9.3. Ιστορική εξέλιξη της τεχνολογίας των υφασμάτων

Η κατεργασία της πρώτης ύλης, από την οποία θα παραχθούν υφάνσιμες ίνες, ξεκινάει από τη συλλογή της.

Έπειτα:

1. Εάν η ακατέργαστη πρώτη ύλη είναι φυτικής προέλευσης,

  • η κατεργασία αρχίζει με το στέγνωμα
  • συνεχίζεται με το ξεδιάλεγμα των τμημάτων του φυτού που μπορούν να δώσουν κλωστές και νήματα, και
  • με την απομάκρυνση των ανεπιθύμητων συστατικών του (π.χ. απομάκρυνση των κόκκων του βαμβακιού, διαχωρισμός ινών λιναριού από ξηρά στελέχη του φυτού κτλ.).

2. Εάν η ακατέργαστη ύλη είναι ζωικής προέλευσης (μαλλί ή μετάξι), ακολουθούνται τα παρακάτω στάδια.

Για το μαλλί:

  • Διαλογή, ανάλογα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της τρίχας (μήκος, απαλότητα, λεπτότητα κτλ.). Το μαλλί συμπιέζεται σε μπάλες και αποθηκεύεται.
  • Πλύσιμο, για να απομακρυνθούν ακαθαρσίες, ιδρώτας του ζώου κτλ.
  • “Ξάσιμο”, δηλαδή “καθάρισμα” του μαλλιού, ώστε αυτό να γίνει κατάλληλο, για να φτιαχτούν κλωστές.

Για το μετάξι:

  • Μετά τη συλλογή της πρώτης ύλης (κουκούλια από μεταξοσκώληκες) με την κατάλληλη επεξεργασία διαχωρίζονται και απομακρύνονται οι ίνες του μεταξιού από τα κουκούλια.

 

Στη συνέχεια, όλες οι φυσικές ίνες που προκύπτουν θα μετατραπούν σε ύφασμα, αφού προηγουμένως υποστούν διαδοχικά και άλλες εργασίες.

Πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση, το γνέσιμο και η ύφανση ήταν καθημερινές εργασίες ρουτίνας σε κάθε σπίτι. Η τέχνη της μετατροπής των ινών σε ύφασμα παρέμενε οικιακή υπόθεση και αυτοί που την εξασκούσαν μετέφεραν τα μυστικά της από γενιά σε γενιά.

 

Γνέσιμο

Η πρώτη βασική διαδικασία για την παραγωγή υφάσματος είναι το γνέσιμο, μια από τις παλαιότερες “βιομηχανίες” στον κόσμο. Το γνέσιμο μετατρέπει μια μάζα από κοντές ίνες σε μακριές κλωστές ή νήματα κατάλληλα να υφανθούν για την παραγωγή υφάσματος.

Το γνέσιμο στο χέρι είναι μια διαδικασία που βασίζεται στη δεξιοτεχνία και γίνεται με πολύ απλές μηχανικές διατάξεις. Μόνο κατά τις δύο τελευταίες εκατονταετίες με τα κλωστικά μηχανήματα, μηχανοποιείται η παραγωγή νημάτων και κλωστών.

Το γνέσιμο με το χέρι αναπτύχθηκε παράλληλα σε πολλά σημεία του κόσμου και χρησιμοποιήθηκαν για αυτό πολλές διαφορετικές ίνες. Το απλό κλωστικό εργαλείο, το αδράχτι, είναι βασικά το ίδιο, ανεξάρτητα από το πού προέρχεται.

Αδράχτι

Το αδράχτι είναι ένα μικρό κυλινδρικό κομμάτι ξύλου, μικρότερο συνήθως από μισό μέτρο, το οποίο λεπταίνει στα άκρα του και ζυγίζεται με έναν μικρό δίσκο από ξύλο, πηλό ή πέτρα. Ο δίσκος λειτουργεί ως τροχός που δίνει ορμή και σταθερότητα στο αδράχτι, καθώς περιστρέφεται. Στο ένα άκρο του αδραχτιού υπάρχει μια μικρή εγκοπή, στην οποία πιάνονται οι ίνες, καθώς τυλίγονται σε νήμα.

