AΞΙΟΛΟΓΗΣΗ Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ / ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

  1. ΣΤΟ Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ ΕΙΜΑΙ ΠΙΟ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΜΈΝΟΣ/H  ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΠ΄Ο,ΤΙ ΗΜΟΥΝ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ : NAI    /     'OXI
  2. 'EKANA KAI TA ΔΥΟ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ PROJECTS ΤΟΥ Β ΤΕΡΑΜΗΝΟΥ: NAI '  /    OXI
  3. ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ, ΓΡΑΦΑΜΕ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ή ΤΕΣΤ. ΑΥΤΟ  :  ME KOYΡΑΣΕ  /   ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕ
  4.  ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΒΡΗΚΑ ΔΥΣΚΟΛΟ_______________________________________________________________________________________________
  5. ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ ΤΑ ΠΗΓΑ : KAΛΑ  /   ΜΕΤΡΙΑ   /   ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ  /   'ΑΡΙΣΤΑ
  6.  ΚΑΝΑΜΕ ΠΟΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ . ΉΤΑΝ  :  ΑΠΛΑ/  ΔΥΣΝΟΗΤΑ / ΜΕΤΡΙΑΣ ΔΥΣΚΟΛΙΑΣ
  7. ΣΤΟΝ ΓΡΑΠΤΟ ΛΟΓΟ:      TA ΠΑΩ ΚΑΛΑ     ΤΑ ΠΑΩ ΑΡΙΣΤΑ    ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ ΑΚΟΜΑ ΔΟΥΛΕΙΑ
  8.  ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΩ ΣΤΗΝ ΔΑΣΚΑΛΑ ΜΟΥ (ΕΥΧΗ/ ΙΔΕΑ /ΠΑΡΑΠΟΝΟ/ΝΑ ΛΑΒΕΙ ΥΠΟΨΙΝ/ ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ) ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:

     9. ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ  ΘΑ 'ΗΘΕΛΑ ΕΠΙΣΗΣ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ:

   ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΘΑ 'ΗΘΕΛΑ ΕΠΙΣΗΣ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ:

   10.OI AΣΚΗΣΕΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΜΟΥ ΦΑΙΝΟΝΤΑΙ :      ΕΥΚΟΛΕΣ    /   ΔΥΣΚΟΛΕΣ    /    ΔΕΝ  ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ.

   11. KATAΛΑΒΑΙΝΩ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ.   ΝΑΙ      ΌΧΙ

    12.O BΑΘΜΟΣ ΠΟΥ ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ ΜΟΥ ΑΞΙΖΕΙ  ΣΤΟ Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ ΕΙΝΑΙ:_______________________________________________________

Ασημίνα Ξηρογιάννη

Γρηγόριος Ξενόπουλος /// Στέλλα Βιολάντη ///απόσπασμα και ανάλυση

(απόσπασμα)

ΟΧΡΗΣΤΑΚΗΣ ΖΑΜΑΝΟΣ υπηρετούσε ως υπάλληλος στο αγγλικό τυπογραφείο της Ζακύνθου, όπου και γνώρισε τη Στέλλα, την κόρη του πλούσιου μεγαλέμπορου Παναγή Βιολάντη. Μην έχοντας πώς να της εκμυστηρευτεί τον έρωτά του της έστειλε ένα γράμμα και με τον ίδιο τρόπο τού απάντησε θετικά κι εκείνη. Παίρνοντας το ανέλπιστο γράμμα ο καυχησιάρης νέος δεν κρατήθηκε και έσπευσε να ανακοινώσει το περιεχόμενό του· η είδηση όμως έφτασε κι ως τ' αυτιά του πατέρα της, ο οποίος θεώρησε προσβολή τη σύνδεση του ονόματος της κόρης του με το όνομα ενός παρακατιανού του. Πλημμυρισμένος από οργή, αφού της έκανε αυστηρότατες παρατηρήσεις, την έδειρε και την έριξε στη σοφίτα του αρχοντικού του, όπου και την εγκατέλειψε· στο μεταξύ ο Χρηστάκης Ζαμάνος είχε παντρευτεί άλλη, ενώ η ανυποψίαστη Στέλλα μαράζωνε από τον καημό της.

Ήταν παραμονές της Παναγίας. Μεθαύριο το σπίτι είχε διπλογιόρτι —Μαρία έλεγαν τη Βιολάνταινα— και τι καλά αν μπορούσε να γίνει καμιά οικονομία, να έλθει η συμφιλίωση, να κατεβεί και η Στέλλα, να καθίσει στο τραπέζι, να φανεί στον κόσμο...

— Ήλθα να σου πω δυο λόγια, της είπε η Βιολάνταινα χαρούμενη.

Η Στέλλα, καθώς κρατούσε το μέτωπο με τα δύο χέρια, εσήκωσε τα μάτια κι εκοίταξε τη μητέρα της έκπληκτη. Δεν ήταν συνηθισμένη σε τέτοιο ύφος.

— Ακούς;

— Τι είναι; ψιθύρισε η Στέλλα.

Με λίγα λόγια η Βιολάνταινα διατύπωσε την πρότασή της: Να πέσει στα πόδια του πατέρα της και να του γυρέψει συχώρεση· να του πει πως μετανόησε για το κίνημά της· να του υποσχεθεί πως στο εξής δε θα έκανε τίποτα χωρίς το θέλημά του· να τον βεβαιώσει πως έπαυσε πια να συλλογίζεται το Χρηστάκη, κι εκείνος ήταν πρόθυμος να τη συχωρέσει, και μέρα που ξημέρωνε μεθαύριο, να τη δεχθεί στην αγκαλιά του, και γρήγορα να φροντίσει να την παντρέψει, όπως της πρέπει, μ' ένα καλό και άξιο... αμή τι;

Η Στέλλα την άκουσε χωρίς να την διακόψει, με το ίδιο ύφος που έπαιρνε και όταν την εκτυπούσαν. Έπειτα κατέβασε τα χέρια από το κεφάλι, κοίταξε τη μητέρα της κατάματα, και με όλη την ηρεμία, με όλη τη γαλήνη της σταθερότητας, επρόφερε:

— Όχι!

Η Βιολάνταινα εσκίρτησε τρομαγμένη· έπλεξε τα χέρια, και με φωνή υπόκωφη, σε τόνο μομφής υπέρτατης, το ξαναείπε:

— Όχι!

— Όχι! είπε η Στέλλα· και τη φορά αυτή ένα κύμα ετάραξε την πρώτη γαλήνη, και η άρνηση εβγήκε από τα χείλη της με πείσμα μαζί και περιφρόνηση.

— Μα, παιδί μου, συλλογίζεσαι τι λες; συλλογίζεσαι τι κάνεις; ερώτησε η Βιολάνταινα· κι εγύρισε πίσω της, κι εκλείδωσε από φόβο τη θύρα.

— Όχι! είπε η Στέλλα και εκ τρίτου· και τώρα ήταν ολόκληρη τρικυμία αγανακτήσεως, και μαζί με τη φωνή, εσηκώθη και αυτή ορθή, υψηλή, αγέρωχη.

Κι εμίλησε:

— Όχι, χίλιες φορές όχι! Ό,τι έκαμα ήταν κακό, το ξέρω· μα το έκαμα τώρα. Του έγραψα «είμαι δική σου», και θα είμαι για πάντα. Ναι, να πέσω στα πόδια του πατέρα μου, και να του φιλήσω τα χέρια, και να του γυρέψω συχώρεση γι' αυτό που έκαμα, έτσι χωρίς να θέλω, σε μια στιγμή τρέλας, αδυναμίας... Μα να με συχωρέσει κι εκείνος και να μου δώσει το Χρηστάκη... Α, μη σου κακοφαίνεται και σώπα! Καλός, κακός, αυτός είναι τώρα για μένα. Ακούστηκα μαζί του, και αυτό μου φθάνει. Έπειτα, τι σας μέλει εσάς; Εγώ θα είμαι ευτυχισμένη, εμένα μ' αρέσει. Πως είναι φτωχός; Πφ! βλέπω τι ευτυχία που έχετε οι πλούσιοι στα σπίτια σας... Επιτέλους αλλιώτικα δε γίνεται· άλλον εγώ δεν παίρνω!

— Μα ορίζεις εσύ τον εαυτό σου; επρόλαβε να ρωτήσει η Βιολάνταινα.

— Τον ορίζω!

— Όχι· ο πατέρας σου σε ορίζει· ο πατέρας σου ορίζει και μένα και το Νταντή, και τη Νιόνια και όλους.

— Δεν ξέρω για σας, μα εμένα δε με ορίζει. Εγώ, εγώ ορίζω τον εαυτό μου· να, κοίταξε, τον ορίζω!... τον ορίζω!...

Κι έκαμψε το δάχτυλό της, και το εδάγκασε στον κόμπο με λύσσα, καθώς μιλούσε. Και ο πόνος έδωσε στη φωνή της κάτι το απείρως τραγικό· και η Βιολάνταινα, και αυτή ακόμη, αισθάνθη ότι ήταν μεγάλη η στιγμή εκείνη.

— Τι θέλεις να πεις μ' αυτό; ρώτησε με τρόμο.

— Να, ότι τον εαυτό μου τον κάνω ό,τι θέλω... Μπορώ να κόψω τώρα το χέρι μου και να το πετάξω από το παράθυρο; Ε, ορίζω τον εαυτό μου. Ο πατέρας μου τίποτα δεν μπορεί να κάμει· πως θα με δείρει; πως θα με κλείσει; πως θα με σκοτώσει; Τι με τούτο; Πάλι εγώ κάνω ό,τι θέλω —τον εαυτό μου— και σα δε θέλω εγώ, άλλον άνθρωπο δεν παίρνω. Όχι· ποτέ δε θα με δώσει σε όποιον θέλει εκείνος. Σας το λέω για να το ξέρετε μια για πάντα, γιατί δεν θα το ξαναπώ: Ή το Χρηστάκη ή κανέναν. Εγώ είμαι η Στέλλα του Βιολάντη!

Κι εκτύπησε το στήθος της το πλατύ με δύναμη, κι από τα μάτια της τα αδάκρυτα ετοξεύθη άγρια αστραπή. Ω, ήταν ωραία τη στιγμή εκείνη! Το πάθος της εχρωμάτισε, της εζωογόνησε το κατάλευκο πρόσωπο· τα πέταλα του κρίνου επήραν ένα ρόδινο χρώμα αδύνατο· ίχνος κακοπάθειας δεν εφαίνετο πλέον, και για μια στιγμή, η κόρη έλαμψε με την πρώτη της ομορφιά την υπερήφανη, με την πρώτη υγεία και ζωή.

Η Βιολάνταινα αναγκάσθηκε να χαμηλώσει το κεφάλι. Έβλεπε έξαφνα εμπρός της μια δύναμη νέα, που δεν την ήξερε, που δεν την εφαντάζετο ως τώρα. Αλήθεια, αυτή ήταν η Στέλλα του Βιολάντη, η κόρη του πατέρα της.

— Εκατάλαβα, εψιθύρισε με λύπη· μα δε συλλογίζεσαι, δυστυχισμένη, τι θα πάθεις, αν ακούσει τέτοιο πράμα ο πατέρας σου;

— Δεν τον φοβάμαι! εφώναξε η Στέλλα· και τι θα μου κάμει; Θα με σκοτώσει... είναι άλλο; Ε, δε με μέλει, σου είπα. Εγώ δε γυρεύω να ζήσω, παρά να ζήσω ευτυχισμένη. Αν δεν μπορώ, καλύτερα να με σκοτώσει... Καλύτερα να πεθάνω... Στάσου να σου πω· αν δεν έγραφα εκείνο το γράμμα, δε θα μ' έγνοιαζε· μα τώρα που το έγραψα, θα κάμω ό,τι μπορώ για να σώσω την υπόληψή μου. Θα μου τη σώσει ο γάμος; Θα μου τη σώσει ο θάνατος; Μου είναι αδιάφορο. Είδες αν άνοιξα το στόμα μου να παραπονεθώ ποτέ για τα βασανιστήρια που μου κάνετε τόσον καιρό;...

— Καλέ τίνος τα λες αυτά τα παραμύθια; είπε η Βιολάνταινα με μορφασμό ανυπομονησίας. Και τι πως έγραψες ένα γράμμα, που στο κάτω κάτω το πήραμε πίσω;... Εγώ να σου πω τι είναι: είναι... που αγαπάς το Χρηστάκη.

Η Στέλλα κλονίσθηκε από παλμό δυνατό. Στην αρχή τής ήλθε να το αρνηθεί, να το κρύψει. Όχι, δεν ήταν αυτός ο λόγος... Αλλά έπειτα συλλογίσθηκε ότι μια που άρχισε, έπρεπε να τα πει όλα· και σα να το ήξερε πως ήταν η τελευταία φορά που θα μιλούσε, άντλησε διαμιάς όσο θάρρος υπήρχε στα βάθη της παρθενικής της ψυχής, και είπε:

— Ναι, τον αγαπώ. Αν δεν τον αγαπούσα, δε θα του έδινα ακρόαση· αν δεν τον αγαπούσα, δε θα μ' έγνοιαζε για το γράμμα, —ούτε η πρώτη είμαι ούτε η ύστερη— δε θα επίμενα ολωσδιόλου, και θα έπαιρνα όποιον ήθελε ο πατέρας μου. Μα τον αγαπώ, και θα κάμω ό,τι μπορέσω για να τον πάρω.

— Βγάλ' το αυτό από το νου σου, γιατί ο πατέρας σου δεν τ' ακούει! είπε η Βιολάνταινα.

— Ποιος το ξέρει!... Μπορεί στο τέλος να με λυπηθεί και να δει το σωστό. Έχουμε τόσα παραδείγματα!

— Α! τέτοιες ελπίδες έχεις; ω, κακομοίρα, κακομοίρα! δεν τον ξέρεις τον πατέρα σου!

— Μπορεί· μα εμένα δε με χωράει άλλο ετούτο το σπίτι.

Διαμιάς η Στέλλα έγινε μελαγχολική. Εκάθισε πάλι στο διβανάκι, και με φωνή περίλυπη, σα να μιλούσε μονάχη της, εξακολούθησε:

— Όχι! δε με χωράει το σπίτι... Σε κάθε χτύπημα που μου δίνουν, ακούω μέσα μου σα μια φωνή να μου λέει: «Φύγε!... Φύγε!...»

Η Βιολάνταινα όρμησε έξω φρενών, με τα χέρια σηκωμένα, με τα μάτια άγρια.

— Τι είπες; εφώναξε· να φύγεις; ω, συφορά μου και μαυρίλα μου!... να φύγεις;

— Δεν είπα τέτοιο πράμα! είπε η Στέλλα με περιφρόνηση. Σεις μου το λέτε με τον τρόπο σας.

— Όχι, το είπες! αντείπε η Βιολάνταινα· είπες πως θα φύγεις! και για κοίταξε καλά, γιατί εγώ δεν...

Ο θυμός έπνιξε τη φωνή της. Κι έβλεπε τριγύρω της, σαν να εζητούσε ν' αρπάξει τίποτα για να κτυπήσει τη Στέλλα.

Ο τρόπος αυτός ανέβασε στην επιφάνεια όλο το πείσμα της κόρης. Όχι, δεν το είπε! Της έβαζαν στο στόμα λόγο που δεν είπε. Το εσυλλογίσθη, πέρασε κι αυτό από τον νου της, αλλά όχι, δεν το είχε αποφασίσει. Και ίσως δε θα το έκανε ποτέ, όσο σκληρά και αν την τυραννούσαν, γιατί ήταν η Στέλλα του Βιολάντη, και είχε την περηφάνια της, και θα προτιμούσε να πεθάνει, παρά ν' ακουσθεί πως ξεπόρτισε. Αλλ' αφού ήταν έτσι, αφού ήθελαν με το στανιό να την πείσουν πως το είπε, καλά λοιπόν, να ιδούν!

— Ναι, το είπα! εφώναξε δυνατότερα από τη μητέρα της. Το είπα και θα το κάμω!

Μιλούσε με όλο το απεγνωσμένο θάρρος ανθρώπου που αυτοκτονεί. Η Βιολάνταινα τα έχασε· ο θυμός της εκόπη, τα γόνατά της ελύθηκαν, κι έπεσε σε μια καρέκλα, όγκος αδρανής. Αλλά ήταν μια στιγμή μόνο αδυναμίας. Αμέσως εσηκώθη, και κεραυνοβολούσα τη Στέλλα με το βλέμμα, εξεστόμισε σε μια βάναυση φράση όλη την εντύπωση που της έκανε το ξαφνικό ξύπνημα της δυνατής εκείνης ψυχής, που την εδοκίμαζε η βία και το μαρτύριο:

— Εκατάλαβα· εσύ, παιδί μου, έχεις το διάολο μέσα σου!

Στέλλα Βιολάντη (θεατρικές παραστάσεις από το Εθνικό Θέατρο) [πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου]

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. α) Ποιες οι βαθύτερες αιτίες που προσδιόρισαν τη στάση του Βιολάντη προς την κόρη του; β) Με ποιο σκοπό η μάνα πλησίασε την έγκλειστη κόρη της;
  2. Να σχολιάσετε τη φράση: «Ο πατέρας σου σε ορίζει· ο πατέρας σου ορίζει και μένα, και το Νταντή, και τη Νιόνια και όλους».
  3. Είπαν πως ο Ξενόπουλος είναι ο εισηγητής της αστικής πεζογραφίας. Η μελέτη του αποσπάσματος οδηγεί στο συμπέρασμα αυτό;

 

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2702/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_B-Lykeiou_html-empl/index_a_05_01.html

*****

Γρηγόριος Ξενόπουλος «Στέλλα Βιολάντη» (ερωτήσεις σχολικού)

Υπόθεση

Η ιστορία του διηγήματος εκτυλίσσεται στη Ζάκυνθο, όπου η 19χρονη Στέλλα Βιολάντη, κόρη του πλούσιου μεγαλέμπορα Παναγή Βιολάντη, γνωρίζει έναν γοητευτικό νέο, τον Χρηστάκη Ζαμάνο. Ο Ζαμάνος εργάζεται στο τηλεγραφείο κι έχει συνηθίσει χάρη στο καλό παρουσιαστικό του να κερδίζει εύκολα τη συμπάθεια και τον έρωτα των κοριτσιών του νησιού. Η Στέλλα, ωστόσο, δεν του δίνει σημασία. «Δεν είχε τόση φιλοδοξία αυτή∙ δεν έβαλε ποτέ με το νου της να κατακτήσει νέο, που καθεμιά τον ήθελε και του το έδειχνε.»

Η αδιαφορία αυτή της Στέλλας πληγώνει τον εγωισμό του χαϊδεμένου Χρηστάκη, ο οποίος αποφασίζει να την κατακτήσει, κι όπως χαρακτηριστικά λέει σ’ έναν φίλο του «θα την κάμω εγώ να βουρλιστεί!». Αρχίζει, λοιπόν, να διεκδικεί επίμονα την προσοχή της Στέλλας, κάνοντας ό,τι μπορεί για να την πείσει πως αγαπά μόνο εκείνη και πως αδιαφορεί για όλες τις άλλες. Ένα βράδυ, μάλιστα, της δίνει ένα γράμμα με το οποίο της εξομολογείται τον έρωτά του.

Η Στέλλα διαβάζοντας το γράμμα ξεγελιέται και θεωρεί πως ο Χρηστάκης την αγαπά πραγματικά. Περνά το βράδυ της ξάγρυπνη να σκέφτεται όλες τις προηγούμενες απόπειρές του να της δείξει το ενδιαφέρον του και πείθεται εν τέλει πως ο έρωτάς του είναι αληθινός. Του στέλνει, έτσι, κι εκείνη ένα σύντομο ερωτικό γράμμα: «Ναι, Χρηστάκη μου, σ’ αγαπώ κι εγώ, σ’ αγαπώ όσο δεν φαντάζεσαι, όσο δεν μπορείς να φαντασθείς. Είμαι δική σου. Αγάπα με. Η Στέλλα σου.»

Ο Ζαμάνος ενθουσιάζεται με την απάντηση της Στέλλας, κι ακολουθώντας τη συμβουλή ενός Άγγλου φίλου του, πως δεν πρέπει να χάσει την ευκαιρία, αφού η κοπέλα είχε πολύ μεγάλη προίκα, αποφασίζει να στείλει επιστολή στον πατέρα της για να τη ζητήσει σε γάμο.

Ο πατέρας, όμως, της Στέλλας μόλις λαμβάνει τη σχετική επιστολή εξαγριώνεται με το θράσος του φτωχού υπαλλήλου. «Τι λέω-λέει;!! Ο γιος του Ζαμάνου, ο ψωρίτης του ψωρίτη, ο χαϊμένος, επήρε το αντζάρντο να μου γυρέψει τη θυγατέρα μου, εμένανε;...»

Ο Παναγής Βιολάντης ήταν ένας εξαιρετικά σκληρός άνθρωπος που ενδιαφερόταν μόνο για το καλό του όνομα στην τοπική κοινωνία. Μόλις, επομένως, υποψιάστηκε από το γράμμα του Ζαμάνου πως η κόρη του ενθάρρυνε αυτό το τόλμημα του νεαρού, θέλησε αμέσως να μάθει σε ποιο σημείο είχε εκτεθεί η οικογένειά του. Εμφανίστηκε έτσι υποκριτικά πρόσχαρος στο σπίτι του, δίνοντας στη Στέλλα την εντύπωση πως θα της επέτρεπε να παντρευτεί τον Χρηστάκη. Της ζητούσε, ωστόσο, επίμονα να του εξηγήσει πως έγινε η γνωριμία με τον νεαρό, κι όταν εκείνη του είπε πως του είχε στείλει γράμμα, τη χτύπησε, την κλείδωσε στο δωμάτιό της, κι έφυγε για να πάρει πίσω το γράμμα της κόρης του και να απειλήσει το Ζαμάνο, ώστε να μη μάθει ποτέ κανείς γι’ αυτή την απρέπεια της Στέλλας.

