English

Οι Λειτουργίες και οι Τροπικότητες της Νεοελληνικής Γλώσσας. Στοιχεία θεωρίας με παραδείγματα

Δρ. Στεργιανή Ζανέκα
Συντονίστρια Εκπαιδευτικού Έργου Φιλολόγων (ΠΕ02)
του ΠΕ.Κ.Ε.Σ. Κρήτης
ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΛΥΚΕΙΟΥ
Οι Λειτουργίες και οι Τροπικότητες της Νεοελληνικής
Γλώσσας. Στοιχεία θεωρίας με παραδείγματα
Η χρήση ερωτήσεων
Η τεχνική των ερωταπαντήσεων
Ο ευθύς λόγος
Ασύνδετο σχήμα
Ο μακροπερίοδος και ο μικροπερίοδος λόγος
Ρηματικά σύνολα και ονοματικά σύνολα
Λόγιες, λαϊκές λέξεις και ειδικό λεξιλόγιο
2
Η γλώσσα λειτουργεί με πολλούς τρόπους, γιατί πολλές είναι και οι ανάγκες του ανθρώπου.
Δείχνει κι αυτό τη δύναμή της. Από τους τρόπους αυτούς οι λογοτέχνες και οι γλωσσολόγοι
επισημαίνουν κυρίως δύο: «τον έναν που αφορά το λογικό μας, και τον άλλο που αφορά τις
συγκινήσεις μας» (Γ. Σεφέρης). Στην πρώτη περίπτωση οι γλωσσολόγοι μιλούν για αναφορική
λειτουργία της γλώσσας, στη δεύτερη για ποιητική λειτουργία. Η διάκριση αυτή προτείνεται από
τον Richards και την ακολουθεί και ο Σεφέρης στις «Δοκιμές» του. Είναι η διάκριση των σχολικών
εγχειριδίων του μαθήματος της νεοελληνικής γλώσσας.
 Αναφορική γλώσσα (κυριολεκτική, δηλωτική, λογική, πληροφοριακή) στην αναφορική
γλώσσα το μήνυμα δεν χρειάζεται ερμηνεία, μας δίνεται καθαρά κυριολεκτικά και έχει να
κάνει με την κοινή αντίληψη όλων μας για τον κόσμο. Σκοπός του πομπού σε αυτήν την
περίπτωση είναι η πληροφόρηση και μόνο, χωρίς ιδιαίτερα καλολογικά στοιχεία και σχήματα
λόγου. Εστίαση στο «τι» λέγεται (περιεχόμενο) και όχι στο «πως» λέγεται (μορφή).
 Ποιητική γλώσσα (μεταφορική, συνυποδηλωτική, συγκινησιακή, συναισθηματική,
εκφραστική) στην ποιητική γλώσσα έχουμε συναισθηματικές αποχρώσεις, γι’ αυτό
παρατηρείται στον λόγο ζωντάνια και παραστατικότητα. Σκοπός του πομπού δεν είναι μόνο
η πληροφορία (το μήνυμα), αλλά και η προσέλκυση του δέκτη. Δηλαδή, περισσότερο μας
ενδιαφέρει εδώ η μορφή με την οποία διατυπώνεται το μήνυμα, παρά το ίδιο το μήνυμα (η
πληροφορία). Εστίαση στο «πως» λέγεται (μορφή) και όχι στο «τι» λέγεται (περιεχόμενο).
Αναλυτικότερη είναι η διάκριση που προτείνει ο Jacobson, που διακρίνει έξι λειτουργίες. Πριν
αναφερθούν οι λειτουργίες αυτές, θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Jacobson θεωρεί σε κάθε λειτουργία
«παρόντες» τους εξής συστατικούς παράγοντες:
1) πομπός (αυτός που στέλνει το μήνυμα, ο ομιλητής/αποστολέας)
2) δέκτης (αυτός που λαμβάνει το μήνυμα, ο ακροατής/παραλήπτης)
3) μήνυμα (ό,τι στέλνει ο πομπός)
4) επικοινωνιακός κώδικας (η γλώσσα, που πρέπει να είναι κοινή για πομπό και δέκτη και ίσως
ψυχολογική σύνδεση - contact)
5) πλαίσιο αναφοράς (περικείμενο – context. Αφορά το θέμα, την πληροφορία)
6) δίαυλος επικοινωνίας (το "κανάλι" μεταξύ πομπού - δέκτη)
Σύμφωνα με το μοντέλο του R. Jacobson οι λειτουργίες είναι οι ακόλουθες:
1. Αναφορική ή δηλωτική, όταν η επικοινωνία αφορά βασικά το πλαίσιο αναφοράς (μετάδοση
πληροφοριών). Π.χ. «Ο δείκτης του Χρηματιστηρίου έπεσε κατακόρυφα σήμερα». Συνδέεται
με το πλαίσιο αναφοράς.
2. Συγκινησιακή (συναισθηματική ή εκφραστική), όταν αποκαλύπτεται άμεσα η διάθεση του
πομπού σχετικά με όσα λέει, άρα το κέντρο βάρους της επικοινωνίας είναι ο πομπός. Π.χ.
«Αχ! Αγαπώ τόσο πολύ τα ζώα». «Μια οικογένεια ξεκληρίστηκε σήμερα στην άσφαλτο».
Συνδέεται με τον πομπό.
3. Βουλητική, οπότε η επικοινωνία αποσκοπεί στο δέκτη, για να επιδράσει σε αυτόν με
επίκληση, παράκληση, ικεσία, προσταγή κτλ. Η καθαρότερη γραμματική έκφραση της
λειτουργίας αυτής βρίσκεται στην προστακτική, στην κλητική αλλά και στην υποτακτική (η
απόχρωση στην έκφραση της λειτουργίας, αν δηλαδή εκφράζει προσταγή ή ικεσία κ.ο.κ.
καθορίζεται από τη σχέση πομπού και δέκτη στη συγκεκριμένη περίσταση). «Φέρε μου ένα
ποτήρι νερό!». «Σε παρακαλώ, μην το κάνεις αυτό!». Συνδέεται με τον δέκτη.
3
4. Φατική (ή επαφική κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη), εφόσον η επικοινωνία ελέγχει αν το κανάλι
λειτουργεί, ελέγχει δηλαδή τη συμμετοχή του συνομιλητή, επιβεβαιώνει τη συνεχή προσοχή
του κ.ο.κ. Π.χ. «Μ’ ακούς;». Σύμφωνα με τον Γ. Μπαμπινιώτη, υπάρχουν μορφές
επικοινωνίας στην ομιλία μας και ιδιαίτερα στη συνομιλία (discourse) μας, στις οποίες οι
λέξεις δεν δηλώνουν νοήματα ή πληροφορίες, αλλά αποτελούν απλώς την αφετηρία μιας
επικοινωνιακής επαφής. Συνιστούν ένα κοινωνικοψυχολογικό προκαταρκτικό στάδιο,
απαραίτητο για να ακολουθήσει το επικοινωνιακό γεγονός, η πραγματική συνομιλία. Αυτού
τού είδους η γλωσσική λειτουργία ονομάστηκε από τον ανθρωπολόγο Bronisław Malinowski
φατική επικοινωνία. Σκοπός τής επαφικής λειτουργίας είναι να δημιουργήσει την κατάλληλη
«επικοινωνιακή ατμόσφαιρα», ένα κλίμα φιλικής διάθεσης για να πραγματοποιηθεί η
συνομιλία. Δείγματα επαφικής λειτουργίας είναι οι διάφορες φράσεις χαιρετισμού, καθώς
και οι φράσεις που ακολουθούν αμέσως μετά την ανταλλαγή χαιρετισμών, οι πάγιες
τυποποιημένες ευγενικές ερωτήσεις περί τής υγείας και τής εν γένει καταστάσεως τού
συνομιλητή και οι δικές του συναφείς απαντήσεις. Π.χ. «Τί κάνεις/κάνετε; Εδώ, στον
αγώνα!». Συνδέεται με τον δίαυλο.
5. Μεταγλωσσική, όταν ελέγχεται ο ίδιος ο κώδικας, δηλαδή η γλώσσα, όχι μόνο σε επίπεδο
επιστημονικού λόγου αλλά και σε επίπεδο καθημερινής επικοινωνίας. Π.χ. Η λειτουργία της
Γραμματικής είναι μεταγλωσσική. Συνδέεται με τον επικοινωνιακό κώδικα.
6. Ποιητική, όταν η εστίαση γίνεται στο μήνυμα και στη μορφή του χάριν του ίδιου του
μηνύματος. όπως θα συζητηθεί και πιο κάτω, δεν πρέπει να περιορίσουμε την ποιητική
λειτουργία στην ποίηση, όπου φυσικά αποτελεί την κυρίαρχη λειτουργία. Συνδέεται με το
μήνυμα.
7. Η έβδομη λειτουργία της γλώσσας (εισηγητής: J. L. Austin) είναι η επιτελεστική: Στο πλαίσιο
της κοινωνικής μας αλληλεπίδρασης χρησιμοποιούμε τον λόγο για να κάνουμε κάποια
πράγματα, δηλαδή επιτελούμε γλωσσικές πράξεις, όπως είναι οι υποσχέσεις, οι
παρακλήσεις, οι εντολές, οι ευχαριστίες, οι απολογίες κλπ. Π.χ. Σε ευχαριστώ (πράξη
ευχαριστίας). Βαφτίζεται ο δούλος του Θεού (πράξη βαπτίσματος). Λύεται η συνεδρίαση
(πράξη λύσεως). Υπόσχομαι ότι...(πράξη υπόσχεσης). Για περισσότερα δείτε το άρθρο της
Μαρμαρίδου Σ. από την «Πύλη για την ελληνική γλώσσα»:https://www.greek-
language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/glossology/show.html?id=34
Μπορούμε να πούμε ότι, γενικά, έχουμε το α' ρηματικό πρόσωπο για τον πομπό, άρα για τη
συγκινησιακή λειτουργία, το β' πρόσωπο για το δέκτη, άρα για τη βουλητική λειτουργία, το γ'
πρόσωπο για αυτό που γίνεται λόγος, άρα για την αναφορική λειτουργία της γλώσσας.
Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ότι σε κάθε περίσταση επικοινωνίας δεν υπάρχει μία μόνο "καθαρή"
λειτουργία της γλώσσας. Υπάρχει συχνά μείξη λειτουργιών. Βέβαια, μία λειτουργία είναι
εντονότερη, κυρίαρχη σε κάθε περίσταση.
Με τον όρο τροπικότητα εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο ο ομιλητής εκφράζει τη στάση του σε
όσα λέει.
Α. Επιστημική και δεοντική τροπικότητα
Α1. Επιστημική τροπικότητα
Η επιστημική τροπικότητα καλύπτει ένα φάσμα σημασιών σχετικών με τη βεβαιότητα του ομιλητή
γι’ αυτό που λέει, που στο ένα του άκρο βρίσκεται η υπόθεση και στο άλλο η ρητά δηλωμένη
βεβαιότητα. Ορισμένες από αυτές τις σημασίες είναι οι εξής:
α. Υπόθεση: Εκφράζεται η υπόθεση του ομιλητή γι’ αυτό που λέει.
Εκφέρεται με:
 να + υποτακτική,
 αν, εάν, άμα, έτσι και, ας + οριστική πολλών χρόνων κ.ά.
β. Δυνατότητα: Εκφράζεται από τον ομιλητή αυτό που είναι δυνατό να γίνει.
Εκφέρεται με:
 μπορεί + υποτακτική,
 ίσως + υποτακτική,
 θα + οριστική κ.ά.
γ. Πιθανότητα: Εκφράζεται από τον ομιλητή η πιθανότητα να γίνει αυτό που λέει. Από αυτή
την άποψη είναι πιο ισχυρή από τη δυνατότητα.
Εκφέρεται με:
 πρέπει + υποτακτική, θα + οριστική κ.ά.
δ. Βεβαιότητα: Εκφράζεται από τον ομιλητή βεβαιότητα γι’ αυτό που λέει.
Εκφέρεται:
 με απλή οριστική και συνοδεύεται συχνά από εκφράσεις (επιρρήματα κτλ.) που
δηλώνουν βεβαιότητα.
Η επιστημική τροπικότητα σε ανιούσα πορεία:
1. Υπόθεση 2. Δυνατότητα 3. Πιθανότητα 4. Βεβαιότητα
Α2. Δεοντική τροπικότητα
Η δεοντική τροπικότητα καλύπτει ένα ευρύ φάσμα σημασιών σχετικών με την προσδοκία
πραγματοποίησης αυτών που λέει ο ομιλητής, που στο ένα άκρο του βρίσκεται η απλή επιθυμία
και στο άλλο η υποχρέωση. Ορισμένες από αυτές τις σημασίες είναι οι εξής:
α. Επιθυμία: Εκφράζεται από τον ομιλητή η επιθυμία του υποκειμένου.
Εκφέρεται συχνά με:
 το ρήμα θέλω + υποτακτική.
β. Ευχή: Εκφράζεται από τον ομιλητή η επιθυμία του υποκειμένου ως ευχή. Είναι πιο ισχυρή
από την τροπικότητα της επιθυμίας.
 Εκφέρεται με:
 απλή υποτακτική (και εκφράσεις που δείχνουν πως πρόκειται για ευχή και όχι
προσταγή) και
 με τα ας, να, μακάρι, που + υποτακτική,
γ. Πρόθεση: Εκφράζεται από τον ομιλητή η πρόθεση του υποκειμένου να κάνει μια ενέργεια.
 Εκφέρεται με:
 ρήματα που δηλώνουν πρόθεση (στοχεύω να, σκοπεύω να, προτίθεμαι να, λέω να
κτλ.) + υποτακτική.
δ. Υποχρέωση: Εκφράζεται από τον ομιλητή η ανάγκη, η υποχρέωση του υποκειμένου να
κάνει μια ενέργεια.
 Εκφέρεται με:
 προστακτική,
 με το απρόσωπο ρήμα «πρέπει» και με ανάλογες εκφράσεις (είναι ανάγκη, είναι
υποχρεωμένος κτλ.) + υποτακτική.
Η δεοντική τροπικότητα σε ανιούσα πορεία:
1. Επιθυμία 2. Ευχή 3. Πρόθεση 4. Υποχρέωση
Β. Οι εγκλίσεις ως γραμματική έκφραση της τροπικότητας
α. Η οριστική: Η οριστική φανερώνει κυρίως: το πραγματικό και το βέβαιο. Συχνά όμως στο
λόγο παίρνει κι άλλες σημασίες. Έτσι φανερώνει:
1. το δυνατό και λέγεται δυνητική οριστική. Σχηματίζεται με το μόριο θα και οριστική
παρατατικού ή υπερσυντέλικου.
2. το πιθανό και λέγεται πιθανολογική οριστική. Σχηματίζεται με το πιθανολογικό
μόριο θα και οριστική κάθε χρόνου.
3. ευχή και λέγεται ευχετική οριστική. Σχηματίζεται με τα
μόρια άμποτε, είθε, μακάρι να, ας και οριστική παρελθοντικού χρόνου.
4. παράκληση.
Σημειώσεις:
1. Η οριστική του ενεστώτα χρησιμοποιείται πολλές φορές αντί για προστακτική σε
εκδηλώσεις επιθυμίας που γίνονται με λεπτότητα, π.χ. Αν τύχει και αργήσω,
με περιμένεις λίγο (περίμενέ με).
2. Το να με οριστική παρατατικού χρησιμοποιείται συχνά αντί για προστακτική, για να
δηλωθεί παράκληση, π.χ. Πέτρο, να πήγαινες μια στιγμή να δεις τι κάνει το παιδί (πήγαινε,
σε παρακαλώ).
3. Οριστική παρατατικού με το θα μπροστά της χρησιμοποιείται συχνά αντί για οριστική
ενεστώτα σε εκφράσεις που γίνονται με λεπτότητα, π.χ. θα σε συμβούλευα να δεις το έργο
αυτό (σε συμβουλεύω).
4. Άρνηση: Η οριστική έχει κανονικά άρνηση δε(ν). Όταν δηλώνει ευχή, έχει άρνηση μη(ν).
β. Η υποτακτική: Η υποτακτική φανερώνει κυρίως: α) το ενδεχόμενο και β) το επιθυμητό.
Μέσα στο λόγο όμως παίρνει κι άλλες σημασίες. Έτσι φανερώνει:
1. προτροπή και λέγεται προτρεπτική υποτακτική,
2. παραχώρηση και λέγεται παραχαρωτική υποτακτική
3. ευχή και λέγεται ευχετική υποτακτική. Συνοδεύεται από τις λέξεις:
άμποτε, είθε, μακάρι να, ας
4. το δυνατό και λέγεται δυνητική υποτακτική
5. απορία και λέγεται απορηματική υποτακτική
6. το πιθανό και λέγεται πιθανολογική υποτακτική
7. προσταγή ή απαγόρευση και λέγεται προστακτική ή απαγορευτική υποτακτική
8. Στις απαγορεύσεις χρησιμοποιείται συνήθως η υποτακτική χωρίς το μόριο να, π.χ.
(Να) Μην τον ακούς σε ό,τι σου λέει. Η υποτακτική έχει την άρνηση μη(ν).
γ. Η προστακτική: Ανάλογα με την επικοινωνιακή συνθήκη μπορεί να εκφράζει: α) προσταγή,
β) προτροπή, γ) απαγόρευση, ή ακόμα και: δ) παράκληση, ε) ευχή, στ) έντονη περιέργεια.
 Επισήμανση για την προστακτική: Το αν έχει η προστακτική άρνηση ή όχι είναι ένα θέμα
αρκετά αμφιλεγόμενο. Στο παλιό συντακτικό του Γυμνασίου δηλώνεται ότι η προστακτική
χρησιμοποιείται και αποφατικά. Στη «Νεοελληνική Σύνταξις» του Τζάρτζανου, εκδ.
