Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

 

Οι λειτουργίες της γλώσσας: αναφορική και ποιητική λειτουργία

Η γλώσσα είναι ενέργεια. Το εργαστήρι της γλώσσας

Ο λόγος είναι το οικονομικότερο σύστημα συμβολισμού και επικοινωνίας. Σε αντίθεση με άλλα αναπαραστατικά συστήματα, δεν απαιτεί καμιά μυϊκή προσπάθεια, δεν χρειάζεται μετακίνηση του σώματος, δεν επιβάλλει επίμοχθους (κοπιαστικούς) χειρισμούς. Ας φανταστούμε την εργασία και τον αδιανόητο μόχθο που θα απαιτούσε για να αναπαρασταθεί (παρουσιαστεί) οπτικά μια «δημιουργία του κόσμου», αν ήταν δυνατό να την παρουσιάσει κανείς με ζω γραφικές ή γλυπτές ή άλλες παραστάσεις.

Για να δούμε ύστερα τι συμβαίνει με την ίδια ιστορία, όταν υλοποιείται με τη διήγηση.

Καμιά­ δύναμη­ δεν­θα­φτάσει ­ποτέ­αυτή­ του­λόγου,­που ­δημιουργεί­ τόσα­ πολλά ­με-τόσο­ λίγο.[Emil Benveniste]

Συνεπώς, η γλώσσα με τις λέξεις και τους κανόνες/νόμους της αποτελεί ένα κανονικό και ενεργό εργαστήριο που παράγει λόγο, μοιάζει με έναν αργαλειό που υφαίνει λόγο. Και όπως συμβαίνει σε ένα εργαστήριο έτσι κι εδώ, όσο πιο πιστά τηρούνται οι κανονισμοί, τόσο πιο ομαλή είναι η λειτουργία του και πιο πλούσια η παραγωγή του. Έτσι, πολλοί λένε ότι η γλώσσα είναι ενέργεια. Αυτό σημαίνει ότι οι δυνάμεις της γλώσσας για έκφραση είναι ανεξάντλητες.

Ο μαθηματικός, με ένα πεπερασμένο σύστημα ψηφίων (από 0-9) και με τους κανόνες που το διέπουν, είναι σε θέση να δημιουργήσει άπειρους αριθμούς και αριθμητικές πράξεις.

Συζητήστε, αν συμβαίνει το ίδιο και με τη γλώσσα. Αν, δηλαδή, ο κάθε χρήστης της γλώσσας είναι σε θέση, με τα είκοσι πέντε φωνήματά της και με τους μορφοσυντακτικούς της κανόνες, να παράγει άπειρο πλήθος λέξεων, φράσεων και κειμένων. Συζητήστε για τη δημιουργική ικανότητα του ανθρώπου να παράγει και να κατανοεί άπειρο πλήθος γραμματικώς ορθών προτάσεων, που ποτέ στη ζωή του δεν έχει χρησιμοποιήσει ή δεν έχει ακούσει.Συμφωνείτε με την άποψη ότι μια πρόταση είναι δυνατόν να μεγαλώνει διαρκώς/επ’ άπειρον με την προσθήκη νέων γλωσσικών στοιχείων; Ποιες δυνατότητες έχει λ.χ. η πρόταση: «Ο ήλιος ανατέλλει» να αυξάνεται επ’ άπειρον ή ποιοι παράγοντες μπορούν να την περιορίσουν;

Η­ γλώσσα­ δεν­ αποτελεί­ απλώς­ ένα­ μέσον­ επικοινωνίας,­ είναι­ και­ φορέας­ ηθικών-αξιών­και­εργαλείο­μαγείας.

[Οδ. Ελύτης]

Τη γλώσσα τη χρησιμοποιούμε με δύο τρόπους: τον ένα που αφορά το λογικό μας και τον άλλο που αφορά τις συγκινήσεις μας.[Γ. Σεφέρης].

Είπαμε παραπάνω ότι η γλώσσα μοιάζει με ένα εργαστήριο που έχει τους δικούς τουκανονισμούς και νόμους. Κάποτε, όμως, στη λογοτεχνία και μάλιστα στην ποίηση δημιουργείται η εντύπωση ότι παραβαίνονται οι κανονισμοί. Οι ποιητές, δηλαδή, για να εκφραστούν, πλάθουν μια δική τους γλώσσα. Μια γλώσσα που κυβερνιέται από δικούς της νόμους. Η γλώσσα λειτουργεί, λοιπόν, με πολλούς τρόπους, για να καλύψει τις πολλές ανάγκες του ανθρώπου. Δείχνει κι αυτό τη δύναμή της. Στην πρώτη περίπτωση, κατά την οποία ακολουθούνται οι κανονισμοί/νόμοι, οι γλωσσολόγοι μιλούν για αναφορική λειτουργία της γλώσσας. Αντίθετα, στη δεύτερη περίπτωση, κατά την οποία παραβιάζονται οι κανονισμοί/νόμοι, οι γλωσσολόγοι μιλούν για ποιητική λειτουργία της γλώσσας.

Αναφορική λειτουργία / κυριολεκτική χρήση / δήλωση

Η αναφορική λειτουργία της γλώσσας ταυτίζεται με την κυριολεκτική χρήση της γλώσσας.

Οι λέξεις, δηλαδή, χρησιμοποιούνται μέσα στον λόγο με τρόπο τέτοιον, ώστε να αποδίδουν επακριβώς τη συγκεκριμένη σημασία και το περιεχόμενο της έννοιας που δηλώνουν (κυριολεκτική σημασία). Υπάρχει, λοιπόν, μια άμεση και καθαρή σχέση ανάμεσα στη σημασία μιας λέξης και σ’ αυτό που δηλώνει (δήλωση) και η σχέση αυτή γίνεται αντιληπτή από τη λογική του δέκτη (π.χ. «Ξαφνικά ο ουρανός συννέφιασε». «Η Πούλια αποτελείται από εφτά αστέρια»). Η γλώσσα λειτουργεί με λογικό τρόπο.

Ειδικότερα:

  • Ο πομπός απευθύνεται στη λογική-βιωματική λειτουργία του δέκτη.
  • Ενδιαφέρει το περιεχόμενο του μηνύματος και σκοπός είναι η πληροφόρηση.
  • Κυριαρχούν η οριστική έγκλιση και οι προτάσεις κρίσεως.
  • Συνήθως λείπουν τα καλολογικά στοιχεία και οι διάφοροι εκφραστικοί τρόποι.
  • Η σύνδεση των νοημάτων είναι λογική.
  • Ο λόγος αποκτά αντικειμενικότητα.
  • Έχουμε πιστή απεικόνιση της πραγματικότητας (ρεαλισμός).

Ποιητική λειτουργία / μεταφορική χρήση / συνυποδήλωση

Η ποιητική λειτουργία της γλώσσας αναφέρεται στη μεταφορική χρήση της γλώσσας. Οι λέξεις, δηλαδή, αποκτούν αλληγορική (συμβολική) σημασία μέσα στο γλωσσικό περιβάλλον που εντάσσονται (μεταφορική σημασία). Εδώ, την προσοχή του δέκτη δεν την ελκύει τόσο η πληροφορία που φέρνει το μήνυμα, όσο το ίδιο το μήνυμα για τη μορφή που παίρνει: ήχοι λέξεων, μεταφορική τους χρήση, επαναλήψεις, μέτρο, ρυθμός κ.λπ. Το μήνυμα δεν δηλώνεται καθαρά,

αλλά υπονοείται στη σημασία μιας λέξης (συνυποδήλωση και υποδήλωση). Η λειτουργία αυτή της γλώσσας απευθύνεται στο συναίσθημα του δέκτη (π.χ. «Ξαφνικά η ψυχή μου συννέφιασε» «Η Πούλια που έχει εφτά παιδιά»). Η γλώσσα λειτουργεί με συγκινησιακό τρόπο.

Ειδικότερα:

  • Το βάρος πέφτει στη μορφή του μηνύματος και στην αισθητική απόλαυση που προκαλεί.
  • Ο πομπός απευθύνεται κυρίως στη συναισθηματική-συγκινησιακή λειτουργία του δέκτη.
  • Η πραγματικότητα απεικονίζεται με πλασματικό (φανταστικό) τρόπο.
  • Κυριαρχεί η πολυσημία (πολλές σημασίες) και η σύνδεση των νοημάτων είναι κυρίως διαισθητική (ενστικτώδης) και συνειρμική (συνδέονται οι παραστάσεις μεταξύ τους και η μία ανακαλεί την άλλη).
  • Ο λόγος αποκτά υποκειμενικότητα, ρευστότητα.
  • Χρησιμοποιούνται λογοτεχνικές στρατηγικές, π.χ. υπάρχουν πολλά σχήματα λόγου (μεταφορές, παρομοιώσεις, εικόνες, προσωποποιήσεις).
  • Το ύφος γίνεται λογοτεχνικό ή λογοτεχνίζον, ζωντανό, παραστατικό, γλαφυρό.

