Ελληνικά

ΠΛΟΚΗ

Ερωτόκριτος χαρακτηρίζεται ως αφηγηματικό ποίημα ή έμμετρο μυθιστόρημα. Στους πολυάριθμους στίχους του (πάνω από 10.000) εξιστορούνται οι φάσεις που πέρασε η αγάπη δυο νέων, του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, ώσπου να καταλήξει στο αίσιο τέλος της, το γάμο. Στον Ερωτόκριτο τα γεγονότα διαδραματίζονται σ’ έναν κόσμο αόριστο ιστορικά, συμβατικό και παραμυθένιο. Το ποίημα διαιρείται σε πέντε μέρη. Στο Α’ μέρος παρακολουθούμε πώς γεννιέται και ωριμάζει το αίσθημα των δυο νέων. Στο Β’ μέρος περιγράφεται η γιόστρα (το κονταροχτύπημα) που οργανώνει ο βασιλιάς Ηρακλής, πατέρας της Αρετούσας, για να τη διασκεδάσει. Ακολουθεί (Γ’ μέρος) η συνάντηση των δυο ερωτευμένων και η απόφαση να ανακοινώσει ο Ερωτόκριτος στο βασιλιά την επιθυμία τους να παντρευτούν. Ο βασιλιάς, έξω φρενών από το θράσος του νεαρού, τον εξορίζει και αποφασίζει να παντρέψει την κόρη του με τον πρίγκιπα του Βυζαντίου. Στην άρνηση της την κλείνει στη φυλακή. Ο Ερωτόκριτος, προτού φύγει, αρραβωνιάζεται με την Αρετούσα. Στο μεταξύ ξεσπάει πόλεμος (Δ’ μέρος)· ο βασιλιάς των Βλάχων εισβάλλει στο βασίλειο του Ηράκλη. Σε αποφασιστική μάχη ο Ερωτόκριτος, μεταμορφωμένος σε Σαρακηνό, σώζει την κατάσταση. Στο Ε’ και τελευταίο μέρος ο βασιλιάς από ευγνωμοσύνη τάζει το μισό βασίλειο στον άγνωστο σωτήρα του. Εκείνος απορρίπτει την προσφορά και ζητά για αντάλλαγμα να παντρευτεί την Αρετούσα. Ο βασιλιάς δέχεται, αλλά εκείνη αρνείται ως τη στιγμή που ο Ερωτόκριτος αποκαλύπτει την ταυτότητα του.

 

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ

Στο επιλεγμένο αποσπάσματα ο πατέρας του Ερωτόκριτου Πεζόστρατος, παρά τις αντιρρήσεις του, πείθεται και τολμά, με σύνεση και διστακτικότητα, να μιλήσει στο βασιλιά, όμως εκείνος τον διώχνει από το παλάτι με ύβρεις και απειλές. Δίνει επίσης διαταγή να εξοριστεί ο Ερωτόκριτος, ο οποίος με σπαραγμό ψυχής αποχαιρετά την αγαπημένη του, τον τόπο του και τους δικούς του, και πηγαίνει στην Έγριπο.

 

[Γ. 891-936. Διάλογος ρήγα Ηράκλη και Πεζόστρατου]

ΠOΙΗΤΗΣ

Εκείνη η μέρα επέρασε κι η άλλη ξημερώνει
κι ο κύρης* του Ρωτόκριτου γλυκαίνει και μερώνει*·
δε θέλει πλιο* να καρτερεί κι ο γιος του να ‘χει κρίση
*μα εβάλθηκε την προξενιάν ετούτη να μιλήσει.
Επήγεν εις του βασιλιού να τόνε δικιμάσει
κι ελόγιαζεν από μακρά με ξόμπλια* να τον πιάσει·
αγάλια αγάλια αρχίνισεν αποκοτιά* να παίρνει
και μια και κι άλλη αθιβολήν* αλλοτινή του φέρνει.