Κυριακίδη, τ.Α', σελ. 292 (§ 192.2) δηλώνεται ότι η προστακτική χρησιμοποιείται μόνο
καταφατικά και οι περιπτώσεις με την άρνηση (π.χ. μη γελάτε) είναι υποτακτική. Όμως στη
σελ. 295 § 193 αναφέρεται ότι: «η προστακτική εν γένει είναι η έγκλισις της δεδηλωμένης
απαιτήσεως, ήτοι εκφράζει κυρίως προσταγή ή απαγόρευσι (άρνησις μή)... Μή φωνάζετε».
Στη γραμματική των Holton, Mackridge, Φιλιππάκη, εκδ. Πατάκη, σελ. 207, αναφέρεται
ξεκάθαρα ότι η προστακτική δεν έχει άρνηση. Στην πρόσφατη γραμματική του Γυμνασίου δε
γίνεται ξεκάθαρη αναφορά. Και στη γραμματική του Δημοτικού δε γίνεται ξεκάθαρη
αναφορά.
7
 Για τις εγκλίσεις βλ. περισσότερα και στον ιστότοπο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ» του Γ.
Παπαθανασίου:
http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/egliseis-rim-NE.htm
Γ. Το ποιόν ενέργειας
Η τροπικότητα εκφράζεται επίσης με το ποιόν των ρηματικών ενεργειών. Το ποιόν ενέργειας
είναι μια μορφολογική κατηγορία που αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει ο ομιλητής
το αν η ενέργεια που δηλώνει το ρήμα εμφανίζεται ως ολοκληρωμένη, ως εξελισσόμενη κτλ. Στη νέα
ελληνική υπάρχουν τρία είδη ποιού ενέργειας, τα οποία είναι:
α. Το μη συνοπτικό (ή εξακολουθητικό-επαναλαμβανόμενο) ποιόν ενέργειας παρουσιάζει την
ενέργεια που δηλώνει το ρήμα ως συνεχιζόμενο ή επαναλαμβανόμενο γεγονός. Π.χ. Κάθε
μέρα πίνει ένα ποτήρι γάλα. Ο Βασίλης πότιζε τον κήπο, όταν άρχισε να αστράφτει.
β. Το συνοπτικό (ή στιγμιαίο) ποιόν ενέργειας παρουσιάζει την ενέργεια που δηλώνει το ρήμα
ως γεγονός ολοκληρωμένο, αλλά δίνεται έμφαση κυρίως στην ίδια την πράξη και όχι στη
χρονική διάρκεια. Π.χ. Έψαξε όλο τον κόσμο, αλλά δεν τον βρήκε. Η Φωτεινή φέτος θέλει να
αυξήσει τα έσοδά της.
γ. Το συντελεσμένο ποιόν ενέργειας δηλώνει μια ενέργεια η οποία έγινε πριν από τη χρονική
στιγμή που εκφωνείται ο λόγος, αλλά το αποτέλεσμά της εξακολουθεί να ισχύει και στο
παρόν. Π.χ. Ο ήλιος έχει ανατείλει από ώρα. Όταν φτάσει ο τελευταίος αθλητής στο τέρμα,
ο πρώτος θα έχει πάρει και τα βραβεία.
 Επισήμανση: Οι χρόνοι που παρουσιάζουν το μη συνοπτικό ποιόν ενέργειας σχηματίζονται
από το ενεστωτικό θέμα, ενώ οι χρόνοι που παρουσιάζουν το συνοπτικό και το συντελεσμένο
ποιόν ενέργειας σχηματίζονται από το αοριστικό θέμα.
Δ. Τροπικότητα και στις τρεις βασικές επικοινωνιακές δραστηριότητες:
α. όταν αποφαίνεται σχετικά με κάτι (απόφανση, δηλωτικές προτάσεις),
β. όταν προτρέπει κάποιον να κάνει κάτι (προσταγή/παράκληση, προστακτικές προτάσεις) και
γ. όταν ζητάει πληροφορίες (ερώτηση, ερωτηματικές προτάσεις).
 Σημείωση: Η υποκειμενική στάση του ομιλητή, η έκφραση της τροπικότητας μπορεί να
εκφράζεται με ποικίλα μέσα, όχι μόνο γλωσσικά, αλλά και παραγλωσσικά: ανασήκωμα των
8
φρυδιών, π.χ., μπορεί να δηλώνει αμφιβολία ή άρνηση, ένα μειδίαμα, π.χ. μπορεί να
δηλώνει ειρωνεία, συγκατάβαση, θυμηδία κλπ., ενώ μια σειρά άλλων εκφράσεων και
χειρονομιών μπορεί να δηλώνει διάφορα συναισθήματα και στάσεις του ομιλητή απέναντι
σε ένα γεγονός ή σε μια δεξίωση/πρόσληψη μηνύματος.
Με τις ερωτήσεις ο συγγραφέας (αρθρογράφος, δοκιμιογράφος, επιφυλλιδογράφος)
προσδίδει αμεσότητα, οικειότητα και παραστατικότητα στο ύφος και διαλογικό χαρακτήρα στο
κείμενο, με επίκληση στο συναίσθημα. Επιδιώκει να προσελκύσει την προσοχή, να προβληματίσει,
να εγείρει ηθικά διλήμματα, να εκφράσει την ανησυχία του, να ευαισθητοποιήσει, να ωθήσει τους
αναγνώστες στη συνειδητοποίηση του προβλήματος, αφυπνίζοντάς τους, ώστε να
δραστηριοποιηθούν άμεσα. Συχνά το ερωτηματικό εξυπηρετεί την ανάγκη να επιτευχθεί η συνοχή
του λόγου μεταξύ περιόδων και παραγράφων. Διευκολύνει δηλαδή τη μετάβαση σε όσα θα λεχθούν
στη συνέχεια.
Ρητορικό είναι μια ερώτηση που διατυπώνεται σαν σχήμα λόγου κι όχι για να απαντηθεί,
διότι η απάντηση είναι αυτονόητη ή περιττή και υποδηλώνεται ή υπονοείται με την ερώτηση.
Ρητορικά μπορεί να είναι και τα ερωτήματα που αναφέρονται σε θεμελιώδη και έσχατα ζητήματα
της ύπαρξης, τα οποία δεν επιδέχονται καμμιάς οριστικής απάντησης, γιατί κάθε απάντηση (ακόμα
κι αν επιχειρείται από τον συγγραφέα) γεννάει κι ένα άλλο ερώτημα κ.ο.κ. Συνήθως, αυτά τα
ερωτήματα είναι πολυσύνθετα (με πολλά σκέλη σε δευτερεύουσες προτάσεις που υποκρύπτουν κι
άλλα ερωτήματα) κλπ.
Με την τεχνική αυτή ο συγγραφέας (αρθρογράφος, δοκιμιογράφος, επιφυλλιδογράφος)
προσδίδει αμεσότητα, ζωντάνια και παραστατικότητα στον λόγο του, καθιστά πιο εύληπτο το νόημα
και πιο προσιτό το περιεχόμενο του κειμένου. Ενεργοποιεί το ενδιαφέρον και την περιέργεια του
αναγνώστη που αναμένει με αγωνία την απάντηση. Οικειοποιεί το ύφος, προσδίδει διαλογικό
χαρακτήρα στο κείμενο. Η τεχνική αυτή παρέχει διευκόλυνση στη μετάβαση από το ένα θέμα στο
άλλο και διασφαλίζει τη συνοχή της παραγράφου κλπ.
Ο ευθύς λόγος προσδίδει ζωντάνια, αμεσότητα και παραστατικότητα στο κείμενο,
δημιουργεί ένα κλίμα οικειότητας με τον αναγνώστη και τον βοηθά να βιώσει άμεσα τις απόψεις
που μεταφέρονται. Διασπά τη μονοτονία του λόγου, με αποτέλεσμα να προσελκύει το ενδιαφέρον
του αναγνώστη, ενώ παράλληλα προσδίδει την αίσθηση της προφορικότητας κλπ.
Δημιουργείται με την παράθεση όμοιων όρων (λέξεων, φράσεων, προτάσεων) που
συνδέονται με κόμμα. Με τη χρήση του ο πομπός αποσκοπεί να πυκνώσει τον λόγο, να προσδώσει
ένταση, έμφαση, συχνά και συναισθηματική χροιά κλπ.
Με τον μακροπερίοδο λόγο ο συγγραφέας εκφράζει σύνθετες και πολύπλοκες σκέψεις.
Επιζητεί να παρουσιάσει αναλυτικά την επιχειρηματολογία του, για να την καταστήσει πειστική. Με
τις σύντομες περιόδους ο συγγραφέας επιδιώκει να εκφράσει τις απόψεις του με τρόπο σαφή, λιτό,
απέριττο. Εκφράζει τις θέσεις του με βεβαιότητα και σιγουριά για την ορθότητά τους κλπ.
Παρατακτική και υποτακτική σύνταξη
α. Παρατακτική λέγεται η σύνταξη στην οποία συνδέονται όμοιες προτάσεις (κύριες ή
δευτερεύουσες), χωρίς η μια να εξαρτάται από την άλλη. Η σύνδεση γίνεται με
συμπλεκτικούς (και, ούτε, μήτε), διαζευκτικούς (ή, είτε) και αντιθετικούς συνδέσμους (αλλά,
όμως). Με τη χρήση της παρατακτικής σύνταξης ο λόγος γίνεται απλός, λιτός και εύληπτος
από τον δέκτη και ο πομπός δίνει έμφαση στο πλήθος, την ποσότητα των πληροφοριών.
β. Υποτακτική λέγεται η σύνταξη στην οποία μια κύρια συνδέεται με μια δευτερεύουσα με
συνδέσμους, αναφορικές αντωνυμίες, αναφορικά επιρρήματα, ερωτηματικές αντωνυμίες,
ερωτηματικά επιρρήματα. Με τη χρήση της υποτακτικής σύνταξης ο λόγος γίνεται
πολύπλοκος, γιατί τη χρησιμοποιούμε, για να δείξουμε τις λογικές σχέσεις ενός σύνθετου
νοήματος.
γ. Με τη διαδοχική υπόταξη η σύνταξη είναι πολυπλοκότερη, καθώς δεν είναι μόνο η κύρια
πρόταση που τη στηρίζει, αλλά και μια δευτερεύουσα πρόταση μπορεί με τη σειρά της να
στηρίζει άλλες, διαφορετικές μεταξύ τους, δευτερεύουσες προτάσεις. Με τη διαδοχική
υπόταξη ο λόγος γίνεται μακροπερίοδος και το ύφος αρκετά περίπλοκο και μερικές φορές
εξεζητημένο. Τη συναντούμε σε επιστημονικά κείμενα, σε δοκίμια και γενικά πιο επίσημα
κείμενα.
Οι λέξεις που αποτελούν ομάδες σε μια πρόταση ονομάζονται λεκτικά σύνολα. Τα λεκτικά
σύνολα είναι είτε ρηματικά είτε ονοματικά.
 Το ονοματικό σύνολο αποτελείται από ένα ουσιαστικό μπροστά από το οποίο βρίσκεται
ένα άρθρο, ένα επίθετο, ένα αριθμητικό, μια αντωνυμία, μια μετοχή.
Πρόταση με ονοματικό σύνολο
Π.χ.
Τα παιδιά παίζουν: άρθρο + ουσιαστικό
Η θάλασσα είχε τεράστια κύματα: επίθετο + ουσιαστικό
Αυτός ο άνθρωπος με πλήγωσε: αντωνυμία + άρθρο + ουσιαστικό
Είναι δημοφιλής τραγουδιστής: μετοχή + ουσιαστικό
 Το ρηματικό σύνολο αποτελείται από ένα ρήμα, μονολεκτικό ή περιφραστικό, με το
συμπλήρωμά του (ουσιαστικό, επίθετο, αντωνυμία, επίρρημα, σύνδεσμος, μόριο, προθετικό
σύνολο). Π.χ.
Πρόταση με ρηματικό σύνολο
Π.χ.
Ο ήλιος φωτίζει τη γη: ρήμα +άρθρο +ουσιαστικό
Τα μάτια της είναι γαλάζια: ρήμα + επίθετο
Τον σεβόνταν όλοι στο γραφείο: αντωνυμία + ρήμα
Ο Διευθυντής με επέπληξε αυστηρά: αντωνυμία + ρήμα + επίρρημα
Όταν φύγει, θα έρθω: σύνδεσμος + ρήμα
Όταν φύγει, θα έρθω: μόριο + ρήμα
Η μητέρα πήγε στην αγορά: ρήμα + προθετικό σύνολο
Το διαδίκτυο προσφέρει πληροφορίες στους ανθρώπους: Ρήμα + ουσιαστικό + προθετικό σύνολο
 Λειτουργία των ονοματικών και των ρηματικών συνόλων
Με τη χρήση ονοματικών συνόλων διατυπώνεται με συντομία και πυκνότητα ένα μμήνυμα.
Επίσης το μήνυμα καθίσταται γενικό, αφηρημένο και διαχρονικό και όχι μόνιμο ή συγκεκριμένο. Η
δυνατότητα του πομπού να χρησιμοποιεί ονοματικά σύνολα αποκαλύπτει την υψηλή διανοητική
δύναμή του και το ανεβασμένο επίπεδό του. Η συχνή χρήση ονοματικών συνόλων δείχνει ότι
πρόκειται για επίσημη επικοινωνιακή περίσταση.
Η ρηματική διατύπωση αναφέρεται σε συγκεκριμένο γεγονός. Περιγράφει, δηλαδή, τις
συγκεκριμένες πράξεις που δηλώνουν τα ρήματα που χρησιμοποιούνται. Ο πομπός απευθύνεται σε
ένα λιγότερο καλλιεργημένο κοινό και γι' αυτό επιδιώκει την αμεσότητα της επικοινωνίας.
Ενδεχομένως, ο συγγραφέας να μην διαθέτει υψηλό πνευματικό επίπεδο, να μην μπορεί να αναχθεί
στο γενικό και να επιμένει στο συγκεκριμένο. Η κυριαρχία ρηματικών συνόλων συνηθίζεται,
ανεξάρτητα από το επίπεδο του πομπού ή του δέκτη, σε επικοινωνιακές περιστάσεις της
καθημερινότητας.
Τα ονοματικά σύνολα αποδίδουν το μόνιμο, το γενικό, το διαχρονικό, το αφηρημένο. Η
συχνή χρήση ονοματικών συνόλων προσδίδει επίσημο ύφος στο κείμενο. Τα ρηματικά σύνολα
αποδίδουν το συγκεκριμένο, το παροδικό. Με αυτά επιδιώκεται η αμεσότητα της επικοινωνίας. Η
κυριαρχία των ρηματικών συνόλων συνηθίζεται σε καθημερινές επικοινωνιακές περιστάσεις κλπ.
α. Οι λόγιες λέξεις ή φράσεις προέρχονται:
 από την αρχαία ελληνική γλώσσα (π.χ. δώρον άδωρον, τι μέλλει γενέσθαι, αναφανδόν,
κ.λπ.)
 από τη βυζαντινή/εκκλησιαστική γλώσσα (επί ξύλου κρεμάμενος, επί τον τύπον των ήλων,
ήγγικεν η ώρα κ.λπ.)
 από τη λόγια γλωσσική μας παράδοση και τα κατάλοιπα της καθαρεύουσας (επ’
αυτοφώρω, εν ψυχρώ, εν ευθέτω χρόνω κλπ.).
 Προσδίδουν στον λόγο πυκνότητα, ακρίβεια, εκφραστικότητα και ενάργεια. Με τη χρήση
τους αποδίδονται συνήθως έννοιες με σύνθετο νόημα και απευθύνονται στη λογική του
δέκτη, σε αντίθεση με τις λαϊκές που απευθύνονται στο συναίσθημα. Γενικά, οι λόγιες λέξεις
προσδίδουν στο κείμενο επίσημο ύφος κλπ.
β. Οι λαϊκές λέξεις ή φράσεις ανήκουν στον προφορικό κυρίως λόγο (π.χ. μην τα βάζεις μαζί
μου, βάζω νερό στο κρασί μου, βρέχει με το τουλούμι, κ.λπ.) και χρησιμοποιούν τη
συνυποδηλωτική λειτουργία της γλώσσας.
 Με αυτές δημιουργείται κλίμα άμεσης επικοινωνίας με τον δέκτη και ο συγγραφέας
εκφράζει με πιο πηγαίο τρόπο τις θέσεις του. Απευθύνεται στο συναίσθημα του δέκτη και
επιτυγχάνει τη συναισθηματική του προσέγγιση.
γ. Το ειδικό λεξιλόγιο είναι η γλωσσική ποικιλία μιας επαγγελματικής ομάδας. Τις
περισσότερες φορές πρόκειται για επιστημονική ορολογία. Π.χ. σε ένα κείμενο
πληροφορικής: λογισμικό, κυβερνοχώρος, εφαρμογές κ.λπ.
11
Βιβλία του καθηγητή, Α ́, Β ́, Γ ́ Λυκείου, ΟΕΔΒ, Αθήνα
ΈΚΦΡΑΣΗ ΕΚΘΕΣΗ, Α ́, Β ́, Γ ́Λυκείου, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 2004, εκδ. γ ́
Γραμματική Νέας Ελληνικής Γλώσσας Α', Β' Γ' Γυμνασίου, Σωφρόνης Χατζησαββίδης - Αθανασία
Χατζησαββίδου, ΟΕΔΒ, Αθήνα, Έκδοση Α, 2011
Νεοελληνική Γραμματική, Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ΟΕΣΒ, Αθήνα, 1941
Γραμματική της Ελληνικής Γλώσσας, David Holton - Peter Mackridge - Ειρήνη Φιλιππάκη-Warburton,
Πατάκης, Αθήνα, 1999
Γραμματική της Νέας Ελληνικής, Χρ. Κλαίρης - Γ. Μπαμπινιώτης, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2005
Συντακτικό της Νέας Ελληνικής, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1996, κα' έκδοση
Νεοελληνική Σύνταξις (της κοινής Δημοτικής), Τόμος Α ́και Β ́. Τζάρτζανος Α., Θεσσαλονίκη, 1989,
Αδελφοί Κυριακίδη

