Θουκυδίδης – Κερκυραϊκά Παράγραφος 81

Παράγραφος 81, 1

Πρωτότυπο κείμενο

Οἱ μὲν οὖν Πελοποννήσιοι τῆς νυκτὸς εὐθὺς κατὰ τάχος ἐκομίζοντο ἐπ΄ οἴκου παρὰ τὴν γῆν· καὶ ὑπερενεγκόντες τὸν Λευκαδίων ἰσθμὸν τὰς ναῦς͵ ὅπως μὴ περιπλέοντες ὀφθῶσιν͵ ἀποκομίζονται.

Μετάφραση

Οι Πελοποννήσιοι λοιπόν αμέσως τη νύχτα επέστρεφαν γρήγορα στην πατρίδα τους (πλέοντας) κοντά στην στεριά· και, αφού μετέφεραν τα πλοία τους πάνω από τον Ισθμό της Λευκάδας, για να μην τους δουν (οι Αθηναίοι) να πλέουν γύρω από το νησί, απομακρύνθηκαν.

Παράγραφος 81, 2

Πρωτότυπο κείμενο

Κερκυραῖοι δὲ αἰσθόμενοι τάς τε Ἀττικὰς ναῦς προσπλεούσας τάς τε τῶν πολεμίων οἰχομένας͵ λαβόντες τούς τε Μεσσηνίους ἐς τὴν πόλιν ἤγαγον πρότερον ἔξω ὄντας͵ καὶ τὰς ναῦς περιπλεῦσαι κελεύσαντες ἃς ἐπλήρωσαν ἐς τὸν Ὑλλαϊκὸν λιμένα͵ ἐν ὅσῳ περιεκομίζοντο͵ τῶν ἐχθρῶν εἴ τινα λάβοιεν͵ ἀπέκτεινον· καὶ ἐκ τῶν νεῶν ὅσους ἔπεισαν ἐσβῆναι ἐκβιβάζοντες ἀπεχρῶντο͵ ἐς τὸ Ἥραιόν τε ἐλθόντες τῶν ἱκετῶν ὡς πεντήκοντα ἄνδρας δίκην ὑποσχεῖν ἔπεισαν καὶ κατέγνωσαν πάντων θάνατον.

Μετάφραση

Οι Κερκυραίοι εξάλλου, όταν κατάλαβαν ότι τα Αθηναϊκά πλοία πλησιάζουν και ότι τα εχθρικά είχαν φύγει, αφού πήραν τους Μεσσηνίους τους μετέφεραν στην πόλη που προηγουμένως ήταν έξω (από αυτήν), και αφού διέταξαν τα πλοία που επάνδρωσαν να πλεύσουν γύρω από το Υλλαϊκό λιμάνι, όσο αυτά περιφέρονταν, εάν έπιαναν κάποιον από τους εχθρούς, τον σκότωναν· και, καθώς αποβίβαζαν από τα πλοία όσους έπεισαν να μπουν τους σκότωναν, και αφού ήλθαν στο Ηραίο έπεισαν γύρω στους πενήντα ικέτες να περάσουν από δίκη και τους καταδίκασαν όλους σε θάνατο.

Παράγραφος 81, 3

Πρωτότυπο κείμενο

Οἱ δὲ πολλοὶ τῶν ἱκετῶν͵ ὅσοι οὐκ ἐπείσθησαν͵ ὡς ἑώρων τὰ γιγνόμενα͵ διέφθειρον αὐτοῦ ἐν τῷ ἱερῷ ἀλλήλους͵ καὶ ἐκ τῶν δένδρων τινὲς ἀπήγχοντο͵ οἱ δ΄ ὡς ἕκαστοι ἐδύναντο ἀνηλοῦντο.

Μετάφραση

Οι περισσότεροι, όμως, από τους ικέτες, όσοι δεν πείστηκαν, όπως έβλεπαν όσα γίνονταν, σκότωναν ο ένας τον άλλο εκεί μέσα στο ιερό και μερικοί κρεμάστηκαν από τα δέντρα, οι υπόλοιποι τερμάτιζαν τη ζωή τους όπως μπορούσε ο καθένας.

Παράγραφος 81, 4

Πρωτότυπο κείμενο

Ἡμέρας τε ἑπτά͵ ἃς ἀφικόμενος ὁ Εὐρυμέδων ταῖς ἑξήκοντα ναυσὶ παρέμεινε͵ Κερκυραῖοι σφῶν αὐτῶν τοὺς ἐχθροὺς δοκοῦντας εἶναι ἐφόνευον͵ τὴν μὲν αἰτίαν ἐπιφέροντες τοῖς τὸν δῆμον καταλύουσιν͵ ἀπέθανον δέ τινες καὶ ἰδίας ἔχθρας ἕνεκα͵ καὶ ἄλλοι χρημάτων σφίσιν ὀφειλομένων ὑπὸ τῶν λαβόντων·

Μετάφραση

Για εφτά μέρες, όσες έμεινε ο Ευρυμέδων, που έφτασε με τα εξήντα πλοία, οι Κερκυραίοι σκότωναν όσους από τους συμπολίτες τους θεωρούσαν ότι είναι εχθροί τους και, μολονότι τους κατηγορούσαν ότι προσπαθούσαν να καταλύσουν τη δημοκρατία, πέθαναν όμως μερικοί και εξαιτίας προσωπικών διαφορών και άλλοι σκοτώθηκαν από τους οφειλέτες τους για τα χρήματα που τους χρωστούσαν.

 

Παράγραφος 81, 5

Πρωτότυπο κείμενο

Πᾶσά τε ἰδέα κατέστη θανάτου͵ καὶ οἷον φιλεῖ ἐν τῷ τοιούτῳ γίγνεσθαι͵ οὐδὲν ὅτι οὐ ξυνέβη καὶ ἔτι περαιτέρω. Καὶ γὰρ πατὴρ παῖδα ἀπέκτεινε καὶ ἀπὸ τῶν ἱερῶν ἀπεσπῶντο καὶ πρὸς αὐτοῖς ἐκτείνοντο͵ οἱ δέ τινες καὶ περιοικοδομηθέντες ἐν τοῦ Διονύσου τῷ ἱερῷ ἀπέθανον.

Μετάφραση

Και διαπράχθηκαν κάθε είδους φόνοι και- όλα όσα συνηθίζεται να γίνονται σε τέτοιες περιπτώσεις- τίποτα δεν παραλείφθηκε που να μην έγινε και ακόμα χειρότερα. Γιατί και ο πατέρας σκότωνε το γιο και από τα ιερά απομακρύνονταν (οι ικέτες) και σκοτώνονταν κοντά (σε αυτά) και κάποιοι μάλιστα πέθαναν στο ιερό του Διονύσου, αφού περικλείστηκαν από τείχος.

Αφήστε μια απάντηση