Η φιστικιά (επιστ. Πιστακία η γνησία, Pistacia vera) είναι δίοικο φυλλοβόλο δέντρο του γένους Πιστακία και της οικογένειας των Ανακαρδιοειδών. Η καταγωγή της είναι από το Ιράν και σήμερα καλλιεργείται ευρύτατα από την Ασία μέχρι τις Μεσογειακές χώρες και την Αμερική για τον καρπό της, το φιστίκι.
Καταγωγή και εμφάνιση στην Ελλάδα
Στα τέλη το 19ου αι. βοτανολόγοι όπως οι De Caudole, Boissier, Engler επισκέφθηκαν τη Νοτιοδυτική Ασία και αποφάνθηκαν πως πατρίδα της φιστικιάς ήταν η Συρία, η Τουρκία και η Μεσοποτομία. Στα 1929-1930 οι Ρώσοι βοτανολόγοι Popov και Morozoff επισκεπτόμενοι την Κεντρική Ασία ανακάλυψαν άγρια αυτοφυή φιστικιά. Οι περιοχές ήταν το Βορειοανατολικό Ιράν, Βόρειο Αφγανιστάν, Ανατολικό Ουζμπεκιστάν, Νότιο Τουρκμενιστάν και Ανατολικό Κιργιστάν. Στην Κεντρική Ασια έγινε και η εξημέρωση της άγριας φιστικιάς. Ωστόσο παλαιοβοτανικές έρευνες έχουν δείξει ότι η Νότια Ευρώπη και η Νοτιοδυτική Ασία δεν είναι πατρίδα της φιστικιάς. Εξαίρεση είναι ο καρπός φιστικιάς που βρέθηκε στο Σέσκλο της Νεότερης Νεολιθικής εποχής και απανθρακωμένοι καρποί φιστικιάς στο Περιβόλι Μαγούλας των περιόδων Ραχμάνι (Χαλκολιθικής) και Πρώιμης Μεσοελλαδικής. Η προέλευσή τους αμφισβητείται και αποδίδεται σε μεταγενέστερες διεισδύσεις. Πριν τον 4ο αι. π.Χ. η φιστικιά δεν αναφέρεται στην αρχαία ελληνική γραμματεία, ενώ ο πρώτος που την αναφέρει περιγράφοντας την, αλλά όχι κατονομάζοντάς την είναι ο Θεόφραστος στο έργο Περί φυτών ιστορία IV 4, 7. Επειδή μιλάει για πολλά φυτά, που δεν έχει δει και οι πληροφορίες του είναι από δεύτερο χέρι, πιθανώς για τη φιστικιά έχει πληροφορίες από επιστήμονες που ακολούθησαν τον Μέγα Αλέξανδρο στην εκστρατεία του. Άλλη αρχαία μαρτυρία προέρχεται από τον Νίκανδρο τον Κολοφώνιο (2ος αι. π.Χ.) στο ποίημά του Θηριακά στ. 890-891 όπου απαριθμεί φυτά που προστατεύουν από τσιμπίματα σκορπιών. Ο φαρμακογνώστης Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος στο έργο του Περί ύλης ιατρικής (Ι 124, 1,11) γράφει ότι η φιστικιά παραγόταν στη Συρία. Τον 1ο αι. ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος στη Φυσική ιστορία του (XV 83,91) μιλάει για έναν ιππότη Βιτέλιο που έφερε τη φιστικά στο σπίτι του στη Ρώμη στο τέλος της βασιλείας του Τιβέριου (30 π.Χ.) και τον ίδιο χρόνο ο Φλάκκος Πομπήιος την εισήγαγε στην Ισπανία. Στους Δειπνοσοφιστές του Αθηναίου Ναυκράτιου περιγράφεται συμπόσιο, όπου προσφέρονται μεταξύ άλλων και φιστίκια: περιγράφεται ως λείος, λευκόφαιος, μακρύς, πράσινος στο εσωτερικό και αν και λιγότερο χυμώδης από τον καρπό της κουκουναριάς είναι πιο εύγευστος από αυτόν. Ο Boris de Saint Vincent,αξιωματικός του γαλλικού στρατού αναφέρει στο βιβλίο του La Flore du Peloponnese et des Cyclades (1838) ότι υπήρχαν φιστικιές στην Πήλο και στη Φιγάλεια. Ο Παναγιώτης Γεννάδειος αναφέρει πως αυτός που έδωσε την πρώτη ώθηση στην καλλιέργεια του δέντρου ήταν ο εισαγωγέας της βιομηχανίας σοκολάτας στην Ελλάδα Δ.Παυλίδης, ο οποίος από το 1860 εγκατέστησε φυτεία φιστικιάς στο κτήμα του στο Ψυχικό. Ακολούθησε ο Ορφανίδης, διευθυντής του Δημόσιου Δενδροκομείου στον Βοτανικό, κυρίως από το 1869. Ο Γεννάδιος διαδεχόμενος τον Ορφανίδη στη διεύθυνση του Δημόσιου Δενδροκομείου έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στην διάδοση του συγκεκριμένου φυτού Όσον αφορά την Αίγινα δεν είναι γνωστό πότε εισήχθη στο νησί. Υπάρχουν μόνο προφορικές μαρτυρίες πως εισήχθησαν δέντρα από την Περσία και τη Συρία. Ο Γερμανός βοτανολόγος Theodor von Heldreich επισκεπτόμενος έξι φορές την Αίγινα από το 1848 έως το 1881 δεν αναφέρει καθόλου τη φιστικιά. Στα Ιστορικά Αρχεία της Αίγινας έχει βρεθεί έγγραφο με ημερομηνία 30 Σεπτεμβρίου 1898, που μνημονεύει συναλλαγή μεταξύ δύο κατοίκων του νησιού σχετικά με 12 οκάδες φιστικιού. Ο πρώτος οργανωμένος φιστικιώνας στην Αίγινα εγκαταστάθηκε από τον Νικόλαο Περόγλου κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αι. Ο Περόγλου ήταν Αθηναίος, αλλά είχε αγοράσει στην Αίγινα μια έκταση είκοσι στρεμμάτων. Στο μεγαλύτερο μέρος του κτήματος φύτεψε οπωροφόρα δέντρα και μεταξύ αυτών και φιστικιές. Η γειτνίαση με τη θάλασσα και το φτωχό έδαφος δεν ευνόησε την ανάπτυξη των δέντρων, με εξαίρεση τη φιστικιά με την οποία αντικατέστησε τα αποτυχημένα δέντρα.[12] Στα τέλη της δεκαετίας του 1910 είχαν αρχίσει να φυτεύονται και από άλλους ντόπιους καλλιεργητές μικρές εκτάσεις.
Το 1994 το φιστίκι Αιγίνης εντάχθηκε στα προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και το 1996 καταγράφηκε ως προϊόν ΠΟΠ στην επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B9%CE%AC
Λατρεύω τα φιστίκια Αιγίνης και μου αρέσουν και κάτι φιστίκια με μέλι!