English

Κίβιουκ (δορυφόρος)

Κίβιουκ (δορυφόρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κίβιουκ
Kiviuq N00164111.jpgΟ Κίβιουκ ,σε φωτογραφία του Κασσίνι στις 8 Οκτωβρίου 2010.
Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Μπρετ Γκλάντμαν et al.
Έτος ανακάλυψης 2000
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 11.111.000 Km
Εκκεντρότητα 0,3288
Περίοδος περιφοράς 449,22 ημέρες
Κλίση 45,71° (προς την Εκλειπτική)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Διαστάσεις - Km
Μέση Ακτίνα 8 Km
Περίοδος περιστροφής άγνωστη
Λευκαύγεια 0,04
Χρώμα ανοιχτό κόκκινο
B-V=0,87 R-V=0,66/0,48

Ο Κίβιουκ (αγγλικά: Kiviuq), ή Κρόνος XXIV (Saturn XXIV) είναι ένας ακανόνιστος φυσικός δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου. Ανακαλύφθηκε το 2000 και του δόθηκε προσωρινά το όνομα S/2000 S 5[1][2].

Πήρε το όνομά του το 2003 από τον ομώνυμο γίγαντα της μυθολογίας των Ινουίτ[3].

Έχει διάμετρο περίπου 16 χλμ. και περιφέρεται γύρω από τον Κρόνο σε μέση απόσταση 11.111.000 χλμ. σε 449,22 ημέρες, σχηματίζοντας κλίση 45,71° με την εκλειπτική, σε ανάδρομη φορά και με εκκεντρότητα τροχιάς 0,3288. Είναι μέλος της ομάδας Ινουίτ.

Ομάδα δορυφόρων του Κρόνου Ινουίτ

Ομάδα δορυφόρων του Κρόνου Ινουίτ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Η ομάδα δορυφόρων του Κρόνου Ινουίτ είναι μια δυναμική ομαδοποίηση των ανάδρομων ακανόνιστων δορυφόρων του Κρόνου που ακολουθούν παρόμοιες τροχιές. Οι ημιμεγάλοι άξονες των τροχιών τους κυμαίνονται μεταξύ 11 και 18 Gm (11-18 εκατ. χλμ.), οι κλίσεις τους μεταξύ 40° και 50°, και οι εκκεντρότητές τους από 0,15 έως 0,48.

Ακανόνιστoι δορυφόροι του Κρόνου. Το διάγραμμα απεικονίζει την ομαδα Inuit σε σχέση με άλλους ακανόνιστους δορυφόρους του Κρόνου. Η εκκεντρότητα των τροχιών αντιπροσωπεύεται από τα κίτρινα τμήματα (που εκτείνεται από το περίκεντρο προς το απόκεντρο) με την κλίση να αναπαριστάται στον κάθετο άξονα.

Ταξινόμηση

Τα πέντε μέλη της ομάδας είναι (κατά σειρά αυξανόμενης απόστασης από τον Κρόνο):

Η Διεθνής Αστρονομική Ένωση (ΔΑΕ) χρησιμοποιεί ονόματα που λαμβάνονται από την μυθολογία των Ινουίτ για αυτούς τους δορυφόρους.

Η φασματική ομοιογένεια (με εξαίρεση τον Ίτζιρακ) είναι σύμφωνη με τη θεωρία της κοινής καταγωγής από την διάλυση ενός ενιαίου αντικειμένου, αλλά η διασπορά των τροχιακών παραμέτρων απαιτεί περαιτέρω εξήγηση. Οι πρόσφατα αναφερθέντες παροδικοί συντονισμοί μεταξύ των μελών θα μπορούσαν να εξηγήσουν αυτή τη διασπορά μετά την σύγκρουση.

Ιαπετός (δορυφόρος)

Ιαπετός (δορυφόρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ιαπετός
Iapetus 706 1419 1.jpg
Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Τζιοβάνι Ντομένικο Κασίνι
Ημερομηνία Ανακάλυψης 25 Οκτωβρίου 1671
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 3.560.820 Km
Εκκεντρότητα 0,0286125
Περίοδος περιφοράς 79,3215 ημέρες
Κλίση 15,47° (προς τον Ισημερινό του Κρόνου)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Διαστάσεις 1.494,8 × 1.424,8 Km
Μέση Ακτίνα 735,6 ± 3 Km
Έκταση επιφάνειας 6.700.000 Km²
Μάζα (1,805635 ± 0,000375) × 1021 kg
Μέση πυκνότητα 1,0830 ± 0,0066 g/cm3
Ισημερινή βαρύτητα επιφάνειας 0,223 m/s²
Ταχύτητα διαφυγής 0,572 km/s
Περίοδος περιστροφής 79,3215 ημέρες (Σύγχρονη)
Κλίση άξονα μηδέν
Λευκαύγεια 0,05-0,5
Φαινόμενο μέγεθος 10,2-11,9

Ο Ιαπετός (αγγλικά: Iapetus) είναι ο τρίτος μεγαλύτερος φυσικός δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου και ο ενδέκατος, κατά σειρά μεγέθους, δορυφόρος του ηλιακού συστήματος. Πήρε το όνομά του από τον τιτάνα Ιαπετό της ελληνικής μυθολογίας. Η άλλη του σημερινή ονομασία είναι Κρόνος VIII (Saturn VIII).

Ο Ιαπετός είναι πολύ γνωστός για την έντονη διαφορά της λευκαύγειας ανάμεσα στις δύο πλευρές του, από τις οποίες η μία είναι σχεδόν εντελώς λευκή και η άλλη σχεδόν εντελώς σκοτεινή. Για το λόγο αυτό, έχει χαρακτηριστεί ως "φεγγάρι γινγκ γιανγκ". Ωστόσο, η εξερεύνηση του από την αποστολή Κασσίνι-Χόιχενς αποκάλυψε και άλλα μοναδικά χαρακτηριστικά, όπως μια οροσειρά που διατρέχει τον ισημερινό του.

Θερμοκρασίες

Οι θερμοκρασίες στην επιφάνεια της σκοτεινής περιοχής φθάνουν τους 130 K (-143 °C ή -226 °F) στον ισημερινό. Η αργή περιστροφή του Ιαπετού κάνει τη θέρμανση από το ηλιακό φως αποτελεσματικότερη. Οι φωτεινότερες επιφάνειες απορροφούν λιγότερο ηλιακό φως, έτσι οι θερμοκρασίες εκεί φθάνουν μόνο περίπου τους 100 Κ (-173 °C ή -280 °F) .

Τροχιά

Η τροχιά του Ιαπετού είναι σχετικά ασυνήθιστη σε σχέση με τους υπόλοιπους δορυφόρους του πλανήτη. Περιστρέφεται γύρω από τον Κρόνο σε απόσταση πολύ μεγαλύτερη από ότι το επόμενο εσωτερικό φεγγάρι, ο Τιτάνας. Η τροχιά του έχει μεγάλη κλίση με το επίπεδο περιστροφής των υπόλοιπων δορυφόρων. Μόνο η τροχιά ανώμαλων εξωτερικών δορυφόρων, όπως η Φοίβη (δορυφόρος) έχουν μεγαλύτερη κλίση. Η αιτία αυτού του φαινομένου είναι άγνωστη.

Λόγω της μεγάλης απόστασης από τον Κρόνο και της έντονα κεκλιμένης τροχιάς, ο Ιαπετός είναι το μόνο μεγάλο φεγγάρι από το οποίο τα δαχτυλίδια του Κρόνου είναι σαφώς ορατά. Από τους υπόλοιπους εσωτερικούς δορυφόρους, οι δακτύλιοι φαίνονται από το πλάι και έτσι είναι δύσκολα ορατοί. Από τον Ιαπετό, ο Κρόνος φαίνεται να έχει διάμετρο 1 ° 56 ' (τέσσερις φορές μεγαλύτερη από της Σελήνης, όπως αυτή φαίνεται από τη Γη) .

Εξερεύνηση

Σύνθετη φωτογραφία του Ιαπετού από το Κασσίνι.

Ο Ιαπετός έχει φωτογραφηθεί πολλές φορές από τη διαστημοσυσκευή Κασσίνι πολλές φορές. Ωστόσο, η τροχιά του κάνει την παρατήρηση από μικρή απόσταση δύσκολη. Το Κασσίνι έκανε ένα κοντινό πέρασμα από τον Ιαπετό, σε απόσταση 1.227 χιλιομέτρων, στις 10 Σεπτεμβρίου 2007.