Ο Χρηστάκης Ζαμάνος δέχτηκε έντρομος τις απειλές του Βιολάντη και πολύ γρήγορα του έδωσε το γράμμα της Στέλλας, αφού ούτως ή άλλως δεν είχε ποτέ αγαπήσει την κοπέλα. Ο Παναγής Βιολάντης διαβάζοντας το γράμμα της Στέλλας εξοργίστηκε ακόμη περισσότερο με την ανοησία της κόρης του:

«Τ’ είναι τούτα που μου κάνεις μωρή; εφώναξε ο Παναγής έξω φρενών∙ τι ντροπές είναι τούτες που μόβαλες στο κούτελό μου;... “Είμαι δική σου;”! Πώς έγραψες εσύ τέτοιο πράμα; Τίνος είσαι, μωρή; Ποιον ερώτησες να σου πει τίνος είσαι; Με ποιο δικαίωμα δόθηκες στον ξένον άνθρωπο; Ποιος σου είπε πως ορίζεις τον εαυτό σου; Πώς σου πέρασε από το νου, πως μπορείς να δώσεις και το νύχι σου, χωρίς να θέλω εγώ;... Δε μιλείς, μωρή;... Ε, τι είναι τούτα;».

Η οργή του Παναγή Βιολάντη ήταν πολύ έντονη, κυρίως γιατί σκεφτόταν την προσβολή που θα του γινόταν, αν μάθαιναν οι άνθρωποι του νησιού πως η κόρη του ξέπεσε σε τέτοιο σημείο, ώστε να στέλνει ερωτικά γράμματα σ’ έναν φτωχό υπάλληλο.

«Κι εχύθηκε πάνω της, και την άρπαξε από το λαιμό, και της τον έσφιξε να την πνίξει, κι έπειτα την άρχισε γροθιές, και την εκτυπούσε όπου έφθανε, στους ώμους, στο στήθος, στο κεφάλι, και την εκτυπούσε αλύπητα, με λύσσα, να την τελειώσει, να την ξεκάμει, όπως μόνον ένας πατέρας μπορεί να χτυπά την κόρη του... Και ως να τον εμεθούσε περισσότερο κάθε χτύπημα, ως να τον εφρένιαζε η αντίσταση της στερεάς σαρκός -γιατί άλλη δεν έκαμνε η κακομοίρα εκείνη- ο δαρμός του δεν εφαίνετο να έχει τελειωμό, και η φυσική εξάντληση, που μόνη θα τον εσταματούσε, αργούσε ακόμη πολύ.»

Ο Παναγής δεν λυπόταν καθόλου την κόρη του, που την έβλεπε ως «ξένο κρέας», όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει ο αφηγητής, και δεν τον ενδιέφερε ακόμη κι αν πέθαινε:

«Ν’ αρρωστήσει και να πεθάνει, να πάει στο διάολο, αυτό παρακαλώ το Θεό μου. Ναι, να πεθάνει! Αυτό και μόνο μπορεί να τη σώσει από την ατιμία της και από την ντροπή της! Κοπέλα που αποδιαντράπηκε να γράψει σ’ έναν ξένο “είμαι δική σου”, δεν μπορεί άλλο να ζήσει στο σπίτι μου. Και αν δεν πεθάνει μονάχη της, θα την ξεκάμω εγώ, με τα χέρια μου!».

Όσο η Στέλλα συνέχιζε να επιμένει στον έρωτά της για το Χρηστάκη Ζαμάνο τόσο περισσότερο εξοργιζόταν ο πατέρας της και τη χτυπούσε καθημερινά. Κι όταν η μητέρα της άφησε να εννοηθεί στον Παναγή πως η Στέλλα σκεφτόταν ακόμη και να φύγει από το σπίτι -κάτι που θα αποτελούσε ανήκουστη ατιμία για την οικογένειά τους- ο Παναγής Βιολάντης την έκλεισε σε μια σοφίτα. Έπαψε να τη χτυπά, αλλά πλέον της έδινε μόνο λίγο ψωμί και νερό, ίσα για να επιβιώσει, και κάθε φορά τη ρωτούσε αν είχε μετανιώσει. Η Στέλλα επέμενε στην απόφασή της, μα σιγά-σιγά από τον καημό της άρχισε να αρρωσταίνει. Σταμάτησε να τρώει το ψωμί και αναζητούσε μόνο το νερό για να δροσίσει το σώμα της που έκαιγε από τον πυρετό. Πολύ σύντομα εξασθένησε τόσο, που όταν ο πατέρας της ανέβηκε στη σοφίτα για να την ενημερώσει με άφθονη χαιρεκακία πως ο Ζαμάνος θα παντρευόταν μια άλλη, τη βρήκε νεκρή.

Η Στέλλα Βιολάντη πέθανε από τη στεναχώρια της, χωρίς ποτέ να μάθει την αλήθεια για το Χρηστάκη Ζαμάνο και για την κοπέλα που σκόπευε να παντρευτεί. Όπως γράφει ο αφηγητής «πέθανε με τη γλυκιά πλάνη πως κάποιος την είχε αγαπήσει».

Ερωτήσεις

  1. α)Ποιες οι βαθύτερες αιτίες που προσδιόρισαν τη στάση του Βιολάντη προς την κόρη του;

Ο Παναγής Βιολάντης δεν είχε καμία απολύτως ηθική ποιότητα ως άνθρωπος, δεν τον ενδιέφερε καθόλου η ευτυχία των παιδιών και της οικογένειάς του γενικότερα, και δεν είχε καμία ευαισθησία απέναντι στους άλλους ανθρώπους, το μόνο που τον απασχολούσε ήταν να μην θιχτεί η τιμή του. Ως μεγαλέμπορος είχε την ευκαιρία να αποκτήσει πολλά χρήματα και να θεωρείται πλέον εξέχον μέλος της αστικής τάξης του νησιού του, ήταν ωστόσο νεόπλουτος και δεν είχε εκείνο το δεδομένο σεβασμό που έχαιραν τα μέλη της παλαιότερης αριστοκρατίας που είχαν μακρά παράδοση οικονομικής και κοινωνικής ισχύος. Για το λόγο αυτό πάσχιζε με κάθε τρόπο να εμφανίζεται στη Ζάκυνθο ως εξαιρετικός σύζυγος και πατέρας, παρουσιάζοντας το «νεόκτιστο παλατάκι» του ως παράδεισο οικογενειακής ευτυχίας. Στην πραγματικότητα βέβαια όλα τα μέλη της οικογένειάς του, ακόμη και η αδερφή του η Νιόνια, τον έτρεμαν γιατί γνώριζαν πόσο σκληρός και απάνθρωπος ήταν. Στο σπίτι του δεν υπήρχε ευτυχία, υπήρχε μόνο ένας αδυσώπητος δεσποτισμός που ανάγκαζε τη γυναίκα και τα παιδιά του να υποκρίνονται και να φέρονται πάντοτε παραδειγματικά, από φόβο μήπως δυσαρεστήσουν τον Παναγή Βιολάντη.

Ο πατέρας της Στέλλας, επομένως, θεωρώντας πως η κόρη του τον εξέθεσε και διακινδύνευσε το καλό του όνομα, εννοεί να την τιμωρήσει αυστηρά. Η ευτυχία της και οι δικές της επιθυμίες καθόλου δεν τον απασχολούν. Εκείνο που οφείλει να κάνει η Στέλλα είναι να ξεχάσει τον ανόητο έρωτά της και να παντρευτεί όταν και με όποιον της υποδείξει εκείνος, ώστε να προκύψει ένας γάμος αντίστοιχος του πλούτου και του ονόματος της οικογένειάς του.

Με ιδιαίτερα χαρακτηριστικό τρόπο μας παρουσιάζει ο αφηγητής το προφίλ του Παναγή Βιολάντη στο ακόλουθο απόσπασμα:

«Ο Παναγής Βιολάντης έπασχε από κοσμοφοβία παράξενη. Ό,τι έκανε και δεν έκανε, ήταν για τον κόσμο –για να πει ο κόσμος καλό. Δεν τον έμελε, πώς εξέταζε κάποτε τον εαυτό του και δεν τον έβρισκε ούτε αγαθό, ούτε ευσυνείδητο, ούτε ειλικρινή∙ τούφτανε πως τον είχε ο κόσμος για τέτοιον. Και σ’ αυτή την ιδέα, γι’ αυτή την υπόληψη, ήταν ικανός να τα θυσιάσει όλα, και τη δική του ευτυχία και την ευτυχία των δικών του.

Η φιλοδοξία του ήταν να τον τιμούν ως «χρήσιμο» άνθρωπο και να τον σέβονται ως καλόν οικογενειάρχη. Για το δεύτερο μάλιστα εφρόντιζε πολύ περισσότερο. Ίσως -δεν σου έλεγε- υπήρχαν στον τόπο και άλλοι έμποροι, και άλλοι βιομήχανοι σαν κι αυτόν∙ αλλά πατέρας, κανένας∙ α, αυτό εννοούσε να το καυχάται. Και το σπίτι του ήθελε να φαίνεται πάντοτε το καλύτερο, σωστός παράδεισος αγάπης, τιμής, αρμονίας, ευτυχίας.

Το εκατόρθωνε με την υπόκριση και με τη βία. Οι δικοί του τον εφοβούντο σα διάβολο.»

β) Με ποιο σκοπό η μάνα πλησίασε την έγκλειστη κόρη της;

Η μητέρα της Στέλλας ήλπιζε πως θα έπειθε την κόρη της να ζητήσει συγχώρηση από τον πατέρα της, πέφτοντας εν ανάγκη ακόμη και στα πόδια του, για να μπορέσουν επιτέλους να συμφιλιωθούν. Κάτι που θα έθετε αφενός τέρμα στην τιμωρία της Στέλλας και αφετέρου με την ευκαιρία του δεκαπενταύγουστου θα τερμάτιζε τα σχόλια του κόσμου για την παρατεταμένη αδιαθεσία της, αφού θα την έβλεπαν και πάλι στο γιορτινό τραπέζι.

Η Μαρία Βιολάντη επιθυμούσε βέβαια να απαλλάξει την κόρη της από την οργή του Παναγή, κι από τον καθημερινό ξυλοδαρμό, όχι όμως γιατί θεωρούσε πως η Στέλλα είχε δίκιο να αποζητάει τον έρωτα ενός άνδρα ταπεινότερης κοινωνικής θέσης. Ως προς αυτό δεν θα τολμούσε ποτέ να φέρει αντίρρηση στο σύζυγό της, έστω κι αν η ίδια είχε διαφορετική άποψη. Άλλωστε, ήξερε καλά πως ήταν παράλογο στο πλαίσιο μιας οικογένειας να γίνεται οτιδήποτε χωρίς την έγκριση του πατέρα.

Η δική της πρόθεση ήταν να γλιτώσει την κόρη της από τη δεινή θέση στην οποία είχε περιέλθει, ιδίως από τη στιγμή που δεν είχε προκύψει κάποιο σκάνδαλο, κι ήταν εύκολο να αποκατασταθεί η τιμή του κοριτσιού της. Το γράμμα που είχε στείλει στο Χρηστάκη το είχαν πάρει πίσω,  κι εκείνος φοβισμένος από τις απειλές του Παναγή δεν επρόκειτο πια να πει τίποτε σε κανέναν, οπότε τα πράγματα μπορούσαν να διορθωθούν. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να ξεκαθαρίσει η Στέλλα στον πατέρα της πως παρέμενε υποταγμένη στη θέλησή του.

Αν η Στέλλα απαρνιόταν τον έρωτά της για το Χρηστάκη και άφηνε τον πατέρα της να της βρει τον κατάλληλο σύζυγο, όπως ήταν άλλωστε το δεδομένο εκείνης της εποχής, η κατάσταση θα άλλαζε άρδην, κι η Στέλλα θα γλίτωνε από τον εγκλεισμό της. Η μητρική, ωστόσο, ανησυχία δεν ήταν για κανένα λόγο ισχυρότερη από τη θέληση του πατέρα, οπότε αν η Στέλλα επέμενε στην απόφασή της, η μητέρα της δεν υπήρχε περίπτωση να την υποστηρίξει. Θα την άφηνε να υποστεί την οργή του πατέρα της, αφού εκείνος ήταν ο μόνος και αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος της οικογένειας.

  1. 2.Να σχολιάσετε τη φράση: «Ο πατέρας σου σε ορίζει∙ ο πατέρας σου ορίζει και μένα, και το Νταντή, και τη Νιόνια και όλους».

Η Μαρία Βιολάντη αναγνώριζε στο σύζυγό της την εξουσία που κατείχε κάθε άντρας στις τότε πατριαρχικές κοινωνίες. Εκείνος αποφάσιζε για οτιδήποτε αφορούσε τα παιδιά του και τη γυναίκα του, όπως και για κάθε άλλο μέλος της οικογένειας που ζούσε στο σπίτι του -στην προκειμένη περίπτωση η μεγάλης ηλικίας αδελφή του. Η σαφής αυτή υποταγή στη θέληση του συζύγου της ενισχυόταν κιόλας από το φόβο που της προκαλούσε η οργή του∙ βρισκόταν ωστόσο στο συνηθισμένο για την εποχή πλαίσιο. Καμία γυναίκα δεν μπορούσε να αντιταχθεί στις αποφάσεις του συζύγου της, όπως φυσικά και κανένα παιδί.

Ο πατέρας ήταν εκείνος που φρόντιζε για την οικονομική στήριξη της οικογένειας, όπως και για την προίκα των κοριτσιών, κι άρα ήταν εκείνος που έπαιρνε όλες τις σημαντικές αποφάσεις. Το ενδεχόμενο, άλλωστε, να παρακούσει ένα από τα παιδιά ή η σύζυγος τις προσταγές του πατέρα, σήμαινε γι’ αυτόν και για όλη την οικογένειά του μεγάλη προσβολή. Εκείνη την εποχή, μάλιστα, το καλό όνομα της οικογένειας είχε εξαιρετικά μεγάλη σημασία κι έπρεπε να προφυλάσσεται απ’ όλους με ιδιαίτερη προσοχή, καθώς τα κακόβουλα σχόλια του «κόσμου» δεν αργούσαν να φέρουν ντροπή σ’ όλη την οικογένεια και να επιφέρουν έτσι μεγάλη ζημιά, ιδίως στο μέλλον των κοριτσιών, που δύσκολα θα μπορούσαν μετά να βρουν έναν αξιόλογο σύζυγο.

  1. 3.Είπαν πως ο Ξενόπουλος είναι ο εισηγητής της αστικής πεζογραφίας. Η μελέτη του αποσπάσματος οδηγεί στο συμπέρασμα αυτό;

Ο Ξενόπουλος τοποθετεί τη δράση του διηγήματος στη Ζάκυνθο σ’ ένα αστικό περιβάλλον και ασχολείται με την ιστορία μιας αστικής οικογένειας. Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν την άποψη περί αστικής πεζογραφίας, χωρίς ωστόσο να μας διαφεύγει πως παρά την αλλαγή περιβάλλοντος σε σχέση με τα ηθογραφικά διηγήματα που έχουν ως τόπο δράσης επαρχιακές περιοχές, οι διαφορές στη συμπεριφορά και στον τρόπο σκέψης των ανθρώπων δεν είναι τόσο έντονες. Η απόλυτη εξουσία του πατέρα παραμένει πάντοτε κυρίαρχο μοτίβο και διατρέχει όλες τις επιμέρους πράξεις των προσώπων. Βέβαια, σε σχέση με τα ηθογραφικά διηγήματα, το χρήμα και η οικονομική επιφάνεια των ατόμων αναδεικνύονται σε αποφασιστικούς παράγοντες επηρεασμού των εξελίξεων. Στην αστική πεζογραφία είναι εντονότερη η διάκριση των ανθρώπων σε κοινωνικές τάξεις και δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στο πώς αυτό τροποποιεί τη δράση τους.

Σε ό,τι αφορά την παρατήρηση πως ο Ξενόπουλος ήταν ο εισηγητής της αστικής πεζογραφίας, βρίσκουμε στην Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Λίνου Πολίτη τα εξής: «Στο ενεργητικό του πρέπει επίσης να προσγραφεί το μεγάλο άλμα που επιτέλεσε μ’ αυτόν η νεοελληνική λογοτεχνία από το περιορισμένο πλαίσιο του ηθογραφικού διηγήματος στο πολυσύνθετο αστικό μυθιστόρημα. Και δεν είναι πάλι χωρίς σημασία το πόσο ο Ξενόπουλος διαβάστηκε από ένα ευρύτατο αναγνωστικό κοινό, ευρύνοντας έτσι το γενικότερο ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία.»

πηγή : https://blogs.e-me.edu.gr/hive-notationes/wp-admin/post-new.php

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ

[ΠΗΓΗ:http://lyk-n-kallikr.chal.sch.gr/?pg=410184]

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ

 

1.             ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ

 

α. Διήγηση (telling): Ο απρόσωπος αφηγητής σε γ΄ πρόσωπο αφηγείται τα γεγονότα και αποδίδει σε πλάγιο λόγο τα λόγια των ηρώων του.

β. Μίμηση (showing): Ένα πλαστό πρόσωπο ή ένας από τους ήρωές του έργου αφηγείται σε α΄ ή γ΄ πρόσωπο. Στη μίμηση ανήκει και ο διάλογος. Ο λόγος του αφηγητή αποκτά αμεσότητα και γίνεται ρεαλιστικός.

γ. Περιγραφή: Η αναπαράσταση προσώπων, τόπων, αντικειμένων, φαινομένων.

δ. Εσωτερικός μονόλογος: Η απόδοση των συνειρμών,  των σκέψεων,  των συναισθημάτων του ήρωα , συνήθως σε πρώτο πρόσωπο και χρόνο ενεστώτα.

εΣχόλιο: Ο αφηγητής παρεμβάλλει τις σκέψεις και τις κρίσεις του.

στ. Ελεύθερος πλάγιος λόγος: Ο αφηγητής μεταφέρει τις βαθύτερες σκέψεις και τα συναισθήματα του ήρωα σε τρίτο πρόσωπο και σε παρελθοντικό χρόνο, χωρίς να υπάρχει κάποιο λεκτικό ρήμα που να τις εισάγει. . […- Εις απάντησιν, η Πολυτίμη της εφώναξεν ότι, αν ο σπιτονοικοκύρης είναι άρρωστος, αυτή, αν πεθάνη, θα χορέψη από την χαράν της. Όχι, πως έχουν κάτι παλιοκοτέτσια εκεί, που δεν είναι χειρότερ’ από αχούρια, και σε βρίσκουν στην ανάγκη, και σε τυλίγουν, και σου ζητούν δεκατρείς και δεκαπέντε δραχμές νοίκι! Πού το ηύραν γραμμένο; Μ’ αυτά και μ’ αυτά πλουτούν αυτοί, με του φτωχού τον ίδρωτα, οι αιματοφάγοι. Και τι κόσμος εί­ναι αυτός, στην Αθήνα!...]

 

2.             ΤΥΠΟΙ ΑΦΗΓΗΤΗ

 

          Η έννοια του αφηγητή δεν πρέπει να συγχέεται με την έννοια του συγγραφέα. Ο συγγραφέας είναι ένα πραγματικό πρόσωπο με αληθινή ζωή και υπάρχει έξω από το κείμενο. Αντίθετα, ο αφηγητής είναι ένα πρόσωπο του κειμένου. Ο συγγραφέας δημιουργεί τον αφηγητή. Δεν μπορεί να υπάρξει αφήγηση χωρίς αφηγητή. Είναι αυτός που αναλαμβάνει το λόγο και αφηγείται μια ιστορία (ποιος μιλά;).

 

          Ο αφηγητής με βάση τη συμμετοχή του στην ιστορία είναι:

α. Ομοδιηγητικός: συμμετέχει στην ιστορία

          είτε ως πρωταγωνιστής (αυτοδιηγητικός) (ισχυρός τύπος ομοδιηγητικής αφήγησης)

          είτε ως δευτερεύον πρόσωπο ή απλός μάρτυρας-θεατής.

β. Ετεροδιηγητικός: δε συμμετέχει στην ιστορία που αφηγείται.

 

 

3.             ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ / ΕΣΤΙΑΣΗ

 

          Ένα ζήτημα που θα πρέπει να εξεταστεί παράλληλα με τον αφηγητή, είναι αυτό της οπτικής γωνίας / εστίασης της αφήγησης (ποιος βλέπει;). Το πρόσωπο μέσα από το οποίο εστιάζεται η ιστορία που παρακολουθούμε, δε συμπίπτει απαραίτητα με τον αφηγητή. Οπτική γωνία της αφήγησης είναι η σκοπιά / η θέση από την οποία ο αφηγητής βλέπει τα δρώμενα και, επομένως, η απόσταση που παίρνει ο αφηγητής από τα γεγονότα και τα πρόσωπα της ιστορίας. Έτσι, έχουμε:

 

α. Αφήγηση με μηδενική εστίαση από ένα παντογνώστη αφηγητή, ο οποίος αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο και γνωρίζει τα πάντα για τους ήρωές του, ακόμη και τα συναισθήματα και τις μύχιες σκέψεις τους. Πρόκειται για ένα αφηγητή – Θεό που βλέπει τον κόσμο από παντού και όχι από ένα συγκεκριμένο σημείο. Επομένως η απόλυτη γνώση του ισοδυναμεί με έλλειψη συγκεκριμένης οπτικής γωνίας (εστίαση μηδέν).                                              Αφηγητής > Πρόσωπα.

 

β. Αφήγηση με εσωτερική εστίαση, όπου η αφήγηση γίνεται από την οπτική γωνία ενός χαρακτήρα του έργου. Ο αφηγητής είναι δρων πρόσωπο και αφηγείται μόνο όσα υποπίπτουν στην αντίληψή του.                                                                            Αφηγητής = Πρόσωπα.

          Μπορούμε να αναγνωρίσουμε τρεις υποπεριπτώσεις: «σταθερή» εσωτερική εστίαση, όπου το σύνολο της αφηγηματικής πληροφορίας περνά από ένα μόνο ήρωα, «μεταβλητή», όπου οι ήρωες που εστιάζουν εναλλάσσονται, και «πολλαπλή», όπου παρακολουθούμε το ίδιο γεγονός μέσα από τα μάτια πολλών διαφορετικών ηρώων.

