ii. «Ποιος είναι ο πλησίον μου;» Η παραβολή του καλού Σαμαρείτη
Κάποιος νομοδιδάσκαλος παρουσιάστηκε στον Ιησού και, για να τον φέρει σε δύσκολη θέση, του είπε: «Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή;».
Κι ο Ιησούς τού είπε: «Ο νόμος τι γράφει;». Εκείνος απάντησε: «Ν’ αγαπάς τον
Κύριο τον Θεό σου μ’ όλη την καρδιά σου και μ’ όλη την ψυχή σου, μ’ όλη τη δύναμή
σου και με όλον τον νου σου∙ και τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». «Πολύ σωστά απάντησες», του είπε ο Ιησούς∙ «αυτό κάνε και θα ζήσεις». Εκείνος όμως, θέλοντας να δικαιολογήσει τον εαυτό του,
είπε στον Ιησού: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου;». Πήρε τότε αφορμή ο Ιησούς και είπε: «Κάποιος άνθρωπος, κατεβαίνοντας από τα Ιεροσόλυμα για την Ιεριχώ, έπεσε πάνω σε ληστές. Αυτοί τον ξεγύμνωσαν, τον τραυμάτισαν κι έφυγαν παρατώντας τον μισοπεθαμένο. Έτυχε να κατεβαίνει από ’κείνον τον δρόμο και κάποιος ιερέας, ο οποίος, παρόλο που τον είδε, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Το ίδιο και κάποιος λευίτης, που περνούσε από κείνο το μέρος∙ κι αυτός, παρόλο που τον είδε, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Κάποιος όμως Σαμαρείτης που ταξίδευε, ήρθε προς το μέρος του, τον είδε και τον σπλαχνίστηκε. Πήγε κοντά του, άλειψε τις πληγές του με λάδι και
κρασί και τις έδεσε καλά. Μάλιστα, τον ανέβασε στο δικό του το ζώο, τον οδήγησε στο πανδοχείο και φρόντισε γι’ αυτόν. Την άλλη μέρα, φεύγοντας, έβγαλε κι έδωσε στον πανδοχέα δύο δηνάρια και του είπε: «Φρόντισέ τον, και ό,τι παραπάνω ξοδέψεις, εγώ όταν ξαναπεράσω θα σε πληρώσω». Ποιος λοιπόν απ’ αυτούς τους τρεις, κατά τη γνώμη σου, αποδείχτηκε “πλησίον” εκείνου που έπεσε στους ληστές;». Κι εκείνος απάντησε: «Αυτός που τον σπλαχνίστηκε». Τότε ο Ιησούς τού είπε: «Πήγαινε, και να κάνεις και συ το ίδιο».
Παραβολή του Καλού Σαμαρείτη
- Η αγάπη που ρίζα έχει την πίστη στον Χριστό και σαν συστατικό της διαθέτει το
ξεπέρασμα ορίων, συνόρων και διαχωριστικών, που πολλές φορές η σκέψη μας
βάζει, γιατί δεν βλέπει ούτε φυλή, ούτε χρώμα, ούτε γλώσσα αλλά μόνο
ανθρώπινα πρόσωπα που έχουν πληγές, οι οποίες πρέπει να γιατρευθούν. - Ο ενανθρωπήσας Θεός της αγάπης, ο Κύριος, ζητά να δείχνουμε αγάπη σε
κάθε άνθρωπο, και μάλιστα σε κάθε άνθρωπο που πάσχει, χωρίς να εξετάζουμε
αν αυτός είναι δικός μας, ξένος ή εχθρός μας, ιουδαίος ή σαμαρείτης, λευκός ή
έγχρωμος, έλληνας ή αλλοδαπός, και χωρίς να υπολογίζουμε θυσίες και
κόπους. - Αγάπη χωρίς ταμπέλες. Αγάπη χωρίς εκπτώσεις.
- Η παραβολή του καλού Σαμαρείτη –ο οποίος κυριολεκτικά έσωσε τη ζωή του
ιουδαίου, ενώ μάς είναι ιστορικά γνωστή η αιώνια έχθρα ιουδαίων και
σαμαρειτών- δίνει ξεκάθαρη απάντηση στο απολύτως πλαστό ερώτημα –πρέπει
να βοηθούμε εκείνους που έχουν άλλο χρώμα από το δικό μας; Ο Χριστός, ως
καλός Σαμαρείτης, μας δείχνει το δρόμο...
