Γνωρίζεις απο που βγήκε η φράση:
«Το μυαλό σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος»
Την εποχή της Τουρκοκρατίας υπήρχε στην Αθήνα ένας φοροεισπράκτορας των Τούρκων με το όνομα Κιουλάκ Βογιατζή. Αυτός γύριζε στα διάφορα σπίτια των Χριστιανών και μάζευε τον καθιερωμένο κεφαλικό φόρο.
Ήταν δύο μέτρα περίπου ψηλός και το άγριο πρόσωπο του ήταν κατάμαυρο και βλογιοκομμένο. Οι Έλληνες, μόνο που τον έβλεπαν, τους κοβόταν η ανάσα.
Ο λόρδος Βύρωνας που τον γνώρισε από κοντά, γράφει ότι έμοιαζε σαν δαίμονας, που ξεπήδησε από την κόλαση κι ότι τα παιδιά πάθαιναν ίλιγγο τρόμου, όταν τον αντίκριζαν, ξαφνικά μπροστά τους.
Ο Κιουλάκ Βογιατζή κρατούσε πάντοτε στα χέρια του ένα κοντόχοντρο κόπανο και με αυτόν απειλούσε τους χριστιανούς. Έλεγε, δηλαδή ότι θα τους σπάσει το κεφάλι, αν δεν του έδιναν μια χρυσή λίρα ή δύο φλουριά, όπως απαιτούσε ο κεφαλικός φόρος κάθε έξι μήνες.
Ο Κιουλάκ, όμως ήταν τόσο κουτός, ώστε δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τα διάφορα νομίσματα της εποχής εκείνης. Έτσι, πολλοί Έλληνες που δεν είχαν να πληρώσουν, του έδιναν μερικές μπρούτζινες δεκάρες, που τις γυάλιζαν προηγούμενα, για να φαίνονται χρυσές και τον έδιωχναν.
Από τότε, λοιπόν, έμεινε η φράση «Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος». Μπογιατζής δεν ήταν άλλος από τον Κιουλάκ Βογιατζή με τον κόπανό του.
«Φεγγαράκι μου λαμπρό»
Η φράση «Φεγγαράκι μου λαμπρό» είναι ο πρώτος στίχος από το ποίημα/τραγούδι:
Φεγγαράκι μου λαμπρό
φέγγε μου να περπατώ
να πηγαίνω στο σχολειό,
να μαθαίνω γράμματα,
γράμματα, σπουδάγματα,
του Θεού τα πράγματα.
Σύμφωνα με την παράδοση του λαού μας, είναι το τραγούδι που έλεγαν τα παιδιά όταν πήγαιναν στο κρυφό σχολειό τη νύχτα για να μην τους καταλάβουν οι Τούρκοι. Μέσα στο σκοτάδι της νύχτας το μόνο φως που είχαν ήταν το φως του φεγγαριού. Γι' αυτό και του «ζητούσαν» να φέγγει, να βλέπουν να πάνε στο σχολειό.
Πλήρωσα τα μαλλιά της κεφαλής μου
Ο Έλληνας επί Τουρκοκρατίας πλήρωνε ακόμη και «τα μαλλιά της κεφαλής του». O ραγιάς υποχρεωνόταν να πληρώσει ένα ευφάνταστο και υπερβολικό φόρο που σχετιζόταν με το μήκος των μαλλιών του. Όσο μακρύτερα τα μαλλιά, τόσο ψηλότερος λέγεται ότι ήταν ο φόρος. Έτσι συχνά, οι μακρυμάλληδες έπαιρναν τα βουνά για να γλιτώσουν το μαλλί και φυσικά την τσέπη τους. Από αυτόν τον φόρο βγήκε και η παροιμιώδης φράση «χρωστά τα μαλλιά της κεφαλής του» ή «πλήρωσε τα μαλλιά της κεφαλής του», η οποία χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα.
Η παράδοση θέλει τους γενναίους οπλαρχηγούς της επανάστασης, όπως ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης, να έχουν μακριά μαλλιά, ως ένδειξη περιφρόνησης προς τον Οθωμανό δυνάστη, του οποίου αμφισβητούσαν ευθέως την εξουσία.
Αλά μπουρνέζικα
Όταν μας μιλάει κάποιος και θέλουμε να του πούμε πως δεν καταλαβαίνουμε τι μας λέει, τότε του λέμε πως μιλάει… αλά μποuρνέζικα. Πολλοί νομίζουν, πως είναι μια λέξη (αλαμπουρνέζικα). Είναι όμως δύο. Μπουρνέζικα, λοιπόν, είναι η γλώσσα που θα μιλούσαν σε κάποιο τόπο ή και θα μιλάνε ακόμα, γιατί ο τόπος αυτός πράγματι υπάρχει. Είναι σε μια περιοχή του Σουδάν, όπου ζει η φυλή Μπουρνού. Η γλώσσα αυτή ήρθε στην Ελλάδα κατά την Επανάσταση του 1821, με τη φυλή των Μπουρνού η οποία αποτελούσε τμήμα του εκστρατευτικού σώματος του Αιγύπτιου στρατηγού Ιμπραήμ. Καθώς η αραβική γλώσσα είναι αρκετά δύσκολη και μάλιστα στις διαλέκτους της, σε μας τους Έλληνες, λοιπόν δίκαια, όσα θ’ ακούγαμε από αυτούς, θα φαίνονταν «αλά μπουρνέζικα», δηλαδή ακατανόητα.