ΕΙΔΗ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

Ο λογοτεχνικός διάλογος
Είδαμε ότι είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να αποδοθεί απόλυτα ο προφορικός λόγος με ένα γραπτό κείμενο. Ωστόσο, στη λογοτεχνία συχνά χρησιμοποιείται ο διάλογος τόσο στα αφηγηματικά κείμενα όσο και στα θεατρικά, και σχηματίζουμε την εντύπωση ότι ακούμε έναν αυθεντικό (πραγματικό) προφορικό λόγο, ενώ πρόκειται απλώς για την αναπαράστασή του,
δηλαδή την πιστή απεικόνιση ή μίμησή του.
α) Ο διάλογος στα αφηγηματικά λογοτεχνικά κείμενα (αφηγηματικός διάλογος)
Στα αφηγηματικά λογοτεχνικά κείμενα (μυθιστόρημα, διήγημα κ.λπ.) ο συγγραφέας δεν περιορίζεται μόνο στην περιγραφή και την αφήγηση των γεγονότων, αλλά χρησιμοποιεί και τον μονόλογο και τον διάλογο στην προσπάθειά του να αναπαραστήσει και να απεικονίσει πιστά με τον πιο άμεσο τρόπο τα γεγονότα (δραματικότητα), καθώς και να δώσει ζωντάνια και ζωηρότητα στην αφήγησή του.
Στα αφηγηματικά λογοτεχνικά είδη μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κατηγορίες λόγου:
τον ευθύ λόγο, τον πλάγιο και τον μεικτό.
Ο ευθύς λόγος είναι ο λόγος των ηρώων του λογοτεχνικού έργου. Είναι σαν να ακούμε εκείνη τη στιγμή τους ήρωες να μας μιλάνε. Έτσι, ο λόγος του αφηγητή- συγγραφέα υποχωρεί. Ο πλάγιος λόγος είναι ο λόγος του αφηγητή-συγγραφέα που μεταδίδει (μεταφέρει) τα λόγια των ηρώων του. Ο μεικτός λόγος είναι ο συνδυασμός των δύο παραπάνω, είναι, δηλαδή, ο λόγος των ηρώων (ευθύς λόγος) και ο λόγος του αφηγητή (πλάγιος λόγος) που «ακούγονται».
Τα μέσα που χρησιμοποιούνται στον γραπτό αφηγηματικό λόγο, για να αποδοθεί με φυσικότητα ο προφορικός λόγος με τα παραγλωσσσικά και εξωγλωσσικά γνωρίσματά του, είναι κυρίως:
• Οι λέξεις, και ειδικότερα τα ρήματα (π.χ. «πρόσταξε, φώναξε..»), τα επίθετα (π.χ. «με ύφος
αυστηρό»), τα επιρρήματα (π.χ. «αμήχανα κούνησε το κεφάλι του, βίαια, αυθόρμητα») και
• τα σημεία στίξης, ως δηλωτικά σχόλια των σκέψεων, συναισθημάτων και αντιδράσεων των
ηρώων (π.χ. θαυμαστικό για να δηλωθεί η έκπληξη, ερωτηματικό για την απορία... κ.λπ.).
Έτσι, ο αναγνώστης καταφέρνει να φανταστεί τη διαδραματιζόμενη σκηνή, όπως περίπου ο λογοτέχνης τη φαντάστηκε, αναπαριστώντας σωστά τον τόνο της φωνής, το ύφος, την έκφραση των προσώπων κ.λπ.
Να διαβάσετε το παρακάτω απόσπασμα από το «Ταξίδι με τον Έσπερο» του Άγγελου Τερζάκη. Στη συνέχεια, να βρείτε τα μέσα που χρησιμοποιούνται στον γραπτό αφηγηματικό λόγο, για να αποδοθεί με φυσικότητα ο προφορικός λόγος με τα παραγλωσσσικά και εξωγλωσσικά γνωρίσματά του.
– Λοιπόν, στο γεφυράκι τ’ απόγευμα, έκανε ο Ντόντος με το μούτρο χωμένο στο
πιάτο του.
– Θα πάτε στο γεφυράκι; ρώτησε η κυρία Πιτσιλά.
– Γιατί να μην πάμε στις Πικροδάφνες; Κρίμα! παραπονέθηκε η Φανή.
– Στις Πικροφάφνες, αν δεν μπούμε στου συνταγματάρχη, δεν έχει κανένα νόημα.
– Ω όχι, όχι στου συνταγματάρχη! κάνει η Φανή και κοιτάζει ανήσυχη τον Γλαύκο.
– Μην ακούω ανοησίες, έκανε κοφτά η κυρία Πιτσιλά. Στου συνταγματάρχη, ξέρετε
πως δεν μπαίνει κανένας. Λοιπόν;
– Μα γιατί; ρώτησε απορημένος ο Γλαύκος.
Του έκανε εντύπωση που τους είδε να σωπαίνουν. Μητέρα και κόρη είχανε κοιταχτεί
μια στιγμή.
– Ο συνταγματάρχης είναι ιδιόρρυθμος άνθρωπος, είπε τέλος, ύστερα από σκέψη, η
κυρία Πιτσιλά.
– Εγώ δεν το καταλαβαίνω αυτό, έκανε μέσα στα δόντια του ο Ντόντος.
– Τι δεν καταλαβαίνεις;
– Αυτή την... ιδιοτροπία του συνταγματάρχη.
– Μα Ντόντο!... από πού σε φέραμε; δαγκώθηκε η Φανή.
– Άφησέ τον. Κάνει τώρα τον ανήξερο.
– Γιατί; Σάμπως ξέρω;
– Αυτό που ξέρεις φτάνει, δήλωσε κατηγορηματικά η μητέρα του. Ξέρεις πως οι ξένοι, εκεί, δεν είναι ευπρόσδεκτοι.
Στο παρακάτω απόσπασμα από το αφηγηματικό κείμενο του Άγγελου Βλάχου «Η μπογάτσα» να παρατηρήσετε τις λειτουργίες του διαλόγου: α) Με ποιον τρόπο εξυπηρετεί ο διάλογος την εξέλιξη της δράσης κάθε φορά; β) Πώς βοηθά στη διαγραφή των χαρακτήρων;
[Ένας πεινασμένος χαμάλης στέκεται μπροστά σε μια βιτρίνα, όπου άχνιζε ένα ταψί
λαχταριστή μπογάτσα].
– Τι κοιτάζεις, μωρέ, αυτού;
– Αχ! τη μπογάτσα, αφέντη μου!
– Σ’ αρέσει το λοιπόν η φρέσκια μπογάτσα;
Ο αχθοφόρος δεν απήντησεν, αλλά προσείδε μόνον τον αστυνόμον. Και το βλέμμα
του εκείνο ήτο δίωρος κοινοβουλευτική ρητορεία.
– Κόψ’ του ένα κομμάτι! διέταξεν ο οικτίρμων δημόσιος λειτουργός τον οπτανέα*.
Δος του να φάη του κακομοίρη!
– Αμ’ ένα κομμάτι μοναχά, αφεντικούλη μου; Τι να το κάμω ένα κομμάτι;
– Μα πόσο θέλεις το λοιπόν; Μη θες να τη φας ολάκερη;
– Την τρώγω, αφέντη μου, υπέλαβε μετριοφρόνως ο γυμνήτης*, και υλάκτει*, ως λέει
ο Όμηρος, ο στόμαχός του εξ αγαλλιάσεως.
– Κι αν δεν τη φας;
– Αν δεν τη φάω... φτύσε με, αφέντη μου.
* οπτανεύς/οπτανέας = ψήστης
* γυμνήτης = α. αυτός που δεν φορά πολλά ρούχα, β. αυτός που στερείται τις απολαύσεις
* υλάκτει = γαύγιζε
Να μετατρέψετε τον παρακάτω ευθύ λόγο (τον διάλογο) σε πλάγιο (αφηγηματοποιημένο λόγο), από το απόσπασμα του Γιώργου Θεοτοκά «Αργώ».
Ο Παπασίδερος βάδισε μονομιάς καταπάνω του. Το βλέμμα του γυάλιζε μες στο
ημίφως. Ήτανε πολύ νευριασμένος κι έμοιαζε απειλητικός.
– Τι θες εδώ; ρώτησε βίαια.
– Θέλω γράμματα! αποκρίθηκε ο μικρός αυθόρμητα, μηχανικά, χωρίς να σκεφτεί τι
έλεγε, με το ίδιο πάντα αφαιρεμένο και παράξενο ύφος.
– Γιατί έφυγες, μωρέ, από το σπίτι σου;
– Θέλω γράμματα! ξανάπε το παιδί.
– Πήγαινε να με περιμένεις στο προαύλιο! πρόσταξε ο παπάς.
Κι ενώ ο μικρός στεκότανε απολιθωμένος και τον κοίταζε κατάματα, δίχως να
καταλαβαίνει τα λόγια του, ο παπάς τού φώναξε ακόμα πιο βίαια, σηκώνοντας κιόλας
την κοκαλιάρικη χερούκλα του:
– Πήγαινε έξω αμέσως, να μη σε σπάσω στο ξύλο!
Χρήσιμη πληροφορία:
Κατά τη μετατροπή (αλλαγή) του ευθέως λόγου/διαλόγου σε πλάγιο λόγο/αφηγηματοποιημένο
εργαζόμαστε ως εξής:
α) Μετατρέπουμε τις κύριες προτάσεις (ερώτησης, επιθυμίας, κρίσεως) σε αντίστοιχες πλάγιες
και δευτερεύουσες προτάσεις, εξαρτημένες από ρήματα που αποδίδουν τα παραγλωσσικά
γνωρίσματα του λόγου (π.χ. ρώτησε βίαια, πρόσταξε ...).
β) Μετασχηματίζουμε το α ́ ή β ́ πρόσωπο ενικού σε γ ́ πρόσωπο ενικού αριθμού.
γ) Μεταβάλλουμε τους παροντικούς χρόνους των ρημάτων του διαλόγου σε παρελθοντικούς,
για να συμφωνούν με τους παρελθοντικούς χρόνους των ρημάτων της αφήγησης.
δ) Μεταβάλλουμε τις προστακτικές σε προτρεπτικές υποτακτικές, ώστε να υπαχθούν στην
εξάρτηση του πλάγιου λόγου.
Να μετατρέψετε τον διάλογο ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Πρωταγόρα, από πλάγιο
λόγο που σας δίνεται, σε ευθύ:
Ο Σωκράτης ρώτησε τον Πρωταγόρα ποιο είναι το μάθημα που διδάσκει και σε τι κάνει
καλύτερους τους νέους. Ο Πρωταγόρας του απάντησε ότι το μάθημα που διδάσκει είναι
η ευβουλία, δηλαδή η ορθή σκέψη και πράξη στην ιδιωτική και δημόσια ζωή. Ο Σωκράτης
του εξέφρασε την αντίρρηση ότι αυτό δεν μπορεί να διδαχθεί και, για να του εξηγήσει
για ποιο λόγο, του ανέφερε για παράδειγμα τους Αθηναίους οι οποίοι, ενώ για όλα τα
άλλα θέματα συμβουλεύονται ειδικούς, για τις υποθέσεις της πόλης δέχονται να τους