Χρήσιμες πληροφορίες:

Σε είδη γραπτού λόγου που έχουν πρακτικό σκοπό ή αποδεικτικό χαρακτήρα (π.χ. αποδεικτικό δοκίμιο, είδηση, άρθρο) χρησιμοποιείται η αναφορική λειτουργία. Αντίθετα, σε είδη γραπτού λόγου που δεν έχουν πρακτικό ή αποδεικτικό χαρακτήρα (π.χ. στοχαστικό δοκίμιο, φιλική επιστολή, ημερολόγιο) χρησιμοποιείται η ποιητική λειτουργία.Μεικτή λειτουργία της γλώσσας: Πρόκειται για τη χρήση της γλώσσας και με την αναφορική και με την ποιητική λειτουργία της. Ενδέχεται, βέβαια, να υπερτερεί μία από τις δύο, οπότε αναφέρουμε ότι η λειτουργία της γλώσσας είναι μεικτή..., υπερτερεί όμως η... (συνεχίστε), γεγονός που προσδίδει κυρίως στον λόγο... (συνεχίστε).

Να σχηματίσετε μία πρόταση με δήλωση και μία με συνυποδήλωση για κάθε μία από τις εξής λέξεις: λευκός, νύχτα, πράσινος.

Στα επόμενα παραδείγματα το μήνυμα είναι περίπου το ίδιο, εκφράζεται, όμως, διαφορετικά και υπηρετεί διαφορετικές ανάγκες. Σε ποιο από τα τρία παραδείγματα η γλώσσαχρησιμοποιείται με τον λογικό, σε ποιο με τον συγκινησιακό και σε ποιο με τον μεικτό τρόπο;

α) «Πάλι με χρόνια, με καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι...».

β) Κάποτε, τα κατακτημένα ελληνικά εδάφη θα επανέλθουν στην κατοχή της μητέρας Ελλάδας.

γ) Η επανάκτηση των καταπατημένων ελληνικών εδαφών θεωρείται βέβαιη από τους ιδεολόγουςαγωνιστές.

[Μ. Σπυρογιάννη, Α. Μπέκου, Έκφραση-Έκθεση Α Λυκείου, εκδ. Βολονάκης, Αθήνα χ.χ., σ. 301]

Να δικαιολογήσετε την αναφορική ή ποιητική λειτουργία της γλώσσας στις παρακάτω φράσεις.

α) Αναπηρία σημαίνει μια ανίατη λειτουργική βλάβη, έλλειψη ή ανωμαλία, συγγενής ή επίκτητη, συνήθως αποτέλεσμα ή κατάλοιπο αρρώστιας ή ατυχήματος, μια ανωμαλία που να εμποδίζει κατά κάποιο τρόπο την εκπλήρωση βασικών κοινωνικών αναγκών, ίσως την κίνηση και την εργασία.

β) Του βγαίνει, βέβαια, η ψυχή μέσα στον ήλιο και το κρύο –και το κανάλι βγάζει το χειμώνα-, τα νεύρα του λαιμού του πάνε κάποτε να σπάσουνε από το πολύ τέντωμα, σαν να είναι παραφορτωμένο το πέραμα, μα είναι φχαριστημένος, γιατί νιώθει πως σε αυτή την ηλικία δεν θα μπορούσε εύκολα να ’βρει άλλη δουλειά.

γ) Η δασκάλα παρουσιάστηκε στη μέση από το σωρό τ’ αχτένιστα κεφάλια και μας κοίταζε χλωμή και ασάλευτη.

δ) Εξίσου σημαντικό, από εκπαιδευτική άποψη, είναι να γνωρίσουν οι μαθητές και επιτεύγματα του σύγχρονου πολιτισμού μας, όπως είναι επιβλητικά έργα υποδομής που κοσμούν τη χώρα μας και διευκολύνουν τη ζωή μας ή παραγωγικές μονάδες από τις οποίες εξαρτάται η ευημερία της κοινωνίας μας.

ε) Η διακήρυξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ο έμπρακτος σεβασμός τους αποτελούν πραγμάτωση του ανθρωπιστικού ιδεώδους.

Να δώσετε την κυριολεκτική σημασία των παρακάτω μεταφορικών εκφράσεων:

  • Δεν φτάνει η ζημιά που έκανε, αλλά ζητάει και τα ρέστα.
  • Παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, δεν το βάζει κάτω.
  • Τα ’κανε μούσκεμα.
  • Έπεσε έξω στις εκτιμήσεις του.
  • Έγινε καπνός.
  • Καβάλησε το καλάμι.
  • Λύνει και δένει.
  • Του υποσχέθηκε πως θα τον βοηθήσει και αυτός το έδεσε κόμπο.
  • Έφτασε ο κόμπος στο χτένι.
  • Πλήρωσε τη νύφη.

Να δείτε τώρα πώς χρησιμοποιείται η λέξη «σύννεφο» στις παρακάτω προτάσεις και να δηλώσετε τη λειτουργία της γλώσσας:

α) Η Μαρία πετούσε στα σύννεφα.

β) Σύννεφο ήταν και πέρασε.

γ) Έπεσα απ’ τα σύννεφα.

δ) Το σύννεφο έφερε βροχή.

 

«Τα γραπτά μηνύματα από το κινητό τηλέφωνο»:

Διατυπώστε προφορικά ή γραπτά την άποψή σας για τον ρόλο που παίζει αυτός ο τρόπος έκφρασης (γραπτό μήνυμα στο κινητό) στην καθημερινή σας επικοινωνία. Το κείμενό σας να έχει πληροφοριακό χαρακτήρα, να χρησιμοποιήσετε, δηλαδή, τη γλώσσα με την αναφορική /κυριολεκτική /δηλωτική της λειτουργία. Στη συνέχεια, διατυπώστε τις απόψεις σας για το ίδιο θέμα, προσπαθώντας να εκφράσετε και τα συναισθήματά σας για τον συγκεκριμένο τρόπο επικοινωνίας και δίνοντας έμφαση στη μορφή (μεταφορές, παρομοιώσεις, εικόνες κ.λπ.). Το κείμενό σας να έχει ποιητικό/συνυποδηλωτικό χαρακτήρα.

ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ- ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΣΕ ΔΙΑΛΟΓΟ

Νίκος Ἐγγονόπουλος (1910-1985)  Επίσημος διαδικτυακός τόπος για τον Νίκο Εγγονόπουλο

Ποίηση 1948
τούτη ἡ ἐποχή
τοῦ ἐμφυλίου σπαραγμοῦ
δέν εἶναι ἐποχή
γιά ποίηση
κι ἄλλα παρόμοια:1
σάν πάει κάτι
νά
γραφεῖ
εἶναι
ὡς ἄν
νά γράφονταν
ἀπό τήν ἄλλη μεριά
ἀγγελτηρίων θανάτου
γι' αὐτό καί
τά ποιήματά μου
εἶν' τόσο πικραμένα
(καί πότε —ἄλλωστε— δέν ἦσαν;)
κι εἶναι
—πρό πάντων—
καί
τόσο
λίγα
(ΕΛΕΥΣΙΣ, 1948)

  1. Αναφορά στον καβαφικό στίχο:
    ...κι ἄλλα ἠχηρά παρόμοια (Κ.Π. Καβάφης, Ἀπό τήν σχολήν τοῦ περιωνύμου φιλοσόφου).

Μανόλης Ἀναγνωστάκης (1925)

Στόν Νίκο Ε... 1949
Φίλοι
Πού φεύγουν
Πού χάνονται μιά μέρα
Φωνές
Τή νύχτα
Μακρινές φωνές
Μάνας τρελῆς στούς ἔρημους δρόμους
Κλάμα παιδιοῦ χωρίς ἀπάντηση
Ἐρείπια
Σάν τρυπημένες σάπιες σημαῖες
Εφιάλτες
Στά σιδερένια κρεβάτια
Ὅταν τό φῶς λιγοστεύει
Τά ξημερώματα.
(Μά ποιός μέ πόνο θα μιλήσει  γιά ὅλα αὐτά;).
(Παρενθέσεις, 1949)

Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ //// Ποίημα του Τίτου Πατρίκιου

(από την τράπεζα θεμάτων)

Τη γλώσσα μου δεν ήταν εύκολο να

              τη φυλάξω      

ανάμεσα σε γλώσσες που πήγαιναν να

την καταβροχθίσουν

όμως στη γλώσσα μου συνέχιζα πάντα

να μετράω

στη γλώσσα μου έφερνα το χρόνο στα

μέτρα του κορμιού

στη γλώσσα μου πολλαπλασίαζα την

ηδονή ως το άπειρο

μ’ αυτή ξανάφερνα στο νου μου ένα

παιδί

με άσπρο σημάδι από πετριά στο κου-

ρεμένο του κεφάλι.

Πάσχιζα να μη χάσω ούτε μία της

Λέξη

Γιατί σ’ αυτή τη γλώσσα μου μιλούσαν

κι οι νεκροί.

 

Από την «Ηδονή των παρατάσεων», εκδόσεις Κέδρος, 1998

Πρέπει να βρω μια γλώσσα ///Ποίημα του Αλέξανδρου Ίσαρη

Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Το ποίημα ανήκει στον Αλέξανδρο Ίσαρη και περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Θα επιστρέψω
φωτεινός» (Ποιήματα, Άγρα, 2000).
Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Που να ενώνει τα σύννεφα
Να χωρίζει τη θάλασσα
Να οξύνει τον πόνο
Για να μπορώ να σε κοιτάζω
Σκύβοντας και ρωτώντας
Ρουφώντας και παίζοντας
Περπατώντας στα τέσσερα.
Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Που να ταιριάζει στις φωνές
Όταν θα δύουν οι αισθήσεις
1απάγαυσμα: θετικό καταστάλαγμα, πολύτιμο αποτέλεσμα, σημαντική απόληξη
2 διυλίζω : επεξεργάζομαι, φιλτράρω
Και θα ξυπνά το αίσθημα
Όταν θα βάζω το νύχι
Στις πληγές, το ακάνθινο στεφάνι
Στα μαλλιά μου.
Πρέπει να βρω μια γλώσσα πυρετού
Που να γεμίζει πύον
Θα γίνεται μπλε το πρωινό
Και τρυφερό το βράδυ.
Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Που θα ‘χει την πίκρα
Του πιο γλυκού φιλιού
Την αλαφράδα του πουλιού
Και το στυφό της γνώσης.
Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Για να σου μιλήσω.

