3. Η τέχνη του Αιγαίου: Οι αφετηρίες της ευρωπαϊκής τέχνης

Κεφάλαιο3

Α. Κυκλαδικός πολιτισμός

Πρώτη φάση: πρωτοκυκλαδική περίοδος (3200-2000 π.Χ.).
Από τα ηφαιστειογενή πετρώματα των νησιών κατασκευάστηκαν τα πρώτα εργαλεία. Επί χιλιάδες χρόνια κατασκευάζονταν από οψιανό της Μήλου βέλη, δρεπάνια και μαχαίρια, ενώ από τραχείτη κατασκευάζονταν μύλοι και γουδιά. Παράλληλα, η ύπαρξη πλούσιων κοιτασμάτων μαρμάρου στην Πάρο και στη Νάξο συνέβαλε στη δημιουργία αντικειμένων και έργων τέχνης.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ: https://cycladic.gr/page/kikladiki-techni

Δεύτερη φάση: μεσοκυκλαδική περίοδος (2000-1600 π.Χ. περίπου).
Η περίοδος της μεγάλης ακμής του πολιτισμού των Κυκλάδων, κατά την οποία αναπτύχθηκαν τα μεγάλα αστικά κέντρα όπως το Ακρωτήρι στη Θήρα και η Φυλακωπή στη Μήλο.

Τρίτη φάση: υστεροκυκλαδική περίοδος (1600-1100 π.Χ. περίπου).
Περίπου στα μέσα του 17ου αιώνα π.Χ. η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας σήμανε το τέλος της μεσοκυκλαδικής και την αρχή της υστεροκυκλαδικής περιόδου. Παχύ στρώμα τέφρας έθαψε τον οικισμό της Θήρας. Μετά την καταστροφή της κυκλαδικής κοινωνίας της Θήρας, στους οικισμούς των γειτονικών νησιών, που είχαν πληγεί λιγότερο (Μήλος, Κέα, Νάξος, Πάρος), η ζωή επανήλθε στους ρυθμούς της.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΘΗΡΑΣ: https://m.naftemporiki.gr/story/1759973/monadikes-toixografies-sto-mouseio-proistorikis-thiras

Χαρακτηριστικά κυκλαδικού πολιτισμού: Νησιωτικός χαρακτήρας: ευελιξία, ευρηματικότητα, ελευθερία έκφρασης.

Οι Κυκλαδίτες, λαός ναυτικός, συνέδεσαν τη ζωή τους με τη θάλασσα. Οι οικισμοί τους ήταν χτισμένοι σε πλαγιές ή υψώματα κοντά στην ακτή, σε τέτοιες θέσεις που να εξασφαλίζεται η εποπτεία της θάλασσας και επομένως η προστασία των κατοίκων από το ενδεχόμενο πειρατικών επιδρομών.
Άλλο ένα στοιχείο που μαρτυρεί την ανάπτυξη της κυκλαδικής κοινωνίας είναι οι τάφοι, η οργάνωση των οποίων και τα κτερίσματα που βρέθηκαν σε αυτούς, δείχνει τη φροντίδα με την οποία οι ζωντανοί περιέβαλλαν τους νεκρούς τους.

Ανάλυση έργου: ΚΥΚΛΑΔΙΚΑ ΕΙΔΩΛΙΑ

Τα κυκλαδικά ειδώλια, τα σπουδαιότερα δείγματα της κυκλαδικής τέχνης, είναι αφιερώματα στους νεκρούς. Βρέθηκαν εκατοντάδες στους κυκλαδικούς τάφους.
Είναι σμιλεμένα αποκλειστικά σε μάρμαρο (σκληρό και άφθαρτο υλικό), με έναν τρόπο που προσδlδει στα σχηματοποιημένα αυτά γλυπτά μια ομορφιά απίστευτης λιτότητας. Από τα ίχνη που βρέθηκαν επάνω τους φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε χρώμα για να αποδοθούν τα χαρακτηριστικά του προσώπου και του σώματος. Για τα μάτια και το στόμα χρησιμοποιήθηκε το κόκκινο, ενώ το μαύρο και το γαλάζιο για το ηβικό τρίγωνο και τα μαλλιά. Εικονίζονται γυναικείες μορφές, κυρίως όρθιες, κοι ανδρικές, που συνήθως είναι καθιστές. Το μέγεθός τους ποικίλλει από μερικά εκατοστά έως το φυσικό ανθρώπινο μέγεθος.
Η αφθoνiα του μαρμάρου στα κυκλαδικά νησιά έδωσε στους Κυκλαδίτες καλλιτέχνες τη δυνατότητα να αποδώσουν την ανθρώπινη μορφή με απλό αλλά και αρμονικό, πλαστικό τρόπο. Τα ειδώλια, μέσα οπό τους μετασχηματισμούς τους, διαμόρφωσαν τους δικούς τους καλλιτεχνικούς κανόνες, γεγονός που τα κάνει τόσο ιδιαίτερα. Αυτή ακριβώς η ιδιαίτερη αξία τους είχε ως συνέπεια την αρχαιοκαπηλία. Πλήθος από αυτά βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών συλλεκτών, αλλά και πλήθος πλαστών αντιγράφων δημιουργήθηκαν για την κάλυψη της παράνομης αγοράς.