iii. Αγίου Επιφανίου, «δός μοι τοῦτον τὸν ξένον»
Δυο κρυφοί μαθητές έρχονται να κρύψουν
τον Ιησού στον τάφο. Ο μεν Νικόδημος μεγαλόψυχος, προσφέροντας σμύρνα και
αλόη, ο δε Ιωσήφ αξιέπαινος στην τόλμη
και το θάρρος προς τον Πιλάτο. Διώχνοντας
κάθε φόβο, με τόλμη παρουσιάστηκε στον
Πιλάτο ζητώντας το σώμα του Ιησού. Και
όταν παρουσιάστηκε, φέρθηκε με μεγάλη
σοφία για να επιτύχει αυτό που ήθελε. Γι’
αυτό δε χρησιμοποιεί μπροστά στον Πιλάτο
υπερήφανα και υψηλά λόγια, για να μην
του ανάψει την οργή και χάσει το ζητούμενο. Αλλά τι του λέει; Ένα τιποτένιο αίτημα,
και για όλους μικρό, άρχοντά μου, ήλθα να
σου ζητήσω. Ένα πολύ μικρό αίτημα.
Είδε ο Ιωσήφ τον ήλιο να κρύβει το ίδιο το
φως του – ο Σωτήρας πέθαινε και ο Ναός
στα δυο σκιζόταν... Κι ευθύς στον Πιλάτο πηγαίνει και τον παρακαλεί: Αυτόν τον Ξένον
δος μου τον, από μωρό που ξενιτεύθηκε
στον κόσμο μας – σαν ξένο τον σκοτώσαν οι δικοί του
Δος μου ετούτον τον Ξένο – παράξενος
που ’ναι ο χαμός του...
Αυτόν τον Ξένον δος μου τον, φιλόξενος
ήταν για φτωχούς και ξένους.
Δος μου τον τούτον τον Ξένο – πώς τον
αποξένωσε απ’ τον κόσμο ο Ιούδας...
Δος μου τον τούτον τον Ξένο –ξένος είναι,
να πάει δεν έχει πού– άσε σε τάφο να τον
κρύψω.
Παρακαλώ σε δος μου τον, που η Μάννα
του νεκρόν τον κράζει: «Θεέ και γυιόκα μου,
τρύπια τα σπλάγχνα μου, πληγή η καρδιά
μου νεκρόν που σ’ είδα – μα αναθαρρίζω κι
ευλογώ, καθώς Ανάσταση λογιάζω». Έτσι
θερμοπαρακαλούσε ο Ιωσήφ ο κόσμιος τον
Πιλάτο. Παίρνει το Σώμα του Ιησού, με σμύρνα τρέμοντας τ’ αλείφει, κι ένα σεντόνι α
πλώνει γύρω του στον τάφο ώς τον κατεβάζει. – Ποιόν; Αυτόν που μέγα δίνει έλεος και
ζωήν αιώνια!
Οι Άγιοι και Ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος
Σύντομη βιογραφία
- Οι αδελφοί Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, δύο από τα επτά παιδιά οικογένειας από την Θεσσαλονίκη, με έντονη θρησκευτικότητα γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκεί. Εκείνη την εποχή ο πατέρας τους ήταν υπεύθυνος για θέματα στρατιωτικής διοίκησης της αυτοκρατορίας.
- Τα δύο αδέλφια μιλούσαν την ελληνική, όπως επίσης, ιδιαίτερα ο Κύριλλος, τη σλαβική , την εβραϊκή, τη συριακή και την αραβική γλώσσα.
- Ο Μεθόδιος, του οποίου το κοσμικό όνομα ήταν Μιχαήλ, γεννήθηκε το 815 μ.Χ. Ήταν άνθρωπος της πράξης και είχε ξεκινήσει καριέρα στον πολιτικό στίβο. Διορίστηκε διοικητής της Θεσσαλίας, ενώ αργότερα έγινε μοναχός σε ένα μοναστήρι στον Όλυμπο.
- Ο Κύριλλος, του οποίου το κοσμικό όνομα ήταν Κωνσταντίνος, γεννήθηκε το 827 μ.Χ.
- Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, έγινε ιερέας και μετέπειτα έφτασε στο βαθμό του επισκόπου. Δίδαξε τη Φιλολογία, Φιλοσοφία και Θεολογία στο πανεπιστήμιο της Μαγναύρας.
Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΟΥ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΧΑΖΑΡΩΝ
- Ο 9ος αιώνας μ.Χ., που έζησαν οι ισαπόστολοι των Σλάβων, είναι μια μεγάλη εποχή του Βυζαντίου. Χαρακτηρίζεται από ακμή στην πολιτική και στρατιωτική δύναμη και από άνθιση στην οικονομία, στα γράμματα, στις τέχνες. Η Εκκλησία της Ανατολής ανασυγκροτείται μετά την τρικυμία της εικονομαχίας .