Εικόνες

Υπερίων (δορυφόρος)

Υπερίων (δορυφόρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Υπερίων
Hyperion in approximately natural color; acquired by Cassini spacecraft
Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από W. C. Bond, G. P. Bond & Ουίλιαμ Λάσελ
Ημερομηνία Ανακάλυψης 16 Σεπτεμβρίου 1848
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 1.481.009 Km
Εκκεντρότητα 0,1230061
Περίοδος περιφοράς 21,27661 ημέρες
Κλίση 0,43° (προς τον Ισημερινό του Κρόνου)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Διαστάσεις 360 × 280 × 225 Km
Μέση Ακτίνα 135 ± 4 Km
Μάζα (5,6199 ± 0,05) × 1018 kg
Μέση πυκνότητα 0,544 ± 0,050 g/cm3
Ισημερινή βαρύτητα επιφάνειας 0,017-0,021 m/s²
Ταχύτητα διαφυγής 45–99 km/s
Κλίση άξονα ποικίλει
Λευκαύγεια 0,3
Επιφανειακή θερμοκρασία 93 K
Φαινόμενο μέγεθος 14,1

Ο Υπερίων (αγγλικά: Hyperion) είναι ένας φυσικός δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου. Πήρε το όνομά του από τον τιτάνα Υπερίονα [1] της ελληνικής μυθολογίας. Η άλλη του σημερινή ονομασία είναι Κρόνος VII (Saturn VII).

Σύνθεση

Ο Υπερίων σε φυσικά χρώματα από το Κασσίνι. Ο Υπερίων αποκαλείται πολλές φορές και ως σφουγγάρι.

Όπως και οι περισσότεροι από τους δορυφόρους του Κρόνου, η χαμηλή πυκνότητά του δείχνει ότι αποτελείται κυρίως από παγωμένο νερό, με μόνο μια μικρή ποσότητα βράχου. Θεωρείται ότι ο Υπερίων μπορεί να είναι σαν μια χαλαρά προσκτηθείσα σωρός ερειπίων στην φυσική του σύνθεση που συγκρατείται λόγω της βαρύτητας του σώματος. Ωστόσο, σε αντίθεση με τα περισσότερα από τα φεγγάρια του Κρόνου, ο Υπερίων έχει χαμηλή λευκαύγεια (0,2 - 0,3), δηλώνοντας ότι καλύπτεται από τουλάχιστον ένα λεπτό στρώμα σκοτεινής ύλης. Αυτό μπορεί να είναι υλικό από την Φοίβη (η οποία είναι πολύ πιο σκούρα), που πήρε στο παρελθόν ο Ιαπετός. Ο Υπερίων είναι πιο κόκκινος από τη Φοίβη και ταιριάζει το χρώμα της σκοτεινής του ύλης με αυτό του Ιαπετού.

Ο Υπερίων έχει πορώδη επιφάνεια της τάξης του 0,46.

Περιστροφή

Φωτομετρίες από το Βόγιατζερ 2 και μεταγενέστερα επίγειες δείχνουν ότι η περιστροφή του Υπερίωνα είναι χαοτική, δηλαδή ο άξονας του ταλαντεύεται τόσο πολύ, ώστε ο προσανατολισμός του στο διάστημα είναι απρόβλεπτος. Ο Υπερίωνας είναι ο μόνος γνωστός δορυφόρος του Ηλιακού συστήματος που περιφέρεται χαοτικά. Είναι ακόμα ο μοναδικός ομαλός δορυφόρος στο Ηλιακό σύστημα που δεν είναι παλιρροϊκά κλειδωμένος με τον πλανήτη του.

Ο Υπερίων είναι μοναδικός ανάμεσα σε όλα τα μεγάλα φεγγάρια στο ότι έχει πολύ ακανόνιστο σχήμα, έχει μεγάλη εκκεντρότητα και βρίσκεται πολύ κοντά σε ένα πολύ μεγάλο δορυφόρο, τον Τιτάνα. Αυτοί οι παράγοντες συνδυάζονται για να αποκλείσουν το σύνολο το συνθηκών υπό τις οποίες μια σταθερή τροχιά είναι εφικτή. Το γεγονός ότι έχει τροχιακή απήχηση 4:3 με τον Τιτάνα κάνουν μια χαοτική τροχιά να φαντάζει ακόμα πιο πιθανή. Το γεγονός ότι δεν είναι κλειδωμένος μάλλον ευθύνεται για τη σχετική ομοιομορφία της επιφάνειάς του, σε αντίθεση με άλλους δορυφόρους του Κρόνου, οι οποίοι έχουν διάφορα χαρακτηριστικά αντίθεσης και «κυρίαρχα ημισφαίρια».

Εξερεύνηση

O Υπερίων έχει φωτογραφηθεί αρκετές φορές από μέτριες αποστάσεις από το Κασσίνι. Υπήρχε ένα κοντινό στοχευμένο πέρασμα από αυτόν, από απόσταση 500 χιλιομέτρων στις 26 Σεπτεμβρίου 2005. Ένα τελευταίο κοντινό πέρασμα από το Κασσίνι-Χόιχενς πάλι, έλαβε χώρα στις 25 Αυγούστου του 2011. Δεν υπάρχουν σχέδια για τυχόν άλλα. Κάτι ακόμα αξιοσημείωτα μοναδικό σχετικά με τον συγκεκριμένο δορυφόρο είναι ότι κινείται χαοτικά. Έχει συνεχώς μεταβαλλόμενο άξονα περιστροφής και περίοδο. Έτσι, ο Ήλιος δεν ανατέλλει ποτέ από την ίδια κατεύθυνση και η διάρκεια της μέρας ποικίλλει. Ο Υπερίων αντιπροσωπεύει ένα από τα πρώτα δείγματα χαοτικής κίνησης μεγάλης κλίμακας που παρατηρήθηκε στο Σύμπαν.

Φωτογραφίες

Ζωή στον Τιτάνα

Ζωή στον Τιτάνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολυφασματική απεικόνιση του Τιτάνα

Η ύπαρξη ζωής στον Τιτάνα, το μεγαλύτερο φεγγάρι του Κρόνου, επί του παρόντος είναι ένα ανοιχτό ερώτημα και θέμα επιστημονικής αξιολόγησης και έρευνας. Ο Τιτάνας είναι πολύ πιο κρύος από τη Γη, και στην επιφάνειά του δεν υπάρχει σταθερά νερό σε υγρή μορφή, οπότε αρκετοί επιστήμονες θεωρούν τη ζωή εκεί απίθανη. Αλλά, η παχιά ατμόσφαιρα του είναι χημικά δραστική και πλούσια σε ενώσεις του άνθρακα. Στην επιφάνεια του υπάρχουν σώματα από υγρό μεθάνιο και αιθάνιο, και είναι πιθανό να υπάρχει ένα στρώμα από υγρό νερό κάτω από το στρώμα πάγου· ορισμένοι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτά τα υγρά μίγματα μπορούν να παρέχουν προ-βιοτική χημεία για ζωντανά κύτταρα διαφορετικά από της Γης.

Τον Ιούνιο 2010, οι επιστήμονες αναλύοντας τα δεδομένα από την αποστολή Κασσίνι-Χόιχενς ανέφεραν ανωμαλίες στην ατμόσφαιρα κοντά στην επιφάνεια που θα μπορούσαν να συσχετίζονται με την παρουσία οργανισμών που παράγουν μεθάνιο, ή εναλλακτικά μπορεί να οφείλονται σε άβιες χημικές ή μετεωρολογικές διεργασίες.[1] Η αποστολή Κασσίνι-Χόιχενς δεν ήταν εξοπλισμένη για αναζήτηση μικροοργανισμών ή για να παράσχει λεπτομερή απογραφή των σύνθετων οργανικών ενώσεων.