συμβουλεύει ο καθένας, επειδή πιστεύουν ότι αυτό δεν διδάσκεται. Ύστερα ζήτησε από
τον Πρωταγόρα να τους αποδείξει ότι η αρετή αυτή διδάσκεται. Ο Πρωταγόρας ρώτησε
τους παρευρισκόμενους αν θέλουν να τους το αποδείξει με ρητορικό λόγο ή μύθο. Και
εκείνοι απάντησαν, με μύθο.
β) Ο θεατρικός διάλογος
Αν συγκρίνετε έναν διάλογο στα αφηγηματικά λογοτεχνικά κείμενα και έναν στα θεατρικά κείμενα, θα διαπιστώσετε ότι δεν είναι ίδιος.
Στα αφηγηματικά κείμενα οι διάλογοι (τα λόγια και τα στοιχεία της ομιλίας, παραγλωσσικά και
εξωγλωσσικά, που τα συνοδεύ ουν) πρέπει να αναπαρασταθούν με τον γραπτό λόγο, για να τους
διαβάσει ο αναγνώστης. Έτσι, ο συγγραφέας είναι υποχρεωμένος να προσδιορίζει τα πρόσωπα,
να τα σχολιάζει, να αναφέρει τα στοιχεία της ομιλίας τους, ενώ την αλλαγή των προσώπων την
δηλώνει με τις παύλες.
Από την άλλη μεριά, το θεατρικό κείμενο δίνει βέβαια ορισμένες βασικές πληροφορίες σε όποιον
το διαβάσει, αλλά κύριος προορισμός του είναι να παιχθεί, οπότε τα στοιχεία της ομιλίας γίνονται
άμε σα αντιληπτά από τον θεατή (τα βλέπει), καθώς αναπαράγονται από τους ηθοποιούς. Στο
θεατρικό κείμενο τα πρόσωπα αναγράφονται στο αριστερό μέρος της σελίδας, ακριβώς πριν από
τα λόγια των ηθοποιών.
Αν παρατηρήσετε, τώρα, τα παραγλωσσικά και εξωγλωσσικά φαινόμενα στο αφηγηματικό
κείμενο και στο θεατρικό κείμενο, θα διαπιστώσετε ότι:
Ο διάλογος στα αφηγηματικά κείμενα συνοδεύεται από λεπτομερή περιγραφή των εξωγλωσσικών
και παραγλωσσικών φαινομένων, για να μπορεί ο αναγνώστης να ανασυνθέτει στο μυαλό του τη
σκηνή, όπως περίπου τη φαντάστηκε ο λογοτέχνης. Να μπορεί να αναπαριστά σωστά το ύψος
και τον τόνο της φωνής, την έκφραση, τις κινήσεις κ.ά. Μόνον έτσι ο διάλογος θα έχει ζωντάνια
και αμεσότητα.
Στους θεατρικούς, όμως, διαλόγους κάτι τέτοιο είναι περιττό, αφού ο θεατής βλέπει να
διαδραματίζεται (παίζεται) ο διάλογος μπροστά του και έτσι δεν χρειάζεται να φανταστεί την
ιστορία. Τα παραγλωσσικά και εξωγλωσσικά στοιχεία θα τα ζωντανέψει πάνω στη σκηνή ο
ηθοποιός, ακολουθώντας τις σχετικές οδηγίες του σκηνοθέτη. Οι οδηγίες αυτές, βέβαια, είναι
πάντα διαφορετικές, ανάλογα με την εκάστοτε «σκηνοθετική άποψη» και, επομένως, θα είναι και
διαφορετικός ο τρόπος με τον οποίο αποδίδονται στη σκηνή τα εξωγλωσσικά και παραγλωσσικά
στοιχεία.
Να διαβάσετε πάλι τα παραπάνω αποσπάσματα από το «Ταξίδι με τον Έσπερο» του
Άγγελου Τερζάκη (σ. 75) και «Η μπογάτσα» του Άγγελου Βλάχου (σ. 76). Να προσέξετε με ποιο
τρόπο ο συγγραφέας αποδίδει τον διάλογο και τα εξωγλωσσικά και παραγλωσσικά στοιχεία στο
αφηγηματικό κείμενο. Τι εξυπηρετούν τα σημεία της στίξης;
79
γ) Η φυσικότητα στον διάλογο
Η φυσικότητα (το να ηχεί, δηλαδή, ο διάλογος σαν πραγματικός) είναι μία από τις
κύριες αρετές του διαλόγου. Αυτό σημαίνει πως συχνά στα λογοτεχνικά κείμενα οι συγγραφείς
προσπαθούν -και το πετυχαίνουν σε ικανοποιητικό βαθμό- να διατηρήσουν, χρησιμοποιώντας
και αξιοποιώντας, πολλά από τα γνωρίσματα του προφορικού λόγου, όπως είναι:
• Οι σύντομες ή μισοτελειωμένες φράσεις, οι επαναλήψεις...
• Τα εξωγλωσσικά και παραγλωσσικά στοιχεία της ομιλίας, όπως είναι οι παύσεις, οι χειρονομίες,
οι εκφράσεις του προσώπου, οι κινήσεις, η ψυχική κατάσταση κ.ά.
• Ο τόνος της φωνής, ο οποίος συχνά αποδίδεται και με επίθετα και ρήματα, π.χ. «ρώτησε
απότομα...»
• Η απόδοση των χαρακτηριστικών των συνδιαλεγόμενων ηρώων, ανάλογα με την κοινωνική
προέλευση, καταγωγή, επαγγελματική ιδιότητα κ.λπ.
• Η χρήση του ατομικού ή τοπικού ιδιώματος. Η ιδιόλεκτος, δηλαδή η γλώσσα κάθε ατόμου,
η προσωπική του έκφραση, αναμφίβολα ζωντανεύει μπροστά μας τη σκηνή της συζήτησης.
Να διαβάσετε πάλι το απόσπασμα από τα «Χταποδάκια» του Μ. Καραγάτση στην ενότητα «Προφορικός και Γραπτός λόγος» (σσ. 60-61):
α) Να εντοπίσετε δύο παραδείγματα από το κείμενο που να τεκμηριώνουν (επιβεβαιώνουν):
– την ιδιόλεκτο του μαγαζάτορα,
– τη φυσικότητα του διαλόγου,
– το μορφωτικό επίπεδο του Παναγιωτάκη.
β) Να αφηγηθείτε το παραπάνω επεισόδιο σε έναν φίλο σας, εκφράζοντας, παράλληλα, τη
συμπάθειά σας προς το πρόσωπο του ήρωα.
Δραματοποίηση
Δραματοποίηση είναι η παρουσίαση με θεατρικό τρόπο ενός θέματος. Με τη δραματοποίηση δημιουργείται ένας πλαστός/φανταστικός κόσμος μέσα στον οποίο οι συμμετέχοντες αναλαμβάνουν έναν ρόλο, εκφράζονται ελεύθερα και καλούνται να βιώσουν και να ζωντανέψουν μια κατάσταση, φαινόμενα από την καθημερινή ζωή τους, να δράσουν και να παραγάγουν λόγο προφορικό ή ορισμένες φορές και γραπτό..
Να παρουσιάσετε στην τάξη μια σκηνή που διαδραματίζεται ανάμεσα σε έναν έφηβο και
στους γονείς του. Ο διάλογος μπορεί να αρχίζει με μία από τις παρακάτω φράσεις:
– Γιατί δεν διαβάζεις και όλο γυρίζεις αργά κάθε βράδυ;
– Το πήρα απόφαση και σας το ανακοινώνω τώρα που τέλειωσα το Λύκειο. Θα πάω
διακοπές με τους φίλους μου.
– Θέλω χρήματα, για να αγοράσω ηλεκτρονικό υπολογιστή (μοτοσικλέτα, ηλεκτρική
κιθάρα, ηλεκτρονικό συγκρότημα κ.λπ.).
– Δεν νομίζεις ότι είσαι πολύ απαιτητικός. Όλο ζητάς. Στη ζωή δεν έχουμε μόνο
δικαιώματα, αλλά και υποχρεώσεις.
Προσπαθήστε τώρα:
α) Να γράψετε σε θεατρική μορφή έναν από τους διαλόγους που παρουσιάστηκαν στην τάξη.
β) Να αφηγηθείτε ύστερα τη σκηνή σε ένα γράμμα που απευθύνεται σε κάποιο φίλο, είτε από
την πλευρά /οπτική γωνία του εφήβου είτε από την πλευρά/ οπτική γωνία των γονιών. Στο
γράμμα σας να αφηγηθείτε τα γεγονότα και να μεταφέρετε σε πλάγιο λόγο τα βασικά σημεία
της συζήτησης. Εννοείται ότι και στις δύο περιπτώσεις (α, β) στόχος σας δεν είναι να γράψετε
ένα λογοτεχνικό κείμενο, αλλά απλώς να αποδώσετε με φυσικότητα έναν διάλογο.
* Η ΕΙΚΌΝΑ ΕΊΝΑΙ ΠΑΡΜΈΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΊΚΤΥΟ

TI EINAI O TEΛΕΣΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ;

Τελεστικός λόγος (προφορικός και γραπτός)
Στον προφορικό λόγο, καθώς εκφωνούμε ορισμένες λέξεις (κυρίως ρήματα) ή φράσεις, πραγματοποιούμε ταυτόχρονα και μία πράξη, π.χ. με τη φράση «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια», δίνουμε όρκο στο δικαστήριο. «Σου υπόσχομαι ότι θα έρθω στη γιορτή σου». Η πράξη αυτή, που συντελείται μέσω του λόγου, ονομάζεται λεκτική πράξη. Σε ορισμένες περιπτώσεις,
για να εκτελεστεί μια λεκτική πράξη, πρέπει το πρόσωπο που την εκτελεί να είναι αρμόδιο / εξουσιοδοτημένο να την εκτελέσει, π.χ. η δήλωση του διευθυντή του σχολείου «Αποβάλλεσαι για δύο μέρες» επιτελεί πράξη (αποβολή του μαθητή). Αν τη φράση αυτή την πει ο επιστάτης του σχολείου ή άλλο πρόσωπο, που δεν έχει αυτή την αρμοδιότητα, τότε δεν μπορεί να γίνει πράξη η αποβολή.
Ανάλογο φαινόμενο παρουσιάζεται και στον γραπτό λόγο. Ορισμένα κείμενα δεν μας γνωστοποιούν απλώς ένα γεγονός, αλλά έχουν και μια πρόσθετη λειτουργία, π.χ. ένα πιστοποιητικό σπουδών, μια βεβαίωση, μια δήλωση, ένα συμβόλαιο, πέρα από τις πληροφορίες που μας δίνουν, πιστοποιούν, βεβαιώνουν, δηλώνουν κάτι, δηλαδή εκτελούν μια «πράξη». Ο λόγος, προφορικός ή γραπτός, μέσω του οποίου συντελείται μια «πράξη», ονομάζεται τελεστικός λόγος.