Η κουλτούρα του διαλόγου

(Από τράπεζα θεμάτων)
Το παρακάτω διασκευασμένο κείμενο του Θωμά Καραγκιοζόπουλου δημοσιεύθηκε στις 8 Δεκεμβρίου
2018 στον ιστοχώρο www.parallaximag.gr. Αναφέρεται σε περιπτώσεις που ο διάλογος απαξιώνεται
από τα άτομα και δεν προωθείται η κουλτούρα του διαλόγου.
Πολλές φορές στον δημόσιο διάλογο κυριαρχεί μια στάση όπου ο αντίλογος
απαξιώνεται, υπάρχει μια θεώρηση της κοινωνικής πραγματικότητας γεμάτη γενικότητες και
ανακρίβειες, μια ισοπεδωτική αντίληψη που λέει ότι όλοι είναι ίδιοι και μια προσπάθεια
δημιουργίας εντυπώσεων.[...]
Από τα πιο αντιπαραγωγικά για τον διάλογο πράγματα είναι όταν λέγονται
ανακρίβειες και χονδροειδή ψεύδη είτε ασυνείδητα, είτε, ακόμη χειρότερα, εν γνώσει και
προκαλούν τέτοια εντύπωση, ώστε φαντάζουν αδιάψευστες αλήθειες. Έτσι, όταν το κοινό
εκπαιδεύεται για χρόνια σε αυτόν τον τρόπο αντιπαράθεσης, είναι σχεδόν νομοτελειακό
ότι θα αναπαράγει αυτό το μοντέλο απέναντι σε πολλά ζητήματα με την ίδια ισοπεδωτική
στάση. Με τον τρόπο αυτό καλλιεργείται, τόσο στους μεγάλους, όσο και στα παιδιά, μια
κουλτούρα που είναι αντι-διαλογική και μια πεποίθηση πως κάθε φορά η συζήτηση-
αντιπαράθεση θα γίνεται με όρους εντυπωσιασμού, με επιθετική ρητορική και δογματικές
απόψεις.[...]
Έχω συναντήσει γονείς να απαντούν σε απορίες παιδιών τους με τις φράσεις «δεν
αλλάζει τίποτε», «όλοι είναι ίδιοι» και κάπου εκεί τελειώνει η συζήτηση. Ο γονιός που δε θα
καθίσει να μιλήσει σοβαρά με το παιδί του και δε θα του εξηγήσει τί σημαίνει να είσαι
διαφορετικός και πώς μπορείς να είσαι διαφορετικός, δε δίνει σε αυτόν τον νέο άνθρωπο τα
απαραίτητα ερεθίσματα, για να αρχίσει να διαμορφώνει μια κριτική στάση απέναντι σε
ζητήματα της καθημερινότητας και ευρύτερα της κοινωνίας.
Όμως, έχω συναντήσει και μεγάλους σε ηλικία ανθρώπους, οι οποίοι, ζαλισμένοι
μέσα στην καθημερινότητά τους και έχοντας αποφύγει να αντιληφθούν το πώς πρέπει να
συμπεριφέρεται ένας πολίτης σε μια οργανωμένη κοινωνία και ποια ποιοτικά
χαρακτηριστικά πρέπει να διαθέτει, καταφεύγουν στην εύκολη – ανέξοδη πρακτική να
θεωρούν και να λένε πως «για όλα φταίνε οι άλλοι και ποτέ οι ίδιοι». Αυτοί οι άνθρωποι θα
έπρεπε να έχουν αποκτήσει την ικανότητα και την ωριμότητα να ασκούν κριτική εκεί που
πρέπει, εκεί που υπάρχουν διαπιστωμένες στρεβλές καταστάσεις. Πολλές φορές η
ικανότητα κριτικής τους εξαντλείται στη συμπεριφορά των νέων ανθρώπων και σε
πικρόχολα σχόλια περί έλλειψης σεβασμού. Όμως, αυτή η έλλειψη, όταν υπάρχει, πηγάζει
από τους μεγάλους, είναι οι ίδιοι που δεν κατάφεραν να τη διδάξουν στα παιδιά τους και
είναι τα παιδιά τους που δεν κατάφεραν να τη διδάξουν στους νέους. Οπότε, πώς κατηγορείς
τους νέους για κάτι που δεν έχουν διδαχθεί; [...]
Η αντίληψη «εγώ τα ξέρω όλα, εσύ δεν ξέρεις τίποτε» θα μπορούσε να είναι
ελληνικής έμπνευσης. Δεν είναι φράση που την λες πάνω στα νεύρα σου, αλλά αποτελεί
εμπεδωμένη προσωπική αντίληψη πως το κέντρο του κόσμου είσαι εσύ και οι υπόλοιποι
απλώς υπάρχουν, για να επιβεβαιώνουν την ύπαρξή σου. Είναι το απαύγασμα1 μιας θεωρίας,
που διυλίζει2 ως περιττά όσα δεν συμφωνούν με τα δικά σου πιστεύω και αντιβαίνουν σε
όσα θεωρείς δεδομένα. Μια εν πολλοίς δογματική θέση απέναντι στα πράγματα, που δείχνει
ότι ο δογματισμός δεν αποτελεί προνόμιο της θρησκευτικής πίστης.

ΠΩΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

  • Τι είναι η περίληψη;

Είναι η συνοπτική και περιεκτική απόδοση, σε συνεχή λόγο, ενός κειμένου. Είναι ένα νέο κείμενο, που, χωρίς να προδίδει το αρχικό, περιλαμβάνει τα σημαντικότερα σημεία του, κατάλληλα συνδεδεμένα.

  • Η έκταση της περίληψης

Συνήθως είναι το 1/3 του αρχικού κειμένου. Στις εξετάσεις, ο αριθμός των λέξε­ων καθορίζεται. Δεν πρέπει να υπερβαίνουμε το όριο πάνω από 15-20 λέξεις.

Ι. Η εκτενής περίληψη βασίζεται:

•   Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.

•   Στους πλαγιότιτλους των παραγράφων.

•   Στις σημαντικές λεπτομέρειες της κάθε παραγράφου.

II. Η συνοπτική περίληψη βασίζεται:

-Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.

•   Στους πλαγιότιτλους των παραγράφων.

ΙΠ. Η πολύ σύντομη περίληψη βασίζεται:

•   Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.

•   Στους πλαγιότιτλους των ευρύτερων ενοτήτων.

Πορεία σύνθεσης μιας περίληψης:

1) Διαβάζουμε προσεκτικά το κείμενο που μας δόθηκε και προσπαθούμε να συλλάβουμε το θεματικό/νοηματικό του κέντρο . Στη συνέχεια καταγράφουμε το θεματικό κέντρο που εντοπίσαμε στο πρόχειρό μας ,διότι αυτό μπορεί να αποτελέσει στη συνέχεια ακόμη και τη θεματική περίοδο της περίληψής μας ,αν βέβαια επιλέξουμε την παραγωγική μέθοδο ανάπτυξης. Στην προσπάθεια εντοπισμού του θεματικού κέντρου του κειμένου, θα μας βοηθήσει και ο τίτλος του ,αν υπάρχει.

2) Εργαζόμαστε ανά παράγραφο εντοπίζοντας τα μέρη της (θεματική περίοδος, λεπτομέρειες ,πρόταση- κατακλείδα ) και υπογραμμίζουμε τις λέξεις -κλειδιά ή τις φράσεις-κλειδιά. Οι λέξεις (ή φράσεις κατά περίπτωση) αυτές αποδίδουν τα βασικά στοιχεία -θέσεις , απόψεις, σκέψεις κ.ά. – του συγγραφέα.

Ένας τρόπος για να καταλάβουμε ότι έχουμε υπογραμμίσει τις σωστές λέξεις -κλειδιά, είναι να τις διαβάσουμε τη μια μετά την άλλη, μετά την υπογράμμισή τους ,απομονωμένες δηλαδή από το υπόλοιπο γλωσσικό περιβάλλον της παραγράφου. Αν αποδίδουν το βασικό νόημα της παραγράφου, τότε οι επιλογές μας είναι σωστές ή τουλάχιστον ικανοποιητικές . Η επιλογή τους επίσης, είναι αυστηρή και θα πρέπει να αποφεύγεται η κατά…βούληση υπογράμμιση . Ανάλογα πάντως με το κείμενο και με οδηγό τη συλλογιστική πορεία του συγγραφέα ,μπορούμε να τις εντοπίσουμε υποβάλλοντας σύντομα ερωτήματα του τύπου : ποιος, πού ,πότε, τί , πώς ,γιατί, με ποιο σκοπό , με ποιο αποτέλεσμα ,με ποια προϋπόθεση κ.ο.κ.