Χημεία

Η θεώρηση του Τιτάνα ως ένα περιβάλλον για τη μελέτη της προβιοτικής χημείας ή δυνητικά εξωτικής ζωής οφείλεται κατά πολύ στην ποικιλότητα της οργανικής χημείας που βρίσκεται στην ατμόσφαιρά του από φωτοχημικές αντιδράσεις στα εξωτερικά στρώματα της. Οι ακόλουθες χημικές ουσίες που έχουν ανιχνευθεί στην άνω ατμόσφαιρα του Τιτάνα από φασματόμετρο μάζας του Κασσίνι:

Είδος Μαγκί, 1050 χλμ. Κουι, 1050 χλμ. Κουι, 1077 χλμ. Γουέιτ, κ.α.., 1000-1045 χλμ.
Πυκνότητα (cm-3) (3.18±0.71) x 109 (4.84±0.01) x 109 (2.27±0.01) x 109 (3.19, τιμή 7,66) x 109
Άζωτο (96.3±0.44)% (97.8±0.2)% (97.4±0.5)% (95.5, 97.5)%
14N15N (1.08±0.06)%
Μεθάνιο (2.17±0.44)% (1.78±0.01)% (2.20±0.01)% (1.32, 2.42)%
13CH4 (2.52±0.46) x 10-4
Υδρογόνο (3.38±0.23) x 10-3 (3.72±0.01) x 10-3 (3.90±0.01) x 10-3
Ακετυλένιο (3.42±0.14) x 10-4 (1.68±0.01) x 10-4 (1.57±0.01) x 10-4 (1.02, 3.20) x 10-4
Αιθυλένιο (3.91±0.23) x 10-4 (5.04±0.04) x 10-4 (4.62±0.04) x 10-4 (0.72, 1.02) x 10-3
Αιθάνιο (4.57±0.74) x 10-5 (4.05±0.19) x 10-5 (2.68±0.19) x 10-5 (0.78, 1.50) x 10-5
Υδροκυάνιο (2.44±0.10) x 10-4
40Ar (1.26±0.05) x 10-5 (1.25±0.02) x 10-5 (1.10±0.03) x 10-5
Προπίνιο (9.20±0.46) x 10-6 (9.02±0.22) x 10-6 (6.31±0.24) x 10-6 (0.55, 1.31) x 10-5
Προπένιο (2.33±0.18) x 10-6 (0.69, 3.59) x 10-4
Προπάνιο (2.87±0.26) x 10-6 <1.84 x 10-6 <2.16 e-6(3.90±0.01) x 10-6
Διακετυλένιο (5.55±0.25) x 10-6 (4.92±0.10) x 10-6 (2.46±0.10) x 10-6 (1.90, 6.55) x 10-6
Κυανογόνο (2.14±0.12) x 10-6 (1.70±0.07) x 10-6 (1.45±0.09) x 10-6 (1.74, 6.07) x 10-6
Κυανοακετυλένιο (1.54±0.09) x 10-6 (1.43±0.06) x 10-6 <8.27 x 10-7
Ακρυλονιτρίλιο (4.39±0.51) x 10-7 <4.00 x 10-7 <5.71 x 10-7
Προπανονιτρίλιο (2.87±0.49) x 10-7
Βενζόλιο (2.50±0.12) x 10-6 (2.42±0.05) x 10-6 (3.90±0.01) x 10-7 (5.5, 7.5) x 10-3
Τολουόλιο (2.51±0.95) x 10-8 <Το 8,73 x 10-8 (3.90±0.01) x 10-7 (0.83, 5.60) x 10-6

Καθώς η φασματομετρία μάζας προσδιορίζει την ατομική μάζα μιας ουσίας αλλά όχι τη δομή της, απαιτούνται επιπρόσθετες έρευνες για την ποιοτική ανάλυση του δείγματος. Τα δεδομένα Μαγκι (2009) περιλαμβάνουν διορθώσεις για περιβάλλον με υψηλή πίεση. Άλλες ενώσεις που ενδεικνύονται από τα δεδομένα και τα συναφή μοντέλα είναι: αμμωνία, πολυαλκίνια, αμίνες, αιθυλενιμίνη, δευτερίδια, αλλένια, 1,3 βουταδιένιο και άλλα πιο περίπλοκα χημικά σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις, όπως και διοξείδιο του άνθρακα και μικρές ποσότητες υδρατμών.[2][3][4]

Θερμοκρασία επιφανείας

Λόγω της απόστασής του από τον Ήλιο, ο Τιτάνας είναι πολύ ψυχρότερος από τη Γη. Η θερμοκρασία στην επιφάνεια του είναι περίπου 90 K (-179 °C). Σε αυτή τη θερμοκρασία, ο υδατικός πάγος—αν υπάρχει—παραμένει σταθερός και δεν λιώνει, δεν εξατμίζεται και δεν εξαχνώνεται. Λόγω του υπερβολικού κρύου και της έλλειψης διοξείδιου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα, αρκετοί επιστήμονες όπως ο Τζόναθαν Λουνίν θεωρούν τον Τιτάνα αφιλόξενο για εξωγήινη ζωή, αλλά κατάλληλο για πειραματική εξέταση υποθέσεων για τις συνθήκες που επικρατούσαν πριν από την εμφάνιση της ζωής στη Γη.[5] Αν και η συνήθης επιφανειακή θερμοκρασία του Τιτάνα είναι ασύμβατη με την παρουσία υγρού νερού, ο Λούνιν και άλλοι εκτιμούν ότι από προσκρούσεις μετεωριτών θα μπορούσαν να έχουν δημιουργηθεί περιστασιακές "οάσεις πρόσκρουσης"—κρατήρες όπου το νερό σε υγρή μορφή θα μπορούσε να παραμείνει για εκατοντάδες χρόνια ή περισσότερο, και θα επέτρεπαν υδρόβια οργανική χημεία.[6][7][8]

Ωστόσο, ο Λούνιν δεν αποκλείει την πιθανότητα ύπαρξης ζωής σε ένα περιβάλλον υγρού μεθανίου και αιθανίου, και έχει γράψει για τη σημασία της ανακάλυψης μια τέτοιας μορφής ζωής (έστω και αν είναι πολύ πρωτόγονη).[9]

Παρελθοντικές υποθέσεις για τη θερμοκρασία

Τιτάνας - υπέρυθρη απεικόνιση. (13 Νοεμβρίου 2015).

Τη δεκαετία του 1970, οι αστρονόμοι ανίχνευσαν απροσδόκητα υψηλά επίπεδα εκπομπών υπέρυθρης ακτινοβολίας από τον Τιτάνα.[10] Μια πιθανή εξήγηση θα ήταν ότι η επιφάνεια είναι θερμότερη από το αναμενόμενο, λόγω φαινόμενου του θερμοκηπίου. Μια άλλη πιθανή εξήγηση θα ήταν ότι η επιφάνεια του Τιτάνα είναι πράγματι πολύ κρύα, αλλά η άνω ατμόσφαιρα του θερμάνθηκε εξαιτίας απορρόφησης υπεριώδους ακτινοβολίας από μόρια όπως το αιθάνιο, το αιθυλένιο και το ακετυλένιο.[10]

Το Σεπτέμβριο 1979 το Πάιονηρ 11, το πρώτο διαστημικό όχημα για διεξαγωγή παρατηρήσεων του Κρόνου και των φεγγαριών του από κοντά, έστειλε στοιχεία που δείχνουν ότι η επιφάνεια του Τιτάνα είναι υπερβολικά κρύα για τα πρότυπα της Γης, και μάλλον αφιλόξενη για πλανητική κατοικησιμότητα.[11]

Μελλοντική θερμοκρασία

Ο Τιτάνας μπορεί να γίνει θερμότερος στο μέλλον.[12] Σε πέντε με έξι δισεκατομμύρια χρόνια από τώρα, καθώς ο Ήλιος γίνεται ερυθρός γίγαντας, οι επιφανειακές θερμοκρασίες ίσως αυξηθούν σε ~200 K (−70 °C), αρκετά για σχηματισμό σταθερών ωκεανών μείγματος νερού-αμμωνίας στην επιφάνειά του. Καθώς οι εκπομπές υπεριώδους ακτινοβολίας από τον Ήλιο μειώνονται, η ομίχλη στην ανώτερη ατμόσφαιρα του Τιτάνα θα εξαντληθεί, αυξάνοντας την επίδραση του φαινομένου του θερμοκηπίου από το ατμοσφαιρικό μεθάνιο στην επιφάνεια. Από κοινού αυτές οι συνθήκες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον κατάλληλο για εξωτικές μορφές ζωής, και ίσως θα διαρκούσε για αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια.[12] Τόσος χρόνος ήταν αρκετός για την ανάπτυξη της ζωής στη Γη, αν και η παρουσία αμμωνίας στον Τιτάνα θα επιβράδυνε τις ανάλογες χημικές αντιδράσεις.[12]