ΤΡΟΠΟΙ ή ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

επιμέλεια: Χριστόφορος Βλάχος, φιλόλογος
Τους τρόπους ανάπτυξης είτε τους συναντάμε σε ασκήσεις, στις οποίες πρέπει να εντοπίσουμε τι τρόπος
είναι είτε καλούμαστε (σπάνια) να αναπτύξουμε εμείς μια θεματική περίοδο με συγκεκριμένο
τρόπο.(συνήθως εμείς επιλέγουμε τον τρόπο). Οι τρόποι ανάπτυξης παραγράφου είναι οι εξής:
1. Ορισμός
2. Παραδείγματα
3. Αιτιολόγηση
4. Αίτιο –Αποτέλεσμα
5. Σύγκριση –αντίθεση
6. Διαίρεση
7. Αναλογία
8. Συνδυασμός μεθόδων
1. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΟΡΙΣΜΟ:
«... Η βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας για τον εργαζόμενο θεωρείται «απόλυση». Τι είναι όμως η
«βλαπτική μεταβολή»; Ο νόμος ορίζει ρητά ότι βλαπτική μεταβολή αποτελεί οπωσδήποτε η μετάθεση του
εργαζόμενου σε γραφείο της επιχείρησης στο εξωτερικό, γενικότερα όμως αν οριστεί η έννοια και σύμφωνα
πάντοτε με την κρίση των Δικαστηρίων, σημαίνει κάθε μεταβολή που προκαλεί υλική ή ηθική ζημιά στον
εργαζόμενο...»
 Πώς εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Όταν το περιεχόμενο της θεματικής
περιόδου υποβάλει την ερώτηση «τι είναι;» ή «τι εννοεί με αυτό;», η παράγραφος αναπτύσσεται με
ορισμό, δηλαδή με έκθεση των κύριων γνωρισμάτων της έννοιας.
 Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε τον συγκεκριμένο τρόπο: Καταγράφουμε την οριστέα έννοια (είδος), το
γένος της (σε ποια ομάδα εννοιών ανήκει), την ειδοποιό διαφορά εάν υπάρχει (τι διαχωρίζει τη
συγκεκριμένη από άλλες ομοειδείς), καθώς και λέξεις –φράσεις που αποκαλύπτουν ότι πρόκειται για
ορισμό (συνήθως κάποιο ρήμα, όπως «ορίζεται», «είναι», «αποτελεί» κ.α.)
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Ο ορισμός που διατυπώνεται
πρέπει να περιέχει ουσιώδη γνωρίσματα και όχι δευτερεύοντα. Να μην έχει δήθεν επιστημονικό ύφος με
ασάφειες, ακαδημαϊκούς όρους, ακαθόριστες εκφράσεις. Να μην εμπεριέχει την οριστέα έννοια στην
εξήγηση, π.χ. ψυχρό είναι αυτό που προκαλεί ψύχος.
2. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ:
«...Όσο πιο κοντά μας διαδραματίζεται ένα γεγονός τόσο πιο ενδιαφέρον είναι. Για την αθηναϊκή εφημερίδα
η διακοπή του ρεύματος στην Αθήνα είναι η πρώτη είδηση ενώ για τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης δεν είναι
ούτε μονόστηλο. Οι δέκα πρόσκοποι που χάθηκαν στην Πάρνηθα για εμάς είναι σπουδαίο θέμα, ενώ η
είδηση πως χάθηκαν εκατό Ινδοί στρατιώτες στα Ιμαλάια πάει κατευθείαν στο καλάθι των αχρήστων...»
 Όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Αν το περιεχόμενο της θεματικής
περιόδου χρειάζεται περισσότερες διευκρινίσεις, τότε η παράγραφος μπορεί να αναπτύσσεται με
παραδείγματα. Συνήθως, μεταβαίνουμε στις λεπτομέρειες με τις φράσεις «για παράδειγμα»,
«παραδείγματος χάριν», «π.χ.» κ.α.
 Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο: Αναφέρουμε τα χωρία που εντοπίζονται τα
παραδείγματα, σε εισαγωγικά, καθώς και τις λέξεις –φράσεις που παραπέμπουν στο συγκεκριμένο τρόπο
(«π.χ.», «λ.χ.» κ.λπ.). Μπορούμε, επίσης, να αναφερθούμε στη θεματική περίοδο, δηλαδή για ποιον
ισχυρισμό δίνει παραδείγματα, ή στο χώρο από τον οποίο αντλεί τα παραδείγματα.
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Λαμβάνουμε τα παραδείγματα
από την προσωπική μας εμπειρία, την καθημερινή ζωή ή την ιστορία. Η χρήση των παραδειγμάτων πρέπει να γίνεται με φειδώ γιατί κουράζει τον αναγνώστη και οδηγεί στον εγκυκλοπαιδισμό. Επίσης, τα παραδείγματα πρέπει να είναι εύστοχα, απλά και συγκεκριμένα και οι πληροφορίες εξακριβωμένα αληθείς.
3. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ:
«Είναι κατανοητό ότι ο άνθρωπος αισθάνεται το Σύμπαν εχθρικό και τον εαυτό του εξόριστο σε μία γωνιά
του. Εξόριστο για δύο λόγους. Πρώτον γιατί το Σύμπαν εμφανίζεται απέραντα μεγάλο και με άπειρη ποικιλία
μορφών ύλης. Δεύτερο, γιατί το Σύμπαν δεν φαίνεται να έχει κάποιο σκοπό. Ο πολύπλοκος μηχανισμός του,
παρά τη θαυμαστή εσωτερική αλληλουχία του, φαίνεται να λειτουργεί ερήμην του ανθρώπου...»
 Όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Αν η θεματική περίοδος είναι
διατυπωμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να μας παρακινήσει να ρωτήσουμε «γιατί», η μέθοδος ανάπτυξης
θα πρέπει να είναι ασφαλώς η αιτιολόγηση
 Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο: Αναφέρουμε τι αιτιολογεί ο συγγραφέας
(ουσιαστικά, δηλαδή, τη θεματική περίοδο), εντοπίζουμε και αναφέρουμε το αντίστοιχο χωρίο που
υπάρχει η αιτιολόγηση (σε εισαγωγικά) και καταγράφουμε τη λέξη- φράση που παραπέμπει στο
συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης (π.χ. «γιατί», «επειδή»)
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Προβάλουμε ως θεματική
περίοδο μια κρίση η οποία αναγκαστικά μας οδηγεί στο να ρωτήσουμε «γιατί». Η αιτιολόγηση πρέπει να
είναι πλήρης λογικών προτάσεων (πάντα αξιόπιστων). Καλό είναι το επιχείρημα που προβάλουμε να είναι
σωστά ιεραρχημένο -αρχίζοντας από το πιο σημαντικό, το λιγότερο σημαντικό, το ακόμα λιγότερο
σημαντικό κ.λπ. Κυρίως, όμως να οργανώνεται με συνοχή και συνεκτικότητα.
4. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ
«...Μια άλλη λειτουργία της διαφήμισης είναι πιο έμμεση και πιο επικίνδυνη. Πρόκειται για τον εθισμό των
μαζών στο να δέχονται και τελικά να υπακούουν στα μηνύματά της. Αυτό συμβαίνει επειδή η προβολή των
διαφημιστικών μηνυμάτων είναι συνεχής και καταιγιστική. Ο τηλεθεατής δεν προλαβαίνει να αφομοιώσει
και να κρίνει τα μηνύματα αυτά. Οπότε αναγκάζεται να τα δεχτεί μέσα από τη δύναμη της συνήθειας...»
 Όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Εάν σε μια θεματική πρόταση
διατυπώνεται η αιτία ή οι αιτίες που οδηγούν σε ένα ή περισσότερα αποτελέσματα τότε η ανάπτυξη
πρέπει να γίνει με τη μέθοδο των αιτίων και αποτελεσμάτων
 Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο:Αναφέρουμε το τμήμα με τα αίτια,
παραθέτοντας τα αντίστοιχα χωρία. Το ίδιο κάνουμε και με το αποτέλεσμα. Συμπληρωματικά,
καταγράφουμε λέξεις ή φράσεις που μπορεί να δηλώνουν αίτιο («εξαιτίας», «γιατί» κ.ο.κ.) και
αποτέλεσμα («με αποτέλεσμα», «συνεπώς» κ.λπ.)
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Μπορούμε να ξεκινήσουμε (στην
θεματική περίοδο) με τα αίτια και να αναπτύξουμε (στις λεπτομέρειες - σχόλια) τα αποτελέσματα.
Μπορούμε φυσικά να κάνουμε και το αντίθετο ή να καταγράψουμε τη θεματική περίοδο και να
χωρίσουμε τις λεπτομέρειες σχόλια σε αίτια -αποτελέσματα. Γενικά πάντως, πρέπει να επιχειρείται η
λογική ανάπτυξη-επιχειρηματολογία και όχι η απλή παράθεση αιτίων και αποτελεσμάτων.
Προσοχή! το αποτέλεσμα δεν βρίσκεται στην κατακλείδα παρά μόνο πολύ σπάνια. Το συμπέρασμα, που δεν
πρέπει να το συγχέουμε βρίσκεται στην κατακλείδα. Επίσης, η θεματική περίοδος μπορεί να λειτουργεί ως
αίτιο ή ως αποτέλεσμα.
5. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΥΓΚΡΙΣΗ -ΑΝΤΙΘΕΣΗ
«...Ένα χάσμα χωρίζει τον Σωκράτη από τους σοφιστές. Ο Σωκράτης ζήτησε τη μία και καθολική έννοια, τη
μία και καθολική αλήθεια, ενώ οι σοφιστές υποστήριζαν πολλές γνώμες πάνω στο ίδιο πράγμα. Επίσης και
στον τρόπο ζωής υπάρχει ριζική αντίθεση ανάμεσα στο Σωκράτη και τους σοφιστές. Οι σοφιστές ήταν
έμποροι γνώσεων, ενώ ο Σωκράτης υπήρξε άμισθος δάσκαλος και ερευνητής της αλήθειας...»
 Όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Η παράγραφος που οργανώνεται με
σύγκριση –αντίθεση παίρνει συνήθως την εξής μορφή: στη θεματική περίοδο αναγνωρίζεται η
ομοιότητα ή η αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στα συγκρινόμενα μέλη. Στις λεπτομέρειες –σχόλια η
παράγραφος αναπτύσσεται με σύγκριση –αντίθεση που γίνεται κυρίως με δύο τρόπους: ή
παρουσιάζονται όλα τα γνωρίσματα του ενός μέλους και στη συνέχεια όλα τα γνωρίσματα του άλλου
μέλους ή καταγράφονται σημείο προς σημείο οι ομοιότητες και οι διαφορές των συγκρινόμενων –
αντιτιθέμενων μελών. Η περίοδος –κατακλείδα μπορεί να περιλαμβάνει το συμπέρασμα της σύγκρισης
ή μια γενική παρατήρηση και κρίση
 Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο: Εντοπίζουμε ποιες είναι οι συγκρινόμενες
έννοιες και καταγράφουμε σε εισαγωγικά τα αντίστοιχα μέρη που αναπτύσσονται τα συγκριτικά ή
αντιτιθέμενα στοιχεία (σε εισαγωγικά, όπως πάντα). Επιπρόσθετα, καταγράφουμε και λέξεις ή φράσεις
που παραπέμπουν στη σύγκριση αντίθεση («αντίθετα», «παρομοίως» κ.α.)
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Να ονομάζονται ξεκάθαρα τα
συγκρινόμενα μέλη στη θεματική περίοδο και η σύγκριση ή αντίθεση να είναι απλή και σαφής.
6. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΑΝΑΛΟΓΙΑ (μεταφορική σύγκριση –αντίθεση)
«...Το Διαδίκτυο ξεκίνησε και παραμένει σε μεγάλο βαθμό άναρχο και χαοτικό. Μεγαλώνει σαν την άγρια
βλάστηση που βρίσκει νωπό χώμα. Τώρα κάποιοι θέλουν να ελέγξουν αυτή τη βλάστηση, να τη μετατρέψουν
σε ελεγχόμενη καλλιέργεια, να διαλέξουν το τι θα βλασταίνει εκεί και να το πουλήσουν σε όποιον διαθέτει
τους οβολούς. Ο «Κήπος της Εδέμ» που γέννησε η πληροφορική κινδυνεύει, αντί για λίκνο γνώσης και
δημοκρατίας, να μετατραπεί σε «φεουδαρχικό μποστάνι» ή και τον πιο ασφυκτικό ολοκληρωτισμό που
γνώρισε η ιστορία των ανθρώπων...»
 Όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Αν η θεματική περίοδος είναι
διατυπωμένη ως παρομοίωση ή μεταφορά, τότε πρέπει να αναπτυχθεί με αναλογία, δηλαδή με
εκτεταμένη παρομοίωση. Στη μέθοδο αυτή υπάρχουν δύο μέλη/ σκέλη, το ένα μέλος αναφέρεται στο
περιγραφόμενο αντικείμενο, ενώ το άλλο σε ένα αντικείμενο που παρουσιάζει αναλογίες/ ομοιότητες
προς αυτό
 Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο: εντοπίζουμε ποιες είναι οι μεταφορικά
συγκρινόμενες έννοιες και καταγράφουμε σε εισαγωγικά τα αντίστοιχα μέρη, όπως στη σύγκριση
αντίθεση. Εάν υπάρχουν, καταγράφουμε και λέξεις που αποκαλύπτουν την αναλογία («σαν», «όπως»,
κ.ο.κ.)
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Με τη μέθοδο της αναλογίας
βεβαιώνουμε την ομοιότητα ανάμεσα σε δύο αντικείμενα ή φαινόμενα, φαινομενικά ανόμοια, π.χ. Η
εξάπλωση της επιδημικής αρρώστιας γίνεται όπως η εξάπλωση μιας πυρκαγιάς. Ο τρόπος αυτός
ανάπτυξης είναι δύσχρηστος και απαιτεί γλωσσική δεξιότητα και επιμελημένη οργάνωση της
παραγράφου. Χρειάζεται σιγουριά στους ισχυρισμούς, σαφήνεια και πολύ προσοχή στην διατύπωση.
Συνιστάται να αποφεύγεται
7. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΔΙΑΙΡΕΣΗ
«...Τα προγράμματα της τηλεόρασης με βάση το περιεχόμενό τους διακρίνονται σε ενημερωτικά και
ψυχαγωγικά. Τα πρώτα περιλαμβάνουν κυρίως δελτία ειδήσεων και εκπομπές στις οποίες συζητούνται
επίκαιρα θέματα πολιτικού, κοινωνικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Στα ψυχαγωγικά προγράμματα
εντάσσονται οι κινηματογραφικές ταινίες, η προβολή μουσικών ή άλλων καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και
ποικίλα (και μάλιστα πολλά) τηλεπαιχνίδια. Αποτελούν το συνηθέστερο τρόπο ψυχαγωγίας των
ασθενέστερων κυρίως κοινωνικών και οικονομικών τάξεων...»
 Όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Με τη διαίρεση αναλύεται ένα όλο -
διαιρετέα έννοια (γένος) στα μέρη του (είδη) με βάση κάποιο ουσιώδες χαρακτηριστικό γνώρισμά τους
(διαιρετική βάση).
Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο: Καταγράφουμε, εκτός από τη διαιρετέα
έννοια, το γένος, τα είδη και τη διαιρετική βάση (καταγράφοντας ανάλογα χωρία). Επίσης, καταγράφουμε
λέξεις ή φράσεις που παραπέμπουν στη διαίρεση («διακρίνονται», «χωρίζονται», «πρώτον»/ «δεύτερον»
κ.ο.κ.)
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Πρέπει να δηλώνονται όλα τα
μέρη, το χαρακτηριστικό γνώρισμα πρέπει επίσης να τα αφορά όλα. Ακόμα, να είναι απολύτως σαφές το
τι συνδέει το μέρος με το όλον.
8. ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ ΜΕΘΟΔΩΝ
«...Το νησί της Κέρκυρας χωρίζεται στην πόλη και την ύπαιθρο. Η πόλη είναι το επίκεντρο κάθε είδους
δραστηριότητας στο νησί (πολιτικές διεργασίες, πολιτιστικές δραστηριότητες, επαγγελματική δράση κ.λπ.).
Στην ύπαιθρο τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά,. Επικρατεί περισσότερη ησυχία, αν και δεν είναι εύκολο
να ισχυριστεί κανείς ότι δεν λαμβάνουν χώρα διάφορα πράγματα...» (διαίρεση και σύγκριση –αντίθεση)
 Όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης στο κείμενο: Ο συνδυασμός από δύο ή
περισσότερους τρόπους. Όταν π.χ. χρησιμοποιείται η μέθοδος του ορισμού μπορεί να χρειαστεί
συγχρόνως να δικαιολογηθεί μια κρίση, να διευκρινιστεί μια έννοια με ένα παράδειγμα κ.λπ.
 Πώς απαντάμε όταν εντοπίζουμε το συγκεκριμένο τρόπο: Καταγράφουμε τους επιμέρους τρόπους και
σύμφωνα με τα προηγούμενα αποδεικνύουμε την επιλογή μας.
 Όταν εμείς αναπτύσσουμε μια παράγραφο με το συγκεκριμένο τρόπο: Ισχύουν όλα όσα αναφέρθηκαν
παραπάνω.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
Σε περίπτωση που μας ζητηθεί «πώς οργανώνεται η παράγραφος» οφείλουμε να καταγράψουμε τα εξής
στοιχεία:
1) Τον τρόπο ή μέθοδο ανάπτυξης
2) Τα δομικά μέρη της παραγράφου
3) Αναφορά στο επιχείρημα (δομή και περιεχόμενό του), εάν υπάρχει
4) Συλλογιστική πορεία της παραγράφου
Η φωτό είναι παρμένη από : https://blog.kappou.gr/sullogismos/

ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΣ /// ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΣ / ΕΠΑΓΩΓΙΚΟΣ/ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΣ/’ΑΜΕΣΟΣ /’ΕΜΜΕΣΟΣ

Συλλογισμός είναι η διαδικασία με την οποία ο νους καταστρώνει ένα επιχείρημα. Έχουμε τριών ειδών συλλογισμούς: τον παραγωγικό, τον επαγωγικό και τον αναλογικό.
 Παραγωγικός είναι ο συλλογισμός που ξεκινά από μια γενική θέση, αρχή, κρίση, κοινά και αποδεδειγμένα ορθή, για να καταλήξει σ’ ένα συγκεκριμένο και ειδικό συμπέρασμα. Η πορεία της σκέψης είναι αναλυτική, επειδή έχουμε ως αφετηρία το γενικό και αφηρημένο (το όλον) και καταλήγουμε στο ειδικό και συγκεκριμένο (τα επιμέρους).
Η παραγωγική συλλογιστική πορεία/μέθοδος φαίνεται ότι παράγει, σχεδόν πάντοτε, βέβαια και ασφαλή συμπεράσματα.
Επαγωγικός είναι ο συλλογισμός που ξεκινά από το ειδικό και συγκεκριμένο και καταλήγει στο γενικό και αφηρημένο. Η πορεία της σκέψης είναι συνθετική, επειδή η αλήθεια του  επιμέρους αποδεικνύει την αλήθεια του όλου. Η επαγωγική συλλογιστική πορεία/μέθοδος οδηγεί σε πιθανά συμπεράσματα.
Αναλογικός ονομάζεται ο συλλογισμός που ξεκινά από μια ειδική και συγκεκριμένη θέση και καταλήγει σε ειδικό και συγκεκριμένο συμπέρασμα. Είναι ο πιο ασθενής ως προς τη δύναμη της πειθούς, συλλογισμός, γιατί από τα επιμέρους συμπεραίνει πάλι τα επιμέρους.
Άμεσος λέγεται ο συλλογισμός, όταν το συμπέρασμα προκύπτει από μια μόνο πρόταση/κρίση (προκείμενη).
Αντίθετα, έμμεσος λέγεται ο συλλογισμός, όταν το συμπέρασμα προκύπτει από δύο ή περισσότερες προτάσεις/κρίσεις (προκείμενες).
* Η φωτό είναι παρμένη από την ηλεκτρονική διδασκαλία.

Έξαψη

της Ασημίνας Ξηρογιάννη

Ζω διαρκείς επαναλήψεις

Κι αν ποίημα έκανα το Χέρι το μανιασμένο,

δεν υπάρχει σωτηρία.

Τα σημάδια κραυγάζουν στα μάγουλά μου επάνω.

Στα χέρια, τα πόδια, την πλάτη, το στήθος

Το σώμα μου στενάζει

Το σώμα μου κραυγάζει

Το σώμα μου θρηνεί

Κι όλο αναρωτιέμαι  αν έχει κάποια διαφορά

να ζήσω ή να πεθάνω.

Ούτε το φεγγάρι δεν απορροφά της βίας τους κραδασμούς

Το Xέρι εκεί,

ακούραστο, στιβαρό,

Κρέμεται σαν απειλή-πιο σκληρή κι από τη νύχτα-

Ο δήμιος μου,

Εφιάλτης!

Ζω διαρκείς επαναλήψεις

Αλλά εγώ μπορώ ακόμα να νοσταλγώ-τουλάχιστον

Νοσταλγώ τον παιδικό μου κήπο με τις λεμονιές και τη ροδιά

Αν φυτέψω εκεί το Xέρι,

Άραγε θ’ ανθίσει λουλούδι;

ΠΗΓΗ: https://www.fractalart.gr/apo-ton-tholo-kathrefti-toy-chthes-stis-amfivoles-antanaklaseis-toy-simera/

 

[Μαργαρίτα Περδικάρη]

Απόσπασμα από το ομώνυμο διήγημα στο «Το τέλος της μικρής μας πόλης» του Δημήτρη Χατζή, εκδόσεις Ζώδιο,1989.

Όταν οι Γερμανοί την τουφέκισαν, στις αρχές του καλοκαιριού του 1944, λίγο πρίν την απελευθέρωση, η Μαργαρίτα δεν είχε πατήσει ακόμα τα είκοσι χρόνια της. Το λιγνό κορμί της βάσταξε μ΄ απίστευτη αντοχή όλες τις κακουχίες της φυλακής, το στόμα της έμεινε κλεισμένο σ΄όλα τα μαρτύρια που μαθεύτηκε πώς της κάνανε. Και στάθηκε μπροστά στο απόσπασμα χαμογελώντας το πικρό χαμόγελο της οικογένειας των Περδικάρηδων. Αυτό το τελευταίο για το χαμόγελο το ΄πε ο παπάς, που με την απαραίτητη παρουσία του στις θανατικές εκτελέσεις, επικυρώνει, στ΄ονομα του Καίσαρος, την απόδοση της ψυχής στο Θεό. Ο ίδιος είπε πως, όταν σήκωσαν τα ντουφέκια, η μικρή Μαργαρίτα κούνησε το χέρι της κ΄είπε ένα ακατανόητο καληνύχτα, μάλιστα δεν είπε καληνύχτα, είπε ακριβώς – «καληνύχτα ντε…».
Είταν η πρώτη γυναίκα στη δική μας πόλη που πέθαινε με τέτοιον τρόπο. Ως τα τότες οι γυναίκες εκεί ξέρανε μόνο να πεθαίνουν αμίλητες στο κρεβάτι ή το στρώμα τους απ΄ αρρώστιες κι από γεράματα, πεθαίνανε πάνω στη γέννα ή τη λεχωνιά τους, από το μαράζι της φτώχειας, της κακής παντριάς ή της ξενητιάς των αντρών τους –τέτοια πράματα π’ ο καθενας τα βρίσκει πολύ φυσικά. Αν πεις και για τις γυναίκες από το δικό της το σόι, οι γυναίκες των Περδικάρηδων πέθαιναν από γεροντοχτικιό, από κρίσεις νευρικές και καρδιακές – γεροντοκόρες το πλείστον. Τελευταία στο σόι τους η Μαργαρίτα πέθανε κι αυτή ανυμέναια 1.

1 ανυμέναια: χωρίς να έχει παντρευτεί.

Σε 100-150 λέξεις να σκιαγραφήσεις την προσωπικότητα της Μαργαρίτας Περδικάρη, αντλώντας στοιχεία από το κείμενο 2 (μον. 10). Ποιες σκέψεις σου γεννιούνται διαβάζοντας την ιστορία της νεαρής αυτής γυναίκας, λαμβάνοντας υπόψη το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο μεγάλωσε;
(Μονάδες 15)

****

ENΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ /ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Οποιαδήποτε διαπίστωση από τους/τις μαθητές/τριες θεωρείται αποδεκτή, εφόσον μπορεί να συσχετιστεί/ τεκμηριωθεί με στοιχεία/ χωρία του κειμένου, χωρίς να δίνεται με τρόπο αυθαίρετο.

Ο μαθητής ή η μαθήτρια μπορεί να επισημάνει πως η Μαργαρίτα Περδικάρη παρουσιάζεται ως μία γενναία νεαρή γυναίκα, η οποία

  • δε δειλιάζει όχι μόνο να οργανωθεί στην αντίσταση ενάντια στην Γερμανική κατοχή αλλά και να σταθεί χαμογελαστή απέναντι στο εκτελεστικό απόσπασμα («στάθηκε μπροστά στο απόσπασμα χαμογελώντας το πικρό χαμόγελο της οικογένειας των
    Περδικάρηδων
    »), απευθύνοντας του ακόμη κι έναν ειρωνικό χαιρετισμό («όταν σήκωσαν τα ντουφέκια, η μικρή Μαργαρίτα κούνησε το χέρι της κ΄ είπε ένα ακατανόητο καληνύχτα, μάλιστα δεν είπε καληνύχτα, είπε ακριβώς – «καληνύχτα ντε…»).
  • Άντεξε τα βασανιστήρια των κατακτητών, αλλά και τον εγκλεισμό της στην φυλακή με πείσμα και αυταπάρνηση, χωρίς να προδώσει τα ονόματα των συμπατριωτών της («Το λιγνό κορμί της βάσταξε μ΄ απίστευτη αντοχή όλες τις κακουχίες της φυλακής, το στόμα της έμεινε κλεισμένο σ’ όλα τα μαρτύρια που μαθεύτηκε πώς της κάνανε.»).

Στο δεύτερο υποερώτημα αξιολογείται η προσωπική ανταπόκριση του μαθητή στο κείμενο που διάβασε. Μπορεί να εκφράσει:

  • Προβληματισμό, καθώς η ηρωίδα είναι μια ανυπότακτη και ανεξάρτητη γυναίκα, η οποία δρα μέσα σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που κρατούσε τις γυναίκες μέσα στο σπίτι, δέσμιες των συζύγων, των πατεράδων ή ακόμη και των άρρενων αδερφών τους, χωρίς αυτονομία και ελεύθερη βούληση («Ως τα τότες οι γυναίκες εκεί ξέρανε μόνο να πεθαίνουν αμίλητες στο κρεβάτι ή το στρώμα τους απ’ αρρώστιες κι από γεράματα, πεθαίνανε πάνω στη γέννα ή τη λεχωνιά τους, από το μαράζι της φτώχειας, της κακής παντριάς ή της ξενητιάς των αντρών τους»).
  • Θαυμασμό, καθώς, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι γυναίκες, που έπαιρναν την πρωτοβουλία να διαφοροποιηθούν και να μην κάνουν πράγματα από εκείνα που «ο καθένας τα βρίσκει πολύ φυσικά», είχαν να αντιμετωπίσουν και την κοινωνική κατακραυγή.
  • Μπορεί να γίνει συσχετισμός και με την Αντιγόνη και τη Στέλλα Βιολάντη.

*****

ΠΗΓΗ:ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ : https://www.trapeza-thematon.gr/Thema/14466

 

 

Παλαμάς Κωστής (1859-1943)

Kωστής Παλαμάς

Πηγή: ελληνικός πολιτισμός : https://users.sch.gr/ipap/Ellinikos_Politismos/logotexnia/Biografies/palamas.htm

 

Σύντομο βιογραφικό για σχολική χρήση. Κατέβασε σε αρχείο 

Ο Κωστής Παλαμάς γεννήθηκε στην Πάτρα και καταγόταν από το Μεσολόγγι. Έχασε και τους δυο γονείς του το 1866 και εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι σε συγγενικό σπίτι. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1877, ωστόσο από νωρίς είχε στραφεί προς τη λογοτεχνία. Το 1914 βραβεύτηκε για την προσφορά του με το κρατικό αριστείο γραμμάτων και τεχνών. Ήταν ένα από τα πρώτα μέλη της Ακαδημίας Αθηνών και το 1930 εκλέχτηκε πρόεδρός της. Με αφορμή τον θάνατο του μικρότερου γιου του Άλκη το 1898 ο ποιητής έγραψε τα ποιήματα Τάφος και Παράδεισοι. Πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943. Η κηδεία του στο πρώτο νεκροταφείο έμεινε στην ιστορία ως ένα είδος αντικατοχικής διαδήλωσης.

