Μεγάλη Παρασκευή

Την Μ. Παρασκευή γίνεται η αποκαθήλωση του Χριστού από τον σταυρό. Ο Χριστός τοποθετείται στον τάφο από αγάπη για ‘σένα, για ‘μένα, για όλους μας. Πήγε ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, μαθητής του Χριστού και ζήτησε να αποκαθηλώσει, δηλαδή να κατεβάσει, το Σώμα του Χριστού από τον σταυρό. Φοβισμένος παρακάλεσε τον Πιλάτο «Δώσ’ μου τούτον τον ξένον». Έραναν τον τάφο με μύρα οι μυροφόρες, ερχόμενες πολύ πρωί. Συγκινημένη η πάναγνη Μητέρα Του τον θρηνούσε νεκρό. Δακρύζουσα και χτυπώντας τα σπλάχνα της, φώναξε με θέρμη η κόρη (Παναγία): «Ω γλυκειά μου Άνοιξη, γλυκύτατό μου παιδί, πού είναι η ομορφιά σου; Όλες οι γενιές των ανθρώπων υμνούν την ταφή σου και σε δοξάζουν, καλέ μου».

Η Παναγία, ως μητέρα, βλέποντας τον γιο της να κείτεται μπροστά της νεκρός, Τον θρηνεί. Αυτός ο θρήνος έγινε ύμνος στο στόμα του πιστού λαού μας και έτσι ψέλνουμε κάθε Αγία Παρασκευή τα «Εγκώμια του Επιτάφιου Θρήνου».

Μεγάλη Πέμπτη

Σύμφωνα με τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης, τα γεγονότα έχουν ως εξής: Ο Ιησούς συνελήφθη στον κήπο της Γεθσημανής, στους πρόποδες του Όρους των Ελαιών μετά το Μυστικό Δείπνο με τους δώδεκα Αποστόλους. Ύστερα δικάστηκε μπροστά στον Πόντιο Πιλάτο και τον Ηρώδη Αντίπα πριν παραδοθεί για την σταύρωση. Μετά το μαστίγωμά Του, ο Ιησούς χλευάστηκε από τους Ρωμαίους στρατιώτες, οι οποίοι Τον αποκαλούσαν περιπαικτικά "Βασιλιά των Ιουδαίων". Ο Ιησούς ντυμένος με ένα πορφυρό διάδημα και ένα στεφάνι με αγκάθια, χτυπημένος και εξουθενωμένος από τις κακουχίες, έπρεπε να περπατήσει μόνος Του στο μέρος της μαρτυρικής Του σταύρωσης. Στο μέσο της διαδρομής, λύγισε υπό το βάρος του Σταυρού, κι έτσι ο Σίμων ο Κυρηναίος Τον βοηθήσε να το κουβαλήσει μέχρι τον τόπο της σταύρωσης. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, το πλήθος Τον χλεύαζε μαζί με τους επαναστάτες και τους ληστές, ενώ συγκεκριμένοι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένου ενός εκατόνταρχου και μερικών γυναικών παρακολουθούσαν από μακριά, δύο από τις οποίες ήταν παρούσες και στην ταφή.

Μόλις έφτασε στον Γολγοθά, σταυρώθηκε με την κατηγορία ότι ισχυρίστηκε ότι είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων, ενώ Τού προσφέρθηκε να πιεί ένα μείγμα χολής αναμειγμένο με ξύδι. Τα Ευαγγέλια του Μάρκου και του Ματθαίου αναφέρουν ότι το αρνήθηκε. Ύστερα σταυρώθηκε και κρεμάστηκε μεταξύ των δύο καταδικασμένων ληστών. Το μαρτύριο του Ιησού μετά τη σταύρωση διήρκησε 6 ώρες. Οι στρατιώτες πρόσθεσαν πάνω από τον σταυρό του Ιησού μία επιγραφή, πάνω στην οποία αναγραφόταν η φράση: ''Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλιάς των Ιουδαίων'' και μοίρασαν με κλήρο τα ενδύματά Του.

Μεγάλη Τετάρτη

Η ακολουθία που τελείται το απόγευμα της Μεγάλης Τετάρτης αναφέρεται σε τέσσερα γεγονότα: Τον Ιερό Νιπτήρα, το πλύσιμο δηλαδή των ποδιών των μαθητών από τον Χριστό, τον Μυστικό Δείπνο, την Προσευχή του Κυρίου στο Όρος των Ελαιών και την προδοσία του Ιούδα, δηλαδή την αρχή των Παθών του Χριστού.

Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν' αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώθηκε από το τραπέζι, έβαλε νερό στον νιπτήρα και έπλυνε τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό ήθελε να δείξει σ' όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών είπε: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ' όλους». Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, ξανακάθισε. Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιος θα είναι πρώτος.

Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε φάγετε, αυτό είναι το σώμα μου». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πιέστε απ' αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε». Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει.

Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα τελευταία μαθήματα. Γονατιστός προσευχήθηκε και μόλις τέλειωσε την προσευχή του έφτασε ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο. Αφού ο Ιούδας χαιρέτησε και φίλησε τον Χριστό, Τον παρέδωσε στους στους στρατιώτες.

Αφού συνέλαβαν τον Ιησού, τον έφεραν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίστηκαν αλλά ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή.

Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε. Από 'κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωϊ.

https://www.youtube.com/watch?v=N7CLJ5vqyCY   (Η δίκη του Ιησού (Μέρος 1))

https://www.youtube.com/watch?v=5iEwJCWvXKk&ab_channel=kazamias1500    (Η δίκη του Ιησού (Μέρος 2))

 

Μεγάλη Τρίτη

Τη δεύτερη μέρα της Μεγάλης Εβδομάδας, τη Μεγάλη Τρίτη, ψάλλεται στην εκκλησία η παραβολή των Δέκα Παρθένων από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου. Η παραβολή ειπώθηκε από τον Ιησού στους μαθητές του όταν ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα.

Ο Ιησούς ξεκινάει παρομοιάζοντας τη Βασιλεία των Ουρανών με τις δέκα παρθένες. «Η Βασιλεία των Ουρανών θα μοιάζει με δέκα παρθένες που πήραν τα λυχνάρια τους και βγήκαν να συναντήσουν τον γαμπρό. Πέντε από αυτές ήταν μωρές, ανόητες, και πέντε φρόνιμες»...

Η παραβολή των δέκα παρθένων

Σύμφωνα με την παραβολή, ένα βράδυ δέκα παρθένες (νεαρά κορίτσια) θα υποδέχονταν τον Νυμφίο (τον γαμπρό δηλαδή) κρατώντας ένα λυχνάρι. Ωστόσο, μόνο οι πέντε είχαν φροντίσει να έχουν μαζί τους λάδι, λέγοντας η κάθε μια: «Μπορεί και ν’ αργήσει, μπορεί και να έρθει στην ώρα του. Εγώ όμως πρέπει να είμαι έτοιμη». Τελικά, ο γαμπρός άργησε να έρθει και έπεσαν για ύπνο. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, μια φωνή ακούστηκε να λέει: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός». Οι παρθένες ξύπνησαν και έτρεξαν για να υποδεχτούν τον γαμπρό. «Τότε όλες εκείνες οι παρθένες σηκώθηκαν και ετοίμασαν τα λυχνάρια τους. Οι ανόητες είπαν στις φρόνιμες: “Δώστε μας λίγο από το λάδι σας, επειδή τα λυχνάρια μας κοντεύουν να σβήσουν”. Οι φρόνιμες απάντησαν: “Ίσως να μη φτάσει για εμάς και για εσάς. Πηγαίνετε καλύτερα στους πωλητές και αγοράστε για τον εαυτό σας”». Οι πέντε ανόητες παρθένες έφυγαν για να αγοράσουν λάδι, όμως στο μεταξύ ο γαμπρός είχε έρθει και οι υπόλοιπες παρθένες μπήκαν μαζί του στο γαμήλιο συμπόσιο. Όταν οι ανόητες παρθένες επέστρεψαν, χτύπησαν την πόρτα.  “Κύριε, κύριε, άνοιξέ μας!”, είπαν και εκείνος αποκρίθηκε: “Αλήθεια σας λέω, δεν σας γνωρίζω”». Η παραβολή ολοκληρώνεται με τον Ιησού να λέει στους μαθητές του: «Γι’ αυτό, να είστε σε εγρήγορση, επειδή δεν γνωρίζετε ούτε την ημέρα ούτε την ώρα». Ο γαμπρός είναι ο Ιησούς, ο οποίος μέσω της παραβολής ήθελε να πει στους μαθητές του ότι θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση και προετοιμασμένοι για τη Βασιλεία των Ουρανών.