 

γ. Αφήγηση με εξωτερική εστίαση, όπου ο ήρωας δρα μπροστά στα μάτια του αναγνώστη, χωρίς ο τελευταίος να έχει πρόσβαση στις σκέψεις ή τα συναισθήματα του ήρωα. Ο αφηγητής λέει πολύ λιγότερα από όσα γνωρίζουν τα πρόσωπα. Αυτή η αφήγηση χρησιμοποιείται κυρίως στα αστυνομικά μυθιστορήματα.                                                        Αφηγητής < Πρόσωπα.

 

          Συνήθως έχουμε εναλλαγές στην εστίαση με κάποιο είδος κυρίαρχο. Άλλοτε έχουμε περισσότερες αλλαγές απ’ ό,τι επιτρέπει ο κυρίαρχος τύπος και άλλοτε λιγότερες.

 

4. ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ

 

i) Ο χρόνος της ιστορίας: ο πραγματικός χρόνος μέσα στον οποίο εκτυλίσσονται τα γεγονότα που περιλαμβάνονται στην ιστορία. Με το χρόνο αυτό εννοούμε τη φυσική διαδοχή των γεγονότων.

ii) Ο χρόνος της αφήγησης: ο φανταστικός χρόνος μέσα στον οποίο ο αφηγητής παρουσιάζει με διάφορους τρόπους το χρόνο της ιστορίας. Τα γεγονότα παρουσιάζονται στην αφήγηση με διαφορετική χρονική σειρά, διάρκεια και συχνότητα απ’ ό,τι διαδραματίζονται στην ιστορία:

 

Α. Χρονική σειρά: ο αφηγητής παραβιάζει τη χρονική σειρά και είτε αναφέρεται σε γεγονότα προγενέστερα από το σημείο της ιστορίας το οποίο βρισκόμαστε (αναδρομικές αφηγήσεις – flash back) είτε αφηγείται εκ των προτέρων γεγονότα που θα διαδραματιστούν αργότερα (πρόδρομες αφηγήσεις).

Άλλες τεχνικές με τις οποίες παραβιάζεται η χρονική σειρά είναι:

Εγκιβωτισμός: αφήγηση μέσα στην αφήγηση

Παρέκβαση: αναφορά σε άλλο θέμα

Προσήμανση: ψυχολογική προετοιμασία αναγνώστη με κάποιο υπαινιγμό για όσα θα ακολουθήσουν 

Προοικονομία: προετοιμασία /οργάνωση των γεγονότων, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις και όσα θα ακολουθήσουν να φαίνονται φυσικά και λογικά στον αναγνώστη

Inmediasres:  έναρξη της αφήγησης από τη μέση της υπόθεσης.

 

Β. Διάρκεια:

α. Ο Χ.Α. έχει μικρότερη διάρκεια από το Χ.Ι. Έτσι, επιταχύνεται ο ρυθμός/ταχύτητα  της αφήγησης. Αυτό γίνεται με την έλλειψη, όπου ο συγγραφέας παραλείπει, αποσιωπά κάποια γεγονότα που τα θεωρεί ασήμαντα ή με την περίληψη, όπου ο συγγραφέας αφηγείται περιληπτικά κάποια περιστατικά που έχουν εκτυλιχθεί σε μεγάλες χρονικές περιόδους ή  συνοψίζει μέσα σε λίγες φράσεις τη ζωή ενός ανθρώπου. 

β. Ο Χ.Α. έχει μεγαλύτερη διάρκεια από το Χ.Ι., όταν ο αφηγητής παρουσιάζει αναλυτικά, ορισμένες φορές σε πολλές σελίδες, ένα γεγονός που διαρκεί ελάχιστες στιγμές. Η παύση αποτελεί τη μεγαλύτερη μορφή επιβράδυνσης. Η αφήγηση συνεχίζεται, ενώ η ιστορία έχει χαθεί από τα μάτια μας. Η συνέχιση της αφήγησης γίνεται με περιγραφές, παρεκβάσεις, σκέψεις ή σχόλια του αφηγητή.

γ. Ο Χ.Α. έχει την ίδια διάρκεια με το Χ.Ι., οπότε έχουμε τη σκηνή, συνήθως διαλογική.

 

Γ. Συχνότητα: η σχέση ανάμεσα στις φορές που ένα γεγονός συμβαίνει στην ιστορία και στις φορές που αυτό αναφέρεται στην αφήγηση. Στην περίπτωση αυτή μπορούμε να έχουμε επανάληψη ενός γεγονότος αλλά με διαφορετικό κάθε φορά τρόπο.

 

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ

 

(ΚΛΑΣΙΚΙΣΜΟΣ)

Επικρατεί στην Ιταλία από τα τέλη του 18ου αιώνα και επηρέασε την Επτανησιακή Σχολή, η οποία όμως διαφοροποιείται από αυτόν, επειδή οι Επτανήσιοι έχουν δεχθεί και προρομαντικά στοιχεία.

α) Αυ­στηροί μορφολογικοί κανόνες: η ισορροπία λόγου και αισθήματος, η αρμονία, η τελει?τητα

β) Σύνθεση επικών, λυρικών και δραματικών ποιημάτων υψηλής καλλιτεχνικής στάθμης

γ) Τα θέματα αντλούνται από το ένδοξο ελληνικό παρελθόν, το οποίο συνδέεται με τους εθνικούς αγώνες του παρόντος, ενώ η ανάμνηση της κλασικής παιδείας και των αξιών της τροφοδοτεί το πάθος της εθνικής αποκατάστασης.)

 

ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ

Ο ρομαντισμός ως κίνημα στη λογοτεχνία και την τέχνη ευρύτερα γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στην Ευρώπη ως αντίδραση προς τον κλασικισμό και κυριάρχη­σε το 19ο αιώνα.  Κύ­ρια γνωρίσματά του είναι :

• Η στροφή προς τη φαντασία και το συναίσθημα και η αμφισβήτηση των κανόνων (της τυποποίησης) του κλασικισμού.

• Αναζητά το παρά­δοξο, το μυστηριώδες, το όνειρο, το υπερφυσικό σε συνδυασμό με μια διάχυτη μελαγχολία και μια νοσταλγική διάθεση για τα περασμένα (όχι όμως για το κλα­σικό παρελθόν)

• Η εξιδανίκευση της φύσης, του έρωτα, της πατρίδας: Τα θέματά του αντλούνται από τη φύση, τον έρωτα (συνήθως μελαγχολικός ή καταδικασμέ­νος), το θά­νατο, τον ηρωισμό, τους αγώνες για την ελευθερία και δίνεται μια ιδιαίτερη εμμονή στο «εγώ» του δημιουργού ή του ήρωα.

• Η ελευθερία στη μορφή, σε αντίθεση προς τον κλασικισμό: Καταργούνται πολλοί παραδοσιακοί κανόνες, δίνεται ποιητικός ρυθμός στον πεζό λόγο, η εικόνα μετατρέπεται σε βασικό στοιχείο του έργου και, τέλος, οι ρομαντικοί αρέσκονται στη χρησιμοποίηση υποβλητικών σκηνικών (νύχτα, φεγγάρι, φύση…).

Στην Ελλάδα ο ρομαντισμός μεταφυτεύτηκε κακότεχνα από τους Φαναριώτες, που είναι οι δη­μιουργοί της Αθηναϊκής Σχολής. Ο ρομαντισμός της Αθηναϊκής Σχολής έχει τα εξής χαρακτηρι­στικά:

α) Η στροφή προς το ένδοξο παρελθόν (το αρχαίο και το πρόσφατο),ωστόσο οι πατριωτικές τους εξάρσεις συνοδεύονται από μεγαλοστομία.

β) Η χρήση της καθαρεύουσας,που θα τους φέρει πολύ πιο κοντά στην παράδοση παρά στην ανανέωση και θα τους οδη­γήσει σε πολυλογία και  υπερβολή.

γ) Η επιτηδευμένη μελαγχολική διάθεση και η προσποιητή ερωτική θλίψη, που φτάνει ως την απαισιοδοξία και την έμμονη ιδέα του θανάτου.

δ) Η χαλαρή έκφραση που μερικές φορές φτάνει ως την προχειρολογία,

ε) Το πομπώδες ύφος

 

ΠΑΡΝΑΣΣΙΣΜΟΣ

Είναι το ποιητικό ρεύμα που γεννήθηκε στη Γαλλία στα μέσα του 19ου αιώνα ως αντίδραση προς το ρομαντισμό και το οποίο επανέφερε την κλασική ισορροπία. Τα βασικά χαρακτηριστικά του παρνασσισμού είναι τα εξής:

α) Αναζητά την έμπνευ­ση του στην κλασική αρχαιότητα.  Θέματά του αντλούνται από τη μυθολογία και την ιστορία, τους χαμένους πολιτισμούς της αρχαιότητας ( ιδίως ελληνικό και ινδικό).

β) Επιδιώκει την απουσία κάθε συναισθήματος, πάθους ή έντασης. Θέλει να εκφράσει τη γαλήνη, την ηρεμία, την αρμονία της κλασικής τέχνης. Το ποίημα πρέπει να έχει την ομορφιά ενός αρχαίου αγάλματος

γ) Δίνει σημασία στην ακριβόλογη έκφραση και στη λεπτομέρεια, καθώς προσπαθεί να καλλιεργήσει μιαν απρόσωπη και αντικειμενική ποίηση, εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό το επιστημονικό πνεύμα της εποχής του.

ε) Ενδιαφέρεται υπερβολικά για τη μορφή του ποιήματος και την επεξεργασία του στίχου: σέβεται τους ρυθμικούς, μετρικούς και στιχουργικούς κανόνες και την ομοιοκαταληξία.

Οι παρνασσιστές στην προσπάθειά τους να καλλιεργήσουν την απρόσωπη και αντικειμενική έκφραση δημιούργησαν μια ποίηση χωρίς αληθινή ζωή ή ανθρώπινη παρουσία, μακριά από κάθε συναίσθημα

Στην Ελλάδα ο παρνασσισμός εμφανίζεται με την ποιητική γενιά του 1880, τη Νέα Αθηναϊκή Σχολή. Εμφανίζεται και εδώ ως αντίδραση στο ρομαντισμό, με όλα τα χαρακτηριστικά του γαλλικού παρνασσισμού. Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι η ελληνική ποίηση στρέφεται προς τη δημοτική, επανέρχεται σε μία ισορροπία, μετά τις συναισθηματικές υπερβολές του ρομαντισμού, και η επεξεργασία του στίχου, στοιχεία που απέρριπταν ή δε φρόντιζαν οι ρομαντικοί. (Κ. Παλαμάς, Ι. Γρυπάρης, Α. Προβελέγγιος. Α. Σικελιανός. Κ. Βάρναλης….)

 

ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ

Λογοτεχνική και καλλιτεχνική κίνηση που ξεκίνησε από τη Γαλλία στα τέλη του 19ου αιώνα ως αντίδραση στη ρομαντική ποίηση και στη νατουραλιστική πεζογραφία. Ο συμβολισμός εκ­δηλώθηκε κυρίως στην ποίηση και οι αρχές του μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:

• Hχρήση συμβόλων για να εκφραστούν ιδέες, συναισθήματα και ψυχικές καταστάσεις: Τα αντικείμενα συσχετίζονται με τις ψυχικές καταστάσεις, δηλαδή γίνονται τα σύμβολα των ψυχικών καταστάσεων.

•Το εννοιολογικό περιεχόμενο του ποιήματος περιορίζεται. Το ποίημα απαλλάσσεται από κάθε φιλοσοφικό ή  ηθικό-διδακτικό στοιχείο και εξωτερικεύει, κυρίως,  την ψυχική διάθεση του ποιητή. 

• Η μελαγχολική διάθεσηατμόσφαιρα του ποιήματος.

• Βασικό στοιχείο του ποιήματος είναι η μουσικότητα και η υποβλητικότητα του στίχου. Αυτό σημαίνει πως ο ποιητής προσπαθεί να υποβάλλει τις ψυχικές του διαθέσεις, δίνοντας στο ποίημα ένα τόνο μουσικό, που εξαρτάται από την ακουστική ποιότητα των λέξεων και την κατάλληλη τοποθέτησή τους ποίημα, το μέτρο, την ομοιοκαταληξία, την προσεκτική επεξεργασία του στίχου (απουσία χασμωδιών). Η μουσικότητα και η υποβλητικότητα του στίχου δημιουργούν ένα κλίμα ασάφειας και μελαγχολίας,  όπου αφθονούν οι μεταφορές και οι εικόνες.

• Η  μορφή «χαλαρώνει» από τους αυστηρούς κανόνες της παραδοσιακής ποίησης: Χαλαρή ομοιοκαταληξία, ελεύθερος στίχος, νέο λεξιλόγιο.

Ο ελληνικός συμβολισμός κάνει την εμφάνισή του στα πρώτα χρό­νια του 20ου αιώνα. Οι Έλληνες συμβολιστές οικειοποιήθηκαν κυρίως δύο από τις αρχές του γαλλικού κινήματος: α) τον υπαινικτικό και υποβλητικό χαρακτήρα που στρέφει νου και αισθήματα προς την υψηλότερη σφαίρα των ιδεών, β) την αίσθηση του ποιητή ότι όταν κάποιος φτάσει σ' αυτή τη σφαίρα, θεωρεί πλέον την ταπεινή πραγματι­κότητα ως τόπο μελαγχολίας.

 

ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ

Λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κί­νημα που γεννήθηκε στη Γαλλία το 1924 με το μανιφέστο του Αντρέ Μπρετόν. Οι υπερρεαλιστές, επηρεασμένοι από την ψυχανάλυση:

α) Επιδίωξαν την υπέρβαση του πραγματικού κόσμου με την καταγραφή των υποσυνείδητων ενεργειών της ψυχής και των ονείρων χωρίς την επέμβαση της λογικής => Αναζήτησαν μια άλλη πραγματικότητα, πέρα από τα δεσμά της λογικής, την υπερ-πραγματικότητα.

β) Διακήρυξαν την παντοδυναμία του ονείρου, του ενστίκτου και της επανάστασης.

γ) Στράφηκαν ενάντια σε κάθε μορφή λογικής, ηθικής και κοινωνικής τάξης.

δ) Στην ποίηση χρησιμοποίησαν ως μέσα τους την αυτόματη γραφή και την καταγραφή των ονείρων.

ε) Στη μορφή της ποίησης οι λέξεις αυτονομούνται και συνδυάζονται μεταξύ τους, χωρίς να υπακούουν σε ορθολογικούς νόμους και έτσι δημιουργούν ζωηρές λεκτικές εντυπώσεις, απουσιάζει η στίξη, η ομοιοκαταληξία  και οι στίχοι κατακερματίζονται.

 

ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ  ΤΗΣ  ΝΕΟΤΕΡΗΣ  ΠΟΙΗΣΗΣ

1. Εξωτερικά –μορφικά χαρακτηριστικά

α)  Ελεύθερος στίχος: Απουσιάζουν το μέτρο και η ομοιοκαταληξία.

β) Οι στίχοι δεν έχουν ορισμένο αριθμό συλλαβών (ανισοσύλλαβοι) ούτε ομοιόμορφες στροφές. Ο στίχος δεν κόβεται εκεί που υπαγορεύει η σύνταξη ή εκεί που συμπληρώνονται οι συλλαβές του στίχου, αλλά όπου θέλει ο ποιητής  είτε για να δώσει έμφαση σε κάτι είτε  γιατί επιθυμεί να αντικρίσει τα πράγματα από μια νέα οπτική γωνία.

γ) Πεζόμορφα ποιήματα: Δεν κατανέμονται σε στίχους, αλλά γράφονται με ένα τρόπο που να θυμίζει πεζό λόγο (ανομοιοκατάληκτα, ανισοσύλλαβα με  καθημερινό λεξιλόγιο).

δ) Η γλώσσα  πλησιάζει  το χαρακτήρα και το ύφος της καθημερινής ομιλίας. Ωστόσο η μοντέρνα ποίηση δε διστάζει να χρησιμοποιήσει λέξεις από  οποιαδήποτε περιοχή του γραπτού ή προφορικού λόγου.

ε) Η εκφραστική τόλμη: Λέξεις και έννοιες, εκφραστικά μέσα ( μεταφορές, παρομοιώσεις, εικόνες) που στην τρέχουσα λογική της γλώσσας φαίνονται αταίριαστες, στη νεοτερική ποίηση συσχετίζονται μεταξύ τους.

στ) Η  έλλειψη στίξης.

2. Εσωτερικά χαρακτηριστικά

α) Το ποίημα δεν διέπεται από λογική αλληλουχία  αλλά λειτουργεί με τους μηχανισμούς των προεκτάσεων και των συνειρμών. Τις προεκτάσεις οφείλει να τις κάνει ο αναγνώστης  για να συλλάβει το βαθύτερο νόημα του ποιήματος.

β) Σκοτεινότητα και ασάφεια: Η νεοτερική ποίηση συνήθως κρύβει το θέμα της ή το μισοφωτίζει. Είναι ποίηση υπαινιγμών, πυκνή και όχι αναλυτική. Χρησιμοποιεί εικόνες, σύμβολα από την προσωπική ζωή που ποιητή.  Γι’ αυτό χαρακτηρίζεται δυσνόητη και ερμητική, εφόσον δεν έχει πάντα ένα νοηματικό ειρμό.

γ) Αμφισημία και πολυσημία: Μερικές από τις λέξεις ή εκφράσεις που χρησιμοποιούνται, επιδέχονται πολλές ερμηνείες 

 

ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ

Με τον όρο μοντερνισμός δηλώνουμε συνήθως μια σειρά από τάσεις. Η αρχή τους τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και η πλήρης ανάπτυξή του στις τέσσερις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Ένα πνευματικό κίνημα, που εξεγέρθηκε ενάντια στον παραδοσιακό πολιτισμό, αμφισβήτησε τις παραδοσιακές αξίες και επιχείρησε να καταργήσει όλους τους καθιερωμένους κανόνες. Ο βασικός αντίπαλος με τον οποίο αναμετρήθηκε η μοντερνιστική πεζογραφία ήταν ο ρεαλισμός. Προδρομικές μορφές του νεοτερικού ποιητικού λόγου μπορούν να θεωρηθούν ποιητές όπως ο Κ. Π. Καβάφης και ο Κ. Καρυωτάκης. Η οριστική επικράτηση και καθιέρωση της μοντέρνας ποιητικής γραφής στη χώρα μας έρχεται με τη γενιά του τριάντα. Η επονομαζόμενη σχολή της Θεσσαλονίκης γίνεται το λίκνο του ελληνικού μοντερνιστικού μυθιστορήματος.

Γενικά χαρακτηριστικά

Παραδοσιακή ποίηση Μοντέρνα ποίηση
Ø  Έμμετρος στίχος,

Ø  Ποιητικό λεξιλόγιο,

Ø  Κανονική στίξη,

Ø  Κυριολεξία,

Ø  Λογική νοηματική αλληλουχία,

Ø  Λογική ανάπτυξη θέματος,

Ø  Αντιστοιχία τίτλου και περιεχομένου,

Ø  Λυρισμός,

Ø  Απουσία διασκελισμού.

Ø  Ελεύθερος στίχος,

Ø  Καθημερινό λεξιλόγιο

Ø  Ακανόνιστη στίξη,

Ø  Πολυσημία λέξεων,

Ø  Υποδήλωση θεματικού κέντρου

Ø  Δυσνόητη ποίηση,

Ø  Προβληματικός  τίτλος,

Ø  Δραματικότητα,

Ø  Διασκελισμός.

ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕΤΡΙΚΗΣ

 

ΟΙ ΜΕΤΡΙΚΟΙ ΠΟΔΕΣ

ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ                 ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

                ΠΡΟΣΩΔΙΑΚΟ ΜΕΤΡΟ                                                                    ΤΟΝΙΚΟ ΜΕΤΡΟ

(εναλλαγή μακρόχρονων και βραχύχρονων συλλαβών)               (εναλλαγή τονισμένων και άτονων συλλαβών)

 

                   –  ?                      : τροχαίος :                     '  –

                   ?  –                      : ίαμβος :                        –  ' 

                   –  ?  ?                          : δάκτυλος :                    '   –  –

                   ?  ?  –                          : ανάπαιστος :                –  –  '

                   ?  –  ?                 : αμφίβραχυς | μεσοτονικός :   –  '   –

 

Όταν μιλούμε για τόνο στη μετρική δεν εννοούμε τον τόνο που σημειώνουμε με βάση τους κανόνες του μονοτονικού, αλλά τον πραγματικό, δηλαδή τον προφερόμενο τόνο. Συνήθως αυτός συμπίπτει με τον τόνο που σημειώνουμε, αλλά όχι πάντα. Π.χ. στη φράση: «για κοίτα ποιος μιλά για πίστη» προφέρονται τονισμένα το πρώτο για και το ερωτηματικό ποιος.  Στη φράση: «και να που θέλει να σε δει» προφέρονται τονισμένα το πρώτο να και το ρήμα δει. Στη φράση: «θέλουν, μα δεν μπορούν να λησμονήσουν» προφέρεται τονισμένο το δεν. Αντίθετα, στη φράση: «από τότε έχουμε να τα πούμε, γιατί δεν ιδωθήκαμε καθόλου» τα από και γιατί προφέρονται άτονα, ενώ το δεν τονισμένο. Εξάλλου, όταν μέσα σ’ ένα στίχο υπάρχουν δύο γειτονικές συλλαβές τονισμένες και οι δύο, ο τόνος της μιας (εκείνης που μετρικά δεν τον χρειάζεται) εξαφανίζεται ή τουλάχιστον αδυνατίζει σε τέτοιο βαθμό, ώστε δεν λογαριάζεται (μετρικό χασοτόνισμα).

