσαν για την υιοθέτηση των δημοκρατικών μορφών διακυβέρνησης, οι οποίες αρχικά ήταν μορφές διακυβέρνησης του δυτικού κόσμου και όχι της Αφρικής. Ο Μαντέλα, ωστόσο, εξέφρασε τον θαυμασμό του και για αυτό που θεωρούσε ως αυτόχθονες μορφές δημοκρατίας, περιγράφοντας τον τρόπο διακυβέρνησης της παραδοσιακής κοινωνίας της Xhosa ως «μια δημοκρατία στην καθαρότερη μορφή της». Μίλησε και για ένα αφρικανικό ηθικό δόγμα, το Ubuntu ; όρος που σημαίνει «ένα άτομο είναι ένα πρόσωπο μέσω άλλων προσώπων» ή «είμαι επειδή είμαστε».

Σοσιαλισμός και μαρξισμός

Ο Μαντέλα υποστήριξε τη δημιουργία μιας αταξικής κοινωνίας, με τον Sampson να τον χαρακτηρίζει ως τον «ανοιχτά αντίθετο στον καπιταλισμό, στην ιδιωτική ιδιοκτησία της γης και στη δύναμη του ύψιστου χρήματος». Ο Μαντέλα επηρεάστηκε από τον μαρξισμό ενώ κατά τη διάρκεια της επανάστασης υποστήριξε τον σοσιαλισμό. Στην Treason Trial αρνήθηκε ότι ήταν κομμουνιστής και διατήρησε την ίδια στάση τόσο όταν μίλησε στους δημοσιογράφους όσο και στην αυτοβιογραφία του. Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Craig Soudien, "κανένας δεν ήταν τόσο συμπαθητικός στους κομμουνιστές όσο συμπαθητικός ήταν ο Μαντέλα στους σοσιαλιστές". Από την άλλη, ο βιογράφος David Jones Smith είπε ότι ο Μαντέλα "αγκάλιασε τον κομμουνισμό και τους κομμουνιστές" στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ενώ ο ιστορικός Stephen Ellis δήλωσε ότι ο Μαντέλα εξομοίωνε μεγάλο μέρος της μαρξιστικής-λενινιστικής ιδεολογίας μέχρι το 1960.

Ο Ellis βρήκε επιπλέον αποδείξεις για το γεγονός ότι ο Μαντέλα υπήρξε ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Νότιας Αφρικής στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές της δεκαετίας του 1960, κάτι που επιβεβαιώθηκε μετά τον θάνατό του τόσο από την ANC όσο και από τη SACP, με την τελευταία να ισχυρίζεται ότι δεν ήταν απλό μέλος του κομμουνιστικού κόμματος αλλά ότι ήταν και στη συντονιστική επιτροπή του. Η συμμετοχή του στο κομμουνιστικό κόμμα έμεινε κρυφή από την ANC, γνωρίζοντας ο ίδιος πως αν γινόταν γνωστή η συμμετοχή του στο πρώην SACP, αυτό θα ήταν επιζήμιο στις προσπάθειές του να λάβει υποστήριξη από τις δυτικές χώρες. Η άποψη του Μαντέλα για τις κυβερνήσεις των χωρών του δυτικού κόσμου διέφερε από των μαρξιστών-λενινιστών επειδή δεν πίστευε ότι ήταν αντιδημοκρατικές αλλά ότι παρέμεναν αφοσιωμένες στα δημοκρατικά συστήματα διακυβέρνησης.