Ο Παλαμάς κάλυψε με το έργο του ολόκληρο το φάσμα του γραπτού λόγου. Ασχολήθηκε με την ποίηση, την πεζογραφία, το θέατρο, τη δημοσιογραφία, την αρθρογραφία, τη μελέτη, την κριτική. Στο ποιητικό του έργο που ξεπερνά τις είκοσι συλλογές κυριαρχεί η Ελλάδα ως ιδανικό και αντικείμενο αγάπης, η πορεία του ελληνικού έθνους μέσα στους αιώνες, η προσπάθεια δημιουργικής αφομοίωσης του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της λαϊκής παράδοσης, το πνεύμα της οικουμενικότητας του πολιτισμού. Στάθηκε ο εμπνευστής και εισηγητής της λεγόμενης γενιάς του 1880 ή παλαμικής γενιάς στην ελληνική ποίηση, όταν γύρω στα 1879-1880, αντιδρώντας στη ρητορεία της ρομαντικής ποίησης της Α' Αθηναϊκής Σχολής και επηρεασμένος από το ρεύμα του γαλλικού Παρνασσισμού, ηγήθηκε της ανανέωσης της ποιητικής θεματολογίας και έκφρασης.

Σταθμοί στην ποιητική δημιουργία του θεωρούνται Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου και Η Φλογέρα του βασιλιά, γραμμένα στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του αιώνα μας. Υπήρξε δια βίου ένθερμος υποστηρικτής της δημοτικής και κορυφαία μορφή του δημοτικιστικού κινήματος με το κύρος του αλλά και με τις κυρώσεις που υπέστη για τον γλωσσικό του αγώνα (προσωρινή απομάκρυνσή του από το πανεπιστήμιο). Αξιοσημείωτη είναι η στάση του στα «Ευαγγελικά» και τα «Ορεστειακά».

Ανθολογούνται στα σχολικά βιβλία:

Ένας Θεός

[Στον κήπο]

Ολυμπιακός ύμνος

Ύμνος στον Παρθενώνα

Ίαμβοι και ανάπαιστοι

Το πανηγύρι στα σπάρτα [Ασάλευτη Ζωή]

Ο δωδεκάλογος του γύφτου

Σατιρικά γυμνάσματα

Σαν των Φαιάκων το καράβι... [Πατρίδες]

Πατρίδες! αέρας, γη... [Πατρίδες]

Αγορά [Ασάλευτη Ζωή]

Εκτενέστερο βιογραφικό

Ο Κωστής Παλαμάς γεννήθηκε στην Πάτρα και καταγόταν από το Μεσολόγγι, από οικογένεια με μέλη σημαντικούς λόγιους. Έχασε και τους δυο γονείς του το 1866 και εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι σε συγγενικό σπίτι. Στο Μεσολόγγι τέλειωσε το Γυμνάσιο (1875) και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1877), ωστόσο από νωρίς είχε στραφεί προς τη λογοτεχνία. Ήδη από το 1875 είχε δημοσιεύσει στίχους στο Αττικόν Ημερολόγιον και υποβάλει τη συλλογή Ερώτων έπη στον Βουτσιναίο Ποιητικό Διαγωνισμό. Η πρώτη έκδοση έργου του πραγματοποιήθηκε με τη συλλογή Τα τραγούδια της πατρίδος μου το 1886 όταν ο ποιητής ήταν ήδη γνωστός στους αθηναϊκούς κύκλους από τη συνεργασία του με λογοτεχνικά περιοδικά (Μη χάνεσαι του Γαβριηλίδη, Άστυ του Θ. Άννινου κ.α.) και εφημερίδες της εποχής (Ακρόπολις, Εφημερίς, Εμπρός, κ.α.), όπου δημοσίευε άρθρα, μελέτες, κριτικά δοκίμια και χρονογραφήματα. Συνέχισε να αρθρογραφεί σε λογοτεχνικά περιοδικά (Εστία, Τέχνη, Παναθήναια, Νουμάς κ.α.) για πολλά χρόνια. Το 1889 βραβεύτηκε στον Φιλαδέλφειο Ποιητικό Διαγωνισμό για τη συλλογή του Ύμνος εις την Αθηνάν, από το 1897 ως το 1929 διετέλεσε γενικός γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1914 βραβεύτηκε για την προσφορά του με το κρατικό αριστείο γραμμάτων και τεχνών. Ήταν ένα από τα πρώτα μέλη της Ακαδημίας Αθηνών και το 1930 εκλέχτηκε πρόεδρός της. Το 1888 παντρεύτηκε τη Μαρία Βάλβη, με την οποία απέκτησε δύο γιους και μια κόρη. Με αφορμή τον θάνατο του μικρότερου γιου του Άλκη το 1898 ο ποιητής έγραψε τα ποιήματα Τάφος και Παράδεισοι. Το 1933 τιμήθηκε με το γερμανικό λογοτεχνικό βραβείο Goethe και το Οικονόμειο βραβείο της Ελληνικής Κοινότητας Τεργέστης και το 1936 στα πενηντάχρονα της δημιουργίας του ο βασιλιάς Γεώργιος του απένειμε το Παράσημο του Φοίνικος. Στη συγγραφή αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του, την οποία πέρασε στην Αθήνα στην οδό Ασκληπιού αρ.3, όπου βρίσκεται σήμερα το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά. Μοναδική μετακίνησή του η μετακόμιση στην οδό Περιάνδρου προς το τέλος της ζωής του. Εκεί πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943. Η κηδεία του στο πρώτο νεκροταφείο έμεινε στην ιστορία ως ένα είδος αντικατοχικής διαδήλωσης.

Ο Παλαμάς κάλυψε με το έργο του ολόκληρο το φάσμα του γραπτού λόγου. Ασχολήθηκε με την ποίηση, την πεζογραφία, το θέατρο, τη δημοσιογραφία, την αρθρογραφία, τη μελέτη, την κριτική. Στο ποιητικό του έργο που ξεπερνά τις είκοσι συλλογές κυριαρχεί η Ελλάδα ως ιδανικό και αντικείμενο αγάπης, η πορεία του ελληνικού έθνους μέσα στους αιώνες, η προσπάθεια δημιουργικής αφομοίωσης του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της λαϊκής παράδοσης, το πνεύμα της οικουμενικότητας του πολιτισμού. Στάθηκε ο εμπνευστής και εισηγητής της λεγόμενης γενιάς του 1880 ή παλαμικής γενιάς στην ελληνική ποίηση, όταν γύρω στα 1879-1880, αντιδρώντας στη ρητορεία της ρομαντικής ποίησης της Α' Αθηναϊκής Σχολής και επηρεασμένος από το ρεύμα του γαλλικού Παρνασσισμού, ηγήθηκε της ανανέωσης της ποιητικής θεματολογίας και έκφρασης.

Σταθμοί στην ποιητική δημιουργία του θεωρούνται Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου και Η Φλογέρα του βασιλιά, γραμμένα στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του αιώνα μας. Παράλληλα προς την ποίηση τον απασχόλησε ιδιαιτέρως το Γλωσσικό Ζήτημα, στο χώρο του οποίου υπήρξε δια βίου ένθερμος υποστηρικτής της δημοτικής και κορυφαία μορφή του δημοτικιστικού κινήματος με το κύρος του αλλά και με τις κυρώσεις που υπέστη για τον γλωσσικό του αγώνα (προσωρινή απομάκρυνσή του από το πανεπιστήμιο). Αξιοσημείωτη είναι η στάση του στα «Ευαγγελικά» και τα «Ορεστειακά».

Από το πεζογραφικό του έργο, περιορισμένο σε έκταση συγκριτικά προς το ποιητικό, ξεχωρίζει ο Θάνατος παλληκαριού.

Στον χώρο του θεάτρου έγραψε για τη «Νέα Σκηνή» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου την Τρισεύγενη, απέσυρε ωστόσο το έργο πριν την παράστασή του όταν ο Χρηστομάνος θέλησε να επέμβει στην τελική μορφή του.

Ο Παλαμάς υπήρξε τέλος ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες μελετητές και κριτικούς της λογοτεχνίας και πρόδρομος ενός μεγάλου μέρους της μεταγενέστερης ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής. Σημειώνεται εδώ ως παράδειγμα η σημαντική μελέτη του για το έργο του Σολωμού.

Εργογραφία

Ι.Ποίηση

• Μισολόγγι. Μεσσολόγγι, τυπ. Δυτική Ελλάς, 1878.

• Τραγούδια της πατρίδος μου. Αθήνα, 1886.

• Ύμνος εις την Αθηνάν. Αθήνα, τυπ. αφων Περρή, 1889.

• Τα μάτια της ψυχής μου. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1892.

• Ίαμβοι και ανάπαιστοι. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1897.

• Τάφος. Αθήνα, Εστία, 1898.

• Οι χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης. Πειραιάς, τυπ. Σφαίρα, 1900.

• Η ασάλευτη ζωή. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1904.

• Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1907.

• Η φλογέρα του Βασιλιά με την Ηρωική τριλογία, Πρόλογο κι Επίλογο. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1910.

• Οι καημοί της λιμνοθάλασσας και Τα Σατυρικά γυμνάσματα. Αθήνα, Φέξης, 1912.

• Η Πολιτεία και η Μοναξιά. Αθήνα, Εστία, 1912.

• Βωμοί. Αθήνα, Εστία, 1915.

• Τα παράκαιρα. Αθήνα, Ι.Ν.Σιδέρης, 1919.

• Τα δεκατετράστιχα. Αλεξάνδρεια, τυπ.Κασιμάτη-Ιωνά, 1919.

• Οι πεντασύλλαβοι - Τα παθητικά κρυφομιλήματα - Οι λύκοι - Δυο λουλούδια από τα ξένα. Αθήνα, Κολλάρος, 1925.

• Δειλοί και σκληροί στίχοι. Σικάγο, τυπ. Ο Νεοελληνικός Μέρκουρι, 1928.

• Ο κύκλος των τετραστίχων. Αθήνα, τυπ. Ο Κοραής, 1929.

• Περάσματα και χαιρετισμοί. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1931.

• Οι νύχτες του Φήμιου. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1935.

• Βραδινή φωτιά. 1944. (μεταθανάτια έκδοση από το γιο του ποιητή Λέανδρο).

ΙΙ.Κριτική- Αυτοβιογραφικά κείμενα- Μελέτες

• Το έργον του Κρυστάλλη. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1894.

• Διονυσίου Σολωμού · Άπαντα τα ευρισκόμενα. Αθήνα, τυπ. Π.Δ.Σακελλαρίου, 1901.

• Γράμματα. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1904.

• Γράμματα2. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1907.

• Ηρωικά πρόσωπα και κείμενα. Αθήνα, εκδ. της "Φοιτητικής Συντροφιάς", 1911.

• Τα πρώτα κριτικά. Αθήνα, Φέξης, 1913.

• Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1914.

• Ιούλιος Τυπάλδος. Αθήνα, τυπ. Π.Δ.Σακελλαρίου, 1917 (στη σειρά .Διαλέξεις Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού12· Διαλέξεις περί ελλήνων ποιητών του ΙΘ΄ αιώνος)

• Βιζυηνός και Κρυστάλλης. Αθήνα, τυπ. Π.Δ.Σακελλαρίου, 1917 (στη σειρά Διαλέξεις Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού16· Διαλέξεις περί ελλήνων ποιητών του ΙΘ΄ αιώνος).

• Ανατόλ Φρανς. Αθήνα, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1925.

• Γύρω στο Σολωμό. Αθήνα, τυπ. Προμηθεύς, 1927.

• Πεζοί Δρόμοι Α΄. Αθήνα, Ζηκάκης, 1928.

• Πεζοί δρόμοι Β΄. Αθήνα, Ζηκάκης, 1928.

• Προσφώνησις· του αντιπροέδρου της Ακαδημίας Αθηνών… Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1929.

• Ο Γκαίτε στην Ελλάδα. Αθήνα, Δημητράκος, 1932.

• Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου · Η ποιητική μου Α'. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1933.

• Πεζοί δρόμοι Γ΄· Κάποιων νεκρών η ζωή. Αθήνα, Δημητράκος, 1934.

• Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου2. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1940.

ΙΙΙ.Διηγήματα

• Θάνατος παλληκαριού. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1901.

• Διηγήματα. Αθήνα, Ι.Ν.Σιδέρης, 1920.

IV.Θέατρο

• Τρισεύγενη· Δράμα σε τέσσερα μέρη. Αθήνα, τυπ. Εστίας, 1903.

V.Μεταφράσεις

• Andre Laurie, Πρόας ο Νικίου. 1898.

• Emile Verhaeren, Η Ελένη της Σπάρτης. Αθήνα, Τα έργα, 1916.

• Ξανατονισμένη μουσική. Αθήνα, Εστία, 1930.

VI.Αλληλογραφία

• Γράμματα στη Ραχήλ. 1960.

• Αλληλογραφία Α΄ (1875-1915), Εισαγωγή - Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, 1975.

• Αλληλογραφία Β΄ (1916-1928), Εισαγωγή - Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά,1978.

• Αλληλογραφία Γ΄ (1929-1941) ), Εισαγωγή - Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, 1981.

• Αλληλογραφία Δ΄, Γράμματα στη Λιλή Ζηρίνη, Εισαγωγή - Φιλολογική Επιμέλεια- Σημειώσεις Κ.Γ.Κασίνη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, 1986.

• Αλληλογραφία Ε΄· Γράμματα στη Στέλλα Διαλέττη. Αθήνα, έκδοση του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά

ΚΡΙΤΗΡΙΟ 2 για διακοπές

Α. ΜΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Οι λέξεις και τα τούβλα

Το κείμενο είναι διασκευασμένο απόσπασμα από το βιβλίο του Φοίβου Παναγιωτίδη «Μίλα μου για γλώσσα», μια σύντομη επιστημονική εισαγωγή στη Γλωσσολογία, που επιχειρεί να δείξει πώς η σύγχρονη γλωσσολογία μπορεί να προσφέρει απαντήσεις σε κοινές απορίες και προβληματισμούς σχετικούς με τη γλώσσα εν γένει και την ελληνική γλώσσα ειδικότερα.

