Ένας ζωντανός θρύλος της Κύπρου, ένας αγωνιστής της ηρωικής ΕΟΚΑ της περιόδου 1955-1959 -που υπό την ηγεσία του Διγενή ένωσε τους Κυπρίους στον κοινό αγώνα για αποτίναξη του Αγγλικού ζυγού με κυρίαρχο αίτημα την ένωση με την Ελλάδα. Ο Ανδρέας Βασιλείου, μόλις 16 ετών τον Σεπτέμβρη του 1957, επέφερε το μεγαλύτερο πλήγμα στους Άγγλους ανατινάζοντας 5 βρετανικά αεροπλάνα μέσα στη βάση Ακρωτηρίου.
Ο Ανδρέας Βασιλείου, εργαζόμενος στη βάση και πρωταγωνιστής αυτής της -μίας από τις πιο τολμηρές- δράσης δολιοφθοράς, τοποθέτησε, στις 25 Νοεμβρίου, δύο βόμβες σε δύο αεροπλάνα που εξερράγησαν την επόμενη μέρα. Μια τέτοια τολμηρή επιχείρηση, από έναν έφηβο, απέδειξε το πνεύμα της επιμονής και της αυτοθυσίας των μελών της ΕΟΚΑ. Αυτή είναι η προσωπική του μαρτυρία για το πώς διεξήχθη η επιχείρηση:
«Οι Άγγλοι τεχνικοί είχαν τελειώσει τη δουλειά τους και έφυγαν από το υπόστεγο στη 1 μ.μ. Ένας ένοπλος φρουρός μας επέβλεπε, μέχρι το πέρας της εργασίας μας, στις 4 μ.μ., όταν θα έπρεπε να τελειώσουμε.
Μετά το μεσημεριανό διάλειμμα μας, ένας Τούρκος και ένας Αρμένιος συνάδελφος πήγαν έξω από το υπόστεγο, στη 1.45 μ.μ., ενώ ένα τρίτος συνάδελφος, Έλληνας, έτυχε να κοιμηθεί σε ένα αυτοσχέδιο πάγκο.
Εκείνη την στιγμή και ενώ ο φρουρός έλεγχε ένα από τα αεροσκάφη, που βρίσκονταν στη γωνία, δίπλα στην είσοδο, πήγα ήσυχα στη μέση του υπόστεγου και χώθηκα κάτω από τα φτερά ενός «Καμπέρα», έβαλα τον εκρηκτικό μηχανισμό στην εσωτερική κοιλότητα, δίπλα στη δεξαμενή καυσίμων. Στη συνέχεια γύρισα πίσω, χωρίς να γίνω αντιληπτός και έφυγα από το υπόστεγο.
Στις 2:30 μ.μ. προσποιήθηκα ότι πάω στην τουαλέτα και έφυγα από το σημείο όπου δουλεύαμε με τους συναδέλφους μου και τον ένοπλο φρουρό. Όταν έφτασα στην έξοδο του υπόστεγου δεν βγήκα έξω, αλλά γύρισα προς την αντίθετη κατεύθυνση και κρύφτηκα πίσω από τον όγκο των αεροσκαφών και τοποθέτησα τον άλλο εκρηκτικό μηχανισμό στο νεκρό σημείο ενός ανοίγματος, στην αριστερή πλευρά του ενός από αυτά, ίδιου τύπου με το πρώτο. Ήταν ένα σημείο σχεδόν δίπλα στο ρεζερβουάρ. Μετά, επέστρεψα από την ίδια διαδρομή και πήγα κοντά στους συναδέλφους μου.
Όταν έφθασα στη Λεμεσσό το βράδυ, έδωσα αναφορά στους υπευθύνους και περίμενα τα αποτελέσματα. Την επόμενη ημέρα, την 26η Νοεμβρίου, πήγα να εργαστώ ως συνήθως, έτσι ώστε να μην κινήσω τις υποψίες των Άγγλων μετά τις εκρήξεις, αλλά κατάλαβα ότι δεν είχε συμβεί τίποτα στο υπόστεγο.
Βρέθηκα σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, γιατί θα πρόδιδα τον εαυτό μου, εἀν έφευγα από τον χώρο και στο μεταξύ ανακάλυπταν τις βόμβες οι άγγλοι τεχνικοί, που εργάζονταν στα αεροπλάνα, παρά το ότι τις είχα κρύψει πολύ καλά. Από την άλλη, οι βόμβες θα μπορούσαν να εκραγούν ανά πάσα στιγμή, σκοτώνοντας όλους μέσα στο υπόστεγο. Παρ’ όλα αυτά, συνέχισα να εργάζομαι μέχρι τις 4 μ.μ. οπότε και τελειώσαμε την βάρδια. »
Στις 16.15, περίπου, οι δεξαμενές καυσίμων των αεροπλάνων ανατινάχτηκαν. Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα οι φλόγες τύλιξαν το καμωμένο από κασσίτερο υπόστεγο, το οποίο ήταν 130 μέτρα μήκος, 20 μέτρα ύψος και στέγαζε 4 Canberra και ένα Venom.
Η όλη δομή κατέρρευσε και καταστράφηκε ολοσχερώς, μαζί με όλα τα αεροπλάνα και άλλο υλικό, που αποτελείται από κινητήρες αεροπλάνων και τόρνους. Κανένας από αυτούς που έκαναν το σαμποτάζ δε συνελήφθη ποτέ. Αυτή ήταν η πιο καταστροφική πράξη του είδους της, στην ιστορία του νησιού και της Αγγλίας. Η ζημία που προκλήθηκε υπολογίστηκε σε £ 4.500.000 λίρες. »
Ο Ανδρέας Βασιλείου μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο αποφάσισε μαζί με την οικογένεια του, την Ελλαδίτισσα σύζυγο του και τα δυο του παιδιά, να έρθει στον τόπο καταγωγής της γυναίκας του και να ξαναρχίσει τη ζωή του στο γειτονικό Νομό Ροδόπης, όπου και διαμένει μέχρι και σήμερα.
Ανδριάνα Πανδώρα Βασιλείου
πολυ ωραιο