Σε καρτερούσα μάθημα και συ ήρθες …θάμα! Ταξιδεύοντας στο Ίλιον με τον Όμηρο

Ταξιδεύοντας στο Ίλιον με τον Όμηρο! Μέρος 1ο

Ταξιδεύοντας στο Ίλιον με τον Όμηρο! Μέρος 2ο

«ΕΚΤΩΡ», ΓΙΑΝΝΗΣ-ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ, 

«ΕΚΤΩΡ», ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

(ως οι γ’αμφίεπον τάφον Έκτορος ιπποδάμοιο)

Από γενιά περήφανη
ο κραταιός πολεμιστής
ο πιο γενναίος.
Σε είπαν γιο του Απόλλωνα
ισάξιο του Αχιλλέα.
Ο Ενάλιος Άρης!
Μα ο θάνατός σου ντροπιασμένος,
το σώμα σου βορά των όρνεων
και των σκυλιών.
Η Εκάβη απ’τα ψηλά τείχη
θρηνεί το θάνατό σου με τόσο πόνο.
Κακός οιωνός τα όπλα του Πατρόκλου!
Ω! Πρίγκιπα της Τροίας αξιοπενθή
δεν μπόρεσες να προστατέψεις
τον άτρωτό σου τράχηλο.
Κι ο ποιητής αγνοώντας
τον ηρωϊκό κώδικα, -τι ειρωνεία-
ξόδεψε μόνο λίγες λέξεις στο τέλος:
«ο Έκτωρ, ο ανδρείος, ο αλογοτρόφος».

«Ο τρωικός πόλεμος», Οδυσσέας Ελύτης,

Οδυσσέας Ελύτης, «Ο τρωικός πόλεμος»

Η Μαρία Νεφέλη λέει:
Ο τρωικός πόλεμος

Τουλάχιστον αν ζούσαμε από την ανάποδη
να τα βλέπαμε όλα ίσια: Μπα. Η αναποδιά
έχει μια μονιμότητα πεισματική·
αποτελεί όπως λέμε τον κανόνα.
Οπού σημαίνει ότι αν καταφέρνουμε να ζούμε
βέβαια ζούμε από τις εξαιρέσεις.
Προσποιούμαστε ότι δε συμβαίνει τίποτε
ακριβώς για να συμβεί επιτέλους κάτι
έξω και πάνω από τη χλεύη.
Ένα κεράσι την ώρα που χειμάζονται
μέσα του όλες οι αθλιότητες
και αυτό στο πείσμα τους καθάριο παντοδύναμο
άψογο λάμπει δείχνοντας
ποιά θα μπορούσε να ’ταν η υπεροχή του ανθρώπου.

Η σταγόνα το αίμα κάθε Απρίλιο
δωρεάν και για όλους.

Δυστυχείς εμπροσθοφύλακες και ανάστροφοι
οδηγοί των βαρέων αρμάτων τ’ ουρανού
ώς και τα σύννεφα είναι ναρκοθετημένα
το νου σας: από μας η άνοιξη εξαρτάται.

Να ξαναδώσουμε στα πόδια μας το χώμα.
Το πράσινο στο πράσινο τον άνθρωπο του Νεάντερταλ
στον άνθρωπο του Νεάντερταλ. Δεν ωφελούν πια
οι μυώνες
θέλει αγάπη θηριώδη
θέλει πήδημα τίγρισσας μες στις ιδέες.

Όσο υπάρχουνε Αχαιοί θα υπάρχει μία ωραία Ελένη
και ας είναι αλλού το χέρι αλλού ο λαιμός

Κάθε καιρός κι ο Τρωικός του πόλεμος.

Μακριά μέσα στ’ απώτατα βάθη του Αμνού
ο πόλεμος συνεχίζεται.

 

“Τα Άλογα του Αχιλλέως”,Κ. Π. Καβάφης

Τα Άλογα του Αχιλλέως
Κ. Π. Καβάφης

Τον Πάτροκλο σαν είδαν σκοτωμένο,
που ήταν τόσο ανδρείος, και δυνατός, και νέος,
άρχισαν τ’ άλογα να κλαίνε του Αχιλλέως·
η φύσις των η αθάνατη αγανακτούσε
για του θανάτου αυτό το έργον που θωρούσε.
Τίναζαν τα κεφάλια των και τες μακριές χαίτες κουνούσαν,
την γη χτυπούσαν με τα πόδια, και θρηνούσαν
τον Πάτροκλο που ενιώθανε άψυχο —αφανισμένο—
μια σάρκα τώρα ποταπή —το πνεύμα του χαμένο—
ανυπεράσπιστο —χωρίς πνοή—
εις το μεγάλο Τίποτε επιστραμμένο απ’ την ζωή.

Τα δάκρυα είδε ο Ζευς των αθανάτων
αλόγων και λυπήθη. «Στου Πηλέως τον γάμο»
είπε «δεν έπρεπ’ έτσι άσκεπτα να κάμω·
καλύτερα να μην σας δίναμε, άλογά μου
δυστυχισμένα! Τί γυρεύατ’ εκεί χάμου
στην άθλια ανθρωπότητα που είναι το παίγνιον της μοίρας.
Σεις που ουδέ ο θάνατος φυλάγει, ουδέ το γήρας
πρόσκαιρες συμφορές σάς τυραννούν. Στα βάσανά των
σας έμπλεξαν οι άνθρωποι.» — Όμως τα δάκρυά των
για του θανάτου την παντοτινή
την συμφοράν εχύνανε τα δυο τα ζώα τα ευγενή.

[1897]

Κ. Π. Καβάφης. [1991] 1995. Τα Ποιήματα. Τόμ. Α΄ (1897–1918). Επιμ. Γ. Π. Σαββίδης. 4η έκδ. Αθήνα: Ίκαρος.

“Τρώες” Κ.Π.Καβάφης

Κ. Π. Καβάφης
Τρώες

Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε
να ’χουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.—

Είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφαση και τόλμη
θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
κι έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.

Aλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλιτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κι αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κι η Εκάβη κλαίνε.

[1905]

Κ. Π. Καβάφης. [1991] 1995. Τα Ποιήματα. Τόμ. Α΄ (1897–1918). Επιμ. Γ. Π. Σαββίδης. 4η έκδ. Αθήνα: Ίκαρος.

Κωστής παλαμάς: Ραψωδία

Κωστής Παλαμάς
Ραψωδία
Όμηρε θείε, των καιρών χαρά και δόξα!
Στην κρυάδα του σκολειού και στου θρανίου τη γύμνια
όταν μπροστά μου σ’ απιθώσαν του δασκάλου
τ’ άχαρα χέρια, ω μεγαλόχαρο βιβλίο,
σε καρτερούσα μάθημα, κι εσύ ήρθες θάμα.
Κι άνοιξε μέσα μου ουρανός πλατύς καθάριος
και πέλαγου ζαφείρι σμαραγδοσπαρμένο,
και το θρανίο σα να ’γινε παλατιού θρόνος,
και κόσμος το σκολειό κι ο δάσκαλος προφήτης.
Διάβασμ’ αυτό δεν ήταν, νόημα δεν ήταν,
όραμα ήταν κι άκουσμα ήταν χωρίς ταίρι.—