Το γλυπτό (εικόνα) παριστάνει μια γυναικεία μορφή με τα χέρια σταυρωμένα κάτω από το στήθος. Είναι πιθανόν λατρευτικό ειδώλιο κάποιας θεότητας, ίσως σύμβολο της γονιμότητας. Η μορφή, λεπτή και ανάλαφρη, είναι σχεδόν επίπεδη και το σώμα αποδίδεται σχηματικά. Όλη η μορφή είναι τριγωνική, αν παρατηρήσει κανείς το μεγάλο άνοιγμα των ώμων και την απόληξη στα λεπτά άκρα. Κι άλλα όμως τρίγωνα οργανώνουν τη μορφή. Το κεφάλι, μεγάλο και τριγωνικό, έχει σχήμα λύρας και μια κλίση προς τα πίσω. Στο επίπεδο του προσώπου ξεχωρίζει μια τριγωνική ανάγλυφη μύτη. Το κεφάλι στηρίζεται σε μακρύ και κυλινδρικό λαιμό. Οι ώμοι ανοίγουν και επαναλαμβάνουν το τρίγωνο του κεφαλιού. Ένα χαραγμένο τρίγωνο δηλώνει τη θέση της ήβης. Έχει τονισμένα τα χαρακτηριστικά του φύλου, όπως οι ελαφρά διογκωμένοι μαστοί και η φουσκωμένη κοιλιά, που πιθανόν δηλώνουν εγκυμοσύνη. Τα πόδια είναι πολύ λεπτά, για να σηκώσουν το βάρος της φιγούρας, και ελαφρώς λυγισμένα, με καθαρό διαχωρισμό των κνημών από τους μηρούς. Χαρακτηριστικό είναι το ανασήκωμα στις άκρες των δακτύλων. Αν το έργο ήταν προσφορά στο νεκρό που συνόδευε, μάλλον το τοποθετούσαν στον τάφο πλαγιασμένο όπως ο νεκρός.

Ίχνη χρώματος στο γλυπτό, όπως και σε άλλα κυκλαδικά γλυπτά, μας επιτρέπουν να εικάσουμε ότι τουλάχιστον ορισμένα μέρη του ήταν βαμμένα. Ίσως ήταν βαμμένα τα μάτια και το στόμα.


Β. Μινωικός Πολιτισμός (3000-1450 π.Χ.)

Η Κρήτη ήταν η πρώτη θαλασσοκράτειρα που αναφέρεται στην ιστορία. Οι στόλοι της εξουσίαζαν τις Κυκλάδες και τα παράλια της ηπειρωτικής Ελλάδας και ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο, ιδρύοντας εμπορικά κέντρα και σταθμούς, γνωστά ως Μινώες. Το πολύπλοκο διοικητικό σύστημα της κοινωνίας αυτής εξυπηρετήθηκε από τη γραμμική γραφή Α, που έπεται της ιερογλυφικής γραφής του δίσκου της Φαιστού.

Δίσκος της Φαιστού πλευρά Α 6380.JPG

O αρχαιολόγος Έβανς, ο οποίος ανακάλυψε το ανάκτορο της Κνωσού στις αρχές του 20ού αιώνα, συνέδεσε το μυθικό βασιλιά Μίνωα με τον πολιτισμό της Κρήτης και έτσι αυτός ονομάστηκε μινωικός (πιθανόν η ονομασία Μίνως να ήταν βασιλικός τίτλος, όπως ο τίτλος Φαραώ). Οι βασιλείς είχαν στα χέρια τους τόσο την κοσμική όσο και τη θρησκευτική εξουσία. Ζούσαν σε επιβλητικά ανάκτορα και αγαπούσαν την πολυτέλεια. Οι πόλεις φαίνεται πως ήταν ανοχύρωτες, γεγονός που φανερώνει την απόλυτη εμπιστοσύνη των Κρητών στην κυριαρχία τους τόσο στον εσωτερικό όσο και στο θαλάσσιο χώρο γύρω από το νησί.
Η Κνωσός και η Φαιστός με τα μνημειώδη ανάκτορά τους ήταν τα μεγάλα πολιτικά και θρησκευτικά κέντρα των βασιλέων του νησιού. Άλλα ανάκτορα υπήρχαν στα Μάλια, στις Αρχάνες και στη Ζάκρο.


Γ. Μυκηναϊκός πολιτισμός (1600-1100 π.Χ.)

Χρονικά συμπίπτει με την τελευταία φάση της εποχής του χαλκού στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου, ανάμεσα στο 1600 και το 1100 π.Χ., που ονομάζεται υστεροελλαδική περίοδος.

Ο μυκηναϊκός πολιτισμός πήρε το όνομά του από τις Μυκήνες, που βρίσκονται κοντά σε ένα λόφο και περιβάλλονται από πελώρια τείχη, τα οποία αργότερα ο λαός απέδωσε στους Κύκλωπες και γι' αυτό τα ονόμασε "κυκλώπεια".