3) Στη συνέχεια , «κρατάμε» σημειώσεις από κάθε παράγραφο ή νοηματική ενότητα χωριστά, χρησιμοποιώντας τις λέξεις -κλειδιά ως οδηγό ή καταγράφουμε τον πλαγιότιτλο της παραγράφου ή της θεματικής ενότητας.

  • Για να γίνει αυτό ευκολότερα , χρησιμοποιούμε ως υποκείμενο της σημείωσης τη σημαντικότερη νοηματικά έννοια (την έννοια με τη βαρύνουσα σημασία) που υπογραμμίσαμε και συνήθως –αλλά όχι πάντα-βρίσκεται στη θεματική περίοδο της παραγράφου.

Οι σημειώσεις αυτές θα αποτελέσουν το βασικό υλικό της περίληψής μας ,σε συνδυασμό βέβαια και με το θεματικό κέντρο που ήδη έχουμε εντοπίσει και καταγράψει .

4) Συνθέτουμε και γράφουμε την περίληψη με δικά μας λόγια ,χρησιμοποιώντας το θεματικό κέντρο,  τις λέξεις -κλειδιά ,τις σημειώσεις που κρατήσαμε από κάθε παράγραφο ή θεματική ενότητα ή τους πλαγιότιτλους που έχουμε καταγράψει . Η σύνδεση αυτών των συστατικών μερών γίνεται με τη χρήση διαρθρωτικών λέξεων ,που στοχεύουν στο δέσιμο μεταξύ τους των μερών της περίληψης.

  • Η περίληψη γράφεται στο πλαίσιο μιας εκτενούς παραγράφου και για το λόγο αυτό έχει τη δομή μιας κανονικής παραγράφου. Η θεματική περίοδος αντιστοιχεί στο θεματικό/ νοηματικό κέντρο της περίληψης , οι λεπτομέρειες αντιστοιχούν στις σημειώσεις ή τους πλαγιότιτλους και η πρόταση-κατακλείδα αντιστοιχεί στο συμπέρασμα που ενδεχομένως καταλήγει ο συγγραφέας του κειμένου που δόθηκε για περίληψη.

Ορισμένες συνηθισμένες διαρθρωτικές λέξεις άνάλογα με τη σημασία τους  είναι οι ακόλουθες :

α) αίτιο -αποτέλεσμα : επειδή ,διότι, γιατί, με αποτέλεσμα ,επομένως, άρα κ.ά.

β)χρονική σχέση : ύστερα, προηγουμένως, εντωμεταξύ, στη συνέχεια κ.ά.

γ) όρος ,προϋπόθεση : αν, εάν, εκτός κι αν, σε περίπτωση , με την προϋπόθεση ,με τον όρο κ.ά.

δ) αντίθεση :αλλά, όμως, αντίθετα, ωστόσο, εξάλλου, από την άλλη πλευρά, εντούτοις κ.ά.

ε) επεξήγηση : δηλαδή, με άλλα λόγια, για να το πω απλά κ.ά.

στ) έμφαση : είναι αξιοσημείωτο/ αξιοπρόσεκτο ότι …, θα ήθελα να τονίσω το εξής , να επιστήσω την προσοχή κ.ά.

ζ) παράδειγμα : για παράδειγμα ,π.χ., λ.χ.  κ.ά.

η) απαρίθμηση επιχειρημάτων : πρώτο, δεύτερο ,τρίτο … καταρχήν ,τελικά, στη συνέχεια κ.ά.

θ) διάρθρωση του κειμένου : το άρθρο/ η μελέτη/ η εισήγηση /η ομιλία /η επιφυλλίδα /το κείμενο … κ.ά.

ι)συμπέρασμα/ ανακεφαλαίωση: συμπεραίνοντας, ανακεφαλαιώνοντας, συμπερασματικά θα λέγαμε , στο τέλος κ.ά.

Γενικές οδηγίες

1) Αποφεύγουμε την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση δίνοντας τα επιχειρήματα και τις σκέψεις του συγγραφέα σε σωστή αναλογία.

2)Δεν προσπαθούμε να μιμηθούμε το ύφος του κειμένου και αποφεύγουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτούσιες τις λέξεις/ φράσεις του κειμένου ,παρά μόνο αν είναι εντελώς απαραίτητο. Σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιούμε εισαγωγικά.

3) Δε σχολιάζουμε τις απόψεις του συγγραφέα ,ούτε επιδοκιμάζουμε ή αποδοκιμάζουμε τις θέσεις του. Παρακολουθούμε και καταγράφουμε τη συλλογιστική του πορεία με -όσο το δυνατό- αντικειμενικό τρόπο.

4)Παραλείπουμε : τις επεξηγήσεις ,όπου είναι δυνατό, τα παραδείγματα , τις καλλολογικές εκφράσεις ,τα σχήματα λόγου .

5) Μετατρέπουμε τις μεταφορές σε κυριολεξίες ή απλά τις παραλείπουμε.

6)Επιλέγουμε από την αρχή τη σύνταξη (ενεργητική ή παθητική) που θα χρησιμοποιήσουμε και τη διατηρούμε ως το τέλος της περίληψης.

7Χρησιμοποιούμε κατά κανόνα το τρίτο πρόσωπο .

8) Καταγράφουμε τα βασικά σημεία του κειμένου και δεν τα σχολιάζουμε γιατί δεν κάνουμε διασκευή .

9) Σε περίπτωση που η έκταση της περίληψης είναι αρκετά μεγάλη ,μπορούμε να εφαρμόσουμε και τεχνικές πύκνωσης :

ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΥΚΝΩΣΗΣ

α) απαλοιφή ονοματικών ή άλλων προσδιορισμών ( π.χ. η όμορφη πόλη = η πόλη )

β) απόδοση εννοιών της ίδιας οικογένειας μ’ έναν περιεκτικό όρο (π.χ. οι εφημερίδες, τα περιοδικά , η τηλεόραση, το ραδιόφωνο= τα μέσα μαζικής ενημέρωσης)

γ) αντικατάσταση μιας σειρά ενεργειών από μια φράση που συνοψίζει την όλη πράξη (π.χ. ξύπνησε, σηκώθηκε από το κρεβάτι, ντύθηκε, πλύθηκε ,έφαγε γρήγορα το πρωινό του ,πήρε τη τσάντα του κι έφυγε για το σχολείο = ετοιμάστηκε και πήγε στο σχολείο)

δ) αντικατάσταση μιας περιόδου από τη λεκτική πράξη που δηλώνει (π.χ. Η μητέρα του Νίκου είπε στον καθηγητή της τάξης ότι στο γιο της έτυχε μια οικογενειακή υποχρέωση ,κοιμήθηκε αργά και γι’ αυτό δεν ήρθε στο σχολείο τη Τρίτη = Η μητέρα του Νίκου δικαιολόγησε τις απουσίες του γιου της )

ε) η σύμπτυξη στην ίδια περίοδο των νοημάτων δύο ή περισσότερων παραγράφων ,στις οποίες παρατηρείται συνάφεια ως προς το περιεχόμενο ,μέσω δευτερευουσών προτάσεων.

στ) αντικατάσταση δευτερευουσών προτάσεων από μετοχές (π.χ. Συχνά οι πολιτικοί συνδέονται με διαπλεκόμενα συμφέροντα ,γεγονός που τροφοδοτεί αφορμή για ποικίλες αντιδράσεις = προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις)

  • Παραγραφοποίηση της περίληψης

*   Συνήθως γράφεται σε μια παράγραφο.

*   Μπορεί να γραφεί σε περισσότερες, ακολουθώντας τη δομή του κειμέ­νου.

Π.χ. πρώτη ενότητα αίτια, δεύτερη αποτελέσματα κτλ.

Σύνταξη της περίληψης

1. Η πρώτη περίοδος:

• αρχίζει με τη φράση: «ο συγγραφέας/ αρθρογράφος τον κειμένου αναφέρει /ται, παρουσιάζει, προβάλλει, προβληματίζεται, τονίζει, επισημαί­νει κτλ…»

• ακολουθεί το θεματικό κέντρο του κειμένου, με το οποίο ολοκληρώ­νεται η περίοδος.

2. Η δεύτερη περίοδος:

•   Αποτελεί την περιληπτική διατύπωση της πρώτης παραγράφου.

«   Συνδέεται με την πρώτη περίοδο με τη χρήση μιας διαρθρωτικής λέ­ξης ή φράσης π.χ. αρχικά κτλ.

3. Ακολουθούμε την ίδια διαδικασία για όλες τις επόμενες παραγράφους, με βάση τον πλαγιότιτλο και τις σημειώσεις κάθε παραγράφου.

4. Ο λόγος πρέπει να είναι συνεχής και να διασφαλίζεται η αλληλουχία και η συνοχή των νοημάτων με τις κατάλληλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις. Π.χ. Επίσης τονίζει, παράλληλα επισημαίνει, προσθέτει ακόμα, αντίθετα προβάλλει, επιπλέον υποστηρίζει κτλ.

5. Την τελευταία παράγραφο του αρχικού κειμένου τη διαμορφώνουμε σε πρόταση κατακλείδα της περίληψης, αρχίζοντας με την κατάλληλη έκφρα­ση.

Π.χ. Ο συγγραφέας του κειμένου καταλήγοντας, συμπεραίνει… κτλ.

