ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ 1

https://latistor.blogspot.com

https://e-didaskalia.blogspot.com/2020/03/g.html

 

Τίτος Πατρίκιος «Τέλος του καλοκαιριού»

VI

Εγώ δεν είμαι μόνο αυτό που βλέπεις, αυτός που ξέρεις

δεν είμαι μόνο αυτός που θά ‘πρεπε να μάθεις.

Κάθε επιφάνεια της σάρκας μου κάπου τη χρωστάω,

αν σ’ αγγίξω με την άκρη του δαχτύλου μου

σ’ αγγίζουν εκατομμύρια άνθρωποι,

αν σου μιλήσει μια λέξη μου

σου μιλάνε εκατομμύρια άνθρωποι –

θ’ αναγνωρίσεις τ’ άλλα κορμιά που πλάθουν το δικό μου;

 

θα βρεις τις πατημασιές μου μες σε μυριάδες χνάρια;

θα ξεχωρίσεις την κίνησή μου μες στη ροή του πλήθους;

Είμαι κι ό,τι έχω υπάρξει και πια δεν είμαι –

τα πεθαμένα κύτταρά μου, οι πεθαμένες

πράξεις, οι πεθαμένες σκέψεις

γυρνάν τα βράδια να ξεδιψάσουν στο αίμα μου.

Είμαι ό,τι δεν έχω γίνει ακόμα –

μέσα μου σφυροκοπάει η σκαλωσιά του μέλλοντος,

Είμαι ό,τι πρέπει να γίνω –

γύρω μου οι φίλοι απαιτούν οι εχθροί απαγορεύουν.

Μη με γυρέψεις αλλού

μονάχα εδώ να με γυρέψεις

μόνο σε μένα.

Τίτος Πατρίκιος, Λυσιμελής πόθος, Εκδόσεις Κίχλη, 2015

Ερμηνευτικό σχόλιο

Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το κύριο θέμα του κειμένουΝα το παρουσιάσετε αξιοποιώντας τους κατάλληλους κειμενικούς δείκτες. (150-200 λέξεις)

Κύριο, κατά τη γνώμη μου, θέμα του κειμένου είναι η δυσκολία να γνωρίσει κανείς πλήρως ένα άλλο άτομο, καθώς σε αυτό συνυπάρχουν όχι μόνο η τωρινή και παρελθοντική του ταυτότητα, αλλά κι η μελλοντική, όπως κι η επίδραση που έχει δεχτεί από πολλούς άλλους. Σε α΄ πρόσωπο, το ποιητικό υποκείμενο τονίζει τη δυσκολία αυτή στην ερωτική του σύντροφο (δεν είμαι μόνο αυτό που βλέπεις), επισημαίνοντας εξαρχής το πλήθος των επιρροών που έχει δεχτεί με σχήματα επανάληψης και υπερβολής (αν σ’ αγγίξω… σ’ αγγίζουν εκατομμύρια άνθρωποι / αν σου μιλήσει μια λέξη μου σου μιλάνε εκατομμύρια άνθρωποι). Με μια σειρά ρητορικών ερωτημάτων αναρωτιέται για τη δυνατότητά της να διακρίνει αφενός το πλήθος αυτών των επιρροών (θ’ αναγνωρίσεις τ’ άλλα κορμιά που πλάθουν το δικό μου;) κι αφετέρου τη διαμορφωμένη πια μοναδικότητά του (θα ξεχωρίσεις την κίνησή μου μες στη ροή του πλήθους;). Με τη χρήση επανάληψης τονίζει πως μέρος της ταυτότητάς του είναι κι ό,τι είχε υπάρξει κάποτε (τα πεθαμένα κύτταρά μου, οι πεθαμένες πράξεις, οι πεθαμένες σκέψεις), ενώ με μια μεταφορική εικόνα αναφέρεται και στην πιθανή μελλοντική του εξέλιξη (μέσα μου σφυροκοπάει η σκαλωσιά του μέλλοντος). Κομμάτι, άλλωστε, του εαυτού του είναι κι η ταυτότητα που οφείλει να αποκτήσει (Είμαι ό,τι πρέπει να γίνω).

[Λέξεις: 204]

Νίκος Καζαντζάκης «Ταξιδεύοντας, Ισπανία»

Σεβίλια

«Βλογημένες νά ‘ναι οι κλείδωσες των χεριών μου – που δεν είναι όλο κόκαλο σαν των αλόγων – και μπορούν να σε χαδέψουν! – Βλογημένη κι η διάφανη επιδερμίδα των χειλιών μου, – γιατί έτσι το αίμα μου βρίσκεται – πιο κοντά στο δικό σου, – όταν σε φιλώ! – Βλογημένα και τα μακριά μαλλιά σου – γιατί όταν τα σηκώνω σα φτερούγα – ο σβέρκος σου νιώθει πιο απαλά την ανάσα μου – και πιο γλυκά αναπαύεται στο μπράτσο μου – στις μακριές μας ξεκούρασες!»

Χωρίς να το θέλω, τα ερωτικά τούτα λόγια ενός φίλου μου Ισπανού ποιητή, στρατάριζαν στα χείλια μου, όταν έμπαινα στη Σεβίλια. Δεν αναστορούμαι πια αν ήταν μέρα ή νύχτα, αν ήταν ήλιος ή αν έριχνε ψιλή βροχή⸱ σα νά ‘γινα ξάφνου ροδοβάβουλας και δε θυμούμαι την πρώτη επαφή μου με τη Σεβίλια παρά μυρωδιές και χρώματα. Και χάρηκα που έλαχε να γεννηθώ σ’ ένα τόσο φανταχτερό και μυρωδάτο κόσμο.

Πώς να μπορέσει ποτέ ο άνθρωπος να υμνήσει, χωρίς κραυγή, την ομορφιά της γης; Πότε θ’ ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε το λουλούδι, το χώμα, το νερό, τη γυναίκα; Να δούμε το σώμα μας που έγινε επίτηδες για τον κόσμο, να δούμε τον κόσμο που έγινε επίτηδες για το σώμα μας, και να πούμε μ’ ευγνωμοσύνη: «Μου αρέσεις!»

Συχνά, όταν γυρίζω μόνος σε ξένες πολιτείες, με δυσκολία κρατιούμαι να μη φωνάξω. Τι νά ‘ναι ετούτη η τύχη, τι ‘ναι το θάμα ετούτο να ζεις, νά ‘σαι γερός, να διψάς, να πίνεις νερός και να δροσερεύεις ως τη φτέρνα, να πεινάς, να τρως ένα κομμάτι ψωμί και να νιώθεις τα κόκαλά σου να τρίζουν από αναγάλλια; Και πώς έλαχε νά ‘ναι τόσο σφιχτοπλεμένη, τόσο σοφιλιασμένη η ηδονή με την ανάγκη;

Κάθουμαι σε μιαν πέτρα, απόξω από το αραβίτικο παλάτι, το ξακουσμένο Αλκάθαρ. Ήλιος γλυκός, η Σεβίλια ξύπνησε, σβουρίζει σα μελισσοκόφινο, μυρίζουν τα περβόλια, είναι ακόμα πρωί κι οι πόρτες του παλατιού δεν άνοιξαν. Κοιτάζω τα χέρια μου πλημμυρισμένα πρωινόν ήλιο – σα να κρατούν ένα χρυσό βιολί. Αγγίζω το κεφάλι μου, και μου φαίνεται σαν την κιβωτό που πλέει απάνω στο χάος και νά ‘χουν καταφύγει μέσα της για να σωθούν όλα τα ζώα και τα πουλιά κι οι θεοί. Κι αμίλητα βλογούσα και μακάριζα, το πρωί εκείνο, τις πέντε μου αίστησες…

Νίκος Καζαντζάκης «Ταξιδεύοντας, Ισπανία», Εκδόσεις Καζαντζάκη, 2009

Ερμηνευτικό σχόλιο

Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το κύριο θέμα του κειμένουΠοια είναι η δική σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)

Κύριο θέμα του κειμένου είναι η αίσθηση ευγνωμοσύνης που οφείλει να έχει κάθε άνθρωπος για το δώρο της ζωής, καθώς και για την ομορφιά που βρίσκεται παντού γύρω του. Ο αυτοδιηγητικός αφηγητής δηλώνει κατ’ επανάληψη το πόσο βαθιά εκτιμά το γεγονός ότι ζει (χάρηκα που έλαχε να γεννηθώ / τι ‘ναι το θάμα ετούτο να ζεις / βλογούσα και μακάριζα… τις πέντε μου αίστησες), τονίζοντας παράλληλα το θαυμασμό του για την ομορφιά του φυσικού κόσμου. Με τη χρήση ρητορικών ερωτημάτων επισημαίνει, μεταξύ άλλων, την ανησυχία του πως δεν αναγνωρίζουν όλοι την αξία των απλών, μα πολύτιμων στοιχείων που τους περιβάλλουν (Πότε θ’ ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε το λουλούδι…). Κατά τη δική του άποψη οι άνθρωποι θα έπρεπε να εκτιμούν περισσότερο το θαύμα της ζωής και να αντιλαμβάνονται πως η ευδαιμονία τους μπορεί να πηγάσει από τα πιο απλά στοιχεία (να διψάς, να πίνεις νερός και να δροσερεύεις ως τη φτέρνα). Συνάμα, αξιοποιεί παρομοιώσεις για να φανερώσει την έκταση της δικής του ευδαιμονίας, που προκύπτει από το κάλλος της νέας ημέρας (σα να κρατούν ένα χρυσό βιολί / σαν την κιβωτό που πλέει απάνω στο χάος).

Προσωπικά συμφωνώ με την άποψη του συγγραφέα, καθώς παρά τις ποικίλες -υψηλές συχνά- προϋποθέσεις που θέτουν οι σύγχρονοι άνθρωποι για την ευτυχία, οι καθημερινές στιγμές θα έπρεπε να επαρκούν και να εκτιμώνται πολύ βαθύτερα απ’ όλους.

[Λέξεις: 224]

Κική Δημουλά «Ένα ματσάκι ωχρότητα» (απόσπασμα)

Απόρρητα βρέχει, κρυφά απ’ τη βεβαιότητα

σχεδόν κρυφά κι από την ίδια τη βροχή.

Το ξέρει μόνο η γοητεία του δισταγμού

η τσίγκινη τραγιάσκα κάποιου ήχου

και το συμβούλιο των σταγόνων ψηλά

γύρω από τη στρογγυλή λάμπα του δρόμου.

Απόρρητα βρέχει.

Σα νά ‘ναι εμπιστευτικό το φανερό.

Όπως και είναι. Πόσες φορές κρυφά από μας

δεν έχουμε συμβεί κρυφά από τις πράξεις μας –

πάντα τελευταίες το μαθαίνουν⸱ από τις συνέπειες

που το γνωρίζουν εξ αρχής.

Ακόμα κι από τη νεότητα σχεδόν κρυφά γερνάμε.

Σα νά ‘ναι εμπιστευτικό το ολοφάνερο.

Πάντα τελευταία το μαθαίνει – απ’ τη νεότητα

των άλλων.

Μήπως μαθαίνουμε ποτέ ότι δεν ζούμε;

Κρυφό μας το κρατάει για πάντα ο θάνατός μας.

Το ξέρει μόνον η ζωή που συνεχίζεται των άλλων.

Κουτσομπολιά ονείρων παρεξήγηση οι άλλοι.

Κική Δημουλά, Ποιήματα, Εκδόσεις Ίκαρος, 2009

Ερμηνευτικό σχόλιο

Να παρουσιάσετε το κύριο, κατά τη γνώμη σας, θέμα/ερώτημα του ποιήματος και να τεκμηριώσετε την απάντησή σας. (150-200 λέξεις)

Κύριο θέμα του ποιήματος είναι, κατά τη γνώμη μου, η υπόρρητη, αλλά σαφής απροθυμία των ανθρώπων να αντικρίσουν και να αποδεχτούν την πραγματικότητα ως έχει, ακόμη κι όταν πρόκειται για κάτι που τους αφορά προσωπικά. Με την επανάληψη της οξύμωρης φράσης «Απόρρητα βρέχει», καθώς και την αξιοποίηση της παρομοίωσης που επισημαίνει αυτή ακριβώς την αντίφαση «Σα νά ‘ναι εμπιστευτικό το φανερό» η ποιήτρια τονίζει την παραδοξότητα του να θεωρούνται κρυφά ή αθέατα όσα συμβαίνουν μπροστά σε όλους και εν γνώσει όλων. Ωστόσο, όσο κι αν κάτι τέτοιο φαντάζει αδύνατο ή παράξενο, αυτό ακριβώς συμβαίνει με τους ανθρώπους, δηλώνει η ποιήτρια, με τη διαπίστωση «Πόσες φορές κρυφά από μας δεν έχουμε συμβεί». Οι άνθρωποι κάποτε δρουν, χωρίς καν να παραδέχονται ή να αντιλαμβάνονται τις ίδιες τους τις πράξεις, και συνειδητοποιούν εκ των υστέρων τα όσα έκαναν από τις συνέπειες, οι οποίες -προσωποποιημένες εδώ- γνώριζαν εξ αρχής. Κατά τρόπο παρόμοιο, οι άνθρωποι αρνούνται να αποδεχτούν ακόμη και το γεγονός ότι γερνάνε, κάτι που σχολιάζεται ειρωνικά από την ποιήτρια με τη μερική επανάληψη προηγούμενης παρομοίωσης «Σα νά ‘ναι εμπιστευτικό το ολοφάνερο». Μα κι ακόμη περισσότερο, οι άνθρωποι δεν μαθαίνουν ποτέ ότι έχουν πάψει πια να ζουν. Ο προσωποποιημένος θάνατός τους τούς το κρατάει κρυφό. Το ξέρει μόνο η ζωή των άλλων που συνεχίζεται.

[Λέξεις: 210]

Μαργκερίτ Γιουρσενάρ «Κλυταιμνήστρα ή Το έγκλημα» (απόσπασμα)

Ο καιρός που περνούσε μακρυά του κυλούσε χωρίς χρησιμότητα, σταγόνα σταγόνα ή σε κύματα, σα χαμένο αίμα, αφήνοντάς με κάθε μέρα πιο φτωχή από μέλλον. Μεθυσμένοι μαντατοφόροι μού διηγούνταν τη ζωή του στα στρατόπεδα: ο στρατός της Ανατολής κυριαρχούνταν από γυναίκες: Ιουδαίες της Θεσσαλονίκης, Αρμένιες απ’ την Τυφλίδα, που τα μπλε μάτια τους κάτω από σκούρα βλέφαρα σ’ έκαναν να σκέφτεσαι τις πηγές σε βαθιές σκοτεινές σπηλιές, Τουρκάλες βαριές και γλυκιές, όπως τα γλυκίσματά τους τα φορτωμένα μέλι. Έπαιρνα γράμματα τις μέρες των γιορτών· η ζωή μου περνούσε παραφυλώντας στο δρόμο το κουτσό βήμα του ταχυδρόμου. Τη μέρα πάλευα ενάντια στην απελπισία, τη νύχτα ενάντια στην επιθυμία, χωρίς σταματημό ενάντια στο κενό, αυτή τη θαμπή μορφή της δυστυχίας. Τα χρόνια διαδέχονταν το ’να τ’ άλλο στη σειρά, σαν πομπή μοναχικών γυναικών· το χωριό ήταν μαύρο από γυναίκες σε πένθος. Ζήλευα αυτές τις δυστυχισμένες που είχαν σαν αντίζηλο τη γη μονάχα και που ήξεραν τουλάχιστον ότι ο άντρας τους κοιμάται μόνος. Επέβλεπα εκ μέρους του τις εργασίες στους αγρούς και τους θαλάσσιους δρόμους· συγκέντρωνα τις συγκομιδές· διέταζα να καρφώνουν τα κεφάλια των ληστών στον πάσσαλο της αγοράς· χρησιμοποιούσα τ’ όπλο του για να ρίχνω στις κουρούνες· χτυπούσα τα πλευρά της κυνηγετικής του φοράδας με τις γκέττες μου από σκούρο μουσαμά. Λίγο-λίγο αντικαθιστούσα τον άντρα που μου έλειπε και που τον είχα συνηθίσει. Έφτανα να κοιτώ με το δικό του βλέμμα το λευκό περιλαίμιο των υπηρετών. Ο Αίγισθος κάλπαζε

δίπλα μου στη χέρσα γη· η εφηβεία του συνέπεσε με τον καιρό της δικιάς μου χηρείας· βρισκόταν σχεδόν σε ηλικία να ενωθεί με τους άλλους άντρες· με πήγε πίσω, στην εποχή των φιλημάτων που ανταλλάσσαμε με τα ξαδέλφια μες στο δάσος τον καιρό των μεγάλων διακοπών. Τον έβλεπα λιγότερο σαν εραστή και περισσότερο σαν ένα παιδί, που μου έλειπε· πλήρωνα τους λογαριασμούς του για σαμάρια και γι’ αγορές αλόγων. Δεν ήμουν μόνο άπιστη στον άλλο άντρα, τον αντέγραφα επιπλέον: ο Αίγισθος δεν ήταν για μένα παρά τ’ αντίστοιχο των γυναικών της Ασίας. Κύριοι δικαστές, δεν υπάρχει παρά ένας άντρας στον κόσμο: οι άλλοι για κάθε γυναίκα δεν είναι παρά ένα λάθος ή ένα θλιβερό υποκατάστατο. Κι η μοιχεία δεν είναι συχνά παρά η απελπισμένη μορφή της πίστης. Αν εξαπάτησα κάποιον, αυτός είναι βέβαια ο φτωχός Αίγισθος. Τον είχα ανάγκη για να ξέρω ως ποιο σημείο αυτός που αγαπούσα ήταν αναντικατάστατος. Κουρασμένη να τον χαϊδεύω, ανέβαινα στον πύργο να μοιραστώ την αϋπνία του παρατηρητή.

Γιουρσενάρ, M. (1981). Κλυταιμνήστρα ή Το έγκλημα, μτφ. Μαρία Θ. Φωστιέρη, Η Λέξη 5: 362-367΄

Ερμηνευτικό σχόλιο

Ποια είναι η συναισθηματική κατάσταση της ηρωίδαςΝα την παρουσιάσετε αξιοποιώντας κειμενικούς δείκτες και στοιχεία του κειμένου. (150-200 λέξεις)

Η Κλυταιμνήστρα βιώνει την απουσία του Αγαμέμνονα ως πηγή μεγάλης δυστυχίας, αφού μακριά του ο χρόνος μοιάζει να μην έχει χρησιμότητα. Όπως τονίζει με μια παρομοίωση ο καιρός περνούσε «σα χαμένο αίμα», αφήνοντάς τη ολοένα και πιο «φτωχή από μέλλον». Η δυστυχία της, μάλιστα, επιτείνεται από τα νέα που λαμβάνει πως το στρατόπεδο των Ελλήνων είναι γεμάτο θελκτικές γυναίκες, καθιστώντας βέβαιη την απιστία από τη μεριά του. Η ηρωίδα φτάνει, έτσι, στο σημείο να ζηλεύει τις χήρες, αφού εκείνες έχουν μόνο αντίζηλό τους της γη και γνωρίζουν πως «ο άντρας τους κοιμάται μόνος». Η συναίσθηση πως τα χρόνια της περνούν μέσα στη θλίψη «σαν πομπή μοναχικών γυναικών» την εξωθεί στο να εντείνει τη δραστηριότητά της, μιμούμενη εκείνον και υιοθετώντας τις δικές του συνήθειες, σε μια προσπάθεια να καλύψει την απουσία του (Λίγο-λίγο αντικαθιστούσα τον άντρα που μου έλειπε). Η αντιγραφή των δικών του υποχρεώσεων και συνηθειών την οδηγεί ακόμη παραπέρα, καθώς στο πρόσωπο του Αίγισθου, που ήταν ακόμη στην εφηβική ηλικία, βρίσκει το «αντίστοιχο των γυναικών της Ασίας». Για την Κλυταιμνήστρα, ωστόσο, ο Αίγισθος δεν αποτελεί προσπάθεια αντικατάστασης του απόντος συζύγου της, όπως, άλλωστε, το τονίζει με τη χρήση παρομοιώσεων, τον έβλεπε «λιγότερο σαν εραστή» και περισσότερο «σαν ένα παιδί» που της έλειπε. Μέσω εκείνου επιχειρεί να συνειδητοποιήσει ακόμη ασφαλέστερα πόσο «αναντικατάστατος» ήταν εκείνος που πραγματικά αγαπούσε.

[Λέξεις: 217]

Μιχάλης Πασιαρδής «Η Ποίηση»

Η ποίηση είναι σαν το πρωί της άλλης

μέρας – πάντα ένα κύκλο πιο μπροστά

απ’ τον κόσμο, σαν το πρωί της άλλης

μέρας, όπου μες σε παρθένους κελαϊδησμούς

μαστορεύεται ο ήλιος του μέλλοντος.