Ο Χάρτης της Ελευθερίας του 1955, στη δημιουργία του οποίου συνέβαλε και ο Μαντέλα, ζήτησε την εθνικοποίηση των τραπεζών, των ορυχείων χρυσού και της γης ώστε να διασφαλιστεί η ισότιμη κατανομή του πλούτου. Παρ'όλες αυτές τις πεποιθήσεις, ο Μαντέλα ξεκίνησε ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, σύμφωνα με τις τακτικές άλλων χωρών. Υποστηρίχθηκε αρκετές φορές ότι ο Μαντέλα θα προτιμούσε να αναπτύξει μια κοινωνική δημοκρατική οικονομία στη Νότια Αφρική αλλά αυτό δεν ήταν εφικτό εξαιτίας της διεθνούς πολιτικής και της οικονομικής κατάστασης στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Αυτή η απόφαση επηρεάστηκε εν μέρει από την πτώση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση και στο Ανατολικό Μπλοκ στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Προσωπικότητα και προσωπική ζωή

Ο Μαντέλα θεωρούνταν ευρέως ως ένας χαρισματικός ηγέτης, όπως περιγράφεται από τη βιογράφο Mary Benson: «ένας γεννημένος ηγέτης των μαζών που μαγνήτιζε τα πλήθη». Ήταν ένα αρκετά συνειδητό άτομο και σε όλη τη ζωή του αναζητούσε πάντα ρούχα υψηλής ποιότητας, με πολλούς σχολιαστές να πιστεύουν ότι συμπεριφερόταν στον εαυτό του με έναν βασιλικό τρόπο. Οι υποστηρικτές του τόνιζαν συνέχεια την αριστοκρατική του κληρονομιά και συνέβαλαν έτσι στη «χαρισματική του δύναμη». Τη δεκαετία του 1950 που ζούσε στο Γιοχάνεσμπουργκ καλλιέργησε την εικόνα του "Αφρικανού τζέντλεμαν" προβάλλοντας "τους σωστούς τρόπους συμπεριφοράς και τον διαμορφωμένο δημόσιο λόγο" ; στοιχεία που σχετίζονται με μια τέτοια αριστοκρατική θέση. Με αυτή τη συμπεριφορά, η Lodge υποστήριξε ότι ο Μαντέλα "έγινε ένας από τους πρώτους πολιτικούς των μέσων ενημέρωσης [...] που ενσωματώνει μια αίγλη και ένα στυλ τα οποία προβάλλουν έναν νέο αφρικανικό κόσμο του νεωτερισμού και της ελευθερίας". Ήταν γνωστό πως ο Μαντέλα άλλαζε αρκετές φορές ρούχα μέσα στην ημέρα και συσχετίστηκε αρκετά με τις πολύχρωμες μπλούζες Batik, τα οποία μετά την ανάληψη της προεδρείας του έγιναν γνωστά ως Madiba shirts.

Για τους πολιτικούς επιστήμονες Betty Glad και Robert Blanton, ο Μαντέλα ήταν «ιδιαίτερα ευφυής, έξυπνος και πιστός ηγέτης». Ο επίσημος βιογράφος του, Anthony Sampson, σχολίασε ότι ήταν ένας «άρχοντας της εικόνας και της ερμηνείας», που παρουσίαζε με αριστοτεχνικό τρόπο τον εαυτό του στις φωτογραφίες και στον Τύπο. Οι δημόσιες ομιλίες του παρουσιάζονταν με έναν επίσημο και σκληρό τρόπο και συχνά αποτελούνταν από προτάσεις που περιείχαν κλισέ εκφράσεις. Μιλούσε συνήθως με αργό τρόπο και επέλεγε με προσεκτικό τρόπο τα λόγια του. Παρόλο που δεν θεωρούνταν σπουδαίος ρήτορας, οι ομιλίες του αποτύπωναν την «προσωπική δέσμευση, τη γοητεία και το χιούμορ του».