Συνήθως όταν μιλάμε για γλώσσα, είτε γενικά για το φαινόμενο της γλώσσας είτε για συγκεκριμένες γλώσσες, αναφερόμαστε στις λέξεις και μόνο. Με άλλα λό­για, αντιλαμβανόμαστε τη γλώσσα σαν να ήτανε λέξεις και μόνο λέξεις. Οι λέξεις όμως ανταποκρίνονται σε νοητικές έννοιες. Κατά συνέπεια, είναι λάθος να τις θε­ωρούμε απλές ταμπέλες ή ετικέτες για τα ίδια τα πράγματα στον κόσμο γύρω μας.

Αν λοιπόν πράγματι η γλώσσα ήταν απλώς ένας σωρός από λέξεις, θα απο­κτούσε μεγάλη σπουδαιότητα η υποθετική ερώτηση «ποια γλώσσα έχει τις πε­ρισσότερες λέξεις», αφού η γλώσσα με τις περισσότερες λέξεις (και μάλιστα σε έναν συγκεκριμένο τομέα, για παράδειγμα στην πληροφορική, στο εμπόριο, στην ιατρική ή στην κτηνοτροφία) θα ήταν η καταλληλότερη για να μιλήσουμε και να σκεφτούμε (στον συγκεκριμένο τομέα). Τα πράγματα όμως –ευτυχώς για την πο­ρεία της ανθρωπότητας και της ανθρώπινης σκέψης– είναι κάπως πολυπλοκότε­ρα.

Πρώτα απ’ όλα, το σύνολο των λέξεων που διαθέτει μια γλώσσα δεν παραμέ­νει σταθερό και αναλλοίωτο. Αρχαίες λέξεις έχουν εκλείψει προ πολλού από την ελληνική γλώσσα, ταυτόχρονα όμως έχουν προστεθεί χιλιάδες άλλες κάποτε με δανεισμό, κάποτε με βάση γραμματικές διαδικασίες και κάποτε με αλλαγή της σημασίας παλιότερων λέξεων. Πολύ απλά, όταν οι ομιλητές της ελληνικής χρει­άστηκαν μια λέξη για το τηλέφωνο, τη δανείστηκαν από τα γαλλικά και την προ­σάρμοσαν στις ελληνικές της καταβολές. Όταν χρειάστηκαν μια λέξη για το κινητό (τηλέφωνο), χρησιμοποίησαν μια υπάρχουσα λέξη αλλάζοντας τη σημασία της. Τέλος, όταν ορισμένοι χρειάζονται έναν όρο για κάποιον κολλημένο στο κινητό του, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις γραμματικές δυνατότητες της ελληνικής και να παράγουν το «κινητ-άκιας» (κατά το «στοιχηματ-άκιας» κ.ο.κ.)

Και κάτι ακόμα, καμιά λέξη δεν είναι ιδιοκτησία μιας συγκεκριμένης γλώσσας. Ο δανεισμός μεταξύ γλωσσών δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση σημερινό ή ασυ­νήθιστο φαινόμενο. Το αντίθετο, μάλιστα. Υπάρχουν γλώσσες, όπως τα αγγλικά, τα τουρκικά, τα ιαπωνικά και τα ελληνικά, που ένα μεγάλο μέρος του λεξιλογίου τους είναι «εισαγόμενο», προϊόν δανεισμού. Έτσι υπολογίζεται ότι το 40% των αγ­γλικών λέξεων είναι δάνεια από τα γαλλικά. Ωστόσο, κανείς δεν θ’ αποτολμούσε να θεωρήσει την αγγλική διάλεκτο της γαλλικής. Κοινώς, τα αγγλικά δεν είναι γαλ­λικά, τα τουρκικά δεν είναι περσοαραβικά και ούτω καθεξής. Γιατί; Γιατί η γλώσσα δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις.

Τι είναι λοιπόν γλώσσα; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα, ας χρησιμοποιή­σουμε μια μεταφορά. Αν οι λέξεις είναι δομικά υλικά, όπως τα τούβλα και οι πέ­τρες, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε πως όποιος έχει έναν σωρό από δομικά υλικά έχει αυτομάτως μια συνοικία με κτήρια, δρόμους και πλατείες. Αυτό που θα έλειπε στην προκειμένη περίπτωση είναι τα σχέδια, η τεχνική και η μέθοδος συνδυασμού των υλικών, δηλαδή οι δομικοί κανόνες με τους οποίους χτίζεται ένας τοίχος, ένας όροφος, ένα σπίτι. Επομένως (μια) γλώσσα δεν είναι μό­νον οι λέξεις, αλλά και οι γραμματικοί κανόνες που διέπουν τον συνδυασμό των λέξεων (σύνταξη), οι γραμματικοί κανόνες σχηματισμού των λέξεων (μορφολο­γία) και οι γραμματικοί κανόνες για το πώς προφέρεται μια γλώσσα (φωνολογία).

Φοίβος Παναγιωτίδης, Μίλα μου για γλώσσα. Ηράκλειο Κρήτης: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2017, σελ. 17-21 (διασκευή)

Παρατηρήσεις

ΘΕΜΑ 1

ΘΕΜΑ 1α

Να επαληθεύσετε ή να διαψεύσετε σύμφωνα με το κείμενο της παρακάτω διαπι­στώσεις γράφοντας δίπλα σε κάθε πρόταση τη λέξη Σωστό, αν η πρόταση είναι σωστή, ή τη λέξη Λάθος, αν η πρόταση είναι λανθασμένη. Να δικαιολογήσετε τις απαντήσεις σας με αποσπάσματα από το κείμενο.

  1. Οι λέξεις αντιστοιχούν σε νοητικές αναπαραστάσεις των πραγμάτων που περι­βάλλουν τον άνθρωπο.
  2. Το σύνολο των λέξεων μιας γλώσσας μεταβάλλεται με την πάροδο των χρόνων.
  3. Η προσθήκη νέων λέξεων σε μια γλώσσα γίνεται κυρίως με τον δανεισμό από άλλες γλώσσες.
  4. Ο δανεισμός μεταξύ γλωσσών αποτελεί ένα διαχρονικό φαινόμενο.
  5. Η γλώσσα κάθε λαού συναποτελείται από τη σύνταξη, τη γραμματική και τη φωνολογία.

Μονάδες 10

ΘΕΜΑ 1β

«Πρώτα απ’ όλα, το σύνολο… δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις». Να παρου­σιάσετε συνοπτικά (70-80 λέξεις) το περιεχόμενο του αποσπάσματος.

Μονάδες 20

Εναλλακτικά

ΘΕΜΑ 1β

«Τι είναι λοιπόν γλώσσα;… μια γλώσσα (φωνολογία)». Για ποιον λόγο υποστηρίζει ο συγγραφέας ότι τελικά η γλώσσα δεν αποτελείται μόνο από λέξεις; (60-70 λέξεις)

Μονάδες 20

ΘΕΜΑ 2

ΘΕΜΑ 2α

«Πρώτα απ’ όλα, το σύνολο… δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις». Ποιος είναι ο βασικός ισχυρισμός του συγγραφέα στην παραπάνω παράγραφο; Πώς ο τρό­πος που επιλέγει να αναπτύξει την παράγραφο συμβάλλει στη στήριξη αυτού του ισχυρισμού;

Μονάδες 20

Εναλλακτικά

ΘΕΜΑ 2α

Να καταγράψετε τρεις διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις που εξασφαλίζουν τη συ­νοχή της πρώτης παραγράφου του κειμένου. Να γράψετε τι δηλώνει καθεμία από αυτές και να τις αντικαταστήσετε με άλλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις χωρίς να αλλοιώσετε το νόημα του κειμένου.

Μονάδες 20

ΘΕΜΑ 2β

(Τράπεζα Θεμάτων 2020)

Ένα από τα σημεία στίξης που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας στο κείμενό του είναι τα εισαγωγικά. Να εντοπίσεις τα σχετικά χωρία και να εξηγήσεις τη λειτουργία των εισαγωγικών σε καθένα από αυτά.

Μονάδες 10

Εναλλακτικά

ΘΕΜΑ 2β

«Συνήθως όταν μιλάμε για γλώσσα, είτε γενικά για το φαινόμενο της γλώσσας είτε για συγκεκριμένες γλώσσες, αναφερόμαστε στις λέξεις και μόνο. Με άλλα λόγια, αντιλαμβανόμαστε τη γλώσσα σαν να ήτανε λέξεις και μόνο λέξεις. Οι λέξεις όμως ανταποκρίνονται σε νοητικές έννοιες. Κατά συνέπεια, είναι λάθος να τις θεωρού­με απλές ταμπέλες ή ετικέτες για τα ίδια τα πράγματα στον κόσμο γύρω μας». Να ξαναγράψετε το παραπάνω απόσπασμα αντικαθιστώντας το α’ πληθυντικό πρό­σωπο με το γ’ πληθυντικό. Με ποιο από τα δύο ρηματικά πρόσωπα το ύφος του κειμένου γίνεται αντικειμενικό και αποστασιοποιημένο;

Μονάδες 10

ΘΕΜΑ 3

(Τράπεζα Θεμάτων 2020)

«Η γλώσσα δεν είναι απλώς ένας σωρός από λέξεις». Το σχολείο σου ετοιμάζει ένα αφιέρωμα στη σχολική εφημερίδα με κεντρικό θέμα την ελληνική γλώσσα. Γράφεις ένα άρθρο στο οποίο σχολιάζεις τη θέση αυτή, αναπτύσσοντας την επι­χειρηματολογία σου για τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της γλώσσας ως μέσου επι­κοινωνίας αλλά και ως πολιτισμικού αγαθού. (250-300 λέξεις)

Μονάδες 40

ΚΡΙΤΗΡΙΟ 1 για διακοπές

Οι ξένες γλώσσες στο σχολείο

Είναι περίεργο. Με τη χειρότερη ίσως –σε μέσα, χρόνο, μέθοδο, αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων κ.λπ.– ξενόγλωσση σχολική εκπαίδευση, η Ελλάδα ανήκει στις χώρες με την υψηλότερη γλωσσομάθεια! Οι Έλληνες μαθαίνουν τελικά ξένες γλώσσες. Η γλωσσομάθεια των Ελλήνων ανάμεσα στους πολίτες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είναι στατιστικώς αποδεδειγμένη.

Μόνο που μαθαίνουν ξένες γλώσσες πληρώνοντας «έξτρα». Με άλλα λόγια, την απαραίτητη πια σήμερα για τον πολίτη της Ευρώπης γνώση μίας τουλάχιστον ξένης γλώσσας (απαραίτητη υπό τις σημερινές συνθήκες όσο τα μαθηματικά λ.χ. ή και αυτή ακόμα η μητρική γλώσσα, ας μη φανεί υπερβολή) την έχουμε παραχωρήσει στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στα φροντιστήρια και στα ιδιωτικά σχολεία, προς δόξαν και πάλι της «δωρεάν παιδείας» που παρέχουμε στην Ελλάδα. Γιατί, όσο κι αν έχει βελτιωθεί η κατάσταση έναντι του παρελθόντος, όσο κι αν διαθέτουμε σήμερα πια στη δημόσια εκπαίδευση ένα καλό δυναμικό, ικανό να διδάξει σωστά την ξένη γλώσσα, η κατάσταση στη δημόσια εκπαίδευση από πλευράς ξενόγλωσσης παιδείας παραμένει προβληματική έως απογοητευτική. Τα παιδιά δεν μαθαίνουν μέσα στο σχολείο μία έστω ξένη γλώσσα σε επίπεδο που να μπορούμε να πούμε ότι τη γνωρίζουν. Για απόκτηση πιστοποιητικού γνώσης της ξένης γλώσσας, με μόνη τη διδασκαλία στο δημόσιο σχολείο, δεν μπορεί φυσικά να γίνει λόγος, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα.

Κι όμως, η κατάσταση της παιδείας μας και στον τομέα αυτόν πρέπει και μπορεί να αλλάξει ριζικά. Δεν είναι ανέφικτο να μαθαίνουν οι μαθητές μας μέσα στο σχολείο τους μία τουλάχιστον ξένη γλώσσα. Χρειάζεται να αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας των ξένων γλωσσών στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, να χρησιμοποιούνται κατάλληλα ξενόγλωσσα βιβλία και αποτελεσματικές μέθοδοι διδασκαλίας, να γίνεται η διδασκαλία της ξένης γλώσσας σε ολιγομελή και ομοιογενή, από πλευράς γνώσης και επίδοσης, τμήματα μαθητών, να στηρίζεται οπτικοακουστικά με σύγχρονα τεχνολογικά εκπαιδευτικά μέσα (μαγνητόφωνο, βίντεο, ηλεκτρονικό υπολογιστή), και να έχουν οι διδάσκοντες της ξένης γλώσσας την απαιτούμενη επιστημονική και διδακτική επάρκεια. Αν γίνουν όλα αυτά, τότε ασφαλώς τα αποτελέσματα θα είναι πολύ καλύτερα.

Γ. Μπαμπινιώτης, Παιδεία, Εκπαίδευση και Γλώσσα (Αθήνα: Gutenberg, 1994).

Παρατηρήσεις

Α. Να αποδώσετε το κείμενο περιληπτικά σε 80-100 λέξεις.

Β1. Να επιλέξετε τη σωστή απάντηση.

Γλωσσομάθεια σημαίνει:

  • εκμάθηση της μητρικής γλώσσας.
  • διδασκαλία ξένων γλωσσών.
  • γνώση ξένων γλωσσών.
  • χρήση ξένων λέξεων σε μια άλλη γλώσσα.

Β2. «Η διδασκαλία της ξένης γλώσσας χρειάζεται να στηρίζεται οπτικοακουστικά με σύγχρονα τεχνολογικά εκπαιδευτικά μέσα». Να αναπτύξετε και να αιτιολογήσετε την περίοδο αυτή σε μια παράγραφο με 60-80 λέξεις.

Β3. Να γράψετε μια αντώνυμη για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου: ιδιωτική, έχει βελτιωθεί, γνωρίζουν, ανέφικτο, ολιγομελή.

Β4. γλωσσομάθεια, εκπαίδευση, ξενόγλωσση, διαθέτουμε, παραμένει, ομοιογενή, οπτικοακουστικά, μαγνητόφωνο:

  • Να διακρίνετε τις λέξεις στα συνθετικά τους μέρη.
  • Να φτιάξετε από μια νέα σύνθετη λέξη διατηρώντας το β΄ συνθετικό.

Παραγωγή Λόγου

Γ. Γιατί θεωρείται απαραίτητη στην εποχή μας η καλή γνώση ξένων γλωσσών; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με επιχειρήματα και παραδείγματα από τη σύγχρονη ζωή (400-600 λέξεις)