Τι προσέχουμε στην περίληψη / Αποφεύγουμε

1. Την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση.

2.  Τη μίμηση του ύφους του συγγραφέα.

3. Την επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία των επιχειρημάτων του.

4. Τη χρήση λέξεων/ φράσεων του κειμένου. Όταν τις χρησιμοποιούμε, τις βάζουμε σε εισαγωγικά.

Επιδιώκουμε:

1. Την αντικειμενική και σωστή απόδοση του περιεχομένου με διάφο­ρες τεχνικές πύκνωσης (γενίκευση, αναδιατύπωση, υπερώνυμα κτλ.).

2. Τη χρήση ουδέτερου πληροφοριακού ύφους.

3.  Τη σωστή δομή: ενότητα λόγου, αλληλουχία νοημάτων, συνοχή κειμένου.

4. Την επιλογή της καταλληλότερης σύνταξης, ενεργητικής ή παθητικής.

Ρήματα που χρησιμοποιούμε στην περίληψη

Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:

1. Αναφορικής όψης:διατυπώνει τη γνώμη, προτείνει, δηλώνει, εισηγείται, ανακοινώνει, ανα­φέρει, μνημονεύει, παραθέτει αυτολεξεί (ένα άλλο κείμενο), σχολιάζει, ερμηνεύει, συζητά (ένα άλλο κείμενο), παρατηρεί, διαπιστώνει, ορίζει με ακρίβεια, προσδιορίζει, καθορίζει, αποσαφηνίζει, διευκρινίζει, επε­ξηγεί, εξηγεί, αιτιολογεί, ονομάζει, αποκαλεί, χαρακτηρίζει, συγκρίνει, αντιθέτει, αντιπαραθέτει, αντιπαραβάλλει, επιχειρηματολογεί (υπέρ ή κατά), υπερασπίζεται, υποστηρίζει, υπεραμύνεται, συνηγορεί, συμφωνεί με, ταυτίζεται με, δικαιολογεί, ανασκευάζει, απορρίπτει, αντικρούει, αντιτείνει, αντιπροτείνει, τεκμηριώνει, στηρίζει (την άποψη του), απο­δεικνύει, δείχνει, κρίνει, αξιολογεί, αποτιμά, διαβεβαιώνει, βεβαιώνει, ισχυρίζεται, αποφαίνεται, υποστηρίζει, επιμένει (ότι), προβλέπει, λέει, σημειώνει, τονίζει, επισημαίνει, υπογραμμίζει, πραγματεύεται, εξετάζει, συζητά, ασχολείται (με), αναφέρεται (σε), αναλύει, αναπτύσσει, ορίζει, διαιρεί, ταξινομεί, περιγράφει, απαριθμεί, συμπληρώνει, προσθέτει, αφηγείται, διηγείται, αναρωτιέται, απορεί, ρωτά, υποδεικνύει, προτεί­νει, αντιπροτείνει, συμβουλεύει, συστήνει, απολογείται, εύχεται, εξεγεί­ρεται, αγανακτεί, εκφράζει την έκπληξη του.

2. Ποσοτικής όψης:προσπερνά βιαστικά, με συντομία, αποσιωπά, παραλείπει, δεν αναφέ­ρει/ αναφέρεται, θίγει πλαγίως, έμμεσα, επιφανειακά, εξετάζει διεξοδι­κά, αναλυτικά, προσεκτικά, συζητά διεξοδικά, ανοίγει – κλείνει – τερμα­τίζει τη συζήτηση, εξαντλεί το θέμα, συμπεραίνει, προσθέτει, υπογραμ­μίζει, επισημαίνει.

3.Μεταγλωσσικής όψης: επεξηγεί, συγκεκριμενοποιεί (για άλλο κείμενο), παραφράζει (για άλλο κείμενο).

4.  Διορθωτικής όψης:τροποποιεί, αλλάζει (τη διατύπωση), διορθώνει (τον εαυτό του/τους συ­νομιλητές του), ανασκευάζει τα επιχειρήματα, αναιρεί όσα είπε.

5.  Διαλογικής όψης: απευθύνει το λόγο, δίνει το λόγο, ζητά το λόγο, παίρνει, υφαρπάζει το λόγο, διεκδικεί το λόγο, παρεμβαίνει, διακόπτει, απαντά, δευτερολογεί, απευθύνεται.

6. Οργανωτικής όψης: αρχίζει, προλογίζει, συνεχίζει, μεταβαίνει (σε άλλο θέμα), παρεκβαίνει, τελειώνει, καταλήγει, συμπεραίνει, ανακεφαλαιώνει

ΠΗΓΗ: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1018// Stratili'os Cloud

AΣΚΗΣΕΙΣ///ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΓΛΩΣΣΑ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ : AΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ

  1. Να µετασχηµατίσετε τα κείµενα του ακόλουθου πίνακα, ώστε να εκφράζουν το ζητούµενο ύφος και να προσδιορίσετε ποιος και σε ποια περίσταση είναι πιθανό να µιλάει κάθε φορά.

 

 

ΥΦΟΣ ΑΥΣΤΗΡΟ                                                                                                ΥΦΟΣ ΕΠΙΕΙΚΕΣ

 

 

∆εν θα επιτρέψω σε κανέναν και για κανένα

λόγο να µε ενοχλήσει όσο θα γράφω

 

Το φορτωµένο πρόγραµµα του σχολείου δεν του άφησε

πολλά περιθώρια για να προετοιµαστεί στις εξετάσεις   της  ξένης γλώσσας κι έπειτα περνά µια δύσκολη εφηβεία.

Η  αποτυχία του, εποµένως, είναι δικαιολογηµένη.

 

 

ΥΦΟΣ ΕΥΓΕΝΙΚΟ                                                                                                                ΥΦΟΣ ΑΓΕΝΕΣ

 

 

Πιάσε µια σαλάτα και µια πατάτες ακόµα.

 

 

ΥΦΟΣ ΕΠΙΣΗΜΟ / ΤΥΠΙΚΟ                                                                                         ΥΦΟΣ ΟΙΚΕΙΟ / ΑΠΛΟ

 

Η επίδοση του µαθητή είναι ικανοποιητική

παρόλο που δεν καταβάλλει προσπάθεια

ανάλογη των ικανοτήτων του.

                                                                                                    Από δω το φιλαράκι ο Γιώργος, ο κολλητός µου στο σχολείο.

 

 

 

 

 

 

 

  1. Ένας νέος καλεί ορισµένους καινούργιους φίλους στο πάρτι των γενεθλίων του.

 Να συνδέσετε τις απαντήσεις που δέχεται (στήλη Α) µε το ύφος που εκφράζει καθεµιά (στήλη Β). Ένα στοιχείο της στήλης Β περισσεύει.

Α

1.Μπα βαριέµαι!

2.Αυτό το Σάββατο; Αχ κρίµα θα πάµε σ΄ ένα γάµο!

3.Τυχεροί! Πάλι θα ξεφαντώσετε ενώ έγώ έχω

Διάβασµα!

4.∆υστυχώς δεν θα µπορέσω!

5.Χλωµό το βλέπω!Έπειτα έχω προγραµµατίσει άλλη έξοδο.

6.Χρόνια πολλά κι ευχαριστώ για την πρόσκληση!

7.∆υστυχώς όµως µένεις µακριά.

Β.

α) ευγενικό

β) φιλικό

γ) ουδέτερο

δ) αγενές

ε) χαριτωµένο

στ) κοµψό

ζ) λαϊκό

3.Να αντιστοιχίσετε κάθε φράση της στήλης Α µε τον οµιλητή -στη στήλη Β- ο οποίος είναι πιο πιθανό

να τη χρησιµοποιήσει, ιδιαίτερα κατά την εργασία του (ένα στοιχείο της στήλης Β περισσεύει).

 

ΦΡΑΣΕΙΣ

1.Η ικανοποίηση του αιτήµατος

  1. Η ανάκαµψη της οικονοµίας
  2. Κάµψη του κορµού δεξιά
  3. Της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι
  4. Ο δρόµος της εγκράτειας και της αρετής
  5. Παραλαβή νέων απορριµατοφόρων και κάδων ανακύκλωσης
  6. Το κηπάριο στην πρόσοψη
  7. Αστραφτερή λάµψη ονειρεµένη καθαριότητα
  8. Η εκφορά του λόγου η µουσική των προτάσεων

ΠΙΘΑΝΟΙ ΟΜΙΛΗΤΕΣ

1.Καθηγητής φυσικής αγωγής

2.∆ήµαρχος

3.Συνδικαλιστής

4.Συντάκτης διαφηµιστικών κειµένων

5.Ιερωµένος

6.Ποιητής

7.Αρχιτέκτονας

8.Πρωθυπουργός

9.Σκηνοθέτης θεάτρου

10.Αρτοποιός

  1. Να χαρακτηρίσετε τις ακόλουθες δηλώσεις σηµειώνοντας Χ στο αντίστοιχο πλαίσιο και να

δικαιολογήσετε τις επιλογές σας.

 

Α) Την αναγγελία ενός δελτίου θυέλλης:

α) λακωνική, γ) ενδιαφέρουσα,  β) διαφωτιστική, δ) έκτακτη.

Β) Τη ραδιοφωνική ανακοίνωση που ακούσατε: «Ο κ. Χ. Που παραθερίζει στη Σκιάθο παρακαλείται να

επικοινωνήσει µε τους οικείους του για οικογενειακή του υπόθεση».