Ο Μαντέλα ήταν ένα ιδιωτικό πρόσωπο που συχνά απέκρυπτε τα συναισθήματά του, τα οποία εξέφραζε σε ελάχιστους ανθρώπους. Έζησε μια αυστηρή ζωή, αρνούνταν να πίνει αλκοόλ ή να καπνίζει ενώ ακόμα και ως Πρόεδρος έστρωνε ο ίδιος ο κρεβάτι του. Γνωστός για την ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ που διέθετε αλλά και για το ότι ήταν πιστός και πεισματάρης, μερικές φορές έδειχνε μια γρήγορη ιδιοσυγκρασία. Ήταν συχνά φιλικός και φιλόξενος ενώ εμφανιζόταν χαλαρός στις συνομιλίες του με τους άλλους, μεταξύ των οποίων και με τους αντιπάλους του. Αυτοαναφερόμενος ως φίλος των Άγγλων, ισχυριζόταν ότι ζούσε σύμφωνα με τον βρετανικό τρόπο ζωής και είχε τους βρετανικούς τρόπους συμπεριφοράς. Όντας συνέχεια ευγενικός, ήταν ευγενικός με όλους, ανεξάρτητα από την ηλικία ή την κατάσταση της υγείας του, και μιλούσε στα παιδιά και στους υπηρέτες. Ήταν γνωστός για την ικανότητά του να βρίσκει ένα κοινό έδαφος με τις διαφορετικές κοινότητες. Αναζητούσε πάντα το καλύτερο για τους ανθρώπους και υπερασπιζόταν ακόμα και τους πολιτικούς του αντιπάλους στους συμμάχους, οι οποίοι τον θεωρούσαν έναν αρκετά έμπιστο άνθρωπο. Ήταν λάτρης της ινδικής κουζίνας και σε όλη τη ζωή του έδειξε ενδιαφέρον για την αρχαιολογία και την πυγμαχία.

Ανατράφηκε σύμφωνα με το δόγμα του Χριστιανισμού: η Μεθοδιστική Εκκλησία της Νότιας Αφρικής ισχυρίστηκε ότι διατήρησε την υπακοή του σε αυτούς καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Αναλύοντας τα συγγράμματα του Μαντέλα, ο θεολόγος Dion Forster τον περιέγραψε ως έναν χριστιανό ανθρωπιστή παρόλο που, όπως πρόσθεσε, η σκέψη του βασιζόταν σε μεγαλύτερο βαθμό στη νοτιοαφρικανική έννοια του Ubuntu παρά στη χριστιανική θεολογία. Σύμφωνα με τον Sampson, ο Μαντέλα δεν είχε ποτέ «ισχυρή πίστη στον χριστιανισμό», ενώ ο Boehmer δήλωσε ότι η θρησκευτική πίστη του Μαντέλα δεν ήταν «ποτέ ισχυρή».

Ο Μαντέλα ήταν ένας πολύ συνειδητός άνθρωπος και έκανε συχνές αναφορές στην ανθρωπότητα. Ήταν ετεροφυλόφιλος και η βιογράφος Fatima Meer δήλωσε ότι «δελεαζόταν εύκολα» από τις γυναίκες. Ο βιογράφος Martin Meredith τον χαρακτήρισε έναν «εκ φύσεως ρομαντικό» άνδρα, υπογραμμίζοντας ότι είχε σχέση με διάφορες γυναίκες. Ο Μαντέλα νυμφεύθηκε τρεις φορές, ήταν ο πατέρας έξι παιδιών, είχε δεκαεπτά εγγόνια και τουλάχιστον δεκαεπτά δισέγγονα. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένας αυστηρός και απαιτητικός πατέρας για τα παιδιά του παρόλο που ήταν περισσότερο στοργικός με τα εγγόνια του. Ο πρώτος γάμος του ήταν με την Evelyn Ntoko Mase τον Οκτώβριο του 1944 ; πήραν διαζύγιο τον Μάρτιο του 1958 εξαιτίας της συνεχούς απουσίας του, της αφοσίωσής του στις επαναστατικές ταραχές στις οποίες συμμετείχε και στο γεγονός ότι ήταν μάρτυρας του Ιεχωβά, μιας θρησκείας που απαιτεί πολιτική ουδετερότητα. Η δεύτερη σύζυγός του ήταν η κοινωνική λειτουργός Winnie Madikizela-Mandela, την οποία νυμφεύθηκε τον Ιούνιο του 1958 και από την οποία πήρε διαζύγιο τον Μάρτιο του 1996. Ο Μαντέλα νυμφεύθηκε την τρίτη σύζυγό του, Graça Machel, στα 80ά γενέθλιά του τον Ιούλιο του 1998.