Το αδράχτι περιστρέφεται ακουμπώντας πάνω στο πόδι αυτού που το χειρίζεται, ανάμεσα στα δάχτυλά του. Καθώς σχηματίζεται το νήμα, περισσότερες ίνες τραβιούνται με σταθερό ρυθμό από τη μάζα του μαλλιού ή του βαμβακιού ή άλλων ινών, έως ότου παραχθεί νήμα αρκετού μήκους. Αυτό το νήμα τυλίγεται πάλι στον άξονα του αδραχτιού και η διαδικασία επαναλαμβάνεται. Έτσι, το απλό χειροκίνητο αδράχτι χρησιμοποιήθηκε για αιώνες για την παραγωγή νημάτων συνεχούς μήκους από μάζες ζωικών ή φυτικών ινών διαθέσιμες στη φύση.

Ανέμη

 

Ένα άλλο απλό εργαλείο οικιακής χρήσης, η ανέμη, χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα για το τύλιγμα ή για το ξετύλιγμα των νημάτων.

 

 

Έως τον 14ο αιώνα, είχαν γίνει τα πρώτα βήματα μηχανοποίη­σης της παραγωγής. Στην Ινδία και στην Ευρώπη αναπτύχθηκε ο κλωστικός τροχός, το ροδάνι, ένα απλό εργαλείο όπου το αδράχτι προσαρμοζόταν σε έναν ξύλινο σκελετό. Ο μικρός τροχός στη μέση του αδραχτιού μετατράπηκε σε ένα εγχάρακτο καρούλι-τροχαλία. Ένας δερμάτινος ιμάντας περάστηκε γύρω απ’ αυτό το καρούλι και γύρω από ένα μεγαλύτερο τροχό. Όταν αυτός ο τροχός περιστρεφόταν με το χέρι, το αδράχτι περιστρεφόταν πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι ένα απλό χειροκίνητο αδράχτι. Οι ίνες οδηγούνταν σε αυτό με το άλλο χέρι και τυλίγονταν σε νήμα.

Ροδάνι

Έως το 16ο αιώνα είχε προσαρμοστεί στον κλωστικό τροχό ποδοκίνητο πετάλι, αφήνοντας έτσι ελεύθερα και τα δύο χέρια του χειριστή να χειρίζονται τις κλωστές.

Ροδάνι: μικρός τροχός (κλωστικής μηχανής), που παίρνει κίνηση από ένα μεγαλύτερο και έτσι περιστρέφεται με μεγαλύτερη ταχύτητα και κινεί το αδράχτι πάνω στο οποίο τυλίγεται το νήμα. Πηγή: https://kaintatzis.wordpress.com/

Ύφανση

Τα νήματα που είχαν φτιαχτεί με αυτές τις απλές χειροκίνητες κλωστικές μηχανές υφαίνονταν σε αργαλειούς.

Ο αργαλειός είναι μια κατασκευή όπου τα νήματα μπορούν να διαπλέκονται μεταξύ τους και να παράγεται ύφασμα. Τα κατά μήκος του αργαλειού νήματα λέγονται στημόνια, ενώ τα εγκάρσια λέγονται υφάδια.

Η απλούστερη μορφή υφάσματος είναι αυτή στην οποία σειρές νημάτων κάθετες μεταξύ τους περνούν διαδοχικά η μία πάνω από την άλλη.

Περιγραφή: Το ύφασμα αυτό φτιάχνεται σε χειροκίνητο αργαλειό:

Στην αρχική φάση όλα τα στημόνια είναι σε οριζόντια θέση. Κατά την πρώτη κίνηση κάθε δεύτερο στημόνι ανασηκώνεται, ενώ τα ενδιάμεσά τους παραμένουν στη θέση τους. Στο κενό που δημιουργείται μεταξύ των ανασηκωμένων στημονιών και των υπολοίπων περνάει κάθετα το υφάδι. Στη δεύτερη κίνηση, τα στημόνια που ήταν ανασηκωμένα επανέρχονται στην αρχική θέση και ανασηκώνονται τα υπόλοιπα. Στο διάκενό τους περνάει πάλι το υφάδι.