α) διαφωτιστική, γ) επίσηµη,  β) επείγουσα, δ) ενδιαφέρουσα

Γ) Τη δήλωση του υπουργού για την απόφαση της κυβέρνησης να αυξήσει την τιµή των εισιτηρίων στις

αστικές συγκοινωνίες.

α) ενδιαφέρουσα, γ) λακωνική, β) επίσηµη, δ) έκτακτη.

∆) Τη δήλωση ενός δηµοφιλούς τραγουδιστή στα Μ.Μ.Ε.: «Σταµατώ το τραγούδι!»

α) διαφωτιστική, γ) λακωνική, β) επείγουσα, δ) επίσηµη.

Ε) Την ανακοίνωση µιας εταιρείας αυτοκινήτων: «Οι κάτοχοι αυτοκινήτων µάρκας Χ µοντέλου GTI

παραγωγής 1997 παρακαλούνται να επισκεφθούν την αντιπροσωπία µας µε το αυτοκίνητό τους για

δωρεάν επισκευή επειδή έχει παρατηρηθεί κατασκευαστική βλάβη στο σύστηµα διεύθυνσης των

οχηµάτων».

α) ενδιαφέρουσα, γ) επίσηµη, β) λακωνική, δ) διαφωτιστική

  1. Να επιλέξετε τη σωστή σηµασία της λέξης (Σε κάθε άσκηση υπάρχει µόνο µία σωστή απάντηση).

κοινοτοπία:

α) η ένωση των κατοίκων µιας περιοχής

β) γνωστοποίηση µιας είδησης στο κοινό  ενός τόπου

γ) έντονο ενδιαφέρον του κοινού για τον τόπο του

δ) συνηθισµένος λόγος

αµετροέπεια:

α) η υπερβολική φιλοδοξία

β) προβληµατική έκφραση

γ) πολυλογία

δ) λόγος µε µέτρο

 

δηµοκοπία:

α) κουραστική οµιλία

β) προσπάθεια προσεταιρισµού του λαού

µε απατηλές υποσχέσεις

γ) στατιστική µέτρηση του πληθυσµού µιας χώρας

δ) δηµόσια αγορά ή πώληση ενός προϊόντος

 αθυρόστοµος:

α) γλυκοµίλητος

β) βωµολόχος

γ) λιγόλογος

δ) σιωπηλός

Διαρθρωτικές λέξεις και φράσεις

Διαρθρωτικές λέξεις και φράσεις

I. ΑΡΧΗ ΔΟΚΙΜΙΑΚΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

 Οι απόψεις που διατυπώνονται πάνω στο θέμα είναι διαμετρικά αντίθετες…
 Είναι πλάνη/παρακινδυνευμένο/τολμηρό να υποστηρίζει κανείς ότι…
 Λέγεται συχνά… – Κανείς δεν αμφισβητεί… – Είναι έξω από κάθε αμφιβολία…
 Είναι γεγονός ότι…
 Είναι γενικά παραδεκτό/αποδεκτό ότι…
 Τις αιτίες αυτού πρέπει να τις αναζητήσουμε σε…
 Σε μια τέτοια περίπτωση…
 Τις περισσότερες όμως δυσχέρειες προκαλούν…
 Δεν πρέπει ωστόσο να αγνοήσουμε/υποτιμήσουμε/παραβλέψουμε ότι…
 Προχωρώντας πιο πέρα διαπιστώνει κανείς ότι…
 Κάτι ανάλογο ισχύει και…
 Τη λύση στο πρόβλημα θα δώσει…

II. ΣΥΝΔΕΣΗ ΟΜΟΙΩΝ ΝΟΗΜΑΤΩΝ
Προσθετικά:
 Επίσης – Ακόμη – Επιπλέον – Συμπληρωματικά – Εξάλλου – Επιπρόσθετα – Εκτός απ’ αυτό – Μεταξύ των άλλων – Τέλος
 Κατά πρώτο λόγο... Κατά δεύτερο λόγο...
 Το ίδιο συμβαίνει και…
 Εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα/ιδιαίτερη σημασία είναι…
 Αξίζει να σημειωθεί ιδιαίτερα…
 Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε…
 Δεν φτάνει μόνο αυτό χρειάζεται και…
 Δεν είναι καθόλου υπερβολικό να υποστηρίξει κανείς ότι...
 Ας σημειωθεί ακόμη ότι… – Ας προστεθεί ότι…
 Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι...
 Προεκτείνοντας τη σκέψη μας θα λέγαμε ότι...
 Δεν πρέπει να λησμονηθεί ότι…
 Χωρίς αυτό δεν…
 Σε συνάρτηση μ’ αυτό το θέμα…
 Προσπαθώντας να προσεγγίσει κανείς το θέμα/Σε μια προσπάθεια προσέγγισης
του θέματος/διείσδυσης στο πρόβλημα…
 Αρχίζοντας από… – Παίρνοντας ως αφετηρία το…
Βεβαιωτικά:
 Κυρίως – Βέβαια – Φυσικά – Ασφαλώς – Αναντίρρητα – Αναμφισβήτητα – Οπωσδήποτε – Προφανώς
 Μια και – Μια που – Αφού – Όσο για το…
 Μ’ αυτόν τον τρόπο – Μ’ αυτή τη συλλογιστική – Μ’ αυτό το σκεπτικό…
 Παίρνοντας ως αφορμή – Μ’ αυτή την προοπτική – Μέσα από αυτό το πρίσμα
 Βλέποντας τα πράγματα απ’ αυτή την οπτική γωνία…
 Στηριζόμενοι σε αυτό το δεδομένο...
EMΦΑΤΙΚΑ:Ειδικά – Προπάντων – Κατεξοχήν
 Έχει μεγάλη/ιδιαίτερη σημασία ν’ αναφέρουμε…
 Είναι απαραίτητο/αναγκαίο/επιβεβλημένο να αναφερθούμε και στον/στην/στο...
 Είναι αξιοσημείωτο…
 Πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή… – Πρέπει να τονιστεί…
 Θα ήταν σημαντική παράλειψη να μην τονίσουμε ότι...
Διαζευκτικά:
 Είτε… είτε – Ή
Αναλογικά:
 Σαν – Όπως ακριβώς…
 Μ’ αυτόν τον τρόπο… – Με/Κατά τον ίδιο τρόπο… – Με παρόμοιο τρόπο…
 Στο ίδιο μοτίβο…
Με χρονική σειρά:
 Πρώτα/Πρώτα πρώτα – Αρχικά – Στην αρχή – Ταυτόχρονα – Συγχρόνως – Προηγουμένως… ύστερα – Έπειτα – Στη συνέχεια – Στο μεταξύ
Με όρο-προϋπόθεση:
 Εάν – Αν – Εφόσον – Καθόσον – Με την προϋπόθεση – Με δεδομένο – Εκτός αν
– Σε περίπτωση που…
 Προϋπόθεση όλων αυτών… – Υπό τον όρο…
Με παράδειγμα:
 Λόγου χάρη – π.χ. – Για παράδειγμα – Ενδεικτικά

III. ΣΥΝΔΕΣΗ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ Ή ΑΝΤΙΘΕΤΩΝ ΝΟΗΜΑΤΩΝ
 Στο άλλο άκρο βρίσκεται…
 Δε συμβαίνει όμως το ίδιο…
 Δεν πρέπει να παραβλέψουμε και…
 Θα μπορούσε κανείς να αντιπαρατηρήσει…
 Από την άλλη πλευρά…
 Παρόλ’ αυτά – Αντίθετα – Ωστόσο – Απεναντίας – Εντούτοις – Αλλά – Ενώ – Σε
αντίθεση…
 Μια διαφορετική άποψη/έκφανση/υπόσταση του προβλήματος/της κατάστασης
είναι και…
 Βλέποντας τα πράγματα από μια διαφορετική θέση/οπτική γωνία/πρίσμα…
 Σε μια προσπάθεια προσέγγισης/προσπέλασης του ζητήματος από άλλη άποψη, αντιλαμβάνεται κανείς ότι…

IV. ΣΥΝΔΕΣΗ ΑΙΤΙΑΣ-ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ
Αιτιολογικά:
 Γιατί – Διότι – Αφού – Επειδή – Καθώς
 Και τούτο συμβαίνει γιατί…
Επεξηγηματικά:
 Δηλαδή – Με άλλα λόγια-– Αυτό σημαίνει – Συγκεκριμένα – Ειδικότερα – Ιδιαίτερα – Διευκρινιστικά

 Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι…
 Για τους παραπάνω λόγους…
 Από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι…
 Για να γίνουμε σαφέστεροι…
Συμπερασματικά:
 Ως συνέπεια/Ως αποτέλεσμα (άμεσο ή έμμεσο)…
 (Άμεσο) αποτέλεσμα των παραπάνω είναι…
 Έτσι – Λοιπόν – Επομένως – Άρα – Συνεπώς – Κατά συνέπεια
 Γι’ αυτούς τους λόγους…
 Όλα αυτά δημιουργούν προσβάσεις/ερείσματα για την ανάπτυξη/παρουσίαση του
προβλήματος…
 Το τελευταίο αυτό ισοδυναμεί με…
 Δεν είναι απαραίτητο όμως να…
 Κάπως έτσι δημιουργείται…
 Αυτό κάνει/αναγκάζει/ωθεί πολλούς να…
 Από τη στιγμή λοιπόν που…
 Όταν γίνει συνείδηση το παραπάνω, κατανοεί κανείς ότι…
 Κατ’ αυτό τον τρόπο προκύπτουν και… – Όπως προκύπτει από τα παραπάνω…
 Έτσι οδηγούμαστε σε…
 Αυτό αντανακλά θετικά/δυσάρεστα/πολύπλευρα σε…
 Χαρακτηριστικό δείγμα…
 Από το τελευταίο απορρέει…
 Εύκολα προκύπτει το συμπέρασμα ότι... – Προκύπτει λοιπόν αβίαστα το συμπέρασμα ότι...
 Επαγωγικά λοιπόν σκεπτόμενοι καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι...
 Οι σκέψεις αυτές οδηγούν/συγκλίνουν στο γενικότερο συμπέρασμα ότι...
 Συνοψίζοντας/Ανακεφαλαιώνοντας/Συμπερασματικά/Επιλογικά θα λέγαμε ότι…

Τροπικότητα στη ΓΛΩΣΣΑ

Ο ομιλητής μπορεί να παρουσιάζει αυτό που θέλει να πει είτε με τρόπο αποστασιοποιημένο, όσο το
δυνατόν αντικειμενικό και ουδέτερο, είτε εκφράζοντας την υποκειμενική του στάση, δηλώνοντας
δηλαδή την προσωπική του άποψη σχετικά:


α. με το βαθμό της βεβαιότητάς του για την αλήθεια αυτού που λέει,
β. με την αναγκαιότητα της πραγματοποίησής του, είτε αυτή είναι εσωτερική (προκύπτει
δηλαδή από προσωπική του επιθυμία) είτε είναι εξωτερική (οφείλεται δηλαδή σε άλλους
παράγοντες).


Ο σχολιασμός του μηνύματος με την έκφραση της υποκειμενικής στάσης του ομιλητή
ονομάζεται τροπικότητα.


Στην πραγματικότητα βέβαια ο ομιλητής πάντα τοποθετείται απέναντι στο γεγονός για το οποίο
μιλάει, τουλάχιστον ως προς τη βεβαιότητά του γι’ αυτό. Ακόμη και όταν το παρουσιάζει
ασχολίαστο, ως απλό γεγονός, με μια απλή απόφανση, παίρνει έμμεσα τη θέση ότι το γεγονός στο
οποίο αναφέρεται είναι αληθές. Ο ομιλητής δηλαδή κάνει μια δήλωση που κρίνει ότι είναι αληθής –
γι’ αυτό άλλωστε οι αποφαντικές προτάσεις παραδοσιακά ονομάζονται προτάσεις κρίσεως.


Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στις τρεις.
Τα παιδιά παίζουν στον κήπο.
Η Τιφλίδα είναι η πρωτεύουσα της Γεωργίας.
Συνήθως, όμως, μιλάμε για τροπικότητα όταν υπάρχει ρητά δηλωμένη η στάση του ομιλητή:
Το αεροπλάνο θα προσγειώθηκε στις τρεις.
(ενν. «μάλλον, απ’ όσο ξέρω, πιστεύω ότι»)
Τα παιδιά θα ‘πρεπε να παίζουν στον κήπο κάθε μέρα.
(ενν. «θα ήταν καλό, συνιστάται»)
Η Τιφλίδα, απ’ όσο ξέρω, είναι η πρωτεύουσα της Γεωργίας.


Τροπικότητα μπορεί να εκφράσει ο ομιλητής και στις τρεις βασικές επικοινωνιακές δραστηριότητες:
όταν αποφαίνεται σχετικά με κάτι (απόφανση),

όταν προτρέπει κάποιον να κάνει κάτι
(προσταγή/παράκληση)

και όταν ζητάει πληροφορίες (ερώτηση).


α. Με την προσταγή / παράκληση ο ομιλητής ζητάει από τον ακροατή να κάνει κάτι που προφανώς
θεωρεί αναγκαίο να πραγματοποιηθεί, είτε επειδή το θέλει ο ίδιος είτε επειδή υπάρχει κάποιος
εξωτερικός παράγοντας που το επιβάλλει. Αυτό όμως, όπως είδαμε, είναι μέρος του ορισμού της
τροπικότητας, πράγμα που δείχνει ότι η επικοινωνιακή λειτουργία της προσταγής / παράκλησης
χαρακτηρίζεται από εγγενή τροπικότητα. Η τροπικότητα αυτή μπορεί να διατυπωθεί άμεσα, με
προστακτική, ή έμμεσα και πιο ευγενικά, και μπορεί βέβαια να ενισχυθεί από άλλα στοιχεία:
Στείλε μια κάρτα στη θεία σου!
Στείλε οπωσδήποτε μια κάρτα στη θεία σου!
Είναι απαραίτητο να στείλεις μια κάρτα στη θεία σου.
Δεν νομίζεις πως πρέπει να στείλεις μια κάρτα στη θεία σου;


β. Με την επικοινωνιακή λειτουργία της ερώτησης δεν δηλώνεται υποχρεωτικά τροπικότητα.
Ο ομιλητής δηλώνει άγνοια και ζητάει να μάθει κάτι, επομένως δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί σε
καμία κρίση ή αποτίμηση⸱ δεν είναι σε θέση να εκφράσει τροπικότητα. Υπάρχουν όμως ορισμένες
ερωτήσεις που δεν ζητούν απλώς πληροφορία, αλλά εκφράζουν συγχρόνως την αβεβαιότητα και την
απορία του ομιλητή.
Συχνά μάλιστα τις απευθύνει ο ομιλητής στον ίδιο του τον εαυτό, σαν να διατυπώνει ένα συλλογισμό:
Να έφτασε άραγε το αεροπλάνο;
Μήπως είχα άδικο που τον μάλωσα τόσο έντονα;
Λες να χάσω το λεωφορείο;
Η ερώτηση βέβαια ως τύπος πρότασης χρησιμοποιείται ευρύτατα για να δηλώσει τροπικότητα, όταν
επιτελεί τις δύο άλλες επικοινωνιακές λειτουργίες, όταν δηλαδή χρησιμοποιείται ως απόφανση και
κυρίως ως παράκληση. Είναι μάλιστα ένας από τους βασικούς μηχανισμούς ευγένειας, καθώς
μετριάζει την ευθεία προσταγή.
Μου δίνεις το μολύβι σου;
Θα μπορούσατε μήπως να μου δανείσετε το ψαλίδι σας;


Είδη τροπικότητας


Οι ομιλητές κάθε γλώσσας μπορούν να εκφράσουν μεγάλη ποικιλία προσωπικών τοποθετήσεων
(αβεβαιότητα, πιθανότητα, δυνατότητα, υποχρέωση, επιθυμία, ελπίδα, ευχή κ.λπ.). Τα επί μέρους
είδη της τροπικότητας μπορούν να ενταχθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: την επιστημική και
τη δεοντική.
Η επιστημική τροπικότητα σχετίζεται με τη γνώση του ομιλητή και συγκεκριμένα με τον βαθμό
της βεβαιότητας σχετικά με την αλήθεια αυτού που λέει.


Η δεοντική τροπικότητα σχετίζεται με την αναγκαιότητα πραγματοποίησης αυτού για το οποίο
γίνεται λόγος, είτε αυτή είναι εσωτερική είτε εξωτερική, είτε δηλαδή προκύπτει από την επιθυμία
του ομιλητή είτε από κάποιον εξωτερικό παράγοντα.


Πρέπει να τονιστεί και πάλι ότι και τα δύο είδη τροπικότητας τονίζουν την υποκειμενική στάση του
ομιλητή. Η επιστημική τροπικότητα δεν δείχνει αντικειμενικά αν αυτό που λέει ο ομιλητής είναι
αλήθεια ή όχι, αλλά τι νομίζει ο ομιλητής και πόσο βέβαιος είναι:


  • Ο Παύλος, νομίζω, δουλεύει στο γραφείο του.
    Η Άννα θα πέρασε ωραία, ε;
    Πιστεύω ότι ο Αλέξανδρος δεν ευθύνεται για το ατύχημα.
    Η δεοντική τροπικότητα δεν δείχνει αν πραγματικά είναι ανάγκη να γίνει κάτι, αλλά τι πιστεύει ο
    ομιλητής ότι πρέπει να γίνει:
    Πληρώστε τον λογαριασμό να φύγουμε.
    Ο αρχιτέκτονας πρέπει να παραδώσει τα σχέδια σε μια εβδομάδα.
    Είναι απαραίτητο να γίνουν ορισμένες επισκευές.
    Είναι ανάγκη να πας στο χωριό.