Μιχάλης Πασιαρδής, Ο δρόμος της ποίησης: Ποιήματα 1959-1969, Κύπρος, 1970

Ερμηνευτικό σχόλιο

Να διατυπώσετε το ερμηνευτικό σας σχόλιο για το ποίημα. (100-150 λέξεις)

Θέμα του ποιήματος, κατά τη γνώμη μου, είναι η δυνατότητα της ποιητικής τέχνης να αποτυπώνει τα όσα έρχονται, χάρη στο γεγονός πως οι θεράποντές της είναι ευαίσθητοι δέκτες της πραγματικότητας. Τη δυνατότητα αυτή την παρουσιάζει εμφατικά ο ποιητής με την επανάληψη μιας παραστατικής παρομοίωσης, η ποίηση είναι «σαν το πρωί της άλλης μέρας». Βρίσκεται πάντοτε μια μέρα μπροστά από τον υπόλοιπο κόσμο, καθώς αφουγκράζεται προσεκτικά και μετουσιώνει σε ποιητικό λόγο κάθε επερχόμενη αλλαγή, όσο μικρή κι αν είναι, όσο κι αν δεν την αντιλαμβάνονται οι άλλοι εγκαίρως. Συνάμα, όμως, η ποίηση έχει και το προνόμιο να οραματίζεται -και κατ’ αυτό τον τρόπο να διαμορφώνει- τον μελλοντικό κόσμο, αποδίδοντάς του ιδιότητες ή αρετές μη υπάρχουσες ακόμη, αλλά εν δυνάμει υλοποιήσιμες. Την επαφή αυτή της ποίησης με το μέλλον την καταγράφει ο ποιητής με τη χρήση μεταφορικού λόγου, παρουσιάζοντας την ποίηση να βρίσκεται ήδη στην επόμενη μέρα «μες σε παρθένους κελαϊδησμούς» εκεί που δημιουργείται «ο ήλιος του μέλλοντος».

[Λέξεις: 156]

Ερμηνευτικό σχόλιο

Αξιολογείται ως προς τα εξής:

Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου

- Βαθμός κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου

- Βαθμός υποστήριξης της απάντησης με αναφορές- παραπομπές στο κείμενο

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)

- Βαθμός κατανόησης των επιλογών του συγγραφέα (κειμενικοί δείκτες, συγκείμενο), σχετικά με την οργάνωση και τη δομή (π.χ. γλώσσα, τεχνική, ύφος, εκφραστικά σχήματα κ.λπ.) με παραδείγματα από το κείμενο

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου

- Αλληλουχία και συνοχή του ερμηνευτικού σχολίου

- Επίπτωση γραμματικοσυντακτικών λαθών στην κατανόηση της ερμηνευτικής εκδοχής

- Κατάλληλο λεξιλόγιο-ορολογία

13-15

Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου

- Πολύ καλό επίπεδο κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου.

- Πολύ καλή τεκμηρίωση της απάντησης με αναφορές-παραπομπές στο κείμενο.

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)

- Πολύ καλή αναγνώριση συγγραφικών επιλογών

- Πλούσιες αναφορές παραδειγμάτων από το κείμενο και σε διαφορετικά πεδία των συγγραφικών επιλογών (σχετικά με τη γλώσσα, την τεχνική, το ύφος, τα εκφραστικά σχήματα κ.λπ.)

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου

- Πολύ καλή παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής με την απαραίτητη αλληλουχία και συνοχή

- Ακρίβεια στη χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων

- Πλούσιο λεξιλόγιο

9-12

Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου

- Καλό επίπεδο κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου.

- Καλός βαθμός τεκμηρίωσης της απάντησης με αναφορές-παραπομπές στο κείμενο.

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)

- Καλή αναγνώριση συγγραφικών επιλογών

- Αρκετές αναφορές παραδειγμάτων από το κείμενο και σε διαφορετικά πεδία των επιλογών αυτών (σχετικά με τη γλώσσα, την τεχνική, το ύφος, τα εκφραστικά σχήματα κ.λπ.)

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου

- Καλή παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής με αλληλουχία και συνοχή

- Καλή χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων

- Καλό λεξιλόγιο

- Τα όποια λάθη δε δυσχεραίνουν την κατανόηση της ερμηνευτικής προσέγγισης

5-8

Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου

- Επαρκής κατανόηση, επαρκής προσπάθεια ερμηνευτικής προσέγγισης.

- Επαρκείς αναφορές τεκμηρίωσης με παραπομπές στο κείμενο.

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)

- Επαρκής αναγνώριση συγγραφικών επιλογών

- Επιλεκτική αναφορά παραδειγμάτων από το κείμενο π.χ. σχετικά με τη γλώσσα, την τεχνική, το ύφος, τα εκφραστικά σχήματα κ.λπ.

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου

- Επαρκής παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής

- Επαρκής χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων

- Επαρκές λεξιλόγιο

- Τα λάθη δυσχεραίνουν εν μέρει την κατανόηση της ερμηνευτικής προσέγγισης

1-4

Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου

- Έλλειψη κατανόησης, παρανόηση.

- Μηδενική ή ακατάλληλη αναφορά παραδειγμάτων από το κείμενο

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)

- Έλλειψη αναφορών ή ασύμβατες αναφορές στις συγγραφικές επιλογές, ή ελλειπτική αναφορά σε επί μέρους πλευρές.

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου

- Ανεπαρκής παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής

- Ακατάλληλη ή λανθασμένη χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων

- Ακατάλληλη ή λανθασμένη χρήση λεξιλογίου

- Τα λάθη δυσχεραίνουν την κατανόηση της ερμηνευτικής προσέγγισης

https://latistor.blogspot.com

https://e-didaskalia.blogspot.com/2020/03/g.html

Ερμηνευτικό Σχόλιο: Οδηγίες Σύνταξης- Συνηθισμένα Λάθη

Θεωρητική προσέγγιση

Είναι ένα γραπτό σχόλιο, περιορισμένης έκτασης, που περιλαμβάνει την ανάπτυξη αφενός του βασικού, για τους/τις μαθητές/τριες, ερωτήματος/θέματος του κειμένου και αφετέρου της ανταπόκρισής τους σε αυτό.  Στο ερμηνευτικό σχόλιο, ο/η μαθητής/τρια δεν περιορίζεται στο «τι λέει το κείμενο» αλλά επεκτείνεται στο «τι σημαίνει για τον/την ίδιον/α».  Με τη συγγραφή του ερμηνευτικού σχολίου, διευκολύνεται η ανάδυση του «εγώ» και «ελέγχεται» σύνθετα ο βαθμός εκπλήρωσης του γενικού και των ειδικότερων σκοπών διδασκαλίας του μαθήματος. (Γλωσσάρι Όρων, Φάκελος Υλικού – Δίκτυα Κειμένων, Γ` Λυκείου)

Οδηγίες Σύνταξης- Συνηθισμένα Λάθη

Κατανόηση – Ερμηνεία- Κειμενικοί Δείκτες

  • Σχετικά με την κατανόηση και την ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου αξιολογείται: η σαφήνεια της διατύπωσης του ερωτήματος/θέματος, το οποίο σχετίζεται με τον βαθμό κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου και η αναγνωστική ανταπόκριση των μαθητών και μαθητριών στο ερώτημα/θέμα με την επαρκή τεκμηρίωση/υποστήριξη της απάντησης με αναφορές-παραπομπές στο κείμενο. (Οδηγίες 10/1/20 ΙΕΠ)
  • Στην παρουσίαση του θέματος δεν αποδίδουμε το νόημα του κειμένου (αναδιήγηση).
  • Δεν περιγράφουμε το κείμενο, αλλά το ερμηνεύουμε. Η ερμηνεία δεν αποτελεί στατική διαπίστωση (τι λέει), αλλά δυναμική παρουσίαση των ιδεών του κειμένου (τι εννοεί, τι θέλει να δείξει).
  • Στο ερμηνευτικό σχόλιο από το δηλωτικό/κυριολεκτικό επίπεδο μεταβαίνουμε στο συνυποδηλωτικό/μεταφορικό/συμβολικό επίπεδο. Οι προσεκτικές αναγνώσεις και ο εντοπισμός των κειμενικών δεικτών θα βοηθήσουν στην αποκωδικοποίηση των μηνυμάτων του κειμένου.
  • Αποφεύγουμε τη γενικόλογη και αόριστη προσέγγιση του κειμένου. Απαντάμε στοχευμένα, για να αναδείξουμε με τη συμβολή των κειμενικών δεικτών το θέμα που υποστηρίξαμε στην αρχή της απάντησής μας.
  • Οι εκφωνήσεις ζητούν το κύριο θέμα. Ωστόσο, στο κείμενο μπορεί να θίγονται επιμέρους θέματα. Επιλέγουμε την κεντρική ιδέα, αυτή που κυριαρχεί, αυτή στην οποία επικεντρώνεται ο συγγραφέας.  Αυτό το κατανοούμε από το πλήθος των κειμενικών αναφορών που σχετίζονται με αυτή.
  • Σχετικά με τους κειμενικούς δείκτες: Οι κειμενικοί δείκτες δε διδάσκονται αυτοτελώς, ενδιαφέρουν μόνο στον βαθμό που βοηθούν να αποδοθεί νόημα στο κείμενο. Οι αναφορές στο κείμενο ή σε κειμενικούς δείκτες αξιολογούνται στον βαθμό που υποστηρίζουν επιτυχώς την ερμηνευτική προσέγγιση του μαθητή ή της μαθήτριας. Στην εκφώνηση του ερωτήματος είτε γίνεται αναφορά σε κειμενικούς δείκτες είτε όχι, οι μαθητές/-ήτριες, κατά τη διδασκαλία, ασκούνται συστηματικά, για να είναι σε θέση να τεκμηριώνουν την ερμηνεία της με στοιχεία του κειμένου. Επομένως, το ερώτημα «πώς το λέει» το κείμενο δεν μπορεί να αγνοείται. (Οδηγίες 10/1/20 ΙΕΠ)
  • Οι απαντήσεις μας να είναι τεκμηριωμένες με παραδείγματα/χωρία/αποσπάσματα/ παραθέματα μέσα από το κείμενο. Άλλωστε, είναι και το σταθερό ζητούμενο σε όλες τις εκφωνήσεις. Οι κειμενικοί δείκτες πρέπει να συνοδεύονται από τα αντίστοιχα χωρία.
  • Αποφεύγουμε την παράθεση κειμενικών δεικτών και χωρίων του κειμένου χωρίς σχόλιο. Τα χωρία του κειμένου είναι τεκμήρια που αποδεικνύουν την ορθή πρόσληψη του νοήματος δεν έχουν από μόνα τους αποδεικτική αξία.
  • Είναι συχνό να επιλέγονται δείκτες υπαρκτοί μέσα στο κείμενο, οι οποίοι όμως δεν συμβάλλουν στην ανάδειξη του θέματος και στη στήριξη της απάντησης.

 Δομή – Γλώσσα

  • Σχετικά με την οργάνωση και τη γλωσσική έκφραση του ερμηνευτικού σχολίου αξιολογείται: η αλληλουχία και η συνοχή του ερμηνευτικού σχολίου ως παραγόμενου κειμένου, η χρήση του κατάλληλου λεξιλογίου και η επίπτωση τυχόν γραμματικοσυντακτικών λαθών στην ερμηνευτική εκδοχή του μαθητή/της μαθήτριας. (Οδηγίες 10/1/20 ΙΕΠ)
  • Να αποφεύγεται η απαρίθμηση των κειμενικών δεικτών. Να εντάσσονται στο κείμενο κατά την ερμηνεία του, ώστε να τεκμηριώνουν το θέμα.
  • Δε γράφουμε τον αριθμό του στίχου, της σειράς, της παραγράφου ή της περιόδου, αλλά παραθέτουμε αυτούσια χωρία για να στηρίξουμε την ερμηνεία μας φροντίζοντας ο δείκτης να είναι ευδιάκριτος.
  • Δε χρησιμοποιούμε το όνομα του συγγραφέα. Ο όρος αφηγητής χρησιμοποιείται στα αφηγηματικά κείμενα, ενώ ο όρος ποιητικό υποκείμενο χρησιμοποιείται στα ποιητικά κείμενα. Με τους όρους αυτούς δηλώνεται αυτός που εκφέρει το λόγο. (Γλωσσάρι Όρων, Φάκελος Υλικού – Δίκτυα Κειμένων, Γ` Λυκείου)
  • Τα χωρία που υποστηρίζουν την ερμηνεία μας εντάσσονται σε εισαγωγικά ή ενσωματώνονται στον λόγο μας.
  • Η λογοτεχνία δε στοχεύει στην ενημέρωση, δεν έχει πληροφοριακό χαρακτήρα (κυριολεκτική, αναφορική, δηλωτική, λογική λειτουργία της γλώσσας), αλλά διεγείρει συναισθήματα και προσφέρει τη μορφή της για αισθητική απόλαυση (μεταφορική, ποιητική, συνυποδηλωτική, συγκινησιακή λειτουργία της γλώσσας). Γι` αυτό για την απόδοση του νοήματος των κειμενικών δεικτών να αποφεύγονται ρήματα, όπως ενημερώνει, πληροφορεί, γνωστοποιεί, μιλά, λέει κ.ά. και να επιλέγονται ρήματα, όπως αισθητοποιείται, αναδεικνύεται, φανερώνεται, παρουσιάζεται, σκιαγραφείται, περιγράφεται, δηλώνεται, διαφαίνεται, υποδηλώνεταιδιακρίνεταιεκφράζεται, αποδίδεται, τονίζεται, εξαίρεταιπιστοποιείται, επιβεβαιώνεται, αποδεικνύεται, εξομολογείται, διαλέγεται, επαναλαμβάνεται, αποτυπώνεται, δείχνει κ.ά.
  • Επιμελούμαστε τη δομή του ερμηνευτικού σχολίου μας, ώστε να είναι ευανάγνωστο. Προτείνεται μία παράγραφος για το θέμα και τους σχετικούς δείκτες του κειμένου και μία για την προσωπική ανταπόκριση. Διαφορετικά, ακολουθούμε τους γνωστούς κανόνες παραγραφοποίησης.

 Επιδιώκεται το ερμηνευτικό σχόλιο να αξιολογείται συνολικά ως προς τα παραπάνω κριτήρια και να είναι εμφανής σ’ αυτό η κατανόηση/ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου, καθώς και η τεκμηριωμένη ανταπόκριση του/της μαθητή/-ήτριας απέναντι στο ερώτημα/θέμα που διατυπώνει. (Οδηγίες 10/1/20 ΙΕΠ)

Ενδεικτική απάντηση

ΤΑ ΠΑΘΗ

Ψαλμός Ζ`

Ήρθαν

ντυμένοι «φίλοι»

αμέτρητες φορές οι εχθροί μου

το παμπάλαιο χώμα πατώντας.

 

Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους.

Έφεραν

 

τον Σοφό, τον Οικιστή και τον Γεωμέτρη,

Βίβλους γραμμάτων και αριθμών,

την πάσα Υποταγή και Δύναμη,

το παμπάλαιο φως εξουσιάζοντας.

Και το φως δεν έδεσε ποτέ με τη σκέπη τους.

Ούτε μέλισσα καν δε γελάστηκε το χρυσό ν’ αρχινίσει παιχνίδι·

ούτε ζέφυρος καν, τις λευκές να φουσκώσει ποδιές.

‘Έστησαν και θεμελίωσαν

στις κορφές, στις κοιλάδες, στα πόρτα

πύργους κραταιούς κι επαύλεις

ξύλα και άλλα πλεούμενα,

τούς Νόμους, τούς θεσπίζοντας τα καλά και συμφέροντα,

στο παμπάλαιο μέτρο εφαρμόζοντας.

Και το μέτρο δεν έδεσε ποτέ με τη σκέψη τους.

Ούτε καν ένα χνάρι θεού στην ψυχή τους σημάδι δεν άφησε·

ούτε καν ένα βλέμμα ξωθιάς τη μιλιά τους δεν είπε να πάρει.

Έφτασαν

ντυμένοι «φίλοι»

αμέτρητες φορές οι εχθροί μου

τα παμπάλαια δώρα προσφέροντας.

Και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε

παρά μόνο σίδερο και φωτιά.

Στ ’ανοιχτά πού καρτέραγαν δάχτυλα

μόνον όπλα και σίδερο και φωτιά.

Μόνον όπλα και σίδερο και φωτιά.

Οδυσσέας Ελύτης (Άξιον Εστί)

 

Να διατυπώσετε το ερμηνευτικό σχόλιό σας για το κείμενο, παρουσιάζοντας το κύριο, κατά τη γνώμη σας, θέμα του.  Να συμπεριλάβετε στην απάντησή σας σχετικούς με το θέμα δείκτες του ποιήματος.

Ο θεματικός άξονας του Ψαλμού Ζ` από τα πάθη του Άξιον Εστί του Οδ. Ελύτη είναι η κυριαρχία των κατακτητών στον ελλαδικό χώρο, η αντίσταση των Ελλήνων και η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στον πολιτισμό τους.  Η επέλαση των κατακτητών με το προσωπείο των φίλων που αισθητοποιείται από τη μεταφορά «ντυμένοι» και την ειρωνεία «φίλοι» σε εισαγωγικά είναι γνώριμη για το ποιητικό υποκείμενο που εξομολογείται σε α` πρόσωπο «Ήρθαν ντυμένοι «φίλοι» αμέτρητες φορές οι εχθροί μου», γιατί επανέρχονται στη μνήμη του ιστορικά γεγονότα.  Στην προσπάθειά τους να πατήσουν κυριολεκτικά και να καταπατήσουν μεταφορικά τον ελλαδικό χώρο «το παμπάλαιο χώμα πατώντας» ήρθαν αντιμέτωποι με τη σθεναρή αντίσταση του ελληνικού λαού και το φως του πολιτισμού του, που χαρακτηρίζεται από μέτρο και δικαιοσύνη,  σε αντίθεση με την ιδιοτέλεια και την αδικία των κατακτητών που εκφράζεται με «τους Νόμους, τους θεσπίζοντας τα καλά και συμφέροντα».  Οι ισχυρές αντιθέσεις που εντοπίζονται στο ποιητικό σώμα με τη χρήση του συνδέσμου «και» που έχει τη σημασία και όμως στην αρχή ενός μοτίβου που επαναλαμβάνεται παραλλαγμένο «Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους // Και το φως δεν έδεσε ποτέ με τη σκέπη τους // Και το μέτρο δεν έδεσε ποτέ με τη σκέψη τους» αποδεικνύουν ότι οι επίδοξοι «φίλοι» δεν στέριωσαν ποτέ σ` αυτή τη χώρα και ο ελληνικός πολιτισμός δεν άγγιξε τους κατακτητές, όπως αποδεικνύεται με την επανάληψη της αποφατικής μεταφοράς «δεν έδεσε» -δεν ταίριαξε- που δηλώνει την έλλειψη επαφής των δύο πολιτισμών και τη διαφορετική κοσμοθεωρία τους.  Η καθολική κυριαρχία των κατακτητών στον ελλαδικό χώρο παρουσιάζεται με το ασύνδετο σχήμα «στις κορφές, στις κοιλάδες, στα πόρτα», ενώ η ισχύς και η επιβολή τους γίνεται φανερή μέσω του επιθέτου κραταιούς και του ουσιαστικού επαύλεις «Έστησαν και θεμελίωσαν … πύργους κραταιούς κι επαύλεις».  Οι «φίλοι» όταν έφτασαν πρόσφεραν «δώρα» «Έφτασαν … τα παμπάλαια δώρα προσφέροντας» ως αντίδωρο στην ικεσία του πολύπαθου ελληνικού λαού που αποδίδεται με την εικόνα «Στ` ανοιχτά πού καρτέραγαν δάχτυλα» και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε παρά μόνο σίδερο και φωτιά.  Με την επανάληψη του εξόδιου στίχου του ψαλμού «Μόνον όπλα και σίδερο και φωτιά» και την επαναφορά του επιρρήματος «Μόνον» εκφράζεται η απόλυτη αναλγησία και η βιαιότητα «όπλα και σίδερο» που επέδειξαν οι κατακτητές οι οποίοι προκάλεσαν τον όλεθρο «φωτιά» και εξαίρεται η κορύφωση του δράματος του ελληνικού λαού.

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ 2

Ερμηνευτικό σχόλιο

  • Ποιο είναι το θέμα του κειμένου;

Το πιο σημαντικό στοιχείο, διαβάζοντας ένα κείμενο, είναι να καταλάβουμε το θέμα του (π.χ. αν αφηγείται ένα περιστατικό ρατσιστικής βίας, το θέμα θα είναι π.χ. η ξενοφοβία ή ο κοινωνικός ρατσισμός κλπ. που οδηγεί στην κοινωνική παθογένεια).  Προσοχή, η περίληψη της ιστορίας του κειμένου δεν ταυτίζεται με το θέμα.

 

  • Ποιο είναι το βασικό ερώτημα που θέτει το κείμενο;

Πρόκειται για κείμενα που μας θέτουν μπροστά σε κάποια διλήμματα ή σε κάποια κρίσιμα ερωτήματα (τύπου «γιατί υπάρχει κοινωνική βία;).

Καταγράφουμε το ερώτημα ή τα ερωτήματα που θέτει το κείμενο (π.χ. στην «Ιθάκη»,  είναι προτιμητέο το ταξίδι ή ο προορισμός; ).

Αν υπάρχουν πάνω από ένα ερωτήματα που τίθενται, αξιολογούμε ποιο είναι το σημαντικότερο/  ποιο παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον κατά τη γνώμη μας.

 

  • Να τεκμηριώσετε το σχολιασμό σας.

