Αγαπητό μου ημερολόγιο ,
Ξέρω ότι δεν σου έγραψα για πολύ καιρό , όμως αυτή η βδομάδα ήταν πολύ δύσκολη . Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης , οι συνθήκες ζωής ήταν απάνθρωπες και φρικτές , για αυτό εγώ και φίλος μου ο Ρούντολφ αποφασίσαμε να δραπετεύσουμε . Γύρω μας σκοτώνονταν εκατοντάδες άνθρωποι κάθε μέρα μέσα σε θαλάμους αερίων και δεν θέλαμε να έχουμε την ίδια μοίρα . Γνωρίζαμε , ότι αυτή η ενέργειά ήταν πολύ ριψοκίνδυνη και μπορεί να μας κόστιζε την ζωή , όμως ήταν η μοναδική ευκαιρία για να επιβιώσουμε .
Το απόγευμα της Δευτέρας ,στις 7 Απριλίου , παρατηρήσαμε ότι οι φρουροί είχαν γυρισμένη την πλάτη , δεν πρόσεχαν και αυτή ήταν η στιγμή που περιμέναμε τόσο καιρό. Τρέξαμε όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε προς έναν κοντινό σωρό από καυσόξυλα. Στο κέντρο της σωρού σχηματιζόταν μια εσοχή με χώρο για να κρυφτούν δύο άτομα. Μόλις χωθήκαμε στην κρυψώνα, οι συγκρατούμενοι μας ,σκέπασαν την εσοχή με χοντρές σανίδες και έριξαν ρωσικό καπνό που ήταν εμποτισμένος με βενζίνη και θα κρατούσε μακριά τα σκυλιά των φρουρών. Αυτό ήταν ένα τέχνασμα που είχαμε μάθει από έναν Ρώσο, ονόματι Ντμίτρι Βόλκοφ, ο οποίος είχε δραπετεύσει από το Άουσβιτς αλλά συνελήφθη ξανά. Μετά από τέσσερίς μέρες στην κρυψώνα, βγήκαμε έξω, κόψαμε το συρματόπλεγμα της περίφραξης και αποδρασαμε φορώντας ρούχα και παπούτσια που είχαμε κλέψει από την αποθήκη. Φύγαμε με προορισμό τα Πολωνικά σύνορα με την Σλοβακία, περίπου 130 χιλιόμετρα νότια. Σήμερα το πρωί φτάσαμε στην σλοβακική κωμόπολη Τσάντσα και συναντηθήκαμε με τον Όσκαρ Νόουμαν , τον πρόεδρο του παράνομου εβραϊκού συμβουλίου. Μας πρότεινε μάλιστα να γράψουμε και ένα κείμενο για τις συνθήκες που βιώσαμε στο στρατόπεδο για ενημερωθεί ο κόσμος για τα εγκλήματα και τις φρικαλεότητες που γίνονταν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης .
Θα σου ξαναγράψω σύντομα .