Η επιστημική τροπικότητα καλύπτει μια κλίμακα με διαβαθμίσεις της βεβαιότητας του ομιλητή για
την αλήθεια αυτού που λέει, που περιλαμβάνει δυνατότητα, πιθανότητα και ρητά δηλωμένη
βεβαιότητα:


Δυνατότητα
Ο Πέτρος μπορεί / ίσως να αγόρασε αυτοκίνητο.
Λες να αγόρασε ο Πέτρος αυτοκίνητο;
Να αγόρασε (άραγε) ο Πέτρος αυτοκίνητο;
Πιθανότητα
Ο Πέτρος θα αγόρασε αυτοκίνητο.
Φαίνεται ότι ο Πέτρος αγόρασε αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος μάλλον αγόρασε αυτοκίνητο.
Δεν μπορεί, ο Πέτρος θα αγόρασε αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος πρέπει να αγόρασε αυτοκίνητο.
Βεβαιότητα
Ο Πέτρος σίγουρα αγόρασε αυτοκίνητο,
Είναι εκατό τοις εκατό βέβαιο ότι ο Πέτρος αγόρασε αυτοκίνητο.
[Όταν η βεβαιότητα εκφράζεται ρητά, π.χ. με σχετικές επιρρηματικές εκφράσεις και όχι με απλή
απόφανση, υποδηλώνεται ένας βαθμός αβεβαιότητας, είτε από την πλευρά του ίδιου του ομιλητή είτε
από την πλευρά του ακροατή.]
Η δεοντική τροπικότητα καλύπτει μεγαλύτερο φάσμα⸱ περιλαμβάνει τη δήλωση της επιθυμίας, της
ευχής ή της απλής πρόθεσης του ομιλητή, την άδεια να γίνει κάτι που ζητάει ή παραχωρεί, τους
διάφορους βαθμούς της υποχρέωσης ή της ανάγκης που προέρχεται από εξωτερικούς παράγοντες:
Επιθυμία
Ο Πέτρος θέλει να αγοράσει αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος θα ήθελε να αγοράσει αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος θα ήθελε να αγόραζε αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος θα αγόραζε ευχαρίστως αυτοκίνητο.
Ευχή
Να αγόραζε ο Πέτρος ένα αυτοκίνητο!
Ας αγόραζε ο Πέτρος ένα αυτοκίνητο!
Αχ και να αγόραζε ο Πέτρος ένα αυτοκίνητο!
Μακάρι να αγόραζε ο Πέτρος ένα αυτοκίνητο!
Πώς θα ήθελα να αγόραζε ο Πέτρος ένα αυτοκίνητο!
Πρόθεση
Ο Πέτρος σκοπεύει / προτίθεται να αγοράσει αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος λέει να αγοράσει αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος θα αγόραζε αυτοκίνητο⸱ ίσως εκεί να έχει πάει τώρα.
Παράκληση και παραχώρηση αδείας για να γίνει κάτι
- Να αγοράσω αυτοκίνητο; / Μπορώ να αγοράσω αυτοκίνητο;
- Να αγοράσεις. / Και δεν αγοράζεις; / Αγόρασε. / Άμα θες, αγόρασε.
Ανάγκη / Υποχρέωση
Ο Πέτρος πρέπει να αγοράσει αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος είναι ανάγκη / είναι απαραίτητο να αγοράσει αυτοκίνητο.
Ο Πέτρος, θέλει δεν θέλει, είναι υποχρεωμένος να αγοράσει αυτοκίνητο.
Η δεοντική τροπικότητα αναφέρεται σε ενέργειες ή καταστάσεις που ο ομιλητής παρουσιάζει ως
αναγκαίο να πραγματοποιηθούν, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη: μπορεί
λοιπόν να πει κανείς ότι γενικά η δεοντική τροπικότητα είναι στραμμένη προς το μέλλον. Αντίθετα,
η επιστημική τροπικότητα εκφράζει τον βαθμό βεβαιότητας του ομιλητή για κάτι που συνέβη, στο
παρελθόν, συμβαίνει στο παρόν ή θα συμβεί στο μέλλον: δεν είναι λοιπόν συνδεδεμένη με
συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αυτή η διαφορά έχει σημαντικές επιπτώσεις στη συντακτική
συμπεριφορά των δεικτών της τροπικότητας και των τροπικών ρημάτων.


Έκφραση της τροπικότητας


Η υποκειμενική στάση του ομιλητή απέναντι στο γεγονός που δηλώνεται από την πρόταση μπορεί
να εκφράζεται με ποικίλα μέσα, όχι μόνο γλωσσικά, αλλά και παραγλωσσικά: ένα απλό ανασήκωμα
των φρυδιών, π.χ., μπορεί να δηλώνει αμφιβολία, ενώ μια σειρά εκφράσεων και χειρονομιών διάφορα
συναισθήματα και τοποθετήσεις του ομιλητή απέναντι στο γεγονός.
Ο ομιλητής έχει στη διάθεσή του για την έκφραση της τροπικότητας πολύ μεγάλο
απόθεμα γλωσσικών μέσων, λεξικών και γραμματικών. Στα λεξικά μέσα συμπεριλαμβάνονται
επιρρηματικές εκφράσεις, όπως κατά τη γνώμη μου, πιθανότατα, προφανώς, αναγκαστικά κ.λπ.


Κατά τη γνώμη μου, το έργο ήταν μέτριο.
Αναγκαστικά θα γίνουν ορισμένες επισκευές στο σπίτι.
Η αποδοκιμασία μας, προφανώς, δεν του έκανε καμία εντύπωση.


Στα γραμματικά μέσα ανήκουν διάφοροι τύποι του ρήματος, όπως θα έφευγα, φύγε, ας έφευγε,
να είχε έρθει κ.λπ.:
Πήγαινε αμέσως!
Πεινάω τόσο, που θα έτρωγα ό,τι να ‘ναι.
Να ήμασταν τώρα σε μια παραλία!
Άμα θέλει, ας φύγει και τώρα αμέσως.


Σε μια ενδιάμεση κατηγορία ανήκουν λεξικά μέσα, τα οποία όμως έχουν και ιδιαίτερη συντακτική
συμπεριφορά. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν τα λεγόμενα τροπικά και ημιτροπικά ρήματα, τα οποία
συντάσσονται με συμπληρωματικές προτάσεις που εισάγονται με το να (κυρίως τα πρέπει και
μπορεί):
Μπορεί του χρόνου να πάμε στην Αφρική, αλλά δεν είναι σίγουρο. (ενν. «ίσως»)
Το μάθημα πρέπει να αρχίσει στις 11:15΄ ακριβώς. (ενν. «οφείλει»)
Το μάθημα πρέπει να άρχισε στις 11:15΄ ακριβώς. (ενν. «μάλλον»)


Άλλη ενδιάμεση κατηγορία σχηματίζουν ορισμένες τροπικές εκφράσεις, που μπορεί να
εμφανίζονται παρενθετικά στον λόγο ή να παίρνουν συμπληρώματα που συνήθως εισάγονται με το
να:
Ο Βασίλης φτιάχνει ίσως τον καλύτερο καφέ.
Ίσως (να) βρεις τα φρούτα που θέλεις στη λαϊκή.
Θα τους αρέσει άραγε το δώρο μας;
Άραγε να κατάλαβε τι εννοούσα;

ΠΗΓΗ :  ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΡΙΑ /Στεργιανή Ζανέκα

Συνοχή κειμένου

Συνοχή κειμένου σύμφωνα με την κειμενογλωσσολογία
Ο όρος αναφέρεται στα ποικίλα γλωσσικά μέσα (γραμματικά, λεξιλογικά, φωνολογικά) με τα
οποία οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους ώστε να αποτελέσουν μεγαλύτερες ενότητες λόγου.
Αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της κειμενικότητας, δηλαδή της ιδιότητας που καθιστά ένα
κομμάτι λόγου κείμενο με σημασία. Κάθε γλωσσικό στοιχείο που εμφανίζεται σε ένα κείμενο
αποτελεί εργαλείο για τη γνωστική επεξεργασία τόσο από τον πομπό (ομιλητή-συγγραφέα) όσο και
από τον δέκτη (ακροατή-αναγνώστη) άλλων γλωσσικών στοιχείων του κειμένου. Η πιο εμφανής
εκδοχή αυτής της ιδιότητας είναι η σύνταξη, η οποία υπαγορεύει συγκεκριμένα σχήματα οργάνωσης
στο κείμενο.

Η συνοχή επιτυγχάνεται μέσω ποικίλων γλωσσικών τεχνικών όπως η επανάληψη (ρητή
επανάληψη ή επανεμφάνιση ενός στοιχείου με διαφορετική γραμματική κατηγορία, π.χ. ουσιαστικόρήμα), ο παραλληλισμός, η παράφραση, η έλλειψη. Επίσης, με τη χρήση αντωνυμιών,
τροποποιητών (επιθέτων και επιρρημάτων), συνδέσμων (παρατακτικών και υποτακτικών), αλλά
και με τη χρήση των γραμματικών χρόνων, της ρηματικής όψης (στα εγχειρίδια της νεοελληνικής
γλώσσας αναφέρεται ως τρόπος του ρήματος) και της τροπικότητας. Στη συνοχή του κειμένου
συμβάλλει επίσης και η λειτουργική προοπτική της πρότασης, δηλαδή η οργάνωσή της σε θέμα και
σχόλιο (παλιά και νέα πληροφορία). Σημαντικός τέλος είναι ο ρόλος της επιτόνισης σε προφορικά
κείμενα. Γενικά, λοιπόν, η συνοχή αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο δομείται η σημασία
ενδοκειμενικά. Δεν περιορίζεται ωστόσο στη σύνταξη ή τη μορφολογία, καθώς εμπεριέχει τη
λειτουργική χρήση των γραμματικών και συντακτικών δομών μέσα στον πραγματικό χρόνο και τη
διεπίδρασή τους με άλλους παράγοντες κειμενικότητας, όπως η συνεκτικότητα.