Για να γίνει η τεκμηρίωση της ερμηνείας (νοηματοδότησης) του κειμένου, χρησιμοποιούμε αναφορές στις λεξιλογικές επιλογές του συγγραφέα, στα σχήματα λόγου που αξιοποίησε (π.χ. η «Ιθάκη» αξιοποιεί ιδιαίτερα την αλληγορία) , στις αφηγηματικές τεχνικές (π.χ. είδος αφηγητή) και στους αφηγηματικούς τρόπους (π.χ. διάλογος, εσωτερικός μονόλογος) και στις παραπομπές που ίσως κάνει σε καταστάσεις (π.χ. αναφορά σε αντιλήψεις, αξίες, ιστορικά γεγονότα). Χρησιμοποιούμε δηλαδή τους λεγόμενους, κειμενικούς δείκτες.

Προσοχή: Επειδή η ανάπτυξη θα γίνει με όριο λέξεων, η αναφορά στους κειμενικούς δείκτες να είναι κατά το δυνατόν συγκεκριμένη (δεν παραθέτουμε ολόκληρη την πρόταση, αλλά τη συγκεκριμένη φράση). Επίσης, δεν απαριθμούμε τους κειμενικούς δείκτες (πρώτον, δεύτερον, κλπ.).

 

  • Πιο αναλυτικά, ποια στοιχεία λειτουργούν ως κειμενικοί δείκτες;
Στη μορφή : 

ü  Λογοτεχνικό γένος/ είδος (πεζογραφία/διήγημα)

ü  Αφηγηματικές τεχνικές (π.χ. είδος αφηγητή)

ü  Αφηγηματικοί τρόποι (π.χ. μονόλογος)

ü  Γλωσσικές επιλογές

ü  Λεξιλόγιο

ü  Ύφος

ü  Εκφρατικά μέσα

ü  Εικονοποιία

ü  Στίξη

ü  Δομή

ü  Συνδετικές λέξεις/φράσεις

ü  Στιχουργική

Στο περιεχόμενο: 

ü  Τίτλος

ü  Χαρακτήρες

ü  Αξίες – ιδέες – αντιλήψεις

ü  Στάσεις – συμπεριφορές

ü  Ανθρώπινες σχέσεις

ü  Συναισθηματικό κλίμα

ü  Κοινωνικοπολιτικές συνθήκες

ü  Διακειμενικές αναφορές (αναφορές σε άλλα κείμενα, λογοτεχνικά ή μη)

 

 

  • Πρέπει να αναφερθώ σε όλους τους κειμενικούς δείκτες που παρέχει το κείμενο;

Δεν ενδιαφέρει η ποσότητα/ ο αριθμός των κειμενικών δεικτών, αλλά η επιλογή αυτών που βοηθούν στην τεκμηρίωση της άποψής μας. Σε κάθε περίπτωση, είναι ενδεχόμενο να υπάρχει αναφορά σε κειμενικούς δεικτες που δεν τεκμηριώνουν κάποια άποψη (π.χ. το γεγονός ότι η «Ιθάκη» είναι γραμμένη σε ελεύθερο στίχο δεν τεκμηριώνει το διδακτικό τόνο του ποιήματος. Αντιθέτως, η χρήση της υποτακτικής «να εύχεσαι» το κάνει).

 

  • Πέρα από την αναφορά στους κειμενικούς δείκτες, πώς μπορώ να τεκμηριώσω την ερμηνεία μου;

Αν και συνιστάται η βασική αναφορά να είναι στους κειμενικούς δείκτες, υπάρχουν άλλα δύο στοιχεία που μπορούν να υποστηρίξουν την ερμηνεία ενός κειμένου:

α) Το «συγκείμενο» του συγγραφέα/ του αναγνώστη: Οι πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες της παραγωγής και της ανάγνωσης του έργου. Επειδή το συγκείμενο αλλάζει, το κείμενο αποκτά νέες διαστάσεις ανάλογα με την εποχή.

β) Το «περικείμενο»: Ο τίτλος του συνολικού έργου (π.χ. ποιητικής συλλογής), τα στοιχεία που δίνονται στο εισαγωγικό σημείωμα και οι πληροφορίες σχετικά με τη δημιουργία ή την έκδοση (ημερομηνία, τόπος) του κειμένου. Ιδίως εάν μας δίνονται στοιχεία στο εισαγωγικό σημείωμα σχετικά με τον συγγραφέα, είναι επωφελές να τα χρησιμοποιήσουμε.

Προσοχή: Να μην κάνουμε χρήση των όρων «συγκείμενο», «περικείμενο» στην απάντησή μας.

  • Είναι απαραίτητη η λογοτεχνικού – μη λογοτεχνικού κειμένου;

Η συνάφεια λογοτεχνικού – μη λογοτεχνικού κειμένου δεν προβλέπεται από το νέο ΦΕΚ.

  • Ποια στοιχεία θα αξιολογηθούν στην απάντησή μου;
  • Ο βαθμός κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου
  • Η τεκμηρίωση με κειμενικούς δείκτες
  • Ο βαθμός κατανόησης των συγκεκριμένων επιλογών (ως προς τους κειμενικούς δείκτες) που έκανε ο συγγραφέας (π.χ. γιατί χρησιμοποίησε ρητορικά ερωτήματα; )
  • Η συνοχή της τελικής απάντησης – ερμηνευτικού σχολίου
  • Η χρήση κατάλληλου λεξιλογίου και η επίπτωση τυχόν εκφραστικών λαθών στη διατύπωση της ερμηνείας.

 

 

 

 

 

Γιώργης Παυλόπουλος

 

«Τα Αντικλείδια»

 

Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.                                (αλληγορία)

Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν

τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί                       (αντίθεση)

κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι

και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.

Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς                        (εικονοποιία)

δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.                          (σύμβολο)

Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη

και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια

γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.

Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.                              (σύμβολο)

Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ

για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.

Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν

από τότε που υπάρχει ο κόσμος

είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια                            (σύμβολο)

για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.

 

Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.                           (σχήμα κύκλου)

 

Να σχολιάσετε εκείνο το θέμα από όσα θέτει το ποίημα του Γ. Παυλόπουλου «Αντικλείδια» που κρίνετε πιο σημαντικό. Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.

Το ποίημα πραγματεύεται την επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες προσπάθεια του ανθρώπου να γνωρίσει τη βαθύτερη ουσία της ποιητικής τέχνης και να κατανοήσει το μυστήριό της. Αυτή η προσπάθεια αποδίδεται με την αλληγορική αφήγηση (Ποίηση – πόρτα) και την εικόνα της  «ανοικτής πόρτας» της ποίησης, η οποία όμως κλείνει κάθε φορά που κάποιοι γοητεύονται («το μάτι τους αρπάζει κάτι»), κοιτάζοντας στο εσωτερικό της και προσπαθούν να μπουν. Αναζητούν, λοιπόν, σε όλη τους τη ζωή το «κλεδί», σύμβολο της αποκάλυψης της ουσίας της ποιητικής τέχνης, αλλά μάταια («Κανείς δεν ξέρει ποιος το ‘χει»). Η πόρτα είναι κλειστή, αρχίζουν λοιπόν να φτιάχνουν «αντικλείδια», αμέτρητα ποιήματα, για να μπορέσουν να δουν μέσα, να βρουν το μυστικό της. Κανείς όμως δεν καταφέρνει να το δει, παρά τις άοκνες προσπάθειες. Το ποίημα τελειώνει όπως άρχισε (σχήμα κύκλου) για να επαναληφθεί και να τονιστεί ότι «η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοικτή», που ενεργοποιεί και κινητοποιεί τη φαντασία των ανθρώπων, προκειμένου να ταξιδέψουν στον ονειρικό της κόσμο. (158 λέξεις)

 

 

Ρέα Βιτάλη

«Το παλτό μου, μαμά»

(απόσπασμα από μυθιστόρημα)

 

Πότε έγιναν όλα αυτά; Πότε ξέσπασε το κακό; Ούτε που το κατάλαβα. Ούτε που το καταλάβαμε. Υπόγεια, ύπουλα. Όπως σκάει η υγρασία μια μέρα σ’ έναν τοίχο και η ζημιά δεν αποκαθίσταται με την τσαπατσοδουλειά μπαλώματος. Δεν σήκωνε μπάλωμα η κοινωνία. Ήταν σαν τη μεταξωτή μου ρόμπα. Εγώ, χαμένος. Οι αμοιβές, όπως είπα, εκτοξεύτηκαν στα ουράνια. Άξιζα τόσο; «Για να με πληρώνουν θα αξίζω», έλεγε ο καθένας με σιωπηρή συνωμοτική αμηχανία μέσα του... Σε πρώτο βέβαια στάδιο. Γιατί στο επόμενο, το παιχνίδι έπαιζε αλλιώς... «Μήπως αξίζω και περισσότερα; Να δεις ότι μπορεί ν’ αξίζω πιο πολύ. Μπορεί μέχρι και να αδικώ τον εαυτό μου. Ναι, με αδικούν!». Αυτές ήταν οι διαβαθμίσεις. Αυτό το λαχάνιασμα προς τα πάνω δεν επέτρεπε σε κανέναν να χαρεί για ό,τι ξαφνικά και από το πουθενά αποκτούσε, αλλά έτρεχε για ν’ αποκτήσει το περισσότερο. Όλοι αξίζαμε περισσότερο. Όλοι απαιτούσαν με θράσος το περισσότερο. Συμπεριφορές άμετρες. Τα πούρα έδιναν κι έπαιρναν. Πούρα, που κάπνιζαν συνειδήσεις ανθρωπων. Αργά αργά, μεθοδικά. Φθήνιες, ξιπασιές. Μια μασκαράτα. Στις σελίδες των περιοδικών συναντούσες γυναίκες να φωτογραφίζονται με ανοικτές τις ντουλάπες τους για το φιλοθεάμον κοινό «τους». Να μετράνε δημοσίως τσάντες, «Λατρεύω τις τσάντες! Πόσες έχω; Πού να τις μετρήσω!». Πουλούσαν την ψυχή τους στον διάβολο για να φωτογραφηθούν τα σπίτια τους και εκείνοι κάπου ανάμεσα ως αντικείμενα των σπιτιών τους. Τόση εξωστρέφεια στην κοινωνία; Τόσο ξεμπρόστιασμα των πάντων. Πόσο είχε αλλάξει ξαφνικά η αρχιτεκτονική της καθημερινότητάς μας; Εμείς μεγαλώσαμε με το «Κλείσε τα παράθυρα θα μας ακούσει ο κόσμος» και ξαφνικά «κατοικούσαμε ομαδικών υπαιθρίως». Στους δρόμους του πλούτου...

Πόσα παπούτσια μπορεί να έχει ανάγκη κάποιος; Πόσα ρολόγια; Χάναμε μέρα με τη μέρα ως κοινωνία το αίσθημα της ντροπής. Έλιωναν κάθε λογής προσχήματα. Σε ποιον έδινε η ψυχή μας πια αναφορά; Δάνεια. Υπέρογκα δάνεια για όλα τα αγαά. Μέχρι «διακοποδάνεια» για εκδρομές. Εγκαινιάστηκε απευθείας αεροπορική γραμμή «Αθήνα – Σεϋχέλλες», καθ’ υπόδειξιν ενός τραγουδιού, μεγάλου σουξε της εποχής «Πάμε για τρέλλες, στις Σεϋχέλλες»(...)

Πάρτι, δεξιώσεις, τζακούζι, απαραιτήτως τζακούζι, σπα σε κάθε δρόμο, σε κάθε πόλη και χωριό, υπερπολυτελή ξενοδοχεία, μεγαλειώδη σπίτια, πολυτελή αυτοκίνητα, Καγιέν ως σύμβολο, πανάκριβα εστιατόρια, κρασιά... Κτήματα τάδε... Πόσα κτήματα! Και μια Μύκονος που δεν έμοιαζε σε τίποτα με το εναλλακτικό νησί της νιότης μας. Μια ξέφρενη χαρά συνεχής. Μια ξέφρενη ευημερία.

 

Ρ. Βιτάλη, Το παλτό μου, μαμά, Εκδόσεις Διόπτρα, 2019, σ. 136-141

 

 

Να σχολιάσεις εκείνο το θέμα, από όσα θέτει το κείμενο που θεωρείς πιο σημαντικό. Αν ζούσες σε εκείνη την εποχή, πιστεύεις πως θα μπορούσες να κρατήσεις μια διαφορετική προσωπική στάση ζωής από αυτή που περιγράφεται στο κείμενο;

Το κύριο θέμα που προκύπτει από την ανάγνωση του κειμένου είναι η διαμόρφωση μιας κοινωνίας στη δίνη του άκρατου καταναλωτισμού. Επικρατεί ένα κλίμα επίπλαστης ευημερίας, μια προκλητική χλιδή (Φθήνιες, ξιπασιές. Μια μασκαράτα) και η έλλειψη μέτρου στο κυνήγι των αγαθών και της επιτυχίας (Πόσα παπούτσια μπορεί να έχει ανάγκη κάποιος; Πόσα ρολόγια; Χάναμε μέρα με τη μέρα ως κοινωνία το αίσθημα της ντροπής.) Η αφήγηση γίνεται σε α΄ πληθυντικό, για να δηλωθεί η συνολική συνενοχή της κοινωνίας και τα πρόσωπα απουσιάζουν ή γίνονται «αντικείμενα». Αυτή την υποδούλωση στα υλικά αγαθά εκφράζει και η χαρακτηριστική παρομοίωση «πούρα που καπνίζουν συνειδήσεις», που παρουσιάζει τους ανθρώπους της εποχής εκείνης αλλοτριωμένους.

Έχοντας ως δεδομένο την ασφάλεια της απόστασης από εκείνη την εποχή, θα ήταν εύκολο να επικρίνει κάποιος αυτές τις συμπεριφορές. Δύσκολο θα ήταν, ωστόσο, να αντισταθεί στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Το κοινωνικό σώμα επηρεάζει τη στάση μας σε βαθμό που πολύ συχνά είναι αδύνατο να διακρίνουμε ή να παραδεχτούμε. Πιστεύω, λοιπόν, πως κι εγώ θα επηρεαζόμουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Φυσικά, θα μπορούσα να κρατήσω διαφορετική στάση, εάν ήδη είχα βιώσει ανάλογη εμπειρία ή αν στο μέλλον παρουσιαστεί ένα ανάλογο φαινόμενο καταναλωτικής μανίας και έλλειψης μέτρου. (193 λέξεις)

 

Κωνσταντίνος Καβάφης

«Όσο μπορείς»     

(δυσκολία – προσωπική ευθύνη)

 

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,

τούτο προσπάθησε τουλάχιστον                    προστακτική – β΄ ενικό: παραινετικός τόνος

όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις        (αποφατική διατύπωση: αποτροπή, προειδοποίηση)

μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,

μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

 

Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,                επανάληψη: έμφαση

γυρίζοντας συχνά κ’ εκθέτοντάς την             (τροπικές μετοχές: τρόποι εξευτελισμού)

στων σχέσεων και των συναναστροφών

την καθημερινήν ανοησία,

ώς που να γίνει σα μια ξένη φορτική.

Ποιο είναι το ερώτημα που κατά τη γνώμη σου θέτει το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη; Ποια είναι η απάντηση του ποιητικού υποκειμένου στο ερώτημα αυτό; Ποια είναι η δική σου απάντηση ως νέου που ζει την εποχή των κοινωνικών δικτύων και των διαδικτυακών σχέσεων;

Το βασικό ερώτημα του ποιήματος κατά τη γνώμη μου σχετίζεται με το ποια στάση πρέπει να τηρεί ο άνθρωπος, προκειμένου να διατηρήσει την αυτονομία της προσωπικότητας και την αξιοπρέπειά του στο πλαίσιο της κοινωνικής ζωής. Η προτροπή του ποιητικού υποκειμένου είναι να κάνουμε συνετή διαχείριση της κοινωνικότητας, με μέτρο και φειδώ, και με όσες δυνάμεις διαθέτουμε να προσπαθήσουμε (όσο μπορείς – προσπάθησε) να προστατεύσουμε την αξία της ζωής μας. Η αποφατική διατύπωση της προτροπής  (μην την εξευτελίζεις) και ο προσδιορισμός των κινδύνων (πηαίνοντας – γυρίζοντας – εκθέτοντας) δίνει μεγαλύτερο βάθος στον παραινετικό τόνο του ποιήματος. Σκοπός είναι να αποφευχθούν οι ανούσιες σχέσεις και η υποταγή στις κοινωνικές συμβάσεις (καθημερινή ανοησία), που θα οδηγήσουν στην αλλοτρίωση της προσωπικής ζωής (ξένη, φορτική).

Η ανάγκη αυτή γίνεται πιο επιτακτική στην εποχή των κοινωνικών δικτύων, τα οποία ευνοούν το «ξόδεμα» σε ανούσιες συναναστροφές και τις επιφανειακές σχέσεις (διαδικτυακοί «φίλοι»). Παράλληλα, η έκθεση της προσωπικής ζωής και ο συμβιβασμός με τα προβαλλόμενα «πρότυπα» ενδέχεται να μας οδηγήσει στη βίωση μιας ζωής ξένης προς τις πραγματικές μας προσδοκίες. Έτσι, καταλήγω στο συμπέρασμα πως η παραίνεση «όσο μπορείς μην την εξευτελίζεις» έχει ιδιαίτερη σημασία για έναν νέο της δικής μας εποχής.  (191 λέξεις)

 

Ιωάννα Καρυστιάνη

«Χίλιες ανάσες»

(απόσπασμα)

 

Το κορίτσι της ξεπαπουτσώθηκε, έβγαλε το καλσόν και θα πήγαινε για ύπνο. Στην εξώπορτα κοντοστάθηκε, γύρισε στη μάνα της. Φεύγω για Σάμο, εθελόντρια στο προσφυγικό, ανακοίνωσε και μετά, γλυκά και καθησυχαστικά, πρόσθεσε, μη φοβάσαι, μαμά μου, έμαθα πως εκεί ο ουρανός του δειλινού γυαλίζει σαν μαρμελάδα βερίκοκο. (...)

Θοδωρής και Αμαλία σε πλήρη ανακωχή, χαμογέλα και ανάσα ανακούφισης, γάντι ο συντονισμός και με την χορωδία στο κατάστρωμα. (...) Όλα κάπως εντάξει λοιπόν.

Ώσπου ξαφνικά το κεφάλι του κοριτσιού βούτηξε απότομα στο στήθος του άντρα, σαν βαρύ γκρέιπ φρουτ που σπάει το κοτσάνι του και σκάει όπου τύχει.

Η αγκαλιά του φωλιά, η παλάμη του κομπρέσα στο μέτωπο και αυτή δεν μπορούσε αν συγκρατθεί άλλο, για πρώτη φορά λυνόταν στα δάκρυα παρουσία τρίτου.

Κλαίγοντας γοερά έβγαλε από μέσα της όσα για ευνόητους λόγους δεν μπορούσε να μοιραστεί με τη λαβωμένη μάνα της ούτε φυσικά με τους άμαχους πληθυσμούς στο Κουκούτσι, Θοδωρή, ένα πεντάχρονο κοριτσάκι με λέει μαμά, ένας έφηβος δίχως ποδι ξημεροβραδιάζεται αμίλητος και νηστικός, για όσους πνίγονται δίχως ατομικά έγγραφα πάνω τους, δίχως συγγενείς να τους αναγνωρίσουν, ούτε ιατροδικαστής και διαδικασίες ταυτοποίησης, μένει ένας λάκος και για σημάδι ένας αριθμός, πιστός, άπιστος, άθεος, ό,τι και να ‘σαι, Θοδωρή, ορκίσου στα κόκκαλα του πατέρα μου, ορκίσου μου πως ποτέ δεν θα πεις στη μάνα μου.

Καθώς ο Θοδωρής Βογιατζής την άκουγε συγκινημένος, ένιωθε πως το καρδιοκτύπι του που την διαπερνούσε σαν ηλεκτρικό ρεύμα και τα δάχτυλά του που σφούγγιζαν στοργικά τα μάγουλά της της έδιναν το ελεύθερο να συνεχίσει, αφού έκανε την αρχή, να πει μια και έξω και όσα ζούσε ο υπερφυσικός Μάνος.

Είχε ξεγεννήσει ετοιμόγεννη μέσα στη λέμβο.

Είχε αναστήσει μισοπνιγμένη γιαγιά από το Χαλέπι, που έσφιγγε στα δόντια το μπρικάκι του σκοτωμένου στην πατρίδα γέρου της.

Πέρυσι τον Σεπτέμβριο είχε ανασύρει πνιγμένο κορίτσι που μέσα από τα ρούχα του ταξιδιού φορούσε το νυφικό της.