- Στο Βυζάντιο κυριαρχεί η προσωπικότητα του Μεγάλου Φωτίου. Στην πρώτη περίοδο της ανόδου του Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως το 858, ανατέθηκε από τον ίδιο τον Πατριάρχη στον Κωνσταντίνο (Κύριλλο) η ευθύνη της αποστολής στους Χαζάρους. Σκοπός της αποστολής, που έλαβε μέρος το 860, θα ήταν η θωράκιση των εκεί χριστιανών έναντι της προπαγάνδας και των πιέσεων του προσηλυτισμού από Ιουδαίους και Μουσουλμάνους.
- Στην αποστολή αυτή ο Κύριλλος συνοδευόταν και από τον αδερφό του Μεθόδιο. Παρόλο που ο σκοπός της αποστολής δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα, άλλα θετικά στοιχεία προέκυψαν από την ίδια την παρουσία των δύο αδερφών στη περιοχή της Ρωσίας.
Η ιεραποστολή στη Μοραβία
- Νέα ευκαιρία για τη διάδοση του χριστιανισμού δόθηκε στο Φώτιο από το ηγεμόνα της Μοραβίας το Ραστισλάβο.
- Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ´ (842-867), ο πατριάρχης Φώτιος (858-867) και ο καίσαρας Βάρδας αντιλήφθηκαν γρήγορα ότι το αίτημα αυτό ήταν μία σπουδαία ευκαιρία για την θωράκιση με ειρηνικό τρόπο των συνόρων της Αυτοκρατορίας. Έτσι, εξέτασαν την περίπτωση τόσο από πολιτική όσο και από εκκλησιαστική σκοπιά και δέχθηκαν τις προτάσεις του Ραστισλάβου. Ξεκίνησε, λοιπόν, η ιεραποστολή των αδελφών Κωνσταντίνου και Μεθοδίου, οι οποίοι διακρίνονταν για τη σοφία τους, με σκοπό να φέρουν εις πέρας το δύσκολο έργο του εκχριστιανισμού των Σλάβων στη Μεγάλη Μοραβία.
- Η εφεύρεση ενός νέου αλφαβήτου για την εξυπηρέτηση της λατρείας των Σλάβων βασίστηκε στην αρχή ότι κάθε λαός έχει το δικαίωμα να λατρεύει τον Θεό στη μητρική του γλώσσα. Δημιούργησαν, λοιπόν, το Γλαγολιτικό αλφάβητο. Σε αυτό μετέφρασαν την Αγία Γραφή, πoλλά λειτουργικά και θεολογικά βιβλία, καθώς και τη Χριστιανική λειτουργική υμνολογία. Συγχρόνως, έγιναν διδάσκαλοι δεκάδων μαθητών για την επάνδρωση της τοπικής Εκκλησίας με διακόνους και πρεσβυτέρους. Οι τελευταίοι με τη βοήθεια των ισαποστόλων έγιναν άριστοι γνώστες της λειτουργικής παλαιοσλαβικής γλώσσας. Επάνω σε αυτό το Γλαγολιτικό αλφάβητο στηρίζεται και η σημερινή Κυριλλική γραφή των σλαβικών εθνών και πάνω σε αυτό αναπτύχθηκε ολόκληρη η γραμματεία τους. Ονομάστηκε δε Κυριλλική προς τιμή του Κυρίλλου-Κωνσταντίνου.
- Ο Κωνσταντίνος και ο Μεθόδιος έμειναν στη Μοραβία για σαράντα μήνες και επιδόθηκαν με προσοχή το έργο τους . Ίδρυσαν ακόμα και μία σχολή στην οποία φοίτησαν νέοι ευγενών οικογενειών, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία να διδαχθούν το Γλαγολιτικό αλφάβητο, τη γραμματική της νέας γλώσσας, την Αγία Γραφή και τις ακολουθίες . Συγχρόνως επέκτειναν τη διδαχή στο λαό και βάφτιζαν αυτούς που ασπάζονταν τον χριστιανισμό. Μέσω αυτής της διδαχής έστειλαν τους συνεργάτες τους στους διασκορπισμένους συνοικισμούς της χώρας. Έτσι ο χριστιανισμός, που είχε διαδοθεί έως τότε σε λίγα οχυρά, τα οποία είχαν αποκτήσει και ξύλινους ναούς, διαδόθηκε πλέον από το ένα ως το άλλο άκρο της χώρας μεταξύ όχι μόνο των Μοραβών, αλλά και των Τσέχων, των Σλοβάκων και των Πολωνών.