 

Το μέτρο ενός στίχου στη νεοελληνική ποίηση χαρακτηρίζεται

  1. από τον ρυθμό που παράγεται από την επανάληψη των παραπάνω μετρικών ποδών: τροχαϊκός, ιαμβικός, δακτυλικός, αναπαιστικός, μεσοτονικός. Δεν είναι απαραίτητο να διαθέτουν πραγματικό τόνο όλοι οι μετρικοί πόδες ενός στίχου· αν τονίζονται ορισμένες ζυγές συλλαβές, ας πούμε, αυτές είναι αρκετές για να δώσουν τον ιαμβικό τόνο σε όλο το στίχο, αν τονίζονται ορισμένες μονές συλλαβές είναι αρκετές για να δώσουν τον τροχαϊκό τόνο σε όλο το στίχο. Από τη θέση που έχουν μέσα στο στίχο παίρνουν και οι υπόλοιπες ομόλογες συλλαβές ένα ελαφρό και μόλις αισθητό τόνο.

            Π.χ. ιαμβικός είναι ο στίχος: «με φου|σκωμέ|να τα| πανιά| περή|φανα| κι ωραί|α», κι ας τονίζονται μόνο η 4η, η 8η, η 10η και η 14η συλλαβή· αντίθετα, τροχαϊκός είναι ο στίχος: «τα φτε|ρά τα| πρωτι|νά σου| τα με|γάλα», κι ας τονίζονται μόνο η 3η, η 7η και η 11η συλλαβή.

  1. από τον αριθμό των συλλαβών του: π.χ. ενδεκασύλλαβος, δωδεκασύλλαβος, δεκαπεντασύλλαβος.
  2. από τη θέση του τελευταίου τόνου: προπαροξύτονος, παροξύτονος, οξύτονος.
  3. από το αν ο τελευταίος πόδας είναι ολοκληρωμένος ή όχι: ακατάληκτος ή καταληκτικός, αντιστοίχως (θα είναι προφανώς καταληκτικός ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος, εφόσον σχηματίζεται από 7 ιάμβους + 1 συλλαβή).

 

Παρατονισμός είναι η παρουσία ενός πραγματικού τόνου σε συλλαβή που σύμφωνα με το ρυθμό δεν έπρεπε να τονίζεται. Π.χ. σ’ έναν ιαμβικό στίχο είναι ανεκτός και πολύ συνηθισμένος ο παρατονισμός στην 1η ή στην 3η συλλαβή.

 

Είδη ομοιοκαταληξίας ή ρίμας

Ζευγαρωτή: ααββ

Πλεχτή: αβαβ

Σταυρωτή: αββα

Ζευγαροπλεχτή: ααβγγβ

Ελεύθερη/ανάκατη: αβαβγγ

 

Γλώσσα:

Δημοτική

Καθαρεύουσα

Λόγια

Ιδιωματική:

http://lyk-n-kallikr.chal.sch.gr/?pg=410184

Ιθάκη  του Καβάφη

https://latistor.blogspot.com/2010/04/blog-post_9733.html

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γράμματα του Οκτωβρίου - Νοεμβρίου 1911, όταν ο ποιητής ήταν σαράντα οκτώ ετών. Ανήκει στα διδακτικά ποιήματα του Καβάφη.

5 Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
10 τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
15 αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.Να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστηση, με τι χαρά
20 θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοϊδωμένους·
να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κι έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
25 όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.Πάντα στον νου σου να 'χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν' ο προορισμός σου.
30 Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλύτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
35  

Η Ιθάκη σ' έδωσε τ' ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα 'βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,

ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.

 


Λαιστρυγόνες: μυθική φυλή γιγαντόσωμων ανθρωποφάγων, που είχαν πρωτεύουσα τους τη Λαιστρυγονία, την υψηλή πόλη του Λάμου.
κουβανείς: κουβαλάς.
σεντέφι ή σιντέφι: αντικείμενο φτιαγμένο από μάρμαρο, ουσία που ιριδίζει και αποτελεί την επιφάνεια ορισμένων οστράκων.
έβενος: μαύρο πολύτιμο ξύλο σκληρό, κατάλληλο για στίλβωση.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Να σχολιάσετε το νόημα των στίχων 9-10.
  2. Τι είναι κατά την άποψή σας η Ιθάκη του ποιήματος;
  3. Ποια συγκεκριμένα θέλγητρα παρουσιάζει το ταξίδι για την Ιθάκη; (Να στηρίξετε την απάντησή σας κυρίως στη δεύτερη στροφή).
  4. Να αναπτύξετε το νόημα του ποιήματος γραπτά σε μια περιεκτική παράγραφο ως δέκα γραμμές.
  5. Είναι αισιόδοξο ή απαισιόδοξο το μήνυμα της Ιθάκης; Να δικαιολογήσετε την άποψή σας.
  6. Ο ποιητής χρησιμοποιεί στο ποίημα το β' ενικό πρόσωπο: α) Σε ποιον νομίζετε ότι απευθύνεται; β) Τι πετυχαίνει με αυτό τον εκφραστικό τρόπο;

Ιθάκη

Ποίημα διδακτικό, γραμμένο σε δεύτερο πρόσωπο για να γίνεται εντονότερη η αίσθηση της παραίνεσης του ποιητή προς τον αναγνώστη. Με τη χρήση του δεύτερου προσώπου το ποίημα κερδίζει σε αμεσότητα και ο κάθε αναγνώστης αισθάνεται πως το ποίημα απευθύνεται στον ίδιο.

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,

να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος,

γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.

Στίχοι 1-3: Αν και το ποίημα αναφέρεται στην Ιθάκη, δεν είναι ένα ποίημα επιστροφής, ένα ποίημα νόστου, όπως ήταν το ταξίδι του Οδυσσέα. Είναι ένα ταξίδι πηγαιμού. Ο ταξιδιώτης του ποιήματος ξεκινά προς την Ιθάκη, δεν επιστρέφει στην Ιθάκη.

Το ταξίδι θα πρέπει να ευχόμαστε να διαρκέσει πολύ και να είναι γεμάτο με περιπέτειες και γνώσεις. Σε αντίθεση με τον Οδυσσέα που ευχόταν το δικό του ταξίδι, το ταξίδι της επιστροφής του να είναι σύντομο, το ταξίδι του αναγνώστη προς την Ιθάκη θα πρέπει να διαρκέσει πολύ, ώστε να του προσφέρει πολλές εναλλαγές της τύχης -περιπέτειες- και πολλές εμπειρίες.

Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,

τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,

τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,

αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή

συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.

Στίχοι 4-8: Στο ταξίδι προς την Ιθάκη δε θα υπάρξουν εμπόδια όπως αυτά που συνάντησε ο Οδυσσέας στο δικό του ταξίδι. Το ταξίδι προς την Ιθάκη δε θα έχει ανυπέρβλητες δυσκολίες, αν ο ταξιδιώτης κρατά τη σκέψη του σε υψηλό επίπεδο, αν δεν ασχολείται με μικροπράγματα και ασήμαντα ζητήματα. Αν ο ταξιδιώτης έχει στο μυαλό του το στόχο του και επιμένει στην πραγματοποίησή του, δεν πρόκειται στην πορεία να βρει μεγάλες δυσκολίες. Πρέπει, όμως, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού να προσφέρει στο πνεύμα του, όπως και στο σώμα του, συγκινήσεις υψηλής ποιότητας και όχι να ασχολείται με ανούσιες απολαύσεις. Αν ο ταξιδιώτης φροντίζει να καλύπτει τις πνευματικές του ανάγκες με αξιόλογες αναζητήσεις, θα κατορθώσει να κρατήσει τη σκέψη του καθαρή και δυνατή και θα μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του χωρίς να χρειάζεται να ανησυχεί για τις όποιες δυσκολίες ενδέχεται να του παρουσιαστούν. Αν ο ταξιδιώτης δε φροντίζει για την πνευματική του καλλιέργεια, δε θα χρειαστούν οι Κύκλωπες για να τερματίσει το ταξίδι του, ένα οποιοδήποτε ασήμαντο εμπόδιο θα είναι αρκετό για να τον βγάλει από την πορεία του.

Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,

τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,

αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,

αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Στίχοι 9-12: Οι δυσκολίες που συνάντησε ο Οδυσσέας ήταν πολύ μεγάλες και χρειάστηκε πολύ προσπάθεια από μέρους του για να τις ξεπεράσει. Για τον ταξιδιώτη όμως, του ποιήματος, δεν υπάρχει κίνδυνος να εμφανιστούν τόσο σημαντικά προβλήματα. Μόνο αν ο ταξιδιώτης φοβάται και σκέφτεται αρνητικά ενδέχεται να προκύψουν δυσκολίες στο ταξίδι του, μόνο αν ο ίδιος μεγαλοποιεί τα προβλήματά του θα δυσκολευτεί να συνεχίσει το ταξίδι του. Αν ο ταξιδιώτης δε φοβάται και δεν έχει την τάση να δραματοποιεί τα μικρά προβλήματα της ζωής του, θα μπορέσει να συνεχίσει ανεμπόδιστος το ταξίδι του. Οι ίδιοι οι άνθρωποι είναι αυτοί που στήνουν εμπόδια στο δρόμο τους, γιατί φοβούνται να τολμήσουν, γιατί φοβούνται να διεκδικήσουν τα όνειρά τους.

Να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος.

Στίχος 13: Για άλλη μια φορά ο ποιητής μας προτρέπει να ευχόμαστε να διαρκέσει πολύ το ταξίδι μας. Ο ποιητής επαναλαμβάνει την προτροπή του γιατί θεωρεί ότι είναι πολύ σημαντικό να μη βιαστούμε να ολοκληρώσουμε το ταξίδι μας. Το ταξίδι αυτό ουσιαστικά ταυτίζεται με τη ζωή μας και γι’ αυτό θα πρέπει να ευχόμαστε να έχει μεγάλη διάρκεια.

Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι

που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά

θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους∙

Στίχοι 14-16: Πολλά να είναι τα πρωινά που θα μπαίνουμε για πρώτη φορά σε νέα λιμάνια. Η προτροπή αυτή μπορεί να θεωρηθεί κυριολεκτική, δηλαδή να εκφράζει την αξία που έχει η γνωριμία με πολλούς νέους τόπους, ή μεταφορική, με την έννοια ότι κάθε νέα εμπειρία, κάθε νέος άνθρωπος που γνωρίζουμε, θα πρέπει να θεωρείται από εμάς κέρδος. Οι εμπειρίες που θα αποκομίσουμε από το ταξίδι μας, θα έρθουν μέσα από τους νέους τόπους που θα γνωρίσουμε αλλά και μέσα από τις διάφορες εμπειρίες που θα βιώσουμε.

Η ειδυλλιακή εικόνα ενός καλοκαιρινού πρωινού, κατά τη διάρκεια του οποίου ο ταξιδιώτης φτάνει με χαρά και ευχαρίστηση σ’ ένα λιμάνι που το βλέπει για πρώτη φορά, αποδίδει την αίσθηση της γαλήνης και τον ενθουσιασμό για κάθε νέα του περιπέτεια, που θεωρεί ο ποιητής πως πρέπει να έχει κάθε άνθρωπος στη ζωή του.

να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,

και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,

σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,

Στίχοι 17-19: Η Φοινίκη, (ο σημερινός Λίβανος) ήταν γνωστή στην αρχαιότητα ως σημαντικό εμπορικό κέντρο, εκεί συγκεντρώνονταν προϊόντα αλλά και άνθρωποι από όλες τις γύρω περιοχές καθώς και από τη μακρινή ανατολή. Ο ποιητής, λοιπόν, μας προτρέπει να βρεθούμε σε χώρους όπου θα μπορέσουμε να έχουμε την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με ξένους πολιτισμούς, μέσω των οποίων θα μπορέσουμε να διευρύνουμε τις γνώσεις μας αλλά και τον τρόπο σκέψης μας. Η γνωριμία με διαφορετικούς πολιτισμούς είναι κατά τον ποιητή ένα παράθυρο προς τη γνώση και ένας μοναδικός τρόπος διεύρυνσης των εμπειριών μας.

Ο ποιητής περιγράφει διάφορα πολύτιμα προϊόντα, όπως είναι τα σεντέφια (= μάργαρος∙ η σκληρή ουσία που καλύπτει την εσωτερική επιφάνεια του οστράκου), τα κοράλλια (= ζωόφυτο που προσκολλάται σε βράχους πάνω σε ασβεστολιθικό άξονα διαφόρων χρωμάτων, που αλιεύεται γι’ αυτό ακριβώς το υλικό το οποίο θεωρείται πολύτιμο), τα κεχριμπάρια (= ήλεκτρος) και οι έβενοι (= ξύλο από τροπικά δέντρα με το οποίο φτιάχνονται έπιπλα και μικροαντικείμενα) τα οποία μας προτρέπει να αποκτήσουμε. Ό,τι πολυτιμότερο έχει να προσφέρει κάθε λαός είναι κάτι που θα πρέπει να το γνωρίσουμε και κυρίως τα προϊόντα της πνευματικής κουλτούρας κάθε ξένου λαού.

και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,

όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά∙

Στίχοι 20-21: Ο ποιητής δεν περιορίζεται μόνο στον πλουτισμό των γνώσεων του ανθρώπου αλλά μας προτρέπει να γνωρίσουμε και τον έρωτα, μιας και ο άνθρωπος δεν έχει μόνο πνευματικές ανάγκες. Για να μπορεί, δηλαδή, ο άνθρωπος να είναι πλήρης θα πρέπει να φροντίζει τόσο το πνεύμα του όσο και το σώμα του.

σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,

να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Στίχοι 22-23: Σε πόλεις Αιγυπτιακές, μας προτρέπει ο ποιητής να κατευθυνθούμε, δηλώνοντας αφενός το θαυμασμό του για τον αιγυπτιακό πολιτισμό, ο οποίος υπήρξε από τους σημαντικότερους και άρα είναι πλούσιος σε πολύτιμες γνώσεις, και αφετέρου εκφράζει την ευγνωμοσύνη του προς την Αίγυπτο τη χώρα στην οποία ο ίδιος γεννήθηκε και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.

«Να μάθεις και να μάθεις…» Η γνώση για τον ποιητή είναι το σημαντικότερο απόκτημα στη ζωή του ανθρώπου και γι’ αυτό συχνά μέσα σε αυτό το ποίημα μας προτρέπει να αποκτήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις. Γνώσεις οι οποίες θα προκύψουν και μέσα από τις εμπειρίες που θα αποκτήσουμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού αλλά και μέσα από τη γνωριμία μας με μορφωμένους ανθρώπους, οι οποίοι θα μας βοηθήσουν στην προσπάθειά μας να μάθουμε νέα πράγματα.

Πάντα στον νου σου να ‘χεις την Ιθάκη.

Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.

Στίχοι 24-25: Θα πρέπει ο ταξιδιώτης να έχει πάντοτε στο νου του την Ιθάκη, το στόχο που έχει θέσει στη ζωή του, τον προορισμό του, γιατί αν δεν σκέφτεται διαρκώς την πραγματοποίηση του στόχου του, υπάρχει κίνδυνος να εγκαταλείψει την αρχική του προσπάθεια και να παρεκτραπεί σε κάτι λιγότερο σημαντικό. Αν δεν έχουμε στο μυαλό μας συνεχώς το στόχο που έχουμε εξαρχής θέσει, υπάρχει περίπτωση να συμβιβαστούμε με κάτι λιγότερο, να εγκαταλείψουμε την προσπάθειά μας και να μην ολοκληρώσουμε σωστά το ταξίδι μας.

Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.

Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει∙

και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,

Στίχοι 26-28: Ο ποιητής μας λέει ότι δεν υπάρχει λόγος να βιαστούμε, και αυτό γιατί το ταξίδι είναι η ζωή μας και το τέλος του ταξιδιού ταυτίζεται με το τέλος της ζωής μας. Το ταξίδι είναι ο μόνος τρόπος να ζήσουμε πολλές εμπειρίες, να αποκτήσουμε πολλές γνώσεις και να ζήσουμε μια σειρά από εκπληκτικά γεγονότα, οπότε δεν υπάρχει λόγος να το επισπεύσουμε. Όταν πια έχουμε γεράσει και το τέλος της ζωής μας πλησιάζει, τότε μπορούμε να φτάσουμε στην Ιθάκη, στον τερματισμό του ταξιδιού μας.

πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,

μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Στίχοι 29-30: Στην Ιθάκη θα φτάσουμε πλούσιοι από γνώσεις και εμπειρίες που θα έχουμε αποκτήσει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας. Η Ιθάκη δεν έχει να μας δώσει πλούτη, η Ιθάκη είναι το τέλος του ταξιδιού.

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.

Χωρίς αυτήν δεν θα ‘βγαινες στον δρόμο.

Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Στίχοι 31-33: Η Ιθάκη αποτέλεσε το κίνητρο γι’ αυτό το ταξίδι, ήταν ο λόγος για τον οποίο ξεκινήσαμε την πορεία μας, ήταν για χάρη της Ιθάκης που μπορέσαμε να γνωρίσουμε τόσα νέα μέρη, τόσους ανθρώπους και να αποκτήσουμε τόσες γνώσεις και τόσες εμπειρίες. Η Ιθάκη δεν έχει κάτι άλλο να δώσει πέρα από το ίδιο το μακρινό ταξίδι που κάναμε για να βρεθούμε σε αυτή.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.

Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,

ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.

Στίχοι 34-36: Όταν ξεκινά ο ταξιδιώτης για πρώτη φορά την πορεία του στη ζωή είναι άπειρος και χωρίς πολλές γνώσεις και θεωρεί ότι η Ιθάκη είναι κάτι το ξεχωριστό που αξίζει κάθε προσπάθεια από μέρους του. Όταν όμως φτάνει εκεί, στο τέλος του προορισμού του, έχει πια αποκτήσει τόσες γνώσεις ώστε πια είναι σε θέση να κατανοήσει ότι η μεγαλύτερη αξία της Ιθάκης είναι ότι αποτέλεσε το κίνητρο για να ξεκινήσει το ταξίδι του. Κατανοεί ότι η Ιθάκη υπήρξε ο στόχος που του έδινε το κουράγιο να ξεπερνά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στη ζωή του και να συνεχίζει να προσπαθεί μέχρι να τα καταφέρει. Η Ιθάκη αποτέλεσε το ιδανικό που έθεσε στη ζωή του και ο λόγος που συνέχιζε την πορεία του παρά τα εμπόδια παρά τις αντιξοότητες. Η Ιθάκη ήταν το κίνητρο, ήταν η πηγή της δύναμης, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της ζωής και γι’ αυτό άξιζε τελικά κάθε προσπάθεια.

Η αλήθεια είναι, μάλιστα, ότι δεν υπάρχει μόνο μια Ιθάκη, υπάρχουν πολλές, όπως πολλοί είναι και οι στόχοι που θέτουμε στη ζωή μας. Κάθε φορά που επιτυγχάνουμε ένα στόχο θέτουμε αμέσως έναν επόμενο και έτσι συνεχίζουμε τις προσπάθειες να κάνουμε διαρκώς ό,τι καλύτερο μπορούμε στη ζωή μας. Κάθε φορά που φτάνουμε στην Ιθάκη, θέτουμε έναν υψηλότερο στόχο και συνεχίζουμε την πορεία μας προς τη νέα Ιθάκη, προς το νέο στόχο που θέσαμε.

Η Ιθάκη είναι ο προορισμός αλλά δεν έχει να μας προσφέρει τίποτε περισσότερο πέρα από το ταξίδι που κάνουμε για να φτάσουμε σε αυτήν, έστω και γι’ αυτό όμως αξίζει κάθε προσπάθεια∙ αξίζει όλη μας την αφοσίωση, και όλη μας την ευγνωμοσύνη, για το γεγονός και μόνο ότι μας κρατά σε διαρκή εγρήγορση και προσπάθεια.

Παράλληλα κείμενα:

Αλέξανδρος Παναγούλης «Ιθάκη»Κική Δημουλά «Πέρασα»

 

***********************************

https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/698

 

Εισαγωγή:

  • Στοιχεία τεχνικής της καβαφικής ποίησης:
    – Διάλογος ή μονόλογος με δραματικό χαρακτήρα
    – Λιτά εκφραστικά μέσα
    -Φωτεινότητα αλλά και ειρωνεία.
    – Αμφίσημη παρουσίαση των ηρώων του.
    – Ρεαλισμός, πεζολογία, αντιρητορικό ύφος.
    – Διδακτικός τόνος.
    – Αποφθεγματικός και επιγραμματικός λόγος.
    – Δημοτική γλώσσα με στοιχεία της καθαρεύουσας και με αντιλυρικό χαρακτήρα.
    – Χρήση συμβόλων και απόκρυψη.
    – Ιαμβικός στίχος, ανισοσύλλαβος.
    – Ελεύθερος και απέριττος στίχος.
    Λιτότητα και πυκνότητα, ακρίβεια και εγκράτεια στη γλώσσα.
    – Γοητεία του υπονοούμενου, υποβλητική ομορφιά, πρόκληση συγκινήσεων.
    – Εσωτερικά γνωρίσματα:
    – Υψηλή αντίληψη για την τέχνη.
    – Νοσταλγική μετατόπιση στο χώρο και το χρόνο.
    – Μελαγχολικός τόνος.

• Το ποίημα γράφτηκε το 1910 και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1911।Στην έκτη ενότητα ο ποιητής προσπαθεί να αποτρέψει τον αποδέκτη από την απογοήτευση που μπορεί να νοιώσει όταν φτάσει στον προορισμό στ.34. Η προσφορά της Ιθάκης είναι ανεκτίμητη στ.35 πλουτη= οι περιπέτεις και οι γνώσεις του ταξιδιού ταυτίζονται με την σοφία, την ικανότητα του ανθρώπου να κατανοεί το βαθύτερο νόημα της ζωής.