 

 

 

Να παρουσιάσετε τη συναισθηματική κατάσταση της ηρωίδας ύστερα από την εμπειρία της ως εθελόντριας στο προσφυγικό πρόβλημα στη Σάμο. Θα συμμετείχατε εσείς σε μια τέτοια εθελοντική προσπάθεια;

 

Η νεαρή ηρωίδα, βιώνοντας ως εθελόντρια το δρόμο των προσφύγων, οδηγείται σε συναισθηματική έκρηξη, σ’ ένα απρόσμενο ξέσπασμα στην αγκαλιά του Θοδωρή. Με λόγο αδιάκοπο και πηγαίο, που αποκαλύπτει τη συναισθηματική σας ένταση, εξομολογείται όλα αυτά που δεν μπορούσε να εξομολογηθεί στη μητέρα της («ορκίσου μου... στη μάνα μου»). Η εμπειρία της στη Σάμο αποδεικνύεται ιδιαίτερα επώδυνη, γεγονός που αναδεικνύεται από τον μακροπερίοδο λόγο με συχνές αλλαγές υποκειμένου, που εκδηλώνει τα αισθήματα άγχους και έντονης ροής του λόγου. Οι εικόνες δυστυχίας και ανθρώπινου πόνου («ένα κοριτσάκι με λέει μαμά», «ένας έφηβος δίχως πόδι») έχουν στοιχειώσει την ψυχή της («για όσους πνίγονται... ένας λάκος και σημάδι ένας αριθμός»). Έτσι, συγκλονισμένη από τις τραυματικές εμπειρίες και την τραγική μοίρα των προσφύγων  καταρρέει, κλαίγοντας με γοερούς λυγμούς («κλαίγοντας γοερά»).

Αν και θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους, δεν ξέρω εάν θα είχα τη δύναμη να ακολουθήσω ακριβώς το δρόμο τους, να βρεθώ στην πρώτη γραμμή του προβλήματος. Θα μπορούσα ίσως να βοηθήσω με βάση τις δυνατότητες και τις γνώσεις μου. Θα ενδιαφερόμουν, για παράδειγμα, να συμμετέχω σε δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης. Πρόκειται ίσως για ένα μικρό βήμα, που δεν έχουν ίδια ισχύ με την προσφορά των προσώπων του κειμένου. Έχει όμως τη σημασία της, διότι από τη μικρή προσφορά του καθενός μας αθροίζεται ένα σημαντικό έργο.   (214 λέξεις)

Τάκης Σινόπουλος

Ο καιόμενος 

Το Φαινομενο της αυτοπυρπόλησης αποτέλεσε στην εποχή μας την έσχατη μορφή προσωπικής διαμαρτυρίας των διαφόρων απελπισμένων ιδεολόγων. Το ποίημα ανήκει στη συλλογή Μεταίχμιο Β' (1957).

Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ' το πλήθος.Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν

στ' αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του

μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.

Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.

Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.

Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;

Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;

Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.

Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.

Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.

Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.

Γινόταν ήλιος.

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές

άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.

Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο.

Ερμηνευτικό ερώτημα

Πώς διαγράφεται μέσα από το ποίημα ο ρόλος του ποιητικού υποκειμένου; Ποια είναι η δική σας θέση για τη στάση που θα πρέπει να τηρήσει (150-200 λέξεις);

Στο ποίημα αναδεικνύεται η αντίθεση μεταξύ των λίγων, που επιλέγουν την αυτοθυσία ως δρόμο υπεράσπισης των ιδεών τους και των πολλών, που αρκούνται στην αμέτοχη παρατήρηση του ηρωισμού. Παρουσιάζεται ένα γεγονός απροσδόκητο, την αυτοπυρπόληση του «καιόμενου», στην οποία το ποιητικό υποκείμενο είναι μάρτυρας μέσα σε ένα πλήθος παρατηρητών (γυρίσαμε... μιλήσαμε). Η πράξη γεννά στο ποιητικό υποκείμενο συναισθήματα δισταγμού (διστάζω), συμπάθειας (να τον αγγίξω), περιέργειας (είμαι... να παραξενεύομαι) αλλά και φόβου (φοβάμαι). Παράλληλα, εκδηλώνονται οι σκέψεις του με τη μορφή ερωτημάτων, με κύριο αίσθημα τον θαυμασμό (ποιος είναι αυτός... περήφανος;). Άξιο προσοχής είναι ότι το ποιητικό υποκείμενο δεν εκφράζει την προσπάθεια να επέμβει έμπρακτα, αν και «μοιράζεται στα δύο», αντιλαμβάνεται δηλαδή την αξία της θυσίας αλλά παράλληλα κατανοεί τον φόβο των πολλών.

Η στάση του ποιητικού υποκειμένου με βρίσκει αντίθετο, καθώς θεωρώ πως χρέος ενός «ποιητή», γνήσιου καλλιτέχνη, είναι να παίρνει θέση ενεργή απέναντι στα γεγονότα. Με τη δύναμη της τέχνης του οφείλει να εξυψώσει τις πράξεις ηρωισμού και να συμβάλει στην καταπολέμηση του κλίματος απάθειας που χαρακτηρίζει, δυστυχώς, την εποχή μας. Χρειαζόμαστε ποιητές που, αν και «μοιράζονται στα δυο» τελικά καταφέρνουν να αναδειχτούν σε έμπρακτους υπερασπιστές των ανώτερων αξιών και των φορέων τους.

Ελένη Βακαλό

Πώς έγινε ένας κακός άνθρωπος

Θα σας πω πώς έγινεΈτσι είναι η σειρά

 

Ένας μικρός καλός άνθρωπος αντάμωσε στο

δρόμο του έναν χτυπημένο

Τόσο δα μακριά από κείνον ήτανε πεσμένος και λυπήθηκε

Τόσο πολύ λυπήθηκε

που ύστερα φοβήθηκε

 

Πριν κοντά του vα πλησιάσει για να σκύψει να

τον πιάσει, σκέφτηκε καλύτερα

Τι τα θες τι τα γυρεύεις

Κάποιος άλλος θα βρεθεί από τόσους εδώ γύρω,

να ψυχοπονέσει τον καημένο

Και καλύτερα να πούμε

Ούτε πως τον έχω δει

 

Και επειδή φοβήθηκε

Έτσι συλλογίστηκε

 

Τάχα δεν θα είναι φταίχτης, ποιον χτυπούν χωρίς να φταίξει;

Και καλά του κάνουνε αφού ήθελε vα παίξει με τους άρχοντες

Αρχισε λοιπόν και κείνος

Από πάνω να χτυπά

 

Αρχή του παραμυθιού καλημέρα σας

Ερμηνευτικό ερώτημα

Ποιες είναι οι μεταλλαγές του ήρωα στο παραπάνω ποίημα; Ποιες σκέψεις σας προκαλούν; (150-200 λέξεις)

Στο ποίημα μάς παρουσιάζεται η  διαδοχή των συμβάντων που οδήγησαν «ένας καλός μικρός άνθρωπος» να γίνει, όπως δηλώνει ο τίτλος «κακός». Αρχικά, ο ήρωας συναπαντά έναν χτυπημένο και «λυπήθηκε τόσο πολύ/ που ύστερα φοβήθηκε».  Συγκρατείται, λοιπόν, και αντιπαρέρχεται την αρχική του πρόθεση να πλησιάσει τον πάσχοντα με τη σκέψη πως «κάποιος άλλος θα βρεθεί... να ψυχοπονέσει τον καημένο». Προφανώς, η αρχική του συμπάθεια έχει αμβλυνθεί. Τονίζεται μάλιστα η όξυνση του φόβου (καλύτερα να πούνε/ούτε πως τον έχω δει).  Ο φόβος τελικά θα τον οδηγεί στην ύψιστη μεταστροφή της αρχικής του ευαισθησίας: Θεωρώντας πια πως είναι ένοχος για κάτι, γιατί «ποιον χτυπούν χωρίς να φταίξει;», μπαίνει και ο ίδιος στο ρόλο του θύτη, διαιωνίζοντας έτσι την αδικία και τη βία.

Η διαδοχή των αλλαγών μοιάζει επικίνδυνα πιθανή. Είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι συχνά, λόγω του ακατάσχετου φόβου να αναλάβουμε την ευθύνη μας, στεκόμαστε αμέτοχοι απέναντι στην αδικία. Στο τέλος συνηθίζουμε ή να την εκτρέφουμε με τη απάθειά μας ή να την δικαιολογούμε ως τάχα επιβεβλημένη. Πρόκειται για το  «δίκαιο του δυνατού», που γοητεύει τόσο τους πραγματικά αδύναμους. (176 λέξεις)

Ανακοίνωση για Α1 και Α4

Παρακαλώ πολύ όποιος από το Α1 και το Α4 δεν έχει κάνει την 1η έκθεση, να την κάνει άμεσα όπως και την εργασία -κολάζ με το χαρτόνι.

Ευχαριστώ !

ΕΚΘΕΣΗ για α τετράμηνο

«Όποιος δεν συναντήσει τον έρωτα, δεν έχει ζήσει τη ζωή του»: Χρησιμοποιώντας την παραπάνω φράση του ως τίτλο, να γράψεις στο προσωπικό σου ιστολόγιο ένα άρθρο 350-400 λέξεων σχετικά με τα οφέλη που αποκομίζει ο άνθρωπος από τον έρωτα στη διάρκεια του βίου του.

Θέμα : Αγάπη , έρωτας ///σχεδιαγραμμα 2

https://blogs.e-me.edu.gr/hive-notationes/2024/10/20/%ce%b8%ce%ad%ce%bc%ce%b1-%ce%b1%ce%b3%ce%ac%cf%80%ce%b7-%ce%ad%cf%81%cf%89%cf%84%ce%b1%cf%82-%cf%83%cf%87%ce%b5%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%bc%ce%b1-2/

Σχεδιάγραμμα: Έρωτας – Φιλία – Αγάπη

https://blogs.e-me.edu.gr/hive-notationes/2024/10/20/%cf%83%cf%87%ce%b5%ce%b4%ce%b9%ce%ac%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%bc%ce%b1-%ce%ad%cf%81%cf%89%cf%84%ce%b1%cf%82-%cf%86%ce%b9%ce%bb%ce%af%ce%b1-%ce%b1%ce%b3%ce%ac%cf%80%ce%b7/

ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΠΟΥ ΕΞΥΜΝΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΈΡΩΤΑ

https://blogs.e-me.edu.gr/hive-notationes/2022/11/17/%cf%80%ce%b9%ce%bd%ce%b1%ce%ba%ce%b5%cf%83-%ce%b6%cf%89%ce%b3%cf%81%ce%b1%cf%86%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%cf%80%ce%bf%cf%85-%ce%b5%ce%be%cf%85%ce%bc%ce%bd%ce%bf%cf%85%ce%bd-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%ce%b1/

ENOTHTA 6η ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΈΡΩΤΑΣ ////ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ

https://blogs.e-me.edu.gr/hive-notationes/2022/11/17/enothta-6%ce%b7-%ce%b1%ce%b3%ce%b1%cf%80%ce%b7-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%ad%cf%81%cf%89%cf%84%ce%b1%cf%83-%ce%ba%ce%b5%ce%b9%ce%bc%ce%b5%ce%bd%ce%b1-%ce%b1%cf%80%ce%bf-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%cf%84%cf%81/

H εικόνα είναι παρμένη από το pixabay.

Θέμα : Αγάπη , έρωτας ///σχεδιαγραμμα 2

https://e-didaskalia.blogspot.com/2015/03/blog-post_19.html

 

 Ορισμός : είναι ένα έμφυτο συναίσθημα, μια δύναμη που ενώνει ανθρώπους με ανθρώπους ή ανθρώπους με αντικείμενα και ιδέες, μ’ ένα δεσμό γεμάτο πάθος, τρυφερότητα. Δημιουργεί το αίσθημα της πληρότητας, της ικανοποίησης, της ψυχικής ευφορίας, της ασφάλειας και αποτελεί τη βασικότερη αρχή για την ομαλή προσωπική και κοινωνική ζωή.

  Μορφές : οι μορφές της είναι πολλές και συνδέονται με κάθε τομέα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ειδικότερα, σε σχέση με τα πρόσωπα έχει τις μορφές :

  1. μητρική.
  2. οικογενειακή.

         III.      κοινωνική.

  1. ερωτική.
  2. φιλική.

     Στις υπόλοιπες σχέσεις του ανθρώπου με τη ζωή, παρατηρούνται οι εξής αγάπες :

  1. η αγάπη για την κατάκτηση της γνώσης.
  2. των ιδεών.

         III.      των αντικειμένων.

  1. της φύσης.
  2. του πολιτισμού.

  Χαρακτηριστικά :

  1. η αγάπη είναι αρετή και χρειάζεται αγώνας για να διατηρηθεί.
  2. είναι διδακτή, σύμφωνα με το Σωκράτη.

         III.      είναι η βασικότερη πηγή έκφρασης.

  1. πολλές φορές, όταν δεν υπάρχει ελευθερία και το κατάλληλο ήθος, γίνεται πάθος καταλυτικό που μπορεί να οδηγήσει στη βία και την αυτοκαταστροφή.
  2. μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε μίσος, όταν ο άνθρωπος γίνεται έρμαιο των παρορμήσεών του.
  3. είναι ενστικτώδης, γιατί «αγαπάμε ό,τι μας φαίνεται ωραίο χωρίς κανείς να μας πει τι είναι αυτό».

      VII.      δεν διαρκεί για πάντα, ιδιαίτερα επί προσώπων και δεν έχει την ίδια πάντα ένταση, εκτός από μερικές περιπτώσεις, που ο άνθρωπος είναι ολοκληρωμένος και συντηρεί με προσοχή αυτό το αίσθημα που του δίνει δύναμη.

    VIII.      συχνά τα αντικείμενα της αγάπης μετατοπίζονται, όταν μετατοπίζονται και οι στόχοι του ανθρώπου.

  1. η πιο τέλεια μορφή αγάπης είναι η μητρική ·είναι η πιο δυνατή ένωση, που διατηρείται ακόμη και μετά το θάνατο της μιας από τις δυο υπάρξεις.

  Η ιδανική αγάπη : η τέλεια, η ιδανική αγάπη είναι δυσκολοκατάκτητη και ο άνθρωπος που αγαπά ολοκληρωτικά προσφέρει και την ίδια του την ύπαρξη. Ο Απόστολος Παύλος καθορίζει την τέλεια αγάπη στην «προς Κορινθίους» επιστολή του, λέγοντας ότι η τέλεια αγάπη :

  1. συγχωρεί.
  2. δεν ζηλεύει.

     III.      δεν είναι αλαζονική και δεν υπερηφανεύεται.

  1. καλλιεργεί τα χρηστά ήθη.
  2. δεν οδηγεί σε άσχημες πράξεις.
  3. δεν περιμένει ανταπόδοση.

  VII.      δε θυμώνει.

VIII.      δε σκέφτεται το κακό.

  1. δε χαίρεται με την αδικία.
  2. ανέχεται τα πάντα.
  3. υπομένει και ελπίζει.

  Διαστρέβλωση του νοήματος της αγάπης : επειδή η τέλεια αγάπη είναι κάπως απρόσιτη, τα πάθη και τα εξωτερικά ερεθίσματα εμποδίζουν την κατάκτησή της και στρέφουν τον άνθρωπο σε υποκατάστατα. Έτσι εύκολα παίρνει άλλες μορφές, όπως :

  1. ζήλια για το άλλο πρόσωπο.
  2. κατοχή, που είναι στέρηση της ελευθερία του άλλου προσώπου.

         III.      ένωση που στηρίζεται σε συμφεροντολογικούς λόγους.

  1. εξάρτηση, που σημαίνει απώλεια της προσωπικής ελευθερίας, σκλαβιά που στηρίζεται στο φόβο και την ανασφάλεια.
  2. υπερπροστατευτικότητα, για επίδειξη υπεροχής και ψυχολογική δέσμευση του άλλου προσώπου.
  3. στοργή που ζητά ανταπόκριση.

      VII.      καλοσύνη που στηρίζεται στον οίκτο και την αλαζονεία.

   VIII.      ένδειξη αγάπης με σκοπό την εκμετάλλευση.

        Όπως φαίνεται, η αγάπη είναι πολύ δύσκολη, γιατί τα ανθρώπινα πάθη υπάρχουν πάντα και

     δυστυχώς κυριαρχούν στη ζωή μας.

  Η ερωτική αγάπη (έρωτας) : τα χαρακτηριστικά στοιχεία της ερωτικής αγάπης :

  1. η έντονη επιθυμία για το άλλο πρόσωπο, η ανεξέλεγκτη έλξη, που εμπνέουν τον πόθο για σωματική επαφή μαζί του.
  2. η εξάρτηση  από το άλλο πρόσωπο.

     III.      αδρανοποίηση της λογικής. Και το πιο συνετό άτομο μπορεί να χάσει τον έλεγχο, τη νηφάλια σκέψη του και να οδηγηθεί σε πράξεις ακραίες.

  1. είναι αίσθημα βαθιά εγωιστικό.
  2. ο έρωτας ζητά ανταπόκριση : δεν αρκεί σε κάποιον να αγαπάει, όπως συμβαίνει σε άλλες μορφές αγάπης (π.χ. μητρική), αλλά πρέπει να αισθάνεται ότι ανταποκρίνονται στο αίσθημά του.

  Η προσφορά της αγάπης στην ανθρώπινη ζωή :

  1. βοηθά τον άνθρωπο να ξεπεράσει τους φόβους του.
  2. απελευθερώνει από τη μοναξιά και την ανασφάλεια.

     III.      απαλύνει τον πόνο και την οδύνη ενός πάσχοντα ανθρώπου.

  1. εξανθρωπίζει τον άνθρωπο, τον λυτρώνει από τα πάθη του και τον εξυψώνει.
  2. στεριώνει τη δικαιοσύνη και την αλήθεια.
  3. δίνει νόημα στην ύπαρξη του ανθρώπου, γιατί μένει ακόμη και αν όλα τα υλικά αγαθά έχουν χαθεί.

  VII.      απελευθερώνει την κοινωνία από τα μίση, τις διχόνοιες, τους ανταγωνισμούς.

VIII.      ο άλλος άνθρωπος δεν θεωρείται απλά «άλλος», αλλά σύντροφος, αδελφός.

  Υπάρχει στην εποχή μας αγάπη ; παντού ακούγεται πως δεν υπάρχει πια αγάπη. Στην πραγματικότητα υπάρχει, μόνο που ο σημερινός άνθρωπος δεν ξέρει πώς να τη βρει και με ποιον τρόπο. Δεν μπορεί να αφεθεί σ’ αυτήν γιατί φοβάται, δεν την ξέρει. Αιτία και πάλι είναι:

  1. ο υλιστικός χαρακτήρας της εποχής μας.
  2. η άρνηση των αξιών.

         III.      ο καταναλωτισμός.

  1. ο έντονος ρυθμός της ζωής για την επιβίωση.
  2. η αδιαφορία για τους άλλους.
  3. η απληστία και η φιλοχρηματία.

      VII.      η ειρηνική συμβίωση είναι ένα απατηλό όνειρο, αφού στην κοινωνία παρατηρούνται συγκρούσεις, βία,  εγκληματικότητα, απάτη.

   VIII.      η καχυποψία, ο φόβος και η ανασφάλεια δεν αφήνουν περιθώρια στην επικράτηση της αγάπης.

   Οι τομείς της ανθρώπινης ζωής που η αγάπη περνάει κρίση :

  1. στις ερωτικές σχέσεις. Η σχέση ανάμεσα στα δύο φύλα δεν είναι αρμονική και δεν στηρίζεται στα αμοιβαία συναισθήματα. Ο έρωτας έγινε απλά βιολογική ανάγκη που ξεφορτίζει από το άγχος και την κούραση+. Οι περισσότερες ενώσεις μέσα από το γάμο γίνονται συμβατικά και , επειδή λείπει η αγάπη, δημιουργείται το αίσθημα του ανικανοποίητου, που οδηγεί τα άτομα σε άλλες αναζητήσεις.
  2. στην οικογένεια η αγάπη ανάμεσα στα μέλη δεν είναι τόσο δυνατή όσο παλαιότερα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οικογενειακά δράματα με πρωταγωνιστές τα ίδια τα μέλη της οικογένειας.

     III.      στη φιλία επικρατεί ο συμφεροντολογισμός, η ζήλια, ο φθόνος.

  1. στην εργασία λείπει η συντροφικότητα, καθώς υπερισχύει ο ανταγωνισμός μεταξύ των συναδέλφων.
  2. στις διάφορες γνωριμίες δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, αληθινό ενδιαφέρον για τον άλλο, αλλά τυπικότητα και αδιαφορία.
  3. ο σύγχρονος άνθρωπος έχει φτάσει στο σημείο να μην αγαπά , να μην ξέρει να αγαπά ούτε τον ίδιο του τον εαυτό.

  Συνέπειες από την έλλειψη αγάπης : μη βρίσκοντας ο άνθρωπος διέξοδο από τη μοναξιά και την αγωνία, που τον κυριεύει από την έλλειψη αγάπης, οδηγείται :

  1. στα ναρκωτικά κάθε λογής, για να φύγει από την πραγματικότητα που τον πληγώνει και που είναι ανυπόφορη, γιατί δεν μπορεί ούτε τους άλλους να πλησιάσει, ούτε όμως και τον εαυτό του.
  2. σε απώλεια της ταυτότητάς του, εξαφάνιση από το σύνολο.

 III.      σε προσπάθεια να απολαύσει κάθε είδους εμπειρία που θα τον βγάλει, έστω και για λίγο από τη μοναξιά του.

  1. σε απώλεια της προσωπικής βούλησης και της ελευθερίας.

     Κύριος αίτιος που υποφέρει ο σύγχρονος άνθρωπος από την έλλειψη της αγάπης είναι ο ίδιος. Ο εγωισμός του και τα πάθη του τον έχουν αποκλείσει από την ικανοποίηση που προέρχεται από την αγάπη, να προσφέρει τον εαυτό του στους άλλους.

«Αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν» το κέντρο της χριστιανικής διδασκαλίας.

« Αγάπα τον άνθρωπο, γιατί είσαι εσύ» Ν. Καζαντζάκης.

Σχεδιάγραμμα: Έρωτας – Φιλία – Αγάπη

https://blogs.sch.gr/skourti/2022/04/15/schediagramma-erotas-filia-agapi/

https://latistor.blogspot.com/2015/10/blog-post_27.html

Έκθεση Α΄ Λυκείου: Έρωτας – Φιλία – Αγάπη

Έρωτας: έντονο συναίσθημα έλξης και επιθυμίας μεταξύ δύο προσώπων, που χαρακτηρίζεται και από πόθο για σεξουαλική επαφή.

Φιλία: η σχέση μεταξύ φίλων, ο δεσμός αμοιβαίας αγάπης, αφοσίωσης και κατανόησης -χωρίς ερωτικό πόθο- που ενώνει δύο ή περισσότερα μη συγγενικά πρόσωπα.

Αγάπη: συναίσθημα που χαρακτηρίζεται από φιλική διάθεση και αγαθές προθέσεις, ανιδιοτελές και έντονο ενδιαφέρον.

Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του έρωτα

– Ο έρωτας χαρακτηρίζεται από διαρκή και έντονη επιθυμία για το άλλο άτομο.

– Ο έρωτας συνιστά πηγή έντονης ευτυχίας, μα και έντονης θλίψης.

– Ο έρωτας χαρακτηρίζεται από την κτητική διάθεση που προκαλεί στο άτομο.

– Ο έρωτας επιτρέπει στο άτομο να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του.

Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αγάπης

– Η αγάπη διακρίνεται για την αγαθή της πρόθεση και την ανιδιοτέλειά της.

– Η αγάπη δεν είναι κτητική.

– Αγάπη σημαίνει απόλυτη αποδοχή.

– Αγάπη σημαίνει ανοχή.

– Η αγάπη συγχωρά.

Η σημασία της αγάπης στη ζωή των ανθρώπων

– Η αγάπη καλύπτει βασικές συναισθηματικές ανάγκες του ατόμου. Το άτομο που νιώθει πως το αγαπούν ειλικρινά αποκτά την αυτοπεποίθηση εκείνη που απαιτείται για να διεκδικήσει την εκπλήρωση των επιδιώξεών του. Αντιμετωπίζει με μεγαλύτερο σθένος τις αντιξοότητες της ζωής κι είναι έτοιμο και το ίδιο να προσφέρει πραγματική και ανιδιοτελή αγάπη στους γύρω του.

Η αγάπη, άρα, αποτελεί την ιδανική απάντηση στις ανασφάλειες των ανθρώπων -ιδίως των εφήβων- που συχνά λειτουργούν ανασταλτικά στην ομαλή εξέλιξη και διαμόρφωσης της προσωπικότητάς τους.

– Η αγάπη καθιστά εφικτή την άρτια ηθικοποίηση του ατόμου. Μέσω της αγάπης που προσλαμβάνει το άτομο έχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί τον πολλαπλά θετικό αντίκτυπο αυτού του συναισθήματος και συνειδητοποιεί έτσι πως οι αντιπαραθέσεις, οι εγωισμοί και οι εντάσεις δεν αποτελούν γόνιμη στάση ζωής. Μαθαίνει, επομένως, να εκτιμά τα θετικά συναισθήματα και επιδιώκει πλέον συνειδητά την ηθικότητα στις πράξεις και στη συμπεριφορά του.

Με την αδιαπραγμάτευτη και συνεχή αγάπη που λαμβάνει, λοιπόν, το άτομο στο πλαίσιο της οικογένειάς του εξευγενίζεται και αποκτά έναν σταθερό ηθικό προσανατολισμό.

– Η αγάπη επιτρέπει τη δημιουργία σταθερών και ειλικρινών σχέσεων. Χάρη στην αγάπη το άτομο αποβάλλει τον εγωισμό και την καχυποψία, μαθαίνει να εμπιστεύεται τους άλλους και να τους αφιερώνει ανιδιοτελώς το χρόνο και το ενδιαφέρον του.

Το άτομο γίνεται πιο δεκτικό απέναντι στους άλλους, αλλά και πιο δοτικό στις σχέσεις του μαζί τους. Επιτρέπει στον εαυτό του να νιώσει ακέραια τα συναισθήματά του, χωρίς να περιορίζεται από το φόβο μήπως προδοθεί και πληγωθεί. Κατορθώνει, έτσι, να δημιουργήσει ουσιαστικές σχέσεις που βασίζονται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, στο μοίρασμα των εσώτερων σκέψεων και ανησυχιών του, μα και στην ειλικρινή στοργή για τους άλλους ανθρώπους.

Η έλλειψη αγάπης στις σημερινές σχέσεις

Παρά το γεγονός ότι η αγάπη, η ανιδιοτελής και ειλικρινή αγάπη, συνιστά μια αναγκαιότητα για την ορθή διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου, καθώς και για τη συναισθηματική του ισορροπία, στις μέρες μας παρατηρείται μια ολοένα και εντονότερη έλλειψη γνήσιας αγάπης στις ανθρώπινες σχέσεις. Ειδικότερα:

– Το χρήμα έχει αποκτήσει πρωταρχική σημασία στη ζωή των ατόμων. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για την οικονομική τους κατάσταση, παρά για την ύπαρξη υγιών και γνήσιων σχέσεων στη ζωή τους. Έτσι, τείνουν να αντιμετωπίζουν τους άλλους είτε ως μέσο για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους είτε ως εμπόδιο για την πραγματοποίηση των στόχων τους. Το συμφέρον τρέπεται σε βασικό ρυθμιστή των ανθρώπινων σχέσεων, παραγκωνίζοντας το ειλικρινές ενδιαφέρον και την αγάπη.

– Λανθασμένη ιεράρχηση αξιών στη σύγχρονη ζωή. Υπό την πίεση του καταναλωτισμού και του υλιστικού προτύπου ζωής, οι άνθρωποι έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για τη δημιουργία αληθινών φιλικών σχέσεων και κυνηγούν διαρκώς την οικονομική επιτυχία προκειμένου να ενισχύσουν τον υλικό τους πλούτο. Νοιάζονται περισσότερο να δείχνουν στον περίγυρό τους πως έχουν κατακτήσει κάποια αξιόλογη οικονομική επιφάνεια, παρά για το αν υπάρχουν στη ζωή τους άνθρωποι που να τους αγαπούν γι’ αυτό που είναι και όχι γι’ αυτά που έχουν.

– Οι άλλοι άνθρωποι αντιμετωπίζονται ως ανταγωνιστές και όχι ως πιθανοί φίλοι. Με τις πολλαπλές στρεβλώσεις που έχουν προκύψει στη σύγχρονη κοινωνία σε σχέση με το τι συνιστά ευτυχία και ποιοτική ζωή, οι άνθρωποι έχουν στραφεί στο κυνήγι του χρήματος και των εντυπώσεων, αδιαφορώντας για τα οφέλη και την πληρότητα που προσφέρουν οι πραγματικές φιλίες. Τείνουν να αντιμετωπίζουν όλους τους άλλους ανταγωνιστικά και ενδιαφέρονται κυρίως για το πώς θα δείξουν την ανωτερότητά τους. Έτσι, στο πρόσωπο ενός ανθρώπου, που θα μπορούσαν να βρουν έναν καλό και αφοσιωμένο φίλο, εκείνοι βλέπουν εξαρχής έναν ανταγωνιστή, τον οποίο οφείλουν να «εκμηδενίσουν».

– Η κυριαρχία της ανασφάλειας και το δόγμα «πλήγωσέ τους πριν σε πληγώσουν εκείνοι». Οι άνθρωποι πλέον μοιάζουν να έχουν χάσει το αίσθημα της αυτοπεποίθησης που επιτρέπει τη χωρίς φόβο έκφραση των συναισθημάτων τους. Θεωρούν πως το να εκδηλώσουν την τρυφερότητα ή το ενδιαφέρον που αισθάνονται θα εκληφθεί ως αδυναμία και θα τους εκθέσει απέναντι στους άλλους. Ενώ, θεωρούν τόσο δεδομένο το γεγονός ότι ο άλλος θα τους προδώσει και θα τους πληγώσει, ώστε σπεύδουν οι ίδιοι να φερθούν κατά τρόπο ανέντιμο, για να μη βρεθούν στη θέση του προδομένου.

Κυριαρχεί, άρα, στη σύγχρονη εποχή ένα σημαντικό έλλειμμα εμπιστοσύνης απέναντι στους άλλους ανθρώπους, το οποίο οδηγεί εκ των πραγμάτων στη δημιουργία επισφαλών και επιφανειακών σχέσεων.

Η σημασία της φιλίας και η επιλογή φίλων

Οι σχέσεις φιλίας είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την κοινωνικοποίηση των ατόμων και ιδίως στα χρόνια της εφηβείας διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των νέων. Συχνά, άλλωστε, οι φίλοι αποκτούν για τον έφηβο μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι οι γονείς και μπορούν να του ασκήσουν σαφώς μεγαλύτερη επιρροή.

– Οι φίλοι βρίσκονται στην ίδια ηλικία με τον έφηβο κι έχουν παρόμοιες ανησυχίες, στόχους και προβλήματα, γεγονός που επιτρέπει ευκολότερα τη μεταξύ τους ταύτιση και επικοινωνία. Έτσι, σε αντίθεση με τους γονείς, οι οποίοι λόγω ηλικίας αδυνατούν να βιώσουν τα πράγματα όπως ο έφηβος, οι φίλοι μπορούν να αντιληφθούν απόλυτα τα συναισθήματά του, αφού βιώνουν κι οι ίδιοι παρόμοιες καταστάσεις.

– Ο έφηβος έχει τη δυνατότητα να εκμυστηρεύεται στους φίλους του τους προβληματισμούς του, τις επιδιώξεις και τα όνειρά του. Μοιράζεται μαζί τους τα συναισθήματά του και όσα τον ανησυχούν, ακούγοντας παράλληλα τις δικές τους ανησυχίες, κάτι που επιτρέπει τη σύναψη στενών σχέσεων μεταξύ τους.

– Μαζί με τους φίλους ο έφηβος έχει την ευκαιρία να πραγματοποιήσει τις πρώτες εξόδους του χωρίς την εποπτεία των γονιών και να αποκτήσει έτσι τις πρώτες αυτόνομες εμπειρίες του. Οι φίλοι προσφέρουν, στο πλαίσιο των κοινών δραστηριοτήτων, στιγμές γνήσιας διασκέδασης, με απολύτως ελεύθερη μεταξύ τους επικοινωνία, χωρίς το φόβο επικρίσεων που συνοδεύει την επικοινωνία με τους ενήλικες.

– Οι έφηβοι δημιουργούν συνήθως τις φιλικές τους σχέσεις στο χώρο του σχολείου, του φροντιστηρίου ή των αθλητικών δραστηριοτήτων. Μιας κι οι έφηβοι δεν έχουν τη δυνατότητα να μετακινούνται σε μακρινές περιοχές, επιλέγουν τους φίλους τους στους χώρους όπου περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας τους.

Τα κριτήρια επιλογής, αν και ποικίλουν ανάλογα με το άτομο, έχουν να κάνουν συχνά με την ύπαρξη κοινών ενδιαφερόντων (μουσική, ταινίες, παιχνίδια κ.ά.) ή και κοινών εμπειριών. Οι έφηβοι, πάντως, δίνουν ιδιαίτερη σημασία στο αν μπορούν να έχουν εμπιστοσύνη στους φίλους τους και στο αν εκείνοι σέβονται όσα τους έχουν εκμυστηρευτεί. Αν, μάλιστα, κατορθώσουν να βρουν εκείνα τα άτομα που αξίζουν πράγματι την εμπιστοσύνη τους, διαμορφώνουν δυνατές φιλίες που, κατά περιπτώσεις, διαρκούν πάρα πολλά χρόνια.

– Η φιλία για να θεωρηθεί αληθινή και να έχει ουσιαστική διάρκεια, είναι απαλλαγμένη από κάθε έννοια συμφέροντος και βασίζεται στο ειλικρινές ενδιαφέρον του ενός προσώπου για το άλλο. Διακρίνεται για τον υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης και αποδοχής∙ ο αληθινός φίλος σέβεται απόλυτα τις επιλογές του άλλου προσώπου, και ακόμη κι αν διαφωνεί με ορισμένες από αυτές δεν τον οδηγεί αυτό στο να απομακρυνθεί, διότι διακατέχεται από αγνά συναισθήματα αγάπης που του επιτρέπουν να αποδεχτεί τις διαθέσεις, τις επιλογές, τις επιδιώξεις και τα θέλω του φίλου του ως έχουν.

Ο αληθινός φίλος δεν αποσκοπεί στο να αποκομίσει κάτι από το άλλο πρόσωπο, βρίσκεται πλάι του από εκτίμηση και αγάπη για την προσωπικότητά του. Η συνύπαρξή τους δεν περιορίζεται μόνο στις στιγμές της διασκέδασης και στα ευχάριστα γεγονότα∙ ο καλός και αληθινός φίλος βρίσκεται εκεί διαρκώς είτε για να μοιραστεί τη χαρά του άλλου, με αγνή χαρά, είτε για να μοιραστεί τις δυσκολίες του, με αγνό ενδιαφέρον.

Ο αληθινός φίλος είναι σταθερός συμπαραστάτης σε κάθε δυσκολία και σε κάθε θλίψη∙ νοιάζεται πραγματικά κι έχει στη σκέψη του μόνο το καλό του φίλου του. Έτσι, ό,τι καθιστά μια φιλία αληθινή είναι η ακλόνητη εμπιστοσύνη, το ειλικρινές μοίρασμα συναισθημάτων και εμπειριών, και φυσικά η αδιαπραγμάτευτη αίσθηση αποδοχής. Ο αληθινός φίλος αποδέχεται, εκτιμά κι αγαπά τον φίλο του γι’ αυτό ακριβώς που είναι.

******

Emerico Imre Toth

Έκθεση Α΄ Λυκείου: Έρωτας – Φιλία – Αγάπη

Έρωτας: έντονο συναίσθημα έλξης και επιθυμίας μεταξύ δύο προσώπων, που χαρακτηρίζεται και από πόθο για σεξουαλική επαφή.

Φιλία: η σχέση μεταξύ φίλων, ο δεσμός αμοιβαίας αγάπης, αφοσίωσης και κατανόησης -χωρίς ερωτικό πόθο- που ενώνει δύο ή περισσότερα μη συγγενικά πρόσωπα.

Αγάπη: συναίσθημα που χαρακτηρίζεται από φιλική διάθεση και αγαθές προθέσεις, ανιδιοτελές και έντονο ενδιαφέρον.

Παρά το γεγονός ότι στην καθημερινή μας επικοινωνία συχνά χρησιμοποιούμε τον όρο αγάπη για να δηλώσουμε το ερωτικό συναίσθημα, στην πραγματικότητα υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στις δύο αυτές έννοιες. Η σύγχυσή τους, άλλωστε, δεν περιορίζεται μόνο στο λεκτικό επίπεδο, ιδίως σε ό,τι αφορά τους εφήβους, οι οποίοι συχνά αδυνατούν να προσδιορίσουν επακριβώς τα συναισθήματά τους απέναντι σ’ ένα άλλο άτομο.

«Ο έρωτας με την παλάμη του σου κρύβει όλο τον κόσμο.» Γιάννης Ρίτσος

Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του έρωτα

Ο έρωτας είναι ένα πολύ δυνατό συναίσθημα, που εύλογα χαρακτηρίζεται συχνά ως πάθος, εφόσον επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου, τη συμπεριφορά, αλλά και τη στάση του απέναντι στον κόσμο. Ειδικότερα:

Ο έρωτας χαρακτηρίζεται από διαρκή και έντονη επιθυμία για το άλλο άτομο. Για τον ερωτευμένο η συνεχής επαφή με το άλλο πρόσωπο αποτελεί μια ισχυρή εσωτερική ανάγκη. Η επαφή αυτή λαμβάνει τη μορφή της καθημερινής επικοινωνίας, του συναισθηματικού μοιράσματος, της ερωτικής έλξης -το σεξουαλικό ένστικτο αφυπνίζεται στα χρόνια της εφηβείας-, αλλά και των διαρκών σκέψεων για το άλλο άτομο τις ώρες που δεν βρίσκονται μαζί. Πρόκειται επί της ουσίας για μια συνεχή αλληλεπίδραση που επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την ψυχολογία, αλλά και την προσωπικότητα των ερωτευμένων.

Ο έρωτας συνιστά πηγή έντονης ευτυχίας, μα και έντονης θλίψης. Το ερωτικό συναίσθημα -ιδίως στην αρχή του- προσφέρει στιγμές βαθιάς ευδαιμονίας στο άτομο, εφόσον αισθάνεται πως έχει βρει ένα ιδανικό ταίρι για τον εαυτό του. Η εξιδανίκευση του άλλου προσώπου, που χαρακτηρίζει το αρχικό διάστημα του έρωτα, δημιουργεί στον ερωτευμένο την εντύπωση πως το άτομο που αγαπά είναι τέλειο από κάθε άποψη, και αφήνεται έτσι στο να αισθανθεί τα συναισθήματά του σε όλη τους την πληρότητα χωρίς επιφυλάξεις.

Η αρχή του ερωτικού συναισθήματος βρίσκει το άτομο σε κατάσταση ενθουσιασμού και ευδιαθεσίας, με τη διάθεση να απολαύσει κάθε στιγμή της ζωής του, έστω κι αν δεν έχει διασφαλίσει ακόμη τη βεβαιότητα πως τα συναισθήματά του έχουν ανταπόκριση. Στη συνέχεια, ωστόσο, αν δεν υπάρξει η αναγκαία ανταπόκριση, το ερωτικό συναίσθημα μη βρίσκοντας την πλήρωσή του τρέπεται σε πηγή θλίψης και πόνου, λόγω της ματαίωσής του.

Ωστόσο, ο έρωτας ακόμη και στην αμοιβαιότητά του προκαλεί συχνές μεταπτώσεις στη διάθεση του ατόμου, εφόσον συναισθήματα όπως η ανασφάλεια, η ζήλεια κι η ανησυχία για την ειλικρίνεια του άλλου, δημιουργούν ένα κλίμα συναισθηματικής έντασης.

Ο έρωτας χαρακτηρίζεται από την κτητική διάθεση που προκαλεί στο άτομο. Ένα από τα κυρίαρχα συναισθήματα του έρωτα είναι η κτητικότητα, η αίσθηση πως το άλλο πρόσωπο ανήκει κατά τρόπο αποκλειστικό στον ερωτευμένο. Πρόκειται για μια ακόμη έκφανση της αδυναμίας του ατόμου να ελέγξει πλήρως τα συναισθήματά του, αλλά και της αίσθησης που έχει πως ο άλλος αποτελεί το αναγκαίο του συμπλήρωμα.

Ο έρωτας επιτρέπει στο άτομο να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του. Κάθε άνθρωπος μέσα από την εμπειρία του έρωτα έχει την ευκαιρία να διαπιστώσει πώς λειτουργεί όταν δεν μπορεί να ελέγξει απόλυτα τα συναισθήματά του, πώς διαχειρίζεται τις εσωτερικές εντάσεις, αλλά και τι είναι αυτό που αποζητά στο σύντροφο της ζωής του. Αποτελεί ο έρωτας υπό μία έννοια μια ιδιότυπη δοκιμασία που αποκαλύπτει στο ίδιο το άτομο τον εαυτό του και τις αντιδράσεις του.

Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αγάπης

Η αγάπη ως συναίσθημα διαφοροποιείται σημαντικά από τον έρωτα μιας και δεν εμπεριέχει το στοιχείο της ερωτικής έλξης. Αγάπη είναι το βαθύ συναίσθημα ενδιαφέροντος, στοργής και τρυφερότητας που αισθάνονται τα μέλη μιας οικογένειας το ένα για το άλλο ή οι φίλοι μεταξύ τους. Η αγάπη παρουσιάζει τα εξής γνωρίσματα:

Η αγάπη διακρίνεται για την αγαθή της πρόθεση και την ανιδιοτέλειά της. Μια μητέρα, για παράδειγμα, αγαπά το παιδί της άνευ όρων και προϋποθέσεων∙ το αγαπά χωρίς να αναμένει κάποιο αντάλλαγμα και χωρίς να επιδιώκει κάποιο προσωπικό κέρδος. Αυτή ακριβώς η έλλειψη απώτερου προσωπικού στόχου είναι που προσδίδει στην αγάπη τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.

Η αγάπη δεν είναι κτητική. Εκείνος που αγαπά κάποιον άλλον, όπως για παράδειγμα σε μια φιλική σχέση, δεν αισθάνεται την ανάγκη να ελέγχει τον άλλον, αντιθέτως χαίρεται να βλέπει το πρόσωπο που αγαπά να ζει ελεύθερο τη ζωή του απολαμβάνοντας πλήρως την ανεξαρτησία του.