Νήματα υφαδιού περνούν με εναλλαγή πάνω και κάτω από στημόνια. Ο τύπος αυτός δίνει το "ραβδωτό" ύφασμα (tabby).

Δείτε εδώ τον απλό τρόπο ύφανσης tabby χωρίς αργαλειό, και στο παρακάτω βίντεο με χειροκίνητο αργαλειό.

Πάνω σ’ αυτό τον απλό τύπο μπορούν να γίνουν πολλές παραλλαγές που επιτρέπουν σε έναν έμπειρο πλέκτη να δημιουργήσει ποικιλία πολύπλοκων πλέξεων στο υλικό του.

Νήματα υφαδιού περνούν με εναλλαγή πάνω και κάτω από δύο ή περισσότερα στημόνια. Παράγεται ύφασμα με διαγώνιες ραβδώσεις (twill).

Οι πιο πολύπλοκες υφάνσεις χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία υφασμάτων που επενδύουν έπιπλα (ταπετσαρίες).

Πολύπλοκες υφάνσεις που χρησιμοποιούνται για ταπετσαρίες επίπλων: α) ύφανση του βελούδου και β) ύφανση της γάζας.

Η χρήση του χειροκί­νητου αργαλειού είναι το δεύτερο στάδιο εξέλιξης για την παραγωγή υφάσματος. Η παραγωγή υφασμάτων εξελίχθηκε σε εμπορική βασιζόμενη στην παραδοσιακή εμπειρία και δεξιοτεχνία.

Κατά το 18ο αιώνα η Βιομηχανική Επανάσταση ανέτρεψε τους ρυθμούς παραγωγής στη Βρετανία, καθώς ο ατμός άρχισε να περιστρέφει τους τροχούς της βιομηχανίας. Έτσι, κατά το 19ο αιώνα η παραγωγή υφασμάτων στη Βρετανία γνώρισε πολύ μεγάλη άνθιση και έγινε ένας από τους κυριότερους τομείς του εμπορίου. Η δύναμη του ατμού σε συνδυασμό με τις μηχανολογικές εφευρέσεις μετέτρεψε τις παλιές τέχνες σε βιομηχανία, η οποία απευθυνόταν πλέον στο ευρύ καταναλωτικό κοινό.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 50-60 ετών η επιστήμη άρχισε να παίζει μεγάλο ρόλο στη βιομηχανία υφασμάτων. Οι γνώσεις σχετικά με τη χημική και τη φυσική σύσταση των ινών των υφασμάτων επέτρεψαν τη δημιουργία μιας ποικιλίας νέων ινών που έχουν αλλάξει την εικόνα του εμπορίου υφασμάτων. Ρεγιόν, νάιλον και άλλες τεχνητές ίνες, που παράγονται σε τεράστιες πλέον ποσότητες, έχουν περιορίσει το μονοπώλιο της φύσης στην παραγωγή ινών ως πρώτης ύλης.


Βαφή υφάνσιμων υλών

Οι υφάνσιμες ύλες συνήθως βάφονται. Για τη βαφή τους χρησιμοποιούνται χρωστικές ουσίες που είτε βάφουν κατευθείαν το ύφασμα ή το νήμα, είτε, για να στερεωθούν πάνω στην ίνα, χρειάζονται βοηθητικές χημικές ουσίες, π.χ. οξείδια μετάλλων, τανίνες, λιπαρά οξέα κτλ.

Η ποιότητα του νερού, που θα αποτελέσει το μέσο στο οποίο διαλύεται η χρωστική, έχει μεγάλη σημασία για την επιτυχία της βαφής. Το νερό αυτό πρέπει να είναι καθαρό και να μην περιέχει άλατα.

Γενικά, η βαφή πρέπει να αντέχει στον ήλιο, στη βροχή και στο πλύσιμο.