Αποδοχή και κληρονομιά

Μέχρι τη στιγμή του θανάτου του, ο Μαντέλα θεωρούσαν στη Νότια Αφρική ως «ο πατέρας του έθνους» και ως «ο πατέρας που ίδρυσε τη δημοκρατία». Έξω από τα σύνορα της Νότιας Αφρικής θεωρούνταν ως «μια παγκόσμια εικόνα», με τη μελετήτρια της νοτιοαφρικανικής ιστορίας Rita Barnard να τον χαρακτηρίζει ως «αξιοσέβαστη προσωπικότητα της εποχής μας». Κάποιος βιογράφος τον θεωρούσε ως «σύγχρονο ήρωα της δημοκρατίας», ενώ η δημοτικότητά του είχε ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη λατρεία στο πρόσωπό του. Μερικοί έχουν απεικονίσει τον Μαντέλα με μεσιανικούς όρους, σε αντίθεση με δική του δήλωση ότι «δεν είμαι Μεσσίας αλλά ένας συνηθισμένος άνθρωπος που έχει γίνει ηγέτης εξαιτίας κάποιων έκτακτων περιστάσεων». Συχνά αναφέρεται, παράλληλα με τον Μαχάτμα Γκάντι και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ως ένας από τους υποδειγματικούς αντιρατσιστές και αντι-αποικιοκράτες ηγέτες του 20ού αιώνα. Ο Boehmer τον περιέγραψε ως «τοτέμ των αξιών της εποχής μας: της ανοχής και της φιλελεύθερης δημοκρατίας"»και ως «ένα παγκόσμιο σύμβολο της κοινωνικής δικαιοσύνης».

Η φήμη του Μαντέλα διεθνώς αναδείχθηκε κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του τη δεκαετία του 1980, όταν έγινε ο διασημότερος κρατούμενος του κόσμου, το σύμβολο κατά του απαρτχάιντ και η καθολική εικόνα για εκατομμύρια ανθρώπους που αγκάλιασαν το ιδανικό της ανθρώπινης ισότητας. Το 1986, ο βιογράφος του Μαντέλα τον χαρακτηρίζει ως «την ενσάρκωση του αγώνα για απελευθέρωση« στη Νότια Αφρική. Ο Meredith δήλωσε ότι, όταν έγινε το «ισχυρό σύμβολο αντίστασης» στο απαρτχάιντ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, είχε κερδίσει ένα «μυθικό καθεστώς» σε διεθνές επίπεδο. Ο Sampson σχολίασε ότι ακόμα και κατά τη διάρκεια της ζωής του, αυτός ο μύθος είχε γίνει «τόσο ισχυρός ώστε να καταστρέψει την πραγματικότητα», μετατρέποντας τον Μαντέλα σε έναν «κοσμικό άγιο». Μέσα σε μια δεκαετία μετά το πέρας της προεδρείας του, η εποχή του Μαντέλα θεωρήθηκε ευρέως ως "η χρυσή εποχή της ελπίδας και της αρμονίας" ενώ εκφράστηκε αρκετή νοσταλγία για τον ίδιο τον Μαντέλα και την περίοδο προεδρείας του. Το όνομά του επικαλούνται συχνά εκείνοι που επικρίνουν τους διαδόχους του, όπως τον Mbeki και τον Zuma. Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο Μαντέλα κέρδισε διεθνή αναγνώριση για τον ακτιβισμό του και τη νίκη του απαρτχάιντ αλλά και την προώθηση της φυλετικής συμφιλίωσης, που θεωρείται «μια ηθική αρχή» με μεγάλη «ανησυχία για την αλήθεια». Η εικονική παρουσίαση του Μαντέλα έχει κατηγορηθεί πως αποκρύπτει την πολυπλοκότητα της ζωής του.