Έλλειψη επιφανειακών υδάτων

Το 2009 ο αστροβιολόγος του NASA Άντριου Ποχοριλ για να υποστηρίξει την θεωρία ότι δεν υπάρχει ζωή στον Τιτάνα ανέφερε την έλλειψη επιφανειακών υδάτων. Ο Ποχοριλ θεωρεί ότι το νερό είναι σημαντικό όχι μόνο ως διαλύτης για "τη μόνη ζωή που γνωρίζουμε" αλλά και επειδή οι χημικές του ιδιότητες είναι "μοναδικά κατάλληλες για την προώθηση της αυτοοργάνωσης της οργανικής ύλης". [13]

Πιθανά υπόγεια ύδατα

Οι εργαστηριακές προσομοιώσεις οδήγησαν στην πρόταση ότι υπάρχει αρκετό οργανικό υλικό στον Τιτάνα για να ξεκινήσει μια χημική εξέλιξη ανάλογη με αυτή που πιστεύεται ότι ξεκίνησε τη ζωή στη Γη. Ενώ η αναλογία υποθέτει την παρουσία νερού σε υγρή μορφή για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα από ό, τι είναι σήμερα παρατηρήσιμα, αρκετές υποθέσεις προτείνουν ότι το υγρό νερό από μια πρόσκρουση θα μπορούσε να διατηρηθεί απομονωμένο κάτω από ένα στρώμα πάγου.[14] Έχει επίσης προταθεί ότι ωκεανοί αμμωνίας θα μπορούσαν να υπάρχουν βαθιά κάτω από την επιφάνεια,[15][16] και έστω διάλυμα αμμωνίας-νερού που βρίσκεται 200 χλμ υπό του στρώματος πάγου, σε συνθήκες "μολονότι ακραίες για τα επίγεια πρότυπα εν τούτοις η ζωή θα μπορούσε πράγματι να επιβιώσει".[17] Η μεταφορά θερμότητας μεταξύ του εσωτερικού και των ανώτερων στρωμάτων θα ήταν κρίσιμη για τη διατήρηση κάθε υπεδάφιας ωκεάνιας ζωής.[15] Η ανίχνευση μικροβιακής ζωής στον Τιτάνα μπορεί να βασιστεί στα βιογενή της αποτελέσματα. Για παράδειγμα, το ατμοσφαιρικό μεθάνιο και άζωτο μπορούν να εξεταστούν για βιογενή προέλευση.[17]

Το 2012 το διαστημικό όχημα Κασσίνι του NASA δημοσίευσε στοιχεία που ενισχύουν την θεωρία ότι υπάρχουν στρώματα νερού σε υγρή μορφή κάτω από το στρώμα πάγου.[18]

Σχηματισμός σύνθετων μορίων

Η ατμόσφαιρα του Τιτάνα είναι πυκνή, χημικά ενεργή, και περιέχει οργανικές ενώσεις σε αφθονία, που όλα μαζί στηρίζουν την δημιουργία ζωής.[19][20][21] Η ατμόσφαιρα περιέχει επίσης αέριο υδρογόνο, που κυκλοφορεί μέσω της ατμόσφαιρας και του επιφανειακού περιβάλλοντος, και το οποίο ζωντανοί οργανισμοί συγκρίσιμοι με τα μεθανογόνα ίσως μπορούν να συνδυάσουν με κάποιες από τις οργανικές ενώσεις (όπως το ακετυλένιο) για να αποκτήσουν ενέργεια.[19][20][21]

Ίχνη οργανικών αερίων στην ατμόσφαιρα του Τιτάνα—HNC Υδροϊσοκυάνιο (αριστερά) και HC3N κυανοακετυλένιο (δεξιά).

Το Πείραμα Μίλερ-Ούρεη και αρκετά μεταγενέστερα πειράματα έχουν δείξει ότι από την αλληλεπίδραση μιας ατμόσφαιρας σαν του Τιτάνα με υπεριώδη ακτινοβολία, μπορούν να σχηματιστούν πολύπλοκα μόρια και πολυμερείς ουσίες όπως οι θολίνες. Η διαδικασία ξεκινά με διάσταση του αζώτου και του μεθανίου, προς σχηματισμό υδροκυάνιου και ακετυλένιου και συνεχίζεται με περαιτέρω αντιδράσεις.[22]

Τον Οκτώβριο 2010, η Σάρα Χορστ από το Πανεπιστήμικο της Αριζόνα ανέφερε ότι εντόπισε τις πέντε νουκλεοτιδικές βάσεις—δομικά στοιχεία του DNA και του RNA—ανάμεσα στις πολλές ενώσεις που παράγονται από αλληλεπίδραση ενέργειας με μείγμα αερίων όπως αυτών στην ατμόσφαιρα του Τιτάνα. Βρήκε επίσης αμινοξέα, τα δομικά στοιχεία των πρωτεϊνών. Είπε ότι ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκαν νουκλεοτιδικές βάσεις και αμινοξέα σε πείραμα χωρίς νερό σε υγρή μορφή.[23]

Τον Απρίλιο 2013 το NASA ανέφερε ότι σύνθετες οργανικές χημικές ουσίες θα μπορούσαν να σχηματιστούν στον Τιτάνα σύμφωνα με μελέτες προσομοίωσης της ατμόσφαιράς του.[24] Τον Ιούνιο 2013 ανιχνεύτηκαν πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες στην άνω ατμόσφαιρα του Τιτάνα.[25]

Οι έρευνες έχουν δείξει ότι μια πολυιμίνη θα μπορούσε να λειτουργήσει ως δομικό στοιχείο στις συνθήκες του Τιτάνα.[26] Στην ατμόσφαιρα του παράγονται σημαντικές ποσότητες υδροκυανίου, το οποίο πολυμερίζεται εύκολα σε μορφές που μπορούν να συλλάβουν ηλιακή ενέργεια. Η διαδρομή της κυκλοφορίας του κυανίου στον Τιτάνα παραμένει άγνωστη· ενώ παράγεται άθφονα στην άνω ατμόσφαιρα, εξαντλείται στην επιφάνεια, γεγονός που σημαίνει ότι υπάρχει κάποιο είδος αντίδρασης που το καταναλώνει.[27]

Υποθέσεις

Υδρογονάνθρακες ως διαλύτες

Λίμνες υδρογονανθράκων του Τιτάνα. Εικόνα από το ραντάρ του Κασσίνι το 2006

Αν και όλα τα έμβια όντα στη Γη (με συμπεριλαμβανόμενα τα μεθανογόνα) χρησιμοποιούν το νερό σε υγρή μορφή ως διαλύτη, είναι πιθανό η ζωή στον Τιτάνα να μπορεί αντ ' αυτού να χρησιμοποιήσει έναν υγρό υδρογονάνθρακα, όπως το μεθάνιο και το αιθάνιο.[28] Το νερό είναι ισχυρότερος διαλύτης από τους υδρογονάνθρακες,[29] ωστόσο το νερό είναι πιο δραστικό χημικά και μπορεί να διασπάσει τα μεγάλα οργανικά μόρια μέσω υδρόλυσης.[28] Συνεπώς τα βιομόρια μιας μορφής ζωής της οποίας ο διαλύτης είναι υδρογονάνθρακας δεν θα υποστούν αποικοδόμηση με αυτόν τον τρόπο.[28]

Στην επιφάνεια του Τιτάνα φαίνεται πως υπάρχουν λίμνες υγρού αιθανίου ή υγρού μεθανίου, καθώς και ποτάμια και θάλασσες, τα οποία θα μπορούσαν υποθετικά να υποστηρίξουν ζωή που δεν βασίζεται στο νερό.[19][20][21] Δηλαδή θα μπορούσε να υπάρχει ζωή στο υγρό μεθάνιο και αιθάνιο.[30] Τα υποθετικά πλάσματα θα προσλάμβαναν H2 αντί για O2, και κατόπιν αντίδρασης με ακετυλένιο αντί για γλυκόζη, θα παρήγαγαν μεθάνιο αντί για διοξείδιο του άνθρακα.[30] Συγκριτικά, ορισμένα μεθανογόνα στη Γη λαμβάνουν ενέργεια από αντίδραση υδρογόνου με διοξείδιο του άνθρακα προς παραγωγή μεθανίου και νερού.