Αγάπη σημαίνει απόλυτη αποδοχή. Σε αντίθεση με τον έρωτα, όπου το άτομο ερωτεύεται και αγαπά την εξιδανικευμένη εικόνα του άλλου, όπως την έχει πλάσει στο μυαλό του, και συχνά επιχειρεί να τον διαμορφώσει ανάλογα με τις δικές του προσδοκίες, η αγάπη προκύπτει μέσα από την απόλυτη αποδοχή του άλλου, όπως ακριβώς είναι, χωρίς παραμορφωτικές εξιδανικεύσεις. Η μητέρα αγαπά το παιδί της, γι’ αυτό που είναι και όπως είναι, χωρίς να έχει κατά νου μια διαφορετική εικόνα για το χαρακτήρα και τις ποιότητες του παιδιού της, αφού το γνωρίζει απόλυτα και σε βάθος. Αντιστοίχως, οι φίλοι έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν και να αγαπήσουν ο ένας τον άλλον με όλα τα προτερήματα, αλλά και όλα τα ελαττώματά τους.

Αγάπη σημαίνει ανοχή. Στο πλαίσιο της αγάπης οι ελλείψεις και τα ελαττώματα του άλλου δεν αποτελούν αιτία για να διακοπεί η σχέση ανάμεσα στα δύο άτομα. Ο άνθρωπος που αγαπά κάποιον άλλον τον αγαπά γι’ αυτό που είναι και αποδέχεται πλήρως τις ιδιαιτερότητες και τις πιθανές ιδιοτροπίες του.

Η αγάπη συγχωρά. Σε μια σχέση αγάπης, όπως είναι για παράδειγμα αυτές που διαμορφώνονται ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας, τα λάθη του άλλου ατόμου γίνονται δεκτά με πνεύμα καρτερικότητας και δεν προκαλούν πρόθεση ή επιθυμία αντεκδίκησης. Άλλωστε, όποιος αγαπά έναν άλλον άνθρωπο είναι πάντοτε έτοιμος και να συγχωρέσει τον άλλον, μα και να του προσφέρει οτιδήποτε μπορεί, μόνο και μόνο για να τον δει ευτυχισμένο.

Η σημασία της φιλίας και η επιλογή φίλων

Οι σχέσεις φιλίας είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την κοινωνικοποίηση των ατόμων και ιδίως στα χρόνια της εφηβείας διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των νέων. Συχνά, άλλωστε, οι φίλοι αποκτούν για τον έφηβο μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι οι γονείς και μπορούν να του ασκήσουν σαφώς μεγαλύτερη επιρροή.

- Οι φίλοι βρίσκονται στην ίδια ηλικία με τον έφηβο κι έχουν παρόμοιες ανησυχίες, στόχους και προβλήματα, γεγονός που επιτρέπει ευκολότερα τη μεταξύ τους ταύτιση και επικοινωνία. Έτσι, σε αντίθεση με τους γονείς, οι οποίοι λόγω ηλικίας αδυνατούν να βιώσουν τα πράγματα όπως ο έφηβος, οι φίλοι μπορούν να αντιληφθούν απόλυτα τα συναισθήματά του, αφού βιώνουν κι οι ίδιοι παρόμοιες καταστάσεις.

- Ο έφηβος έχει τη δυνατότητα να εκμυστηρεύεται στους φίλους του τους προβληματισμούς του, τις επιδιώξεις και τα όνειρά του. Μοιράζεται μαζί τους τα συναισθήματά του και όσα τον ανησυχούν, ακούγοντας παράλληλα τις δικές τους ανησυχίες, κάτι που επιτρέπει τη σύναψη στενών σχέσεων μεταξύ τους.

- Μαζί με τους φίλους ο έφηβος έχει την ευκαιρία να πραγματοποιήσει τις πρώτες εξόδους του χωρίς την εποπτεία των γονιών και να αποκτήσει έτσι τις πρώτες αυτόνομες εμπειρίες του. Οι φίλοι προσφέρουν, στο πλαίσιο των κοινών δραστηριοτήτων, στιγμές γνήσιας διασκέδασης, με απολύτως ελεύθερη μεταξύ τους επικοινωνία, χωρίς το φόβο επικρίσεων που συνοδεύει την επικοινωνία με τους ενήλικες.

- Οι έφηβοι δημιουργούν συνήθως τις φιλικές τους σχέσεις στο χώρο του σχολείου, του φροντιστηρίου ή των αθλητικών δραστηριοτήτων. Μιας κι οι έφηβοι δεν έχουν τη δυνατότητα να μετακινούνται σε μακρινές περιοχές, επιλέγουν τους φίλους τους στους χώρους όπου περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας τους.

Τα κριτήρια επιλογής, αν και ποικίλουν ανάλογα με το άτομο, έχουν να κάνουν συχνά με την ύπαρξη κοινών ενδιαφερόντων (μουσική, ταινίες, παιχνίδια κ.ά.) ή και κοινών εμπειριών. Οι έφηβοι, πάντως, δίνουν ιδιαίτερη σημασία στο αν μπορούν να έχουν εμπιστοσύνη στους φίλους τους και στο αν εκείνοι σέβονται όσα τους έχουν εκμυστηρευτεί. Αν, μάλιστα, κατορθώσουν να βρουν εκείνα τα άτομα που αξίζουν πράγματι την εμπιστοσύνη τους, διαμορφώνουν δυνατές φιλίες που, κατά περιπτώσεις, διαρκούν πάρα πολλά χρόνια.

- Η φιλία για να θεωρηθεί αληθινή και να έχει ουσιαστική διάρκεια, είναι απαλλαγμένη από κάθε έννοια συμφέροντος και βασίζεται στο ειλικρινές ενδιαφέρον του ενός προσώπου για το άλλο. Διακρίνεται για τον υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης και αποδοχής∙ ο αληθινός φίλος σέβεται απόλυτα τις επιλογές του άλλου προσώπου, και ακόμη κι αν διαφωνεί με ορισμένες από αυτές δεν τον οδηγεί αυτό στο να απομακρυνθεί, διότι διακατέχεται από αγνά συναισθήματα αγάπης που του επιτρέπουν να αποδεχτεί τις διαθέσεις, τις επιλογές, τις επιδιώξεις και τα θέλω του φίλου του ως έχουν.

Ο αληθινός φίλος δεν αποσκοπεί στο να αποκομίσει κάτι από το άλλο πρόσωπο, βρίσκεται πλάι του από εκτίμηση και αγάπη για την προσωπικότητά του. Η συνύπαρξή τους δεν περιορίζεται μόνο στις στιγμές της διασκέδασης και στα ευχάριστα γεγονότα∙ ο καλός και αληθινός φίλος βρίσκεται εκεί διαρκώς είτε για να μοιραστεί τη χαρά του άλλου, με αγνή χαρά, είτε για να μοιραστεί τις δυσκολίες του, με αγνό ενδιαφέρον.

Ο αληθινός φίλος είναι σταθερός συμπαραστάτης σε κάθε δυσκολία και σε κάθε θλίψη∙ νοιάζεται πραγματικά κι έχει στη σκέψη του μόνο το καλό του φίλου του. Έτσι, ό,τι καθιστά μια φιλία αληθινή είναι η ακλόνητη εμπιστοσύνη, το ειλικρινές μοίρασμα συναισθημάτων και εμπειριών, και φυσικά η αδιαπραγμάτευτη αίσθηση αποδοχής. Ο αληθινός φίλος αποδέχεται, εκτιμά κι αγαπά τον φίλο του γι’ αυτό ακριβώς που είναι.

Η σημασία της αγάπης στη ζωή των ανθρώπων

Η αγάπη σε κάθε της έκφανση -φιλικές, οικογενειακές, ερωτικές σχέσεις- αποτελεί ένα ισχυρό συναίσθημα που προσφέρει ουσιαστική στήριξη στο άτομο και του επιτρέπει να βιώσει πληρέστερα τη ζωή του, εφόσον της προσδίδει ένα βαθύτερο νόημα. Ειδικότερα:

Η αγάπη καλύπτει βασικές συναισθηματικές ανάγκες του ατόμου. Το άτομο που νιώθει πως το αγαπούν ειλικρινά αποκτά την αυτοπεποίθηση εκείνη που απαιτείται για να διεκδικήσει την εκπλήρωση των επιδιώξεών του. Αντιμετωπίζει με μεγαλύτερο σθένος τις αντιξοότητες της ζωής κι είναι έτοιμο και το ίδιο να προσφέρει πραγματική και ανιδιοτελή αγάπη στους γύρω του.

Η αγάπη, άρα, αποτελεί την ιδανική απάντηση στις ανασφάλειες των ανθρώπων -ιδίως των εφήβων- που συχνά λειτουργούν ανασταλτικά στην ομαλή εξέλιξη και διαμόρφωσης της προσωπικότητάς τους.

Η αγάπη καθιστά εφικτή την άρτια ηθικοποίηση του ατόμου. Μέσω της αγάπης που προσλαμβάνει το άτομο έχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί τον πολλαπλά θετικό αντίκτυπο αυτού του συναισθήματος και συνειδητοποιεί έτσι πως οι αντιπαραθέσεις, οι εγωισμοί και οι εντάσεις δεν αποτελούν γόνιμη στάση ζωής. Μαθαίνει, επομένως, να εκτιμά τα θετικά συναισθήματα και επιδιώκει πλέον συνειδητά την ηθικότητα στις πράξεις και στη συμπεριφορά του.

Με την αδιαπραγμάτευτη και συνεχή αγάπη που λαμβάνει, λοιπόν, το άτομο στο πλαίσιο της οικογένειάς του εξευγενίζεται και αποκτά έναν σταθερό ηθικό προσανατολισμό.

Η αγάπη επιτρέπει τη δημιουργία σταθερών και ειλικρινών σχέσεων. Χάρη στην αγάπη το άτομο αποβάλλει τον εγωισμό και την καχυποψία, μαθαίνει να εμπιστεύεται τους άλλους και να τους αφιερώνει ανιδιοτελώς το χρόνο και το ενδιαφέρον του.

Το άτομο γίνεται πιο δεκτικό απέναντι στους άλλους, αλλά και πιο δοτικό στις σχέσεις του μαζί τους. Επιτρέπει στον εαυτό του να νιώσει ακέραια τα συναισθήματά του, χωρίς να περιορίζεται από το φόβο μήπως προδοθεί και πληγωθεί. Κατορθώνει, έτσι, να δημιουργήσει ουσιαστικές σχέσεις που βασίζονται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, στο μοίρασμα των εσώτερων σκέψεων και ανησυχιών του, μα και στην ειλικρινή στοργή για τους άλλους ανθρώπους.

Η έλλειψη αγάπης στις σημερινές σχέσεις

Παρά το γεγονός ότι η αγάπη, η ανιδιοτελής και ειλικρινή αγάπη, συνιστά μια αναγκαιότητα για την ορθή διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου, καθώς και για τη συναισθηματική του ισορροπία, στις μέρες μας παρατηρείται μια ολοένα και εντονότερη έλλειψη γνήσιας αγάπης στις ανθρώπινες σχέσεις. Πρόκειται, φυσικά, για ένα ανησυχητικό φαινόμενο, το οποίο φανερώνει όμως τις παθογένειες του σύγχρονου τρόπου αντίληψης. Ειδικότερα:

Το χρήμα έχει αποκτήσει πρωταρχική σημασία στη ζωή των ατόμων. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για την οικονομική τους κατάσταση, παρά για την ύπαρξη υγιών και γνήσιων σχέσεων στη ζωή τους. Ιδίως τα τελευταία χρόνια που η οικονομική κρίση έχει εντείνει τραγικά το αίσθημα ανασφάλειας σε σχέση με τη δυνατότητά τους να αντεπεξέρχονται στις καθημερινές τους οικονομικές ανάγκες και υποχρεώσεις, οι άνθρωποι ρίχνουν όλο το βάρος των προσπαθειών τους στην εξασφάλιση οικονομικών πόρων. Έτσι, τείνουν να αντιμετωπίζουν τους άλλους είτε ως μέσο για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους είτε ως εμπόδιο για την πραγματοποίηση των στόχων τους. Το συμφέρον τρέπεται σε βασικό ρυθμιστή των ανθρώπινων σχέσεων, παραγκωνίζοντας το ειλικρινές ενδιαφέρον και την αγάπη.

Λανθασμένη ιεράρχηση αξιών στη σύγχρονη ζωή. Υπό την πίεση του καταναλωτισμού και του υλιστικού προτύπου ζωής, οι άνθρωποι έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για τη δημιουργία αληθινών φιλικών σχέσεων και κυνηγούν διαρκώς την οικονομική επιτυχία προκειμένου να ενισχύσουν τον υλικό τους πλούτο. Νοιάζονται περισσότερο να δείχνουν στον περίγυρό τους πως έχουν κατακτήσει κάποια αξιόλογη οικονομική επιφάνεια, παρά για το αν υπάρχουν στη ζωή τους άνθρωποι που να τους αγαπούν γι’ αυτό που είναι και όχι γι’ αυτά που έχουν.

Οι άλλοι άνθρωποι αντιμετωπίζονται ως ανταγωνιστές και όχι ως πιθανοί φίλοι. Με τις πολλαπλές στρεβλώσεις που έχουν προκύψει στη σύγχρονη κοινωνία σε σχέση με το τι συνιστά ευτυχία και ποιοτική ζωή, οι άνθρωποι έχουν στραφεί στο κυνήγι του χρήματος και των εντυπώσεων, αδιαφορώντας για τα οφέλη και την πληρότητα που προσφέρουν οι πραγματικές φιλίες. Τείνουν να αντιμετωπίζουν όλους τους άλλους ανταγωνιστικά και ενδιαφέρονται κυρίως για το πώς θα δείξουν την ανωτερότητά τους. Έτσι, στο πρόσωπο ενός ανθρώπου, που θα μπορούσαν να βρουν έναν καλό και αφοσιωμένο φίλο, εκείνοι βλέπουν εξαρχής έναν ανταγωνιστή, τον οποίο οφείλουν να «εκμηδενίσουν».

Η κυριαρχία της ανασφάλειας και το δόγμα «πλήγωσέ τους πριν σε πληγώσουν εκείνοι». Οι άνθρωποι πλέον μοιάζουν να έχουν χάσει το αίσθημα της αυτοπεποίθησης που επιτρέπει τη χωρίς φόβο έκφραση των συναισθημάτων τους. Θεωρούν πως το να εκδηλώσουν την τρυφερότητα ή το ενδιαφέρον που αισθάνονται θα εκληφθεί ως αδυναμία και θα τους εκθέσει απέναντι στους άλλους. Ενώ, θεωρούν τόσο δεδομένο το γεγονός ότι ο άλλος θα τους προδώσει και θα τους πληγώσει, ώστε σπεύδουν οι ίδιοι να φερθούν κατά τρόπο ανέντιμο, για να μη βρεθούν στη θέση του προδομένου.

Κυριαρχεί, άρα, στη σύγχρονη εποχή ένα σημαντικό έλλειμμα εμπιστοσύνης απέναντι στους άλλους ανθρώπους, το οποίο οδηγεί εκ των πραγμάτων στη δημιουργία επισφαλών και επιφανειακών σχέσεων.

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Βιογραφίες Ανθολογούμενων Λογοτεχνών στα βιβλία Λογοτεχνίας Δημοτικού – Γυμνασίου – Λυκείου

https://users.sch.gr/ipap/Ellinikos_Politismos/logotexnia/Biografies/biografies.htm#%CE%9E

Πατρίκιος Τίτος (1928-)

Τίτος Πατρίκιος

Σύντομο βιογραφικό για σχολική χρήση. Κατέβασε σε αρχείο 

«Έτσι σα δώρο που δεν άξιζα μου δόθηκε η ζωή
κι όσος καιρός μου μένει
σαν οι νεκροί να μου τον χάρισαν
για να τους ιστορήσω.»

Σε αυτούς τους στίχους του πιστός, ο Τίτος Πατρίκιος έγραψε ποίηση που πηγάζει κυρίως από τις μεταπολεμικές πολιτικές εμπειρίες του αλλά και από τη θεματολογία του έρωτα.

Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου και σπούδασε Νομικά. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των Γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Αργότερα σπούδασε κοινωνιολογία στο Παρίσι. Επέστρεψε στην Ελλάδα, μετά την επιβολή της δικτατορίας του Παπαδόπουλου όμως, κατέφυγε ξανά στο Παρίσι, όπου πήρε μέρος σε εκδηλώσεις ενάντια στο παράνομο καθεστώς, ενώ έζησε και στη Ρώμη. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής.

Η πρώτη του εμφάνιση στον χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό Ξεκίνημα της Νιότης, ενώ το 1954 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο  Χωματόδρομος. Ιδρυτικό μέλος του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης, δημοσίευσε πολλά άρθρα και κριτικές στις στήλες του, ενώ πολλά δοκίμιά του συμπεριλήφθηκαν σε συγκεντρωτικές εκδόσεις. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση και την πεζογραφία, ενώ τα περισσότερα κοινωνιολογικά έργα του είναι γραμμένα στα γαλλικά.

 Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά. Του απονεμήθηκαν το Γαλλικό βραβείο ποίησης και το Διεθνές βραβείο Ποίησης στην Ιταλία. Τιμήθηκε και στην Ελλάδα με το Κρατικό Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του. Ο ίδιος δήλωσε κατά τη διάρκεια της τελετής πως «ποτέ δεν είναι οι μέρες ποιητικές και ακριβώς γι' αυτό χρειάζεται η ποίηση. Και όσο λιγότερο ποιητικές είναι τόσο πιο κόντρα πρέπει να πηγαίνεις».

Πηγές: Ε.ΚΕ.ΒΙ., Σχολικό βιβλίο γ' λυκείου, Βικιπαίδεια

Επιμέλεια: Κωνσταντίνα Σάιτ

Ανθολογούνται στα σχολικά βιβλία:

Ιστορία του λαβύρινθου

Οφειλή [Μαθητεία]

Στίχοι - 2

Άλλα βιογραφικά

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928 και σπούδασε Νομικά και Κοινωνιολογία. Η ποίησή του πηγάζει κυρίως από τις μεταπολεμικές πολιτικές εμπειρίες. Βασικό της θέμα είναι επίσης ο έρωτας. Ποιητικά έργα: Χωματόδρομος (1954), Μαθητεία (1963), Προαιρετική στάση (1975), Ποιήματα I, 1948-1954 (συγκεντρωτική έκδοση, 1976), Θάλασσα Επαγγελίας (1977), Αντιδικίες (1981). Κυριότερες μεταφράσεις: Γκ. Λούκατς, Μελέτες για τον ευρωπαϊκό ρεαλισμό, Α. Αραγκόν, Μ' ανοιχτά χαρτιά. Έχει τιμηθεί το 1994 με Κρατικό Βραβείο για το σύνολο του έργου του.

Πηγή: Σχολικό βιβλίο γ' λυκείου

Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος των ηθοποιών Σπύρου και Λέλας Πατρικίου. Το 1946 ολοκλήρωσε τα γυμνασιακά του μαθήματα στο Βαρβάκειο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε για κάποια χρόνια ως δικηγόρος. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, στρατευμένος αρχικά στην ΕΠΟΝ και στη συνέχεια στον ΕΛΑΣ. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας εξορίστηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και κατά τη διετία 1952-1953 στον Άη Στράτη, από όπου επέστρεψε στην Αθήνα με άδεια εξορίστου. Από το 1959 ως το 1964 σπούδασε κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του Παρισιού και πήρε μέρος σε έρευνες του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας. Επέστρεψε στην Ελλάδα, μετά την επιβολή της δικτατορίας του Παπαδόπουλου όμως, κατέφυγε ξανά στο Παρίσι, όπου πήρε μέρος σε εκδηλώσεις ενάντια στο παράνομο καθεστώς, και εργάστηκε στην έδρα της Unesco στο Παρίσι και στη Fao στη Ρώμη. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής. Το 1982 επέστρεψε στη θέση που κατείχε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών πριν το 1967. Στην Αθήνα εργάστηκε επίσης στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών.

Η πρώτη του εμφάνιση στον χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό Ξεκίνημα της Νιότης, ενώ το 1954 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο Χωματόδρομος. Ιδρυτικό μέλος του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης από το 1954 δημοσίευσε πολλά άρθρα και κριτικές στις στήλες του, ενώ πολλά δοκίμιά του συμπεριλήφθηκαν σε συγκεντρωτικές εκδόσεις. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση (κείμενα των Σταντάλ, Αραγκόν, Μαγιακόφσκι, Νερούντα, Γκόγκολ, Γκαρωντύ, Λούκατς και άλλων) και την πεζογραφία, ενώ τα περισσότερα κοινωνιολογικά έργα του είναι γραμμένα στα γαλλικά. Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά. Το 1994 τιμήθηκε με ειδικό κρατικό βραβείο για το σύνολο του έργου του.

Εργογραφία

Ι.Ποίηση

• Χωματόδρομος. Αθήνα, 1954.

• Μαθητεία· (1952-1962). Αθήνα, Πρίσμα, 1963.

• Προαιρετική στάση. Αθήνα, 1975.

Ποιήματα1 (1948-1954). Αθήνα, Θεμέλιο, 1976.

• Θάλασσα Επαγγελίας. Αθήνα, Θεμέλιο, 1977.

• Αντιδικίες. Αθήνα, Ύψιλον, 1981.