Ο Μαντέλα δημιούργησε μια διαμάχη καθ' όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του ως ακτιβιστής και ως πολιτικός, με επικριτές τόσο από τη δεξιά όσο και από τη ριζοσπαστική αριστερά. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, ο Μαντέλα χαρακτηρίστηκε σε ευρεία κλίμακα ως τρομοκράτης από εξέχοντα πολιτικά πρόσωπα του δυτικού κόσμου επειδή αγκάλιασε την πολιτική βία. Σύμφωνα με τη Θάτσερ, π.χ, το ANC ήταν «μια τυπική τρομοκρατική οργάνωση». Τα τμήματα κρατικών υποθέσεων και άμυνας των ΗΠΑ ανέφεραν επίσημα το ANC ως τρομοκρατική οργάνωση, με αποτέλεσμα ο Μαντέλα να βρεθεί μέχρι το 2008 στη λίστα παρακολούθησης των τρομοκρατών. Κάποιοι πολιτικοί της αριστεράς - μεταξύ των οποίων ο Frank B. Wilderson III - κατηγόρησαν τον Μαντέλα ότι ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση του απαρτχάιντ για να μην εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις του Χάρτη της Ελευθερίας κατά τη προεδρία του. Σύμφωνα με τον Barnard, «υπάρχει μια έννοια στην οποία το κύριο βάρος και ο τρόπος συμπεριφοράς του, ο σεβασμός και η εξουσία που συγκέντρωσε αντιπροσωπεύοντας το έθνος στο δικό του πρόσωπο είναι ενάντια στο πνεύμα της δημοκρατίας». Οι ανησυχίες εκφράστηκαν με τον ίδιο τρόπο που εξέφρασε το δικό του καθεστώς και τη διασημότητά του. Η κυβέρνηση του Μαντέλα επικρίθηκε για την αποτυχία του να αντιμετωπίσει την πανδημία του HIV / AIDS και για τα υψηλά επίπεδα φτώχειας στη Νότια Αφρική. Ο Μαντέλα επικρίθηκε επίσης για τη φιλία του με πολιτικούς ηγέτες όπως ο Κάστρο και ο Καντάφι, οι οποίοι θεωρούνται δικτάτορες από τους κριτικούς, καθώς και για την άρνησή του να καταδικάσει την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έκανε τόσο η δική του κυβέρνηση όσο και των φίλων πολιτικών ηγετών.

Βραβεία, διακοσμήσεις και μνημεία

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Μαντέλα έλαβε πάνω από 250 μετάλια, βραβεία, τιμητικά πτυχία και ιθαγένεια σε πόλεις προς αναγνώριση των πολιτικών επιτευγμάτων του. Μεταξύ των βραβείων που έλαβε ήταν το Νόμπελ Ειρήνης, το Βραβείο Ειρήνης Λένιν της Σοβιετικής Ένωσης, το Αμερικανικό Προεδρικό Μετάλιο Ελευθερίας και το Διεθνές Βραβείο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αλ-Καντάφι. Το 1990 η Ινδία τού απένειμε το βραβείο Bharat Ratna και το 1992 το Πακιστάν τού απένειμε το βραβείο Nishan-e-Pakistan. Την ίδια χρονιά έλαβε το Βραβείο Ειρήνης Ατατούρκ από την Τουρκία, αρχικά απέρριψε το βραβείο, το οποίο θεώρησε ότι παραπέμπει στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είχε διαπράξει τότε η Τουρκία, αλλά το 1999 αποδέχτηκε το βραβείο. Διορίστηκε στο Τάγμα της Ισαβέλλας της Καθολικής και στο Τάγμα του Καναδά και ήταν ο πρώτος που έγινε επίτιμος πολίτης του Καναδά. Η βασίλισσα Ελισάβετ ΙΙ τον διόρισε δικαστικό επιμελητή στο Τάγμα του Αγίου Ιωάννη και του χορήγησε την ιδιότητα του μέλους στο Τάγμα των Αξιών.