Το 2005 οι αστροβιολόγοι Κρίς Μακέι και Χίθερ Σμιθ πρόβλεψαν ότι αν η μεθανογενής ζωή καταναλώνει ατμοσφαιρικό υδρογόνο σε επαρκή όγκο, θα έχει μετρήσιμη επίδραση στις αναλογίες του μείγματος στην τροπόσφαιρα του Τιτάνα. Τα αναμενόμενα αποτελέσματα περιλάμβαναν ένα επίπεδο ακετυλενίου πολύ μικρότερο καθώς και μείωση στην συγκέντρωση του υδρογόνου.[30]

Τον Ιούνιο 2010 ο Ντάρελ Στρόμπελ του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς ανέφερε στοιχεία που συνάδουν με αυτές τις προβλέψεις, κατόπιν προσδιορισμού των συγκεντρώσεων υδρογόνου στην άνω και κάτω ατμόσφαιρα. Ο Στρόμπελ διαπίστωσε ότι η συγκέντρωση υδρογόνου στην άνω ατμόσφαιρα είναι τόσο μεγαλύτερη από ότι στην επιφάνεια που λόγω φυσικής διάχυσης το υδρογόνο ρέει προς τα κάτω με ρυθμό περίπου 1025 μορίων ανά δευτερόλεπτο. Κοντά στην επιφάνεια η προς τα κάτω ροή υδρογόνου προφανώς εξαφανίζεται.[29][30][31] Μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε τον ίδιο μήνα έδειξε πολύ χαμηλά επίπεδα ακετυλενίου στην επιφάνεια του Τιτάνα.[29]

Ο Κρις Μακέι συμφώνησε με τον Στρόμπελ ότι η παρουσία ζωής, όπως προτάθηκε στο άρθρο του 2005, είναι μια πιθανή εξήγηση για τα ευρήματα υδρογόνου και ακετυλενίου, αλλά υπάρχουν και άλλες πιθανές εξηγήσεις: δηλαδή τα αποτελέσματα ίσως οφείλονται σε ανθρώπινο λάθος, σε μετεωρολογική διαδικασία, ή στην παρουσία ανόργανων καταλυτών που καταλύουν την αντίδραση του υδρογόνου με το ακετυλένιο.[1][32] Σημείωσε ότι ένας τέτοιος καταλύτης, με δραστικότητα σε -178 °C (95 K), θα ήταν μια εκπληκτική ανακάλυψη, συγκρίσιμη μόνο με την ανακάλυψη εξωγήινης μορφής ζωής.[1]

Τον Ιούνιο 2010 τα ενδιαφερόμενα μέσα ενημέρωσης, όπως η Βρετανική εφημερίδα Telegraph, ανέφεραν ευρήματα που ενδεικνύουν την ύπαρξη "πρωτόγονων εξωγήινων".[33]

Κυτταρικές μεμβράνες

Το Φεβρουάριο 2015 παρουσιάστηκε μια υποθετική κυτταρική μεμβράνη που θα λειτουργούσε σε περιβάλλον υγρού μεθανίου.[34] Η προτεινόμενη χημική βάση για τη μεμβράνη είναι το ακρυλονιτρίλιο, που έχει ανιχνευτεί στον Τιτάνα.[35] Ονομάστηκε "αζωτόσωμα" ("σώμα αζώτου") επειδή αντί για φώσφορο και οξυγόνο που έχουν τα φωσφολιπίδια στη Γη διαθέτει άζωτο. Παρά τις μεγάλες διαφορές στη χημική δομή και το εξωτερικό περιβάλλον, οι ιδιότητές του είναι εκπληκτικά παρόμοιες, όπως η αυτοσυγκρότηση της μεμβράνης, η ευελιξία και η σταθερότητα.

Μια ανάλυση των δεδομένων του Κασσίνι που ολοκληρώθηκε το 2017 επιβεβαίωσε την ανίχνευση σημαντικών ποσοτήτων ακρυλονιτριλίου στην ατμόσφαιρα του Τιτάνα.[36][37]

Συγκριτική κατοικησιμότητα

Προκειμένου να εκτιμηθεί η πιθανότητα εύρεσης οποιουδήποτε είδους ζωής σε διάφορους πλανήτες και φεγγάρια, ο Ντιρκ Σκούλζε-Μάκατς και άλλοι επιστήμονες έχουν αναπτύξει έναν Δείκτη Πλανητικής Κατοικησιμότητας που λαμβάνει υπόψη παράγοντες όπως τα χαρακτηριστικά της επιφάνειας και της ατμόσφαιρας, τη διαθεσιμότητα της ενέργειας, τους διαλύτες και τις οργανικές ενώσεις.[38] Βάσει του Δείκτη και των διαθέσιμων δεδομένων στα τέλη του 2011 ο Τιτάνας έχει την υψηλότερη βαθμολογία κατοικησιμότητας από κάθε γνωστό κόσμο, εκτός από τη Γη.[38]

Ο Τιτάνας ως δοκιμαστική περίπτωση

Παρόλο που η αποστολή Κασσίνι-Χόιχενς δεν ήταν εξοπλισμένη για να παράσχει στοιχεία βιολογικής καταγραφής ή πολύπλοκων οργανικών ουσιών, έδειξε ένα περιβάλλον στον Τιτάνα που είναι κάπως παρόμοιο με το θεωρητικό περιβάλλον της αρχέγονης Γης.[39] Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι η ατμόσφαιρα της πρώιμης Γης ήταν παρόμοια στη σύσταση με την τρέχουσα ατμόσφαιρα του Τιτάνα, με σημαντική εξαίρεση την έλλειψη υδρατμών στον Τιτάνα.[40]

Το 2007 σε μία έκθεση για τις περιοριστικές συνθήκες της ζωής που εκπονήθηκε από επιτροπή επιστημόνων του Αμερικάνικου Εθνικού Συμβούλιου Ερευνών, ο Τιτάνας παρουσιάστηκε ως δοκιμαστική περίπτωση για τη συσχέτιση μεταξύ ζωής και χημικής αντιδραστικότητας. Η επιτροπή, υπό την προεδρία του Τζον Μπάρος, θεώρησε ότι "αν η ζωή είναι μια εγγενής ιδιότητα με χημική αντιδραστικότητα, τότε θα έπρεπε να υπάρχει στον Τιτάνα. Πράγματι, για να μην υπάρχει ζωή στον Τιτάνα, θα έπρεπε να υποστηρίξουμε ότι η ζωή δεν είναι εγγενής ιδιότητα με αντιδραστικότητα μορίων που περιέχουν άνθρακα σε συνθήκες που είναι σταθερά..."[41]

Ο Ντέιβιντ Γκρινσπούν, ένας από τους επιστήμονες που το 2005 πρότειναν ότι οι υποθετικοί οργανισμοί στον Τιτάνα ίσως χρησιμοποιούν υδρογόνο και ακετυλένιο ως πηγές ενέργειας,[42] ανέφερε την Θεωρία της Γης στο πλαίσιο της συζήτησης για τη ζωή στον Τιτάνα. Προτείνει ότι, όπως το περιβάλλον της Γης και οι οργανισμοί του έχουν εξελιχθεί από κοινού, το ίδιο πράγμα πιθανότατα συνέβη και σε άλλους κόσμους με ζωή. Σύμφωνα με την άποψη του Γκρινσπούν, οι κόσμοι που είναι "ζωντανοί από γεωλογική και μετεωρολογική άποψη είναι πολύ πιο πιθανό να είναι ζωντανοί και από βιολογική άποψη".[43]

Πανσπερμία ή ανεξάρτητη προέλευση

Έχει προταθεί μια εναλλακτική εξήγηση για την υποθετική ύπαρξη ζωής στον Τιτάνα: αν βρεθεί ζωή στον Τιτάνα, θα μπορούσε να έχει προέλθει από την Γη με μια διαδικασία που ονομάζεται πανσπερμία. Θεωρείται ότι από τις προσκρούσεις μεγάλων αστεροειδών και κομητών στην επιφάνεια της Γης έχουν προκύψει εκατοντάδες εκατομμύρια θραύσματα πετρωμάτων με μικροβιακό φορτίο που διέφυγαν από τη Γήινη βαρύτητα. Οι υπολογισμοί δείχνουν ότι ορισμένα από αυτά θα έπεφταν σε κάποια από τα σώματα του Ηλιακού Συστήματος, όπως τον Τιτάνα.[44][45] Αφετέρου, ο Τζόναθαν Λουνιν διαφώνησε λέγοντας ότι οποιοιδήποτε οργανισμοί ζουν στις κρυογονικές λίμνες υδρογονανθράκων του Τιτάνα θα έπρεπε να διαφέρουν χημικά τόσο πολύ από της Γης που θα ήταν αδύνατο να είναι ο ένας πρόγονος του άλλου.[46] Κατά την άποψη του Λούνιν, η παρουσία οργανισμών στις λίμνες του Τιτάνα θα σήμαινε ότι στο Ηλιακό σύστημα υπάρχει μια δεύτερη, ανεξάρτητη ζωοφόρος πηγή, και άρα υπάρχουν αρκετές πιθανότητας εμφάνισης ζωής σε κατοικήσιμους κόσμους σε όλο το σύμπαν.[47]