• Παραμορφώσεις. Αθήνα, Διάττων, 1989.

• Η συμμορία των δεκατριών. Ημερολόγιο του 1940 και άλλα γραφτά. Αθήνα, Διάττων, 1990.

• ΠοιήματαΙ· 1948-1954. Αθήνα, Θεμέλιο, 1990.

• Η ηδονή των παρατάσεων. Αθήνα, Διάττων, 1992.

• Συνεχές ωράριο· διηγήσεις. Αθήνα, Διάττων, 1993.

• ΠοιήματαΑ΄-Γ΄. Αθήνα, Κέδρος, 1998.

ΙΙ.Μεταφράσεις

• Λούκατς, Μελέτες για τον ευρωπαϊκό ρεαλισμό. 1957.

• Αραγκόν, Μ’ ανοιχτά χαρτιά. 1965.

• Σταντάλ, Αναμνήσεις εγωτισμού. Αθήνα, Γνώση, 1983.

• Πωλ Βαλερύ, Ο κύριος Τεστ. Αθήνα, Ολκός, 1995.

ΙΙΙ.Πεζογραφία

• Στην ίσαλο γραμμή· Αφηγήσεις. Αθήνα, Κέδρος, 1997.

Πηγή: Ε.ΚΕ.ΒΙ

https://users.sch.gr/ipap/Ellinikos_Politismos/logotexnia/Biografies/patrikios.htm

KEIMENIKOI ΔΕΙΚΤΕΣ στο BOOK CREATOR

Ο αφηγητής// Η οπτική γωνία στην αφήγηση/Η οπτική γωνία στη λογοτεχνική αφήγηση και άλλα