  • Πηγή έμπνευσής του ο μύθος του Οδυσσέα και ο προορισμός του τελευταίου, η «Ιθάκη». Η «Ιθάκη» υποδηλώνει την πραγματοποίηση ενός στόχου που έχει θέσει ο άνθρωπος.
    Τι άλλο μπορεί να μας προσφέρει η «Ιθάκη»; Ως τέλος, ως σκοπός μας έδωσε ό,τι μπορούσε να μας δώσει: μας έδειξε το δρόμο και μας ώθησε πρακτικά να τον βαδίσουμε.
    Η «Ιθάκη» όμως δεν είναι μία, αλλά πολλές. Ο καθένας, ως φαίνεται, προορίζεται να έχει τη δική του «Ιθάκη» Το ποίημα ανήκει στα φιλοσοφικά ποιήματα του Καβάφη, αλλά περικλείει και διδακτική πρόθεση. Δεν κρίνεται ορθή η μονοσήμαντη κατηγοριοποίησή του ως διδακτικού ποιήματος από ορισμένους ερμηνευτές. Έχει τη μορφή διδακτικού μονολόγου που μπορεί να διαβαστεί και ως εσωτερικός μονόλογος «εις εαυτόν». Το περιεχόμενο αντανακλά βίωμα και εμπειρία ζωής δεν είναι θεωρητική κατασκευή που επιχειρεί έξωθεν να καθορίσει τη ζωή.
  • Η “Ιθάκη” αντανακλά φυσικά το μακρινό απόηχο της ομηρικής, αλλά σύμφωνα με τον Τ. Μαλάνο και Σ. Τσίρκα, δανείζεται τη βασική ιδέα από ένα αμφισβητούμενο προτρεπτικό ποίημα του Λατίνου Ψευδο- Πετρώνιου (δεν είναι εξακριβώμενο αν ανήκει σ’ αυτον, το “Exhortatio ad Ulyssem”:
    Ψευδο-Πετρώνιος, «Exortatio ad Ulyssem»

Άσε τη χώρα σου και γύρισε παράλια ξένα.
Ω νεανία! Πραγμάτων πιο επικίνδυνων σειρά σε περιμένει.
Στα βάσανα μην υποκύψεις.
Του Δούναβη του απόμακρου τις όχθες να γνωρίσεις.
τον παγερό Βοριά, τα ειρηνικά βασίλεια της Αιγύπτου.
Τις χώρες που τον Ήλιο βλέπουν ν’ ανατέλλει
και κείνες που τον βλέπουνε να γέρνει:
Πολύπειρος να φθάσεις, Οδυσσέα, σε τόπους άλλους.

  • Για το βαθύτερο νόημα του ποιήματος είναι προτιμότερο ν’ αφήσουμε τον ίδιο τον ποιητή να μιλήσει… “Το νόημα του ποιήματος τούτου είναι απλούν και σαφές।Ο άνθρωπος εις την ζωήν του επιδιώκει ένα σκοπόν “Ιθάκην”, αποκτά πείραν, γνώσεις και ενίοτε αγαθά ανώτερα του σκοπού του ιδίου.
    Κάποτε δε την Ιθάκην, όταν φθάνει στο τέρμα των προσπαθειών του, την ευρίσκει πτωχικήν, κατωτέρα των προσδοκιών του. Εντούτοις η Ιθάκη δεν τον γέλασε”.
    Λεχωνίτης, Γ., Καβαφικά αυτοσχόλια, (με εισαγωγικό σημειώμα Τίμου Μαλάνου), Β’ έκδοση


Ερμηνευτική προσέγιση
Δομή:
– Πρώτη ενότητα (στ. 1-3): η στάση ζωής που οφείλει να έχει αυτός που κάνει το ταξίδι της ζωής.
– Δεύτερη ενότητα (στ. 4-12): εάν υπάρχει η υψηλή σκέψη και η εκλεκτή συγκίνησις είναι αντιμετωπίσιμοι όλοι οι εξωτερικοί κίνδυνοι.
– Τρίτη ενότητα (στ.13-23): οι υλικές και πνευματικές απολαύσεις που μας προσφέρει το ταξίδι.
– Τέταρτη ενότητα (στ. 24-30): το ταξίδι έχει σημασία που χρειάζεται να διαρκέσει ως τα γεράματα.
– Πέμπτη ενότητα (στ. 31-33): η προσφορά της Ιθάκης.
– Έκτη ενότητα (στ. 34-36): η βαθύτερη, συμβολική, σημασία της Ιθάκης.

Θέμα: Η συσσώρευση εμπειριών και γνώσεων στο πλαίσιο της πορείας προς έναν ανώτερο σκοπό.

Χώρος: απροσδιόριστος ανοιχτός χώρος. Ο ποιητής συνηθίζει να χρησιμοποιεί αυτόν τον απροσδιόριστο χώρο στην πρώιμη περίοδο

  • Στους τρείς πρώτους στίχους συνοψίζει την άποψη που εκφράζει σε ολόκληρο το ποίημα με συμβουλευτικό ύφος. Τον συμβουλευτικό- διδακτικό τόνο αισθητοποιεί με την επιλογή του β’ ενικού προσώπου και τη συνακόλουθη τεχνική του δραματικού μονολόγου.
    Σύμβολα: Ιθάκη= κίνητρο πορείας πιο σημαντικό από τον σκοπό που θέτουμε, εφόσον προσφέρει στον άνθρωπο εμπειρία και γνώσεις
  • Στη δεύτερη ενότητα προσπαθεί να αποδείξει την θέση που παρουσίασε στην πρώτη ενότητα.
    Προτρέπει τον αναγνώστει να αγνοήσει τους κινδύνους (Λαιστρυγόνας, Κύκλωπας, Πσειδώνα) γιατί ουσιάστικά υπάρχουν μόνο στο μυαλό μας. Η προϋπόθεση για να χειραγωγηθεί ο φόβος δίνεται στους στίχους 7-8 “αν είναι η σκέψη σου υψηλή,αν εκλεκτή/ συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει”. Επομένως οι καβαφικές παραινέσεις δεν απευθύνονται σε όλους τους ανθρώπους αλλά σε κάποιους εκλεκτούς με ιδιαίτερα ψυχικά και πνευματικά χαρίσματα.
  • Στην τρίτη ενότητα ο ποιητής συνεχίζει την προσπάθεια να τεκμηρίωσει τη θέση του. Αποδίδονται λεπτομέρειες για τα οφέλη του ταξιδιού. Οταξιδιώτης θα αφεθεί στις χαρές της όρασης (στ. 14-16, 19), της όσφρησης (στ. 20-21) αλλά και στις χαρές που προσφέρουν τα πνευματικά οφέλη (στ. 23-24)
    Στ.18-26 Συνεχίζεται το ποίημα με τους παρακάτω στίχους στους οποίους ενθαρρύνεται το οδυσσειακό πρόσωπο να γευτεί τη ζωή από όλες της τις πλευρές και έτσι να μάθει, να διαφωτιστεί, και να γίνει πιο σοφό. Νέα λιμάνια, ακριβά αντικείμενα και ηδονικά μυρωδικά εισηγούνται ευχαριστήσεις του σώματος, ικανοποιήσεις επιθυμιών, και στιγμές έκστασης. Όπως τόνισε και ο ίδιος ο Καβάφης σε μια συζήτησή του με τον Λεχωνίτη : “Ούχ’ήττον του τόσον σαφούς τούτου ποιήματος δεν θα ήτο ίσως άσκοπον να επισύρωμεν την προσοχήν εις τους στίχους 18-26. Ο αναγνώστης θα παρατηρήσει μίαν εμφαντικήν μνείαν των μυρωδικών, τα οποία εδώ αναμφιβόλως συμβολίζουν τας ηδονικάς απολαύσεις. Οι γνώσται του ύφους του Καβάφη γνωρίζουν καλά, ότι ο ποιητής σπανίως κάμνει χρήσιν εμφάνσεως, όταν δε συναντήσωμεν τοιαύτην κάτι ασφαλώς σημαίνει. Δεν έγινε τυχαίως η από παρασυρμόν λυρισμού. Μάλιστα οι μνησθέντες στίχοι περιέχουν έμφασιν διπλήν αναφερομένην εις την εν τη αρχή του ποιήματος φράσιν: «αν εκλεκτή συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει” (Γεωργίου Ελένη,Le mythe du retour dans la poésie néo-hellénique du XXe siècle, 2009)
  • Η προσπάθεια απόδειξης της θέσης εγκαταλείπεται στην τέταρτη ενότητα, για να επανέλθει η Ιθάκη ως αδιαπραγμάτευτος στόχος των παραινέσενων (στ. 24-25)
    πλούτη= εμπειρίες και γνώσεις που αποκομίζει από το ταξίδι.
    Πλούσιος είναι αυτός που έχει αποκτήσει πολλές γνώσεις και εμπειρίες, έτσι η κατάληξη έρχεται σαν φυσική συνέχεια: η Ιθάκη, ο σκοπός του ταξιδιού, δεν έχει αξία από μόνος του.
  • Στην πέμπτη ενότητα ο ποιητής αποσαφηνίζει την αξία του ταξιδιού: η αναγκαία προϋπόθεση για να αποκτήσει κανείς “πλούτη” (στ. 31-32)
  • Στην έκτη ενότητα ο τελευταίος στίχος με τον πληθυντικό “Ιθάκες” δίνει καθολικό χαρακτήρα στην έννοια του σκοπού που συμβολίζει την Ιθάκη, εκφράζει τους στόχους όλων των ανθρώπων σε όλες τις εποχές, ενώ αφήνει να εννοηθεί οτι δεν υπάρχει μόνο ένας σκοπός στη ζωή। Μόλις προσεγγίσουμε τον εναν ξεκινά το ταξίδι για τον επόμενο। Ο Γ. Σεφέρης δηλώνει “η Ιθάκη σημαίνει ό,τι σημαίνει για τον καθένα ”
    Σχετικά με το τι σημαίνουν οι Ιθάκες γράφει πολύ εύστοχα ο Ε. Παπανούτσος:
    «Οι Ιθάκες πια, όχι η Ιθάκη, γιατί δεν είναι μία, αλλά πολλές και διάφορες –όχι μόνο στους διάφορους ανθρώπους, αλλά και στον ίδιο άνθρωπο, κάθε φορά που βάζει σκοπούς και “τέλη” στη ζωή του. Και τι σημαίνουν; Απλούστατα: ένα είναι κάθε τόσο το ιδεατό σημείο αναφοράς, που μας χρειάζεται μόνο και μόνο για να βρίσκομε πάλι στον δρόμο τον προσανατολισμό μας, όταν με κάποιαν εκτροπή τον χάνουμε. Αλλά δεν είναι το τέρμα που έχει αξία. Την αξία την έχει η ίδια η πορεία. Αυτή θα μας κάνει σοφούς. Τι άλλο μπορεί να μας προσφέρει η Ιθάκη; Μας έδωσε ό,τι είχε να μας δώσει. Μας έβγαλε δηλαδή στο δρόμο».

Ιθάκη
Ποίημα διδακτικό, γραμμένο σε δεύτερο πρόσωπο για να γίνεται εντονότερη η αίσθηση της παραίνεσης του ποιητή προς τον αναγνώστη. Με τη χρήση του δεύτερου προσώπου το ποίημα κερδίζει σε αμεσότητα και ο κάθε αναγνώστης αισθάνεται πως το ποίημα απευθύνεται στον ίδιο.
Στίχοι 1 -3: Αν και το ποίημα αναφέρεται στην Ιθάκη, δεν είναι ένα ποίημα επιστροφής, ένα ποίημα νόστου, όπως ήταν το ταξίδι του Οδυσσέα. Είναι ένα ταξίδι πηγαιμού. Ο ταξιδιώτης του ποιήματος ξεκινά προς την Ιθάκη, δεν επιστρέφει στην Ιθάκη.
Το ταξίδι θα πρέπει να ευχόμαστε να διαρκέσει πολύ και να είναι γεμάτο με περιπέτειες και γνώσεις. Σε αντίθεση με τον Οδυσσέα που ευχόταν το δικό του ταξίδι, το ταξίδι της επιστροφής του να είναι σύντομο, το ταξίδι του αναγνώστη προς την Ιθάκη θα πρέπει να διαρκέσει πολύ, ώστε να του προσφέρει πολλές εναλλαγές της τύχης – περιπέτειες – και πολλές εμπειρίες.
Στίχοι 4 – 8: Στο ταξίδι προς την Ιθάκη δε θα υπάρξουν εμπόδια όπως αυτά που συνάντησε ο Οδυσσέας στο δικό του ταξίδι. Το ταξίδι προς την Ιθάκη δε θα έχει ανυπέρβλητες δυσκολίες αν ο ταξιδιώτης κρατά τη σκέψη του σε υψηλό επίπεδο, αν δεν ασχολείται με μικροπράγματα και ασήμαντα ζητήματα. Αν ο ταξιδιώτης έχει στο μυαλό του το στόχο του και επιμένει στην πραγματοποίησή του, δεν πρόκειται στην πορεία να βρει μεγάλες δυσκολίες. Πρέπει, όμως, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού να προσφέρει στο πνεύμα του, όπως και στο σώμα του, συγκινήσεις υψηλής ποιότητας και όχι να ασχολείται με ανούσιες απολαύσεις. Αν ο ταξιδιώτης φροντίζει να καλύπτει τις πνευματικές του ανάγκες με αξιόλογες αναζητήσεις, θα κατορθώσει να κρατήσει τη σκέψη του καθαρή και δυνατή και θα μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του χωρίς να χρειάζεται να ανησυχεί για τις όποιες δυσκολίες ενδέχεται να του παρουσιαστούν. Αν ο ταξιδιώτης δε φροντίζει για την πνευματική του καλλιέργεια, δε θα χρειαστούν οι Κύκλωπες για να τερματίσει το ταξίδι του, ένα οποιοδήποτε ασήμαντο εμπόδιο θα είναι αρκετό για να τον βγάλει από την πορεία του.
Στίχοι 9 – 12: Οι δυσκολίες που συνάντησε ο Οδυσσέας ήταν πολύ μεγάλες και χρειάστηκε πολύ προσπάθεια από μέρους του για να τις ξεπεράσει. Για τον ταξιδιώτη όμως, του ποιήματος, δεν υπάρχει κίνδυνος να εμφανιστούν τόσο σημαντικά προβλήματα. Μόνο αν ο ταξιδιώτης φοβάται και σκέφτεται αρνητικά ενδέχεται να προκύψουν δυσκολίες στο ταξίδι του, μόνο αν ο ίδιος μεγαλοποιεί τα προβλήματά του θα δυσκολευτεί να συνεχίσει το ταξίδι του. Αν ο ταξιδιώτης δε φοβάται και δεν έχει την τάση να δραματοποιεί τα μικρά προβλήματα της ζωής του, θα μπορέσει να συνεχίσει ανεμπόδιστος το ταξίδι του. Οι ίδιοι οι άνθρωποι είναι αυτοί που στήνουν εμπόδια στο δρόμο τους, γιατί φοβούνται να τολμήσουν, γιατί φοβούνται να διεκδικήσουν τα όνειρά τους.
Στίχος 13: Για άλλη μια φορά ο ποιητής μας προτρέπει να ευχόμαστε να διαρκέσει πολύ το ταξίδι μας. Ο ποιητής επαναλαμβάνει την προτροπή του γιατί θεωρεί ότι είναι πολύ σημαντικό να μη βιαστούμε να ολοκληρώσουμε το ταξίδι μας. Το ταξίδι αυτό ουσιαστικά ταυτίζεται με τη ζωή μας και γι’ αυτό θα πρέπει να ευχόμαστε να έχει μεγάλη διάρκεια.
Στίχοι 14 – 16: Πολλά να είναι τα πρωινά που θα μπαίνουμε για πρώτη φορά σε νέα λιμάνια. Η προτροπή αυτή μπορεί να θεωρηθεί κυριολεκτική, δηλαδή να εκφράζει την αξία που έχει η γνωριμία με πολλούς νέους τόπους, ή μεταφορική, με την έννοια ότι κάθε νέα εμπειρία, κάθε νέος άνθρωπος που γνωρίζουμε, θα πρέπει να θεωρείται από εμάς κέρδος. Οι εμπειρίες που θα αποκομίσουμε από το ταξίδι μας, θα έρθουν μέσα από τους νέους τόπους που θα γνωρίσουμε αλλά και μέσα από τις διάφορες εμπειρίες που θα βιώσουμε.
Στίχοι 17 – 19: Η Φοινίκη, (ο σημερινός Λίβανος) ήταν γνωστή στην αρχαιότητα ως σημαντικό εμπορικό κέντρο, εκεί συγκεντρώνονταν προϊόντα αλλά και άνθρωποι από όλες τις γύρω περιοχές καθώς και από τη μακρινή ανατολή. Ο ποιητής, λοιπόν, μας προτρέπει να βρεθούμε σε χώρους όπου θα μπορέσουμε να έχουμε την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με ξένους πολιτισμούς, μέσω των οποίων θα μπορέσουμε να διευρύνουμε τις γνώσεις μας αλλά και τον τρόπο σκέψης μας. Η γνωριμία με διαφορετικούς πολιτισμούς είναι κατά τον ποιητή ένα παράθυρο προς τη γνώση και ένας μοναδικός τρόπος διεύρυνσης των εμπειριών μας.
Ο ποιητής περιγράφει πολύτιμα προϊόντα τα οποία μας προτρέπει να αποκτήσουμε. Ό,τι πολυτιμότερο έχει να προσφέρει κάθε λαός είναι κάτι που θα πρέπει να το γνωρίσουμε και κυρίως τα προϊόντα της πνευματικής κουλτούρας κάθε ξένου λαού.
Στίχοι 20 – 21: Ο ποιητής δεν περιορίζεται μόνο στον πλουτισμό των γνώσεων του ανθρώπου αλλά μας προτρέπει να γνωρίσουμε και τον έρωτα, μιας και ο άνθρωπος δεν έχει μόνο πνευματικές ανάγκες. Για να μπορεί, δηλαδή, ο άνθρωπος να είναι πλήρης θα πρέπει να φροντίζει τόσο το πνεύμα του όσο και το σώμα του.
Στίχοι 22 – 23: Σε πόλεις Αιγυπτιακές, μας προτρέπει ο ποιητής να κατευθυνθούμε, δηλώνοντας αφενός το θαυμασμό του για τον αιγυπτιακό πολιτισμό, ο οποίος υπήρξε από τους σημαντικότερους και άρα είναι πλούσιος σε πολύτιμες γνώσεις, και αφετέρου εκφράζει την ευγνωμοσύνη του προς την Αίγυπτο τη χώρα στην οποία ο ίδιος γεννήθηκε και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.
«Να μάθεις και να μάθεις…» Η γνώση για τον ποιητή είναι το σημαντικότερο απόκτημα στη ζωή του ανθρώπου και γι’ αυτό συχνά μέσα σε αυτό το ποίημα μας προτρέπει να αποκτήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις. Γνώσεις οι οποίες θα προκύψουν και μέσα από τις εμπειρίες που θα αποκτήσουμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού αλλά και μέσα από τη γνωριμία μας με μορφωμένους ανθρώπους, οι οποίοι θα μας βοηθήσουν στην προσπάθειά μας να μάθουμε νέα πράγματα.
Στίχοι 24 – 25: Θα πρέπει ο ταξιδιώτης να έχει πάντοτε στο νου του την Ιθάκη, το στόχο που έχει θέσει στη ζωή του, τον προορισμό του, γιατί αν δεν σκέφτεται διαρκώς την πραγματοποίηση του στόχου του υπάρχει κίνδυνος να εγκαταλείψει την αρχική του προσπάθεια και να παρεκτραπεί σε κάτι λιγότερο σημαντικό. Αν δεν έχουμε στο μυαλό μας συνεχώς το στόχο που έχουμε εξαρχής θέσει, υπάρχει περίπτωση να συμβιβαστούμε με κάτι λιγότερα, να εγκαταλείψουμε την προσπάθειά μας και να μην ολοκληρώσουμε σωστά το ταξίδι μας.
Στίχοι 26 – 28: Ο ποιητής μας λέει ότι δεν υπάρχει λόγος να βιαστούμε και αυτό γιατί το ταξίδι είναι η ζωή μας και το τέλος του ταξιδιού ταυτίζεται με το τέλος της ζωής μας. Το ταξίδι είναι ο μόνος τρόπος να ζήσουμε πολλές εμπειρίες, να αποκτήσουμε πολλές γνώσεις και να ζήσουμε μια σειρά από εκπληκτικά γεγονότα, οπότε δεν υπάρχει λόγος να το επισπεύσουμε. Όταν πια έχουμε γεράσει και το τέλος της ζωής μας πλησιάζει, τότε μπορούμε να φτάσουμε στην Ιθάκη, στον τερματισμό του ταξιδιού μας.
Στίχοι 29 – 30: Στην Ιθάκη θα φτάσουμε πλούσιοι από γνώσεις και εμπειρίες που θα έχουμε αποκτήσει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας. Οι Ιθάκη δεν έχει να μας δώσει πλούτη, η Ιθάκη είναι το τέλος του ταξιδιού.
Στίχοι 31 – 33: Η Ιθάκη αποτέλεσε το κίνητρο γι’ αυτό το ταξίδι, ήταν ο λόγος για τον οποίο ξεκινήσαμε την πορεία μας, ήταν για χάρη της Ιθάκης που μπορέσαμε να γνωρίσουμε τόσα νέα μέρη, τόσους ανθρώπους και να αποκτήσουμε τόσες γνώσεις και τόσες εμπειρίες. Η Ιθάκη δεν έχει κάτι άλλο να δώσει πέρα από το ταξίδι.
Στίχοι 34 – 36: Όταν ξεκινά ο ταξιδιώτης για πρώτη φορά την πορεία του στη ζωή είναι άπειρος και χωρίς πολλές γνώσεις και θεωρεί ότι η Ιθάκη είναι κάτι το ξεχωριστό που αξίζει κάθε προσπάθεια από μέρους του. Όταν όμως φτάνει εκεί, στο τέλος του προορισμού του έχει πια αποκτήσει τόσες γνώσεις ώστε πια είναι σε θέση να κατανοήσει ότι η μεγαλύτερη αξία της Ιθάκης είναι ότι αποτέλεσε το κίνητρο για να ξεκινήσει το ταξίδι του. Κατανοεί ότι η Ιθάκη υπήρξε ο στόχος που του έδινε το κουράγιο να ξεπερνά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στη ζωή του και να συνεχίζει να προσπαθεί μέχρι να τα καταφέρει. Η Ιθάκη αποτέλεσε το ιδανικό που έθεσε στη ζωή του και ο λόγος που συνέχιζε την πορεία του παρά τα εμπόδια παρά τις αντιξοότητες. Η Ιθάκη ήταν το κίνητρο, ήταν η πηγή της δύναμης, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της ζωής και γι’ αυτό άξιζε τελικά κάθε προσπάθεια.
Η αλήθεια είναι, μάλιστα, ότι δεν υπάρχει μόνο μια Ιθάκη, υπάρχουν πολλές, όπως πολλοί είναι και οι στόχοι που θέτουμε στη ζωή μας. Κάθε φορά που επιτυγχάνουμε ένα στόχο θέτουμε αμέσως έναν επόμενο και έτσι συνεχίζουμε τις προσπάθειες να κάνουμε διαρκώς ό,τι καλύτερο μπορούμε στη ζωή μας. Κάθε φορά που φτάνουμε στην Ιθάκη, θέτουμε έναν υψηλότερο στόχο και συνεχίζουμε την πορεία μας προς τη νέα Ιθάκη, προς το νέο στόχο που θέσαμε.
Η Ιθάκη είναι ο προορισμός αλλά δεν έχει να μας προσφέρει τίποτε περισσότερο πέρα από το ταξίδι που κάνουμε για να φτάσουμε σε αυτήν, έστω και γι’ αυτό όμως αξίζει κάθε προσπάθεια, αξίζει όλη μας την αφοσίωση, και όλη μας την ευγνωμοσύνη που μας κρατά σε μια διαρκή εγρήγορση και προσπάθεια. Πηγή: latistor.blogspot.com]