Αποστολές που έχουν προταθεί

Η προτεινόμενη αποστολή Θαλάσσιος Εξερευνητής του Τιτάνα περιλαμβάνει ένα διαστημικό όχημα της τάξης του Discovery που θα βουτήξει σε μια λίμνη "και θα έχει τη δυνατότητα να ανιχνεύσει ζωή", σύμφωνα με τον αστρονόμο Κρίς Ίμπι από το Πανεπιστήμιο της Αριζόνα.[48]

Η προτεινόμενη αποστολή Διαστημικό ελικόπτερο Dragonfly περιλαμβάνει προσγείωση σε στέρεο έδαφος και αρκετές μετακινήσεις. Πρόκειται για πρόταση του τύπου Νέων Συνόρων. Ένας στόχος της αποστολής θα ήταν να ανακαλύψει πόσο μακριά «έχουν ανέλθει τα πλούσια οργανικά του Τιτάνα στη σκάλα της ζωής».[49] Το Dragonfly θα φέρει εξοπλισμό για την μελέτη της χημικής σύνθεσης της επιφάνειας του Τιτάνα, για δειγματοληψία της κάτω ατμόσφαιρας και αναγνώριση των πιθανών βιοδείκτων, όπως τις συγκεντρώσεις υδρογόνου.[49]

Τιτάνας (δορυφόρος)

Τιτάνας (δορυφόρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τιτάνας
Titan in true color.jpg
Η πορτοκαλί ατμόσφαιρα του Τιτάνα, εικόνα από την αποστολή Cassini.
Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Κρίστιαν Χόϋχενς
Ημερομηνία Ανακάλυψης 25 Μαρτίου 1655
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 1.221.870 Km
Εκκεντρότητα 0,0288
Περίοδος περιφοράς 15,945 ημέρες
Κλίση 0,34854° (προς τον Ισημερινό του Κρόνου)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Μέση Ακτίνα 2.576 ± 2 Km
Έκταση επιφάνειας 83.000.000 Km²
Όγκος 7,16 × 1010 Km³
Μάζα 1,3452 ± 0,0002 × 1023 kg
Μέση πυκνότητα 1,8798 ± 0,0044 g/cm3
Ισημερινή βαρύτητα επιφάνειας 1,352 m/s²
Ταχύτητα διαφυγής 2,639 km/s
Περίοδος περιστροφής Σύγχρονη
Κλίση άξονα 0 μοίρες
Λευκαύγεια 0,22
Επιφανειακή θερμοκρασία 93,7 K
Φαινόμενο μέγεθος 7,9
Ατμοσφαιρική σύσταση
Ατμοσφαιρική πίεση 146.7 kPa
Άζωτο 98,4 %
Μεθάνιο 1,4 %
Υδρογόνο 0,2 %

Ο Τιτάνας (αγγλικά: Titan ή Saturn VI) είναι ο μεγαλύτερος από τους φυσικούς δορυφόρους του πλανήτη Κρόνου και o δεύτερος μεγαλύτερος δορυφόρος στο ηλιακό μας σύστημα, μετά τον δορυφόρο Γανυμήδη του πλανήτη Δία.

Ανακαλύφθηκε από τον Κρίστιαν Χόυχενς στις 25 Μαρτίου του 1655 και πήρε το όνομα Τιτάνας από τους τιτάνες που ήταν αδέλφια του Κρόνου. Ο Τιτάνας έχει διάμετρο 5.152 χιλιόμετρα και απέχει από τον πλανήτη Κρόνο 1.221.870 χλμ.

Στην ατμόσφαιρα του Τιτάνα κυριαρχεί το άζωτο καθώς και υδρογονάνθρακες, που του δίνουν μια θολή πορτοκαλί απόχρωση. Οι υδρογονάνθρακες είναι η βάση για τα αμινοξέα που είναι απαραίτητα για να δημιουργηθεί ζωή. Περίπου 500 χιλιόμετρα πάνω απ' την επιφάνειά του, η ατμόσφαιρα τελειώνει σε μια άλω φορτισμένων σωματιδίων.

Η ατμόσφαιρα του Τιτάνα πιστεύεται από τους επιστήμονες, ότι μοιάζει πολύ σε μορφή με αυτή της Γης στα πρώτα στάδια δημιουργίας της, πριν εμφανιστεί δηλ. ζωή στον πλανήτη. Ο Τιτάνας όμως είναι πολύ μακρύτερα απ' τον Ήλιο, κι έτσι οι χαμηλές θερμοκρασίες στην επιφάνειά του δεν επιτρέπουν (απ' όσο ξέρουμε) την εμφάνιση κάποιας μορφής ζωής.

Η επιφάνεια του Τιτάνα, όπως φαίνεται (με τεχνητά χρώματα) παρατηρημένη στο υπέρυθρο και υπεριώδες από το Κασσίνι. Σε αυτά τα μήκη κύματος, η ατμόσφαιρα του δορυφόρου είναι διαφανής.

Η επιφάνεια του Τιτάνα, όπως φαίνεται (με φυσικά χρώματα) παρατηρημένη στο υπέρυθρο και υπεριώδες από το Κασσίνι. Σε αυτά τα μήκη κύματος, η ατμόσφαιρα του δορυφόρου είναι διαφανής

Βασιζόμενοι σε στοιχεία από μετρήσεις ραντάρ που έγιναν από τη Γη, οι επιστήμονες πίστευαν επίσης μέχρι πρόσφατα ότι στον Τιτάνα ίσως υπήρχαν ωκεανοί υδρογονανθράκων. Το 2004, η διαστημοσυσκευή Κασσίνι, τόσο με μετρήσεις απ' το διάστημα όσο και από τα στοιχεία του εξερευνητικού σκάφους Χόϋχενς, που προσεδαφίστηκε στην επιφάνεια του δορυφόρου, μας έδειξε ότι, σχεδόν σίγουρα, ωκεανοί δεν υπάρχουν. Οι σκοτεινές περιοχές που παρατηρούνται στο υπέρυθρο, αποδείχτηκε μετά από μετρήσεις και με το ραντάρ του σκάφους ότι είναι τεράστιες εκτάσεις γεμάτες με αμμόλοφους και σκεπασμένες, ίσως, από κάποιο οργανικό υλικό. Το Σεπτέμβριο του 2006 επίσης, το Κασσίνι εντόπισε λίμνες υδρογονανθράκων κοντά στο βόρειο πόλο του δορυφόρου, οι οποίες πιστεύεται ότι τροφοδοτούν και την ατμόσφαιρά του με διάφορες οργανικές ενώσεις. Λίμνες επίσης ανακαλύφθηκαν και στο νότιο πόλο του δορυφόρου. Οι λίμνες στις δύο περιοχές παρουσιάζουν ασυμμετρία. Σύμφωνα με μια θεωρία που προτάθηκε τον Νοέμβριο του 2009, για το φαινόμενο αυτό οφείλεται η εκκεντρότητα της τροχιάς του Κρόνου.[1]

Αν και στον Τιτάνα υπάρχουν γεωλογικοί σχηματισμοί που πιθανόν προκλήθηκαν από τη ροή κάποιου υγρού, το πιθανότερο είναι ότι στον Τιτάνα σχηματίζονται απλώς εποχιακές ή ημιμόνιμες λίμνες και ρυάκια από τη βροχή υδρογονανθράκων που πέφτει κατά καιρούς. Μπορεί κάποτε ο Τιτάνας να ήταν ένας «υγρός» τόπος, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που τον παρατηρούμε όμως είναι, κατά τα φαινόμενα, ξερός. Οι βροχές είναι σπάνιες, καθώς υπολογίζεται ότι σε ένα μέρος βρέχει μία φορά κάθε χίλια χρόνια, άλλα όποτε αυτό συμβαίνει, οι βροχές είναι καταρρακτώδεις. Το 2004 και το 2010, το Κασσίνι παρατήρησε ότι μέρος του δορυφόρου κοντά στον ισημερινό σκοτείνιασε, κάτι που θεωρήθηκε αποτέλεσμα μιας πλημμύρας που κάλυψε 500.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, έκταση ίση με αυτή της Ισπανίας.[2] Μια από τις εποχιακές λίμνες είναι η Ontario Lacus, η μεγαλύτερη λίμνη στο νότιο ημισφαίριο του δορυφόρου. Η λίμνη είναι ρηχή και ανά περιόδους το γεμίζει με υδρογονάνθρακες που αναβλύζουν από το πυθμένα της.[3]