Με τον όρο «αφηγητής» χαρακτηρίζουμε το πρόσωπο που αφηγείται, μεταφέρει, δηλαδή, γραπτά ή προφορικά, σε κάποιους άλλους μια ιστορία. Ο αφηγητής είναι η «φωνή» που αναλαμβάνει την ευθύνη της αφηγηματικής πράξης. Βασικό αξίωμα της σύγχρονης αφηγηματολογίας είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει αφήγηση χωρίς αφηγητή. Η αφήγηση είναι
μια μορφή λόγου, η οποία εκφέρεται από κάποιον ο οποίος αναγκαστικά αφήνει στο κείμενο κάποια ίχνη, λιγότερο ή περισσότερο αισθητά.
Ποιος αφηγείται; Η σχέση αφηγητή – συγγραφέα:
Στις αφηγήσεις πραγματικών γεγονότων αυτός που αφηγείται είναι ένα πρόσωπο με αληθινή ζωή. Ένα πρόσωπο που είναι πραγματικά, δηλαδή εμπειρικά-βιολογικά, «παρών», π.χ. ένας μάρτυρας που καταθέτει σε δικαστήριο, προφορικά ή γραπτά. Στη λογοτεχνία, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα, γιατί ο αφηγητής και ο συγγραφέας είναι διαφορετικά πράγματα, που δεν πρέπει να συγχέονται. Ο συγγραφέας είναι ένα ιστορικό δεδομένο, ένα πρόσωπο με αληθινή ζωή, ένα υπαρκτό πρόσωπο που ανήκει στον πραγματικό κόσμο και υπάρχει έξω από το κείμενο. Αντίθετα, ο αφηγητής δεν ταυτίζεται με τον συγγραφέα (εξαίρεση αποτελούν τα απομνημονεύματα, το ημερολόγιο και η αυτοβιογραφία). Είναι ένα πρόσωπο του κειμένου, δημιούργημα του πραγματικού συγγραφέα, και υπάρχει μόνο στο
πλαίσιο του αφηγηματικού λόγου. Αφηγητής, λοιπόν, είναι αυτός που λέει όσα του σχεδίασε ο συγγραφέας, όσα του επέλεξε ο συγγραφέας να πει. Βέβαια, αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα μπορούν να υπάρχουν στον αφηγητή, όπως και σε όλα τα πρόσωπα του έργου.
Πόσο συμμετέχει;
Διακρίνουμε δύο τύπους αφηγητή, ανάλογα με τον βαθμό της συμμετοχής τους στα γεγονότα
που αφηγούνται:
α) Ο αφηγητής, ο οποίος συμμετέχει, ως πρωταγωνιστής, παρατηρητής ή αυτόπτης μάρτυρας,
αυτοπρόσωπα στα γεγονότα που αφηγείται και επικρατεί το πρώτο πρόσωπο των ρημάτων
(π.χ. αυτοβιογραφία, απομνημονεύματα). Η σχετική ορολογία είναι: ομοδιηγητικός ή
πρωτοπρόσωπος αφηγητής.
β) Ο αφηγητής, ο οποίος είναι αμέτοχος στα γεγονότα και επικρατεί το τρίτο πρόσωπο των
ρημάτων (π.χ. δημοσιογράφος, ιστορικός, αφηγητής σε ιστορικό μυθιστόρημα). Η σχετική
ορολογία είναι: ετεροδιηγητικός ή τριτοπρόσωπος αφηγητής.
Για να κατανοήσουμε τη διαφορά, θα συγκρίνουμε τους αφηγητές που εμφανίζονται στην αρχή
των εξής δύο διηγημάτων:
«Μια ώρα μακριά από την πόλη, με τα πόδια, θα ’τανε το σπίτι μας».
[Δ. Βουτυράς «Μακριά από τον κόσμο»]
«Αν έχει ιστορία ο Μπάρμπα Γιάννης, τη χρωστάει στο γάδαρό του».
[Αργ. Εφταλιώτης, «Ο Μπάρμπα Γιάννης κι ο γάδαρός του»]
Στην πρώτη περίπτωση ο αφηγητής συμμετέχει στα γεγονότα (ομοδιηγητικός), ενώ στη δεύτερη ο αφηγητής μοιάζει να αφηγείται την ιστορία κάποιων άλλων (ετροδιηγητικός). Τον τύπο του αφηγητή θα τον ανακαλύψουμε, αν διατυπώσουμε τις εξής ερωτήσεις:
α) Ποιος μιλάει; Είναι ένας χαρακτήρας του έργου ή ένα πρόσωπο ξένο προς την ιστορία;
β) Έχει περιορισμένη γνώση και αφηγείται μόνο όσα υποπίπτουν στην αντίληψή του ή είναι
ένας οξυδερκής παρατηρητής που γνωρίζει τα πάντα;
γ) «Λέει» ο ίδιος την ιστορία και σχολιάζει τα συμβάντα ή τη «δείχνει», δηλαδή αφήνει τα
γεγονότα να μιλήσουν μόνα τους, χωρίς να παρεμβάλλει τις απόψεις του;
Να διαβάσετε τα παρακάτω αποσπάσματα και να διακρίνετε τους τύπους του αφηγητή.
Ότε μ’ εστρατολόγουν* δια το έντιμον των ραπτών επάγγελμα, ουδεμία υπόσχεσίς
των ενεποίησεν επί της παιδικής μου φαντασίας τόσον γοητευτικήν εντύπωσιν,
όσον η διαβεβαίωσις ότι εν Κωνσταντινουπόλει έμελλον να ράπτω τα φορέματα της
θυγατρός του Βασιλέως.
Εγνώριζον πολύ καλά ότι «οι βασιλοπούλες» έχουν εξαιρετικήν τινα αδυναμίαν εις
τα ραφτόπουλα, μάλιστα, όταν αυτά ηξεύρουν να τραγουδούν τους επαίνους των
θελγήτρων αυτών, ενώ ράπτουν τα «βλατιά*», με τα οποία στολίζουσι τα κάλλη των.
[Γ. Βιζυηνός, Το μόνον της ζωής του ταξίδιον]
*εστρατολόγουν= συγκέντρωναν βοηθούς, συνεργάτες
*βλατιά= πολύτιμα μεταξωτά φάσματα
Τι χρειάζονται τόσες φωτιές, σαν πυροφάνια, εφώναξεν η γριά Μαλαμίτσα. Αυτή
είχε μάθει από τον γέροντά της, τον παπα-Γεράσιμον, ότι οι φωτιές των κανδηλιών
πρέπει να είναι μικρές, τόσες δα σαν λαμπυρίδες. Του κάκου. Κανείς δεν την ήκουε.
[Αλ. Παπαδιαμάντης, Τ’ αγνάντεμα]
Ο Σκουρογιάννης δεν μπορούσε βέβαια να σκέφτεται τέτοια πράματα, τόσο πολλά.
Άρχισε μόνο και το ’νιωθε πως ήτανε μόνος μέσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, έτσι σαν
λίγο ξένος ανάμεσά τους. Του φαίνονται λίγο παράξενοι - άλλος κόσμος είναι. Άλλοι,
λοιπόν, ήταν εκείνοι οι φιλόσοφοι με τις πολλές θεωρίες τους, τις παρλαπίπες* και
τους καυγάδες. Αυτός ήταν που τους απόπαιρνε* τότε - τους θυμιέται τώρα καμιά
φορά το βράδυ, γυρίζοντας σπίτι. Και κείνα τα βράδια της ξενιτιάς, το κουτό, βαρετό
ξεροστάλιασμα* στο σταθμό -δεν ξέρει βέβαια κι αυτό να το πει- αν άλλο δεν είχανε
μέσα -ήτανε κάπως σαν να τους δέναν, να τους ένωναν -ίδιος καη μός, ίδια πίκρα-
κάπως κοντά σου τον νιώθεις τον άλλον. Πολύ σκορπισμένοι του φαίνονται τούτοι
- μέσα στην Ελλάδα, μέσα στο δικό τους τον τόπο. Και δεν το λέει «Ιμείς ιδώ εις το
Ντομπρίνοβον» - φοβάται ο Σκουρογιάννης μη του ριχτούνε, τον αποπάρουν κι εδώ.
[Δ. Χατζής, Το διπλό βιβλίο]
*παρλαπίπες= φλυαρίες
*απόπαιρνε= μάλωνε
*ξεροστάλιασμα= άσκοπη αναμονή
Η οπτική γωνία στην αφήγηση
Οπτική γωνία λέγεται η σκοπιά/θέση/προοπτική/πλευρά από την οποία βλέπει ο αφηγητής τα γεγονότα σε μια αφήγηση. Όπως είναι αυτονόητο, σε μια αφήγηση δεν μπορεί ο αφηγητής να συμπεριλάβει όλα τα γεγονότα που συνέβησαν. Αναγκαστικά, λοιπόν, επιλέγει γεγονότα, όπως ακριβώς στην περιγραφή επιλέγουμε λεπτομέρειες από το περιγραφόμενο αντικείμενο.
Η οπτική γωνία στην αφήγηση εξαρτάται από:
• τη γνώση (άμεση ή έμμεση) του αφηγητή για τα γεγονότα,
• τη συναισθηματική του φόρτιση,
• τον τρόπο που σκέφτεται,
• το αποτέλεσμα που επιδιώκει.
Ας υποθέσουμε ότι συμβαίνει ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα και τυχαίνει να παρευρίσκονται ένας μάρτυρας και ένας τροχονόμος. Το περιστατικό αυτό δεν θα το αφηγηθούν κατά τον ίδιο τρόπο ο οδηγός του αυτοκινήτου, ο τροχονόμος και ο μάρτυρας. Καθένας θα το διηγηθεί από τη δική του οπτική γωνία.
Αφιερώσατε ολόκληρο το Σαββατοκύριακο στην ανάγνωση ενός συναρπαστικού μυθιστορήματος, παραμελώντας τα μαθήματά σας. α) Πώς παρουσιάζει το γεγονός η ανήσυχη μητέρα σας σε μια φίλη της; β) Πώς το αφηγείστε σε έναν/μία φίλο/η σας, εκφράζοντας τη γοητεία αυτής της αναγνωστικής εμπειρίας; Να γράψετε τα αντίστοιχα κείμενα.
Στη γιορτή σας, όπως κάθε χρόνο, σας επισκέφτηκαν πολλοί φίλοι και συγγενείς που χόρεψαν και τραγούδησαν μέχρι αργά. Πώς αφηγείται το γεγονός προφορικά στους οικείους του ένας ηλικιωμένος γείτονας που ενοχλήθηκε και πώς ένας φίλος που συμμετείχε στη γιορτή;
Να διαλέξετε ένα απόσπασμα διαλόγου από το «Κεφάλαιο Δεύτερο. Ενότητα ΙΙ. Διάλογος» και, ταυτιζόμενοι με κάποιο από τα πρόσωπα του διαλόγου, να αφηγηθείτε τον διάλογο από την πλευρά του προσώπου με το οποίο ταυτιστήκατε. Για παράδειγμα: Μελετώντας το απόσπασμα από το «Ταξίδι με τον Έσπερο» του Άγγελου Τερζάκη (σ. 73), να ταυτιστείτε με το πρόσωπο του Γλαύκου και να ενσωματώσετε (εντάξετε/βάλετε μέσα) στην αφήγησή σας σχόλια μέσα από τα οποία θα φαίνονται οι διαθέσεις, ο χαρακτήρας και οι σκέψεις του Γλαύκου.
Η οπτική γωνία στη λογοτεχνική αφήγηση
Στη λογοτεχνία η οπτική γωνία ως αφηγηματική τεχνική εκφράζεται με τον όρο «εστίαση». Με τον όρο εστίαση αναφερόμαστε στη στάση του αφηγητή σχετικά με τα γεγονότα που αφηγείται, στην απόσταση που παίρνει ο αφηγητής από τα πρόσωπα της αφήγησης. Για να προσδιορίσουμε την εστίαση σε μια λογοτεχνική αφήγηση, θέτουμε το ερώτημα: Ποιος αφηγείται και από ποια πλευρά;
Αφήγηση χωρίς εστίαση (ή μηδενική εστίαση): Ο αφηγητής γνωρίζει περισσότερα από τα πρόσωπα ή ακριβέστερα λέει περισσότερα από όσα ξέρει οποιοσδήποτε από τους ήρωες, όταν, δηλαδή, η εστία του είναι τοποθετημένη εκτός των ηρώων. Ο αφηγητής γνωρίζει τις σκέψεις και τα συναισθήματα των ηρώων του και είναι έξω από τη δράση (έλλειψη οπτικής γωνίας). Εδώ αντιστοιχεί ο «παντογνώστης αφηγητής», ο «αφηγητής – Θεός», ο οποίος δεν παρακολουθεί
την αφήγηση από μια οπτική γωνία, αλλά είναι πανταχού παρών σαν ένας μικρός θεός. Είναι, δηλαδή, ο αφηγητής που γνωρίζει τα πάντα για τα πρόσωπα της αφήγησης, ακόμη και τις βαθύτερες σκέψεις τους, εποπτεύει τα πάντα, αλλά δεν μετέχει στη δράση, δεν είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Η απόλυτη γνώση του ισοδυναμεί με έλλειψη συγκεκριμένης οπτικής γωνίας (εστίαση μηδέν). Ο τύπος αυτός της αφήγησης κυριαρχεί στα παραδοσιακού τύπου/
κλασικά λογοτεχνικά έργα. Αν προσπαθούσαμε να σχηματοποιήσουμε με όρους μαθηματικούς, θα είχαμε την ανισότητα: Αφηγητής > Πρόσωπα.
Αφήγηση με εσωτερική εστίαση: Ο αφηγητής ξέρει τόσα, όσα και το πρόσωπο από τη σκοπιά του οποίου αφηγείται. Ο αφηγητής λέει μόνο ό,τι ξέρει κάποιος δεδομένος ήρωας, όταν δηλαδή, η εστία του είναι τοποθετημένη σε έναν ήρωα. Η αφήγηση παρακολουθεί ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Εδώ αντιστοιχεί ο «αφηγητής-άνθρωπος», ο οποίος έχει γνώση περιορισμένη στο πλαίσιο των ανθρωπίνων δυνατοτήτων. Ο τύπος αυτός της αφήγησης συναντιέται στα νατουραλιστικά και ψυχογραφικά λογοτεχνικά έργα.  μαθηματική τυποποίηση του τύπου αυτού είναι η ισότητα: Αφηγητής = Πρόσωπα.
Αφήγηση με εξωτερική εστίαση: Ο αφηγητής ξέρει λιγότερα από τα πρόσωπα. Βλέπει το πρόσωπο απέξω, χωρίς να διεισδύει στις αντιλήψεις του. Το πρόσωπο, λοιπόν, παραμένει ένα ον μυστηριώδες που δεν το έχει αποκρυπτογραφήσει. Ο ήρωας, δηλαδή, δρα, χωρίς ο αναγνώστης να μπορεί να μάθει τις σκέψεις του. Η εστίαση συγχέεται με το «μάτι μιας κάμερας», που είναι τοποθετημένη σε έναν απροσδιόριστο χώρο μέσα στη διήγηση. Για παράδειγμα, τα αστυνομικά μυθιστορήματα, οι ταινίες τρόμου, οι περιπέτειες. Σχηματοποιώντας, πάλι, με όρους μαθηματικούς έχουμε την ανισότητα: Αφηγητής < Πρόσωπα. Ένα παράδειγμα αφήγησης με εξωτερική εστίαση είναι το ακόλουθο:
Και η βαριά μηχανή πήρε να τρέχει! Κατέβηκε στην οδό Γκραν-Πον, διέσχισε την πλατεία των τεχνών, την ανοικτή Ναπολεόν και σταμάτησε τελείως μπροστά στον ανδριάντα του Περ Κορνέιγ. Συνεχίστε! Έκανε­μια­φωνή, που έβγαινε από το εσωτερικό. [...]
Όχι, όλο ευθεία! Κραύγασε η ­ίδια­ φωνή.
Η άμαξα βγήκε από το κιγκλίδωμα και, όταν έφτασε στη δεντροστοιχία, έκοψε δρόμο
σιγανά, ανάμεσα στις μεγάλες φτελιές.
[Φλομπέρ, Μαντάμ Μποβαρί]
Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι ο συγγραφέας μπορεί ελεύθερα να μεταβάλλει την οπτική γωνία σε διάφορα μέρη της αφήγησής του, ανάλογα με το τι θέλει να μεταδώσει κάθε φορά στον αναγνώστη.
Να διαβάσετε τα παρακάτω αποσπάσματα κειμένων και να προσπαθήσετε να απαντήσετε
στα εξής ερωτήματα: α) Σε ποιο από αυτά ο αφηγητής συμμετέχει στα γεγονότα και σε ποιο δεν
συμμετέχει; β) Σε ποιο έχουμε αφήγηση με εσωτερική εστίαση και σε ποιο με μηδενική εστίαση;
Να δικαιολογήσετε τις επιλογές σας.
Την πέρασε τη ζωή του κι ο γέρος ο Ανέστης στην ξενιτιά, ζωή παραδαρμένη,
καραβοτσακισμένη ζωή. Όχι δα και πως τη μάδησε την ψυχή του η φτώχια, που
μάλαμα έπιανε και κάρβουνο γινότανε. Από τέτοιους πόνους η ψυχή του δεν έπαιρνε.
Τον κρυφότρωγε, όμως, πάντα της πατρίδας ο ακοίμητος ο καημός, και, σαν είδε και
απόειδε πως ελπίδα πια δεν του απόμεινε, σαν άρχισε κι ένιωθε στα γέρικα στήθια
του την ανατριχίλα του Χάρου, το ’καμε απόφαση και τράβηξε για τα παιδιακίσια
λημέρια του.
[Αργ. Εφταλιώτης, «Η λαχτάρα του γερο- Ανέστη»]
Τα μεσημέρια δεν ξάπλωνα, ήταν μια συνήθεια που μου είχε μείνει από μικρή, όταν
νόμιζα ότι το να μην ξαπλώνει κανείς το μεσημέρι είναι πράξη επαναστατική, που
δείχνει θέληση και ψυχή ανεξάρτητη.
[Μ. Λυμπεράκη, Τα ψάθινα καπέλα]
Φτάνοντας στην όχθη, στάθηκε και το κοίταζε. Το ποτάμι! Ώστε υπήρχε, λοιπόν, αυτό
το ποτάμι; Ώρες ώρες, συλλογιζότανε μήπως δεν υπήρχε στ’ αλήθεια. Μήπως ήτανε
μια φαντασία τους, μια ομαδική ψευδαίσθηση. Είχε βρει μια ευκαιρία και τράβηξε
κατά το ποτάμι. Το πρωινό ήτανε θαύμα! Αν ήτανε τυχερός και δεν τον παίρνανε
μυρουδιά... Να πρόφταινε μονάχα να βουτήξει στο ποτάμι, να μπει στα νερά του, τα
παρακάτω δεν τον νοιάζανε.
[Αντ. Σαμαράκης, Το ποτάμι]
Σαν ο Δαμιανός τελείωσε την Τρίτη του ελληνικού, ο γέρο-Φραντζής είπε πως αρκετά
γράμματα είχε μάθει και ήτανε καιρός να πιάσει δουλειά. Ο μικρός θα ήτανε δεκατριώ
ή δεκατεσσάρω χρονώ. Μόλις άρχισε να αποκτά μια συνείδηση, κάπως καθαρή, του
κόσμου και τον κατείχε κιόλας το πάθος της γνώσης. Ρουφούσε αχόρταστα ό,τι έντυπο
του έπεφτε στα χέρια, λαϊκά αναγνώσματα, εφημερίδες, εκκλησιαστικά βιβλία. [...]
Δεν ήξερε βέβαια τι νόημα είχαν αυτά τα άγνωστα πράματα που τον σαγήνευαν
τόσο. Ακολουθούσε αυθόρμητα την ορμή της ψυχής του, που τον έσερνε προς τα εκεί,
και ονειρευότανε να γίνει μια μέρα έ νας μεγάλος δάσκαλος που να κατέχει καλά, με
τα δυο του χέρια, όλην τη σοφία των ανθρώπων, όλα τα βιβλία, όλα τα «γράμματα»
και να μοιράζει γενναιόδωρα αυτούς τους θησαυρούς στους τριγυρινούς του.
[Γ. Θεοτοκάς, Αργώ]
Και, με τα μάτια χαμένα, προσπαθούσε να διαπεράσει τις σκιές. Βασανισμένος
από την επιθυμία και το φόβο να δει. Όλα εκμηδενίζονταν στο βάθος του αγνώστου
μέσα στις σκοτεινές νύχτες, δεν έβλεπε στο βάθος παρά τις υψικαμίνους και τους
φούρνους. Αυτοί, ολόκληρες σειρές από καμινάδες, φυτεμένες πλάγια, αράδιαζαν
ράμπες από κόκκινες φλόγες, ενώ οι δυο πύργοι, αριστερότερα, έκαιγαν ολογάλανοι
στον ουρανό, σαν γιγάντιοι δαυλοί. Ήταν μια θλίψη πυρκαγιάς, δεν υπήρχαν άλλες
ανατολές άστρων στον απειλητικό ορίζοντα παρά τούτες οι βραδινές φωτιές των
τόπων του πετροκάρβουνου και του σίδερου.
[Εμίλ Ζολά, Ζερμινάλ]
Αφηγηματικοί τρόποι
Έχει ασφαλώς ενδιαφέρον να γνωρίζει κανείς πώς παρουσιάζει ο συγγραφέας ενός
λογοτεχνικού έργου τα γεγονότα που θα αποτελέσουν το υλικό της αφήγησής του. Ποιους, με άλλα
λόγια, αφηγηματικούς τρόπους μπορεί να χρησιμοποιήσει σε κάθε περίπτωση («πώς» αφηγείται
κάποιος). Το υλικό μπορεί ο αφηγητής να το παρουσιάσει με δύο τρόπους: την αφήγηση και τον
διάλογο. [Βλ. Κεφάλαιο Δεύτερο. Ενότητα ΙΙ. Διάλογος].
Στην αφήγηση εξιστορεί (μεταφέρει) ο ίδιος τα γεγονότα και μεταδίδει σε πλάγιο ύφος τα
λεγόμενα των ηρώων του, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά το τρίτο πρόσωπο. Για παράδειγμα:
Συνάντησα τον Χ. Κουβεντιάσαμε αρκετά. Μου μίλησε για την επιτυχία του στις εξετάσεις τού
σχολείου του.
Στον διάλογο δίνει τον λόγο στους ήρωές του, μεταδίδει σε ευθύ λόγο, αυτούσια, τα λόγια τους,
υπό τη μορφή μονολόγου ή διαλόγου, όπως κάνει και ο θεατρικός συγγραφέας στον θεατρικό
διάλογο. Η πιστή απόδοση του λόγου δηλώνεται τυπογραφικά με τα εισαγωγικά («...»), τις παύλες
(-), την άνω και κάτω τελεία (:) ή με διαφορετικά γράμματα. Για παράδειγμα: Κουβεντιάσαμε
αρκετά. Μου είπε: «Πέτυχα στις εξετάσεις του σχολείου μου».
Υπάρχει και ο μεικτός τρόπος, δηλαδή ο συνδυασμός της αφήγησης και του διαλόγου, τον οποίο
και συναντάμε συχνότερα στα λογοτεχνικά έργα.
Διαβάστε τα παρακάτω αποσπάσματα και εντοπίστε τους αφηγηματικούς τρόπους
(αφήγηση, διάλογος, μεικτός τρόπος).
Και πήρανε τον δρόμο και δεν έπεφτε μακριά το καρακόλι, όμως στα μισά το
ξανασκέφτηκε εκείνη κι είπε «πιο καλά να είσαι μόνος σου» και τον παρά τησε, και
εκείνος είπε «ναι» και ξανατράβηξε, παρόλο που του φαίνονταν πιο δύσκολα.
[Ν. Μπακόλας, «Η κιβωτός»]
– Να σβήσουμε το φως; πρότεινε ο Γιάννης. Με το φεγγάρι θα ’ναι πιο ποιητικά.
– Είσ’ ένας λιποτάχτης, του χαμογέλασε ο Παύλος. Λιποτάχτησες από την επιστήμη.
– Ουφ! έκανε ο Γιάννης, το κάθε τι για μένα δεν καταντάει μαθηματικά και φυ σική.
Δε μοιάζομε σ’ αυτό.
[Κ. Πολίτης, Εκάτη]
Θυμήθηκε, πριν από χρόνια, ήτανε παιδί ακόμα, είχε αρρωστήσει βαριά μια θεία του,
ξαδέρφη της μητέρας του. Την είχανε σπίτι τους. Ήρθε ο γιατρός· βγαίνοντας από το
δωμάτιο της άρρωστης, είπε με επίσημο ύφος:
– Δεν υπάρχει πλέον ελπίς!
Έτσι κι αυτός τώρα, είχε φτάσει στο σημείο να λέει:
– Δεν υπάρχει πλέον ελπίς!
Του φάνηκε φοβερό που ήτανε χωρίς ελπίδα. Είχε την αίσθηση πως οι άλλοι στο
καφενείο τον κοιτάζανε κι άλλοι από το δρόμο σκέφτονταν και ψιθύριζαν μεταξύ
τους: «αυτός εκεί δεν έχει ελπίδα!». Σαν να ήταν έγκλημα αυτό. Σαν να είχε ένα
σημάδι πάνω του που το μαρτυρούσε. Σαν να ήτανε γυμνός ανάμεσα σε ντυμένους.
[Αντ. Σαμαράκης, Ζητείται ελπίς]
Αφηγηματικός χρόνος
Βασικό στοιχείο στην αφήγηση είναι ο χρόνος. Αφηγηματικός χρόνος είναι η χρονική σειρά της παρουσίασης των γεγονότων από τον αφηγητή. Ο αφηγηματικός χρόνος διακρίνεται σε δύο κατηγορίες:
α) Ο χρόνος του πομπού, του δέκτη, των γεγονότων (εξωτερικός/εξωκειμενικός χρόνος) και
β) Ο χρόνος της ιστορίας και ο χρόνος της αφήγησης (εσωτερικός/εσωκειμενικός χρόνος).
α) Ο χρόνος του πομπού, του δέκτη, των γεγονότων
Εξωτερικοί/εξωκειμενικοί χρόνοι στην αφήγηση, που δεν έχουν, δηλαδή, σχέση με την αφήγηση, είναι τρεις: Ο χρόνος του πομπού- αφηγητή είναι η εποχή κατά την οποία ζει ο πομπός-αφηγητής και ειδικότερα τότε που στέλνει το μήνυμά του (αφήγηση). Ο χρόνος του δέκτη-αναγνώστη είναι η εποχή κατά την οποία ζει ο δέκτης-αναγνώστης και ειδικότερα η στιγμή κατά την οποία δέχεται το μήνυμα (αφήγηση). Ο χρόνος των γεγονότων είναι η εποχή ή η χρονική στιγμή κατά
την οποία διαδραματίζονται τα γεγονότα της αφήγησης.
Για παράδειγμα, στα ομηρικά έπη ο χρόνος του πομπού είναι ο 8ος αιώνας π.Χ., κατά τον οποίο γράφτηκαν τα έργα, ο χρόνος των γεγονότων ο 12ος αιώνας π.Χ., κατά τον οποίον έγιναν τα γεγονότα και ο χρόνος του δέκτη, οποιαδήποτε εποχή αυτά διαβάζονται.
Να διαβάσετε τις παρακάτω περιπτώσεις αφήγησης και να εξετάσετε σε ποιες από αυτές: α) ο χρόνος του πομπού και ο χρόνος του δέκτη ταυτίζονται/συμπίπτουν, β) ο χρόνος του πομπού είναι προγενέστερος των γεγονότων και γ) ο χρόνος του πομπού είναι μεταγενέστερος από τον χρόνο των γεγονότων, δηλαδή πρώτα συμβαίνουν τα γεγονότα και μετά κάποιος τα αφηγείται. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ποικίλλει, από λίγες στιγμές/ώρες/μέρες, χρόνια,
μια ολόκληρη ζωή ή και αιώνες. Τηλεφωνική συζήτηση, απευθείας μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα, αναμετάδοση
ποδοσφαιρικού αγώνα, υπηρεσιακή αναφορά, προφορική κατάθεση μάρτυρα στο δικαστήριο, τα προφητικά κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης, βιογραφία, απομνημονεύματα, ιστορικό μυθιστόρημα, συνέντευξη, ημερολόγιο, αφηγήσεις επιστημονικής φαντασίας, προφορική αφήγηση, γραπτή αφήγηση, αφήγηση πραγματικών γεγονότων, άρθρο στον Τύπο, αυτοβιογραφία, η Αποκάλυψη του Ιωάννου.
β) Ο χρόνος της ιστορίας και ο χρόνος της αφήγησης
Εσωτερικοί/εσωκειμενικοί χρόνοι σε σχέση με την αφήγηση είναι δύο: Ο χρόνος της ιστορίας (πραγματικός/ιστορικός χρόνος), που είναι ο φυσικός χρόνος κατά τον οποίο εκτυλίσσονται τα γεγονότα. Η φυσική, δηλαδή, διαδοχή και σειρά των γεγονότων. Ο χρόνος της αφήγησης (αφηγημένος χρόνος) δεν συμπίπτει με τον χρόνο της ιστορίας,. Τα γεγονότα στην αφήγηση παρουσιάζονται συνήθως με διαφορετική χρονική σειρά, διάρκεια και συχνότητα απ’ ό,τι συμβαίνουν στην ιστορία.
z Ο χρόνος της αφήγησης και ο χρόνος της ιστορίας με κριτήριο τη χρονική σειρά:
Τα γεγονότα στην πραγματική ιστορία ακολουθούν μια συγκεκριμένη (ευθύγραμμη) χρονική αλληλουχία. Τα γεγονότα, όμως, της αφήγησης δεν ακολουθούν πάντοτε τη φυσική σειρά. Η απόλυτη σύμπτωση ανάμεσα στη χρονική τάξη της ιστορίας και σε κείνη της κειμενικής αφήγησης (ομαλή συνέχεια) είναι φαινόμενο εξαιρετικά σπάνιο. Συχνά, ο αφηγητής παραβιάζει τη χρονική σειρά με την οποία τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο (τη χρονική ακολουθία των
γεγονότων). Αυτές οι ασυμφωνίες ανάμεσα στην ιστορία και την αφήγηση λέγονται αναχρονίες.
Άλλοτε, λοιπόν, ο αφηγητής κάνει αναδρομικές αφηγήσεις (flash back), κατά τις οποίες διακόπτεται η χρονική σειρά των συμβάντων, για να εξιστορηθούν γεγονότα του παρελθόντος. Και άλλοτε, πάλι, κάνει πρόδρομες αφηγήσεις, δηλαδή εξιστορεί εκ των προτέρων γεγονότα που πρόκειται να συμβούν αργότερα. Αναφέρεται, δηλαδή, σε ένα μελλοντικό σημείο της αφήγησης.
Ο χρόνος της αφήγησης και ο χρόνος της ιστορίας με κριτήριο τη χρονική διάρκεια: Συνήθως η πραγματική χρονική διάρκεια των γεγονότων δεν συμπίπτει με τη χρονική διάρκεια που απαιτεί η πλασματική αναπαράστασή τους. Ο χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μικρότερος από τον χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής συμπυκνώνει τον χρόνο (συστολή του χρόνου) και παρουσιάζει συνοπτικά (σε μερικές σειρές ή ακόμη σε μία φράση) γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια (χ.αφ < χ.ιστ.). Με τον τρόπο αυτό, ο ρυθμός της αφήγησης επιταχύνεται (επιτάχυνση της αφήγησης). Ο χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος από τον χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής επιμηκύνει/παρατείνει τον χρόνο (διαστολή του χρόνου) και παρουσιάζει αναλυτικά γεγονότα που διαρκούν ελάχιστα (χ.αφ > χ.ιστ.). Με τον τρόπο αυτό, ο ρυθμός της αφήγησης επιβραδύνεται (επιβράδυνση της αφήγησης). Ο χρόνος της αφήγησης είναι ίσος με τον χρόνο της ιστορίας, οπότε έχουμε τη λεγόμενη «σκηνή», που συχνά είναι διαλογική (χ.αφ = χ.ιστ.).
z Ο χρόνος της αφήγησης και ο χρόνος της ιστορίας με κριτήριο τη συχνότητα:
Μοναδική αφήγηση είναι η αφήγηση που έγινε μια φορά. Υπάρχει, όμως, περίπτωση ένα γεγονός που συνέβη μια φορά να παρουσιάζεται στην αφήγηση περισσότερες από μια φορές, οπότε έχουμε επαναληπτική αφήγηση. Βέβαια, δεν πρόκειται για πανομοιότυπη επανάληψη, αλλά για συμπληρωματική αφήγηση πολλών προσώπων για το ίδιο γεγονός, για αντιφατικές αφηγήσεις ενός ή περισσοτέρων προσώπων ή για επανάληψη με διαφορετικό ύφος, τρόπο, προοπτική.
Να αντιστοιχίσετε τα στοιχεία της στήλης Α με εκείνα της στήλης Β, ώστε να χαρακτηριστεί κάθε φορά η σειρά, η διάρκεια και η συχνότητα με την οποία παρουσιάζονται τα γεγονότα της ιστορίας (ένα στοιχείο της στήλης Β δεν θα χρειαστεί).
Α Β
1. Ο νεαρός δίστασε πριν κτυπήσει την πόρτα του κ. διευθυντή.
Καταλάβαινε ότι έπρεπε να ξεπεράσει επιτέλους τη συστολή
του. Για ένα δευτερόλεπτο φαντάστηκε μία συ νέχεια που τον
ανακούφιζε: κανείς δεν ήταν στο γραφείο. Όμως όχι, έπρεπε να
τολμή σει, η φυγή θα σήμαινε αδυναμία να χειριστεί το πρόβλημά
του. Μετά από το τρίτο κτύπημα, άνοιξε διστακτικά και τον είδε
σκυμμένο στο γραφείο του πάνω σ’ ένα βουνό από έγγραφα.
α) Πρόδρομη αφήγηση
β) Αναδρομική αφήγηση
γ) Επανάληψη γεγονότος
δ) Επιβράδυνση της αφήγησης
ε) Επιτάχυνση της αφήγησης
στ) Σκηνή
2. Προχώρησε αργά και στάθηκε μπροστά του. Ξερόβηξε. -Κύριε
διευθυντά, ήρθα για εκείνη την αύξηση ... είπε δειλά.
3. Εκείνος σήκωσε το κεφάλι απορημένος και τότε θυμήθηκε.
Πριν από μερικές μέρες, κα τά τύχη, βρέθηκαν σε κάποιο φιλικό
σπίτι και αντάλλαξαν δυο κουβέντες. Από εκείνη τη συνάντηση
πήρε, φαίνεται, το θάρρος να του ζητά αύξηση. Ίσως και ο ίδιος
μέσα στην ευθυμία του να είχε δώσει κάποια υ πόσχεση... Πού να
θυμάται...
4. Αμίλητος ξαναβυθίστηκε στη μελέτη των εγγράφων μέχρι αργά
το μεσημέρι.
5. Βγαίνοντας από το γραφείο ο νεαρός ορκί στηκε να μην
ξαναπεράσει ποτέ το κατώφλι. Πού να φανταζόταν ότι σε μια
εβδομάδα θα εισέβαλε θριαμβευτικά ανεμίζοντας στο χέρι την
παραίτησή του: είχε προσληφθεί σε μία επίζηλη θέση με σχεδόν
διπλάσιο μισθό!
Να βρείτε σε ποια από τα ακόλουθα αποσπάσματα ο χρόνος των γεγονότων έχει μεγαλύτερη διάρκεια από τον χρόνο της αφήγησης και σε ποια ο χρόνος των γεγονότων έχει μικρότερη διάρκεια από τον χρόνο της αφήγησης. Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
Α. Η γη της Ιωνίας, με την νοτιοανατολική Ασιατική ενδοχώρα της και με τα Αιγαιακά
της παράλια, στάθηκε πάντοτε το πεδίο μιας αφομοιωτικής ενέρ γειας, το εργαστήριο
πυρήνων τέχνης που αποτελέσανε πάντοτε μερικά από πιο μεγάλα μυστικά της
επιτυχίας του ελληνισμού.
[Ο. Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά, εκδ. Αστερίας, Αθήνα 1974, σ. 436]
Β. Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα, / κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και
μήνες οργισμένοι / κι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν [...]
[Του νεκρού αδελφού, δημοτικό τραγούδι (παραλογή)]
Γ. Αλλά τη στιγμή που η γουλιά, ανακατεμένη με τα ψίχουλα του γλυκού, άγγιξε
τον ουρανίσκο μου, σκίρτησα, προσέχοντας κάτι καταπληκτικό που συνέβαινε μέσα
μου. Μια γλυκιά απόλαυση με είχε κυριεύσει, απομονωμένη, χωρίς να ξέρω την αιτία
της. Μου είχε ξαφνικά κάνει τις περιπέτειες της ζωής αδιάφο ρες, ακίνδυνες τις
καταστροφές της, ανύπαρκτη τη συντομία της, με τον ίδιο τρόπο που επενεργεί ο
έρωτας, πλημμυρίζοντας με μια πολύτιμη ουσία: ή μάλλον η ουσία αυτή δεν ήταν
μέσα μου, ήμουν εγώ.
[Μ. Προυστ, Αναζητώντας το χαμένο χρόνο. Στο βιβλίο: Έκφραση-Έκθεση, Α’ τεύχος, εκδ. Ο.Ε.Δ.Β., σσ. 292-293]
Δ. Κυριακή 30 Μάρτη 1941
Χτες το μεσημέρι στου «Αβέρωφ» με τον Ξεφλούδα. Λυτός ο ειρηνικός άνθρωπος,
αυτός ο συγγραφέας των αποχρώσεων έγινε ξαφνικά στις 28 του Οχτώβρη πολεμιστής.
Ήταν στην πρώτη γραμμή έφεδρος αξιωματικός έως τώρα τελευταία που αρρώστησε.
Μιλάει μ’ έναν ενθουσιασμό που μόλις συγκρατεί, για τους στρατιώτες του, για την
απόλυτη επικοινωνία ανάμεσα στους αξιωμα τικούς της γραμμής της φωτιάς και τους
φαντάρους. -Πείνασα, κρύωσα, ψείριασα μαζί τους, λέει, και το καταλάβαιναν πως
ήμουν σαν κι αυτούς, το ίδιο μ’ αυτούς.
[Γ. Σεφέρης, Μέρες Δ’, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1986, σ. 47]
Να διαβάσετε τις παρακάτω αφηγήσεις και να διακρίνετε ποια είναι μοναδική και ποια
επαναληπτική αφήγηση. Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
Όταν ξεκαβαλίκεψε σβέλτος, με τις ψηλές του μπότες, με την πέτσινη κιλότα του, με
το χαρούμενο ύφος που ποτέ δεν του απόλειπε, όλοι όσοι τον περίμεναν στη με γάλη
πόρτα του υποστατικού κοιτάχτηκαν ξαφνιασμένοι.
[Ηλ. Βενέζης, Αιολική Γη]
Ο ψηλός κατεβαίνει, κατσούφης. Φτυάρι δεν έπιασε, από προσταγές άλλο τίπο τα. Δεν
ξέρω πώς, τα ’βαλε μ’ έναν αρρωστιάρη, έναν φουκαρά. Μπο ρεί να πέταξε σιμά του
καμιά φτυαριά χαλίκι και να τον πιτσίλισε λάσπες, μπορεί και να μην τον γούσταρε
η φάτσα του. [...]
Γι’ αυτό μου παραξενοφάνηκε σαν τον είδα να ’ρχεται στην αγγαρεία, τότε που
σκιζόμασταν για την επιθεώρηση του στρατηγού. Ποιος τόνε ξέρει! Θα ’χε κοιμηθεί
στραβά τη νύχτα, κι έφεξε για μένα. Αντίς ν’ απλώσει χέρι στα φτυάρια μας αρχινά
στο βλαστημίδι, σα να μην ήτανε φα ντάρος κι αυτός. Καλά να πιάνεται με τους
αξιωματικούς, έβγαζε το άχτι ολωνών κι έκανε και φιγούρα. Μα να τα βάζει μαζί μας,
τι κέρδιζε; Στο τέλος πια δε βάστηξα.
«Γλιστρίδα», του λέω, «έφαγες πρωί πρωί;» και γελάω, μην του κακοφανεί.
Μονομιάς σταμάτησε, γύρισε πάνω μου, σκοτεινός. [...] Ξαφ νικά, μου κάνει:
«Παράτα το φτυάρι, και τράβα φέρε δωνά κείνην την κοτρόνα που ’ναι σιμά στ’
αμάξι».
[Ν. Κάσδαγλης, Κεκαρμένοι]