Το 2004 το Γιοχάνεσμπουργκ χορήγησε στον Μαντέλα το βραβείο Freedom of the City και το 2008 ανεγέρθηκε ένα άγαλμα του Μαντέλα στο σημείο όπου ο ίδιος ο Μαντέλα αποφυλακίστηκε. Την Ημέρα της Συμφιλίωσης του 2013, ένα χάλκινο άγαλμα του Μαντέλα αποκαλύφθηκε στα κτίρια της Ένωσης στην Πρετόρια. Τον Νοέμβριο του 2009, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών κήρυξε την 18η Ιουλίου, ημέρα των γενεθλίων του Μαντέλα, ως "Ημέρα Μαντέλα", προβάλλοντας κατ'αυτό τον τρόπο τη συμβολή του στον αγώνα κατά του απαρτχάιντ. Τα Ηνωμένα Έθνη κάλεσαν όλα τα υποκείμενα να προσφέρουν 67 λεπτά για να κάνουν κάτι για τους άλλους προκειμένου να τιμήσουν τα 67 χρόνια που ο Μαντέλα ήταν μέλος του κινήματος.

Βιογραφίες και δημοφιλή μέσα ενημέρωσης

Η πρώτη βιογραφία του Μαντέλα συντάχθηκε από τη Mary Benson και βασίστηκε σε δυο σύντομες συνεντεύξεις που πραγματοποίησε η δημοσιογράφος τη δεκαετία του 1960. Αργότερα δημιουργήθηκαν δυο εγκεκριμένες βιογραφίες από φίλους του Μαντέλα. Η πρώτη βιογραφία ήταν της Fatima Meer και είχε τον τίτλο Higher Than Hope, στην οποία έδωσε έμφαση στην οικογένεια του Μαντέλα. Η δεύτερη βιογραφία ήταν του Anthony Sampson, είχε τον τίτλο Mandela και δημοσιεύτηκε το 1999. Άλλες βιογραφίες του Μαντέλα ήταν το βιβλίο Mandela του Martin Meredith, που κυκλοφόρησε το 1997, και το βιβλίο Mandela του Tom Lodge, που κυκλοφόρησε το 2006.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, η εικόνα του Μαντέλα άρχισε να εμφανίζεται σε αρκετά αντικείμενα, μεταξύ των οποίων φωτογραφίες, πίνακες ζωγραφικής, αγάλματα, σχέδια, δημόσιες τοιχογραφίες, κουμπιά, μπλούζες, μαγνήτες ψυγείων, κ.ά. αντικείμενα, που χαρακτηρίστηκαν ως «Mandela kitsch». Τη δεκαετία του 1980 ο Μαντέλα απετέλεσε το θέμα αρκετών τραγουδιών, όπως το «Free Nelson Mandela» του The Special AKA και το «Bring Him Back Home (Nelson Mandela)» του Hugh Masekela, τα οποία βοηθήσαν στο να γίνει η φυλάκιση του Μαντέλα γνωστή σε διεθνές επίπεδο. Μετά το θάνατο του Μαντέλα, εμφανίστηκαν πολλά τραγούδια mix στο διαδίκτυο με φωτογραφίες του Μαντέλα και με εμπνευσμένα από αυτόν τραγούδια. Ο Μαντέλα έχει επίσης απεικονιστεί αρκετά συχνά σε ταινίες. Η ταινία Mandela 2013: Long Walk to Freedom και το ντοκιμαντέρ Mandela (1996) επικεντρώθηκαν στη ζωή του συνολικά ενώ η ταινία Invictus' (2009) και το ντοκιμαντέρ The 16th Man (2010) επικεντρώθηκαν σε συγκεκριμένα γεγονότα της ζωής του. Στο Invictus υποστηρίζεται ότι η αμερικανική βιομηχανία του κινηματογράφου έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία της παγκόσμιας ημέρας του Μαντέλα.

Leave a Reply