Στους πόλους του Τιτάνα όμως, λόγω της ασθενούς θερμότητας που δέχονται κάθε καλοκαιρία, σχηματίζονται νέφη από την εξάτμιση μεθανίου, τα οποία στη συνέχεια δίνουν ισχυρές βροχές.[4] Από την άλλη, οι τροπικοί είναι πολύ πιο ξηροί, όμως το Κασίνι εντόπισε μια μεγάλη τροπική λίμνη με έκταση 2.400 τετραγωνικά χιλιόμετρα και βάθος περίπου ένα μέτρο. Θεωρείται ότι η λίμνη τροφοδοτείται υπόγεια με μεθάνιο, το οποίο στη συνέχεια εξατμίζεται.[5] Η λίμνη μπορεί να είναι η αρχή του κύκλου του μεθανίου (αντίστοιχου του κύκλου του νερού) στο Τιτάνα, το σημείο στο οποίο το μεθάνιο φτάνει στην επιφάνεια.[6] Η λίμνη φαίνεται να προσφέρει μια όαση στους τροπικούς του Τιτάνα, όπου πιστεύεται ότι βρίσκονται θίνες και είναι υποψήφια για την παρουσία ζωής.[7]

Η μέλετη επιφάνειας του Τιτάνα με ραντάρ το Δεκέμβριο του 2010 από το Cassini στην περιοχή Sotra Facula έδειξε την παρουσία μορφών που μοιάζουν με τα ηφαίστεια της Γης. Αποτελούταν από δύο κορυφές ψηλότερες από ένα χιλιόμετρο με μεγάλους κρατήρες και δακτυλοειδείς ροές. Πρόκειται για την πιο χαρακτηριστική ηφαιστειακή μορφολογία που έχει βρεθεί σε παγωμένο δορυφόρο.[8] Θεωρείται ότι είναι αποτέλεσμα κρυοηφαιστειακής δραστηριότητας, όπου το αντίστοιχο της λάβας είναι νερό πλούσιο σε αμμωνία, ενώ είναι πιθανό να ανανεώνει και το μεθάνιο στην ατμόσφαιρα του δορυφόρου.[9] Το γεγονός ότι η λευκαύγεια των περιοχών που έχουν εντοπιστεί ηφαιστειακά χαρακτηριστικά έχει αλλάξει υποστηρίζει περισσότερο την θεωρία της κρυοηφαιστειότητας, δηλαδή ηφαιστείων τα οποία εκτοξεύουν υγρό νερό, το οποίο δεν παγώνει εξαιτίας της ανάμιξης του με αμμωνία.[10]

Πρωτοπαρατηρήθηκε από τον Κρίστιαν Χόυχενς το 1655.

Η μέση θερμοκρασία στην επιφάνειά του είναι -178oC και η ατμοσφαιρική πίεση είναι 60% μεγαλύτερη από αυτή της Γης (1,6 atm). Η μέση θερμοκρασία του Τιτάνα επιτρέπει στο μεθάνιο να υπάρχει σε υγρή, αέρια και στερεή μορφή, όπως το νερό στη Γη, και παρουσιάζει σε αντιστοιχία με το υδρολογικό κύκλο, το κύκλο του μεθανίου.

Ρέα (δορυφόρος)

Ρέα (δορυφόρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρέα
PIA07763 Rhea full globe5.jpgΗ Ρέα από το Κασσίνι στις 26 Νοεμβρίου 2005.
Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Τζιοβάνι Ντομένικο Κασίνι
Ημερομηνία Ανακάλυψης 23 Δεκεμβρίου 1672
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 527.108 Km
Εκκεντρότητα 0,0012583
Περίοδος περιφοράς 4,518212 ημέρες
Κλίση 0,345° (προς τον Ισημερινό του Κρόνου)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Διαστάσεις 1.535,2 × 1.525 × 1.526,4 Km
Μέση Ακτίνα 764,3 ± 1,1 Km
Έκταση επιφάνειας 7.337.000 Km²
Μάζα (2,306518 ± 0,000353) ×1021 kg
Μέση πυκνότητα 1,2333 ± 0,0053 g/cm3
Ισημερινή βαρύτητα επιφάνειας 0,264 m/s2
Ταχύτητα διαφυγής 0,635 km/s
Περίοδος περιστροφής 4,518212 ημέρες
(σύγχρονη)
Κλίση άξονα μηδέν
Λευκαύγεια 0,949 ± 0,003
Επιφανειακή θερμοκρασία
ελάχιστη μέση μέγιστη
53 K 99 K
Φαινόμενο μέγεθος 10

Η Ρέα (αγγλικά: Rhea) είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου και ανακαλύφθηκε το 1672 από τον Τζιοβάνι Ντομένικο Κασίνι. Η Ρέα ονομάστηκε από την τιτανίδα Ρέα της ελληνικής μυθολογίας. Αναφέρεται επίσης ως Κρόνος V (Saturn V).

Φυσικά χαρακτηριστικά

Η χαμηλή πυκνότητα της Ρέας υποδεικνύει ότι αποτελείται από ένα βραχώδη πυρήνα, που αποτελεί περίπου το ένα τρίτο της μάζας της, με τα υπόλοιπα δυο τρίτα να αποτελούνται από πάγο νερού. Μοιάζει αρκετά με τη Διώνη, άλλο δορυφόρο του Κρόνου, καθώς έχει παρόμοια σύσταση, γεωλογική ιστορία και σύγχρονη με τον Κρόνο τροχιά. Η επιφάνειά της πρέπει να έχει υποστεί δραματικές αλλαγές, καθώς χαρακτηρίζεται από πολύ μακριές ανοιχτόχρωμες ρωγμές και χωρίζεται σε δυο περιοχές με διαφορετικά μεγέθη και χαρακτηριστικά κρατήρων. Το ημισφαίριο προς τη διεύθυνση της τροχιάς της είναι διάστικτο από μεγάλους κρατήρες και πιο φωτεινό από το άλλο ημισφαίριο, που είναι πιο σκοτεινό, έχει λιγότερους και μικρότερους κρατήρες και χωρίζεται από ανοιχτόχρωμες ρωγμές, που πρέπει να είναι φαράγγια από πάγο, δημιουργήματα παλιότερης ηφαιστειακής δραστηριότητας. Η Ρέα είναι ένα παγωμένο σώμα, χωρίς ατμόσφαιρα και με μέση θερμοκρασία γύρω στους -200 °C. Υπάρχουν ενδείξεις ισχνού συστήματος δακτυλίων, και αν υπάρχουν όντος δακτύλιοι τότε θα είναι το πρώτο φεγγάρι που θα έχουν ανακαλυφθεί.

Ατμόσφαιρα

Στις 26 Νοεμβρίου 2010 η NASA ανακοίνωσε πως το διαστημόπλοιο Κασσίνι εντόπισε την ύπαρξη λεπτής ατμόσφαιρας στην Ρέα, αποτελούμενης από μόρια οξυγόνου και διοξειδίου του άνθρακα, ακυρώνοντας έτσι τις προηγούμενες πεποιθήσεις μη ύπαρξης ατμόσφαιρας. Η πυκνότητα του οξυγόνου στην επιφάνεια της Ρέας είναι 5 τρισεκατομμύρια φορές μικρότερη από την πυκνότητα του οξυγόνου στην επιφάνεια της Γης.

Φωτογραφίες

Παλλήνη (δορυφόρος)

Παλλήνη (δορυφόρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Παλλήνη
Pallene N1665945513 1.jpg

Η Παλλήνη από το Κασσίνι-Χόιχενς, στις 16 Οκτωβρίου του 2010.

Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Cassini Imaging Science Team
Ημερομηνία Ανακάλυψης 1 Ιουνίου 2004
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 212.280 ± 5 Km
Εκκεντρότητα 0,0040
Περίοδος περιφοράς 1,153745829 ημέρες
Κλίση 0,1810 ± 0,0014° (προς τον Ισημερινό του Κρόνου)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Διαστάσεις 2,9 × 2,8 × 2,0 Km
Μέση Ακτίνα 2,5 ± 0,6 Km
Μάζα 1,7 − 7 x 1013 kg
Μέση πυκνότητα -
Ισημερινή βαρύτητα επιφάνειας -
Περίοδος περιστροφής Σύγχρονη
Κλίση άξονα μηδέν
Λευκαύγεια -

Η Παλλήνη (αγγλικά: Pallene) είναι ένας πολύ μικρός φυσικός δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου μεταξύ των τροχιών του Μίμα και του Εγκέλαδου. Ανακαλύφθηκε από την Cassini Imaging Team το 2004, και έλαβε την προσωρινή ονομασία S/2004 S 2[1]. Στην πραγματικότητα είχε εντοπιστεί για πρώτη φορά από το Βόγιατζερ 2 και η απόστασή της από τον Κρόνο είχε εκτιμηθεί στα 200.000 χιλιόμετρα. Επίσης της είχε δοθεί το προσωρινό όνομα S/1981 S 14, αλλά επειδή η παρουσία της υπήρχε σε μόνο μία φωτογραφία, δεν μπορούσε να εκτιμηθεί η τροχιά της. Ονομάζεται επίσης Κρόνος XXXIIΙ.

Η φωτογραφία της ανακάλυψης της Παλλήνης από το Κασίνι.

Στοιχεία τροχιάς

Η Παλλήνη επηρεάζεται από τον πολύ μεγαλύτερο Εγκέλαδο αλλά σε μικρότερο βαθμό από ότι ο δορυφόρος Μεθώνη από τον Μίμα. Η διαταραχή στα στοιχεία της τροχιάς της έχει ως αποτέλεσμα ο ημιάξονας της τροχιάς της να ποικίλλει με ένα εύρος 4 χιλιομέτρων. Η εκκεντρότητα ποικίλλει επίσης μεταξύ του 0,002 και του 0,006, και η κλίση μεταξύ 0,178° και 0,184°.

Ονομασία

Το όνομα Παλλήνη (όπως και αυτό της Μεθώνης) εγκρίθηκε από το IAU Working Group on Planetary System Nomenclature (ομάδα εργασίας στην πλανητική ονοματολογία συστημάτων) το 2005[2] και επικυρώθηκε από την γενική συνέλευση της ΔΑΕ το 2006. Η Παλλήνη κατά την Ελληνική μυθολογία ήταν μία από τις Αλκυονίδες.

Δακτύλιος της Παλλήνης

Το 2006 το Κασσίνι-Χόιχενς ανακάλυψε ένα δακτύλιο στη τροχιά της Παλλήνης, με ακτίνα 2.500 χιλιόμετρα. Η πηγή του είναι στοιχεία που προέρχονται από την επιφάνεια της Παλλήνης, ύστερα από σύγκρουση με μετεωρίτες, τα οποία διαμορφώνουν έπειτα ένα δαχτυλίδι γύρω από την τροχιά της.

Εξερεύνηση

Η Παλλήνη έχει φωτογραφηθεί πολλές φορές από το Κασσίνι-Χόιχενς, αλλά από πολύ μακριά. Πιο συγκερκιμένα το Κασίνι έκανε κοντινά περάσματα από την Παλλήνη στις 16 Οκτωβρίου του 2010 και στις 14 Σεπτεμβρίου τουυ 2011 σε αποστάσεις 36.000 και 44.000 χιλιομέτρων αντίστοιχα. Η καλύτερή της φωτογραφία μέχρι στιγμής πάρθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2010.

Άνθη (δορυφόρος)

Ανθή (δορυφόρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ανθή
Anthe N1832831075 1.jpg

Η καλύτερη φωτογραφία της Ανθής από το Κασσίνι το 2016 .

Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Cassini Imaging Team
Ημερομηνία Ανακάλυψης 30 Μαΐου 2007
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 197.700 Km
Εκκεντρότητα 0,001
Περίοδος περιφοράς 1,03650 ημέρες
Κλίση 0,1 (προς τον Ισημερινό του Κρόνου)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Διαστάσεις - Km
Μέση Ακτίνα ≈ 1 Km
Μάζα 5 × 1012 kg
Μέση πυκνότητα άγνωστη
Ισημερινή βαρύτητα επιφάνειας άγνωστη
Περίοδος περιστροφής θεωρείται Σύγχρονη
Κλίση άξονα άγνωστη
Λευκαύγεια άγνωστη

H Ανθή (αγγλικά: Anthe) είναι ένας πολύ μικρός φυσικός δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου. Βρίσκεται ανάμεσα στις τροχιές του Μίμα και του Εγκέλαδου. Είναι επίσης γνωστή ως Κρόνος XLIX (Saturn XLIX), ενώ η προσωρινή ονομασία της ήταν S/2007 S 4[1][2]). Πήρε το όνομά της από την Ανθή[3], η οποία ήταν μία από τις κόρες του Αλκυονέα. Είναι ο 60ος επιβεβαιωμένος δορυφόρος του Κρόνου.

Ανακαλύφθηκε από την Cassini Imaging Team σε εικόνες που λήφθηκαν στις 30 Μαΐου, 2007. Μετά την ανακάλυψη, προέκυψε από έρευνα που έγινε στο αρχείο της ομάδας Cassini ότι ο δορυφόρος είχε θεαθεί από τον Ιούνιο του 2004. Η επίσημη ανακοίνωση της ανακάλυψης έγινε στις 18 Ιουλίου 2007.

Εικόνες

Μεθώνη (δορυφόρος)

Μεθώνη (δορυφόρος)

Μεθώνη
Methone PIA14633.jpgΗ Μεθώνη από το φωτογραφία του Κασσίνι στις 21 Μαΐου 2012.
Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Cassini Imaging Science Team
Ημερομηνία Ανακάλυψης 1 Ιουνίου 2004
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Ημιάξονας τροχιάς 194.440 ± 20 Km
Εκκεντρότητα 0,0001
Περίοδος περιφοράς 1,009573975 ημέρες
Κλίση 0,007 ± 0,003° (προς τον Ισημερινό του Κρόνου)
Είναι δορυφόρος του Κρόνου
Φυσικά χαρακτηριστικά
Μέση Ακτίνα 1,6 ± 0,6 Km
Μάζα 0,7 − 3 × 1013 kg
Μέση πυκνότητα άγνωστη
Ισημερινή βαρύτητα επιφάνειας άγνωστη
Περίοδος περιστροφής θεωρείται Σύγχρονη
Κλίση άξονα άγνωστη
Λευκαύγεια άγνωστη

Η Μεθώνη (αγγλικά: Methone) είναι ένας πολύ μικρός φυσικός δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου μεταξύ των τροχιών του Μίμα και του Εγκέλαδου.

Ονομασία

Ανακαλύφθηκε από την Cassini Imaging Team, την 1 Ιουνίου του 2004, και έλαβε την προσωρινή ονομασία S/2004 S 1[1]. Ονομάζεται επίσης Κρόνος XXXII. Το όνομα Μεθώνη εγκρίθηκε από IAU Working Group on Planetary System Nomenclature (ομάδα εργασίας στην πλανητική ονοματολογία συστημάτων) στις 21 Ιανουαρίου 2005[2]. Επικυρώθηκε από την γενική συνέλευση της ΔΑΕ το 2006. Η Μεθώνη κατά την Ελληνική μυθολογία ήταν μία από τις Αλκυονίδες.

Γενικά χαρακτηριστικά

Η Μεθώνη επηρεάζεται από το πολύ μεγαλύτερο Μίμα. Αυτό αναγκάζει τα στοιχεία της τροχιάς του να ποικίλουν με ένα εύρος περίπου 20 χλμ. στον ημιάξονα της τροχιάς της, με μία περίοδο περίπου 450 ημερών. Η εκκεντρότητα ποικίλλει επίσης μεταξύ του 0,0011 και του 0,0037, και η κλίση μεταξύ 0,003° και 0,020°. Το Κασσίνι-Χόιχενς έκανε το κοντινότερο του πέρασμα από τη Μεθώνη στις 20 Μαΐου 2012, από απόσταση 1.900 χλμ. και έβγαλε τις υψηλότερης ανάλυσης φωτογραφίες του δορυφόρου αυτού. Αυτές αποκάλυψαν ένα τελείως ωοειδές σχήμα και μια λεία επιφάνεια χωρίς κρατήρες. Το τελευταίο ίσως φανερώνει πως η επιφάνεια του δορυφόρου έχει πολύ μικρή ηλικία.

Εικόνες