Το μήνυμα που δίνει το ποιήμα είναι αισιόδοξο: η ζωή καταξιώνεται όταν ο άνθρωπος θέτει υψηλούς στόχους, καθώς στην προσπάθεια να τους εκπληρώσει αποκτά συναρπαστικές εμπειρίες και άφθονες γνώσεις

Τεχνική: Στο ποίημα ο Κ. ακολουθεί τις αρχές της συμβολιστικής τεχνοτροπίας
Σύμβολα
Ιθάκη= στόχος
μακρύς δρόμος= αγώνας για την εκπλήρωση ενός στόχου
Λαιστρυγόνας, Κύκλωπας, Ποσειδώνας= κίνδυνοι
καλοκαιρινά πρωιά, λιμένας πρωτοϊδομένους= οι ωραίες στιγμές του αγώνα
οι καλές πραμάτειες= ηδονικές απολαύσεις
πόλεις αιγυπτικές= πηγές γνώσης
Δημιουργεί υποβλητική ατμόσφαιρα μέ παραστατικές εικόνες. Επίσης χρησιμοποιεί την τεχνική του δραματικού μονολόγου με τη βοήθεια του β’ ενικού προσώου των ρημάτων, ωστε να αναδειχθεί ο διδακτικός χαρακτήρας του ποιήματος
Μια persona απευθύνεται σε κάποιον, στο δεύτερο πρόσωπο, δίνοντάς του συμβουλές και
βγάζοντας συμπεράσματα στη βάση του πλαισίου που προβάλλει το ποίημα – κάτι που, με
δυό λόγια, θα μπορούσε να ονομαστεί «διδακτικός μονόλογος». (Keeley, Edmund, Η Καβαφική
Αλεξάνδρεια: Εξέλιξη ενός μύθου, μετάφραση Τζένη Μαστοράκη, Ίκαρος, Αθήνα, 1979, σελ. 61.)

Γλώσσα Ιδιότυπη. Δημοτική με στοιχεία αλεξανδρινών και κωνσταντινουπολίτικων ιδιωμάτων άλλά και στοιχεία καθαρεύουσας.

Όπως είναι γνωστό, ο Καβάφης έζησε και έγραψε το έργο του κατά την περίοδο του «γλωσσικού ζητήματος», της διαμάχης μεταξύ καθαρεύουσας και δημοτικής. Το όλο ζήτημα ήταν ποια γλώσσα έπρεπε να είναι η επίσημη γλώσσα του ελληνικού έθνους στον γραπτό και προφορικό λόγο. Σχετικά με την στάση του Καβάφη ως προς το θέμα αυτό η Ρίκα Σεγκοπούλου αναφέρει πως ο Καβάφης ήταν άριστος γνώστης τόσο της καθαρεύουσας όσο και της δημοτικής γλώσσας. Τα κείμενά του δεν ήταν αμιγώς γραμμένα στην καθαρεύουσα καθώς χρησιμοποιούσε, όπου πίστευε ότι το νόημα θα αποδιδόταν πιο ολοκληρωμένα, και στη δημοτική. Το συμπέρασμα στο οποίο είχε καταλήξει ο ίδιος είναι πως χωρίς να αποκλείει την πλούσια καθαρεύουσα, παραμένει πεπεισμένος ότι γράφει στη δημοτική.
Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι, ο Καβάφης αν και γεννημένος στην Αλεξάνδρεια, κατά βάθος ήταν Φαναριώτης, αλλά και λάτρης του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου. Επίσης η γλώσσα που χρησιμοποιούσαν, κατά κανόνα, στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο ποιητής άρχισε να γράφει, ήταν η καθαρεύουσα. Παρόλα αυτά δεν μπορούμε να πούμε πως ήταν καθαρευουσιάνος 100%, αφού χρησιμοποιούσε και λέξεις της δημοτικής όταν τις εύρισκε κατάλληλες. Θα έλεγα, πως άπλωνε τις λέξεις του πάνω στο στίχο με τέτοια τέχνη, όπως ο μουσικός τις νότες του πάνω στο πεντάγραμμο, ώστε να δημιουργούν μια ιδιόμορφη μελωδία, γι’αυτό χρησιμοποιούσε χωρίς  διάκριση λέξεις της καθαρεύουσας και της δημοτικής.

[…] Πάντως στο συμπέρασμα που είχε καταλήξει, ήταν, πώς η καθαρεύουσα συγκρινόμενη με τη δημοτική είναι πολύ πιο πλούσια και δεν ήταν δυνατόν με την παραλλαγή λογίων λέξεων ή και τη χρησιμοποίηση πολλών λέξεων για την
απόδοση κάποιου νοήματος, που στην καθαρεύουσα αποδίδεται μονολεκτικά, να φτιάξουμε μια σωστή δημοτική(Καραπαναγόπουλος Αλέκος 1985)
Ο Καβάφης βρέθηκε αντιμέτωπος αυτού του γλωσσικού ζητήματος και ως διανοούμενος και άνθρωπος των γραμμάτων, ήταν γνώστης αλλά και χρήστης και των δύο μορφών της γλώσσας – της καθαρεύουσας και της δημοτικής. Παρόλα αυτά, φαίνεται πως «οι άκρατοι δημοτικιστές δεν του συγχώρησαν ποτέ τη μη προσαρμογή του, αλλά και οι καθαρευουσιάνοι δύσκολα θα τον δέχονταν στη χορεία τους.» (Λίνος Πολίτης, ΙΝΕΛ) Οπότε ο Καβάφης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ελεύθερος λογοτέχνης σε σχέση με το θέμα της γλώσσας που χρησιμοποιεί στην ποίησή του (Γεωργίου Ελένη, 2009)

Πηγή : http://siamantoura.blogspot.com/

Ο δωδεκάλογος του γύφτου (απόσπασμα από τον Προφητικό) ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ

 

 ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ είναι ένα συνθετικό ποίημα που δημοσιεύτηκε το 1907. Σ' αυτό ο Γύφτος παρουσιάζεται ως σύμβολο της ελεύθερης, αδούλωτης ψυχής και της δημιουργικής δράσης που δε σταματάει πουθενά, δεν υποτάσσεται σε τίποτε, αλλά προχωρεί συνεχώς γκρεμίζοντας τα παλιά και τα σάπια και χτίζοντας τα καινούρια και τα γερά.

Ο Προφητικός είναι ο όγδοος από τους δώδεκα λόγους και ο πιο παλιός. Γράφτηκε το 1899, δηλαδή την επαύριο της εθνικής ταπείνωσης του '97 . Σ' αυτόν ο ποιητής, βαθιά πληγωμένος, εκφράζει τη συνείδηση του έθνους του. Το σκηνικό τοποθετείται στο Βυζάντιο και τα γεγονότα μετατρέπονται σε προφητείες. Βλέπουμε στην Πόλη το βασιλιά να διασκεδάζει, να παίρνει μέρος σε αγώνες σαν άλλος Νέρωνας και να αποθεώνεται από τους κόλακες και τους αυλόδουλους. Ο Τούρκος πλησιάζει, αλλά όλοι μένουν αδιάφοροι, παραδομένοι στη διαφθορά. Κανένας δεν ακούει τη φωνή των ακριτών. Ο ποιητής-προφήτης τα βλέπει όλ' αυτά, αγανακτεί και προλέγει το χαμό της πολιτείας. Ο πόνος του για τον ξεπεσμό και το κατάντημα που βλέπει, φτάνει ως τα όρια της απελπισίας και από κει αναδύεται ένα όραμα ελπίδας και αισιόδοξο μήνυμα εθνικής αναγέννησης.

Εσωτερική πολιτική 1897-1922 [πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]

5 Μες τις παινεμένες χώρες, Χώρα
παινεμένη, θα 'ρθει κι η ώρα,
και θα πέσεις, κι από σέν' απάνου η Φήμη
το στερνό το σάλπισμά της θα σαλπίσει
σε βοριά κι ανατολή, νοτιά και δύση.
10 Πάει το ψήλος σου, το χτίσμα σου συντρίμμι.
Θα 'ρθει κι η ώρα· εσένα ήταν ο δρόμος
σε βοριά κι ανατολή, νοτιά και δύση,
σαν το δρόμο του ήλιου· γέρνεις· όμως
το πρωί για σε δε θα γυρίσει.
15 Και θα σβήσεις καθώς σβήνουνε λιβάδια
από μάισσες φυτρωμένα με γητειές·
πιο αλαφρά του περασμού σου τα σημάδια
κι από τις δροσοσταλαματιές·
θα σε κλαίν' τα κλαψοπούλια στ' αχνά βράδια
20 και στα μνήματα οι κλωνόγυρτες ιτιές.
.................................
Και θα φύγεις κι απ' το σάπιο το κορμί,
ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα,
και δε θα 'βρει το κορμί μια σπιθαμή
μες στη γη για να την κάμει μνήμα,
κι άθαφτο θα μείνει το ψοφίμι,
να το φάνε τα σκυλιά και τα ερπετά,
κι ο Καιρός μέσα στους γύρους του τη μνήμη
κάποιου σκέλεθρου πανάθλιου θα βαστά.
25 Όσο να σε λυπηθεί
30 της αγάπης ο Θεός,
και να ξημερώσει μιαν αυγή,
και να σε καλέσει ο λυτρωμός,
ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα!
Και θ' ακούσεις τη φωνή του λυτρωτή,
35 θα γδυθείς της αμαρτίας το ντύμα,
και ξανά κυβερνημένη κι αλαφρή,
θα σαλέψεις σαν τη χλόη, σαν το πουλί,
σαν τον κόρφο το γυναικείο, σαν το κύμα,
και μην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί
40 να κατρακυλήσεις πιο βαθιά
στου Κακού τη σκάλα, -
για τ' ανέβασμα ξανά που σε καλεί
θα αιστανθείς να σου φυτρώσουν, ω χαρά!
τα φτερά,
τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!

 


Φήμη: θεότητα των Ελλήνων και των Ρωμαίων, προσωποποίηση των διαδόσεων και αγγελιαφόρος των νικών.
μάισσες: μάγισσες.
γητειά: μάγια.
Ψυχή: εννοεί της χώρας.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Να μελετήσετε το πρώτο απόσπασμα, α) Για ποια χώρα μιλάει ο ποιητής; β) Πώς τη χαρακτηρίζει και γιατί; γ) Τι προφητεύει;
  2. Να μελετήσετε το δεύτερο απόσπασμα, α) Σε ποιον απευθύνεται ο ποιητής; β) Τι σημαίνει η φράση «παραδαρμένη από το κρίμα»; γ) Ποιο είναι το τελικό μήνυμα;
  3. Ποιος είναι ο στόχος του ποιητή στον Προφητικό και ποια είναι η τεχνική που χρησιμοποιεί;
  4. Ποια στοιχεία συνθέτουν τον προφητικό τόνο του αποσπάσματος;
  5. Στο απόσπασμα διακρίνουμε εύκολα δύο διαφορετικές ψυχικές διαθέσεις του ποιητή. Ποιες είναι αυτές και πώς δικαιολογείται η καθεμιά;

Κ. Παλαμάς, «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου. Λόγος Γ΄. Αγάπη» (απόσπασμα, ανάγνωση) [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]  Κ.Γ. Καρυωτάκης, [Μπρούτζινος γύφτος...]

ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ

Του Άρη Ιωαννίδη

«Τα σύμβολα στην ποίηση»

Τα σύμβολα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ποίησης, αλλά και της καθημερινότητάς μας ευρύτερα. Ένα πρόσωπο, ένας τόπος, ένα αντικείμενο, ένα γεγονός… αρκετά συχνά λαμβάνουν ευρύτερες διαστάσεις, συμβολίζοντας μια κατά κανόνα αφηρημένη έννοια.  Τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου γίνονται σύμβολα εσωτερικών, ψυχικών καταστάσεων. Το νοηματικό βάρος του κειμένου, με αυτό τον τρόπο, δείχνει να διευρύνεται και να αφήνει περιθώρια πολλών και ποικίλων ερμηνειών από το αναγνώστη.

Για τους συμβολιστές, κάθε εντύπωση που έχουμε είναι μοναδική και ανεπανάληπτη και επομένως είναι δύσκολο να αποδοθεί με τη συμβατική γλώσσα, αλλά με την ιδιαίτερη γλώσσα των συμβόλων.

Βασικό χαρακτηριστικό, εξάλλου, των συμβόλων είναι και η διαχρονικότητά τους. Θα λέγαμε πως λειτουργεί μια μορφή «σύμβασης», η οποία έχει πλέον καθιερωθεί μέσα από μια πολύχρονη παράδοση και από μια εμπειρία, η οποία κληροδοτείται από τη μια στην άλλη γενιά. Έτσι, τα σύμβολα αυτά που είναι δεμένα με την πρακτική-καθημερινή ζωή μας, είναι τελικά ευανάγνωστα και κατανοητά σε όλους.

Συνειρμικά οδηγούν τον αναγνώστη  σε μία άλλη διάσταση της έννοιας, ενώ πάντα μια μεταφορά συνοδεύει απαραιτήτως κάθε έννοια-σύμβολο, υπερβαίνοντάς την, καθώς αποδίδουν έντονα τις ψυχικές διαθέσεις και τα συναισθήματα του ποιητικού υποκειμένου. Οι ιδέες και τα συναισθήματα δεν λέγονται «καθαρά», υπονοούνται και υποβάλλονται μέσω εικόνων – συμβόλων, γοητεύοντας και συνάμα ενεργοποιώντας τη φαντασία μας.

Βέβαια, τα σύμβολα  δυσκολεύουν κάπως την «ανάγνωση» του ποιήματος, καθώς ο αναγνώστης καλείται να λύσει «γρίφους» και να δώσει το προσωπικό του στίγμα στην «ανάγνωση» και κατανόηση του ποιήματος. Ο ρόλος του είναι σημαντικός, καθώς οι εμπειρίες και οι γνώσεις του  θα βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το σύμβολο έχει κάποια συγκεκριμένη λειτουργία μέσα στο ποίημα. Εκφράζει μια ιδέα ή μια αφηρημένη έννοια και  η κατανόησή του προϋποθέτει την πράξη και το γεγονός της ερμηνείας. Αυτή ακριβώς τη λειτουργία καλείται να ερμηνεύσει και να αποκωδικοποιήσει/αποκωδικεύσει ο αναγνώστης του,  για να μπορέσει έτσι να κατανοήσει τη σημασία τους και τα νοήματα-έννοιες που κρύβονται πίσω από αυτό. Αυτή, ακριβώς, η κατανόηση των συμβόλων συνιστά την πράξη της ερμηνείας τους.

Ειδικά τώρα για τη χρήση των συμβόλων στη λογοτεχνία,  πρέπει να σημειωθεί ότι η χρησιμοποίησή τους προσδίδει στα κείμενα: πύκνωση νοημάτων, πρωτοτυπία και, παράλληλα, καθιστά τη λογοτεχνική γραφή δεκτική πολλών ερμηνειών.

Κάθε πολιτιστική κοινότητα παράγει τα δικά της σύμβολα. Συνεπώς, τα σύμβολα συνδέονται αναπόσπαστα με τον πολιτισμό στον οποίο ανήκουμε και ο οποίος τελικά τα παράγει και τα συντηρεί. Είναι «προϊόντα» του πολιτισμού μιας ανθρώπινης κοινότητας και δημιουργούνται μέσα από περίπλοκες διεργασίες.

Αυτονόητο, βέβαια, ότι η ποιητική τέχνη είναι σε θέση και τα πιο απλά πράγματα να τα μετατρέψει και να τα κάνει να λειτουργήσουν ως σύμβολα.  Σύμβολα που συναντάμε συχνά στην ποίηση:

  • Μια παλιά λ.χ. άμαξα με άλογα μπορεί να γίνει ένα σύμβολο που να εκφράζει το χρώμα, την ατμόσφαιρα, την ιδιαιτερότητα και το διαφορετικό τρόπο ζωής αλλοτινών και περασμένων εποχών, μέσα από την οποία εκφράζει ο ποιητής τη νοσταλγία του για το παρελθόν.
  • Ο Παρθενώνας είναι το σύμβολο των Αθηνών.
  • Ο Λευκός Πύργος το σύμβολο της Θεσσαλονίκης.
  • Το περιστέρι είναι το σύμβολο της ειρήνης.
  • Το αηδόνι στον Σεφέρη («Ελένη») συμβολίζει τη μουσική αρτιότητα.
  • Η τρίαινα συμβολίζει το θαλασσινό θεό Ποσειδώνα.
  • Ο σταυρός είναι το σύμβολο του χριστιανισμού (αλλά και του μαρτυρίου).
  • Στην ποιητική σύνθεση του Κ. Παλαμά «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου», το βασικό πρόσωπο της ποιητικής γραφής, δηλαδή ο Γύφτος, λειτουργεί ως ένα σύμβολο που εκφράζει την ελεύθερη, την ανυπότακτη και την απροσκύνητη ψυχή και συνείδηση· είναι ο άνθρωπος «ο χαλαστής και ο πλάστης».
  • Οι Βάρβαροι στον Καβάφη συμβολίζουν την ανάγκη και επιθυμία για αλλαγή και επιστροφή σε προγενέστερες μορφές διαβίωσης αλλά και την απλοποίηση της κοινωνικής ζωής. .
  • Η Ιθάκη συμβολίζει τους στόχους που θέτει ο καθένας στη ζωή του.
  • Τα τείχη το αίσθημα του εγκλωβισμού.
  • Η Αλεξάνδρεια, η πόλη του Καβάφη, συμβολίζει όλα όσα έχουμε επιθυμήσει και αποκτήσει  με αγώνα στη ζωή μας, καθώς και ό,τι  πρέπει να στερηθούμε όταν δυστυχώς φτάσει η στιγμή της ήττας στη ζωή μας.
  • Στην ποίηση του Eλύτη, γράφει ο κριτικός A. Kαραντώνης, «η φύση αποσπασμένη από τους άξονες της ακινησίας της και από τον άμεσο υποκειμενισμό του ποιητή ξετυλίγεται οργανικά και θεαματικότατα σαν όραμα καταπληκτικό».
  • O ήλιος γίνεται το κατ’ εξοχήν σύμβολο της ποιητικής τεχνικής και ενώνει υπό την εποπτεία του τον κόσμο. Συμβολίζει τη δικαιοσύνη, την ελπίδα, τη γνώση, την αλήθεια, το πανανθρώπινο ιδεώδες, τη χαρά, την εθνική δικαίωση, το φως…
  • Η ελληνική θάλασσα ήταν πάντα ένα από τα πιο αγαπημένα θέματα των νεοελλήνων λογοτεχνών. Άλλοτε ήρεμη, άλλοτε φουρτουνιασμένη ήταν σταθερή πηγή έμπνευσης. Στην ποίηση του Κ. Βάρναλη εκφράζει την επιθυμία του ποιητή να φύγει μακριά από τα βάσανα της καθημερινής ζωής. Στον Α. Καρκαβίτσα («Λόγια της πλώρης») την περιπέτεια και «αληθινή ζωή». Στον Ν. Βρεττάκο την αγάπη για τη ζωή. Στον Ο. Ελύτη «Μαρία Νεφέλη») τις πολλές αντιθέσεις.  «…Για πολλούς από μας οι πλώρες των καραβιών έχουν μια θέση στο παιδικό μας εικονοστάσι» ομολογεί ο Σεφέρης, και ο Ρίτσος στο όψιμο «Τερατώδες αριστούργημα» θυμάται πως έμενε ώρες και ώρες από μικρό παιδί στον βράχο της Μονεμβασιάς «με ασάλευτα τα βλέφαρά μου // αγνάντια στη Μυρτώα Θάλασσα αντιγράφοντας τη στάση ενός μαρμάρινου Ποσειδώνα». «Πρέπει να ξέρεις ν ́αρπάξεις τη θάλασσα από τη μυρωδιά για να σου δώσει το καράβι και το καράβι να σου δώσει τη Γοργόνα και η Γοργόνα τον Μεγαλέξαντρο και όλα τα πάθη του Ελληνισμού»(Οδ. Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά, εκδ. Αστερίας, Αθ. 1974,σ. 44)
  • Τα βιβλικά πρόσωπα (Ιώβ, Χριστός, Μαρία/Παναγία) και τα τοπωνύμια (Γολγοθάς) αισθητικοποιούν αναλόγως τα πάθη του ανθρώπου.
  • Το πιάνο στον Ρίτσο συμβολίζει το αίσθημα της διάλυσης, της καταστροφής.
  • Το ρόδο είναι ένα διαχρονικό σύμβολο στην ποίηση και τη λογοτεχνία που εκφράζει την αισιοδοξία, τη δημιουργικότητα και τη χαρά της ζωής. Το ματωμένο, από την άλλη, είναι μία λέξη που χαρακτηρίζει την νεοελληνική ιστορία, εκφράζοντας τον πόνο, την αγωνία, τις τραγωδίες που έχει ζήσει αυτός ο λαός και έχει αποτυπωθεί ως σύμβολο σε δεκάδες έργα, ποιήματα και πεζογραφήματα που έχουν μείνει διαχρονικά.
  • Οι Κύκλωπες και οι Λαιστρυγόνες συμβολίζουν τις φοβίες των ανθρώπων.

