Ξενοφῶντος Ἑλληνικά
Κεφάλαιο 2. Παράγραφος 4
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῇ δ΄ ὑστεραίᾳ ἐκκλησίαν ἐποίησαν͵ ἐν ᾗ ἔδοξε τούς τε λιμένας ἀποχῶσαι πλὴν ἑνὸς καὶ τὰ τείχη εὐτρεπίζειν καὶ φυλακὰς ἐφιστάναι καὶ τἆλλα πάντα ὡς εἰς πολιορκίαν παρασκευάζειν τὴν πόλιν.
Μετάφραση
Την επόμενη μέρα έκαναν συνέλευση στην οποία αποφάσισαν να επιχωματώσουν όλα τα λιμάνια εκτός από ένα και να περιποιηθούν τα τείχη και να εγκαταστήσουν φρουρές και να προετοιμάσουν την πόλη σε όλα τα άλλα σαν για πολιορκία.
Κείμενο – Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Τῇ δ΄ ὑστεραίᾳ
ἐκκλησίαν ἐποίησαν͵
ἐν ᾗ ἔδοξε
ἀποχῶσαι τούς τε λιμένας
πλὴν ἑνὸς
καὶ τὰ τείχη εὐτρεπίζειν
καὶ φυλακὰς ἐφιστάναι
καὶ παρασκευάζειν τὴν πόλιν
τἆλλα πάντα ὡς εἰς πολιορκίαν.
Την επόμενη μέρα
έκαναν συνέλευση
στην οποία αποφάσισαν
να επιχωματώσουν όλα τα λιμάνια
εκτός από ένα
και να περιποιηθούν τα τείχη
και να εγκαταστήσουν φρουρές
και να προετοιμάσουν την πόλη
σε όλα τα άλλα σαν για πολιορκία.
Συντακτική ανάλυση
τῇ δ΄ ὑστεραίᾳ ἐκκλησίαν ἐποίησαν: κύρια πρόταση κρίσεως.
ἐποίησαν: ρήμα / οἱ Ἀθηναῖοι: ενν. υποκείμενο/ ἐκκλησίαν: αντικείμενο / τῇ δ΄ ὑστεραίᾳ (ἡμέρᾳ): δοτ. του χρόνου
ἐν ᾗ ἔδοξε τούς τε λιμένας ἀποχῶσαι πλὴν ἑνὸς καὶ τὰ τείχη εὐτρεπίζειν καὶ φυλακὰς ἐφιστάναι καὶ τἆλλα πάντα ὡς εἰς πολιορκίαν παρασκευάζειν τὴν πόλιν: δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική στο ἐκκλησίαν.
ἔδοξε: απρόσ. ρήμα/ αὐτοῖς , δηλ. τοῖς Ἀθηναίοις: δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου / ἐν ᾗ: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο ἒδοξε/ ἀποχῶσαι τε εὐτρεπίζειν καὶ ἐφιστάναι καί παρασκευάζειν: τελικά απαρέμφατα με υποκείμενο αὐτούς ενν. (ετεροπροσωπία) / τοὺς λιμένας, τὰ τείχη, φυλακάς, τὴν πόλιν: αντικείμενα αντίστοιχα στα απαρέμφατα / πλὴν ἑνὸς (λιμένος): εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της εξαίρεσης / τἆλλα: αιτιατική της αναφοράς στο παρασκευάζειν / πάντα: κατηγορηματικός προσδιορισμός / ὡς εἰς πολιορκίαν: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού το μόριο ὡς αποκόπηκε κατά βραχυλογία από την αναφορική παραβολική πρόταση: ὡς παρασκευάζεταί τις εἰς πολιορκίαν.