ΠΕΖOΣΤΡΑΤOΣ

Λέγει: «Στους παλαιούς καιρούς, που ‘σα μεγάλοι αθρώποι*,
τα πλούτη και βασίλεια εκράζουντάνε κόποι,
‘πειδή ετιμούσανε πολλά της αρετής τη χάρη
παρά τσι χώρες, τσ’ αφεντιές, τα πλούτη, το λογάρι*,
κι εσμίγασι τα τέκνα τως οι αφέντες οι μεγάλοι
με τους μικρούς οπού ‘χασι γνώση, αντρειά και κάλλη.
Όλα τα πλούτη κι οι αφεντιές* εσβήνουν και χαλούσι
και μεταλλάσσουν, κι οι καιροί συχνιά τα καταλούσι*,
μα η γνώση εκεί που βρίσκεται και τσ’ ευγενιάς τα δώρα
ξάζου* άλλο παρά βασιλειά, παρά χωριά και χώρα·
ουδ’ ο τροχός δεν έχει εξάν*, ως θέλει να γυρίσει,
τη γνώση και την αρετή ποτέ να καταλύσει».

ΠOΙΗΤΗΣ

Κι ήφερνε ξόμπλια απόμακρα, πράματα περασμένα
και καταπώς του σάζασι* τα ‘λεγεν έναν ένα.
Με τούτες τες παραβολές αγάλια αγάλια σώνει*
εις το σημάδι το μακρύ κι ήρχισε να ξαμώνει*.
Αποκοτά δυο τρεις φορές να το ξεφανερώσει
κι οπίσω τον εγιάγερνε* κι εκράτειέ τον η γνώση.
Στο ύστερον ενίκησεν η αγάπη του παιδιού του
και φανερώνει τα κουρφά* και τα χωστά* του νου του·
μα ως ενεχάσκισε* να πει την προξενιά του γάμου,

ΒΑΣΙΛΙΑΣ

του λέγει ο ρήγας: «Πήγαινε και φύγε από κοντά μου!
Πώς εβουλήθης κι είπες το, λωλέ, μισαφορμάρη*,
γυναίκα του ο Ρωτόκριτος την Αρετή να πάρει;
Φύγε το γληγορύτερο και πλιο* σου μην πατήσεις
εις την αυλή του παλατιού και κακοθανατίσεις.
Γιατί σε βλέπω ανήμπορο, γιαύτος* δε σε ξορίζω,
μα ο γιος σου μην πατήσει πλιο σ’ τσι τόπους οπ’ ορίζω.
Τέσσερις μέρες κι όχι πλια* του δίδω να μισέψει*,
τόπους μακρούς κι αδιάβατους ας πάγει να γυρέψει
και μην πατήσει ώστε να ζω στα μέρη τα δικά μου,
αλλιώς του δίδω θάνατο για χάρισμα του γάμου.
Κι εκείνο που αποκότησες κι είπες τούτη την ώρα
μη γροικηθεί*, μην ακουστεί σ’ άλλο εδεπά* στη χώρα
και κάμω πράμαν εις εσέ οπού να μη σ’ αρέσει,
να τρέμου όσοι τ’ ακούσουνε κι εκείνοι οπού το λέσι.
Δε θέλω πλιο να σου μιλώ· στο ρήγα δεν τυχαίνει
τα τόσα να πολυμιλεί· κι απόβγαλ’ τον* να πηαίνει».

 

Β. Κορνάρος, Ερωτόκριτος, Ερμής

 

ΣΥΓΡΑΦΕΑΣ 

Έλληνας ποιητής, από τους κυριότερους εκπροσώπους της Κρητικής Αναγέννησης. Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα της Σητείας το 1553 και ήταν γόνος εξελληνισμένης βενετσιάνικης οικογένειας. Μετά το 1590 εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο), όπου παντρεύτηκε, απέκτησε δύο κόρες και ανέλαβε διοικητικά αξιώματα

Κορυφαίο του έργο είναι το έμμετρο μυθιστόρημα 10.012 στίχων Ερωτόκριτος. Τυπώθηκε για πρώτη φορά στη Βενετία το 1713. Ορισμένοι μελετητές αποδίδουν στον Βιτσέντζο Κορνάρο και το θρησκευτικό δράμα Η θυσία του Αβραάμ. Ο ποιητής πέθανε στον Χάνδακα το 1613 ή το 1614 από άγνωστη αιτία και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου.

 

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

 

 

Μια σκέψη στο “Ερωτόκριτος”

Αφήστε μια απάντηση