Βιβλιογραφία:

  1. Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων, ΟΕΔΒ
  2. Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας ,Αλέξανδρος Αργυρίου

Άρης Ιωαννίδης*
Φιλόλογος

Του Άρη Ιωαννίδη

«Τα σύμβολα στην ποίηση»

Τα σύμβολα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ποίησης, αλλά και της καθημερινότητάς μας ευρύτερα. Ένα πρόσωπο, ένας τόπος, ένα αντικείμενο, ένα γεγονός… αρκετά συχνά λαμβάνουν ευρύτερες διαστάσεις, συμβολίζοντας μια κατά κανόνα αφηρημένη έννοια.  Τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου γίνονται σύμβολα εσωτερικών, ψυχικών καταστάσεων. Το νοηματικό βάρος του κειμένου, με αυτό τον τρόπο, δείχνει να διευρύνεται και να αφήνει περιθώρια πολλών και ποικίλων ερμηνειών από το αναγνώστη.

Για τους συμβολιστές, κάθε εντύπωση που έχουμε είναι μοναδική και ανεπανάληπτη και επομένως είναι δύσκολο να αποδοθεί με τη συμβατική γλώσσα, αλλά με την ιδιαίτερη γλώσσα των συμβόλων.

Βασικό χαρακτηριστικό, εξάλλου, των συμβόλων είναι και η διαχρονικότητά τους. Θα λέγαμε πως λειτουργεί μια μορφή «σύμβασης», η οποία έχει πλέον καθιερωθεί μέσα από μια πολύχρονη παράδοση και από μια εμπειρία, η οποία κληροδοτείται από τη μια στην άλλη γενιά. Έτσι, τα σύμβολα αυτά που είναι δεμένα με την πρακτική-καθημερινή ζωή μας, είναι τελικά ευανάγνωστα και κατανοητά σε όλους.

Συνειρμικά οδηγούν τον αναγνώστη  σε μία άλλη διάσταση της έννοιας, ενώ πάντα μια μεταφορά συνοδεύει απαραιτήτως κάθε έννοια-σύμβολο, υπερβαίνοντάς την, καθώς αποδίδουν έντονα τις ψυχικές διαθέσεις και τα συναισθήματα του ποιητικού υποκειμένου. Οι ιδέες και τα συναισθήματα δεν λέγονται «καθαρά», υπονοούνται και υποβάλλονται μέσω εικόνων – συμβόλων, γοητεύοντας και συνάμα ενεργοποιώντας τη φαντασία μας.

Βέβαια, τα σύμβολα  δυσκολεύουν κάπως την «ανάγνωση» του ποιήματος, καθώς ο αναγνώστης καλείται να λύσει «γρίφους» και να δώσει το προσωπικό του στίγμα στην «ανάγνωση» και κατανόηση του ποιήματος. Ο ρόλος του είναι σημαντικός, καθώς οι εμπειρίες και οι γνώσεις του  θα βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το σύμβολο έχει κάποια συγκεκριμένη λειτουργία μέσα στο ποίημα. Εκφράζει μια ιδέα ή μια αφηρημένη έννοια και  η κατανόησή του προϋποθέτει την πράξη και το γεγονός της ερμηνείας. Αυτή ακριβώς τη λειτουργία καλείται να ερμηνεύσει και να αποκωδικοποιήσει/αποκωδικεύσει ο αναγνώστης του,  για να μπορέσει έτσι να κατανοήσει τη σημασία τους και τα νοήματα-έννοιες που κρύβονται πίσω από αυτό. Αυτή, ακριβώς, η κατανόηση των συμβόλων συνιστά την πράξη της ερμηνείας τους.

Ειδικά τώρα για τη χρήση των συμβόλων στη λογοτεχνία,  πρέπει να σημειωθεί ότι η χρησιμοποίησή τους προσδίδει στα κείμενα: πύκνωση νοημάτων, πρωτοτυπία και, παράλληλα, καθιστά τη λογοτεχνική γραφή δεκτική πολλών ερμηνειών.

Κάθε πολιτιστική κοινότητα παράγει τα δικά της σύμβολα. Συνεπώς, τα σύμβολα συνδέονται αναπόσπαστα με τον πολιτισμό στον οποίο ανήκουμε και ο οποίος τελικά τα παράγει και τα συντηρεί. Είναι «προϊόντα» του πολιτισμού μιας ανθρώπινης κοινότητας και δημιουργούνται μέσα από περίπλοκες διεργασίες.

Αυτονόητο, βέβαια, ότι η ποιητική τέχνη είναι σε θέση και τα πιο απλά πράγματα να τα μετατρέψει και να τα κάνει να λειτουργήσουν ως σύμβολα.  Σύμβολα που συναντάμε συχνά στην ποίηση:

  • Μια παλιά λ.χ. άμαξα με άλογα μπορεί να γίνει ένα σύμβολο που να εκφράζει το χρώμα, την ατμόσφαιρα, την ιδιαιτερότητα και το διαφορετικό τρόπο ζωής αλλοτινών και περασμένων εποχών, μέσα από την οποία εκφράζει ο ποιητής τη νοσταλγία του για το παρελθόν.
  • Ο Παρθενώνας είναι το σύμβολο των Αθηνών.
  • Ο Λευκός Πύργος το σύμβολο της Θεσσαλονίκης.
  • Το περιστέρι είναι το σύμβολο της ειρήνης.
  • Το αηδόνι στον Σεφέρη («Ελένη») συμβολίζει τη μουσική αρτιότητα.
  • Η τρίαινα συμβολίζει το θαλασσινό θεό Ποσειδώνα.
  • Ο σταυρός είναι το σύμβολο του χριστιανισμού (αλλά και του μαρτυρίου).
  • Στην ποιητική σύνθεση του Κ. Παλαμά «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου», το βασικό πρόσωπο της ποιητικής γραφής, δηλαδή ο Γύφτος, λειτουργεί ως ένα σύμβολο που εκφράζει την ελεύθερη, την ανυπότακτη και την απροσκύνητη ψυχή και συνείδηση· είναι ο άνθρωπος «ο χαλαστής και ο πλάστης».
  • Οι Βάρβαροι στον Καβάφη συμβολίζουν την ανάγκη και επιθυμία για αλλαγή και επιστροφή σε προγενέστερες μορφές διαβίωσης αλλά και την απλοποίηση της κοινωνικής ζωής. .
  • Η Ιθάκη συμβολίζει τους στόχους που θέτει ο καθένας στη ζωή του.
  • Τα τείχη το αίσθημα του εγκλωβισμού.
  • Η Αλεξάνδρεια, η πόλη του Καβάφη, συμβολίζει όλα όσα έχουμε επιθυμήσει και αποκτήσει  με αγώνα στη ζωή μας, καθώς και ό,τι  πρέπει να στερηθούμε όταν δυστυχώς φτάσει η στιγμή της ήττας στη ζωή μας.
  • Στην ποίηση του Eλύτη, γράφει ο κριτικός A. Kαραντώνης, «η φύση αποσπασμένη από τους άξονες της ακινησίας της και από τον άμεσο υποκειμενισμό του ποιητή ξετυλίγεται οργανικά και θεαματικότατα σαν όραμα καταπληκτικό».
  • O ήλιος γίνεται το κατ’ εξοχήν σύμβολο της ποιητικής τεχνικής και ενώνει υπό την εποπτεία του τον κόσμο. Συμβολίζει τη δικαιοσύνη, την ελπίδα, τη γνώση, την αλήθεια, το πανανθρώπινο ιδεώδες, τη χαρά, την εθνική δικαίωση, το φως…
  • Η ελληνική θάλασσα ήταν πάντα ένα από τα πιο αγαπημένα θέματα των νεοελλήνων λογοτεχνών. Άλλοτε ήρεμη, άλλοτε φουρτουνιασμένη ήταν σταθερή πηγή έμπνευσης. Στην ποίηση του Κ. Βάρναλη εκφράζει την επιθυμία του ποιητή να φύγει μακριά από τα βάσανα της καθημερινής ζωής. Στον Α. Καρκαβίτσα («Λόγια της πλώρης») την περιπέτεια και «αληθινή ζωή». Στον Ν. Βρεττάκο την αγάπη για τη ζωή. Στον Ο. Ελύτη «Μαρία Νεφέλη») τις πολλές αντιθέσεις.  «…Για πολλούς από μας οι πλώρες των καραβιών έχουν μια θέση στο παιδικό μας εικονοστάσι» ομολογεί ο Σεφέρης, και ο Ρίτσος στο όψιμο «Τερατώδες αριστούργημα» θυμάται πως έμενε ώρες και ώρες από μικρό παιδί στον βράχο της Μονεμβασιάς «με ασάλευτα τα βλέφαρά μου // αγνάντια στη Μυρτώα Θάλασσα αντιγράφοντας τη στάση ενός μαρμάρινου Ποσειδώνα». «Πρέπει να ξέρεις ν ́αρπάξεις τη θάλασσα από τη μυρωδιά για να σου δώσει το καράβι και το καράβι να σου δώσει τη Γοργόνα και η Γοργόνα τον Μεγαλέξαντρο και όλα τα πάθη του Ελληνισμού»(Οδ. Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά, εκδ. Αστερίας, Αθ. 1974,σ. 44)
  • Τα βιβλικά πρόσωπα (Ιώβ, Χριστός, Μαρία/Παναγία) και τα τοπωνύμια (Γολγοθάς) αισθητικοποιούν αναλόγως τα πάθη του ανθρώπου.
  • Το πιάνο στον Ρίτσο συμβολίζει το αίσθημα της διάλυσης, της καταστροφής.
  • Το ρόδο είναι ένα διαχρονικό σύμβολο στην ποίηση και τη λογοτεχνία που εκφράζει την αισιοδοξία, τη δημιουργικότητα και τη χαρά της ζωής. Το ματωμένο, από την άλλη, είναι μία λέξη που χαρακτηρίζει την νεοελληνική ιστορία, εκφράζοντας τον πόνο, την αγωνία, τις τραγωδίες που έχει ζήσει αυτός ο λαός και έχει αποτυπωθεί ως σύμβολο σε δεκάδες έργα, ποιήματα και πεζογραφήματα που έχουν μείνει διαχρονικά.
  • Οι Κύκλωπες και οι Λαιστρυγόνες συμβολίζουν τις φοβίες των ανθρώπων.

Βιβλιογραφία:

  1. Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων, ΟΕΔΒ
  2. Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας ,Αλέξανδρος Αργυρίου

Άρης Ιωαννίδης*
Φιλόλογος

Πηγή : https://www.schooltime.gr

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

[ΠΗΓΗ:https://filologika.gr/lykio/a-lykiou-2/neoelliniki-glossa/perigrafi-a-lykeiou/]

Περιγραφή Προσώπου

περιγραφή ατόμου

ΕΙΔΙΚΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

ωοειδής/-ής/-ές                       = αυτός που έχει σχήμα αυγού, ΣΥΝ: οβάλ.

οστεώδης/-ης/-ες                     = λιπόσαρκος, κοκαλιάρης.

γλαρά (μάτια)                            = φωτεινά, ζωηρά / γεμάτα ηδυπάθεια.

τσακίρικα (μάτια)                      = γαλανά/ γοητευτικά.

βλοσυρό (βλέμμα)                       = αγριωπό, εχθρικό.

απλανές (βλέμμα)                       = ανέκφραστο, που δεν εστιάζεται σε κάτι συγκεκριμένο.

γραμμένα (μάτια, χείλη, φρύδια)   που έχουν ωραία γραμμή, είναι σαν ζωγραφισμένα, ΣΥΝ: καλοσχηματισμένα.

σαρκαστικό (χαμόγελο)               = ειρωνικό, χλευαστικό, κοροϊδευτικό.

αγένειος/-α/-ο                  = αυτός που δεν έχει γένια, ΣΥΝ: άγενος, αμούστακος.

ροζιάρικα (χέρια)                       = γεμάτα ρόζους (ρόζος = μικρή σκληρή προεξοχή του δέρματος, κάλος).

ντελικάτο (σώμα)                       λεπτό, λεπτοκαμωμένο, εύθραυστο.

βεργολυγερός/-ή                 = ψηλός και λεπτός, με ωραίο παράστημα.

αιθέριος/-α/-ο                         = αυτός που χαρακτηρίζεται από ανάλαφρη χάρη.

Άδωνις                                     = νέος με πολύ όμορφο πρόσωπο και ωραίο σώμα (από το μυθικό εραστή της θεάς Αφροδίτης).

Κουασιμόδος                              = πολύ άσχημος άνθρωπος (από το γνωστό Quasimodo, ήρωα του μυθιστορήματος «Η Παναγία των Παρισίων» του Β. Ουγκώ).

καρικατούρα                              = άσχημος άνθρωπος, με δυσανάλογα και αστεία χαρακτηριστικά (η κυριολεκτική σημασία της λέξης καρικατούρα είναι «γελοιογραφία»).

Περιγραφή Ζωγραφικού Πίνακα - Έργου Τέχνης

Κατά την περιγραφή ενός έργου τέχνης, κατευθύνουμε το λόγο μας διαδοχικά στα διάφορα μέρη του και ακολουθούμε μια σειρά: από πάνω προς τα κάτω ή από έξω προς τα μέσα. Φροντίζουμε ώστε να μην επανερχόμαστε στα ίδια σημεία του έργου και να μην περιγράφουμε άτακτα και επιφανειακά. Ακολουθούμε την εξής διαδικασία:

  • αναφέρουμε τα βασικά χαρακτηριστικά του πίνακα ή του έργου τέχνης.
  • περιγράφουμε τις λεπτομέρειες και δίνουμε έμφαση στις σημαντικότερες από αυτές.
  • εντάσσουμε το έργο σε τεχνοτροπίες, σχολές και καλλιτεχνικά ρεύματα

Περιγραφή

ME AΡΩΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΑΙΚΟΥ

Φωτό Ασημίνα Ξηρογιάννη


Ανθολόγηση-Επιμέλεια :Aσημίνα Ξηρογιάννη


ΓΙΩΡΓΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

Τρεις φίλοι παίζαν
στα ζάρια το φιλί της.
Κι άλλος το πήρε.

*

Νεκρός και  ο Εκτωρ
Τρομάζει τον Όμηρο
η αναίρεσή του.

«Τριαντατρία χαϊκού », Στιγμή 1990



ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ


ΖΗΝΩΝ Ο ΕΛΕΑΤΗΣ

Λέω να φάω
χελωνόσουπα, όχι
λαγό στιφάδο.

*

HANS -GEORG GADAMER

Διάβασε Τσέλαν.
Η αλήθεια κατοικεί
μόνο στη  γλώσσα.


«Η ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας σε 100 χαϊκού », Πατάκης 2011

***


ΑΡΓΥΡΗΣ ΧΙΟΝΗΣ

Σκίτσο ο κόσμος και
ανελέητη ο θάνατος
γομολάστιχα.

*

'Εσβησε ο κόσμος.
Μένει αναμμένη, μόνη,
μια ανεμώνη.

«Ο,τι περιγράφω με περιγράφει», Γαβριηλίδης 2010

***

ΧΑΡΗΣ ΜΕΛΙΤΑΣ

Living Theater

'Aλλαξε ρόλο
η Ελπίδα στη σκηνή.
Πεθαίνει πρώτη.

«Το θέατρο στην ποίηση»,Ανθολόγηση: Aσημίνα Ξηρογιάννη, Μomentum 2017

*

Σχήμα πρωθύστερο

Ελεγε πάντα
αύριο τα σπουδαία
μα χάθηκε χθες.

«Πατέ/στρουθο/καμήλου/ »Μανδραγόρας, 2008
***

ΦΡΟΣΟΥΛΑ ΚΟΛΟΣΙΑΤΟΥ

Η μάσκα είναι
'Ενα μέσον έκστασης
Σαν μετάλλαξη

«Το θέατρο στην ποίηση»,Ανθολόγηση:  Aσημίνα Ξηρογιάννη,  Μomentum 2017
***

ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ

'Εχεις πεθάνει 
Το αίμα σου δεν το ξέρει
Μήτε το στόμα σου.


«Ανθολογία ελληνικού Χαϊκού,Δελφοί,Αθήνα ,χ.χ.σ.24,

Επιμέλεια: Xρήστος Τουμανίδης»

***

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ

Eρωτικό χαϊκού
        
              ΤΕΝΤ

ΣΥΛΒΙΑ               ΑΣΙΑ

ΧΙΟΥΓΚΟ             ΧΕΝΡΙ
                 
                  Α Ν Α Ι Σ


Τρία βλέμματα.

Εγώ εσύ κι αυτή.
Εμείς και μεις!

«23 μέρες»,Γαβριηλίδης ,2015

*

Κάνεις θέατρο!
Υπερβαίνεις το ψέμα
μιας ρηχής ζωής.

(Ανέκδοτo)


ΜΑΤΣΗ ΧΑΤΖΗΛΑΖΑΡΟΥ


πόσην αγάπη

εσύ Χάροντα στυγνέ
ρήμαξες φέτος

*

μείνε σε μένα
τη λύπη να φοβάσαι
όχι τα γέλια

«21 τρίστιχα»Η Λέξη ΙΙ(1982)24.εξ.

***

EΛΕΝΗ ΜΩΥΣΙΑΔΟΥ

Βραδιάζει τώρα.
Στην ώρα της η νύχτα.
Εσύ που είσαι;

Πόρτα δεν ξέρει
ούτε οδό και αριθμό
η ευτυχία.

«Ο μύθος και ο ήλιος»,poema 2014

***


ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ


'Αγονος γραμμή

Το δοιάκι τι έχει;
H βάρκα γράφει κύκλους
κι ούτε ένας γλάρος!

*

Βουλιάζει ο κόσμος
κρατήσου,θα σ΄αφήσει
μόνο στον ήλιο.


«Ποιήματα»,Ικαρος,1989

***

ΑΓΗΣ ΜΠΡΑΤΣΟΣ

Για το σώμα «κιχ»
Πνευματικοί άνθρωποι 
λεν και ξενοιάζουν .

*

Εύπιστο σώμα
ανασαίνεις και θνήσκεις
με λόγια,λόγια.

«Τόσα λόγια»,Κέδρος 2012

***

ΤΑΣΟΣ ΚΟΡΦΗΣ

'Αλγη από μνήμες.
Αγκάλιασέ με.Πες μου:
«Δεν είσαι νεκρός».

Μεγάλη λέξη 
το ανικανοποίητο
νικάει το χρόνο.


«Παυσίλυπα»,Πρόσπερος,1987



***

ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

Ποιος αδηφάγος 
ζόφος του ασύλλητου
ρουφά τον κόσμο;

«Το έρημο λυκώφος»,Αστρολάβος,1992

*

Πυγολαμπίδες
το νυχτικό κεντάνε 
του Ιουνίου.

«Σιωπητήριο χιονιού», 134 Χαϊκού, Γαβριηλίδης 2015

***

ΣΠΥΡΟΣ Α.ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Αξίωμα

Απ΄την οδύνη 
στοχασμός και οδύνη
απ΄τον στοχασμό.

«Στην άκρη της γλώσσας », 33 Χαϊκού από τις εκδόσεις Μανδραγόρα.

***


ΜΑΡΙΚΑ ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ

Στην κάμαρή μου
Το σώμα της,τα μάτια
Σαν το φεγγάρι

*

Πήρε ανάσα

Έγινε ο βυθός της
Ο ουρανός του

«Παράξενη εξήγηση 22»,Γαβριηλίδης 2018

***


ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Τι πιο τραγικό;
Nα κάνω διάλογο
με τη σιωπή σου

Τον συλλάβανε.
Σε ώρες ανάπαυσης
έγραφε στίχους.

«Εξυπνες βόμβες»,Μανδραγόρας 2016

***

ΑΝΤΩΝΗΣ Θ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

IV

Aς ταξιδέψω
Για αποσκευές αρκούνε
οι λίγοι στίχοι.

ΧΧ

Να γράψει στίχους
στο χαρτί ήθελε.Μα
αυτοί πετούσαν.


«Fast food και κέρματα», Μανδραγόρας 2015


***

ΑΘΗΝΑ ΜΕΛΗ

Το απρόβλεπτο
περιμένει σαν ένας
άυπνος φίλος

Αναρωτιέμαι:
Λίγη αγάπη μόνο
έχει νόημα;

«Με τις δεκαεφτά συλλαβές του είναι...», Φυλάτος 2018

***

ΜΑΡΙΑ ΧΟΥΡΔΑΚΗ

Μια βελανιδιά
είναι ο δάσκαλός μου
μέσα στο δάσος.

«Ανάμεσα στα φύλλα»,  Γαβριηλίδης 2017

***

ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΟΥΣΚΑΣ

Καθείς και πρίσμα

Η ποίηση προσπίπτει
Μα πού το φάσμα;

« Χαϊκού νήματα»,  Σοκόλη 2017


***

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ -ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΧΛΙΒΑΝΙΔΟΥ

Μεταγγίσαμε
στις υδρίες της φθοράς
τα όνειρά μας.

Ουτοπικίζω;
Πλάθω κόσμο ωραίο
'Ετσι μ' αρέσει.

«160...παλμοί  χαϊκού »,  Εχέδωρος Εκδοτική 2012

***

ΠΑΝΤΑΖΗΣ Ι. ΦΥΣΣΑΣ

A,πόσοι κύκλοι
σμίγουν αρχή με τέλος!
Δεν παραιτούμαι

                       1968

Σε δισταχτικό ποιητή


Το ποίημα ξέρει

μονάχο του πού πάει.
Συνόδεψέ το
   
                       2007


«Το χρώμα που αγαπούσες», Στοχαστής 2017

***

ΦΩΤΕΙΝΗ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ-ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΑΒΒΑΡΗΣ


Κάθε ποίημα

ο αχειροποίητος πόνος
των θνητών.

*

'Ενας ποιητής
μουτζουρώνει το μέλλον
να μην φαίνεται

«Λάμψη Λεπιδόπτερων»/68 Χαϊκού/Οι εκδόσεις των φίλων 2018

***

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΥΣΣΑΣ

B'

Xάνομαι πάλι
Παράθυρα των δρόμων
Βλέπω κουφωτά.

Z'

                  δικαστήρια Ευελπίδων

Κουστούμια,πούρα,
Κινητά' και ξαφνικά
Τόσα κοτσίφια.

«Οι αστικοί χώροι είναι ποίηση από μόνοι  τους»,  Εκδόσεις Γιου Κε,Αθήνα 2008


ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΛΙΑΣ

 Χαϊκού της νύχτας

Λείπεις τις νύχτες
Τόσα χρόνια ονείρων
σε περιμένω.

Γέρνεις πάνω μου
Παλεύει το σκοτάδι
το γυμνό φως σου.

ιστολόγιο Γιάννη Τόλια

****

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΑΒΒΑΡΗΣ

[  Χαϊκού  64 ]

Η αρμονία
Είναι θέμα γωνίας
Παραδέξου το

Χωματόσποροι,Πνευματική Εστία Σπάρτης, 2015

notationes ANOIΞΗ 2018 /// Με άρωμα Eλληνικού Χαϊκού

http://varelaki.blogspot.com/2018/03/notationes-anoi-2018-e.html

 

Χαϊκού 

Το χαϊκού (ιαπωνικά俳句‎, δηλαδή «αστείος στίχος») είναι μια ιαπωνική ποιητική φόρμα. Παραδοσιακά αποτελείται από τρεις ομάδες των 5, 7, 5 συλλαβών, οι οποίες τοποθετούνται σε τρεις στίχους για έμφαση ή σε έναν, χωρισμένο με κενά. Το χαϊκού είναι με συνολικά 17 συλλαβές η πιο σύντομη μορφή ποίησης στον κόσμο. Περιγράφει μια εικόνα της φύσης και δίνει στοιχεία για την εποχή του χρόνου μέσα από εποχιακές λέξεις (Κίγκο).[εκκρεμεί παραπομπή] Υπάρχουν επίσης ποιητές χαϊκού οι οποίοι ακολουθούν μια πιο ελεύθερη φόρμα. Ο ιδρυτής του σύγχρονου χαϊκού ως αυτόνομης μορφής ποίησης ήταν ο Μασαόκα Σίκι, ο οποίος επίσης διαμόρφωσε τον όρο χαϊκού (από τους παλιότερους χαϊκάι ή χόκκου).

Ένα χαϊκού διαβάζεται σε μια αναπνοή.

Οι προγονικές μορφές του χαϊκού ήταν το τάνκα (με μέτρο 31 συλλαβών σε δύο ομάδες των 5-7-5 και 7-7) και το ρένγκα (μια αλυσίδα από τάνκα). Αρχικά πολλοί ποιητές συνέθεταν τάνκα σε κοινωνικές συνευρέσεις αυτοσχεδιάζοντας από κοινού. Ο πρώτος ποιητής δημιουργούσε το χόκκου (την αρχική στροφή του τάνκα, 5-7-5), ο δεύτερος το ματσούκου (την επόμενη στροφή, 7-7). Αυτή η μορφή της ομαδικής ποίησης ήταν γνωστή και σαν ουάκα (ποίηση ερωταπόκρισης). Αργότερα, σαν ένα είδος κοινωνικού παιχνιδιού, συνέθεταν ολόκληρες αλυσίδες από τάνκα, που οδήγησε στο χακάι-ρένγκα όπου οι στροφές ενώνονταν μεταξύ τους θεματικά.

Από το 13ο αιώνα εμφανίζονται τα πρώτα τεκμηριωμένα χόκκου ως ξεχωριστή λυρική μορφή. Το χόκκου εξελίχθηκε ως περιπαικτικό και αστείο ποίημα, αγαπητό στους αυλικούς και τους σαμουράι. Από το 15ο αιώνα εδραιώνεται το χόκκου δίπλα στο τάνκα ως αυτοτελής στιχουργική μορφή και το ζήτημα συνέχισε να είναι το παιχνίδι με τις λέξεις και τις εικόνες.

Αυτό που σήμερα ονομάζεται κλασικό χαϊκού δημιουργήθηκε το 16ο αιώνα, στην αρχή της περιόδου Έντο. Οι ιδιαιτερότητες της περιόδου αυτής δημιούργησαν την αίσθηση ενός κλειστού, αμετάβλητου κόσμου, καθώς η κοινωνία καθοριζόταν από ένα φεουδαρχικό ταξικό σύστημα και η Ιαπωνία έκοψε σχεδόν ολοκληρωτικά την επαφή με τον έξω κόσμο. Αυτό το ακριβώς ορισμένο σύστημα αξιών και συμβόλων έδωσε σε ποιητές και ακροατές ένα κοινό και σαφώς οριοθετημένο πλαίσιο κατανόησης. Οι μεταβολές συνέβαιναν μόνο σε λεπτομέρειες και έτσι το χαϊκού διαμορφώθηκε από τη αναζήτηση της ακόμη πιο ακριβούς, πιο πετυχημένης έκφρασης και όχι την τάση αμφισβήτησης της παράδοσης ή της δημιουργίας νέων φορμών. Έτσι η φόρμα και το περιεχόμενο παρέμειναν για αιώνες σταθερά. Όπως το έθεσε ο ίδιος ο Μπασό, ήθελε να μεταδώσει την αίσθηση "του αμετάβλητου μέσα στην κίνηση"[1]. Εμφανίστηκαν υποείδη του χαϊκού, όπως το κωμικό κυόκα ("τρελός στίχος") ή άλλα που ήταν σατιρικά ή που εξέφραζαν ακόμη και κοινωνική διαμαρτυρία, αλλά το πιο σοβαρό χαϊκού διαδόθηκε καθώς ήταν απλό και εκφραστικό και μπορούσε να εξασκηθεί από ανώτερα και κατώτερα μέλη της κοινωνίας[2]. Η εξέλιξη του χαϊκού επηρεάστηκε επίσης από τη σκέψη του ταοϊσμού και του βουδισμού Ζεν.

Πορτραίτο του Ματσούο Μπασό από τον Γιοκόι Κινκόκου, γύρω στο 1820. Η καλλιγραφία αναφέρεται σε ένα από τα πιο διάσημα χαϊκού του Μπασό, το χαϊκού του βατράχου.

Σήμερα ο Ματσούο Μπασό (1644–1694) θεωρείται ο πρώτος μεγάλος ποιητής χαϊκού. Το δικό του χαϊκού του βατράχου είναι μάλλον το πιο διάσημο χαϊκού στον κόσμο. Επίσης μεγάλοι ποιητές χαϊκού ήταν ο Γιόσα Μπουσόν (1716–1783) και ο Κομπαγιάσι Ίσσα (1763–1827). Ο Κομπαγιάσι Ίσσα δεν ακολουθούσε πάντα τη συμβατική φόρμα 5-7-5. Στα έργα του, που εναντιώνονται στην αυξανόμενη εκζήτηση των χαϊκού, διακρίνεται μια βαθιά αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωντανά πλάσματα η οποία διανθίζεται συχνά με χιούμορ:

«Το βουνίσιο ρέμα
Άλεσε το ρύζι για μένα
Ενώ έπαιρνα εναν υπνάκο»

Το πότε εμφανίστηκε ο όρος χαϊκού δεν είναι πλήρως εξακριβωμένο. Πιθανόν να προέρχεται από το χάι του χάικαϊ νο ρένγκα και το κου από το χόκκου. Γνώρισε γενικότερη διάδοση από τον ανανεωτή της ποίησης χαϊκού, Μασαόκα Σίκι (1867-1902).

Μετά τον Σίκι διαμορφώθηκαν δύο ρεύματα. Οι δύο σημαντικότεροι μαθητές του, ο Τακαχάμα Κυόσι (1874-1959) και ο Καβαχιγκάσι Χεκιγκοτό (1873-1937) έδωσαν στο χαϊκού διαφοροποιημένες ωθήσεις, που διαρκούν έως σήμερα. Ο Χεκιγκοτό συνέχισε τις μεταρρυθμίσεις του Σίκι και πειραματίστηκε με τη φόρμα. Ο Κυόσι διαμόρφωσε το αντίθετο ρεύμα, του "παραδοσιακού χαϊκού". Η σημαντική επίδραση του Κυόσι φαίνεται μέχρι σήμερα στο εύρος της διάδοσης του "παραδοσιακού χαϊκού" στην Ιαπωνία. Από τη σχολή του προέκυψαν πολλοί καταξιωμένοι ποιητές (όπως ο Μιζουχάρα Σουόσι (1892-1981)). Από το ρεύμα του Χεκιγκοτό αναπτύχθηκε η ελεύθερη φόρμα του χαϊκού. Σημαντικοί ποιητές προήλθαν από αυτή τη γραμμή όπως ο Ιππεκίρο Νακατσούκα (1897-1946), ο Ογκιβάρα Σεϊσενσούι (1884-1976), ο Οζάκι Χόσαϊ (1885-1926) και ιδιαίτερα ο Τανέντα Σαντόκα (1882-1940), που ανήκει στους πιο πολυδιαβασμένους ποιητές της Ιαπωνίας,

Αλλά και το σύγχρονο (γκένταϊ) ιαπωνικό χαϊκού έχει τις ρίζες του εδώ. Δημιουργήθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως φιλελεύθερο κίνημα χαϊκού, από τις εμπειρίες του ιαπωνικού υπερεθνικισμού. Οι ποιητές της σινκό χαϊκού ουντό, της νέας κίνησης χαϊκού, οι οποίοι δεν ακολουθούσαν τις επιταγές του "παραδοσιακού χαϊκού" κατά τον Τακαχάμα Κυόσι, διώκονταν, συλλαμβάνονταν και βασανίζονταν και τα περιοδικά τους απαγορεύονταν. Ο ίδιος ο Τακαχάμα Κυόσι θεωρήθηκε μετά τον πόλεμο κύριος υπαίτιος. Ήταν πρόεδρος του τμήματος χαϊκού της «Πατριωτικής Εταιρείας για την Ιαπωνική Λογοτεχνία» (Νιχόν μπουνγκάκου χόκοκου κάι), ενός κρατικού οργανισμού προπαγάνδας με στόχο τον έλεγχο των πολιτισμικών δραστηριοτήτων, που υπαγόταν στις μυστικές υπηρεσίες.

Στο σημερινό κίνημα χαϊκού γκεντάι απαντά κανείς διάφορες ποιητικές θέσεις, οι οποίες συνυπάρχουν παρ' όλες τις αντιθέσεις τους. Κάποιοι ποιητές είναι πιστοί στη φόρμα 5-7-5, άλλοι μόνο στην εποχιακή λέξη, ενώ άλλοι απορρίπτουν και τα δύο.

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A7%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CE%BF%CF%8D

Βιτσέντζος Κορνάρος «Ο Ερωτόκριτος» [Τράπεζα Θεμάτων, Λογοτεχνία Α΄ Λυκείου]

Κωνσταντίνος Μάντης | Τράπεζα Θεμάτων (Λογοτεχνία Α΄ Λυκείου)  

Ενότητα: «Τα φύλα στη λογοτεχνία»

ΒΙΤΖΕΝΤΖΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ (1553-1613)

Ο Ερωτόκριτος (αποσπάσματα)

ΠΟΙΗΤΗΣ

Tου Κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν,

και του Τροχού, που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνουν·

και του Καιρού τα πράματα, που αναπαημό δεν έχουν,

μα στο Kαλό κ’ εις το Kακό περιπατούν και τρέχουν·

και των Αρμάτω οι ταραχές, όχθρητες, και τα βάρη,

του Έρωτος οι μπόρεσες και τση Φιλιάς η χάρη·

αυτάνα μ’ εκινήσασι τη σήμερον ημέραν,

ν’ αναθιβάλω και να πω τά κάμαν και τά φέραν

σ’ μιά Κόρη κ’ έναν ’γουρο, που μπερδευτήκα ομάδι

σε μιά Φιλιάν αμάλαγη, με δίχως ασκημάδι.

 […]

Ήρχισε και μεγάλωνε το δροσερό κλωνάρι,

και πλήθαινε στην ομορφιά, στη γνώση, και στη χάρη.

Eγίνηκεν τόσο γλυκειά, που πάντοθ’ εγρικήθη

πως για να το ’χου θάμασμα στον Kόσμον εγεννήθη.

Kαι τ’ όνομά τση το γλυκύ το λέγαν Aρετούσα,

οι ομορφιές τση ή[σα]ν πολλές, τα κάλλη τση ήσαν πλούσα.

Xαριτωμένο θηλυκό τως το ’καμεν η Φύση,

και σαν αυτή δεν ήτονε σ’ Aνατολή και Δύση.

Όλες τσι χάρες κι αρετές ήτονε στολισμένη,

ευγενική και τακτική, πολλά χαριτωμένη.

 […]

 Ήτονε δεκοκτώ χρονών, μα ’χε γερόντου γνώση,

οι λόγοι του ήσανε θροφή, κ’ η ερμηνειά του βρώση.

Kαι τ’ όνομά του το γλυκύ Pωτόκριτον ελέγα,

ήτονε τσ’ αρετής πηγή και τσ’ αρχοντιάς η φλέγα

κι όλες τσι χάρες π’ Oυρανοί και τα ’στρη εγεννήσαν,

μ’ όλες τον εμοιράνασι, μ’ όλες τον εστολίσαν.

( Ερωτόκριτος, επιμ. Στ. Αλεξίου, Ερμής 1990)

1: αναθιβάλλω: 1) θυμάμαι, αναπολώ 2) μνημονεύω, διηγούμαι.

2: άγουρο: αγόρι, νέος, παλικάρι.

3: εγρικηθη: ακούστηκε.

4: τως: τους.

5: φλέγα: φλέβα, αρτηρία, πηγή.

6: τα ’στρη: τα άστρα

7: μοιραίνω: προσδιορίζω τη μοίρα κάποιου μοιραίνω: προσδιορίζω τη μοίρα κάποιου

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Α.1. Να αναφέρετε ποια ιστορία δηλώνει ο ποιητής ότι θα αφηγηθεί. (5 μονάδες) Τι τον οδήγησε σ’ αυτό; (10 μονάδες)

Ο ποιητής δηλώνει πως θα αφηγηθεί τα περιστατικά που σχετίζονται με την «αμάλαγη φιλιά», την αγνή φιλία, μιας κόρης κι ενός νέου. Ειδικότερα, για την άδολη και χωρίς καμιά ασχήμια αγάπη ανάμεσα στην Αρετούσα και τον Ερωτόκριτο.

Ό,τι παρακινεί τον ποιητή σ’ αυτή την αφήγηση είναι η διαρκής εναλλαγή των ανθρώπινων πραγμάτων, η ταραχή του πολέμου, μα κι η δύναμη του έρωτα. Όπως, μάλιστα, το διατυπώνει ο ίδιος, τον εκίνησαν τα γυρίσματα του Κύκλου και του Τροχού της ζωής και της τύχης, που διαρκώς ανεβοκατεβαίνουν, κι άλλοτε πηγαίνουν ψηλά κι άλλοτε πέφτουν βαθιά. Τον κίνησαν, συνάμα, τα πράγματα του Καιρού -του χρόνου- που δεν γνωρίζουν ποτέ ανάπαυση, και συνεχώς εναλλάσσονται ανάμεσα στο καλό και το κακό∙ η ταραχή του πολέμου, οι εχθρότητες κι οι δυσκολίες, μα και στον αντίποδα, οι δυνάμεις του έρωτα κι η χάρη της φιλίας.    

Α.2. Γιατί ο ποιητής χρησιμοποιεί το α΄ πρόσωπο στους στίχους 1-10 και το γ΄ πρόσωπο στα άλλα δύο αποσπάσματα; (10 μονάδες)

Στους πρώτους στίχους ο ποιητής επιθυμεί να παρουσιάσει τους λόγους που τον οδήγησαν να καταπιαστεί με την αφήγηση αυτής της ιστορίας, οπότε η χρήση του α΄ προσώπου υποδηλώνει την προσωπική εμπλοκή και εκφράζει το υποκειμενικό στοιχείο στην επιλογή του θέματος.

Ο ποιητής, ωστόσο, δεν είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας, οπότε τα διαδραματιζόμενα δεν αποτελούν προσωπικά του βιώματα για να τα διηγηθεί σε α΄ πρόσωπο. Έτσι, η συνέχεια της ιστορίας δίνεται σε γ΄ πρόσωπο, κερδίζοντας σε αντικειμενικότητα και δημιουργώντας την αίσθηση πως ο αφηγητής είναι παντογνώστης.

ΣΥΝΟΛΟ ΜΟΝΑΔΩΝ: 25

Β.1. Πώς περιγράφει ο ποιητής την Αρετούσα και πώς τον Ερωτόκριτο; (14 μονάδες)

Το τρυφερό κλωνάρι, η νεαρή σε ηλικία Αρετούσα, καθώς μεγαλώνει αποκτά όλες εκείνες τις αρετές που, κατά τα πρότυπα της εποχής, αναλογούν σε μια κοπέλα. Είναι όμορφη, με χάρη, γνώση και γλυκύτητα. Είναι, παράλληλα, ευγενική, τακτική και πολύ χαριτωμένη. Έμφαση, βέβαια, δίνεται στην ομορφιά και το εξωτερικό της κάλλος, που σε συνδυασμό με τη γλυκύτητα του χαρακτήρα της, καθιστούν την Αρετούσα περιλάλητη και κοσμαγάπητη.

Στην περιγραφή του Ερωτόκριτου το στοιχείο που κυριαρχεί είναι η σύνεση κι η πνευματική του ωριμότητα. Έτσι, αν και επρόκειτο για έναν νέο δεκαοκτώ χρονών, τονίζεται πως είχε τη γνώση και τη λογική μεγάλου ανθρώπου (γερόντου), γεγονός που καθιστούσε τα λόγια και τις συμβουλές του τροφή πνευματική για εκείνους που τον άκουγαν. Συνάμα, ο Ερωτόκριτος επαινείται για την αρετή και την αρχοντιά του, καθώς και για τις πλείστες χάρες που τον κοσμούσαν.   

Β.2. Να εντοπίσετε μέσα από το ποίημα ένα συγκεκριμένο χαρακτηρισμό για την Αρετούσα και έναν για τον Ερωτόκριτο. (6 μονάδες) Ανταποκρίνονται στα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής τους; (5 μονάδες)

Eγίνηκεν τόσο γλυκειά, που πάντοθ’ εγρικήθη

πως για να το ’χου θάμασμα στον Kόσμον εγεννήθη.

Η Αρετούσα χαρακτηρίζεται γλυκιά, ώστε να γίνει σαφές πως παρά την εξαιρετική της ομορφιά δεν έχει παρασυρθεί σε συμπεριφορές έπαρσης και αλαζονείας. Ο ποιητής θέλει να δημιουργήσει μιαν ισόρροπη εικόνα της κοπέλας, όπου το εξωτερικό κάλλος συνταιριάζεται αρμονικά με την καλοσύνη του χαρακτήρα.

ήτονε τσ’ αρετής πηγή και τσ’ αρχοντιάς η φλέγα

Ο Ερωτόκριτος χαρακτηρίζεται ως πηγή αρετής και φλέβα αρχοντιάς, προκειμένου να δοθούν δύο βασικά και σημαντικά στοιχεία του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς του. Έτσι, ο νέος παρουσιάζεται ως εξαιρετικά ενάρετος, αλλά και αρχοντικός στην παρουσία και τη συμπεριφορά του -παρά το γεγονός ότι δεν ήταν εξίσου πλούσιος με την Αρετούσα. Το ενάρετο του χαρακτήρα του τονίζεται, ώστε να γίνει εξαρχής ευνοϊκά δεκτός απ’ τους αναγνώστες, παρά το τόλμημά του να ερωτευτεί την κόρη του βασιλιά.   

Οι περιγραφές των δύο ηρώων κινούνται στο πλαίσιο των κοινωνικών στερεοτύπων της εποχής, καθώς τους αποδίδονται οι αρετές εκείνες που ταιριάζουν στο φύλο τους. Έτσι, η Αρετή διακρίνεται για την εξωτερική της ομορφιά και για τη γλυκύτητα του χαρακτήρα της, ενώ ο Ερωτόκριτος για τη σύνεση και την ωριμότητά του, όπως και για την αρετή και την αρχοντιά του.

Σε ό,τι αφορά την κοπέλα δίνεται έμφαση στην εξωτερική εμφάνιση και το χαρακτήρα, χωρίς να παραγνωρίζεται ωστόσο και η γνώση της. Ενώ, στην περιγραφή του Ερωτόκριτου τονίζεται πρωτίστως η ωριμότητα κι οι πνευματικές του ικανότητες. Η εμφάνιση του νέου δεν σχολιάζεται ως προς την ομορφιά, καθώς αυτό δεν ενδιαφέρει τόσο. Τονίζονται, ωστόσο, η αρχοντιά που αποπνέει, αλλά και οι πολλές χάρες που τον κοσμούν.  

ΣΥΝΟΛΟ ΜΟΝΑΔΩΝ: 25

https://latistor.blogspot.com/2014/05/blog-post_28.html